τοῦ Ἀρχιμανδρίτου Νεκταρίου Ζιόμπολα
3ον
Ἡ Πουλχερία εἰς γάμον μετὰ τοῦ Μαρκιανοῦ μὲ μίαν ἰδιάζουσαν συμφωνίαν
Ἀφοῦ εἶχε ἀνακύψει ἡ αἵρεση τοῦ Εὐτυχοῦς, γιὰ τὴν ὁποία λόγος στὴ συνέχεια, ὁ ἀδελφός τῆς Πουλχερίας Θεοδόσιος τὸ 450 πέθανε.
Πλέον ἔμεινε μόνη κυβερνοῦσα, ἂν καὶ κατ’ οὐσίαν αὐτὴ διοικοῦσε τὴν αὐτοκρατορία, ὡστόσο ὑπῆρξε καὶ ὁ Θεοδόσιος ὁ Β΄ ὁ μικρὸς μὲ ὅποιες ἀδυναμίες, ὅπως ἔγινε λόγος.
Στὴ φάση αὐτὴ οἱ περὶ αὐτὴν νοήμονες τῆς Συγκλήτου τὴν συμβούλεψαν νὰ ἔλθει σὲ γάμο γιὰ ὅ,τι καλύτερο, προκειμένου νὰ μὴ εἶναι πάνω της ὅλο τὸ φορτίο. Λόγος λοιπὸν γιὰ γάμο, τὸν ὁποῖο δὲν θέλησε, ὅταν ἦταν νέα.
Προκειμένου ὅμως στὸ τιμόνι τοῦ κράτους νὰ εὑρίσκονται καὶ ἀνδρικὰ χέρια, τοῦτο καὶ γιὰ ἐξωτερικοὺς ἐχθρούς, παρ’ ὅτι οὐσιαστικὰ γιὰ 36 χρόνια αὐτὴ κυβερνοῦσε, δέχθηκε νὰ ἔλθει σὲ γάμο, ὅμως ὑπὸ κάποιους ὅρους. Ἦταν πλέον 52 ἐτῶν.
Ὁ γάμος ἔγινε μὲ φρόνιμο συνετὸ καὶ ὑπεύθυνο πρόσωπο, ποὺ κατεῖχε ὑψηλὸ ἀξίωμα, καὶ αὐτὸς ἦταν ὁ Μαρκιανός. Παράλληλα διέπρεπε σὲ εὐστάθεια χαρακτῆρος, δικαιοσύνη καὶ μάλιστα σὲ ἐκκλησιαστικὴ εὐλάβεια.
Σὰν ἄμεσο θέμα τὸ αὐτοκρατορικὸ πλέον ζεῦγος, εἶχε νὰ ἀντιμετωπίσει τὴ νέα ἀναταραχὴ γιὰ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν κοινωνία ἐξ αἰτίας τῆς νεοφανοῦς αἱρέσεως τοῦ ἀρχιμανδρίτου καὶ κατοίκου τῆς Κων/πόλεως Εὐτυχοῦς. Αὐτὸς ἄρχισε σὰν ἕνας συνεχιστὴς τοῦ αἱρετικοῦ Νεστορίου καὶ ἔφθασε σὲ ἕνα ἄλλο ἄκρο. Ὁ Νεστόριος εἶχε διακρίνει ἐντελῶς τὶς δύο φύσεις τοῦ Σωτῆρος. Ὁ Εὐτυχὴς ἔλεγε – ἔθετε καὶ αὐτὴ τὴ θεότητα πάσχουσα. Ποιὸς ἐχέφρων ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ παραδεχθεῖ τὴ θεότητα ὡς πάσχουσα; Ἄλλο θέμα ὡς πρὸς τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τὸ ὁποῖον ἔπασχε ἀπὸ φθορά, ὄχι ὅμως καὶ ἀπὸ διαφθορά. Μὲ βάση αὐτό, σταυρώθηκε.
Νὰ τονισθεῖ ὅτι οἱ ὀπαδοὶ τοῦ Εὐτυχοῦς συνεχίζουν νὰ παραμένουν, καὶ εἶναι οἱ ἀνὰ τὸν κόσμον Μονοφυσῖται. Συγκεκριμένα στὸν Τρισάγιον Ὕμνον καὶ σὲ ὥρα Λειτουργίας ἔχουν προσθέσει: «ὁ σταυρωθεὶς δι’ ἡμᾶς». Μὲ αὐτὴ τὴν ἐκδοχὴ-παραδοχὴ ὡσὰν ἐπέκταση νὰ ἀποδίδεται ἡ σταύρωση καὶ στὰ τρία Πρόσωπα, τὴν Θεότητα.
Ἡ συγκρότησις τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου εἰς Χαλκηδόνα
Οὕτω πῶς ἐχόντων τῶν πραγμάτων, μέσῳ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς συνδρομῆς ἀλλὰ καὶ συνεργασίας, ἀπεφασίσθη ἡ συγκρότηση τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου στὴ Χαλκηδόνα, πόλη τότε τῆς Βιθυνίας. Μάλιστα ἀπὸ ὀρθοδόξου πλευρᾶς συγκεντρώθηκαν 630 Ἐπίσκοποι. Στὴ Σύνοδο αὐτὴ προσῆλθε καὶ τὸ αὐτοκρατορικὸ ζεῦγος, ποὺ καθήμενο σὲ θρόνο, εὑρισκόμενο σὲ θέση περιωπῆς, παρακολούθησε καὶ μιὰ συνέλευση. «Ὁ Μαρκιανὸς μάλιστα ἐλάλησε στὴ Σύνοδο λατινιστὶ ἐξηγουμένου τοῦ λόγου ὑπὸ διερμηνέως, ὅπως συνέβαινε ἐπὶ Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου».
Σὲ τελικὴ φάση οἱ τῆς Συνόδου κατέληξαν: «Ἑπόμενοι τοῖς θείοις Πατράσιν, ἕνα καὶ τὸν αὐτὸν ὁμολογεῖν Υἱὸν τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, συμφώνως ἅπαντες ἐκδιδάσκομεν τέλειον εἰς αὐτὸν ἐν Θεότητι, καὶ τέλειον τὸν αὐτὸν ἐν ἀνθρωπότητι. Θεὸν ἀληθῶς καὶ Ἄνθρωπον ἀληθῶς τὸν αὐτὸν ἐκ ψυχῆς καὶ σώματος, Ὁμοούσιον τῷ Πατρὶ κατὰ τὴν Θεότητα, καὶ Ὁμοούσιον τὸν αὐτὸν ἡμῖν κατὰ τὴν ἀνθρωπότητα, κατὰ πάντα ὅμοιον ἡμῖν, χωρὶς ἁμαρτίας. Πρὸ αἰώνων μὲν ἐκ τοῦ Πατρὸς γεννηθέντα κατὰ τὴν Θεότητα, ἐπ’ ἐσχάτων δὲ τῶν ἡμερῶν τὸν αὐτὸν δι’ ἡμᾶς, ἐκ Μαρίας τῆς Παρθένου καὶ Θεοτόκου κατὰ τὴν ἀνθρωπότητα. Ἕνα καὶ τὸν αὐτὸν Χριστὸν Υἱὸν Κύριον, Μονογενῆ, ἐκ δύο φύσεων ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως, ἀδιαιρέτως, ἀχωρίστως γνωριζόμενον».
Ἐκ τοῦ μονοφυσίτου δὲ Εὐτυχοῦς τούτου ὡς πρός τινας ὑδρίας πολυκεφάλου, πολλαὶ αἱρέσεις μετὰ ταῦτα προέκυψαν.
Ἐκ τῶν Μονοφυσιτῶν προῆλθον οἱ Ἰακωβῖται, ἀπὸ Ἰακώβου Σύρου ἀνδρός. Ἐκ Ζανζάλου ἡ τῆς αἱρέσεως τῶν Ἀρμενίων…»1. Ἀκολουθοῦν οἱ Κόπται τῆς Αἰγύπτου καὶ ἐκεῖνοι τῆς Αἰθιοπίας.
Σημείωσις:
1. Νικοδήμου Ἁγιορείτου, ὅπ. προηγ. σ. 181.
Δείτε καί:
Πουλχερία, ἡ Ἁγία Αὐτοκράτειρα, ἡ Λογία 1ον
Πουλχερία, ἡ Ἁγία Αὐτοκράτειρα, ἡ Λογία – 2ον