Ὅταν
μιά κοπέλλα ξεκινᾶ ν’ ἀγαπήσει κάποιον καί μετά κάποιον ἄλλον κλπ.,
κλπ, δέν εἶναι ἄλλο τί, παρά ἕνα στραπατσάρισμα τῆς καρδιᾶς. Ἡ καρδιά
μοιάζει μέ ἕνα ἀλάβαστρο. Τό ἀλάβαστρο ἦταν αἰγυπτιακή γῆ, γύψος με τό
ὁποῖο ἔφτιαχναν μικρά φιαλίδια καί ἔβαζαν ἄρωμα. Καί γιά νά μήν
ἐξατμισθεῖ τό ἄρωμα τό βούλωναν κατά τέτοιον τρόπο, πού γιά νά πάρεις τό
ἄρωμα, ἔπρεπε νά σπάσεις τό λαιμό τῆς φιάλης.
Ἔτσι μοιάζει ἡ καρδιά. Ἔσπασε τό ἀλάβαστρό της; Τό ἄρωμα πιά δέν συγκρατεῖται. Θά φύγει.
Γι’ αὐτό τό λόγο φωνάζουμε παιδιά. Προσέχετε τήν καρδιά σας! Μήν τή δίνετε ὅπου-ὅπου.
Προσέχετε τήν καρδιά σας, γιά νά τή δώσετε ἐκεῖ πού πρέπει. Καί θά δώσετε ὅλο τό ἄρωμα τῆς καρδιᾶς σας, ἐκεῖ πού πρέπει. Κι’ ὄχι νά στραπατσαριστεῖ ἡ καρδιά, νά σπάσει τό ἀλάβαστρό της καί νά χυθεῖ τό ἄρωμά τῆς ἀγάπης της. Ὄχι! αὐτό εἶναι τό ἐπικίνδυνο.