ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
Μελέτη στό εὐαγγελικό ανάγνωσμα
Ἡ λέξη Θεός εἶναι ἑλληνική καί σημαίνει φῶς. Οἱ ἄγγελοι καί οἱ ἄνθρωποι εἶναι κτίσματα καί καταυγάζονται ἀπό τό φῶς τῆς θεότητας. Ἀνάλογα μέ τόν φωτισμό πού δέχονται ἀναδεικνύονται φῶτα δεύτερα, ἐτερόφωτα, πού ἀντανακλοῦν ὅμως τό θεῖο φῶς.
Οί Πατέρες εἶναι Ποιμένες καί ἡ διδασκαλία τους ἔχει σωτηριολογικό, δηλαδή θεραπευτικό χαρακτήρα. Στήν διάρκεια τῶν αἰώνων ἔλαμψαν στό νοητό στερέωμα της Ἐκκλησίας ὡς ἀστέρες. Εἶναι φῶτα μεγάλα, φωτεινοί ὁδοδεῖκτες πού δείχνουν στους πιστούς τόν ἀπλανή δρόμο γιά τήν θέωση.
Ὁ ἄνθρωπος, ὡς κτίσμα, δέν εἶναι αὐτόφωτος. Λαμβάνει τό εἶναι (τήν ὕπαρξη) ἀπό τήν μετοχή του στόν Θεό πού εἶναι ὁ ὤν, δηλαδή ὁ αὐθύπαρκτος. Προσλαμβάνοντας ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ τήν ἀνθρώπινη φύση ἀνακαίνισε μέ τήν Ἀνάστασή του τήν δική μας ἀνθρώπινη φύση καί ἔκτοτε εἴμαστε συνδεδεμένοι μέ τόν Χριστό. Ὅτι αὐτός ἔχει κατά φύση ἐμεῖς τά ἔχουμε κατά χάρη καί κατά υἱοθεσία. Οἱ πάντες εὐργετήθηκαν. Στήν μία ὑπόσταση τοῦ Θεοῦ Λόγου ἔγινε μιά οἰκονομική, ὑποστατική ἕνωση τῆς θείας καί τῆς ἀνθρώπινης φύσης. Βεβαίως ἡ θεότητα περιχωρεῖ τήν ἀνθρωπότητα. Ὅμως, ἡ ἀνθρώπινη φύση ἐμπλουτίστηκε, ἀνυψὠθηκε ἐπειδή ἦλθε σέ ἐπαφή μέ τήν θεότητα. Ὁ ἄνθρωπος ἀνακαινίσθηκε. Καί αὐτό ἔχει ἐπίδραση σέ ὅλη τήν ἀνθρωπότητα. Κατά τούς Πατέρες ὁ σκοπός τῆς ἐνανθρώπισης ἦταν διπλός: ἡ κατάργηση τῆς φθορᾶς καί τοῦ θανάτου καί ἡ χορήγηση τῆς δυνατότητας τῆς θέωσης. Τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ ἀφορᾶ ὅλον τόν ἄνθρωπο καί ὅλη τήν Δημιουργία. Ὁ ἀνακαινισμός τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ ἐπιτρέπει τήν ἀνάδειξη φωτοειδῶν ἐκκλησιαστικῶν προσωπικοτήτων, πού εἶναι οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας.
Πρίν τήν ένανθρώπιση τοῦ Θεοῦ καί Λόγου δέν ὑπῆρχε ὀντολογική κατάργηση τοῦ θανάτου, οὔτε ὑπῆρχε ἡ Ἐκκλησία ὡς σῶμα Χριστοῦ, οὔτε ἡ ἕνωση τῆς θείας μέ τήν ἀνθρώπινη φύση. Ὅμως, «νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός...». Ὁ μαθητής τοῦ Χριστοῦ μπορεῖ νά θεωθεῖ κατά χάρη, νά ἔχει ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ, νά μετέχει τῆς ἄκτιστης θεοποιοῦ ἐνέργειας τοῦ Θεοῦ, νά καθορᾶ τό ἄκτιστο φῶς τοῦ Θαβώρ. Ἔτσι καί αὐτός γίνεται φῶς καί λάμπει στόν κόσμο.
Σύμφωνα μέ τήν θεολογία τοῦ Ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτη ὑπάρχει διαστρωμάτωση στήν θεογνωσία τόσο στίς ἀγγελικές δυνάμεις ὅσο καί στήν ἐκκλησιαστική ἱεραρχία. Τά ἀνώτερα στρώματα δέχονται πληρέστερα τήν θεία ἔλλαμψη καί τήν μεταβιβάζουν στά κατώτερα. Ὅλα καταυγάζονται ἀπό τό θεῖο φῶς, ὅμως ὅπως τό κρύσταλλο διαπερᾶται ἀπό τίς ἡλιακές ἀκτῖνες περισσότερο ἀπό ὅτι ἕνα παχύτερο ὑλικό ἔτσι καί οἱ Πατέρες κεκαθαρμένοι σωματικά καί πνευματικά εἶναι τό διαφανέστερο ὑλικό γιά τίς θεῖες ἀποκαλύψεις. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι μετέχουν τῆς ζωοποιοῦ καί συνεκτικῆς ἄκτιστης θείας ἐνέργειας ἀλλά τῆς σοφοποιοῦ καί θεωτικῆς μόνο ὁρισμένοι. Ἡ μετοχή καθενός στίς ἄκτιστες ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ ἐξαρτᾶται ἀπό τήν δεκτικότητα καί καθαρότητά του. Ἐξ οὖ καί τά στάδια τῆς κάθαρσης, φωτισμοῦ καί θέωσης. Ὅλοι οἰ ἄνθρωποι ἔχουν στήν ζωή πού διατρέχουμε τήν πρόσκληση καί τήν δυνατότητα νά μεθέξουν πληρέστερα τῶν ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ ἀλλά οἱ Ἅγιοι κάθε ἐποχῆς «ἐπέτυχον τῆς ἐπαγγελίας», εἶναι ἄξιοι τῆς κλήσης τους.
Ὁ ἄκτιστος Θεός καί ἡ κτιστή δημιουργία ἀποτελοῦν ἕνα ἑνιαῖο ἱεραρχικό σῶμα στό ὁποῖο ἡ τάξη εἶναι χαρισματική καί ὄχι ἐξουσιαστική. Ὑπάρχει διαβάθμιση, ποικιλία καί λειτουργία στό ἑνιαῖο αὐτό ἱεραρχικό σῶμα. Ἡ ἱεραρχία μεταβαίνει ἀπό τόν Τριαδικό Θεό στήν Θεοτόκο, στούς ἀγγέλους, στούς Ἁγίους, στό πλήρωμα τῶν λογικῶν πλασμάτων καί τέλος στά λοιπά κτίσματα τῆς δημιουργίας. Οἱ Πατέρες ἔχουν ὑψηλότερη θέση στό ἑνιαῖο ἱεραρχικό σῶμα καί φωτίζουν τά λοιπά ἔλλογα πλάσματα. Αὐτός εἶναι καί ἕνας λόγος πού ἡ Ἐκκλησία τηρεῖ καί σέβεται τήν τάξη της καί τήν ἱεραρχία ὡς ἀντανάκλαση τοῦ οὐρανοῦ ἐπί τῆς γῆς.
Καλούμεθα, λοιπόν, νά λάμψουμε στόν μικρόκοσμό μας. Κατά τόν Ἅγιο Σεραφείμ: «σῶσε τόν ἑαυτό σου καί θά σώσεις χίλιους ἄλλους γύρω σου». Πρέπει νά ἐπικεντρωθοῦμε στόν προσωπικό μας ἁγιασμό, στήν προσέλκυση τῆς θείας χάρης. Οἱ ἀριστεῖς κάθε γενιᾶς γίνονται Ἅγιοι, ὀνομάζονται Πατέρες. Ὁ καθένας βαπτισμένος καί μυρωμένος Ὀρθόδοξος χριστιανός μπορεῖ νά ὁδηγηθεῖ στήν θέωση. Ἐξαρτᾶται ἀπό τήν δεκτικότητα καί τήν καθαρότητά του. Κριτήριο εἶναι ἡ καθημερινή πράξη. Ὅπως διδάσκει ὁ Ἰησοῦς ὅποιος διδάξει καί τηρήσει τά θεία προστάγματα θά κληθεῖ μέγας στήν βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Μετά τόν θάνατο δέν ὑπάρχει αὐτη ἡ δυνατότητα, ὅπως ὁ πηλός πού μετά τήν σκλήρυνσή του δέν πλάθεται.
Ἄς θέσουμε, λοιπόν, πρῶτο μέλημά μας τήν ἕνωσή μας μέ τόν Θεό. Ὁ Θεός ὅσο περισσότερο τόν ἀγαπᾶς τόσο σοῦ ἀποκαλύπτεται.
Ἀρχιμανδρίτου Δωροθέου Τζεβελέκα
''ΔΙΗΓΗΣΟΜΑΙ ΠΑΝΤΑ ΤΑ ΘΑΥΜΑΣΙΑ ΣΟΥ''
ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ στά κυριακάτικα Εὐαγγέλια
Θεσσαλονίκη, 2015