Παρασκευή 8 Μαΐου 2020

«Οι Άγιοι θεωρούσαν τον οικουμενισμό χειρότερη απ’ όλες τις αιρέσεις»: Ο μακρύς δρόμος του ελβετού προς την Ορθοδοξία. Μέρος Γ.

Πιέρ Χαάμπ

Ο Ελβετός Πιέρ Χαάμπ, που απογοητεύτηκε στον Καθολικισμό, πέρασε από Βουδισμό, Ινδουισμό, καθώς και μοντέρνες ανατολικές διδασκαλίες, και σήμερα είναι υποδιάκονος στον Ναό Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού στη Γενεύη, μας διηγείται με ειλικρίνεια για τον δρόμο του προς την Ορθοδοξία.
Πιέρ Χαάμπ – Κατά τη γνώμη σας, ποιες είναι οι ομοιότητες και οι διαφορές μεταξύ της Ορθοδοξίας και των άλλων θρησκειών;
– Ποια είναι η σύγκριση μεταξύ του Χριστού και του Βελίαλ; Ο Ίδιος ο Θεός, το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, Αληθινός Θεός και Αληθινός Άνθρωπος, ενσαρκώθηκε για να σώσει τον άνθρωπο από την πτώση του και μας χάρισε το ζωντανό Σώμα του, δηλαδή την Εκκλησία. Αυτός είναι ο Δρόμος, η Αλήθεια και η Ζωή. Ακριβώς στην Εκκλησία μπορεί κανείς να αισθανθεί αυτές τις τρεις ουσίες, που αποτελούν το ένα.
Βέβαια, σε άλλα θρησκεύματα μπορούμε να βρούμε διάφορες μορφές εξωτερικής ευλάβειας και μυστικισμού και πολλά παραδείγματα πίστεως, που προκαλούν θαυμασμό. (Όσον αφορά στις αιρέσεις, που προέρχονται από τον χριστιανισμό, δηλαδή παπισμός και διάφορα είδη προτεσταντισμού, αποτελούν διαστρέβλωση της αλήθειας, που συνήθως μοιάζει με γελοιογραφία ή καμιά φορά με βλασφημία). Σ’ αυτά μπορούμε να βρούμε δόγματα, που ησυχάζουν και προστατεύουν τον άνθρωπο, κανόνες, που ορίζουν τις συμπεριφορές του και που διαμορφώνουν ισορροπία στην καθημερινότητά του.
Σε άλλες μορφές θρησκείας, αν και μπορείς να βρεις κάποια σοφία, αυτή είναι πάντα σχετική, ειρήνη πάλι σχετική, ακόμη και η ελεημοσύνη, επίσης, πάντα σχετική. Παντού υπάρχει έλλειψη ή απουσία του Χριστού. Ενώ μόνο η πληρότητά Του μπορεί να τα συμπληρώσει όλα: Τη γη, τον ουρανό και τον Άδη.
Για παράδειγμα, το ν’ αγαπάμε τους εχθρούς μας, στον χριστιανισμό είναι κάτι περισσότερο από μια απλή ηθική στάση η εντολή. Στο πλαίσιο κάθε θρησκείας, είναι δυνατόν να διαδοθούν τόσο οι ιδέες ελεημοσύνης στον πλησίον όσο και η άρνηση, από εγωισμό και μίσος, όμως όλα αυτά έχουν σχέση με τους ηθικούς κανόνες. Στην Ορθοδοξία αυτή η αρχή είναι εντολή του Θεού και αποκαλυπτικά λόγια του Ίδιου του Χριστού, τα οποία πρέπει να προσπαθούμε να εφαρμόζουμε και τα οποία μπορούν να γίνουν πραγματικότητα, γιατί είναι ιδιότητα του Ίδιου του Θεού, για τον οποίο γράφτηκε: «Συνίστησι δε την εαυτού αγάπην εις ημάς ο Θεός, ότι έτι αμαρτολών όντων ημών» (Ρωμ. 5, 8). Και γι’ αυτό μας δίνει τη Χάρη Του.
Με τον ίδιο τρόπο, όσον αφορά στη συγχώρεση (που σχετίζεται επίσης με την αγάπη στους εχθρούς), η οποία είναι ιδιαιτερότητα και χαρακτηριστικό γνώρισμα του χριστιανισμού (σε σημείο να αποτελεί θεμελιώδη λίθο του), γίνεται δυνατή και εφικτή μόνο λόγω του ότι ο Θεός είναι Προσωπικότητα, γιατί μόνο η προσωπικότητα μπορεί να συγχωρέσει την άλλη προσωπικότητα, κάποια αρχή ή κάποιος νόμος της φύσεως δεν μπορούν να το κάνουν. Όσον αφορά σ’ εμάς, αυτή η ιδέα μάς αποκαλύπτει την αληθινή μας φύση, τη φύση της προσωπικότητάς μας. Ότι ο καθένας μας δεν είναι απλώς ένα άτομο, που αποτελείται από συγκεκριμένες βιολογικές παραμέτρους και ορμές, αλλά είναι ζωντανό ον, που αποκτά την πραγματικότητά του και την ταυτότητά του μέσω της επικοινωνίας με τον Μοναδικό Άνθρωπο, Ζωντανό και Αληθινό, ο Οποίος μας χάρισε τη ζωή από την αγάπη Του.
Θα μπορούσα, μάλιστα, να συλλογίζομαι αυτό το θέμα για πολλή ώρα. Αλλά για να καταλήξω, είναι αρκετό να τονίσω την ιδιαιτερότητα της χριστιανικής Αλήθειας σε σύγκριση με άλλα θρησκεύματα, που απευθύνονται σε Κάτι ή σε Κάποιον, ότι δηλαδή σ’ αυτήν ο ακρογωνιαίος λίθος είναι το μυστήριο της προσωπικότητας (για την οποία ένας από τους τελευταίους Αγίους, ο πατήρ Ιουστίνος Πόποβιτς, είπε ότι είναι η πλέον άξια θαυμασμού).
Επίσης, πρέπει να σημειώσω ότι η «γνώσις», δηλαδή η βάση όλων των ανατολικών παραδόσεων και βασικών ιδεολογιών, που εμφανίζονται κάτω από την ετικέτα διαφορετικών «πνευματικοτήτων», που ισχυρίζονται ότι έχουν την αρχή τους στις αρχαίες φιλοσοφικές διδασκαλίες – θεοσοφία, ελευθεροτεκτονισμό, νεοπαγανισμό και άλλες μυστικές διδασκαλίες, που όλες σχετίζονται με τη «Σοφία των Ελλήνων» – γίνεται η βάση για την αρχέγονη αντίφαση του ανθρώπου διαχρονικά. Αυτή η χείριστη παραδοξολογία κάνει τον άνθρωπο να πιστέψει στη δυνατότητα «να αποκτήσει ελευθερία» μέσω της γνώσεως «της μυστικής διδασκαλίας», ακούγοντας τον όφι, που λέει: «Και έσεσθε ως θεοί» (Γεν. 3,5), ο οποίος επιστρέφει πάλι μέσω ντετερμινισμού των φυσικών νομών και των ουρανίων δυνάμεων, πράγματα από τα οποία ήρθε να μας απελευθερώσει ο Χριστός (βλ. Γαλ. 4,8).
Αυτός ο μύθος περί της «γνώσης», στην πραγματικότητα, είναι τόσο αρχαίος όσο ο ίδιος ο Όφις. Η «γνώσις» θα δώσει την πλήρη απελευθέρωση (ακόμη και σε σχέση με τον Δημιουργό!) και ο άνθρωπος θα γίνει κύριος του εαυτού του. Στη μετάφραση στη γλώσσα των ανατολικών παραδόσεων το δέντρο, πάνω στο οποίο βρίσκεται ο όφις, ονομάζεται «κουνταλίνι» και θεωρείται ότι η «άνοδος» (πάνω στο δέντρο) πρέπει να οδηγήσει τις μυστικές δυνάμεις στη μυσταγωγία και τελικά στη «φώτιση», δηλαδή στην απόλυτη γνώση. Το άγκιστρον του Σατανά είναι τόσο δηλητηριώδες σήμερα όσο ήταν τότε στην Εδέμ. Πρέπει να σημειώσω «ότι το μήλο της γνώσης» εισαγάγει τον άνθρωπο σε δύο έννοιες, που ανήκουν στον κόσμο των αφηρημένων ιδεών, και τον εισάγει στη σφαίρα του δυϊσμού, ενώ οι σχέσεις με τον Ζωντανό Θεό τον διατηρούν στην Ενότητα και συγκεκριμένα στη ζωντανή αμοιβαία σχέση με τον κόσμο κι Εκείνον, ο οποίος μπορεί να πει: «Εγώ είμαι εκείνος που είμαι» (Έξοδος, 3,14).
Και όμως, η γνώση είναι καλό πράγμα, επειδή αποτελεί πρωταρχική βάση της χριστιανικής Αλήθειας και η άγνοια θεωρείται από πολλούς Αγίους Πατέρες «αιτία όλων των παραπτωμάτων», «μητέρα και τροφός όλων των κακών», «βαθιά αρρώστια της ψυχής» κ.τ.λ. Όπως λέει ο Χριστός: «Αυτή δε εστιν η αιώνιος ζωή, ίνα γινώσκωσι σε τον μόνον αληθινόν Θεόν και ον απέστειλας Ιησούν Χριστόν» (Ιω. 17,3). Κατ’ αυτόν τον τρόπο πρόκειται για τη γνώση των σχέσεων, που υπάρχουν μεταξύ του ανθρώπου και του Δημιουργού του και όχι ώστε να φανταζόμαστε τον εαυτό μας ανεξάρτητο απ’ όλα και να νομίζουμε ότι οι ίδιοι είμαστε θεοί. Η αληθινή γνώση αποκτάται μόνο μέσω των Μυστηρίων της Εκκλησίας και προσωπική ασκητική ζωή. Όπως είχε πει πολύ σωστά ο πατήρ Ιουστίνος Πόποβιτς: «Ο Λόγος περιέχει τη δυναμική και μεταφυσική αρχή της γνώσεως».
Ναός Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού στη Γενεύη Ναός Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού στη Γενεύη 
 Θα ήταν καλό να συζητήσουμε πάνω σ’ αυτό το θέμα, τουλάχιστον για να υπενθυμίσουμε πόσο αυτή η «τρέλλα» γνώσης διακατείχε τον δυτικό άνθρωπο στη διάρκεια αιώνων (από την εποχή της Αναγέννησης [παγανισμός] και μέχρι τον Διαφωτισμό και τον Θετικισμό), ώστε μία αλήθεια να θεωρείται αναμφίβολη, απαράβατη και καθ’ ολοκηρίαν αποδεχτή μόνο όταν είναι επιστημονικά αποδεδειγμένη. Με άλλα λόγια, είναι αλήθεια απόλυτη και αδιάψευστη, που καθιστά υποκειμενικά όλα όσα προέρχονται από την εξ αποκαλύψεως Αλήθεια. (Παρ’ όλο που η επιστήμη επανεξετάζει τα δικά της αποτελέσματα από και τού εις καιρόν και παραδέχεται ότι η απόλυτη αντικειμενικότητα δεν υπάρχει και ότι εξαρτάται από τον πειραματιστή).
Απλώς θα υπενθυμίσω εδώ ότι ο άνθρωπος, στη βάση του, χρειάζεται την πίστη σε κάτι ή κάποιον. Δηλαδή να έχει μια άγκυρα, που θα τον βοηθήσει να βρει το αρχικό σημείο συντεταγμένων. Αυτή η λεγόμενη «επιστήμη» προτείνει στον άνθρωπο ένα βολικό πλεονέκτημα, μέσω της αξιοπιστίας της, παρέχοντάς του μια επίπλαστη αλήθεια, που είναι «έτοιμη για χρήση», απελευθερώνοντας τον άνθρωπο – καταναλωτή από την ανάγκη για ανάλυση, δηλαδή από την ανάγκη για προσωπική έρευνα. Σε αντίθεση με τη χριστιανική Αλήθεια, η οποία απαιτεί από κάθε άνθρωπο ασκητισμό, δηλαδή μια αλλαγή της ζωής του, πράγμα χωρίς το οποίο δεν είναι δυνατόν να κάποιος να καταστήσει την προσφερόμενη αλήθεια, ούτε δική του, ούτε πρακτική.
Στην Ορθοδοξία η αποκάλυψη του μυστηρίου της σωτηρίας δίνεται στον άνθρωπο με θεανθρωπικό τρόπο, δηλαδή από τον Θεό, που έγινε άνθρωπος: Όχι μέσω κάποιας προσωποποίησης ινδουιστικού ή μονοφυσιτικού τύπου, όπου ο Θεός δέχθηκε μόνο την εξωτερική εμφάνιση του ανθρώπου, και όχι μέσω «πνευματικής πραγματοποίησης», όταν ο άνθρωπος με τις δικές του προσπάθειες κατέστησε εφικτή τη «φώτιση», που τον απελευθερώνει από τους φυσικούς νόμους της αιτίας και της συνέπειας.
Η πραγματικότητα του χριστιανικού μυστηρίου στην ετυμολογική έννοια του λόγου και, συγκεκριμένα, αυτό που είναι πέρα από τον λόγο, αυτό που δεν μπορεί να εξηγηθεί πλήρως με λόγια, συνίσταται στο γεγονός ότι ο Θεός δεν είναι μια διαπροσωπική και ανώνυμη αρχή, αλλά στο ότι είναι «Φιλάνθρωπος», Φίλος του ανθρώπου, και ότι διακρίθηκε ως Αληθινός Θεός και Αληθινός Άνθρωπος, Εκείνος που είναι προσβλητικός για τους Ιουδαίους και ανόητος για τους Εθνικούς (βλ. Α΄ Κορ. 1, 23). Μια τέτοια κένωση, δηλαδή αυτοταπείνωση και μείωση του εαυτού του μέχρι το επίπεδο του ανθρώπου, είναι παράλογη για τον Θεό. Και το να «ενδυθεί» με τη σάρκα, η οποία είναι φυλακή, και να τη δοξάσει μέσω της Ανάστασης, όλα αυτά είναι μια ανοησία για το πνεύμα, που είχε απελευθερωθεί.
Η Ορθοδοξία δεν είναι απλώς μία από τις άλλες θρησκείες.
Η Ορθοδοξία είναι Θεϊκή Ζωή, στην οποία ο Ίδιος ο Χριστός ο Θεάνθρωπος εισέρχεται με το Σώμα Του, που είναι η Εκκλησία.
Δεν υπάρχει άλλο μέρος, όπου θα μπορούσες να Την αποκτήσεις.
Η Ορθοδοξία δεν είναι απλώς μία από τις άλλες θρησκείες. Η Ορθοδοξία είναι Θεϊκή Ζωή
– Ποια είναι η θρησκευτική ζωή στην Ελβετία;
– Δεν νομίζω ότι έχω δικαίωμα να πω κάτι περισσότερο, εκτός από το ότι στην Ελβετία, μέχρι σήμερα, υπάρχει μεγάλη ανεκτικότητα στην ομολογία όλων των θρησκευμάτων.
Όσον αφορά στην Ορθοδοξία, με τη χάρη του Θεού, τα τελευταία 30 χρόνια έχουν ανοίξει μερικοί ναοί, καλύπτοντας τις ανάγκες μεταναστών και νεοπροσήλυτων. Όμως ο αριθμός των πιστών είναι μικρός και δεν δικαιολογεί τα εγκαίνια καινούργιων εκκλησιών.                
Ενώ στη Γενεύη, το Βεβέ, τη Βέρνη, τη Ζυρίχη ή στο μοναστήρι της Αγίας Τριάδος στη Ντομπιέρ έχουν δικούς τους ναούς, όπου η Θεία Λειτουργία τελείται τακτικά, σε άλλα μέρη δεν υπάρχει η δυνατότητα να λαμβάνουν χώρα οι ακολουθίες σε τακτική βάση. Συχνά είναι δύσκολο μια ενορία ν’ αγοράσει κάποιο μέρος για ιερουργίες και γι’ αυτό είναι αναγκασμένη να νοικιάζει κάποιον χώρο ή να φιλοξενείται σε αυτούς αλλόθρησκων.
Προφανώς στις δυτικές χώρες, όπως η Ελβετία, η Ορθοδοξία διέπεται από το καθεστώς ξένης θρησκείας και θεωρείται «εξωτική». Συγκεκριμένα, στη Γενεύη (λόγω του γεγονότος ότι η Ελβετία είναι συνομοσπονδία) δεν επιτρέπονται δημόσια θρησκευτικά γεγονότα, όπως πομπές ή να χτυπούν οι καμπάνες τη νύχτα του Πάσχα με το ιουλιανό ημερολόγιο. Αλλά, σε γενικές γραμμές, βάσει του γεγονότος ότι η θρησκευτικότητα συνολικά δε διαδραματίζει ιδιαίτερο ρόλο στα δυτικά κοσμικά κράτη, όπως η Ελβετία, ο αποχριστιανισμός της κοινωνίας αυξάνεται κάθε χρόνο και εξ’ αυτού του γεγονότος συμπεριφέρονται με σχετική ανεκτικότητα στην Ορθοδοξία, όταν αυτή δεν εμπλέκεται σε τρέχοντα πολιτικά γεγονότα.
– Μπορείτε να μας πείτε για την εκκλησία στη Γενεύη, όπου υπηρετείτε;
– H ρωσική εκκλησία της Υψώσεως του Τιμιού Σταυρού του Κυρίου είναι η πρώτη ορθόδοξη εκκλησία στη Γενεύη και υπάρχει εδώ και 150 χρόνια. Έτσι, μέχρι το δεύτερο μέρος του 20ου αιώνα αυτός ο ναός έπαιζε ενωτικό ρόλο για τους ορθοδόξους πιστούς όλων των δικαιοδοσιών, που υπάρχουν στη Γενεύη. Το 1946, το Πατριαρχείο Μόσχας, παρ’ όλο που οι σχέσεις με τη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία εκτός Ρωσίας ήταν πολύ τεταμένες, έχτισε ναό αφιερωμένο στη Γέννηση της Θεοτόκου. Επίσης, το 1970, το Πατριαρχείο Κωνταντινούπολης έχτισε τον ναό του Αγίου Παύλου και στη συνέχεια δημιουργήθηκαν δύο ρουμάνικες ενορίες.
Σήμερα, όμως, παρ’ όλο που οι ακολουθίες τελούνται στη σλαβική γλώσσα, ο ναός μας συνεχίζει να είναι τόπος υποδοχής ξένων τουριστών διαφόρων εθνικοτήτων, καθώς και μεταναστών από τη Ρωσία, ο αριθμός των οποίων μεγαλώνει τα τελευταία 20 χρόνια. Η εκκλησιαστική ζωή της ενορίας εδώ είναι πολύ δραστήρια (τόσο για τα παιδιά όσο και για τους ενήλικες ενορίτες, συμπεριλαμβανομένων των προσκυνηματικών ταξίδιων).
Νιώθω μεγάλη ευγνωμοσύνη γι’ αυτόν τον ναό, που με υποδέχτηκε στην Ορθοδοξία, καθώς και άπειρη ευγνωμοσύνη στον Θεό, που χάρισε σ’ εμένα, τον ανάξιο, τη δυνατότητα να υπηρετώ εδώ ως υποδιάκονος. Προσεύχομαι να έχω αυτήν την ευλογία του Θεού και στη συνέχεια της υπηρεσίας μου.
– Ποια νουθεσία θα θέλατε να δώσετε στους αναγνώστες μας;
– Η Ορθοδοξία είναι Εκκλησία, η οποία είναι ανεκτίμητο δώρο του Θεού στον άνθρωπο, το πολύτιμο μαργαριτάρι, ο θησαυρός, που δόθηκε στον άνθρωπο για να μπει εκείνος στη Βασιλεία, δηλαδή την αιώνια ζωή, μέσω της ένωσης με το Σώμα του Χριστού, με άλλα λόγια, για να γνωρίσει τον Θεό.
Ένας άγιος μπορεί να το κάνει και σ’ αυτήν τη γήινη ζωή, αλλά, σε κάθε περίπτωση, αυτή η απεριόριστη γνώση του Θεού δεν μπορεί να έχει τέλος και μόνο η αιωνιότητα είναι το μέτρο της. Εύχομαι κάθε ορθόδοξος άνθρωπος να μπορεί να αναλογιστεί το πόσο πολύτιμο είναι αυτό το ενέχυρο και τι τεράστια αξία έχει. Εμείς, άλλωστε, θα παραμένουμε πάντοτε ανάξιοι αυτού του ενέχυρου, το οποίο πάντα θα υπερβαίνει την ικανότητά μας να το κατανοήσουμε.
Εάν υπήρχε ανάγκη ν’ αποδειχθεί το γεγονός ότι η Ορθοδοξία είναι η ζωή, που ανοίγεται μπροστά μας μέσω της Ζώσας Ζωής, και όχι μια ιστορική διδαχή, τότε οι Άγιοι και σήμερα θα μας νουθετούσαν με το ίδιο κήρυγμα όπως τους πρώτους αιώνες της Εκκλησίας. Τα λόγια των συγχρόνων Αγίων Πατέρων συμπεριλαμβάνουν την ίδια απόδειξη πίστεως, όπως τα λόγια των προκατόχων τους. Τα θαύματα συνεχίζουν να συμβαίνουν με τον ίδιο τρόπο, όπως τους προηγούμενους αιώνες. Και ο τελευταίος αιώνας γέννησε καινούργιους Αγίους ομολογητές και μάρτυρες, συμπεριλαμβανομένων γιατρών και γερόντων, διά Χριστού σαλούς και θαυματουργούς, οι οποίοι συνεχίζουν να μας βοηθούν με τις πρεσβείες τους.
Ρίχνοντας μια συνολική ματιά στο παρελθόν βλέπουμε ότι η Εκκλησία έχει υποφέρει χαρακτηριστικές επιθέσεις εχθρών σε κάθε περίοδο της ζωής της. Και σήμερα η Ορθοδοξία, που πάντα προκαλεί τον φθόνο του πονηρού, γνωρίζει τις επιθέσεις από πλευράς του κόσμου, κρυφές και συνεχείς. Εν μέρει αυτό συμβαίνει με βία, όπως στην περίπτωση τοποθέτησης στο Κόσοβο της πιο μεγάλης αμερικάνικης στρατιωτικής βάσης εκτός των ΗΠΑ, γεγονός το οποίο υπήρξε η κορύφωση εκείνων των διαβολικών ενεργειών, που υπέστη η Σερβία κατά τον πόλεμο, όταν βαλλόταν τόσο από στρατούς, όσο κι από ΜΜΕ (το ίδιο παθαίνουν οι ορθόδοξοι πιστοί σήμερα στην Ουκρανία). Το ίδιο σενάριο υπάρχει για τον οικονομικό πόλεμο στην Ελλάδα, ώστε να της στερήσουν την ταυτότητά της, να τη μετατρέψουν σ’ έναν πάγκο μαγαζιού, που να εξυπηρετεί τις ανάγκες της νεοφιλελεύθερης οικονομικής πολιτικής.
Η Ορθοδοξία θεωρείται από τη Δύση ως εχθρός, που πρέπει να εξαλειφθεί
Ένας πιο εξεζητημένος και ταυτόχρονα ύπουλος και σφοδρός επίμονος πόλεμος στοχεύει στην καθημερινή καταστροφή των αξιών των Ορθοδόξων ενοτήτων, με το πρόσχημα της «προόδου», της «εξέλιξης» και των εκδυτικισμού και παγκοσμιοποίησης. Σε κάθε περίπτωση, είτε αυτό συμβαίνει μέσω απροκάλυπτης βίας είτε κεκαλυμμένης, η Ορθοδοξία εδώ και πολύ καιρό θεωρείται από τη Δύση ως, εχθρός που πρέπει να εξαλειφθεί. Δεν είναι τυχαίο ότι κατά τον πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία ένας Αυστριακός υπουργός δήλωσε ανοιχτά στις Βρυξέλλες: «Η Ευρώπη τελειώνει εκεί, όπου ξεκινάει η Ορθοδοξία!».
Η πιο ύπουλη στρατηγική, λοιπόν, συνίσταται στο ότι η καταστροφή πραγματοποιείται μέσα στην ιεραρχία της Εκκλησίας, με τη βοήθεια «οικοδόμων, που απέρριψαν τον ακρογωνιαίο λίθο», για να σπείρουν, υπό το πρόσχημα της ανάπτυξης και της ανεκτικότητας, ιδέες και απόψεις, που δεν αντιστοιχούν στην Αλήθεια.
Όλοι οι Άγιοι της σύγχρονης εποχής προειδοποιούσαν γι’ αυτόν τον κίνδυνο και έλεγχαν την εκδήλωση της «παναιρέσεως», που είναι, σύμφωνα με δικά τους λόγια, η πιο καταστρεπτική, δηλαδή η άρνηση των διδαχών των Αγίων Πατέρων και η αποδοχή της «σοφίας του κόσμου» και του πνεύματος της εποχής.
Αλλά να ο «σύγχρονος» άνθρωπος, ακόμη και ο ορθόδοξος, θεωρεί τον εαυτό του πιο πνευματικό από τους ανθρώπους περασμένων εποχών. Κατά τη γνώμη του, το γεγονός ότι οι Άγιοι Μάρκος ο Ευγενικός, Κοσμάς ο Αιτωλός, Ιγνάτιος Μπριατσανινόφ, Σεραφείμ Σομπόλεφ, Παΐσιος, Γαβριήλ της Γεωργίας και πολλοί άλλοι θεωρούσαν ξεκάθαρα τον οικουμενισμό χειρότερη απ’ όλες τις αιρέσεις, είναι απλώς αποτέλεσμα της «στενής» τους άποψης για την Ορθοδοξία ή ίσως αυτοί οι άνθρωποι δεν ήταν επαρκώς αναπτυγμένοι διανοητικά και κοινωνικά, επειδή από τότε έχουμε προχωρήσει ουσιαστικά, έτσι δεν είναι;
Για να πετύχει τον στόχο του, ο πατέρας του ψέματος ανέλαβε να διαστρεβλώσει τις μεγαλύτερες αλήθειες, έχοντας φορέσει μάσκα «ελεημοσύνης» και αγάπης στον πλησίον. Αυτός θέλει η Εκκλησία ν’ «ανοίξει», δηλαδή να γίνει «σχετική», ώστε να είναι απλώς ένα από τα πολλά «θρησκεύματα».
Οι Άγιοι Πατέρες, ωστόσο, διακρίνονται από ομοφωνία ως προς τον ισχυρισμό ότι πρέπει ν’ αγαπάμε τον άρρωστο και να μισούμε την αρρώστια. Να μην πλανευόμαστε! «Ιησούς Χριστός χθες και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας» (Εβρ. 13, 8). Η διδασκαλία Του είναι ζωντανή και δεν έχει σχέση με την αρχαιολογική επιστήμη, καθώς και δεν εξαρτάται από συνθήκες του παρελθόντος. Στην πραγματικότητα, εδώ και καιρό βρισκόμαστε στην κατάσταση που περιγράφει ο Απόστολος Παύλος: «Έσται γαρ καιρός ότε της υγιαινούσης διδασκαλίας ουκ ανέξονται, αλλά κατά τας επιθυμίας τας ιδίας εαυτοίς επισωρεύσουσι διδασκάλους κνηθόμενοι την ακοήν» (Β΄ Τιμ. 4,3).
Η Ορθοδοξία είναι μια αποκάλυψη ότι η ζωή κάθε ανθρώπου είναι δώρο του Θεού. Είναι μυστήριο, που υπερβαίνει την ικανότητα κατανόησης, αλλά βρίσκει τη λύση του στην αγάπη. Είναι ένα μυστήριο και όχι ένα επικίνδυνο προϊόν της «εξέλιξης», η οποία σταδιακά πέρασε από τα πρωτόζωα στους πιθήκους, που υπήρξαν (υποτιθέμενοι) πρόγονοί μας. Επίσης δεν είναι ένα τυχαίο γεγονός, στερούμενο παντός νοήματος, το οποίο θα καταλήξει αργά ή γρήγορα στο τέλος του, δηλαδή στο τέλος της ζωής του ανθρώπου. Δεν είναι ακόμη ένας κρίκος στην αλυσίδα «μετενσαρκώσεων», βολικών, όταν θέλουμε να δώσουμε μια εξήγησή (πολύ πρωτόγονη) για τη μοίρα και τις δυστυχίες της προσωπικής ύπαρξης και της αδικίας του κόσμου, ένας κρίκος ο οποίος βασίζεται στον νόμο της μηχανικής και μας απομακρύνει συνεχώς από την αληθινή αιτία.
Από τον Θεό λάβαμε τη ζωή. Αυτό σημαίνει ότι στον καθένα μας χάρισε την αρχή, την έξοδο από την ανυπαρξία, αλλά χωρίς τέλος. Και πραγματικά θα χρειαστούμε την αιωνιότητα για να εκφράσουμε μια τέτοια ευχαριστία, άξια του απέραντου δώρου, που μας έδωσε ο Θεός.
Δόξα τω Θεώ για όλα!
Με τον Πιέρ Χαάμπ
συνομίλησε ο Αβίβ Σαλιού-Ντιαλλό
Μετάφραση από ρωσικά της Κατερίνα Πολονέιτσικ
«Η ζωή του κάθε ανθρώπου είναι δώρο του Θεού»: Ο μακρύς δρόμος του ελβετού προς την Ορθοδοξία (Α΄ Μέρος)