Γεωργίου Χασούρου,
βιολόγου μέσης ἐκπ/σεως
βιολόγου μέσης ἐκπ/σεως
ΣΧΟΛΙΟ "ΟΡΘΡΟΥ": Ἐπειδή τά τελευταῖα
χρόνια στά ἑλληνικά, καί ὄχι μόνο, σχολεῖα μᾶς ἔχουν ποτίσει μέ ἀλλότρια
δόγματα περί τῆς ἐξελίξεως εἴτε αὐτή ἀναφέρεται στήν δημιουργία τοῦ
κόσμου (μία μέρα = τεράστιο χρονικό διάστημα ) εἴτε στήν δημιουργία τοῦ
ἀνθρώπου (ἐξέλιξη ἀπό πιθηκοειδές), γιαυτό εἶναι ἀπαραίτητη ἡ διάδοση
τῆς παρούσης ὁμιλίας γιά νά βάλουμε τά πράγματα στή θέση τους, δηλαδή
ἐκεῖ πού πραγματικά ἦταν, εἶναι καί θά εἶναι.
Ἡ
ὁμιλία ἔγινε στίς 25 Νοεμβρίου 2018 στόν Ἱ.Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου
Ἀμαρουσίου, στό πλαίσιο τῶν δράσεων τῆς ΕΣΤΙΑΣ ΠΑΤΕΡΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ.
Ἡ θεωρία τῆς ἐξελίξεως καί τῆς καταγωγῆς τοῦ ἀνθρώπου
ἡ ὁποία παρουσιάστηκε ἀπό τόν Κάρολο Δαρβίνο ἐδῶ καί 150 χρόνια, ἔχει
ὡς γνωστόν προκαλέσει ἀτέλειωτες συζητήσεις καί διαφωνίες σέ ὅλο τόν
κόσμο. Ὅμως, ἀκόμα πιό ἔντονες διαφωνίες,
ἰδιαίτερα μεταξύ τῶν χριστιανῶν, ἔχει ἐπιφέρει μία ἄποψη γιά τή
δημιουργία τῶν ὄντων ἡ ὁποία ὀνομάζεται διεθνῶς Theistic Evolution,
δηλαδή Θεϊστική Ἐξέλιξη (ΘτΈ) ἤ κατά μία ἄλλη ἐκδοχή Christian
evolutionism (Χριστιανικός ἐξελικτισμός). Τό κεντρικό δόγμα αὐτῆς τῆς
θεωρίας εἶναι ὅτι ὁ Θεός δημιούργησε τόν κόσμο, ἔθεσε τούς σταθερούς
φυσικούς νόμους καί μετά τόν ἄφησε νά ἐξελιχθεῖ ἀργά σέ δισεκατομμύρια
ἔτη μέχρι καί τόν ἄνθρωπο. Ὅ,τι λέει δηλαδή ἡ δαρβινική θεωρία τῆς
ἐξελίξεως μέ τή διαφορά ὅτι ἡ ἐξέλιξη στήν ΘτΈ δέν γίνεται στά τυφλά
ἀλλά μέ τήν καθοδήγηση τῆς θείας πρόνοιας.
Πολλοί ὀρθόδοξοι χριστιανοί διατυπώνουν συχνά τό ἑξῆς ἐρώτημα ὅταν ἀκοῦνε ἀντιρρήσεις καί ἔριδες γύρω ἀπό τήν δαρβινική ἐξέλιξη: «Τί πειράζει στήν πίστη μας καί τή σωτηρία μας, ἄν δεχτοῦμε ὅτι ὁ Θεός ἐξέλιξε τόν κόσμο ἀργά σέ δισεκατομμύρια χρόνια ,ὅπως ἡ ἐπιστήμη περιγράφει καί ὅτι ὁ ἄνθρωπος σωματικά ἐξελίχτηκε ἀπό τά πιθηκοειδῆ; Τί πειράζει ἀκόμα ἄν πιστέψουμε, ὅτι ἡ ἑξαήμερος διήγηση τοῦ Μωυσῆ εἶναι ἀλληγορική, δηλαδή κάθε «μέρα» τῆς Δημιουργίας στήν πραγματικότητα εἶναι τεράστια χρονικά διαστήματα;».
Ὁ ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης, ὅταν τοῦ ἀπηύθυναν αὐτό τό ἐρώτημα, ἔδωσε περίπου τήν ἐξῆς ἐμπνευσμένη ἀπάντηση: «Ὁ Θεός δέν χρειάζεται ἀνταλλακτικά γιά νά φτιάξει κάτι. Μπορεῖ νά δημιουργήσει ἀμέσως ὅ,τι θέλει ἐκ τοῦ μηδενός»! Μέ μία φράση ὁ ἅγιος ἀπέρριψε κατηγορηματικά τήν ἰδέα ὅτι ὁ Θεός μετασχημάτισε στή διάβα δισεκατομμυρίων ἐτῶν μέ φυσικές διαδικασίες κάποια εἴδη γιά νά δημιουργήσει ἄλλα. Ἀπέρριπτε προφανῶς ἐπίσης καί τήν ἰδέα ὅτι μετασχημάτισε ὁ Θεός πιθηκοειδῆ ὄντα γιά νά δημιουργήσει τόν ἄνθρωπο καί ὄχι κατευθείαν ἀπό χῶμα ὅπως περιγράφει ἡ Γένεση τοῦ Μωυσῆ. Προφανῶς τόν πείραζε μία τέτοια ἰδέα. Τήν θεωροῦσε ὡς γνωστόν βλάσφημη. Ἔλεγε μάλιστα ὅτι αὐτοί πού διαδίδουν σέ ὅλο τόν κόσμο αὐτή τήν ἰδέα, στήν πραγματικότητα δέν τήν πιστεύουν καί οἱ ἴδιοι, ἀλλά ἁπλῶς θέλουν νά διασπείρουν τήν δυσπιστία στίς ψυχές τῶν χριστιανῶν καί νά τούς ὁδηγήσουν στήν ἀθεΐα. Θά διαπιστώσουμε μέχρι τό τέλος τῆς μελέτης μας ὅτι ὁ ἅγιος εἶχε δίκιο.
Ἄν κάποιος περιδιαβεῖ τά βιβλία τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν ἀπό Δημοτικό μέχρι Λύκειο, θά συναντήσει μονότονα τήν ἴδια ἄποψη: Ὁ κόσμος εἶναι 14 περίπου δισεκατομμυρίων ἐτῶν[1] , ἡ γῆ 5 δίς. ἐτῶν καί ἡ πρώτη μορφή ζωή ἐμφανίστηκε 3,5 δίς.ἔτη καί ἐξελίχθηκε ὅπως ὁ Δαρβίνος καί ἄλλοι ὀπαδοί τῆς ἐξελικτικῆς ἰδέας περιγράφουν. Αὐτή ἡ ἄποψη δημιουργίας τῶν ὄντων ἐμφανίζεται σέ ὅλα τά βιβλία ὡσάν νά εἶναι ἀπόλυτα ἀποδεδειγμένη ἀπό τήν ἐπιστήμη.
Ὅμως παρόμοια ἄποψη γιά τόν φυσικό κόσμο θά συναντήσει κανείς σέ ὅλα τά βιβλία θρησκευτικῶν, χωρίς ἐξαίρεση, καί μάλιστα ὡς μία ἀπόλυτα ἐπιστημονική ἀποδεδειγμένη θεωρία, σύν Θεῷ βέβαια. Αὐτό σημαίνει ὅτι ὅλοι οἱ μαθητές στήν Ἑλλάδα διδάσκονται ὑποχρεωτικά τήν ΘτΈ. Οὔτε κἄν σέ ἕνα παράθεμα ἤ ὑποσημείωση δέν ὑπάρχει ἡ ἄποψη, ὅτι ὁ κόσμος δημιουργήθηκε γρήγορα σέ ἕξι ἡμέρες ὅπως ὁ Μωϋσῆς περιέγραψε στή Γένεση. Ταυτόχρονα ἡ ἑξαήμερος Δημιουργία τοῦ Μωϋσῆ ἐμφανίζεται μέ ἀπόλυτη βεβαιότητα ἀλληγορική[2] . Αὐτό σημαίνει ὅτι κάθε ἡμέρα ἀπό τίς ἕξι εἶναι τεράστια χρονικά διαστήματα καί ὄχι κυριολεκτικά 24ωρα. Τέλος συναντᾶ κανείς κατ΄ἐπανάληψιν τό ἑξῆς σύνθημα[3]: Ἡ ἐπιστήμη θά μᾶς ἑρμηνεύει πῶς δημιουργήθηκαν τά ὄντα, ἐνῶ ἡ θεολογία τό ποιός δημιούργησε τόν κόσμο.
Χαρακτηριστικό κείμενο πού ὑπερασπίζεται τά προηγούμενα, εἶναι αὐτό πού συναντᾶμε στόν ἐκτός πλέον νόμου φάκελο θρησκευτικῶν τῆς Γ΄ Λυκείου, ἕνα ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Περγάμου κ. Ζηζιούλα πού φέρει τόν τίτλο «Ὁ ἄνθρωπος καί τό περιβάλλον: Ὀρθόδοξη θεολογική προσέγγιση».
«Ἡ θεωρία τῆς ἐξελίξεως καί, ἐδῶ ἅπτομαι ἴσως εὐαισθησιῶν, κανένα πρόβλημα δέν παρουσιάζει γιά τή θεολογία ἀπό τήν ἄποψη αὐτή. …Ἡ θεωρία τῆς ἐξελίξεως στή σοβαρή καί ὄχι στή γελοιοποιημένη ἐκδοχή της, καταγωγή ἀπό τόν πίθηκο κ.λπ., ἀναφέρεται ὄχι στό ποιός ἀλλά στό πῶς δημιουργήθηκε ὁ κόσμος. Καί μόνο ἡ σύγχυση τῶν δυό αὐτῶν ἐρωτημάτων, ὅπως συμβαίνει σέ μία φονταμενταλιστική προσέγγιση τῆς γραφῆς, μπορεῖ νά ἀποτελέσει ἀπειλή γιά τή χριστιανική πίστη. Μία προσεκτική μελέτη ( σχόλιο) τῶν ὁμιλιῶν τοῦ Μ. Βασιλείου στήν «Ἑξαήμερο» πείθει περί τῆς ἐξελικτικῆς δημιουργίας τῶν εἰδῶν. »[4]
Οἱ παραπάνω ἀπόψεις τοῦ Μητροπολίτη Περγάμου, τείνουν νά κυριαρχήσουν καί στήν Ἀκαδημαϊκή Θεολογία. Στίς 24 Ἰανουαρίου τοῦ 2017 , πραγματοποιήθηκε ὁμιλία[5] στά πλαίσια κύκλου ἐκδηλώσεων «ἐπιστήμη καί θρησκεία: μία περίπλοκη σχέση», ἀπό τόν Μάριο Μπέγζο, προκοσμήτωρα Θεολογικῆς Σχολῆς ΕΚΠΑ, μέ θέμα «Ἡ ἀποδοχή τῆς Θεωρίας τῆς Ἐξέλιξης ἀπό τήν σύγχρονη ἑλληνική θεολογία « στό Ἐθνικό Ἵδρυμα Ἐρευνῶν (Ἀμφιθέατρο Λ. Ζέρβας). Σέ αὐτή τήν ὁμιλία ὁ προκοσμήτωρ ἀνέφερε μεταξύ ἄλλων περίπου καί τά ἑξῆς:
«Θά προσπαθήσω νά σᾶς περιγράψω πώς ἡ σύγχρονη πρωτοποριακή θεολογία ὄχι μόνο ἡ Ἑλληνική Ὀρθόδοξη ἀλλά καί ἡ ἑτερόδοξη τοποθετεῖται θετικά ἀπέναντι στή θεωρία τῆς ἐξελίξεως . Καί ξεκινῶ ἀπό τήν ἑτερόδοξη (προτεσταντική καί ρωμαιοκαθολική) μή Ἑλληνική, ἐπειδή τά δικά της βήματα ἐνέπνευσαν καί παραδειγμάτισαν τήν Ἑλληνική θεολογία. .. ἐκείνη πού θά ἀποφανθεῖ γιά τόν ἐνόργανο κόσμο εἶναι ἡ Βιολογία καί ὄχι ὁ Θεολόγος ὁ ὁποῖος θά ἀσχοληθεῖ μέ τίς σημασίες αὐτοῦ τοῦ βίου…Ἡ πρωτοποριακή θεολογία τείνει νά ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τόν δημιουργισμό καί τήν ἐριστική θεολογία( ἑξαήμερη Δημιουργία)»
Παρατηροῦμε ἀπό τίς παραπάνω δηλώσεις ὅτι ὅποιος τολμήσει νά ἐγείρει ἀντιρρητικό λόγο σέ μία ἄποψη ἡ ὁποία ἅπτεται τῆς ὕπαρξης τοῦ ἀνθρώπου, αὐτομάτως χαρακτηρίζεται, ἐριστικός, φονταμενταλιστής, κ.ἄ.
Πολλοί χριστιανοί λοιπόν, ἰδιαίτερα θεολόγοι πού διδάσκουν καί στά σχολεῖα, φοβούμενοι ὅτι θά ἔρθουν σέ ἀντίθεση μέ τήν ἐπιστήμη, ἔχουν ἀποδεχτεῖ ἀβασάνιστα τήν ἐξελικτική ἰδέα καί τήν ἔχουν συμβιβάσει μέ τήν χριστιανική πίστη ἤ διατηροῦν ἀμφιβολίες γιά τό ποιά ἄποψη ἔχει σχέση μέ τήν ἀλήθεια. Κλίνουν μάλιστα οἱ περισσότεροι στήν ἀλληγορική ἑρμηνεία τῆς ἑξαημέρου Δημιουργίας.
Θά ἐξετάσουμε λοιπόν κατά πρῶτον ἄν ἡ δαρβινική ἐξελικτική ἰδέα, εἶναι ὄντως γνήσια ἐπιστημονική θεωρία ὅπως εἶναι ἡ Νευτώνεια θεωρία τῆς παγκόσμιας ἕλξεως τῶν σωμάτων. Στή συνέχεια θά ἐξετάσουμε ἄν τά δόγματα τῶν χριστιανῶν ἐξελικτικῶν ἔρχονται σέ συμφωνία μέ τή διδασκαλία τῶν ἁγίων πατέρων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὅσον ἀφορᾶ τή δημιουργία τοῦ κόσμου.
Πολλοί ὀρθόδοξοι χριστιανοί διατυπώνουν συχνά τό ἑξῆς ἐρώτημα ὅταν ἀκοῦνε ἀντιρρήσεις καί ἔριδες γύρω ἀπό τήν δαρβινική ἐξέλιξη: «Τί πειράζει στήν πίστη μας καί τή σωτηρία μας, ἄν δεχτοῦμε ὅτι ὁ Θεός ἐξέλιξε τόν κόσμο ἀργά σέ δισεκατομμύρια χρόνια ,ὅπως ἡ ἐπιστήμη περιγράφει καί ὅτι ὁ ἄνθρωπος σωματικά ἐξελίχτηκε ἀπό τά πιθηκοειδῆ; Τί πειράζει ἀκόμα ἄν πιστέψουμε, ὅτι ἡ ἑξαήμερος διήγηση τοῦ Μωυσῆ εἶναι ἀλληγορική, δηλαδή κάθε «μέρα» τῆς Δημιουργίας στήν πραγματικότητα εἶναι τεράστια χρονικά διαστήματα;».
Ὁ ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης, ὅταν τοῦ ἀπηύθυναν αὐτό τό ἐρώτημα, ἔδωσε περίπου τήν ἐξῆς ἐμπνευσμένη ἀπάντηση: «Ὁ Θεός δέν χρειάζεται ἀνταλλακτικά γιά νά φτιάξει κάτι. Μπορεῖ νά δημιουργήσει ἀμέσως ὅ,τι θέλει ἐκ τοῦ μηδενός»! Μέ μία φράση ὁ ἅγιος ἀπέρριψε κατηγορηματικά τήν ἰδέα ὅτι ὁ Θεός μετασχημάτισε στή διάβα δισεκατομμυρίων ἐτῶν μέ φυσικές διαδικασίες κάποια εἴδη γιά νά δημιουργήσει ἄλλα. Ἀπέρριπτε προφανῶς ἐπίσης καί τήν ἰδέα ὅτι μετασχημάτισε ὁ Θεός πιθηκοειδῆ ὄντα γιά νά δημιουργήσει τόν ἄνθρωπο καί ὄχι κατευθείαν ἀπό χῶμα ὅπως περιγράφει ἡ Γένεση τοῦ Μωυσῆ. Προφανῶς τόν πείραζε μία τέτοια ἰδέα. Τήν θεωροῦσε ὡς γνωστόν βλάσφημη. Ἔλεγε μάλιστα ὅτι αὐτοί πού διαδίδουν σέ ὅλο τόν κόσμο αὐτή τήν ἰδέα, στήν πραγματικότητα δέν τήν πιστεύουν καί οἱ ἴδιοι, ἀλλά ἁπλῶς θέλουν νά διασπείρουν τήν δυσπιστία στίς ψυχές τῶν χριστιανῶν καί νά τούς ὁδηγήσουν στήν ἀθεΐα. Θά διαπιστώσουμε μέχρι τό τέλος τῆς μελέτης μας ὅτι ὁ ἅγιος εἶχε δίκιο.
Ἄν κάποιος περιδιαβεῖ τά βιβλία τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν ἀπό Δημοτικό μέχρι Λύκειο, θά συναντήσει μονότονα τήν ἴδια ἄποψη: Ὁ κόσμος εἶναι 14 περίπου δισεκατομμυρίων ἐτῶν[1] , ἡ γῆ 5 δίς. ἐτῶν καί ἡ πρώτη μορφή ζωή ἐμφανίστηκε 3,5 δίς.ἔτη καί ἐξελίχθηκε ὅπως ὁ Δαρβίνος καί ἄλλοι ὀπαδοί τῆς ἐξελικτικῆς ἰδέας περιγράφουν. Αὐτή ἡ ἄποψη δημιουργίας τῶν ὄντων ἐμφανίζεται σέ ὅλα τά βιβλία ὡσάν νά εἶναι ἀπόλυτα ἀποδεδειγμένη ἀπό τήν ἐπιστήμη.
Ὅμως παρόμοια ἄποψη γιά τόν φυσικό κόσμο θά συναντήσει κανείς σέ ὅλα τά βιβλία θρησκευτικῶν, χωρίς ἐξαίρεση, καί μάλιστα ὡς μία ἀπόλυτα ἐπιστημονική ἀποδεδειγμένη θεωρία, σύν Θεῷ βέβαια. Αὐτό σημαίνει ὅτι ὅλοι οἱ μαθητές στήν Ἑλλάδα διδάσκονται ὑποχρεωτικά τήν ΘτΈ. Οὔτε κἄν σέ ἕνα παράθεμα ἤ ὑποσημείωση δέν ὑπάρχει ἡ ἄποψη, ὅτι ὁ κόσμος δημιουργήθηκε γρήγορα σέ ἕξι ἡμέρες ὅπως ὁ Μωϋσῆς περιέγραψε στή Γένεση. Ταυτόχρονα ἡ ἑξαήμερος Δημιουργία τοῦ Μωϋσῆ ἐμφανίζεται μέ ἀπόλυτη βεβαιότητα ἀλληγορική[2] . Αὐτό σημαίνει ὅτι κάθε ἡμέρα ἀπό τίς ἕξι εἶναι τεράστια χρονικά διαστήματα καί ὄχι κυριολεκτικά 24ωρα. Τέλος συναντᾶ κανείς κατ΄ἐπανάληψιν τό ἑξῆς σύνθημα[3]: Ἡ ἐπιστήμη θά μᾶς ἑρμηνεύει πῶς δημιουργήθηκαν τά ὄντα, ἐνῶ ἡ θεολογία τό ποιός δημιούργησε τόν κόσμο.
Χαρακτηριστικό κείμενο πού ὑπερασπίζεται τά προηγούμενα, εἶναι αὐτό πού συναντᾶμε στόν ἐκτός πλέον νόμου φάκελο θρησκευτικῶν τῆς Γ΄ Λυκείου, ἕνα ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Περγάμου κ. Ζηζιούλα πού φέρει τόν τίτλο «Ὁ ἄνθρωπος καί τό περιβάλλον: Ὀρθόδοξη θεολογική προσέγγιση».
«Ἡ θεωρία τῆς ἐξελίξεως καί, ἐδῶ ἅπτομαι ἴσως εὐαισθησιῶν, κανένα πρόβλημα δέν παρουσιάζει γιά τή θεολογία ἀπό τήν ἄποψη αὐτή. …Ἡ θεωρία τῆς ἐξελίξεως στή σοβαρή καί ὄχι στή γελοιοποιημένη ἐκδοχή της, καταγωγή ἀπό τόν πίθηκο κ.λπ., ἀναφέρεται ὄχι στό ποιός ἀλλά στό πῶς δημιουργήθηκε ὁ κόσμος. Καί μόνο ἡ σύγχυση τῶν δυό αὐτῶν ἐρωτημάτων, ὅπως συμβαίνει σέ μία φονταμενταλιστική προσέγγιση τῆς γραφῆς, μπορεῖ νά ἀποτελέσει ἀπειλή γιά τή χριστιανική πίστη. Μία προσεκτική μελέτη ( σχόλιο) τῶν ὁμιλιῶν τοῦ Μ. Βασιλείου στήν «Ἑξαήμερο» πείθει περί τῆς ἐξελικτικῆς δημιουργίας τῶν εἰδῶν. »[4]
Οἱ παραπάνω ἀπόψεις τοῦ Μητροπολίτη Περγάμου, τείνουν νά κυριαρχήσουν καί στήν Ἀκαδημαϊκή Θεολογία. Στίς 24 Ἰανουαρίου τοῦ 2017 , πραγματοποιήθηκε ὁμιλία[5] στά πλαίσια κύκλου ἐκδηλώσεων «ἐπιστήμη καί θρησκεία: μία περίπλοκη σχέση», ἀπό τόν Μάριο Μπέγζο, προκοσμήτωρα Θεολογικῆς Σχολῆς ΕΚΠΑ, μέ θέμα «Ἡ ἀποδοχή τῆς Θεωρίας τῆς Ἐξέλιξης ἀπό τήν σύγχρονη ἑλληνική θεολογία « στό Ἐθνικό Ἵδρυμα Ἐρευνῶν (Ἀμφιθέατρο Λ. Ζέρβας). Σέ αὐτή τήν ὁμιλία ὁ προκοσμήτωρ ἀνέφερε μεταξύ ἄλλων περίπου καί τά ἑξῆς:
«Θά προσπαθήσω νά σᾶς περιγράψω πώς ἡ σύγχρονη πρωτοποριακή θεολογία ὄχι μόνο ἡ Ἑλληνική Ὀρθόδοξη ἀλλά καί ἡ ἑτερόδοξη τοποθετεῖται θετικά ἀπέναντι στή θεωρία τῆς ἐξελίξεως . Καί ξεκινῶ ἀπό τήν ἑτερόδοξη (προτεσταντική καί ρωμαιοκαθολική) μή Ἑλληνική, ἐπειδή τά δικά της βήματα ἐνέπνευσαν καί παραδειγμάτισαν τήν Ἑλληνική θεολογία. .. ἐκείνη πού θά ἀποφανθεῖ γιά τόν ἐνόργανο κόσμο εἶναι ἡ Βιολογία καί ὄχι ὁ Θεολόγος ὁ ὁποῖος θά ἀσχοληθεῖ μέ τίς σημασίες αὐτοῦ τοῦ βίου…Ἡ πρωτοποριακή θεολογία τείνει νά ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τόν δημιουργισμό καί τήν ἐριστική θεολογία( ἑξαήμερη Δημιουργία)»
Παρατηροῦμε ἀπό τίς παραπάνω δηλώσεις ὅτι ὅποιος τολμήσει νά ἐγείρει ἀντιρρητικό λόγο σέ μία ἄποψη ἡ ὁποία ἅπτεται τῆς ὕπαρξης τοῦ ἀνθρώπου, αὐτομάτως χαρακτηρίζεται, ἐριστικός, φονταμενταλιστής, κ.ἄ.
Πολλοί χριστιανοί λοιπόν, ἰδιαίτερα θεολόγοι πού διδάσκουν καί στά σχολεῖα, φοβούμενοι ὅτι θά ἔρθουν σέ ἀντίθεση μέ τήν ἐπιστήμη, ἔχουν ἀποδεχτεῖ ἀβασάνιστα τήν ἐξελικτική ἰδέα καί τήν ἔχουν συμβιβάσει μέ τήν χριστιανική πίστη ἤ διατηροῦν ἀμφιβολίες γιά τό ποιά ἄποψη ἔχει σχέση μέ τήν ἀλήθεια. Κλίνουν μάλιστα οἱ περισσότεροι στήν ἀλληγορική ἑρμηνεία τῆς ἑξαημέρου Δημιουργίας.
Θά ἐξετάσουμε λοιπόν κατά πρῶτον ἄν ἡ δαρβινική ἐξελικτική ἰδέα, εἶναι ὄντως γνήσια ἐπιστημονική θεωρία ὅπως εἶναι ἡ Νευτώνεια θεωρία τῆς παγκόσμιας ἕλξεως τῶν σωμάτων. Στή συνέχεια θά ἐξετάσουμε ἄν τά δόγματα τῶν χριστιανῶν ἐξελικτικῶν ἔρχονται σέ συμφωνία μέ τή διδασκαλία τῶν ἁγίων πατέρων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὅσον ἀφορᾶ τή δημιουργία τοῦ κόσμου.
Τά ὅρια τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν καί ἡ ἐξελικτική θεωρία.
Ὁ φημισμένος στή Δύση Γερμανός φιλόσοφος,
συνιδρυτής τοῦ μεγάλου φιλοσοφικοῦ κινήματος τοῦ ὑπαρξισμοῦ, Karl
Jaspers, θά γράψει κάποτε στό περίφημο δοκίμιό του, « Εἰσαγωγή στή
Φιλοσοφία» γιά τά ὅρια τῆς ἐπιστήμης καί τίς συνέπειες τῆς ὑπέρβασης
αὐτῶν τῶν ὁρίων:
«Ἡ ἐπιστημονική σκέψις εἶναι οὐσιώδης συνετελεστής διά τήν ὀρθή ἀντίληψιν καί ἑρμηνεία τῶν φαινομένων τοῦ αἰσθητοῦ κόσμου. Δέν δύναται ὅμως νά καταστήσει ἀντικείμενο μελέτης της τήν ὕπαρξιν. Ἡ ὕπαρξις καθίσταται δυνατή μόνο ὅταν ἐπικοινωνεῖ μετά τοῦ Θεοῦ.
…Ὥστε, τό μέγα καί ἐπιτακτικό καθῆκον τῆς ἐποχῆς μας εἶναι ἡ σαφής κατανόηση τοῦ νοήματος καί τῶν ὁρίων τῆς σύγχρονης ἐπιστήμης» Διότι ἡ κυριάρχηση τῆς ἐσφαλμένης ὑπόθεσης μετατρέπει τήν ἐπιστήμη σέ βιαστή τοῦ ἀνθρώπου, σέ ὁλοκληρωτική, δεσποτική δύναμη. Τό νόημα τῆς ἐπιστήμης, μέσα στήν ἐσωτερική καί ὑπαρξιακή του συνάφεια, ὁλοένα καί λιγότεροι τό ἀντιλαμβάνονται, περιλαμβανομένων καί τῶν ἐπιστημόνων. Ἔπρεπε οἱ φιλόσοφοι νά τό κατανοοῦν.»[6]
Ο Jaspers ἐπισημαίνει ἕνα τεράστιο πρόβλημα τῶν καιρῶν μας τό ὁποῖο ἔχει σχέση μέ τήν θεωρία τοῦ Δαρβίνου ἀλλά καί τήν θεϊστική ἐκδοχή αὐτῆς: Τό πρόβλημα τῆς ὑπέρβασης τῶν ὁρίων τῆς ἐπιστήμης, τό ὁποῖο ἅπτεται τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου, ἕνα πρόβλημα τό ὁποῖο ὅλο καί λιγότεροι ἐπιστήμονες ἀντιλαμβάνονται. Τό ἀποτέλεσμα εἶναι πολλοί ἐπιστήμονες νά ὑπερβαίνουν συχνά τά ὅρια τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν καί νά εἰσέρχονται δίχως νά τό ἀντιλαμβάνονται σέ ὑπαρξιακά καί μεταφυσικά φιλοσοφικά ἐρωτήματα. Τό πρόβλημα ὅμως εἶναι ποιός θά διαγράψει αὐτά τά ὅρια καθόσον ὁ καθένας, ἀνάλογα μέ τήν φιλοσοφική του θέση καί προκατάληψη , ἔχει ἄλλα μέτρα ὁριοθέτησης τῆς ἐπιστήμης.
Ἡ λέξη ἐπιστήμη προέρχεται ἀπό τό ἐπίσταμαι, πού σημαίνει ἔχω καλή, βιωματική γνώση ἑνός γεγονότος, μίας κατάστασης, ἑνός πράγματος . Ὅταν λοιπόν ἀναφερόμαστε στίς φυσικές ἐπιστῆμες, συζητᾶμε γιά γνώση φυσικῶν γεγονότων ἡ ὁποία συμφωνεῖ μέ τήν φυσική πραγματικότητα τῆς ὁποίας μετέχει καί ἐξετάζει ἐμπειρικά ὁ ἄνθρωπος. Ὡς ἐκ τούτου ἡ φυσική ἐπιστήμη πού διαμορφώνει θεωρίες μέ βάση τό μαθηματικό λογισμό καί τόν πειραματισμό δέν ἀφορᾶ ἰδέες καί ἱστορικά σενάρια κοσμογονίας, προϊόντα ἁπλῶς σκέψης καί φαντασίας, ὅπως αὐτά πού συναντᾶμε στόν Ἰνδουϊσμό, τόν νεοπλατωνισμό καί γενικά τόν ἀποκρυφισμό.
Ὅμως ὁ δαρβινισμός καί ἡ ἐξελικτική ἰδέα, ἀφορᾶ τήν φυσική πραγματικότητα ὥστε νά μπορεῖ νά σταθεῖ ὡς θεωρία στό χῶρο τῆς ἐπιστήμης; Καί ἐδῶ οἱ γνῶμες τῶν εἰδικῶν ἐπιστημόνων διίστανται.
«Ἡ ἐπιστημονική σκέψις εἶναι οὐσιώδης συνετελεστής διά τήν ὀρθή ἀντίληψιν καί ἑρμηνεία τῶν φαινομένων τοῦ αἰσθητοῦ κόσμου. Δέν δύναται ὅμως νά καταστήσει ἀντικείμενο μελέτης της τήν ὕπαρξιν. Ἡ ὕπαρξις καθίσταται δυνατή μόνο ὅταν ἐπικοινωνεῖ μετά τοῦ Θεοῦ.
…Ὥστε, τό μέγα καί ἐπιτακτικό καθῆκον τῆς ἐποχῆς μας εἶναι ἡ σαφής κατανόηση τοῦ νοήματος καί τῶν ὁρίων τῆς σύγχρονης ἐπιστήμης» Διότι ἡ κυριάρχηση τῆς ἐσφαλμένης ὑπόθεσης μετατρέπει τήν ἐπιστήμη σέ βιαστή τοῦ ἀνθρώπου, σέ ὁλοκληρωτική, δεσποτική δύναμη. Τό νόημα τῆς ἐπιστήμης, μέσα στήν ἐσωτερική καί ὑπαρξιακή του συνάφεια, ὁλοένα καί λιγότεροι τό ἀντιλαμβάνονται, περιλαμβανομένων καί τῶν ἐπιστημόνων. Ἔπρεπε οἱ φιλόσοφοι νά τό κατανοοῦν.»[6]
Ο Jaspers ἐπισημαίνει ἕνα τεράστιο πρόβλημα τῶν καιρῶν μας τό ὁποῖο ἔχει σχέση μέ τήν θεωρία τοῦ Δαρβίνου ἀλλά καί τήν θεϊστική ἐκδοχή αὐτῆς: Τό πρόβλημα τῆς ὑπέρβασης τῶν ὁρίων τῆς ἐπιστήμης, τό ὁποῖο ἅπτεται τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου, ἕνα πρόβλημα τό ὁποῖο ὅλο καί λιγότεροι ἐπιστήμονες ἀντιλαμβάνονται. Τό ἀποτέλεσμα εἶναι πολλοί ἐπιστήμονες νά ὑπερβαίνουν συχνά τά ὅρια τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν καί νά εἰσέρχονται δίχως νά τό ἀντιλαμβάνονται σέ ὑπαρξιακά καί μεταφυσικά φιλοσοφικά ἐρωτήματα. Τό πρόβλημα ὅμως εἶναι ποιός θά διαγράψει αὐτά τά ὅρια καθόσον ὁ καθένας, ἀνάλογα μέ τήν φιλοσοφική του θέση καί προκατάληψη , ἔχει ἄλλα μέτρα ὁριοθέτησης τῆς ἐπιστήμης.
Ἡ λέξη ἐπιστήμη προέρχεται ἀπό τό ἐπίσταμαι, πού σημαίνει ἔχω καλή, βιωματική γνώση ἑνός γεγονότος, μίας κατάστασης, ἑνός πράγματος . Ὅταν λοιπόν ἀναφερόμαστε στίς φυσικές ἐπιστῆμες, συζητᾶμε γιά γνώση φυσικῶν γεγονότων ἡ ὁποία συμφωνεῖ μέ τήν φυσική πραγματικότητα τῆς ὁποίας μετέχει καί ἐξετάζει ἐμπειρικά ὁ ἄνθρωπος. Ὡς ἐκ τούτου ἡ φυσική ἐπιστήμη πού διαμορφώνει θεωρίες μέ βάση τό μαθηματικό λογισμό καί τόν πειραματισμό δέν ἀφορᾶ ἰδέες καί ἱστορικά σενάρια κοσμογονίας, προϊόντα ἁπλῶς σκέψης καί φαντασίας, ὅπως αὐτά πού συναντᾶμε στόν Ἰνδουϊσμό, τόν νεοπλατωνισμό καί γενικά τόν ἀποκρυφισμό.
Ὅμως ὁ δαρβινισμός καί ἡ ἐξελικτική ἰδέα, ἀφορᾶ τήν φυσική πραγματικότητα ὥστε νά μπορεῖ νά σταθεῖ ὡς θεωρία στό χῶρο τῆς ἐπιστήμης; Καί ἐδῶ οἱ γνῶμες τῶν εἰδικῶν ἐπιστημόνων διίστανται.
Δαρβινισμός, μία ἐκτός φυσικῆς πραγματικότητας «ἐπιστήμη»
Διαβάζουμε ἀπό τή Βιολογία Γ΄ Λυκείου τόν θεμελιώδη ὁρισμό τῆς δαρβινικῆς θεωρίας :
«τά ἔμβια ὄντα εἶναι προϊόν ἐξέλιξης πού ὑπέστησαν προγενέστεροι ὀργανισμοί»[7] .
Διαφορετικά μποροῦμε νά ὁρίσουμε τή θεωρία:
«Κάθε ὀργανισμός μοιράζεται ἕνα κοινό πρόγονο μέ ἄλλους ὀργανισμούς. Ὅλοι οἱ ὀργανισμοί ἔχουν σάν κοινό πρόγονο τούς πλέον ἁπλούς προκαρυωτικούς μονοκύτταρους ὀργανισμούς, τά πρωτόγονα βακτήρια».
Αὐτός ὁ ὁρισμός δίχως ἀμφιβολία ἔρχεται σέ πλήρη ἀντίθεση μέ τή βιβλική διήγηση τοῦ Μωϋσῆ, σύμφωνα μέ τήν ὁποία ὁ Θεός δημιουργοῦσε κάθε πρωτότυπη μορφή ἔμβιου ἤ ἄβιου ὄντος ξεχωριστά («κατά γένος») μέ ἰδιαίτερη πρόνοια στόν ἄνθρωπο.
Ἄς ὑποθέσουμε ὅμως ὅτι ἰσχύει αὐτός ὁ «φυσικός» νόμος τοῦ Δαρβίνου καί ὅτι ἔχει σχέση μέ τή φυσική πραγματικότητα. Χωρίς φυσικά νά ἔχει δεῖ κανένας τό δαρβινικό σενάριο πού περιγράφουμε τώρα, ἔστω ὅτι ὁ ἄνθρωπος προῆλθε ἀπό μετασχηματισμό πιθηκοειδῶν θηλαστικῶν καί αὐτά ἀπό τά ἀμφίβια ἑρπετά πού βγῆκαν ἀπό τή θάλασσα. Τά ἀμφίβια ἄς δεχτοῦμε ὅτι προῆλθαν ἀπό τά ψάρια, τά ψάρια ἀπό ἀσπόνδυλους σκωληκοειδεῖς ὀργανισμούς, αὐτά ἀπό μονοκύτταρους εὐκαρυωτικούς ὀργανισμούς (πρωτόζωα κ.ἄ.) καί φτάνουμε στούς ἁπλούστερους ὀργανισμούς πού εἶναι τά πρωτόγονα προκαρυωτικά εἴδη κάτι σάν βακτήρια. Τά πρωτόγονα (ἀρχαῖα) βακτήρια θεωροῦνται ὡς ἡ ἀρχή τῆς ζωῆς στόν πλανήτη. Ὅμως τά βακτήρια ποίων προγενέστερων ὀργανισμῶν προϊόν ἐξέλιξης εἶναι; Ἀκόμα ἀναζητοῦν οἱ ἐπιστήμονες τόν πρόγονο τῶν βακτηρίων, ἕναν πιό ἁπλό ὀργανισμό πού νά μετασχηματίστηκε μέ φυσικές διαδικασίες ἀργά σέ βακτήρια. Δέν ὑπάρχει πουθενά στή φύση ἕνας τέτοιος ὀργανισμός. Σάν νά ἐμφανίστηκαν τά βακτήρια ξαφνικά στή φύση. Ἡ ἰδέα πού προτείνουν κάποιοι ὅτι προῆλθαν ἀπό τά νεκρά βιομόρια, τά δομικά ὑλικά τῶν κυττάρων, ἔχει ἀπορριφθεῖ, καθόσον αὐτά συντίθενται μόνο μέσα στά ζωντανά κύτταρα. Ἀπαιτεῖται δηλαδή κάποια μορφή ζωῆς, Γενετικός Κώδικας, καί ἄλλοι πολύπλοκοι κυτταρικοί καί ἐνζυματικοί μηχανισμοί, γιά νά συντεθοῦν τά βιομόρια. Ὡς ἐκ τούτου ἡ ἀρχή τῆς ζωῆς παραμένει ἕνα μυστήριο γιά τήν ἐπιστήμη. Κανείς δέν εἶδε πῶς ξεκίνησε ἡ ζωή. Ὄχι πώς εἶδε ἀσφαλῶς κανείς νά μετασχηματίζεται ποτέ σκωληκοειδής ὀργανισμός σέ ψάρι ἤ ἑρπετό σέ πουλί καί πιθηκοειδές σέ ἄνθρωπο. Αὐτά τά γεγονότα ἐπίσης δίχως ἀμφιβολία δέν ἀποτελοῦν μέρος τῆς σημερινῆς φυσικῆς πραγματικότητας.
Συμπερασματικά ἡ ἁπλή φυσική πραγματικότητα ἔρχεται σέ ἀντίθεση μέ τόν ὁρισμό τῆς ἐξέλιξης πού θέλει κάθε ὀργανισμός νά προέρχεται ἀπό μετασχηματισμό ἑνός προηγούμενου. Ἡ ἐπιστήμη ἐδῶ, καί ἡ Μοριακή Βιολογία, παρόλη τήν ἰλιγγιώδη ἀνάπτυξή της τούς τελευταίους αἰῶνες καί τήν βαθειά γνώση πού ἔχει ἀποκτήσει πάνω στή δομή καί τή λειτουργία τοῦ κυττάρου, ὅσον ἀφορᾶ στόν τρόπο πού ἦρθε στήν ὕπαρξη ἕνα κύτταρο, παραμένει στό «ἀπόλυτο» μηδέν. Αὐτή ἡ ἀδυναμία τῆς ἐπιστήμης νά ἐξηγήσει τήν ἐμφάνιση τῆς ζωῆς ἔχει τήν ἐξήγησή της καί διαγράφει σαφῶς τά ὅρια τῶν ἀνθρωπίνων δυνατοτήτων καί τῆς ἐπιστήμης. Καί τοῦτο διότι, ἄλλης τάξεως φυσικό γεγονός εἶναι ἡ μηχανιστική λειτουργία ἑνός κυττάρου πού ἐξετάζει ἡ ἐπιστήμη τῆς Βιολογίας ἤ καί οἱ κινήσεις τῶν πλανητῶν πού ἐξετάζει ἡ ἀστροφυσική καί ἄλλης τάξεως εἶναι τά γεγονότα πού ἀφοροῦν στόν τρόπο τοῦ πώς ἦρθαν στήν ὕπαρξη τά πρῶτα κύτταρα καί οἱ πρῶτοι πλανῆτες . Τά πρῶτα γεγονότα ὀνομάζονται ἐπαναλαμβανόμενα λειτουργικά φυσικά γεγονότα, τά φυσικά φαινόμενα ὅπως κοινῶς ὀνομάζονται ἐνῶ τά δεύτερα μοναδικά συμβάντα στή φύση ἤ ἅπαξ γενόμενα γεγονότα στή φύση καί ἀπόντος τοῦ ἀνθρώπου, ὅπως ἡ δημιουργία γιά πρώτη φορά τῆς ὕλης, τοῦ ἥλιου, τῆς γῆς, τῶν κυττάρων,τῶν ψαριῶν, τῶν πτηνῶν καί τοῦ ἀνθρώπου. Τά ἐπαναλαμβανόμενα γεγονότα , «τρέχουν» μέ συγκεκριμένους ρυθμούς στό παρόν, καί ὡς ἐκ τούτου ὑπόκεινται καλά στήν ἐπιστημονική ἔρευνα, ἀκολουθοῦν κάποιους παγκόσμιους νόμους οἱ ὁποῖοι περιγράφονται μέ μαθηματικές ἐξισώσεις οἱ ὁποῖες πρέπει φυσικά νά ἐπαληθεύονται μέ τό πείραμα γιά νά μποροῦν νά ἔχουν ἰσχύ μίας ἀποδεδειγμένης θεωρίας. Ἔτσι διατυπώνονται οἱ ἐπιστημονικές θεωρίες.
Τά μοναδικά ὅμως συμβάντα δέν ὑπόκεινται στήν ἐπιστημονική ἔρευνα μέ τίς κλασσικές μεθόδους τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν. Δέν μπορεῖ κανείς νά παρατηρήσει, νά ἐρευνήσει, νά περιγράψει μέ μαθηματικές ἐξισώσεις καί νά ἀποδείξει πειραματικά ἕνα μοναδικό συμβάν ὅπως εἶναι ἡ πρωτογενής δημιουργία τοῦ στοιχείου Ὑδρογόνου ἤ τοῦ ἥλιου ἤ τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι αὐτά τά ὑπαρξιακά γεγονότα, τά ὁποῖα ὅπως γνωρίσαμε παραπάνω, ὁ φιλόσοφος Κάρλ Γιάσπερς, θεωρεῖ ζήτημα ὕπαρξης καί τά ὁποῖα μποροῦν νά ἀπαντηθοῦν μόνο διά τῆς ἐπικοινωνίας μέ τόν Θεό. Ἔτσι γεγονότα ὅπως πῶς ἦρθε στήν ὕπαρξη ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι ἐπιστημονικό πεδίο ἔρευνας ἀλλά φιλοσοφικό. Ὡστόσο οἱ «ἄθεοι» ἐπιστήμονες πού ἔχουν θεοποιήσει τό μυαλό τοῦ ἀνθρώπου καί τήν ἐπιστήμη, ἔχουν ἄλλη γνώμη πρός τοῦτο. Μποροῦμε λέγουν νά διατυπώσουμε θεωρία ἐπιστημονικῆς ἰσχύος καί γιαυτά τά μοναδικά συμβάντα. Διαβάζουμε ἀπό τήν Βιολόγο Eugenie C.Scott (Εὐγενία Σκότ), τέως πρόεδρο τοῦ Ἀμερικανικοῦ Συνδέσμου Ἀνθρωπολόγων καί ὀπαδό τοῦ δαρβινισμοῦ:
« ὅταν ἕνας Βιολόγος προσπαθεῖ νά ἀπαντήσει σέ ΄΄ἕνα ἐρώτημα πού ἀφορᾶ σέ κάποιο συμβάν πού λαμβάνει χώρα μία καί μοναδική φορά …ὅπως «Πότε ἐμφανίστηκε ὁ Homo Sapiens” δέν μπορεῖ νά βασιστεῖ στούς παγκόσμιους νόμους. Ὁ βιολόγος εἶναι ὑποχρεωμένος νά μελετήσει ὅλα τά γνωστά γεγονότα πού σχετίζονται μέ τό συγκεκριμένο πρόβλημα , … νά κατασκευάσει μία ἱστορική ἀφήγηση.
Λόγῳ τοῦ γεγονότος ὅτι ἡ ἐν λόγῳ προσέγγιση εἶναι θεμελιακά διαφορετική ἀπό τήν ἐξήγηση αἰτίου νόμου, οἱ κλασικοί φιλόσοφοι τῆς ἐπιστήμης, αὐτοί πού προέρχονται ἀπό τούς τομεῖς τῆς λογικῆς, τῶν μαθηματικῶν ἤ τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν, θεωροῦν τήν νέα προσέγγιση ἀπαράδεκτη…Φυσικά δέν εἶναι δυνατόν νά ἀποδειχτεῖ μέ κατηγορηματικό τρόπο ἡ «ἀλήθεια» μίας ἱστορικῆς ἀφήγησης .» [8]
Ἡ ὁμολογία τῆς ἐξελικτικοῦ ἐπιβεβαιώνει τά παραπάνω πού ἐκθέσαμε σχετικά μέ τά μοναδικά ἱστορικά συμβάντα τῆς φύσης. Τά μοναδικά συμβάντα , ἐνῶ νομιμοποιεῖται ἕνας ἐπιστήμονας νά κατασκευάσει ἕνα ἱστορικό σενάριο γιά τήν πρωτογενῆ δημιουργία τῶν ὄντων, ὡστόσο δέν εἶναι δυνατόν νά ἀποδειχτεῖ αὐτό ἐπιστημονικά γιά τό λόγο ὅτι δέν εἶναι φυσικά ἐπαναλαμβανόμενα φαινόμενα πού ὑπόκεινται στόν πειραματισμό καί τήν μαθηματική ἀνάλυση, ἀλλά μοναδικά ὑπαρξιακά συμβάντα.
Ὅμως τόν 19ο αἰώνα ἐμφανίστηκαν κάποιοι «ἐπιστήμονες» ὅπως ὁ Δαρβίνος, οἱ ὁποῖοι θέλησαν νά ἐντάξουν τήν μελέτη αὐτῶν τῶν μοναδικῶν συμβάντων ἤ ὑπαρξιακῶν γεγονότων, στό χῶρο τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν, προκειμένου νά ἀποκτήσουν τό τεράστιο κύρος πού εἶχε ἀποκτήσει ἡ ἐπιστήμη ἐκείνη τήν ἐποχή. Γιά νά ἐνταχθοῦν ὅμως αὐτά τά ὑπαρξιακά γεγονότα στό πεδίο ἔρευνας τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν, ἤ γιά νά μετατεθοῦν αὐτά ἀπό τό φιλοσοφικό πεδίο ὅπως ἦταν μέχρι τότε, στό ἐπιστημονικό, ἔπρεπε νά συνδεθοῦν μέ λειτουργικά ἐπαναλαμβανόμενα φυσικά γεγονότα πού μποροῦν νά μελετηθοῦν διά τοῦ πειραματισμοῦ. Καί ὁ Δαρβίνος αὐτό τό κατάφερε μέ μία ἁπλή, ἀλλά εὐφυῶς πονηρή πρόταση. Εἶπε ὅτι αὐτά τά μοναδικά συμβάντα, ὅπως ἡ ἐμφάνιση τοῦ ἀνθρώπου, ἔγιναν κατά τή διάρκεια ἑκατομμυρίων ἐτῶν, ὅταν μικρές καί ἀνεπαίσθητες ἀλλαγές στά χαρακτηριστικά τῶν ὀργανισμῶν (μικροεξέλιξη δηλ. τυχαῖες μεταλλάξεις στό γενετικό ὑλικό ) συσσωρεύτηκαν, μέ ἀποτέλεσμα κάποτε νά συμβεῖ μία μεγάλη ἀλλαγή (μακροεξέλιξη) πού μετέβαλε ριζικά ἕναν ὀργανισμό ἤ δημιουργήθηκε ἕνα νέο ὄργανο, ὅπως ὁ ὀφθαλμός.
Ἀκολουθώντας λοιπόν αὐτή τή λογικοφανή ἰδέα –ἡ ὁποία ὅμως εἶναι ἀξιωματική καί αὐθαίρετη παραδοχή χωρίς καμία πειραματική ἐπαλήθευση – λέγουν οἱ ἐξελικτικοί, ἄν μελετήσουμε τίς μικροαλλαγές πού συμβαίνουν στούς ὀργανισμούς, δηλαδή φυσικά ἐπαναλαμβανόμενα φαινόμενα πού βασίζονται σέ παγκόσμιους νόμους ( μεταλλάξεις DNA, ἀνασυνδυασμός γενετικοῦ ὑλικοῦ, γεωγραφική ἀπομόνωση, διασπορά τῶν γονιδίων κ.ἄ), θά ἐξηγήσουμε τά μοναδικά αὐτά συμβάντα τῆς δημιουργίας τῶν ὄντων. Ἡ σύνδεση λοιπόν μέ τίς φυσικές λειτουργικές ἐπιστῆμες εἶχε ἐπιτευχθεῖ. Φυσικά ἡ σύνδεση ἦταν μόνο θεωρητική καί ὄχι βασισμένη σέ πειραματικά δεδομένα καί τήν μαθηματική λογική. Γιαυτό καί ὁ Δαρβίνος δέν εἶχε οὔτε ἕνα πειραματικό δεδομένο γιά νά στηρίξει τή θεωρία του. Ἔβγαζε τά συμπεράσματά του ἁπλῶς καί μόνο ἀπό αὐτά πού ἔβλεπε νά συμβάνουν καθημερινά στή φύση. Δέν μπόρεσε φυσικά ποτέ νά ἀναπαραστήσει τά γεγονότα τά ὁποῖα ὑποστήριζε ὅτι συνέβησαν μέ κάποιο συγκεκριμένο τρόπο. Μία τέτοια μεθοδολογία ἦταν, πού βρῆκαν τότε ἀπαράδεκτη, ἀλλά καί βρίσκουν μέχρι σήμερα, ὅπως θά δοῦμε παρακάτω, οἱ σημαντικότεροι ἐπιστήμονες τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν.
Μετέτρεψε λοιπόν «εὐφυῶς» , ὁ Δαρβίνος, τό δημιουργικό ἤ ὑπαρξιακό γεγονός τῆς γένεσης μορφῆς ἤ ἑνός πρωτότυπου ἔργου μέσα στή φύση –τό ὁποῖο ἀπαιτεῖ ἀσύλληπτη ἀκριβή ὀργάνωση, ἀκριβῆ συνδυασμό πληροφοριῶν, δηλαδή Δημιουργό καί ἔμπνευση - σέ μία τυφλή μηχανιστική φυσική διαδικασία, ἕνα ἄθροισμα «ἁπλῶν» μικροεξελικτικῶν συμβάντων πού τάχα ὑπόκεινται στό πεδίο ἔρευνας τῆς ἐπιστήμης. Καί ἔτσι ἕνα ὑπαρξιακό γεγονός πού ἀνήκει στό χῶρο τῆς φιλοσοφίας τό ἐνέταξαν οἱ ἄθεοι τῆς ἐποχῆς του, κατά τόν 19ο αἰώνα, στό χῶρο τῆς ἐπιστημονικῆς μελέτης πού ἀφορᾶ φυσικά λειτουργικά φαινόμενα. Ὡς ἐκ τούτου εἰσήχθη μέσα στά πανεπιστήμια καί τήν ἐπιστημονική ἔρευνα, ἕνας νέος τρόπος ἐπιστημονικῆς σκέψης ὁ ὁποῖος οὐσιαστικά ἔσπαζε τά ὅρια τῆς ἐπιστήμης. Αὐτό ὅμως δέν ἐπεβλήθη μέ τήν πνευματική δύναμη τῶν διανοητῶν τῆς ἐποχῆς. Μᾶλλον ἐπετεύχθη μία τέτοια ἀλλαγή μέ τήν βοήθεια ἀνθρώπων πού κατεῖχαν τόν πλοῦτο καί τόν χρυσό ἐκείνη τήν ἐποχή, δηλαδή ἀπό βιομηχάνους τοῦ κάρβουνου καί τοῦ χάλυβα οἱ ὁποῖοι ὀργάνωσαν διαθέτοντας πακτωλό χρημάτων μία τεράστια προπαγάνδα καί διαφήμιση τοῦ δαρβινισμοῦ. Εἶναι ἱστορικά ἐπιβεβαιωμένο ὅτι ὁ Τσάρλς Λαῦελ, δικηγόρος, γεωλόγος καί βιομήχανος κάρβουνου, ὑπέρμαχος τοῦ ἐξελικτισμοῦ καί πολέμιος τοῦ χριστιανισμοῦ, ἀγόρασε τήν πρώτη μέρα κιόλας ἔκδοσης τοῦ βιβλίου τοῦ Δαρβίνου, τήν «Καταγωγή τῶν Εἰδῶν» τό 1859, ὅλα τά ἀντίτυπα, καί τά δυό χιλιάδες βιβλία πού ἐξέδωσε ὁ ἐκδοτικός οἶκος τότε! Καί τά διένειμε σέ ἐπιφανεῖς ἐπιστήμονες σέ ὅλη τήν Εὐρώπη. Τήν δεύτερη κιόλας ἡμέρα εἶχε γίνει ἡ δεύτερη ἔκδοση! Ἡ προπαγάνδα πού ἐπέβαλε ἡ πλουτοκρατία τῆς ἐποχῆς, αὐτή πού ἑτοίμαζε καί τίς μεγάλες ἐπαναστάσεις στήν Εὐρώπη γιά νά ρίξει τίς μοναρχίες, ἦταν πρωτοφανής. Μέσα σέ λίγα χρόνια ὅλος ὁ κόσμος συζητοῦσε γιά τήν ἐξελικτική θεωρία. Καί σύντομα εἰσήχθη καί ἐπεβλήθη ὡς ἔγκυρη ἐπιστημονική θεωρία ἡ δαρβινική ἐξέλιξη καί στά σχολεῖα.
Ἔτσι γιά πρώτη φορά στήν ἀνθρώπινη ἱστορία, τά ὑπαρξιακά ζητήματα ἀποτέλεσαν πεδίο ἔρευνας τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν. Αὐτό πλασαρίστηκε ὡς ἐπαναστατική ἐνέργεια πού ἀνατρέπει τά στερεότυπα τοῦ χριστιανισμοῦ καί χαιρετίστηκε ἀπό τήν ἄθεη διανόηση τῆς ἐποχῆς ( Νϊτσε, Βολταῖρο, Σπένσερ, Φρόυντ κ.ἄ.) ὡς κοσμοϊστορικό γεγονός. Ἦταν ἡ ἐποχή τοῦ «πέραν τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ» τῆς ὑπέρβασης κάθε φιλοσοφικῆς, θρησκευτικῆς καί ἀνθρώπινης ἀρχῆς, μία δαιμονική κατάσταση πού σάν παλιρροϊκό κύμα σάρωνε τότε τά πάντα. Καί αὐτό τό ὀνόμασαν οἱ ἀντίχριστες ἐκεῖ δυνάμεις, «Πρόοδο». Στήν πραγματικότητα «ἀνέτειλε» μία νέα βάρβαρη ἐποχή , μία ἀντίχριστη θρησκεία τῆς φυσιοκρατίας καί μία μεταμοντέρνα «θεολογία» πού θά σχετικοποιοῦσε τά πάντα. Ἀπό δῶ καί μπρός ὁ καθένας θά μποροῦσε νά λέει ὅ,τι θέλει. Ἀκόμα καί ὅτι ἡ βαρύτητα, ἕνα ἁπλό ἐπαναλαμβανόμενο φυσικό ντετερμινιστικό φαινόμενο, εἶναι τῆς ἰδίας τάξεως γεγονός μέ τή δημιουργία ἑνός δελφινιοῦ, ἑνός ἀητοῦ ἤ καί τοῦ ἀνθρώπου. Γράφει ὁ Δρ. Σ. Μανώλης καθηγητής Βιολογίας στό ΕΚΠΑ:
«Ἡ ΕΞΕΛΙΞΗ εἶναι καί τά δυό, καί ΘΕΩΡΙΑ καί ΓΕΓΟΝΟΣ .Ἕνα γεγονός εἶναι ἁπλά μία ἐπιβεβαιωμένη ἀλήθεια. Εἶναι γεγονός ὅτι ἡ γῆ εἶναι στρογγυλή. Εἶναι γεγονός ἀκόμη ὅτι ἄν ρίξετε κάτι, αὐτό πέφτει κάτω, Ἡ Ἐξέλιξη λοιπόν εἶναι γεγονός. Οἱ ζωντανοί ὀργανισμοί ἔχουν ἀλλάξει στό παρελθόν καί συνεχίζουν νά ἀλλάζουν»[9].
Μπερδεύοντας λοιπόν τό «πῶς» τῆς δημιουργίας μίας πρωτότυπης μορφῆς, πού εἶναι ὑπαρξιακό γεγονός, μέ τό «πῶς» τῆς λειτουργίας τῶν σωμάτων, δέν ἀντιλαμβάνονται πολλοί ἐπιστήμονες, ὅτι παραβιάζουν ἔτσι τά ὅρια τῆς ἐπιστήμης. Παρουσιάζοντας μάλιστα ἕνα ὑποθετικό ἱστορικό σενάριο γιά τήν δημιουργία τῶν ὄντων ὡς ἀποδεδειγμένο γεγονός, συμβάλλουν ἔτσι ἀσυνείδητα στόν βιασμό τοῦ ἀνθρώπου μετατρέποντας τήν ἐπιστήμη ἀπό πηγή γνώσης καί προόδου σέ δεσποτική δύναμη ὅπως λέγει ὁ Γιάσπερς.
«τά ἔμβια ὄντα εἶναι προϊόν ἐξέλιξης πού ὑπέστησαν προγενέστεροι ὀργανισμοί»[7] .
Διαφορετικά μποροῦμε νά ὁρίσουμε τή θεωρία:
«Κάθε ὀργανισμός μοιράζεται ἕνα κοινό πρόγονο μέ ἄλλους ὀργανισμούς. Ὅλοι οἱ ὀργανισμοί ἔχουν σάν κοινό πρόγονο τούς πλέον ἁπλούς προκαρυωτικούς μονοκύτταρους ὀργανισμούς, τά πρωτόγονα βακτήρια».
Αὐτός ὁ ὁρισμός δίχως ἀμφιβολία ἔρχεται σέ πλήρη ἀντίθεση μέ τή βιβλική διήγηση τοῦ Μωϋσῆ, σύμφωνα μέ τήν ὁποία ὁ Θεός δημιουργοῦσε κάθε πρωτότυπη μορφή ἔμβιου ἤ ἄβιου ὄντος ξεχωριστά («κατά γένος») μέ ἰδιαίτερη πρόνοια στόν ἄνθρωπο.
Ἄς ὑποθέσουμε ὅμως ὅτι ἰσχύει αὐτός ὁ «φυσικός» νόμος τοῦ Δαρβίνου καί ὅτι ἔχει σχέση μέ τή φυσική πραγματικότητα. Χωρίς φυσικά νά ἔχει δεῖ κανένας τό δαρβινικό σενάριο πού περιγράφουμε τώρα, ἔστω ὅτι ὁ ἄνθρωπος προῆλθε ἀπό μετασχηματισμό πιθηκοειδῶν θηλαστικῶν καί αὐτά ἀπό τά ἀμφίβια ἑρπετά πού βγῆκαν ἀπό τή θάλασσα. Τά ἀμφίβια ἄς δεχτοῦμε ὅτι προῆλθαν ἀπό τά ψάρια, τά ψάρια ἀπό ἀσπόνδυλους σκωληκοειδεῖς ὀργανισμούς, αὐτά ἀπό μονοκύτταρους εὐκαρυωτικούς ὀργανισμούς (πρωτόζωα κ.ἄ.) καί φτάνουμε στούς ἁπλούστερους ὀργανισμούς πού εἶναι τά πρωτόγονα προκαρυωτικά εἴδη κάτι σάν βακτήρια. Τά πρωτόγονα (ἀρχαῖα) βακτήρια θεωροῦνται ὡς ἡ ἀρχή τῆς ζωῆς στόν πλανήτη. Ὅμως τά βακτήρια ποίων προγενέστερων ὀργανισμῶν προϊόν ἐξέλιξης εἶναι; Ἀκόμα ἀναζητοῦν οἱ ἐπιστήμονες τόν πρόγονο τῶν βακτηρίων, ἕναν πιό ἁπλό ὀργανισμό πού νά μετασχηματίστηκε μέ φυσικές διαδικασίες ἀργά σέ βακτήρια. Δέν ὑπάρχει πουθενά στή φύση ἕνας τέτοιος ὀργανισμός. Σάν νά ἐμφανίστηκαν τά βακτήρια ξαφνικά στή φύση. Ἡ ἰδέα πού προτείνουν κάποιοι ὅτι προῆλθαν ἀπό τά νεκρά βιομόρια, τά δομικά ὑλικά τῶν κυττάρων, ἔχει ἀπορριφθεῖ, καθόσον αὐτά συντίθενται μόνο μέσα στά ζωντανά κύτταρα. Ἀπαιτεῖται δηλαδή κάποια μορφή ζωῆς, Γενετικός Κώδικας, καί ἄλλοι πολύπλοκοι κυτταρικοί καί ἐνζυματικοί μηχανισμοί, γιά νά συντεθοῦν τά βιομόρια. Ὡς ἐκ τούτου ἡ ἀρχή τῆς ζωῆς παραμένει ἕνα μυστήριο γιά τήν ἐπιστήμη. Κανείς δέν εἶδε πῶς ξεκίνησε ἡ ζωή. Ὄχι πώς εἶδε ἀσφαλῶς κανείς νά μετασχηματίζεται ποτέ σκωληκοειδής ὀργανισμός σέ ψάρι ἤ ἑρπετό σέ πουλί καί πιθηκοειδές σέ ἄνθρωπο. Αὐτά τά γεγονότα ἐπίσης δίχως ἀμφιβολία δέν ἀποτελοῦν μέρος τῆς σημερινῆς φυσικῆς πραγματικότητας.
Συμπερασματικά ἡ ἁπλή φυσική πραγματικότητα ἔρχεται σέ ἀντίθεση μέ τόν ὁρισμό τῆς ἐξέλιξης πού θέλει κάθε ὀργανισμός νά προέρχεται ἀπό μετασχηματισμό ἑνός προηγούμενου. Ἡ ἐπιστήμη ἐδῶ, καί ἡ Μοριακή Βιολογία, παρόλη τήν ἰλιγγιώδη ἀνάπτυξή της τούς τελευταίους αἰῶνες καί τήν βαθειά γνώση πού ἔχει ἀποκτήσει πάνω στή δομή καί τή λειτουργία τοῦ κυττάρου, ὅσον ἀφορᾶ στόν τρόπο πού ἦρθε στήν ὕπαρξη ἕνα κύτταρο, παραμένει στό «ἀπόλυτο» μηδέν. Αὐτή ἡ ἀδυναμία τῆς ἐπιστήμης νά ἐξηγήσει τήν ἐμφάνιση τῆς ζωῆς ἔχει τήν ἐξήγησή της καί διαγράφει σαφῶς τά ὅρια τῶν ἀνθρωπίνων δυνατοτήτων καί τῆς ἐπιστήμης. Καί τοῦτο διότι, ἄλλης τάξεως φυσικό γεγονός εἶναι ἡ μηχανιστική λειτουργία ἑνός κυττάρου πού ἐξετάζει ἡ ἐπιστήμη τῆς Βιολογίας ἤ καί οἱ κινήσεις τῶν πλανητῶν πού ἐξετάζει ἡ ἀστροφυσική καί ἄλλης τάξεως εἶναι τά γεγονότα πού ἀφοροῦν στόν τρόπο τοῦ πώς ἦρθαν στήν ὕπαρξη τά πρῶτα κύτταρα καί οἱ πρῶτοι πλανῆτες . Τά πρῶτα γεγονότα ὀνομάζονται ἐπαναλαμβανόμενα λειτουργικά φυσικά γεγονότα, τά φυσικά φαινόμενα ὅπως κοινῶς ὀνομάζονται ἐνῶ τά δεύτερα μοναδικά συμβάντα στή φύση ἤ ἅπαξ γενόμενα γεγονότα στή φύση καί ἀπόντος τοῦ ἀνθρώπου, ὅπως ἡ δημιουργία γιά πρώτη φορά τῆς ὕλης, τοῦ ἥλιου, τῆς γῆς, τῶν κυττάρων,τῶν ψαριῶν, τῶν πτηνῶν καί τοῦ ἀνθρώπου. Τά ἐπαναλαμβανόμενα γεγονότα , «τρέχουν» μέ συγκεκριμένους ρυθμούς στό παρόν, καί ὡς ἐκ τούτου ὑπόκεινται καλά στήν ἐπιστημονική ἔρευνα, ἀκολουθοῦν κάποιους παγκόσμιους νόμους οἱ ὁποῖοι περιγράφονται μέ μαθηματικές ἐξισώσεις οἱ ὁποῖες πρέπει φυσικά νά ἐπαληθεύονται μέ τό πείραμα γιά νά μποροῦν νά ἔχουν ἰσχύ μίας ἀποδεδειγμένης θεωρίας. Ἔτσι διατυπώνονται οἱ ἐπιστημονικές θεωρίες.
Τά μοναδικά ὅμως συμβάντα δέν ὑπόκεινται στήν ἐπιστημονική ἔρευνα μέ τίς κλασσικές μεθόδους τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν. Δέν μπορεῖ κανείς νά παρατηρήσει, νά ἐρευνήσει, νά περιγράψει μέ μαθηματικές ἐξισώσεις καί νά ἀποδείξει πειραματικά ἕνα μοναδικό συμβάν ὅπως εἶναι ἡ πρωτογενής δημιουργία τοῦ στοιχείου Ὑδρογόνου ἤ τοῦ ἥλιου ἤ τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι αὐτά τά ὑπαρξιακά γεγονότα, τά ὁποῖα ὅπως γνωρίσαμε παραπάνω, ὁ φιλόσοφος Κάρλ Γιάσπερς, θεωρεῖ ζήτημα ὕπαρξης καί τά ὁποῖα μποροῦν νά ἀπαντηθοῦν μόνο διά τῆς ἐπικοινωνίας μέ τόν Θεό. Ἔτσι γεγονότα ὅπως πῶς ἦρθε στήν ὕπαρξη ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι ἐπιστημονικό πεδίο ἔρευνας ἀλλά φιλοσοφικό. Ὡστόσο οἱ «ἄθεοι» ἐπιστήμονες πού ἔχουν θεοποιήσει τό μυαλό τοῦ ἀνθρώπου καί τήν ἐπιστήμη, ἔχουν ἄλλη γνώμη πρός τοῦτο. Μποροῦμε λέγουν νά διατυπώσουμε θεωρία ἐπιστημονικῆς ἰσχύος καί γιαυτά τά μοναδικά συμβάντα. Διαβάζουμε ἀπό τήν Βιολόγο Eugenie C.Scott (Εὐγενία Σκότ), τέως πρόεδρο τοῦ Ἀμερικανικοῦ Συνδέσμου Ἀνθρωπολόγων καί ὀπαδό τοῦ δαρβινισμοῦ:
« ὅταν ἕνας Βιολόγος προσπαθεῖ νά ἀπαντήσει σέ ΄΄ἕνα ἐρώτημα πού ἀφορᾶ σέ κάποιο συμβάν πού λαμβάνει χώρα μία καί μοναδική φορά …ὅπως «Πότε ἐμφανίστηκε ὁ Homo Sapiens” δέν μπορεῖ νά βασιστεῖ στούς παγκόσμιους νόμους. Ὁ βιολόγος εἶναι ὑποχρεωμένος νά μελετήσει ὅλα τά γνωστά γεγονότα πού σχετίζονται μέ τό συγκεκριμένο πρόβλημα , … νά κατασκευάσει μία ἱστορική ἀφήγηση.
Λόγῳ τοῦ γεγονότος ὅτι ἡ ἐν λόγῳ προσέγγιση εἶναι θεμελιακά διαφορετική ἀπό τήν ἐξήγηση αἰτίου νόμου, οἱ κλασικοί φιλόσοφοι τῆς ἐπιστήμης, αὐτοί πού προέρχονται ἀπό τούς τομεῖς τῆς λογικῆς, τῶν μαθηματικῶν ἤ τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν, θεωροῦν τήν νέα προσέγγιση ἀπαράδεκτη…Φυσικά δέν εἶναι δυνατόν νά ἀποδειχτεῖ μέ κατηγορηματικό τρόπο ἡ «ἀλήθεια» μίας ἱστορικῆς ἀφήγησης .» [8]
Ἡ ὁμολογία τῆς ἐξελικτικοῦ ἐπιβεβαιώνει τά παραπάνω πού ἐκθέσαμε σχετικά μέ τά μοναδικά ἱστορικά συμβάντα τῆς φύσης. Τά μοναδικά συμβάντα , ἐνῶ νομιμοποιεῖται ἕνας ἐπιστήμονας νά κατασκευάσει ἕνα ἱστορικό σενάριο γιά τήν πρωτογενῆ δημιουργία τῶν ὄντων, ὡστόσο δέν εἶναι δυνατόν νά ἀποδειχτεῖ αὐτό ἐπιστημονικά γιά τό λόγο ὅτι δέν εἶναι φυσικά ἐπαναλαμβανόμενα φαινόμενα πού ὑπόκεινται στόν πειραματισμό καί τήν μαθηματική ἀνάλυση, ἀλλά μοναδικά ὑπαρξιακά συμβάντα.
Ὅμως τόν 19ο αἰώνα ἐμφανίστηκαν κάποιοι «ἐπιστήμονες» ὅπως ὁ Δαρβίνος, οἱ ὁποῖοι θέλησαν νά ἐντάξουν τήν μελέτη αὐτῶν τῶν μοναδικῶν συμβάντων ἤ ὑπαρξιακῶν γεγονότων, στό χῶρο τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν, προκειμένου νά ἀποκτήσουν τό τεράστιο κύρος πού εἶχε ἀποκτήσει ἡ ἐπιστήμη ἐκείνη τήν ἐποχή. Γιά νά ἐνταχθοῦν ὅμως αὐτά τά ὑπαρξιακά γεγονότα στό πεδίο ἔρευνας τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν, ἤ γιά νά μετατεθοῦν αὐτά ἀπό τό φιλοσοφικό πεδίο ὅπως ἦταν μέχρι τότε, στό ἐπιστημονικό, ἔπρεπε νά συνδεθοῦν μέ λειτουργικά ἐπαναλαμβανόμενα φυσικά γεγονότα πού μποροῦν νά μελετηθοῦν διά τοῦ πειραματισμοῦ. Καί ὁ Δαρβίνος αὐτό τό κατάφερε μέ μία ἁπλή, ἀλλά εὐφυῶς πονηρή πρόταση. Εἶπε ὅτι αὐτά τά μοναδικά συμβάντα, ὅπως ἡ ἐμφάνιση τοῦ ἀνθρώπου, ἔγιναν κατά τή διάρκεια ἑκατομμυρίων ἐτῶν, ὅταν μικρές καί ἀνεπαίσθητες ἀλλαγές στά χαρακτηριστικά τῶν ὀργανισμῶν (μικροεξέλιξη δηλ. τυχαῖες μεταλλάξεις στό γενετικό ὑλικό ) συσσωρεύτηκαν, μέ ἀποτέλεσμα κάποτε νά συμβεῖ μία μεγάλη ἀλλαγή (μακροεξέλιξη) πού μετέβαλε ριζικά ἕναν ὀργανισμό ἤ δημιουργήθηκε ἕνα νέο ὄργανο, ὅπως ὁ ὀφθαλμός.
Ἀκολουθώντας λοιπόν αὐτή τή λογικοφανή ἰδέα –ἡ ὁποία ὅμως εἶναι ἀξιωματική καί αὐθαίρετη παραδοχή χωρίς καμία πειραματική ἐπαλήθευση – λέγουν οἱ ἐξελικτικοί, ἄν μελετήσουμε τίς μικροαλλαγές πού συμβαίνουν στούς ὀργανισμούς, δηλαδή φυσικά ἐπαναλαμβανόμενα φαινόμενα πού βασίζονται σέ παγκόσμιους νόμους ( μεταλλάξεις DNA, ἀνασυνδυασμός γενετικοῦ ὑλικοῦ, γεωγραφική ἀπομόνωση, διασπορά τῶν γονιδίων κ.ἄ), θά ἐξηγήσουμε τά μοναδικά αὐτά συμβάντα τῆς δημιουργίας τῶν ὄντων. Ἡ σύνδεση λοιπόν μέ τίς φυσικές λειτουργικές ἐπιστῆμες εἶχε ἐπιτευχθεῖ. Φυσικά ἡ σύνδεση ἦταν μόνο θεωρητική καί ὄχι βασισμένη σέ πειραματικά δεδομένα καί τήν μαθηματική λογική. Γιαυτό καί ὁ Δαρβίνος δέν εἶχε οὔτε ἕνα πειραματικό δεδομένο γιά νά στηρίξει τή θεωρία του. Ἔβγαζε τά συμπεράσματά του ἁπλῶς καί μόνο ἀπό αὐτά πού ἔβλεπε νά συμβάνουν καθημερινά στή φύση. Δέν μπόρεσε φυσικά ποτέ νά ἀναπαραστήσει τά γεγονότα τά ὁποῖα ὑποστήριζε ὅτι συνέβησαν μέ κάποιο συγκεκριμένο τρόπο. Μία τέτοια μεθοδολογία ἦταν, πού βρῆκαν τότε ἀπαράδεκτη, ἀλλά καί βρίσκουν μέχρι σήμερα, ὅπως θά δοῦμε παρακάτω, οἱ σημαντικότεροι ἐπιστήμονες τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν.
Μετέτρεψε λοιπόν «εὐφυῶς» , ὁ Δαρβίνος, τό δημιουργικό ἤ ὑπαρξιακό γεγονός τῆς γένεσης μορφῆς ἤ ἑνός πρωτότυπου ἔργου μέσα στή φύση –τό ὁποῖο ἀπαιτεῖ ἀσύλληπτη ἀκριβή ὀργάνωση, ἀκριβῆ συνδυασμό πληροφοριῶν, δηλαδή Δημιουργό καί ἔμπνευση - σέ μία τυφλή μηχανιστική φυσική διαδικασία, ἕνα ἄθροισμα «ἁπλῶν» μικροεξελικτικῶν συμβάντων πού τάχα ὑπόκεινται στό πεδίο ἔρευνας τῆς ἐπιστήμης. Καί ἔτσι ἕνα ὑπαρξιακό γεγονός πού ἀνήκει στό χῶρο τῆς φιλοσοφίας τό ἐνέταξαν οἱ ἄθεοι τῆς ἐποχῆς του, κατά τόν 19ο αἰώνα, στό χῶρο τῆς ἐπιστημονικῆς μελέτης πού ἀφορᾶ φυσικά λειτουργικά φαινόμενα. Ὡς ἐκ τούτου εἰσήχθη μέσα στά πανεπιστήμια καί τήν ἐπιστημονική ἔρευνα, ἕνας νέος τρόπος ἐπιστημονικῆς σκέψης ὁ ὁποῖος οὐσιαστικά ἔσπαζε τά ὅρια τῆς ἐπιστήμης. Αὐτό ὅμως δέν ἐπεβλήθη μέ τήν πνευματική δύναμη τῶν διανοητῶν τῆς ἐποχῆς. Μᾶλλον ἐπετεύχθη μία τέτοια ἀλλαγή μέ τήν βοήθεια ἀνθρώπων πού κατεῖχαν τόν πλοῦτο καί τόν χρυσό ἐκείνη τήν ἐποχή, δηλαδή ἀπό βιομηχάνους τοῦ κάρβουνου καί τοῦ χάλυβα οἱ ὁποῖοι ὀργάνωσαν διαθέτοντας πακτωλό χρημάτων μία τεράστια προπαγάνδα καί διαφήμιση τοῦ δαρβινισμοῦ. Εἶναι ἱστορικά ἐπιβεβαιωμένο ὅτι ὁ Τσάρλς Λαῦελ, δικηγόρος, γεωλόγος καί βιομήχανος κάρβουνου, ὑπέρμαχος τοῦ ἐξελικτισμοῦ καί πολέμιος τοῦ χριστιανισμοῦ, ἀγόρασε τήν πρώτη μέρα κιόλας ἔκδοσης τοῦ βιβλίου τοῦ Δαρβίνου, τήν «Καταγωγή τῶν Εἰδῶν» τό 1859, ὅλα τά ἀντίτυπα, καί τά δυό χιλιάδες βιβλία πού ἐξέδωσε ὁ ἐκδοτικός οἶκος τότε! Καί τά διένειμε σέ ἐπιφανεῖς ἐπιστήμονες σέ ὅλη τήν Εὐρώπη. Τήν δεύτερη κιόλας ἡμέρα εἶχε γίνει ἡ δεύτερη ἔκδοση! Ἡ προπαγάνδα πού ἐπέβαλε ἡ πλουτοκρατία τῆς ἐποχῆς, αὐτή πού ἑτοίμαζε καί τίς μεγάλες ἐπαναστάσεις στήν Εὐρώπη γιά νά ρίξει τίς μοναρχίες, ἦταν πρωτοφανής. Μέσα σέ λίγα χρόνια ὅλος ὁ κόσμος συζητοῦσε γιά τήν ἐξελικτική θεωρία. Καί σύντομα εἰσήχθη καί ἐπεβλήθη ὡς ἔγκυρη ἐπιστημονική θεωρία ἡ δαρβινική ἐξέλιξη καί στά σχολεῖα.
Ἔτσι γιά πρώτη φορά στήν ἀνθρώπινη ἱστορία, τά ὑπαρξιακά ζητήματα ἀποτέλεσαν πεδίο ἔρευνας τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν. Αὐτό πλασαρίστηκε ὡς ἐπαναστατική ἐνέργεια πού ἀνατρέπει τά στερεότυπα τοῦ χριστιανισμοῦ καί χαιρετίστηκε ἀπό τήν ἄθεη διανόηση τῆς ἐποχῆς ( Νϊτσε, Βολταῖρο, Σπένσερ, Φρόυντ κ.ἄ.) ὡς κοσμοϊστορικό γεγονός. Ἦταν ἡ ἐποχή τοῦ «πέραν τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ» τῆς ὑπέρβασης κάθε φιλοσοφικῆς, θρησκευτικῆς καί ἀνθρώπινης ἀρχῆς, μία δαιμονική κατάσταση πού σάν παλιρροϊκό κύμα σάρωνε τότε τά πάντα. Καί αὐτό τό ὀνόμασαν οἱ ἀντίχριστες ἐκεῖ δυνάμεις, «Πρόοδο». Στήν πραγματικότητα «ἀνέτειλε» μία νέα βάρβαρη ἐποχή , μία ἀντίχριστη θρησκεία τῆς φυσιοκρατίας καί μία μεταμοντέρνα «θεολογία» πού θά σχετικοποιοῦσε τά πάντα. Ἀπό δῶ καί μπρός ὁ καθένας θά μποροῦσε νά λέει ὅ,τι θέλει. Ἀκόμα καί ὅτι ἡ βαρύτητα, ἕνα ἁπλό ἐπαναλαμβανόμενο φυσικό ντετερμινιστικό φαινόμενο, εἶναι τῆς ἰδίας τάξεως γεγονός μέ τή δημιουργία ἑνός δελφινιοῦ, ἑνός ἀητοῦ ἤ καί τοῦ ἀνθρώπου. Γράφει ὁ Δρ. Σ. Μανώλης καθηγητής Βιολογίας στό ΕΚΠΑ:
«Ἡ ΕΞΕΛΙΞΗ εἶναι καί τά δυό, καί ΘΕΩΡΙΑ καί ΓΕΓΟΝΟΣ .Ἕνα γεγονός εἶναι ἁπλά μία ἐπιβεβαιωμένη ἀλήθεια. Εἶναι γεγονός ὅτι ἡ γῆ εἶναι στρογγυλή. Εἶναι γεγονός ἀκόμη ὅτι ἄν ρίξετε κάτι, αὐτό πέφτει κάτω, Ἡ Ἐξέλιξη λοιπόν εἶναι γεγονός. Οἱ ζωντανοί ὀργανισμοί ἔχουν ἀλλάξει στό παρελθόν καί συνεχίζουν νά ἀλλάζουν»[9].
Μπερδεύοντας λοιπόν τό «πῶς» τῆς δημιουργίας μίας πρωτότυπης μορφῆς, πού εἶναι ὑπαρξιακό γεγονός, μέ τό «πῶς» τῆς λειτουργίας τῶν σωμάτων, δέν ἀντιλαμβάνονται πολλοί ἐπιστήμονες, ὅτι παραβιάζουν ἔτσι τά ὅρια τῆς ἐπιστήμης. Παρουσιάζοντας μάλιστα ἕνα ὑποθετικό ἱστορικό σενάριο γιά τήν δημιουργία τῶν ὄντων ὡς ἀποδεδειγμένο γεγονός, συμβάλλουν ἔτσι ἀσυνείδητα στόν βιασμό τοῦ ἀνθρώπου μετατρέποντας τήν ἐπιστήμη ἀπό πηγή γνώσης καί προόδου σέ δεσποτική δύναμη ὅπως λέγει ὁ Γιάσπερς.
Τό ἀντιεπιστημονικό δόγμα τοῦ ὁμοιομορφισμοῦ καί ἡ θεοποίηση τῆς φύσης.
Ἄλλο ἕνα παράδειγμα πού ἀποδεικνύει ὅτι ἡ ἐξελικτική
ἰδέα δέν ἔχει ἐπιστημονικό ἔρεισμα, ἐνῶ στηρίζεται σέ ἕνα ἐκτός
πραγματικότητος ἐπιστημονικοφανές δόγμα.
Πρέπει νά γνωρίζει κάποιος, ἄν θέλει νά ἔχει κάποιο ὀρθό κριτήριο γιά τήν ἐξελικτική ἰδέα, ὅτι ὅλο τό οἰκοδόμημα αὐτό τοῦ ἐξελικτισμοῦ βασίζεται σέ ἕνα ἀξίωμα , ἕνα δόγμα πού δέν ὑπάρχει δυνατότητα νά διαψευσθεῖ, ἀλλά οὔτε νά ἐπαληθευθεῖ πειραματικά. Τό δόγμα αὐτό τό ὁποῖο ἐμφανίστηκε γιά πρώτη φορά ἀπό κάποιον Γεωλόγο τόν James Hutton (1726 – 1797) ἀλλά καί τόν Charles Lyell (1797 – 1875), πού δίδαξε καί ὑποστήριξε ὅπως προαναφέραμε τόν Δαρβίνο στήν διάδοση τῆς θεωρίας του, λέει: «Μποροῦμε μελετώντας τά σημερινά φυσικά φαινόμενα, νά συμπεράνουμε τί ἔγινε στό ἀπώτερο παρελθόν τότε πού ἐμφανίστηκαν γιά πρώτη φορά πρωτότυπες μορφές ὄντων, δισεκατομμύρια χρόνια πρίν νά ἐμφανιστεῖ ὁ ἄνθρωπος. Μία ἄλλη διατύπωση αὐτοῦ τοῦ δόγματος εἶναι «τό κλειδί γιά τό παρελθόν εἶναι τό παρόν».
Μία τέτοια ὅμως μεθοδολογία προκειμένου νά ἀποδείξουμε ὅτι ἔγινε ἡ ἐξέλιξη στή διάβα δισεκατομμυρίων ἐτῶν, προϋποθέτει τήν ἀξιωματική παραδοχή ὅτι ὅ,τι συμβαίνει σήμερα στή φύση, π.χ ὁ ρυθμός μεταστοιχείωσης[10] τῶν ραδιενεργῶν στοιχείων, ἡ ταχύτητα τοῦ φωτός, ἤ τῆς ἐναπόθεσης ἱζημάτων στόν πυθμένα τῆς θάλασσας, ἡ ἔνταση τῆς κοσμικῆς ἀκτινοβολίας κ.ἄ. συνέβαινε ἀκριβῶς μέ τόν ἴδιο ρυθμό πάντα στή φύση. Αὐτό τό δόγμα ὀνομάστηκε στή Γεωλογία καί τή Βιολογία ὁμοιομορφισμός. Καί ἦταν αὐτή ἡ ἰδέα πού βρῆκαν ὅπως εἴπαμε παραπάνω, ἀπαράδεκτη καί ἀντιεπιστημονική οἱ σπουδαιότεροι ἐπιστήμονες τῆς ἐποχῆς. Μάλιστα ὁ μεγάλος φυσικός Λόρδος Κέλβιν[11] προσπάθησε νά δείξει τό λάθος αὐτοῦ τοῦ δόγματος καί «ἀπέδειξε» μέ μαθηματικούς ὑπολογισμούς, ὅτι ἄν ἡ γῆ ἦταν δισεκατομμυρίων ἐτῶν ὅπως ἰσχυρίζονται οἱ ἐξελικτικοί, ἡ θερμική ἐνέργεια πού ἐκπέμπεται ἀπό τό ἐσωτερικό της πρός τά ἔξω ἄν ἀκολουθοῦσε τόν ἴδιο ρυθμό ἐπί δισεκατομμύρια ἔτη θά εἶχε λιώσει καί διαλύσει τά πάντα στή γῆ . Φυσικά οἱ ἐξελικτικοί εἶπαν τά δικά τους ἀντεπιχειρήματα καί συνέχισαν νά πιστεύουν αὐτό τό δόγμα. Ἔτσι καί ἀλλιῶς, ὅπως εἴπαμε καί παραπάνω, μπορεῖ ὁ καθένας νά λέει ὅ,τι θέλει γύρω ἀπό αὐτό τό ζήτημα, καθόσον δέν ὑπάρχει καμία δυνατότητα νά ταξιδέψει κανείς πίσω στό χρόνο γιά νά δεῖ τί ἔγινε τότε. Ὅπως ἐπίσης δέν ὑπάρχει ἡ δυνατότητα νά διαψεύσει κανείς πειραματικά τήν ἰδέα ὅτι πρίν ἀπό δισεκατομμύρια ἔτη, οἱ ρυθμοί στήν φύση ἦταν οἱ ἴδιοι. Πρόκειται γιά ἕνα δόγμα ἐκτός φυσικῆς πραγματικότητας καί συνεπῶς ἐκτός τοῦ πεδίου ἔρευνας τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν.
Σέ αὐτό τό δόγμα, βασίζεται καί ἡ μέτρηση τῆς ἡλικίας τοῦ σύμπαντος, τήν ὁποία συναντᾶμε ὡς ἀπόλυτη βεβαιότητα ὅπως εἴπαμε σέ ὅλα τά σχολικά βιβλία νά εἶναι 14 δίς. ἔτη χωρίς βέβαια κάτι τέτοιο νά ἔχει ἀποδειχτεῖ ἀπό κανέναν ἐπιστήμονα ὅτι ἰσχύει.. Ἐφόσον λέγουν κάποιοι ἐπιστήμονες, ἕνα ἀστέρι εἶναι πολύ μακριά ἀπό τή γῆ, καί τό φῶς πού ταξιδεύει μέ 300.000 Km./sec χρειάζεται π.χ 10 δισεκατομμύρια ἔτη νά φτάσει στή γῆ, ἄρα τό σύμπαν ἔχει τεράστια ἡλικία. Αὐτό ἀκούγεται στόν κοινό νοῦ λογικό. Ὅμως ἐμφανίζονται ἀξιόλογοι ἐπιστήμονες καί ρωτοῦν « Πώς γνωρίζουμε ὅτι ἡ ταχύτητα τοῦ φωτός, τά μαγνητικά πεδία, οἱ βαρυτικές δυνάμεις καί ἡ διαστολή τοῦ σύμπαντος, ὅτι ἦταν πάντα τά ἴδια ὥστε νά μποροῦμε νά ἐξάγουμε ἀσφαλῆ συμπεράσματα γιά δισεκατομμύρια ἔτη πρίν»;
Εἶναι ἐνδιαφέρον ἐδῶ νά ἀναφέρουμε πώς ὑπεραμύνεται αὐτοῦ τοῦ ἀντιεπιστημονικοῦ δόγματος πού στηρίζει κυριολεκτικά ὅλο τό ἐξελικτικό οἰκοδόμημα, ὁ γνωστός Γερμανός Ἀστροφυσικός Heino Falcke (1966 -) καθηγητής ραδιοαστρονομίας καί φυσικῆς ἀστροσωματιδίων στό Πανεπιστήμιο Radboud Nijmegen,:
«Γιά μένα τό πιό συναρπαστικό καί ἐπαρκές ἐπιχείρημα γιά ἕνα πολύ παλιό σύμπαν προέρχεται ἀπό τό μέγεθός του καί ἀπό τό χρόνο πού χρειάζεται γιά νά φτάσει τό φῶς: ἀπό τά περισσότερα μέρη τοῦ σύμπαντος χρειάζονται ἑκατομμύρια ἤ καί δισεκατομμύρια χρόνια. Αὐτό εἶναι πού ὅλοι πρέπει νά καταλάβουν καί νά ἀντιμετωπίσουν πρῶτα.
Ὅπως ἐξηγῶ παρακάτω, αὐτό πού διαπιστώνουμε εἶναι ὅτι καί τότε ἡ ταχύτητα τοῦ φωτός δέν ἦταν πολύ διαφορετική ἀπό αὐτή πού εἶναι σήμερα.»[12]
Μέχρι ἐδῶ ὁ Φάλκε ὁμιλεῖ ὡς ἐπιστήμονας χωρίς βέβαια νά παρουσιάζει κανένα σοβαρό ἐπιστημονικό ἐπιχείρημα πού νά στηρίζει τό δόγμα τοῦ ὁμοιομορφισμοῦ. Καί ξαφνικά, μετατρέπεται σέ θεολόγο καί καταφεύγει στό Εὐαγγέλιο γιά νά στηρίξει τό ὑποτίθεται ἐπιστημονικό δόγμα τοῦ ὁμοιομορφισμοῦ:
«Ὅταν ὁ Ἰησοῦς μιλάει γιά τούς ἀμετάβλητους θεϊκούς νόμους, δηλώνοντας ὅτι "ἕως ἄν παρέλθη ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ, ἰῶτα ἕν ἤ μία κεραία οὐ μή παρέλθῃ ἀπό τοῦ νόμου ἕως ἄν πάντα γένηται»" (Ματθαῖος 5: 17-20) ἐννοεῖ μόνο τούς πνευματικούς νόμους; Αὐτό δέν ἰσχύει καί γιά ὁλόκληρη τήν τάξη στήν ὁποία ὑπόκειται ἡ δημιουργία; Τί ἀξία ἔχουν αὐτοί οἱ πνευματικοί νόμοι, ἄν ὁ Θεός ἀλλάξει τούς νόμους τοῦ κόσμου μέσα στόν ὁποῖο οἱ ἄνθρωποι πρέπει νά λειτουργοῦν μέ βούληση ὅταν στήν πραγματικότητα δέν ὑπάρχει πραγματικά τάξη; Ἐάν δέν θά ἀλλάξει τούς πνευματικούς νόμους στούς ὁποίους θά πρέπει νά ἀκολουθοῦν οἱ ἄνθρωποι, γιατί θά ἔπρεπε νά διασαλεύει τούς φυσικούς νόμους μέσα στούς ὁποίους παραμένουν τά πετρώματα; Ἐξάλλου, οἱ νόμοι τῆς φύσης εἶναι τό θεμέλιο πάνω στό ὁποῖο λειτουργεῖ ἡ καθημερινή μας ζωή.
…Ἐάν οἱ νόμοι τῆς φύσης ἀλλάξουν σέ μία καθημερινή βάση, οἱ φυσικοί νόμοι θά γίνουν χωρίς νόημα καί δέν θά μποροῦσε νά κατασκευαστεῖ ἀξιόπιστο μηχάνημα. Ἐάν δέν μποροῦμε νά πιστέψουμε ὅτι οἱ νόμοι τῆς ἀεροδυναμικῆς ἰσχύουν σήμερα μέ τόν ἴδιο τρόπο πού λειτουργοῦσαν χθές, θά ἔπρεπε ἁπλῶς νά βασιστοῦμε στά θαύματα - ἤ στήν πραγματικότητα στήν τύχη - γιά νά πετάξουν τά ἀεροπλάνα. Προβλέπω ὅτι ἀκόμα καί οἱ πιό πιστοί ἀπό ἐμᾶς δέν θά ἔμπαιναν ποτέ σέ ἕνα τέτοιο ἀεροπλάνο ἄν δέν εἶχαν ἄλλη ἐπιλογή.
..Ὡς ἐκ τούτου, ὑπό τό πρίσμα εὐρέως καί δημοσίως προσβάσιμων γνώσεων καί ἐμπειριῶν σχετικά μέ τό μέγεθος τοῦ σύμπαντος, ἕνα σύμπαν 6000 ἐτῶν μπορεῖ νά ἀπορριφθεῖ σταθερά καί μέ ἀσφάλεια γιά ἐπιστημονικούς καί θεολογικούς λόγους.»[13]
Εἶναι ἄξιον ἀπορίας πῶς ἕνας καταξιωμένος ἐπιστήμονας, ὅπως εἶναι ὁ Φάλκε, ὀπαδός ὅπως εἶναι φανερό τῆς ΘτΈ, νά καταφεύγει στό Εὐαγγέλιο γιά νά στηρίξει τά πορίσματα τῆς ἐπιστήμης του ! Νά σημειώσουμε ἐπίσης ὅτι ὁ γνωστός αὐτός ἐπιστήμονας ἔχει διοριστεῖ καί ποιμένας τῆς προτεσταντικῆς «ἐκκλησίας» τῶν Κάτω Χωρῶν. Καταλαβαίνουμε ἔτσι ἀπό πού πηγάζει τό θεολογικό μπέρδεμα αὐτοῦ τοῦ καθηγητῆ. Δέν μπορεῖ ὁ ποιμένας αὐτός τοῦ λουθηροκαλβινισμοῦ, νά διακρίνει τή διαφορά μεταξύ τῶν φυσικῶν κτιστῶν νόμων - τούς ὁποίους ὅποτε θέλει ὁ Θεός μεταβάλλει, εἴτε ἐκτάκτως ὡς θαῦμα, εἴτε μονίμως ὅπως μετά τήν πτώση τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά καί μετά τήν κοινή Ἀνάσταση– καί τῶν ἄκτιστων πνευματικῶν νόμων οἱ ὁποῖοι ἀσφαλῶς εἶναι προαιώνιοι καί ἀπαρασάλευτοι. Εἶναι γνωστό βέβαια, ὅτι οἱ λατινόφρονες αἱρετικοί «χριστιανοί» ,δέν μποροῦν νά κάνουν τήν διάκριση μεταξύ τῶν κτιστῶν φυσικῶν ἐνεργειῶν καί τῶν Ἀκτίστων ἐνεργειῶν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὅπως τήν διδάσκουν οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Εἶναι γνωστό ἄλλωστε τό αἱρετικό δόγμα τῆς «κτιστῆς χάριτος» τοῦ Ρωμαιοκαθολικισμοῦ .Καταλήγουν ἔτσι αὐτοί οἱ ἐπιστήμονες, παιδιά τῶν αἱρέσεων τῆς Δύσης, σέ «αἱρετικά» ἐπιστημονικά δόγματα ὅπως αὐτό τοῦ ὁμοιομορφισμοῦ, γιατί μελετοῦν τίς Γραφές μέ ἐγκεφαλικό τρόπο. Καί καταλήγουν νά πιστεύουν ὅτι μελετώντας τίς τάχα αἰώνιες καί ἀμετάβλητες ἐνέργειες τῆς φύσης θά γνωρίσουν τίς ἀπαρχές τοῦ σύμπαντος. Δέν κατανοοῦν ἔτσι οἱ αἱρετικοί προοδευτικοί «χριστιανοί» στήν Δύση ὅτι ἀποδεχόμενοι τό δόγμα τοῦ ὁμοιομορφισμοῦ, οὐσιαστικά συμπλέουν μέ τήν ἀθεϊστική φυσιοκρατία. Διότι ὅταν ἀποδέχεσαι ὅτι ἡ φύση δέν μεταβάλλει τούς νόμους της ποτέ, ὅπως δέν μεταβάλλονται καί οἱ Ἄκτιστες Ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ, οὐσιαστικά θεοποιεῖς τήν φύση.
Πρέπει νά γνωρίζει κάποιος, ἄν θέλει νά ἔχει κάποιο ὀρθό κριτήριο γιά τήν ἐξελικτική ἰδέα, ὅτι ὅλο τό οἰκοδόμημα αὐτό τοῦ ἐξελικτισμοῦ βασίζεται σέ ἕνα ἀξίωμα , ἕνα δόγμα πού δέν ὑπάρχει δυνατότητα νά διαψευσθεῖ, ἀλλά οὔτε νά ἐπαληθευθεῖ πειραματικά. Τό δόγμα αὐτό τό ὁποῖο ἐμφανίστηκε γιά πρώτη φορά ἀπό κάποιον Γεωλόγο τόν James Hutton (1726 – 1797) ἀλλά καί τόν Charles Lyell (1797 – 1875), πού δίδαξε καί ὑποστήριξε ὅπως προαναφέραμε τόν Δαρβίνο στήν διάδοση τῆς θεωρίας του, λέει: «Μποροῦμε μελετώντας τά σημερινά φυσικά φαινόμενα, νά συμπεράνουμε τί ἔγινε στό ἀπώτερο παρελθόν τότε πού ἐμφανίστηκαν γιά πρώτη φορά πρωτότυπες μορφές ὄντων, δισεκατομμύρια χρόνια πρίν νά ἐμφανιστεῖ ὁ ἄνθρωπος. Μία ἄλλη διατύπωση αὐτοῦ τοῦ δόγματος εἶναι «τό κλειδί γιά τό παρελθόν εἶναι τό παρόν».
Μία τέτοια ὅμως μεθοδολογία προκειμένου νά ἀποδείξουμε ὅτι ἔγινε ἡ ἐξέλιξη στή διάβα δισεκατομμυρίων ἐτῶν, προϋποθέτει τήν ἀξιωματική παραδοχή ὅτι ὅ,τι συμβαίνει σήμερα στή φύση, π.χ ὁ ρυθμός μεταστοιχείωσης[10] τῶν ραδιενεργῶν στοιχείων, ἡ ταχύτητα τοῦ φωτός, ἤ τῆς ἐναπόθεσης ἱζημάτων στόν πυθμένα τῆς θάλασσας, ἡ ἔνταση τῆς κοσμικῆς ἀκτινοβολίας κ.ἄ. συνέβαινε ἀκριβῶς μέ τόν ἴδιο ρυθμό πάντα στή φύση. Αὐτό τό δόγμα ὀνομάστηκε στή Γεωλογία καί τή Βιολογία ὁμοιομορφισμός. Καί ἦταν αὐτή ἡ ἰδέα πού βρῆκαν ὅπως εἴπαμε παραπάνω, ἀπαράδεκτη καί ἀντιεπιστημονική οἱ σπουδαιότεροι ἐπιστήμονες τῆς ἐποχῆς. Μάλιστα ὁ μεγάλος φυσικός Λόρδος Κέλβιν[11] προσπάθησε νά δείξει τό λάθος αὐτοῦ τοῦ δόγματος καί «ἀπέδειξε» μέ μαθηματικούς ὑπολογισμούς, ὅτι ἄν ἡ γῆ ἦταν δισεκατομμυρίων ἐτῶν ὅπως ἰσχυρίζονται οἱ ἐξελικτικοί, ἡ θερμική ἐνέργεια πού ἐκπέμπεται ἀπό τό ἐσωτερικό της πρός τά ἔξω ἄν ἀκολουθοῦσε τόν ἴδιο ρυθμό ἐπί δισεκατομμύρια ἔτη θά εἶχε λιώσει καί διαλύσει τά πάντα στή γῆ . Φυσικά οἱ ἐξελικτικοί εἶπαν τά δικά τους ἀντεπιχειρήματα καί συνέχισαν νά πιστεύουν αὐτό τό δόγμα. Ἔτσι καί ἀλλιῶς, ὅπως εἴπαμε καί παραπάνω, μπορεῖ ὁ καθένας νά λέει ὅ,τι θέλει γύρω ἀπό αὐτό τό ζήτημα, καθόσον δέν ὑπάρχει καμία δυνατότητα νά ταξιδέψει κανείς πίσω στό χρόνο γιά νά δεῖ τί ἔγινε τότε. Ὅπως ἐπίσης δέν ὑπάρχει ἡ δυνατότητα νά διαψεύσει κανείς πειραματικά τήν ἰδέα ὅτι πρίν ἀπό δισεκατομμύρια ἔτη, οἱ ρυθμοί στήν φύση ἦταν οἱ ἴδιοι. Πρόκειται γιά ἕνα δόγμα ἐκτός φυσικῆς πραγματικότητας καί συνεπῶς ἐκτός τοῦ πεδίου ἔρευνας τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν.
Σέ αὐτό τό δόγμα, βασίζεται καί ἡ μέτρηση τῆς ἡλικίας τοῦ σύμπαντος, τήν ὁποία συναντᾶμε ὡς ἀπόλυτη βεβαιότητα ὅπως εἴπαμε σέ ὅλα τά σχολικά βιβλία νά εἶναι 14 δίς. ἔτη χωρίς βέβαια κάτι τέτοιο νά ἔχει ἀποδειχτεῖ ἀπό κανέναν ἐπιστήμονα ὅτι ἰσχύει.. Ἐφόσον λέγουν κάποιοι ἐπιστήμονες, ἕνα ἀστέρι εἶναι πολύ μακριά ἀπό τή γῆ, καί τό φῶς πού ταξιδεύει μέ 300.000 Km./sec χρειάζεται π.χ 10 δισεκατομμύρια ἔτη νά φτάσει στή γῆ, ἄρα τό σύμπαν ἔχει τεράστια ἡλικία. Αὐτό ἀκούγεται στόν κοινό νοῦ λογικό. Ὅμως ἐμφανίζονται ἀξιόλογοι ἐπιστήμονες καί ρωτοῦν « Πώς γνωρίζουμε ὅτι ἡ ταχύτητα τοῦ φωτός, τά μαγνητικά πεδία, οἱ βαρυτικές δυνάμεις καί ἡ διαστολή τοῦ σύμπαντος, ὅτι ἦταν πάντα τά ἴδια ὥστε νά μποροῦμε νά ἐξάγουμε ἀσφαλῆ συμπεράσματα γιά δισεκατομμύρια ἔτη πρίν»;
Εἶναι ἐνδιαφέρον ἐδῶ νά ἀναφέρουμε πώς ὑπεραμύνεται αὐτοῦ τοῦ ἀντιεπιστημονικοῦ δόγματος πού στηρίζει κυριολεκτικά ὅλο τό ἐξελικτικό οἰκοδόμημα, ὁ γνωστός Γερμανός Ἀστροφυσικός Heino Falcke (1966 -) καθηγητής ραδιοαστρονομίας καί φυσικῆς ἀστροσωματιδίων στό Πανεπιστήμιο Radboud Nijmegen,:
«Γιά μένα τό πιό συναρπαστικό καί ἐπαρκές ἐπιχείρημα γιά ἕνα πολύ παλιό σύμπαν προέρχεται ἀπό τό μέγεθός του καί ἀπό τό χρόνο πού χρειάζεται γιά νά φτάσει τό φῶς: ἀπό τά περισσότερα μέρη τοῦ σύμπαντος χρειάζονται ἑκατομμύρια ἤ καί δισεκατομμύρια χρόνια. Αὐτό εἶναι πού ὅλοι πρέπει νά καταλάβουν καί νά ἀντιμετωπίσουν πρῶτα.
Ὅπως ἐξηγῶ παρακάτω, αὐτό πού διαπιστώνουμε εἶναι ὅτι καί τότε ἡ ταχύτητα τοῦ φωτός δέν ἦταν πολύ διαφορετική ἀπό αὐτή πού εἶναι σήμερα.»[12]
Μέχρι ἐδῶ ὁ Φάλκε ὁμιλεῖ ὡς ἐπιστήμονας χωρίς βέβαια νά παρουσιάζει κανένα σοβαρό ἐπιστημονικό ἐπιχείρημα πού νά στηρίζει τό δόγμα τοῦ ὁμοιομορφισμοῦ. Καί ξαφνικά, μετατρέπεται σέ θεολόγο καί καταφεύγει στό Εὐαγγέλιο γιά νά στηρίξει τό ὑποτίθεται ἐπιστημονικό δόγμα τοῦ ὁμοιομορφισμοῦ:
«Ὅταν ὁ Ἰησοῦς μιλάει γιά τούς ἀμετάβλητους θεϊκούς νόμους, δηλώνοντας ὅτι "ἕως ἄν παρέλθη ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ, ἰῶτα ἕν ἤ μία κεραία οὐ μή παρέλθῃ ἀπό τοῦ νόμου ἕως ἄν πάντα γένηται»" (Ματθαῖος 5: 17-20) ἐννοεῖ μόνο τούς πνευματικούς νόμους; Αὐτό δέν ἰσχύει καί γιά ὁλόκληρη τήν τάξη στήν ὁποία ὑπόκειται ἡ δημιουργία; Τί ἀξία ἔχουν αὐτοί οἱ πνευματικοί νόμοι, ἄν ὁ Θεός ἀλλάξει τούς νόμους τοῦ κόσμου μέσα στόν ὁποῖο οἱ ἄνθρωποι πρέπει νά λειτουργοῦν μέ βούληση ὅταν στήν πραγματικότητα δέν ὑπάρχει πραγματικά τάξη; Ἐάν δέν θά ἀλλάξει τούς πνευματικούς νόμους στούς ὁποίους θά πρέπει νά ἀκολουθοῦν οἱ ἄνθρωποι, γιατί θά ἔπρεπε νά διασαλεύει τούς φυσικούς νόμους μέσα στούς ὁποίους παραμένουν τά πετρώματα; Ἐξάλλου, οἱ νόμοι τῆς φύσης εἶναι τό θεμέλιο πάνω στό ὁποῖο λειτουργεῖ ἡ καθημερινή μας ζωή.
…Ἐάν οἱ νόμοι τῆς φύσης ἀλλάξουν σέ μία καθημερινή βάση, οἱ φυσικοί νόμοι θά γίνουν χωρίς νόημα καί δέν θά μποροῦσε νά κατασκευαστεῖ ἀξιόπιστο μηχάνημα. Ἐάν δέν μποροῦμε νά πιστέψουμε ὅτι οἱ νόμοι τῆς ἀεροδυναμικῆς ἰσχύουν σήμερα μέ τόν ἴδιο τρόπο πού λειτουργοῦσαν χθές, θά ἔπρεπε ἁπλῶς νά βασιστοῦμε στά θαύματα - ἤ στήν πραγματικότητα στήν τύχη - γιά νά πετάξουν τά ἀεροπλάνα. Προβλέπω ὅτι ἀκόμα καί οἱ πιό πιστοί ἀπό ἐμᾶς δέν θά ἔμπαιναν ποτέ σέ ἕνα τέτοιο ἀεροπλάνο ἄν δέν εἶχαν ἄλλη ἐπιλογή.
..Ὡς ἐκ τούτου, ὑπό τό πρίσμα εὐρέως καί δημοσίως προσβάσιμων γνώσεων καί ἐμπειριῶν σχετικά μέ τό μέγεθος τοῦ σύμπαντος, ἕνα σύμπαν 6000 ἐτῶν μπορεῖ νά ἀπορριφθεῖ σταθερά καί μέ ἀσφάλεια γιά ἐπιστημονικούς καί θεολογικούς λόγους.»[13]
Εἶναι ἄξιον ἀπορίας πῶς ἕνας καταξιωμένος ἐπιστήμονας, ὅπως εἶναι ὁ Φάλκε, ὀπαδός ὅπως εἶναι φανερό τῆς ΘτΈ, νά καταφεύγει στό Εὐαγγέλιο γιά νά στηρίξει τά πορίσματα τῆς ἐπιστήμης του ! Νά σημειώσουμε ἐπίσης ὅτι ὁ γνωστός αὐτός ἐπιστήμονας ἔχει διοριστεῖ καί ποιμένας τῆς προτεσταντικῆς «ἐκκλησίας» τῶν Κάτω Χωρῶν. Καταλαβαίνουμε ἔτσι ἀπό πού πηγάζει τό θεολογικό μπέρδεμα αὐτοῦ τοῦ καθηγητῆ. Δέν μπορεῖ ὁ ποιμένας αὐτός τοῦ λουθηροκαλβινισμοῦ, νά διακρίνει τή διαφορά μεταξύ τῶν φυσικῶν κτιστῶν νόμων - τούς ὁποίους ὅποτε θέλει ὁ Θεός μεταβάλλει, εἴτε ἐκτάκτως ὡς θαῦμα, εἴτε μονίμως ὅπως μετά τήν πτώση τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά καί μετά τήν κοινή Ἀνάσταση– καί τῶν ἄκτιστων πνευματικῶν νόμων οἱ ὁποῖοι ἀσφαλῶς εἶναι προαιώνιοι καί ἀπαρασάλευτοι. Εἶναι γνωστό βέβαια, ὅτι οἱ λατινόφρονες αἱρετικοί «χριστιανοί» ,δέν μποροῦν νά κάνουν τήν διάκριση μεταξύ τῶν κτιστῶν φυσικῶν ἐνεργειῶν καί τῶν Ἀκτίστων ἐνεργειῶν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὅπως τήν διδάσκουν οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Εἶναι γνωστό ἄλλωστε τό αἱρετικό δόγμα τῆς «κτιστῆς χάριτος» τοῦ Ρωμαιοκαθολικισμοῦ .Καταλήγουν ἔτσι αὐτοί οἱ ἐπιστήμονες, παιδιά τῶν αἱρέσεων τῆς Δύσης, σέ «αἱρετικά» ἐπιστημονικά δόγματα ὅπως αὐτό τοῦ ὁμοιομορφισμοῦ, γιατί μελετοῦν τίς Γραφές μέ ἐγκεφαλικό τρόπο. Καί καταλήγουν νά πιστεύουν ὅτι μελετώντας τίς τάχα αἰώνιες καί ἀμετάβλητες ἐνέργειες τῆς φύσης θά γνωρίσουν τίς ἀπαρχές τοῦ σύμπαντος. Δέν κατανοοῦν ἔτσι οἱ αἱρετικοί προοδευτικοί «χριστιανοί» στήν Δύση ὅτι ἀποδεχόμενοι τό δόγμα τοῦ ὁμοιομορφισμοῦ, οὐσιαστικά συμπλέουν μέ τήν ἀθεϊστική φυσιοκρατία. Διότι ὅταν ἀποδέχεσαι ὅτι ἡ φύση δέν μεταβάλλει τούς νόμους της ποτέ, ὅπως δέν μεταβάλλονται καί οἱ Ἄκτιστες Ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ, οὐσιαστικά θεοποιεῖς τήν φύση.
Δαρβινισμός : Ἡ «θεωρία» πού δέν πίστεψε κανείς:
Θά ἐξετάσουμε στή συνέχεια τί λένε διακεκριμένοι
ἐπιστήμονες γιά τήν ἀποδεικτική ἰσχύ τῆς δαρβινικῆς θεωρίας καί κατά πῶς
αὐτή εἶναι ἐπιβεβαιωμένο γεγονός.
Ὁ περίφημος Βρετανός ἀστρονόμος καί ὁ μαθηματικός Sir Fred Hoyle, δίχως νά ὑποστηρίζει τόν δημιουργισμό δηλώνοντας μάλιστα ἀγνωστικιστής, ἄσκησε σφοδρή κριτική στόν δαρβινικό ἐξελικτισμό λέγοντας κάποτε: "Ὁ ἐπιστημονικός κόσμος ἔχει ἐμπνευστεῖ ἀπό τήν πίστη ὅτι ἡ ἐξέλιξη ἔχει ἀποδειχθεῖ. Τίποτα δέν θά μποροῦσε νά ἀπέχει περισσότερο ἀπό τήν ἀλήθεια. " [14] Ἀλλά καί ὁ φημισμένος μηχανολόγος τῆς Nasa πού συμμετεῖχε στήν κατασκευή τῶν πρώτων δορυφόρων στήν Ἀμερική, ὁ Δρ Χένρι Ρίχτερ (Henry Richter), θά πεῖ : «Γιά πολύ καιρό πίστευα ὅτι ὁ Θεός χρησιμοποίησε τήν ἐξέλιξη γιά νά βάλει τά πάντα σέ ἑνότητα , ἀλλά αὐτό δέν εἶναι δυνατό. Σχετικά μέ τή θεωρία τῆς μεγάλης ἔκρηξης (Bing-Bang) καί τίς προσπάθειες τοῦ ἀνθρώπου νά ἐξηγήσει τό σύμπαν χωρίς ἕναν Δημιουργό, εἶπε: «Τό Bing-Bang καί ἡ ἐξέλιξη εἶναι ἕνα ἀπό τά μεγαλύτερα παραμύθια γιά ἐνήλικες πού μπορῶ νά φανταστῶ»[15] . Ἀκόμα ὁ διάσημος Ζωολόγος καί καθηγητής L.H.Matthews[16] θά γίνει αὐστηρός καί δεικτικός κατά τῶν «παντοδύναμων» ἐξελικτικῶν: «Ἀποδεχόμενοι τήν ἐξέλιξη ὡς γεγονός πολλοί βιολόγοι παύουν νά σκέφτονται ὅτι ἡ ἐπιστήμη χτίζεται σέ θεωρίες πού ἀποδεικνύονται σωστές μέσῳ πειραμάτων, ἤ παύουν νά θυμοῦνται ὅτι ἡ θεωρία τῆς ἐξέλιξης τῶν ζώων δέν ἔχει ποτέ ἀποδειχθεῖ σωστή μέ κάποιον παρόμοιο τρόπο. ... Ἡ πίστη στή θεωρία τῆς ἐξέλιξης εἶναι ἔτσι ἀκριβῶς παράλληλη μέ τήν πίστη στήν εἰδική δημιουργία. Καί οἱ δυό εἶναι ἀπόψεις πού οἱ πιστοί ξέρουν ὅτι εἶναι ἀλήθεια, ἀλλά κανένας μέχρι σήμερα δέν ἔχει σταθεῖ ἱκανός νά τήν ἀποδείξει»[17]. Ἀλλά καί γιά τά περίφημα ἀπολιθώματα καί τά κρανία – τούς περίφημους «προγόνους» τοῦ ἀνθρώπου, πού δεσπόζουν μόνιμα δεκαετίες τώρα στά σχολικά βιβλία τάχα σάν ἀποδεικτικά στοιχεῖα τῆς ἐξέλιξης τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τά πιθηκοειδῆ- ἔχει ἀσκηθεῖ ἔντονη κριτική. Τά παρακάτω ἀνήκουν στή γραφίδα ἑνός ἀγνωστικιστῆ καί πιστοῦ στήν ἰδέα τῆς ἐξέλιξης, γνωστοῦ καθηγητῆ Γενετικῆς καί μαθηματικοῦ στό πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, τοῦ περίφημου Richard Lewontin : « Ἡ ἀναζήτηση τοῦ Ἐλλείποντος Κρίκου , τῆς πλέον παλαιᾶς μορφῆς ἡ ὁποία συνδέεται εὐθέως μέ τούς προγόνους τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι μία αὐταπάτη. Κανείς δέν γνωρίζει , κι οὔτε θά γνωρίσει ποτέ, βασιζόμενος στό εἶδος τῶν μαρτυριῶν πού διαθέτουμε σήμερα, ἐάν κάποιο ἀπολίθωμα εἶναι ἄμεσος πρόγονος τῶν ἀνθρώπων οἱ ὁποῖοι τό ἔχουν ἀνακαλύψει καί γράφουν βιβλία γιαυτό»[18] .
Ἐπίσης ὁ φανατικότερος ἴσως τῶν σύγχρονων Νεοδαρβινιστῶν, ὁ Ρ. Ντώκινς θά πεῖ: «Ἡ ἐξήγηση τῆς καταγωγῆς τῆς ζωῆς πού θά δώσω εἶναι κατ΄ἀνάγκη θεωρητική. Σίγουρα δέν ὑπῆρχε κανείς ἐκεῖ γιά νά δεῖ τί συμβαίνει»[19].
Τέλος ὁ φημισμένος D.M.S. Watson καί ὀπαδός τοῦ ἐξελικτισμοῦ, θά πεῖ « Ἡ θεωρία τῆς ἐξελίξεως εἶναι μία θεωρία παγκοσμίως ἀποδεκτή ὄχι γιατί μπορεῖ νά ἀποδειχτεῖ μέ λογικά συνεπῆ ἀπόδειξη γιά νά εἶναι ἀληθινή, ἀλλά, γιατί ἡ μόνη ἐναλλακτική, εἰδική δημιουργία, εἶναι καθαρά ἀπίστευτη»![20]
Θά μπορούσαμε νά γεμίσουμε κυριολεκτικά ἕνα βιβλίο μέ τίς γνῶμες τῶν πιό σημαντικῶν ἐπιστημόνων μέχρι σήμερα, ἀκόμα καί ἀγνωστικιστῶν, οἱ ὁποῖοι δίχως φόβο ὅτι ἔρχονται σέ ἀντίθεση μέ τήν ἐπιστήμη - γιατί ἀκριβῶς εἶναι αὐτοί πού γνωρίζουν τί εἶναι ἐπιστήμη - θέτουν ἔξω ἀπό τό πεδίο τῆς γνώσης τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν τόν δαρβινισμό. Δέν λέγουν ὅτι δέν ἔχει ἀποδειχθεῖ ἀκόμα ἡ δαρβινική θεωρία καί ἴσως μέ τήν πρόοδο τῆς ἐπιστήμης θά ἀποδειχθεῖ. Δηλώνουν κατηγορηματικά ὅτι δέν εἶναι δυνατόν ποτέ νά ἀποδειχθεῖ ἕνα τέτοιο ὑποθετικό σενάριο, ὅπως ἀπεδείχθη πειραματικά π.χ ἡ κβαντική θεωρία, ἡ θεωρία τῆς Θερμοδυναμικῆς κ.ἄ. πέρα ἀπό τίς ἀτέλειες καί τά λάθη πού μπορεῖ νά περιέχει μία θεωρία καί τά ὁποῖα μπορεῖ μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου νά διορθωθοῦν.
Ὅμως θά ἀρκοῦσε γιά τοῦ λόγου τό ἀληθές ἄν παραθέταμε τά λόγια τοῦ ἰδίου τοῦ Δαρβίνου ὁ ὁποῖος σέ κάποια στιγμή εἰλικρίνειας καί ἀμφιβολίας γιά τήν «ἐπαναστατική» αὐτή ἰδέα του, θά γράψει κάτι ἀπροσδόκητο πού κάνει νά «τρίζει» αὐτή ἡ αὐτάρεσκη σιγουριά γιά τήν ἐξέλιξη πού ἔχουν οἱ ὀπαδοί της. Παραθέτουμε τό πρωτότυπο κείμενο ἀπό τήν περίφημη ἔκδοση τῆς «Καταγωγῆς τῶν Εἰδῶν» πού ἐκδόθηκε γιά πρώτη φορά τό 1859:
«To suppose that the eye with all its inimitable contrivances for adjusting the focus to different distances, for admitting different amounts of light, and for the correction of spherical and chromatic aberration(ἀπόκλιση), could have been formed by natural selection, seems, I freely confess( ὁμολογῶ), absurd in the highest degree."[21] Δηλαδή: « Τό νά ὑποθέσουμε ὅτι ὁ ὀφθαλμός μέ ὅλες τίς μοναδικές κατασκευές του προκειμένου νά ρυθμίζει τήν ἑστίαση γιά διαφορετικές ἀποστάσεις, νά δέχεται διαφορετικά ποσά φωτός καί νά διορθώνει τίς σφαιρικές καί χρωματικές ἀποκλίσεις, ἔχει διαμορφωθεῖ ἀπό τήν Φυσική Ἐπιλογή, φαίνεται, γιά νά τό ὁμολογήσω ἐλεύθερα, στόν ὕψιστο βαθμό παράλογο».
Ἄν ὁ ἴδιος ὁ ἱδρυτής τῆς ἐξελικτικῆς ἰδέας, δέν πίστευε στήν ἀλήθεια αὐτῆς τῆς ἐπιστημονικοφανοῦς θεωρίας, τότε ποιός ἀλήθεια μπορεῖ νά τήν πιστεύει χωρίς νά ἀμφιβάλλει σοβαρά; Ἀλλά καί ὁ Ζωολόγος καί γνωστός νεοδαρβινιστής Ἐρνστ Mayr θά πεῖ τό ἑξῆς καταπληκτικό πού σοκάρει ἀσφαλῶς τούς ἐξελικτικούς: «Πράγματι εἶναι ἀλήθεια, ὅτι μερικοί ἀπό τούς ἐξέχοντες Δαρβινιστές ὅπως ὁ Lyell καί ὁ Huxley ποτέ δέν πίστευαν στή Φυσική Ἐπιλογή. Οὔτε ὁ Huxley οὔτε ὁ Lyell ἀποδέχτηκαν τήν πίστη τοῦ Δαρβίνου στήν ὁλοκληρωτική βαθμιαία ἐξέλιξη. …Ὁ Δαρβινισμός σήμαινε ἁπλά τήν ἄρνηση τῆς εἰδικῆς Δημιουργίας καί τήν ἀντικατάστασή της μέ τή θεωρία τῆς ἐξέλιξης καί συγκεκριμένα μέ τή θεωρία τῆς κοινῆς καταγωγῆς.… Ἡ λειτουργία τῶν φυσικῶν διεργασιῶν ἀντικατέστησε τό «χέρι τοῦ Θεοῦ». Ὁ Θεός «ἐκθρονίστηκε» ὅπως τό διετύπωσε ἕνας ἀπό τούς ἐπικριτές τοῦ Δαρβίνου. Πράγματι ὁ Θεός δέν ἔπαιζε κανένα ρόλο στά ἑρμηνευτικά σχήματα τοῦ Δαρβίνου….»[22].
Νά λοιπόν πόσο δίκιο εἶχε ὁ ἅγιος Παΐσιος, ὅταν ἔλεγε μέ τό διορατικό του αἰσθητήριο, ὅτι αὐτοί πού διασπείρουν στόν κόσμο τήν ἰδέα τῆς ἐξελίξεως ,οὐσιαστικά δέν τήν πιστεύουν οὔτε οἱ ἴδιοι! Ἁπλῶς, διακατεχόμενοι ἀπό ἕνα ἀντιχριστιανικό μένος, πολεμοῦν τήν χριστιανική πίστη προκειμένου νά τήν ἀντικαταστήσουν μέ μία ἄλλη φυσιολατρική.
Ἐν τούτοις , καί σέ πεῖσμα τῶν πλέον καταξιωμένων ἐπιστημόνων πού γνωρίσαμε παραπάνω νά ἀμφισβητοῦν τήν ἐξελικτική θεωρία ὡς μία γνήσια ἐπιστημονική θεωρία πού ἐπαληθεύεται πειραματικά, οἱ μαθητές τῆς Γ΄ Λυκείου, διδάσκονται καί ὑποχρεώνονται στανικά νά μάθουν παπαγαλία προκειμένου νά ἐξεταστοῦν στίς Πανελλήνιες ἐξετάσεις, ἀπό τό βιβλίο Βιολογίας Γενικῆς Παιδείας γνώσεις ὅπως :
«ἡ ἔρευνα σέ ἄλλες περιοχές τῆς Βιολογίας, ἰδιαίτερα στή Μοριακή Βιολογία, δέ γεννοῦν καμία ἀμφιβολία ὅτι ὁ ἄνθρωπος ὅπως καί κάθε ἄλλος ὀργανισμός τοῦ πλανήτη εἶναι προϊόν ἐξέλιξης»[23]. Ἡ δήλωση ἀσφαλῶς αὐτή ἔχει ξεκάθαρα θρησκευτική χροιά. Εἶναι ἡ θρησκευτικῆς τάξεως πίστη τῶν ὀπαδῶν τῆς ἐπιστημολατρείας καί τῆς φυσιοκρατίας πού δέν καταλάβανε ὅτι τό πρῶτο πράγμα πού πρέπει νά ἔχει στό νοῦ του ἕνας ἐπιστήμονας εἶναι ἡ ἀμφιβολία ἰδιαίτερα γιά ὑπαρξιακά ζητήματα ὅπως εἶναι ἡ δημιουργία τῶν ὄντων. Τό κακό ὅμως εἶναι ὅτι τήν θρησκεία τους, οἱ ἰθύνοντες τῶν Παιδαγωγικῶν Ἰνστιτούτων, τήν ἐπιβάλλουν ὑποχρεωτικά στούς Ὀρθόδοξους Ἕλληνες μαθητές ἀσκώντας ἔτσι κατά παράβασιν τοῦ Συντάγματος, ἀθέμιτο προσηλυτισμό.
Ὁ περίφημος Βρετανός ἀστρονόμος καί ὁ μαθηματικός Sir Fred Hoyle, δίχως νά ὑποστηρίζει τόν δημιουργισμό δηλώνοντας μάλιστα ἀγνωστικιστής, ἄσκησε σφοδρή κριτική στόν δαρβινικό ἐξελικτισμό λέγοντας κάποτε: "Ὁ ἐπιστημονικός κόσμος ἔχει ἐμπνευστεῖ ἀπό τήν πίστη ὅτι ἡ ἐξέλιξη ἔχει ἀποδειχθεῖ. Τίποτα δέν θά μποροῦσε νά ἀπέχει περισσότερο ἀπό τήν ἀλήθεια. " [14] Ἀλλά καί ὁ φημισμένος μηχανολόγος τῆς Nasa πού συμμετεῖχε στήν κατασκευή τῶν πρώτων δορυφόρων στήν Ἀμερική, ὁ Δρ Χένρι Ρίχτερ (Henry Richter), θά πεῖ : «Γιά πολύ καιρό πίστευα ὅτι ὁ Θεός χρησιμοποίησε τήν ἐξέλιξη γιά νά βάλει τά πάντα σέ ἑνότητα , ἀλλά αὐτό δέν εἶναι δυνατό. Σχετικά μέ τή θεωρία τῆς μεγάλης ἔκρηξης (Bing-Bang) καί τίς προσπάθειες τοῦ ἀνθρώπου νά ἐξηγήσει τό σύμπαν χωρίς ἕναν Δημιουργό, εἶπε: «Τό Bing-Bang καί ἡ ἐξέλιξη εἶναι ἕνα ἀπό τά μεγαλύτερα παραμύθια γιά ἐνήλικες πού μπορῶ νά φανταστῶ»[15] . Ἀκόμα ὁ διάσημος Ζωολόγος καί καθηγητής L.H.Matthews[16] θά γίνει αὐστηρός καί δεικτικός κατά τῶν «παντοδύναμων» ἐξελικτικῶν: «Ἀποδεχόμενοι τήν ἐξέλιξη ὡς γεγονός πολλοί βιολόγοι παύουν νά σκέφτονται ὅτι ἡ ἐπιστήμη χτίζεται σέ θεωρίες πού ἀποδεικνύονται σωστές μέσῳ πειραμάτων, ἤ παύουν νά θυμοῦνται ὅτι ἡ θεωρία τῆς ἐξέλιξης τῶν ζώων δέν ἔχει ποτέ ἀποδειχθεῖ σωστή μέ κάποιον παρόμοιο τρόπο. ... Ἡ πίστη στή θεωρία τῆς ἐξέλιξης εἶναι ἔτσι ἀκριβῶς παράλληλη μέ τήν πίστη στήν εἰδική δημιουργία. Καί οἱ δυό εἶναι ἀπόψεις πού οἱ πιστοί ξέρουν ὅτι εἶναι ἀλήθεια, ἀλλά κανένας μέχρι σήμερα δέν ἔχει σταθεῖ ἱκανός νά τήν ἀποδείξει»[17]. Ἀλλά καί γιά τά περίφημα ἀπολιθώματα καί τά κρανία – τούς περίφημους «προγόνους» τοῦ ἀνθρώπου, πού δεσπόζουν μόνιμα δεκαετίες τώρα στά σχολικά βιβλία τάχα σάν ἀποδεικτικά στοιχεῖα τῆς ἐξέλιξης τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τά πιθηκοειδῆ- ἔχει ἀσκηθεῖ ἔντονη κριτική. Τά παρακάτω ἀνήκουν στή γραφίδα ἑνός ἀγνωστικιστῆ καί πιστοῦ στήν ἰδέα τῆς ἐξέλιξης, γνωστοῦ καθηγητῆ Γενετικῆς καί μαθηματικοῦ στό πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, τοῦ περίφημου Richard Lewontin : « Ἡ ἀναζήτηση τοῦ Ἐλλείποντος Κρίκου , τῆς πλέον παλαιᾶς μορφῆς ἡ ὁποία συνδέεται εὐθέως μέ τούς προγόνους τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι μία αὐταπάτη. Κανείς δέν γνωρίζει , κι οὔτε θά γνωρίσει ποτέ, βασιζόμενος στό εἶδος τῶν μαρτυριῶν πού διαθέτουμε σήμερα, ἐάν κάποιο ἀπολίθωμα εἶναι ἄμεσος πρόγονος τῶν ἀνθρώπων οἱ ὁποῖοι τό ἔχουν ἀνακαλύψει καί γράφουν βιβλία γιαυτό»[18] .
Ἐπίσης ὁ φανατικότερος ἴσως τῶν σύγχρονων Νεοδαρβινιστῶν, ὁ Ρ. Ντώκινς θά πεῖ: «Ἡ ἐξήγηση τῆς καταγωγῆς τῆς ζωῆς πού θά δώσω εἶναι κατ΄ἀνάγκη θεωρητική. Σίγουρα δέν ὑπῆρχε κανείς ἐκεῖ γιά νά δεῖ τί συμβαίνει»[19].
Τέλος ὁ φημισμένος D.M.S. Watson καί ὀπαδός τοῦ ἐξελικτισμοῦ, θά πεῖ « Ἡ θεωρία τῆς ἐξελίξεως εἶναι μία θεωρία παγκοσμίως ἀποδεκτή ὄχι γιατί μπορεῖ νά ἀποδειχτεῖ μέ λογικά συνεπῆ ἀπόδειξη γιά νά εἶναι ἀληθινή, ἀλλά, γιατί ἡ μόνη ἐναλλακτική, εἰδική δημιουργία, εἶναι καθαρά ἀπίστευτη»![20]
Θά μπορούσαμε νά γεμίσουμε κυριολεκτικά ἕνα βιβλίο μέ τίς γνῶμες τῶν πιό σημαντικῶν ἐπιστημόνων μέχρι σήμερα, ἀκόμα καί ἀγνωστικιστῶν, οἱ ὁποῖοι δίχως φόβο ὅτι ἔρχονται σέ ἀντίθεση μέ τήν ἐπιστήμη - γιατί ἀκριβῶς εἶναι αὐτοί πού γνωρίζουν τί εἶναι ἐπιστήμη - θέτουν ἔξω ἀπό τό πεδίο τῆς γνώσης τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν τόν δαρβινισμό. Δέν λέγουν ὅτι δέν ἔχει ἀποδειχθεῖ ἀκόμα ἡ δαρβινική θεωρία καί ἴσως μέ τήν πρόοδο τῆς ἐπιστήμης θά ἀποδειχθεῖ. Δηλώνουν κατηγορηματικά ὅτι δέν εἶναι δυνατόν ποτέ νά ἀποδειχθεῖ ἕνα τέτοιο ὑποθετικό σενάριο, ὅπως ἀπεδείχθη πειραματικά π.χ ἡ κβαντική θεωρία, ἡ θεωρία τῆς Θερμοδυναμικῆς κ.ἄ. πέρα ἀπό τίς ἀτέλειες καί τά λάθη πού μπορεῖ νά περιέχει μία θεωρία καί τά ὁποῖα μπορεῖ μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου νά διορθωθοῦν.
Ὅμως θά ἀρκοῦσε γιά τοῦ λόγου τό ἀληθές ἄν παραθέταμε τά λόγια τοῦ ἰδίου τοῦ Δαρβίνου ὁ ὁποῖος σέ κάποια στιγμή εἰλικρίνειας καί ἀμφιβολίας γιά τήν «ἐπαναστατική» αὐτή ἰδέα του, θά γράψει κάτι ἀπροσδόκητο πού κάνει νά «τρίζει» αὐτή ἡ αὐτάρεσκη σιγουριά γιά τήν ἐξέλιξη πού ἔχουν οἱ ὀπαδοί της. Παραθέτουμε τό πρωτότυπο κείμενο ἀπό τήν περίφημη ἔκδοση τῆς «Καταγωγῆς τῶν Εἰδῶν» πού ἐκδόθηκε γιά πρώτη φορά τό 1859:
«To suppose that the eye with all its inimitable contrivances for adjusting the focus to different distances, for admitting different amounts of light, and for the correction of spherical and chromatic aberration(ἀπόκλιση), could have been formed by natural selection, seems, I freely confess( ὁμολογῶ), absurd in the highest degree."[21] Δηλαδή: « Τό νά ὑποθέσουμε ὅτι ὁ ὀφθαλμός μέ ὅλες τίς μοναδικές κατασκευές του προκειμένου νά ρυθμίζει τήν ἑστίαση γιά διαφορετικές ἀποστάσεις, νά δέχεται διαφορετικά ποσά φωτός καί νά διορθώνει τίς σφαιρικές καί χρωματικές ἀποκλίσεις, ἔχει διαμορφωθεῖ ἀπό τήν Φυσική Ἐπιλογή, φαίνεται, γιά νά τό ὁμολογήσω ἐλεύθερα, στόν ὕψιστο βαθμό παράλογο».
Ἄν ὁ ἴδιος ὁ ἱδρυτής τῆς ἐξελικτικῆς ἰδέας, δέν πίστευε στήν ἀλήθεια αὐτῆς τῆς ἐπιστημονικοφανοῦς θεωρίας, τότε ποιός ἀλήθεια μπορεῖ νά τήν πιστεύει χωρίς νά ἀμφιβάλλει σοβαρά; Ἀλλά καί ὁ Ζωολόγος καί γνωστός νεοδαρβινιστής Ἐρνστ Mayr θά πεῖ τό ἑξῆς καταπληκτικό πού σοκάρει ἀσφαλῶς τούς ἐξελικτικούς: «Πράγματι εἶναι ἀλήθεια, ὅτι μερικοί ἀπό τούς ἐξέχοντες Δαρβινιστές ὅπως ὁ Lyell καί ὁ Huxley ποτέ δέν πίστευαν στή Φυσική Ἐπιλογή. Οὔτε ὁ Huxley οὔτε ὁ Lyell ἀποδέχτηκαν τήν πίστη τοῦ Δαρβίνου στήν ὁλοκληρωτική βαθμιαία ἐξέλιξη. …Ὁ Δαρβινισμός σήμαινε ἁπλά τήν ἄρνηση τῆς εἰδικῆς Δημιουργίας καί τήν ἀντικατάστασή της μέ τή θεωρία τῆς ἐξέλιξης καί συγκεκριμένα μέ τή θεωρία τῆς κοινῆς καταγωγῆς.… Ἡ λειτουργία τῶν φυσικῶν διεργασιῶν ἀντικατέστησε τό «χέρι τοῦ Θεοῦ». Ὁ Θεός «ἐκθρονίστηκε» ὅπως τό διετύπωσε ἕνας ἀπό τούς ἐπικριτές τοῦ Δαρβίνου. Πράγματι ὁ Θεός δέν ἔπαιζε κανένα ρόλο στά ἑρμηνευτικά σχήματα τοῦ Δαρβίνου….»[22].
Νά λοιπόν πόσο δίκιο εἶχε ὁ ἅγιος Παΐσιος, ὅταν ἔλεγε μέ τό διορατικό του αἰσθητήριο, ὅτι αὐτοί πού διασπείρουν στόν κόσμο τήν ἰδέα τῆς ἐξελίξεως ,οὐσιαστικά δέν τήν πιστεύουν οὔτε οἱ ἴδιοι! Ἁπλῶς, διακατεχόμενοι ἀπό ἕνα ἀντιχριστιανικό μένος, πολεμοῦν τήν χριστιανική πίστη προκειμένου νά τήν ἀντικαταστήσουν μέ μία ἄλλη φυσιολατρική.
Ἐν τούτοις , καί σέ πεῖσμα τῶν πλέον καταξιωμένων ἐπιστημόνων πού γνωρίσαμε παραπάνω νά ἀμφισβητοῦν τήν ἐξελικτική θεωρία ὡς μία γνήσια ἐπιστημονική θεωρία πού ἐπαληθεύεται πειραματικά, οἱ μαθητές τῆς Γ΄ Λυκείου, διδάσκονται καί ὑποχρεώνονται στανικά νά μάθουν παπαγαλία προκειμένου νά ἐξεταστοῦν στίς Πανελλήνιες ἐξετάσεις, ἀπό τό βιβλίο Βιολογίας Γενικῆς Παιδείας γνώσεις ὅπως :
«ἡ ἔρευνα σέ ἄλλες περιοχές τῆς Βιολογίας, ἰδιαίτερα στή Μοριακή Βιολογία, δέ γεννοῦν καμία ἀμφιβολία ὅτι ὁ ἄνθρωπος ὅπως καί κάθε ἄλλος ὀργανισμός τοῦ πλανήτη εἶναι προϊόν ἐξέλιξης»[23]. Ἡ δήλωση ἀσφαλῶς αὐτή ἔχει ξεκάθαρα θρησκευτική χροιά. Εἶναι ἡ θρησκευτικῆς τάξεως πίστη τῶν ὀπαδῶν τῆς ἐπιστημολατρείας καί τῆς φυσιοκρατίας πού δέν καταλάβανε ὅτι τό πρῶτο πράγμα πού πρέπει νά ἔχει στό νοῦ του ἕνας ἐπιστήμονας εἶναι ἡ ἀμφιβολία ἰδιαίτερα γιά ὑπαρξιακά ζητήματα ὅπως εἶναι ἡ δημιουργία τῶν ὄντων. Τό κακό ὅμως εἶναι ὅτι τήν θρησκεία τους, οἱ ἰθύνοντες τῶν Παιδαγωγικῶν Ἰνστιτούτων, τήν ἐπιβάλλουν ὑποχρεωτικά στούς Ὀρθόδοξους Ἕλληνες μαθητές ἀσκώντας ἔτσι κατά παράβασιν τοῦ Συντάγματος, ἀθέμιτο προσηλυτισμό.
Ρωμαιοκαθολικισμός καί Θεϊστική Ἐξέλιξη
Πολλοί διατηροῦν τήν ἐντύπωση ὅτι ὁ Δαρβίνος
πολεμήθηκε ἀρχικά μόνο ἀπό τούς θρησκευόμενους χριστιανούς ἐκεῖ στήν
Ἀγγλία, ἐνῶ ἔγινε ἀποδεκτός ἀπό τούς ἐπιστήμονες τῆς ἐποχῆς. Καί ὅμως τό
ἀντίθετο συνέβη! Οἱ ἐπιστήμονες τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν τῆς ἐποχῆς, ὅπως
φάνηκε ἀπό τά παραπάνω, βρῆκαν ἐντελῶς ἀπαράδεκτο τόν τρόπο προσέγγισης
τῶν ἐξελικτικῶν στή μελέτη τῆς φύσεως πού ἀφοροῦσε γεγονότα ὕπαρξης καί
καταγωγῆς. Ἀντίθετα πολλοί φιλελεύθεροι ἑτερόδοξοι «χριστιανοί», κυρίως
οἱ ὀπαδοί τοῦ «Ἀλάθητου», ὅπως καί τοῦ Θωμά Ἀκινάτη καί τοῦ Βαρλαάμ ,
ἀποδέχτηκαν ἀμέσως αὐτή τήν ἀναπόδεικτη ὅπως δείξαμε θεωρία τοῦ
Δαρβίνου, συμβιβάζοντάς τη βέβαια μέ τό θεϊκό σχέδιο. Ἔτσι ξεκίνησε
ἐκεῖ στήν Ἀγγλία ἡ πίστη στήν ΘτΈ. Παραθέτουμε μερικά παραδείγματα ἀπό
τίς πιό γνωστές προσωπικότητες τῆς Ἀγγλικανικῆς Ἐκκλησίας ἐκείνης τῆς
ἐποχῆς πού ὑπεστήριξαν ἔνθερμα τόν δαρβινισμό:
Ὁ κληρικός Charles Kingsley, ἐξέχουσα προσωπικότητα καθηγητής ἱστορίας στό Καίμπριτζ καί ἡγέτης τῆς ὑπηρεσίας τῆς βασίλισσας Βικτωρίας, ὅπως καί ὁ Ἀρχιεπίσκοπος τοῦ Καντέρμπουρυ Frederick Temple, ἦταν ἀπό τούς πρώτους θεολόγους τῆς Δύσης πού στήριξαν τήν θεωρία τοῦ Δαρβίνου. Ἐπίσης ὁ Aubrey Lackington Moore (1848-1890) Ἄγγλος καθολικός ἱερέας ὑπῆρξε ἕνας ἀπό τούς πρώτους χριστιανούς δαρβινιστές. Θεωρεῖται ὡς ὁ κληρικός πού περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλο ἄτομο πολέμησε τόν δημιουργισμό, δηλαδή τήν ἰδέα ὅτι ὁ Θεός δημιούργησε γρήγορα τόν κόσμο σέ ἕξι ἡμέρες! Ὁ Moore, ὁποῖος ὑπῆρξε καί βοτανολόγος, ὑποστήριξε ὅτι ὁ δαρβινισμός δέν ἔρχεται σέ σύγκρουση μέ τόν Χριστιανισμό. Ἐπίσης,ὁ «ἅγιος» George Mivart, φυσικός καί ρωμαιοκαθολικός θεολόγος, ὑποστήριξε μέ θέρμη τήν ἐξελικτική ἰδέα, διαφωνώντας ὅμως μέ τήν ἰδέα τῆς φυσικῆς ἐπιλογῆς τοῦ Δαρβίνου.
Ἀπεφάνθησαν λοιπόν τότε οἱ ταγοί τῆς ρωμαιοκαθολικῆς αἵρεσης, ὅτι ἡ διήγηση τοῦ Μωϋσῆ γιά τίς ἕξι ἡμέρες τῆς Δημιουργίας εἶναι ἀλληγορική. Αὐτή βέβαια τήν ἰδέα περί ἀλληγορίας τῆς ἑξαήμερου δημιουργίας, γνωρίζουμε τώρα ὅτι πολλοί ἑτερόδοξοι θεολόγοι τήν εἶχαν ἀποδεχθεῖ ὡς ἰδέα καί πρίν νά ἐμφανιστεῖ ὁ Δαρβίνος μέ τή θεωρία του. Εἶχε ἀφήσει δηλαδή ὁ παπισμός μέ τήν ἀκινατική καί τήν βαρλααμική θεολογική παράδοση, ἕνα παράθυρο ἀνοιχτό γιά νά εἰσέλθει μέσα στήν «ἐκκλησία» ἡ φυσιοκρατική θρησκεία τοῦ δαρβινισμοῦ.
Ἀλλά ἔχει ἐνδιαφέρον αὐτό πού ἔγραψε ὁ Καρδινάλιος John Henry Newman ,τό 1868, μόλις 10 χρόνια μετά τήν ἐμφάνιση τῆς δαρβινικῆς θεωρίας καί πρίν ἀκόμα ὑπάρξει οἱαδήποτε ἐπιστημονική ὑποστήριξη αὐτῆς: "Ἡ θεωρία τοῦ κ. Darwin δέν χρειάζεται τότε νά εἶναι ἀθεϊστική, ἀληθινή ἤ ὄχι, μπορεῖ ἁπλῶς νά προτείνει μία μεγαλύτερη ἰδέα τῆς Θείας Προνοίας καί Δεξιοτήτων ... καί δέν βλέπω ὅτι «ἡ τυχαία ἐξέλιξη τῶν ὀργανικῶν ὄντων» εἶναι ἀσυμβίβαστη μέ τό θεϊκό σχέδιο - εἶναι τυχαῖο γιά μᾶς, ὄχι γιά τό Θεό »¨.[24]
Εἶναι ἡλίου φαεινότερο ὅτι οἱ Ἀγγλικανοί πού ἀπεδέχθησαν τήν ἐξελικτική ἰδέα , παρόμοια μέ τόν Δαρβίνο, δέν πίστευαν ἀπαραίτητα ὅτι εἶναι ἀληθινή αὐτή ἡ ἰδέα. Μᾶλλον γοητεύτηκαν ἀπό τήν ρητορική δεινότητα τοῦ Δαρβίνου καί ἀπό τόν νατουραλιστικό ἐγκεφαλικό τρόπο πού ἑρμήνευσε αὐτός τήν καταγωγή τῶν ζωντανῶν ὀργανισμῶν. Ὅπως ἐγκεφαλικά ἑρμήνευαν οἱ ἴδιοι καί τίς Γραφές.
Ἀργότερα τόν 20ο αἰώνα θά ἐμφανιστεῖ ἀκόμα ἕνας Ἰησουίτης ρωμαιοκαθολικός ἱερέας καί παλαιοντολόγος, ὁ ὁποῖος εἶχε ἐμπλακεῖ σέ ἀπάτες μέ κρανία τά ὁποῖα τάχα ἀνῆκαν σέ προγόνους τῶν ἀνθρώπων. Πρόκειται γιά τόν ἀποκρυφιστή Pierre Teilhard de Chardin ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε ὡς γνωστόν καί πνευματικός δάσκαλος τοῦ πλέον γνωστοῦ βιολόγου νεοδαρβινιστῆ Θεοδώρου Ντομπζάνσκυ. Τό ὄνομα τοῦ τελευταίου δεσπόζει στά σχολικά βιβλία Βιολογίας . Ὁ βιολόγος αὐτός, πού δηλώνει καί Ὀρθόδοξος στό θρήσκευμα, ὑπῆρξε καί ὀπαδός τῆς ΘτΈ . Σέ κάποια στιγμή θά γράψει ἀναφερόμενος σέ κάτι πού εἶχε πεῖ ὁ δάσκαλός του Teilhard:
«Ἡ ἐξέλιξις εἶναι ἕνα γενικὸ ἀξίωμα εἰς τὸ ὁποῖον ὅλες οἱ θεωρίες, ὅλες οἱ ὑποθέσεις, ὅλα τὰ συστήματα ὀφείλουν τοῦ λοιποῦ νὰ προσκυνήσουν, καί τά ὁποῖα πρέπει νά ἱκανοποιήσουν προκειμένου νὰ εἶναι λογικὰ καὶ ἀληθῆ. Ἡ ἐξέλιξις εἶναι ἕνα φῶς ποὺ φωτίζει ὅλα τὰ γεγονότα, μία τροχιὰ τὴν ὁποία ὅλες οἱ γραμμὲς σκέψης πρέπει νὰ ἀκολουθήσουν»[25].
Ὁ Teilhard μέ τά παραπάνω ἐκφράζει μέ ἀπόλυτο τρόπο τό ἀληθινό ὁλοκληρωτικό πρόσωπο τοῦ ρωμαιοκαθολικισμοῦ, ὅσο καί τοῦ δαρβινισμοῦ.
Ὅμως, ἀκόμα καί ἡ περίφημη θεωρία τοῦ Μπίνκ Μπάνκ ( Μεγάλη Ἔκρηξη), πού τόσο μεγάλη λαϊκή ἀπήχηση ἔχει παγκοσμίως (ἐξαιτίας φυσικά της διαφήμισης πού ἔχει δοθεῖ σέ αὐτή τή θεωρία), προτάθηκε καί πάλι ἀπό ἕναν Ἰησουΐτη ἱερέα τόν Βέλγο Ἀββᾶ Georges Henri Joseph Eduard Lemaitre, ( 1894 – 1966) καθηγητή τῆς Φυσικῆς, ἀστρονόμο, κοσμολόγο καί μαθηματικό. Καί εἶπε ὅτι ὁ κόσμος ξεκίνησε ἐκ τοῦ μηδενός πρίν ἀπό δισεκατομμύρια ἔτη μέ μία μεγάλη ἔκρηξη. Αὐτή τή θεωρία χλευαστικά ὁ διάσημος ἀστροφυσικός sir Hoyle ἀποκάλεσε «Μπίνκ- Μπάνκ». Ὁ Ἀϊνστάιν καί ἄλλοι μεγάλοι ἐπιστήμονες ἀπέρριψαν ἀμέσως αὐτή τή δημοφιλῆ στίς λαϊκές μάζες θεωρία, γιά τόν λόγο ὅτι αὐτή ἀποδεχόταν μία ἐκ τοῦ μηδενός δημιουργία τῆς ὕλης καί συνεπῶς παρέπεμπε σέ ἕνα Θεό Δημιουργό. Ἀντίθετα αὐτοί θεωροῦσαν, ὅπως καί οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες, ὅτι ἡ ὑλική φύση ὑπῆρχε ἀπό πάντα. Ὅμως στά ΜΜΕ,προπαγανδίζεται συνεχῶς ἡ φήμη ὅτι ἡ ἐπιστήμη καί οἱ περισσότεροι ἐπιστήμονες ἔχουν ἀποδεχθεῖ αὐτή τή θεωρία. Οὐσιαστικά ὅμως αὐτή ἡ θεωρία εἶναι μία γελοιοποίηση τῆς βιβλικῆς Δημιουργίας ἡ ὁποία παρουσιάζει τόν Θεό νά δημιουργεῖ τόν κόσμο μέ μία ἔκρηξη. Ὁ σκοπός μᾶλλον εἶναι νά παρασυρθοῦν οἱ χριστιανοί στήν ἰδέα ὅτι ἡ ἐπιστήμη καί ὁ στοχασμός τοῦ ἀνθρώπου κατόρθωσε νά «σταθεῖ» δίπλα στόν Θεό καί νά «δεῖ» ὅπως ὁ Μωϋσῆς πού μίλησε αὐτοπροσώπως μέ τόν Θεό, τήν ἀρχή τῆς Δημιουργίας. Τελικά τό Βατικανό αὐτή τήν ἀναπόδεικτη ἰδέα θά τήν ἀναγνωρίσει ἐπίσημα: «Τό 1996 ὁ πάπας Ἰωάννης Παῦλος Β’ ἐπανέλαβε τήν καθολική ἐκδοχή , σύμφωνα μέ τήν ὁποία ὁ Θεός δημιούργησε τόν κόσμο , στή συνέχεια ἔδρασαν οἱ διαδικασίες τῆς Ἐξέλιξης καί ἀναδύθηκαν οἱ ἀνθρώπινες ὀντότητες ἐνδεχομένως ἀπό πιό πρωτόγονες μορφές ζωῆς . Ὅμως τό χέρι τοῦ Θεοῦ ἦταν ἀναγκαῖο γιά νά δημιουργηθεῖ ἡ ἀνθρώπινη ψυχή (John Paul II).… »[26] .
Ὡστόσο ὑπῆρξαν καί ἄλλοι πιό συντηρητικοί ἑτερόδοξοι τῆς Ἀγγλικανικῆς καί Γερμανικῆς «ἐκκλησίας» πού ἔφεραν ἀντιρρήσεις στή νέα αὐτή προσέγγιση τῆς Βίβλου. Ἰδιαίτερα οἱ φονταμενταλιστές Προτεστάντες πού ἑρμηνεύουν κυριολεκτικά πάντα τίς Γραφές, ἀντιτάχθηκαν σέ αὐτή τήν ἀλληγορική δαρβινική ἑρμηνεία τῆς Βίβλου τήν ὁποία πολεμοῦν μέχρι σήμερα ἀκόμα καί μέ δικαστικές διαμάχες ἰδιαίτερα στήν Ἀμερική.
Τό πρόβλημα ὅμως μέ τούς φονταμενταλιστές προτεστάντες εἶναι ὅτι ἑρμηνεύουν τά πάντα στή βίβλο κυριολεκτικά προσπαθώντας νά ἀποδείξουν τή Βίβλο μέ ὀρθολογικά καί ἐπιστημονικά ἐπιχειρήματα. Ἔχουν ἀναπτύξει τήν «ἐπιστήμη» τοῦ «δημιουργισμοῦ» τήν ὁποία διδάσκουν καί στά σχολεῖα τους ξεσηκώνοντας τή μήνη φυσικά τῶν ἐξελικτικῶν. Τό ἀποτέλεσμα εἶναι νά ἀναλώνονται σέ ἀτέρμονες ἐριστικές συζητήσεις καί ντιμπέϊτ πού δέν βγάζουν πουθενά. Οὐσιαστικά ὅλες οἱ πλευρές, παιδιά τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ ὀρθολογισμοῦ, στερημένοι ἀπό τήν Ὀρθόδοξη θεολογική παράδοση, ἀγωνίζονται νά ἑρμηνεύσουν καί νά ἀποδείξουν μέ τήν λογική καί τήν ἐπιστήμη τά ἀπρόσιτα γιά τόν ἀνθρώπινο νοῦ ὑπαρξιακά ζητήματα.
Σέ γενικές γραμμές ὁ Θεϊστικός ἐξελικτισμός εἰσάγει μεταξύ ἄλλων, τά παρακάτω δόγματα:
1.Ὁ Θεός δημιούργησε τόν κόσμο, ἔθεσε τούς φυσικούς νόμους καί μετά τόν ἄφησε νά ἐξελιχτεῖ μέ φυσικές διαδικασίες μετασχηματίζοντας ἀργά τό ἕνα ὄν στό ἄλλο ὅπως ὁ δαρβινισμός περιγράφει. Σύμφωνα μέ ὁρισμένους , πιθανόν ὁ Θεός νά ἐπενέβαινε κατά καιρούς γιά νά προχωρήσει μέ ἅλματα ἡ ἐξέλιξη.
2. Ἡ φύση ἦταν ἐξαρχῆς φθαρτή δηλαδή οἱ ρυθμοί τῆς φύσεως πού βλέπουμε σήμερα ἦταν πάντα οἱ ἴδιοι. Ὁ θάνατος καί ἡ καταστροφή ἦταν παροῦσα στήν ἀρχική δημιουργία καί πρίν ὁ ἄνθρωπος νά πέσει στήν ἁμαρτία.
3. Ἡ ψυχή καί τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου, δημιουργήθηκαν ὄχι ταυτόχρονα , ἀλλά πρῶτα ἐμφανίστηκε τό θνητό σῶμα ὡς προϊόν ἐξέλιξης ἀπό τά ζῶα καί ἀργότερα ἐμφυσήθηκε ἡ ἀθάνατη ψυχή.
4. Οἱ ἕξι ἡμέρες τῆς δημιουργίας ἔχουν ἀλληγορική σημασία καί συμβολίζουν τούς «ἕξι» γεωλογικούς αἰῶνες. Ὁ χρόνος αὐτός τῶν ἡμερῶν εἶναι γιά τόν Θεό λέγουν οἱ ἐξελικτικοί καί ὄχι γιά τόν ἄνθρωπο («Μία μέρα γιά τόν Θεό, χίλιες γιά τόν ἄνθρωπο»).
Θά ἐξετάσουμε στή συνέχεια, ἀφοῦ ἀποδείξαμε ὅτι ὁ δαρβινισμός καί γενικότερα ὁ ἐξελικτισμός δέν ἔχει ἐπιστημονικό ἔρεισμα , ἄν τά δόγματα αὐτά τῆς ΘτΈ συμφωνοῦν μέ τήν πατερική διδασκαλία πάνω στή Δημιουργία.
Ὁ κληρικός Charles Kingsley, ἐξέχουσα προσωπικότητα καθηγητής ἱστορίας στό Καίμπριτζ καί ἡγέτης τῆς ὑπηρεσίας τῆς βασίλισσας Βικτωρίας, ὅπως καί ὁ Ἀρχιεπίσκοπος τοῦ Καντέρμπουρυ Frederick Temple, ἦταν ἀπό τούς πρώτους θεολόγους τῆς Δύσης πού στήριξαν τήν θεωρία τοῦ Δαρβίνου. Ἐπίσης ὁ Aubrey Lackington Moore (1848-1890) Ἄγγλος καθολικός ἱερέας ὑπῆρξε ἕνας ἀπό τούς πρώτους χριστιανούς δαρβινιστές. Θεωρεῖται ὡς ὁ κληρικός πού περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλο ἄτομο πολέμησε τόν δημιουργισμό, δηλαδή τήν ἰδέα ὅτι ὁ Θεός δημιούργησε γρήγορα τόν κόσμο σέ ἕξι ἡμέρες! Ὁ Moore, ὁποῖος ὑπῆρξε καί βοτανολόγος, ὑποστήριξε ὅτι ὁ δαρβινισμός δέν ἔρχεται σέ σύγκρουση μέ τόν Χριστιανισμό. Ἐπίσης,ὁ «ἅγιος» George Mivart, φυσικός καί ρωμαιοκαθολικός θεολόγος, ὑποστήριξε μέ θέρμη τήν ἐξελικτική ἰδέα, διαφωνώντας ὅμως μέ τήν ἰδέα τῆς φυσικῆς ἐπιλογῆς τοῦ Δαρβίνου.
Ἀπεφάνθησαν λοιπόν τότε οἱ ταγοί τῆς ρωμαιοκαθολικῆς αἵρεσης, ὅτι ἡ διήγηση τοῦ Μωϋσῆ γιά τίς ἕξι ἡμέρες τῆς Δημιουργίας εἶναι ἀλληγορική. Αὐτή βέβαια τήν ἰδέα περί ἀλληγορίας τῆς ἑξαήμερου δημιουργίας, γνωρίζουμε τώρα ὅτι πολλοί ἑτερόδοξοι θεολόγοι τήν εἶχαν ἀποδεχθεῖ ὡς ἰδέα καί πρίν νά ἐμφανιστεῖ ὁ Δαρβίνος μέ τή θεωρία του. Εἶχε ἀφήσει δηλαδή ὁ παπισμός μέ τήν ἀκινατική καί τήν βαρλααμική θεολογική παράδοση, ἕνα παράθυρο ἀνοιχτό γιά νά εἰσέλθει μέσα στήν «ἐκκλησία» ἡ φυσιοκρατική θρησκεία τοῦ δαρβινισμοῦ.
Ἀλλά ἔχει ἐνδιαφέρον αὐτό πού ἔγραψε ὁ Καρδινάλιος John Henry Newman ,τό 1868, μόλις 10 χρόνια μετά τήν ἐμφάνιση τῆς δαρβινικῆς θεωρίας καί πρίν ἀκόμα ὑπάρξει οἱαδήποτε ἐπιστημονική ὑποστήριξη αὐτῆς: "Ἡ θεωρία τοῦ κ. Darwin δέν χρειάζεται τότε νά εἶναι ἀθεϊστική, ἀληθινή ἤ ὄχι, μπορεῖ ἁπλῶς νά προτείνει μία μεγαλύτερη ἰδέα τῆς Θείας Προνοίας καί Δεξιοτήτων ... καί δέν βλέπω ὅτι «ἡ τυχαία ἐξέλιξη τῶν ὀργανικῶν ὄντων» εἶναι ἀσυμβίβαστη μέ τό θεϊκό σχέδιο - εἶναι τυχαῖο γιά μᾶς, ὄχι γιά τό Θεό »¨.[24]
Εἶναι ἡλίου φαεινότερο ὅτι οἱ Ἀγγλικανοί πού ἀπεδέχθησαν τήν ἐξελικτική ἰδέα , παρόμοια μέ τόν Δαρβίνο, δέν πίστευαν ἀπαραίτητα ὅτι εἶναι ἀληθινή αὐτή ἡ ἰδέα. Μᾶλλον γοητεύτηκαν ἀπό τήν ρητορική δεινότητα τοῦ Δαρβίνου καί ἀπό τόν νατουραλιστικό ἐγκεφαλικό τρόπο πού ἑρμήνευσε αὐτός τήν καταγωγή τῶν ζωντανῶν ὀργανισμῶν. Ὅπως ἐγκεφαλικά ἑρμήνευαν οἱ ἴδιοι καί τίς Γραφές.
Ἀργότερα τόν 20ο αἰώνα θά ἐμφανιστεῖ ἀκόμα ἕνας Ἰησουίτης ρωμαιοκαθολικός ἱερέας καί παλαιοντολόγος, ὁ ὁποῖος εἶχε ἐμπλακεῖ σέ ἀπάτες μέ κρανία τά ὁποῖα τάχα ἀνῆκαν σέ προγόνους τῶν ἀνθρώπων. Πρόκειται γιά τόν ἀποκρυφιστή Pierre Teilhard de Chardin ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε ὡς γνωστόν καί πνευματικός δάσκαλος τοῦ πλέον γνωστοῦ βιολόγου νεοδαρβινιστῆ Θεοδώρου Ντομπζάνσκυ. Τό ὄνομα τοῦ τελευταίου δεσπόζει στά σχολικά βιβλία Βιολογίας . Ὁ βιολόγος αὐτός, πού δηλώνει καί Ὀρθόδοξος στό θρήσκευμα, ὑπῆρξε καί ὀπαδός τῆς ΘτΈ . Σέ κάποια στιγμή θά γράψει ἀναφερόμενος σέ κάτι πού εἶχε πεῖ ὁ δάσκαλός του Teilhard:
«Ἡ ἐξέλιξις εἶναι ἕνα γενικὸ ἀξίωμα εἰς τὸ ὁποῖον ὅλες οἱ θεωρίες, ὅλες οἱ ὑποθέσεις, ὅλα τὰ συστήματα ὀφείλουν τοῦ λοιποῦ νὰ προσκυνήσουν, καί τά ὁποῖα πρέπει νά ἱκανοποιήσουν προκειμένου νὰ εἶναι λογικὰ καὶ ἀληθῆ. Ἡ ἐξέλιξις εἶναι ἕνα φῶς ποὺ φωτίζει ὅλα τὰ γεγονότα, μία τροχιὰ τὴν ὁποία ὅλες οἱ γραμμὲς σκέψης πρέπει νὰ ἀκολουθήσουν»[25].
Ὁ Teilhard μέ τά παραπάνω ἐκφράζει μέ ἀπόλυτο τρόπο τό ἀληθινό ὁλοκληρωτικό πρόσωπο τοῦ ρωμαιοκαθολικισμοῦ, ὅσο καί τοῦ δαρβινισμοῦ.
Ὅμως, ἀκόμα καί ἡ περίφημη θεωρία τοῦ Μπίνκ Μπάνκ ( Μεγάλη Ἔκρηξη), πού τόσο μεγάλη λαϊκή ἀπήχηση ἔχει παγκοσμίως (ἐξαιτίας φυσικά της διαφήμισης πού ἔχει δοθεῖ σέ αὐτή τή θεωρία), προτάθηκε καί πάλι ἀπό ἕναν Ἰησουΐτη ἱερέα τόν Βέλγο Ἀββᾶ Georges Henri Joseph Eduard Lemaitre, ( 1894 – 1966) καθηγητή τῆς Φυσικῆς, ἀστρονόμο, κοσμολόγο καί μαθηματικό. Καί εἶπε ὅτι ὁ κόσμος ξεκίνησε ἐκ τοῦ μηδενός πρίν ἀπό δισεκατομμύρια ἔτη μέ μία μεγάλη ἔκρηξη. Αὐτή τή θεωρία χλευαστικά ὁ διάσημος ἀστροφυσικός sir Hoyle ἀποκάλεσε «Μπίνκ- Μπάνκ». Ὁ Ἀϊνστάιν καί ἄλλοι μεγάλοι ἐπιστήμονες ἀπέρριψαν ἀμέσως αὐτή τή δημοφιλῆ στίς λαϊκές μάζες θεωρία, γιά τόν λόγο ὅτι αὐτή ἀποδεχόταν μία ἐκ τοῦ μηδενός δημιουργία τῆς ὕλης καί συνεπῶς παρέπεμπε σέ ἕνα Θεό Δημιουργό. Ἀντίθετα αὐτοί θεωροῦσαν, ὅπως καί οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες, ὅτι ἡ ὑλική φύση ὑπῆρχε ἀπό πάντα. Ὅμως στά ΜΜΕ,προπαγανδίζεται συνεχῶς ἡ φήμη ὅτι ἡ ἐπιστήμη καί οἱ περισσότεροι ἐπιστήμονες ἔχουν ἀποδεχθεῖ αὐτή τή θεωρία. Οὐσιαστικά ὅμως αὐτή ἡ θεωρία εἶναι μία γελοιοποίηση τῆς βιβλικῆς Δημιουργίας ἡ ὁποία παρουσιάζει τόν Θεό νά δημιουργεῖ τόν κόσμο μέ μία ἔκρηξη. Ὁ σκοπός μᾶλλον εἶναι νά παρασυρθοῦν οἱ χριστιανοί στήν ἰδέα ὅτι ἡ ἐπιστήμη καί ὁ στοχασμός τοῦ ἀνθρώπου κατόρθωσε νά «σταθεῖ» δίπλα στόν Θεό καί νά «δεῖ» ὅπως ὁ Μωϋσῆς πού μίλησε αὐτοπροσώπως μέ τόν Θεό, τήν ἀρχή τῆς Δημιουργίας. Τελικά τό Βατικανό αὐτή τήν ἀναπόδεικτη ἰδέα θά τήν ἀναγνωρίσει ἐπίσημα: «Τό 1996 ὁ πάπας Ἰωάννης Παῦλος Β’ ἐπανέλαβε τήν καθολική ἐκδοχή , σύμφωνα μέ τήν ὁποία ὁ Θεός δημιούργησε τόν κόσμο , στή συνέχεια ἔδρασαν οἱ διαδικασίες τῆς Ἐξέλιξης καί ἀναδύθηκαν οἱ ἀνθρώπινες ὀντότητες ἐνδεχομένως ἀπό πιό πρωτόγονες μορφές ζωῆς . Ὅμως τό χέρι τοῦ Θεοῦ ἦταν ἀναγκαῖο γιά νά δημιουργηθεῖ ἡ ἀνθρώπινη ψυχή (John Paul II).… »[26] .
Ὡστόσο ὑπῆρξαν καί ἄλλοι πιό συντηρητικοί ἑτερόδοξοι τῆς Ἀγγλικανικῆς καί Γερμανικῆς «ἐκκλησίας» πού ἔφεραν ἀντιρρήσεις στή νέα αὐτή προσέγγιση τῆς Βίβλου. Ἰδιαίτερα οἱ φονταμενταλιστές Προτεστάντες πού ἑρμηνεύουν κυριολεκτικά πάντα τίς Γραφές, ἀντιτάχθηκαν σέ αὐτή τήν ἀλληγορική δαρβινική ἑρμηνεία τῆς Βίβλου τήν ὁποία πολεμοῦν μέχρι σήμερα ἀκόμα καί μέ δικαστικές διαμάχες ἰδιαίτερα στήν Ἀμερική.
Τό πρόβλημα ὅμως μέ τούς φονταμενταλιστές προτεστάντες εἶναι ὅτι ἑρμηνεύουν τά πάντα στή βίβλο κυριολεκτικά προσπαθώντας νά ἀποδείξουν τή Βίβλο μέ ὀρθολογικά καί ἐπιστημονικά ἐπιχειρήματα. Ἔχουν ἀναπτύξει τήν «ἐπιστήμη» τοῦ «δημιουργισμοῦ» τήν ὁποία διδάσκουν καί στά σχολεῖα τους ξεσηκώνοντας τή μήνη φυσικά τῶν ἐξελικτικῶν. Τό ἀποτέλεσμα εἶναι νά ἀναλώνονται σέ ἀτέρμονες ἐριστικές συζητήσεις καί ντιμπέϊτ πού δέν βγάζουν πουθενά. Οὐσιαστικά ὅλες οἱ πλευρές, παιδιά τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ ὀρθολογισμοῦ, στερημένοι ἀπό τήν Ὀρθόδοξη θεολογική παράδοση, ἀγωνίζονται νά ἑρμηνεύσουν καί νά ἀποδείξουν μέ τήν λογική καί τήν ἐπιστήμη τά ἀπρόσιτα γιά τόν ἀνθρώπινο νοῦ ὑπαρξιακά ζητήματα.
Σέ γενικές γραμμές ὁ Θεϊστικός ἐξελικτισμός εἰσάγει μεταξύ ἄλλων, τά παρακάτω δόγματα:
1.Ὁ Θεός δημιούργησε τόν κόσμο, ἔθεσε τούς φυσικούς νόμους καί μετά τόν ἄφησε νά ἐξελιχτεῖ μέ φυσικές διαδικασίες μετασχηματίζοντας ἀργά τό ἕνα ὄν στό ἄλλο ὅπως ὁ δαρβινισμός περιγράφει. Σύμφωνα μέ ὁρισμένους , πιθανόν ὁ Θεός νά ἐπενέβαινε κατά καιρούς γιά νά προχωρήσει μέ ἅλματα ἡ ἐξέλιξη.
2. Ἡ φύση ἦταν ἐξαρχῆς φθαρτή δηλαδή οἱ ρυθμοί τῆς φύσεως πού βλέπουμε σήμερα ἦταν πάντα οἱ ἴδιοι. Ὁ θάνατος καί ἡ καταστροφή ἦταν παροῦσα στήν ἀρχική δημιουργία καί πρίν ὁ ἄνθρωπος νά πέσει στήν ἁμαρτία.
3. Ἡ ψυχή καί τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου, δημιουργήθηκαν ὄχι ταυτόχρονα , ἀλλά πρῶτα ἐμφανίστηκε τό θνητό σῶμα ὡς προϊόν ἐξέλιξης ἀπό τά ζῶα καί ἀργότερα ἐμφυσήθηκε ἡ ἀθάνατη ψυχή.
4. Οἱ ἕξι ἡμέρες τῆς δημιουργίας ἔχουν ἀλληγορική σημασία καί συμβολίζουν τούς «ἕξι» γεωλογικούς αἰῶνες. Ὁ χρόνος αὐτός τῶν ἡμερῶν εἶναι γιά τόν Θεό λέγουν οἱ ἐξελικτικοί καί ὄχι γιά τόν ἄνθρωπο («Μία μέρα γιά τόν Θεό, χίλιες γιά τόν ἄνθρωπο»).
Θά ἐξετάσουμε στή συνέχεια, ἀφοῦ ἀποδείξαμε ὅτι ὁ δαρβινισμός καί γενικότερα ὁ ἐξελικτισμός δέν ἔχει ἐπιστημονικό ἔρεισμα , ἄν τά δόγματα αὐτά τῆς ΘτΈ συμφωνοῦν μέ τήν πατερική διδασκαλία πάνω στή Δημιουργία.
Ἡ Ὀρθόδοξη πατερική διδασκαλία γιά τήν Δημιουργία
Ὁ Μέγας Βασίλειος, ἐκφωνώντας τούς λόγους του
πάνω στήν Γένεση καί τήν ἑξαήμερο Δημιουργία γύρω στό 370 μ.Χ στήν
Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας, σέ κάποια στιγμή θά πεῖ : «Ἐρῶ σοί οὐκ
ἐμαυτοῦ λόγον, ἀλλά Σύρου ἀνδρός σοφίας κοσμικῆς τοσοῦτον ἀφεστηκότος,
ὅσο ἐγγύς ἦν τῶν ἀληθινῶν ἐπιστήμης.»[27] δηλαδή «θά σοῦ πῶ μία γνώμη ὄχι δική μου, ἀλλά ἑνός Σύρου[28] ἀνδρός πού ἦτο τόσο ξένος ἀπό τήν κοσμική σοφία ,ὅσον ἦτο οἰκεῖος τῆς ἐπιστήμης τῆς ἀληθείας».
Αὐτή τήν ἐπιστήμη τῆς ἀληθείας λέγει ὁ Μ. Βασίλειος τήν κατεῖχε ὁ Μωϋσῆς. Πῶς τήν ἀπέκτησε; Μᾶς τό λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος: «Ἐν ἀρχῇ ἐποίησε ὁ Θεός τόν οὐρανόν καί τήν γῆν· Γέν.1,1… …καί αὐτός πού συνέταξε τό βιβλίο τοῦτο εἶναι ὁ Μωϋσῆς .... ἦλθε στήν Αἰθιοπία καί ἐκεῖ ἀπαλλαγμένος τελείως ἀπό τά ἄλλα , ἐπί τεσσαράκοντα ὁλόκληρα ἔτη ἀφοσιώθηκε εἰς τήν θεωρία τῶν ὄντων….Αὐτός λοιπόν πού ἀξιώθηκε νά ἰδῆ τόν Θεόν αὐτοπροσώπως ὅπως οἱ ἄγγελοι, αὐτός μᾶς διδάσκει ἀπό ὅσα ἄκουσε ἀπό τόν Θεόν. Διά τοῦτο ἀξίζει νά ἀκούσουμε τά λόγια τῆς ἀληθείας πού ἐλαλήθησαν ὄχι μέ ἐπιχειρήματα ἀνθρώπινης σοφίας, ἀλλά μέ διδάγματα τοῦ Πνεύματος.»[29]
Σέ σύμφωνη γνώμη ὁ ἅγιος Χρυσόστομος θά πεῖ στίς ὁμιλίες του ἐπίσης πάνω στή Γένεση τοῦ Μωυσῆ:
« ὅμως ὑπάρχουν μερικοί ἀγνώμονες, οἱ ὁποῖοι παρά τήν τόσον σαφῆ διδασκαλίαν προσπαθοῦν νά μή πείθωνται καί νά μή παραδέχωνται, ὅτι ὅσα βλέπομεν, ἔχουν Δημιουργόν. Καί ἄλλοι μέν ἰσχυρίζονται , ὅτι αὐτά ἐδημιουργήθησαν μόνα τους , ἄλλοι δέ ὅτι ἔχουν γίνει ἀπό προϋπάρχουσα ὕλην . Πρόσεχε πόσον μεγάλη εἶναι ἡ ἀπάτη τοῦ διαβόλου. Δία τοῦτο ὁ μακάριος Μωϋσῆς μέ τόση ἀκρίβειαν μᾶς διδάσκει, φωτιζόμενος ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα, νά μήν ὑποστῶμεν τό ἴδιον πάθημα μέ αὐτούς, ἀλλά νά δυνάμεθα νά γνωρίζωμεν μέ σαφήνειαν καί τήν διαδοχικήν σειράν τῶν δημιουργημάτων τοῦ Θεοῦ καί πῶς τό καθένα ἐδημιουργήθη»[30]. Καί συνεχίζει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος τήν ὁμιλία του λέγοντας: : «…Τά πάντα ἔκανε ἀπό φιλανθρωπία καί ἀγαθότητα γιαυτό τμηματικά δημιουργεῖ τόν κόσμο καί μᾶς παρέχει συγκεκριμένη γνώση γιά ὅ, τι ἔγινε μέ τήν γλῶσσα τοῦ μακαρίου προφήτου, γιά τόν λόγο, ἀφοῦ διδαχθοῦμε μέ ἀκρίβεια νά μήν ὑποπέσουμε σέ σφάλματα, ὅπως ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι ὑποκινοῦνται ἀπό ἀνθρώπινες σκέψεις. »[31]
Εἶναι φανερό ὅτι οἱ ἅγιοι Πατέρες , σέ ἀντίθεση μέ τούς ὀπαδούς τῆς «πρωτοποριακῆς» ἑτερόδοξης καί «ἑλληνικῆς» θεολογίας, ἀπορρίπτουν κατηγορηματικά θεωρίες-προϊόντα ἀνθρώπινου στοχασμοῦ, πού ἀφοροῦν τό «πῶς» τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου
1. Ὁ Θεός δημιουργεῖ ἀχρόνως, ἀκαριαία καί κατά γένη
Ἄς ἐξετάσουμε τό δόγμα τῆς ΘτΈ: «Ἡ φύση ἐξελίχτηκε ἀργά μέ μηχανιστικές αὐτόνομες φυσικές διαδικασίες». Ὅμως ὁ Μέγας Βασίλειος ἑρμηνεύοντας μέ θεόπνευστο τρόπο τήν τρίτη ἡμέρα τῆς Δημιουργίας, τότε πού ὁ Θεός δημιούργησε τόν φυτικό κόσμο, θά πεῖ:
«Βλαστησάτω ἡ γῆ. Νόησον μοί ἐκ μικρᾶς φωνῆς καί προστάγματος οὕτω βραχέος τήν κατεψυγμένην καί ἄγονον ὠδίνουσαν ἀθρόως (ἀκαριαία) καί πρός καρπογονίαν συγκινουμένην, ὥσπερ τινά σκυθρωπήν καί πενθήρη ἀπορρίψασαν περιβολήν… καί μυρσίναι καί δάφναι, πάντα ἐν μίᾳ καιροῦ ροπῇ (ἀκαριαία στιγμή χρόνου), …Βλαστησάτω ἡ γῆ ξύλον κάρπιμον ποιοῦν καρπόν ἐπί τῆς γῆς. Καί εὐθύς(ἀμέσως) αἱ κορυφαί τῶν ὀρέων ἐκόμων. Καί ἐφιλοτεχνοῦντο παράδεισον[32]. Ἐπίσης ἕνας ἄλλος μεγάλος πατέρας τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, στίς ὁμιλίες του καί αὐτός πάνω στή Γένεση, ὁμιλεῖ γιά γρήγορη δημιουργία τῶν ὄντων : «Ἀκούσατε κατά τίς προηγούμενες ἡμέρες τήν ἀνέκφραστον σοφίαν Ἐκείνου ὁ ὁποῖος ἐδημιούργησε τά πάντα καί ὅτι τό πᾶν ἔγινε μέ τόν λόγον καί τό θέλημά Του. Διότι εἶπε νά γίνουν καί ἔγιναν καί ἀκαριαία ἐδημιουργήθηκαν ὅλα γενικῶς τά στοιχεῖα τῆς φύσεως καί ἦταν ἀρκετός ὁ λόγος γιά τήν σύσταση τῶν δημιουργημάτων, ὄχι ἁπλῶς διότι ἦταν λόγος, ἀλλά ἐπειδή ἦταν λόγος Θεοῦ….»[33].Ὁ ἱερός Χρυσόστομος θά ἐπαναλάβει σέ ἄλλη ὁμιλία τήν παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ ὁ Ὁποῖος μπορεῖ νά δημιουργεῖ ἀκαριαία τά πάντα , μέ λόγο ἀλλά καί μέ εὐταξία: «Ἐπί πλέον μποροῦμε ἔτσι νά γνωρίζουμε διδασκόμενοι ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα μέσα ἀπό τήν γλῶσσα τοῦ μακαρίου αὐτοῦ προφήτου, ποιά ὄντα ἐδημιουργήθηκαν κατά τήν πρώτην ἡμέραν καί ποιά κατά τίς ὑπόλοιπες. Καί αὐτό εἶναι γνώρισμα τῆς μετριοφροσύνης τοῦ φιλανθρώπου Θεοῦ. Ὄχι γιατί δέν μποροῦσε τό παντοδύναμο χέρι καί ἡ ἄπειρος σοφία Αὐτοῦ, νά δημιουργήσει τά πάντα σέ μία μέρα. Ἀλλά γιατί λέγω σέ μία ἡμέρα; Καί ἐν ριπῇ ὀφθαλμοῦ μποροῦσε.»[34]
Σέ ἄλλο σημεῖο τῆς ὁμιλίας του στήν ἑξαήμερο, μᾶς λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος σαφῶς πώς ὁ Δημιουργός ἔκτιζε κάθε εἶδος χωριστά καί ὄχι μεταβάλλοντας τό ἕνα στό ἄλλο:
« Ἀλλά λέγουν. Πῶς ἡ γῆ φυτρώνει τά σπέρματα κατά εἶδος , ἀφοῦ πολλάκις σπείρομεν (συνήθη) σίτον καί θερίζομεν τό γνωστόν μαῦρον σιτηρόν; Αὐτό ὅμως δέν εἶναι μεταβολή εἰς ἄλλο εἶδος, ἀλλά τρόπον τινά μία νόσος καί ἀρρώστεια τοῦ σπέρματος. Διότι δέν ἔπαυσεν νά εἶναι σίτος… Ἡ δέ λεγόμενη ἤρα καί ὅσα ἄλλα νόθα σπέρματα ἀναμιγνύονται μέ τά φαγώσιμα, ἐκεῖνα πού ἡ Γραφή τά ὀνομάζει συνήθως ζιζάνια, δέν προέρχονται ἀπό τήν μετατροπήν τοῦ σίτου, ἀλλά ὑπάρχουν ἀπό ἰδικήν των ἀρχικήν μορφήν καί ἀποτελοῦν ἰδιαίτερον εἶδος.»[35]
Καί ὁ Μ.Βασίλειος ἐξηγεῖ ἀλληγορικά τή σημασία τῆς ἤρας:
« Αὐτά εἰκονίζουν παραβολικῶς αὐτούς πού ἀλλοιώνουν τήν διδασκαλίαν τοῦ Κυρίου καί δέν μαθητεύουν εἰς τόν (θεῖον) λόγον ὡς γνήσιοι μαθητές, ἀλλά εἶναι κατεστραμμένοι ἀπό τήν διδασκαλίαν τοῦ πονηροῦ, καί ἀναμιγνύνουν τούς ἑαυτούς των εἰς τό ὑγιές σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, διά νά προκαλέσουν ἐκ τοῦ ἀφανοῦς τάς βλάβας των εἰς τούς ἁγνοτέρους»[36] .
Δέν θά βροῦμε οὔτε ἕνα λόγο κάποιου Ὀρθοδόξου ἁγίου, ὁ ὁποῖος νά δίνει ἔστω καί τήν παραμικρή ὑπόνοια ὅτι ὁ Θεός μετασχημάτισε ἀργά μέ φυσικές διαδικασίες, κάποιο εἶδος ὀργανισμοῦ σέ ἕνα ἄλλο ἐντελῶς διαφορετικό. Ἀλλά ὅτι κάθε εἶδος ἔγινε ξεχωριστά μέ μία ἐντολή καί στή συνέχεια ἐτέθη σέ κίνηση μέ τήν καθορισμένη λειτουργικότητα πού ἐρευνᾶ ἡ ἐπιστήμη. Σύμφωνος σέ αὐτή τήν παράδοση εἴδαμε νά εἶναι καί ὁ ἅγιος Παΐσιος ὅταν εἶπε ὅτι «ὁ Θεός δέν χρειάζεται ἀνταλλακτικά γιά νά δημιουργήσει ὁτιδήποτε»
Αὐτή τήν ἐπιστήμη τῆς ἀληθείας λέγει ὁ Μ. Βασίλειος τήν κατεῖχε ὁ Μωϋσῆς. Πῶς τήν ἀπέκτησε; Μᾶς τό λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος: «Ἐν ἀρχῇ ἐποίησε ὁ Θεός τόν οὐρανόν καί τήν γῆν· Γέν.1,1… …καί αὐτός πού συνέταξε τό βιβλίο τοῦτο εἶναι ὁ Μωϋσῆς .... ἦλθε στήν Αἰθιοπία καί ἐκεῖ ἀπαλλαγμένος τελείως ἀπό τά ἄλλα , ἐπί τεσσαράκοντα ὁλόκληρα ἔτη ἀφοσιώθηκε εἰς τήν θεωρία τῶν ὄντων….Αὐτός λοιπόν πού ἀξιώθηκε νά ἰδῆ τόν Θεόν αὐτοπροσώπως ὅπως οἱ ἄγγελοι, αὐτός μᾶς διδάσκει ἀπό ὅσα ἄκουσε ἀπό τόν Θεόν. Διά τοῦτο ἀξίζει νά ἀκούσουμε τά λόγια τῆς ἀληθείας πού ἐλαλήθησαν ὄχι μέ ἐπιχειρήματα ἀνθρώπινης σοφίας, ἀλλά μέ διδάγματα τοῦ Πνεύματος.»[29]
Σέ σύμφωνη γνώμη ὁ ἅγιος Χρυσόστομος θά πεῖ στίς ὁμιλίες του ἐπίσης πάνω στή Γένεση τοῦ Μωυσῆ:
« ὅμως ὑπάρχουν μερικοί ἀγνώμονες, οἱ ὁποῖοι παρά τήν τόσον σαφῆ διδασκαλίαν προσπαθοῦν νά μή πείθωνται καί νά μή παραδέχωνται, ὅτι ὅσα βλέπομεν, ἔχουν Δημιουργόν. Καί ἄλλοι μέν ἰσχυρίζονται , ὅτι αὐτά ἐδημιουργήθησαν μόνα τους , ἄλλοι δέ ὅτι ἔχουν γίνει ἀπό προϋπάρχουσα ὕλην . Πρόσεχε πόσον μεγάλη εἶναι ἡ ἀπάτη τοῦ διαβόλου. Δία τοῦτο ὁ μακάριος Μωϋσῆς μέ τόση ἀκρίβειαν μᾶς διδάσκει, φωτιζόμενος ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα, νά μήν ὑποστῶμεν τό ἴδιον πάθημα μέ αὐτούς, ἀλλά νά δυνάμεθα νά γνωρίζωμεν μέ σαφήνειαν καί τήν διαδοχικήν σειράν τῶν δημιουργημάτων τοῦ Θεοῦ καί πῶς τό καθένα ἐδημιουργήθη»[30]. Καί συνεχίζει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος τήν ὁμιλία του λέγοντας: : «…Τά πάντα ἔκανε ἀπό φιλανθρωπία καί ἀγαθότητα γιαυτό τμηματικά δημιουργεῖ τόν κόσμο καί μᾶς παρέχει συγκεκριμένη γνώση γιά ὅ, τι ἔγινε μέ τήν γλῶσσα τοῦ μακαρίου προφήτου, γιά τόν λόγο, ἀφοῦ διδαχθοῦμε μέ ἀκρίβεια νά μήν ὑποπέσουμε σέ σφάλματα, ὅπως ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι ὑποκινοῦνται ἀπό ἀνθρώπινες σκέψεις. »[31]
Εἶναι φανερό ὅτι οἱ ἅγιοι Πατέρες , σέ ἀντίθεση μέ τούς ὀπαδούς τῆς «πρωτοποριακῆς» ἑτερόδοξης καί «ἑλληνικῆς» θεολογίας, ἀπορρίπτουν κατηγορηματικά θεωρίες-προϊόντα ἀνθρώπινου στοχασμοῦ, πού ἀφοροῦν τό «πῶς» τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου
1. Ὁ Θεός δημιουργεῖ ἀχρόνως, ἀκαριαία καί κατά γένη
Ἄς ἐξετάσουμε τό δόγμα τῆς ΘτΈ: «Ἡ φύση ἐξελίχτηκε ἀργά μέ μηχανιστικές αὐτόνομες φυσικές διαδικασίες». Ὅμως ὁ Μέγας Βασίλειος ἑρμηνεύοντας μέ θεόπνευστο τρόπο τήν τρίτη ἡμέρα τῆς Δημιουργίας, τότε πού ὁ Θεός δημιούργησε τόν φυτικό κόσμο, θά πεῖ:
«Βλαστησάτω ἡ γῆ. Νόησον μοί ἐκ μικρᾶς φωνῆς καί προστάγματος οὕτω βραχέος τήν κατεψυγμένην καί ἄγονον ὠδίνουσαν ἀθρόως (ἀκαριαία) καί πρός καρπογονίαν συγκινουμένην, ὥσπερ τινά σκυθρωπήν καί πενθήρη ἀπορρίψασαν περιβολήν… καί μυρσίναι καί δάφναι, πάντα ἐν μίᾳ καιροῦ ροπῇ (ἀκαριαία στιγμή χρόνου), …Βλαστησάτω ἡ γῆ ξύλον κάρπιμον ποιοῦν καρπόν ἐπί τῆς γῆς. Καί εὐθύς(ἀμέσως) αἱ κορυφαί τῶν ὀρέων ἐκόμων. Καί ἐφιλοτεχνοῦντο παράδεισον[32]. Ἐπίσης ἕνας ἄλλος μεγάλος πατέρας τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, στίς ὁμιλίες του καί αὐτός πάνω στή Γένεση, ὁμιλεῖ γιά γρήγορη δημιουργία τῶν ὄντων : «Ἀκούσατε κατά τίς προηγούμενες ἡμέρες τήν ἀνέκφραστον σοφίαν Ἐκείνου ὁ ὁποῖος ἐδημιούργησε τά πάντα καί ὅτι τό πᾶν ἔγινε μέ τόν λόγον καί τό θέλημά Του. Διότι εἶπε νά γίνουν καί ἔγιναν καί ἀκαριαία ἐδημιουργήθηκαν ὅλα γενικῶς τά στοιχεῖα τῆς φύσεως καί ἦταν ἀρκετός ὁ λόγος γιά τήν σύσταση τῶν δημιουργημάτων, ὄχι ἁπλῶς διότι ἦταν λόγος, ἀλλά ἐπειδή ἦταν λόγος Θεοῦ….»[33].Ὁ ἱερός Χρυσόστομος θά ἐπαναλάβει σέ ἄλλη ὁμιλία τήν παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ ὁ Ὁποῖος μπορεῖ νά δημιουργεῖ ἀκαριαία τά πάντα , μέ λόγο ἀλλά καί μέ εὐταξία: «Ἐπί πλέον μποροῦμε ἔτσι νά γνωρίζουμε διδασκόμενοι ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα μέσα ἀπό τήν γλῶσσα τοῦ μακαρίου αὐτοῦ προφήτου, ποιά ὄντα ἐδημιουργήθηκαν κατά τήν πρώτην ἡμέραν καί ποιά κατά τίς ὑπόλοιπες. Καί αὐτό εἶναι γνώρισμα τῆς μετριοφροσύνης τοῦ φιλανθρώπου Θεοῦ. Ὄχι γιατί δέν μποροῦσε τό παντοδύναμο χέρι καί ἡ ἄπειρος σοφία Αὐτοῦ, νά δημιουργήσει τά πάντα σέ μία μέρα. Ἀλλά γιατί λέγω σέ μία ἡμέρα; Καί ἐν ριπῇ ὀφθαλμοῦ μποροῦσε.»[34]
Σέ ἄλλο σημεῖο τῆς ὁμιλίας του στήν ἑξαήμερο, μᾶς λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος σαφῶς πώς ὁ Δημιουργός ἔκτιζε κάθε εἶδος χωριστά καί ὄχι μεταβάλλοντας τό ἕνα στό ἄλλο:
« Ἀλλά λέγουν. Πῶς ἡ γῆ φυτρώνει τά σπέρματα κατά εἶδος , ἀφοῦ πολλάκις σπείρομεν (συνήθη) σίτον καί θερίζομεν τό γνωστόν μαῦρον σιτηρόν; Αὐτό ὅμως δέν εἶναι μεταβολή εἰς ἄλλο εἶδος, ἀλλά τρόπον τινά μία νόσος καί ἀρρώστεια τοῦ σπέρματος. Διότι δέν ἔπαυσεν νά εἶναι σίτος… Ἡ δέ λεγόμενη ἤρα καί ὅσα ἄλλα νόθα σπέρματα ἀναμιγνύονται μέ τά φαγώσιμα, ἐκεῖνα πού ἡ Γραφή τά ὀνομάζει συνήθως ζιζάνια, δέν προέρχονται ἀπό τήν μετατροπήν τοῦ σίτου, ἀλλά ὑπάρχουν ἀπό ἰδικήν των ἀρχικήν μορφήν καί ἀποτελοῦν ἰδιαίτερον εἶδος.»[35]
Καί ὁ Μ.Βασίλειος ἐξηγεῖ ἀλληγορικά τή σημασία τῆς ἤρας:
« Αὐτά εἰκονίζουν παραβολικῶς αὐτούς πού ἀλλοιώνουν τήν διδασκαλίαν τοῦ Κυρίου καί δέν μαθητεύουν εἰς τόν (θεῖον) λόγον ὡς γνήσιοι μαθητές, ἀλλά εἶναι κατεστραμμένοι ἀπό τήν διδασκαλίαν τοῦ πονηροῦ, καί ἀναμιγνύνουν τούς ἑαυτούς των εἰς τό ὑγιές σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, διά νά προκαλέσουν ἐκ τοῦ ἀφανοῦς τάς βλάβας των εἰς τούς ἁγνοτέρους»[36] .
Δέν θά βροῦμε οὔτε ἕνα λόγο κάποιου Ὀρθοδόξου ἁγίου, ὁ ὁποῖος νά δίνει ἔστω καί τήν παραμικρή ὑπόνοια ὅτι ὁ Θεός μετασχημάτισε ἀργά μέ φυσικές διαδικασίες, κάποιο εἶδος ὀργανισμοῦ σέ ἕνα ἄλλο ἐντελῶς διαφορετικό. Ἀλλά ὅτι κάθε εἶδος ἔγινε ξεχωριστά μέ μία ἐντολή καί στή συνέχεια ἐτέθη σέ κίνηση μέ τήν καθορισμένη λειτουργικότητα πού ἐρευνᾶ ἡ ἐπιστήμη. Σύμφωνος σέ αὐτή τήν παράδοση εἴδαμε νά εἶναι καί ὁ ἅγιος Παΐσιος ὅταν εἶπε ὅτι «ὁ Θεός δέν χρειάζεται ἀνταλλακτικά γιά νά δημιουργήσει ὁτιδήποτε»
2. Ἡ ταυτόχρονη δημιουργία ψυχῆς καί σώματος τοῦ ἀνθρώπου καί ὁ διχασμός τῶν χριστιανῶν ἐξελικτικῶν.
Ἄς ἐξετάσουμε τό ἑπόμενο δόγμα τῆς ΘτΈ: « Πρῶτα
δημιουργήθηκε τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου ὡς προϊόν ἐξέλιξης ἑκατομμυρίων
ἐτῶν ἀπό πιθηκοειδῆ ζῶα καί ἀργότερα ἐμφύτευσε ὁ Θεός τήν ἀθάνατη ψυχή
στόν ἄνθρωπο «ζῶο» ».
Δέν θά βροῦμε οὔτε ἕναν ἅγιο Πατέρα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πού νά συμφωνεῖ μέ μία τέτοια ἰδέα. Παραθέτουμε τούς λόγους δυό μεγάλων ἁγίων Πατέρων.Ὁ ἅγιος Δαμασκηνός λέγει ὅτι: «Τό σῶμα καί ἡ ψυχή δημιουργήθηκαν τήν ἴδια στιγμή ὄχι τό ἕνα πρίν ἀπό τό ἄλλο ὅπως οἱ ἀσυναρτησίες τοῦ Ὠριγένη θά δεχόντουσαν»[37]. Ἀλλά καί ὁ ἄγ. Γρηγόριος Νύσσης θά γράψει γιαυτό τό ζήτημα ἐξηγώντας καί τίς συνέπειες γιά τήν ψυχή πού ἔχει μία τέτοια ἰδέα: «Ἀλλά ὅπως ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἕνας, ἡ ὕπαρξη συνίσταται ἀπό ψυχή καί σῶμα, εἰκάζουμε ὅτι ἡ ἀρχή τῆς ὕπαρξής του εἶναι κοινή καί γιά τά δυό μέρη, ἔτσι ὥστε νά μήν βρεθεῖ αὐτός σέ θέση νά νοιώθει προγενέστερος καί κατοπινός ἀπό τόν ἑαυτό του, ἄν τό σωματικό στοιχεῖο ὑπῆρξε πρῶτο μέσα στό χρόνο, καί τό ἄλλο προστέθηκε ἀργότερα. …Καί στήν δημιουργία τῶν ἀτόμων, δέν ἐτέθη τό ἕνα στοιχεῖο πρίν ἀπό τό ἄλλο : οὔτε ἡ ψυχή πρίν τό σῶμα , οὔτε ἀντίθετα, διότι ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά εἶναι σέ διαμάχη ἐνάντια στόν ἑαυτό του εὑρισκόμενος διαιρεμένος ἀπό τήν διαφορά ὅσον ἀφορᾶ στό χρονικό σημεῖο. Ἐπειδή ἡ φύση μας θεωρεῖται διττή, σύμφωνα μέ τήν ἀποστολική διδασκαλία, πλασμένη ἀπό ἕνα ὁρατό καί ἕνα κρυμμένο ἄνθρωπο, ἄν τό ἕνα ἦρθε πρῶτα καί τό ἄλλο ἐπακολούθησε, ἡ δύναμη Αὐτοῦ πού μᾶς ἔπλασε θά ἐμφανίζεται ὅτι εἶναι κατά κάποιο τρόπο ἀτελής, σά νά μήν εἶναι ἱκανή γιά τήν ἐπίτευξη τοῦ ὅλου σκοποῦ ἀμέσως, ἀλλά ὅτι κατανέμει τήν ἐργασία καί ἀπασχολεῖ τόν ἑαυτό του διαδοχικά μέ κάθε ἕνα μέρος τῆς ἐργασίας».
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος μᾶς διδάσκει κάτι πού ἐξηγεῖ ξεκάθαρα τά ψυχικά προβλήματα πού συναντᾶ κανείς στούς αἱρετικούς πάσης φύσεως: Ψυχικός διχασμός, ἡ πηγή, ὡς γνωστόν, κάθε ψυχικῆς διαταραχῆς καί παρά φύση πάθους. Καί γνωρίζει πλέον ὁ καθένας ὅτι τά παρά φύση πάθη καί οἱ διαστροφές στίς τάξεις τοῦ ρωμαιοκαθολικισμοῦ καί τοῦ λουθηροκαλβινισμοῦ «ἀνθοῦν» στό ἔπακρον. Μήπως τελικά γιαυτό γεννήθηκε στή Δύση, ὡς γνωστόν μέσα ἀπό τίς τάξεις τοῦ καθολικοπροτεσταντισμοῦ, ἡ σύγχρονη ψυχολογία καί ψυχοθεραπεία, σάν μία προσπάθεια νά θεραπεύσουν ἐκεῖ τόν ἐσωτερικό τους διχασμό καί τά ψυχικά τους προβλήματα ; Νά ἀκόμα ἕνας λόγος πού ἀπειλεῖ τή σωτηρία μας ἄν δεχτοῦμε ὅτι ὁ Θεός ἐξέλιξε τόν κόσμο.
Δέν θά βροῦμε οὔτε ἕναν ἅγιο Πατέρα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πού νά συμφωνεῖ μέ μία τέτοια ἰδέα. Παραθέτουμε τούς λόγους δυό μεγάλων ἁγίων Πατέρων.Ὁ ἅγιος Δαμασκηνός λέγει ὅτι: «Τό σῶμα καί ἡ ψυχή δημιουργήθηκαν τήν ἴδια στιγμή ὄχι τό ἕνα πρίν ἀπό τό ἄλλο ὅπως οἱ ἀσυναρτησίες τοῦ Ὠριγένη θά δεχόντουσαν»[37]. Ἀλλά καί ὁ ἄγ. Γρηγόριος Νύσσης θά γράψει γιαυτό τό ζήτημα ἐξηγώντας καί τίς συνέπειες γιά τήν ψυχή πού ἔχει μία τέτοια ἰδέα: «Ἀλλά ὅπως ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἕνας, ἡ ὕπαρξη συνίσταται ἀπό ψυχή καί σῶμα, εἰκάζουμε ὅτι ἡ ἀρχή τῆς ὕπαρξής του εἶναι κοινή καί γιά τά δυό μέρη, ἔτσι ὥστε νά μήν βρεθεῖ αὐτός σέ θέση νά νοιώθει προγενέστερος καί κατοπινός ἀπό τόν ἑαυτό του, ἄν τό σωματικό στοιχεῖο ὑπῆρξε πρῶτο μέσα στό χρόνο, καί τό ἄλλο προστέθηκε ἀργότερα. …Καί στήν δημιουργία τῶν ἀτόμων, δέν ἐτέθη τό ἕνα στοιχεῖο πρίν ἀπό τό ἄλλο : οὔτε ἡ ψυχή πρίν τό σῶμα , οὔτε ἀντίθετα, διότι ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά εἶναι σέ διαμάχη ἐνάντια στόν ἑαυτό του εὑρισκόμενος διαιρεμένος ἀπό τήν διαφορά ὅσον ἀφορᾶ στό χρονικό σημεῖο. Ἐπειδή ἡ φύση μας θεωρεῖται διττή, σύμφωνα μέ τήν ἀποστολική διδασκαλία, πλασμένη ἀπό ἕνα ὁρατό καί ἕνα κρυμμένο ἄνθρωπο, ἄν τό ἕνα ἦρθε πρῶτα καί τό ἄλλο ἐπακολούθησε, ἡ δύναμη Αὐτοῦ πού μᾶς ἔπλασε θά ἐμφανίζεται ὅτι εἶναι κατά κάποιο τρόπο ἀτελής, σά νά μήν εἶναι ἱκανή γιά τήν ἐπίτευξη τοῦ ὅλου σκοποῦ ἀμέσως, ἀλλά ὅτι κατανέμει τήν ἐργασία καί ἀπασχολεῖ τόν ἑαυτό του διαδοχικά μέ κάθε ἕνα μέρος τῆς ἐργασίας».
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος μᾶς διδάσκει κάτι πού ἐξηγεῖ ξεκάθαρα τά ψυχικά προβλήματα πού συναντᾶ κανείς στούς αἱρετικούς πάσης φύσεως: Ψυχικός διχασμός, ἡ πηγή, ὡς γνωστόν, κάθε ψυχικῆς διαταραχῆς καί παρά φύση πάθους. Καί γνωρίζει πλέον ὁ καθένας ὅτι τά παρά φύση πάθη καί οἱ διαστροφές στίς τάξεις τοῦ ρωμαιοκαθολικισμοῦ καί τοῦ λουθηροκαλβινισμοῦ «ἀνθοῦν» στό ἔπακρον. Μήπως τελικά γιαυτό γεννήθηκε στή Δύση, ὡς γνωστόν μέσα ἀπό τίς τάξεις τοῦ καθολικοπροτεσταντισμοῦ, ἡ σύγχρονη ψυχολογία καί ψυχοθεραπεία, σάν μία προσπάθεια νά θεραπεύσουν ἐκεῖ τόν ἐσωτερικό τους διχασμό καί τά ψυχικά τους προβλήματα ; Νά ἀκόμα ἕνας λόγος πού ἀπειλεῖ τή σωτηρία μας ἄν δεχτοῦμε ὅτι ὁ Θεός ἐξέλιξε τόν κόσμο.
3.Ἡ εὐταξία τῶν ἕξι ἡμερῶν δημιουργίας καί ἡ τυχαιότητα τῶν γεωλογικῶν αἰώνων τοῦ ἐξελικτισμοῦ.
Ἄς δοῦμε τώρα ἕνα ἄλλο δόγμα τῆς ΘτΈ: « Οἱ ἕξι ἡμέρες
τῆς δημιουργίας ἔχουν ἀλληγορική σημασία καί συμβολίζουν τούς
γεωλογικούς αἰῶνες». Διαβάζουμε καί πάλι ἀπό
τό σχολικό βιβλίο τῶν θρησκευτικῶν τῆς Β΄ Λυκείου πού διδάσκονταν οἱ
μαθητές πρίν νά ἐκδοθοῦν οἱ σημερινοί φάκελλοι τῶν θρησκευτικῶν:
« Ἀντιστοιχία τῶν «ἡμερῶν» τῆς δημιουργίας μέ τούς γεωλογικούς αἰῶνες τῆς Ἐπιστήμης:
1η ἡμέρα τῆς δημιουργίας = Κοσμικός καί Ἀζωικός αἰώνας (5.000.000.000 - 4.600.000.000 ἔτη[38] )
2η ἡμέρα τῆς δημιουργίας = Ἀρχαιοζωικός αἰώνας ( 3,6- 2.5 δίς )
3η ἡμέρα τῆς δημιουργίας = Ἠωζωικός (Πρωτεροζωικός-προκάμβριο) αἰώνας (2.5δισ- 560ἑκατ).
4η ἡμέρα δημιουργίας Παλαιοζωικός αἰώνας (550-250 ἑκ)
5η ἡμέρα δημιουργίας = Μεσοζωικός αἰώνας (250-65ἑκατ.ἔτη)
6η ἡμέρα τῆς δημιουργίας = Καινοζωικός αἰώνας 65ἑκατ. -σήμερα
Ὁ Καινοζωικός αἰώνας ἄρχισε πρίν ἀπό 60 ἑκατομ. ἔτη καί ὑποδιαιρεῖται στήν Τριτογενῆ Περίοδο καί στήν Τεταρτογενῆ Περίοδο.
Ἡ ἕβδομη ἡμέρα τῆς δημιουργίας τήν ὁποία διανύουμε, ἀντιστοιχεῖ μέ τήν Τεταρτογενῆ Περίοδο τοῦ Καινοζωικοῦ αἰώνα.
Εἶναι καταπληκτικό ὅτι ἡ ζωή ἐμφανίζεται πρῶτα στίς θάλασσες καί ἀπό ἐκεῖ βγαίνουν τά ἑρπετά στήν ξηρά καί τά πτηνά στόν ἀέρα. Ἔπειτα δημιουργοῦνται τά θηλαστικά καί τέλος ὁ ἄνθρωπος. Τήν ἀλήθεια αὐτή ἐπικυρώνει μετά ἀπό αἰῶνες ἡ σημερινή ἐξέλιξη τῆς ἐπιστήμης τῆς βιολογίας..»[39].
Μέ μία ἀκατανόητη ἀπερισκεψία καί ἐπιπολαιότητα, οἱ συγγραφεῖς θά γράψουν ὅτι αὐτό πού τάχα ἀνακάλυψε ἡ ἐπιστήμη στίς μέρες μας, δηλαδή οἱ ἕξι γεωλογικοί αἰῶνες, ἦταν ἀκριβῶς ὅ,τι ἀποκάλυψε ὁ Θεός στόν Μωϋσῆ.
Συνεπῶς οἱ συγγραφεῖς μᾶς ὁμολογοῦν ὅτι καί ἡ Βίβλος περιγράφει καί «πῶς» ἔγινε ἡ Δημιουργία, ὄχι μόνο ποιός ἦταν ὁ Δημιουργός, ἐφόσον μίλησε γιά πράγματα πού κανονικά, ὅπως παρουσιάζουν μέ ἀπόλυτο τρόπο τά σχολικά βιβλία, ὁμιλεῖ μόνο ἡ ἐπιστήμη, δηλαδή πῶς δημιουργήθηκε ὁ κόσμος. Πρέπει αὐτοί πού συγγράφουν τά σχολικά βιβλία, γιά νά μήν μπερδεύουν τά παιδιά, νά ξεκαθαρίσουν τί πιστεύουν. Ἐκτός καί ἄν δέν πιστεύουν τίποτα, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Παίσιος καί θέλουν νά προκαλέσουν σύγχυση στίς ψυχές τῶν παιδιῶν.
Ὅμως τό παραπάνω κείμενο ἀποδεικνύει ὅτι ὅταν οἱ ὀπαδοί τῆς ΘτΈ προσπαθοῦν νά συμβιβάσουν τήν Βίβλο μέ τόν δαρβινισμό, τότε ἔρχεται… τό τέλος κάθε ἐπιστημονικῆς καί θεολογικῆς λογικῆς. Ἔτσι ἡ ταύτιση τῶν ἕξι ἡμερῶν τῆς Βίβλου μέ τούς γεωλογικούς αἰῶνες εἶναι ἐκτός πραγματικότητας. Καί τοῦτο διότι, ὅποιος ἔχει στοιχειώδεις γνώσεις Γεωλογίας γνωρίζει ἁπλά ὅτι οἱ γεωλογικοί αἰῶνες, σύμφωνα μέ τούς Γεωλόγους δέν εἶναι μόνο ἕξι, ἀλλά δεκατέσσερις ἐνῶ οἱ μεγααιῶνες μόνο τέσσερις! Ἁπλῶς οἱ συγγραφεῖς «κόψανε λίγο ἀπό δῶ, κόψανε καί λίγο ἀπό ἐκεῖ» καί φέρανε τούς γεωλογικούς αἰῶνες στά «μέτρα» τῶν ἕξι ἡμερῶν τοῦ Μωυσῆ.
Ἐπί πλέον δέν ὑπάρχει ἀντιστοιχία στή διήγηση τοῦ Μωϋσῆ, ὅσον ἀφορᾶ στή σειρά δημιουργίας τῶν ὄντων, μέ αὐτή τῶν γεωλογικῶν αἰώνων. Ἕνα παράδειγμα: Ὁ Μωϋσῆς γράφει ὅτι ὁ ἥλιος δημιουργεῖται τήν 4η μέρα μετά τά φυτά, ἐνῶ κατά τούς ἐξελικτικούς ἐπιστήμονες πρῶτα δημιουργεῖται ὁ ἥλιος κατά τόν Κοσμικό αἰώνα καί μετά ἡ γῆ καί τά ἔμβια ὄντα. Ποιός ἔχει δίκιο; Ἡ κοσμική ἐπιστήμη ἤ ἡ ἐπιστήμη τῆς ἀληθείας; Ἐπιπόλαια σκεφτόμενος κανείς θά ἀποδεχτεῖ ἴσως ἀβασάνιστα τήν ἰδέα τῶν αἱρετικῶν, ὅτι εἶναι ἀλληγορικά αὐτά πού γράφει ὁ Μωϋσῆς καί ὅτι ἡ ἐπιστήμη ἔχει δίκιο. Ὅμως ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι καί οἱ δυό πλευρές δέν ἔχουν κανένα ἀδιαμφισβήτητο ἀποδεικτικό στοιχεῖο.
Ἀλλά τό πιό τραγελαφικό τοῦ κειμένου εἶναι ὅτι ἡ ἕβδομη μέρα, τότε πού κατά τή Γραφή ἀναπαύεται ὁ Θεός, ταυτίζεται μέ τήν τεταρτογενῆ περίοδο τήν ὁποία διανύουμε! Αὐτή ἡ περίοδος, ἐκτός τοῦ ὅτι ἡ Διεθνής Ἐπιτροπή Στρωματογραφίας δέν τήν χρησιμοποιεῖ πλέον στήν ὁρολογία της, ἄρχιζε ὅπως εἶχαν φανταστεῖ στήν ἀρχή οἱ ἀγνωστικιστές γεωλόγοι, περίπου πρίν ἀπό 2,45 ἑκατομμύρια ἔτη. Ὁ σημερινός ἄνθρωπος ὅμως, ὁ Homo Sapiens, ὅπως ἀναγράφεται στή Βιολογία Γ΄ Λυκείου, ἐμφανίστηκε περίπου 500000 χρόνια πρίν. Αὐτό σημαίνει ὅτι οἱ μαθητές τοῦ Λυκείου μάθαιναν στά θρησκευτικά ὅτι ὁ Θεός δημιούργησε τόν ἄνθρωπο… ὅταν «ἀναπαυόταν»! Πραγματική γελοιοποίηση τῆς Γραφῆς καί τῆς κοσμικῆς ἐπιστήμης ἀπό τήν πρωτοποριακή «ἑλληνική» θεολογία».
« Ἀντιστοιχία τῶν «ἡμερῶν» τῆς δημιουργίας μέ τούς γεωλογικούς αἰῶνες τῆς Ἐπιστήμης:
1η ἡμέρα τῆς δημιουργίας = Κοσμικός καί Ἀζωικός αἰώνας (5.000.000.000 - 4.600.000.000 ἔτη[38] )
2η ἡμέρα τῆς δημιουργίας = Ἀρχαιοζωικός αἰώνας ( 3,6- 2.5 δίς )
3η ἡμέρα τῆς δημιουργίας = Ἠωζωικός (Πρωτεροζωικός-προκάμβριο) αἰώνας (2.5δισ- 560ἑκατ).
4η ἡμέρα δημιουργίας Παλαιοζωικός αἰώνας (550-250 ἑκ)
5η ἡμέρα δημιουργίας = Μεσοζωικός αἰώνας (250-65ἑκατ.ἔτη)
6η ἡμέρα τῆς δημιουργίας = Καινοζωικός αἰώνας 65ἑκατ. -σήμερα
Ὁ Καινοζωικός αἰώνας ἄρχισε πρίν ἀπό 60 ἑκατομ. ἔτη καί ὑποδιαιρεῖται στήν Τριτογενῆ Περίοδο καί στήν Τεταρτογενῆ Περίοδο.
Ἡ ἕβδομη ἡμέρα τῆς δημιουργίας τήν ὁποία διανύουμε, ἀντιστοιχεῖ μέ τήν Τεταρτογενῆ Περίοδο τοῦ Καινοζωικοῦ αἰώνα.
Εἶναι καταπληκτικό ὅτι ἡ ζωή ἐμφανίζεται πρῶτα στίς θάλασσες καί ἀπό ἐκεῖ βγαίνουν τά ἑρπετά στήν ξηρά καί τά πτηνά στόν ἀέρα. Ἔπειτα δημιουργοῦνται τά θηλαστικά καί τέλος ὁ ἄνθρωπος. Τήν ἀλήθεια αὐτή ἐπικυρώνει μετά ἀπό αἰῶνες ἡ σημερινή ἐξέλιξη τῆς ἐπιστήμης τῆς βιολογίας..»[39].
Μέ μία ἀκατανόητη ἀπερισκεψία καί ἐπιπολαιότητα, οἱ συγγραφεῖς θά γράψουν ὅτι αὐτό πού τάχα ἀνακάλυψε ἡ ἐπιστήμη στίς μέρες μας, δηλαδή οἱ ἕξι γεωλογικοί αἰῶνες, ἦταν ἀκριβῶς ὅ,τι ἀποκάλυψε ὁ Θεός στόν Μωϋσῆ.
Συνεπῶς οἱ συγγραφεῖς μᾶς ὁμολογοῦν ὅτι καί ἡ Βίβλος περιγράφει καί «πῶς» ἔγινε ἡ Δημιουργία, ὄχι μόνο ποιός ἦταν ὁ Δημιουργός, ἐφόσον μίλησε γιά πράγματα πού κανονικά, ὅπως παρουσιάζουν μέ ἀπόλυτο τρόπο τά σχολικά βιβλία, ὁμιλεῖ μόνο ἡ ἐπιστήμη, δηλαδή πῶς δημιουργήθηκε ὁ κόσμος. Πρέπει αὐτοί πού συγγράφουν τά σχολικά βιβλία, γιά νά μήν μπερδεύουν τά παιδιά, νά ξεκαθαρίσουν τί πιστεύουν. Ἐκτός καί ἄν δέν πιστεύουν τίποτα, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Παίσιος καί θέλουν νά προκαλέσουν σύγχυση στίς ψυχές τῶν παιδιῶν.
Ὅμως τό παραπάνω κείμενο ἀποδεικνύει ὅτι ὅταν οἱ ὀπαδοί τῆς ΘτΈ προσπαθοῦν νά συμβιβάσουν τήν Βίβλο μέ τόν δαρβινισμό, τότε ἔρχεται… τό τέλος κάθε ἐπιστημονικῆς καί θεολογικῆς λογικῆς. Ἔτσι ἡ ταύτιση τῶν ἕξι ἡμερῶν τῆς Βίβλου μέ τούς γεωλογικούς αἰῶνες εἶναι ἐκτός πραγματικότητας. Καί τοῦτο διότι, ὅποιος ἔχει στοιχειώδεις γνώσεις Γεωλογίας γνωρίζει ἁπλά ὅτι οἱ γεωλογικοί αἰῶνες, σύμφωνα μέ τούς Γεωλόγους δέν εἶναι μόνο ἕξι, ἀλλά δεκατέσσερις ἐνῶ οἱ μεγααιῶνες μόνο τέσσερις! Ἁπλῶς οἱ συγγραφεῖς «κόψανε λίγο ἀπό δῶ, κόψανε καί λίγο ἀπό ἐκεῖ» καί φέρανε τούς γεωλογικούς αἰῶνες στά «μέτρα» τῶν ἕξι ἡμερῶν τοῦ Μωυσῆ.
Ἐπί πλέον δέν ὑπάρχει ἀντιστοιχία στή διήγηση τοῦ Μωϋσῆ, ὅσον ἀφορᾶ στή σειρά δημιουργίας τῶν ὄντων, μέ αὐτή τῶν γεωλογικῶν αἰώνων. Ἕνα παράδειγμα: Ὁ Μωϋσῆς γράφει ὅτι ὁ ἥλιος δημιουργεῖται τήν 4η μέρα μετά τά φυτά, ἐνῶ κατά τούς ἐξελικτικούς ἐπιστήμονες πρῶτα δημιουργεῖται ὁ ἥλιος κατά τόν Κοσμικό αἰώνα καί μετά ἡ γῆ καί τά ἔμβια ὄντα. Ποιός ἔχει δίκιο; Ἡ κοσμική ἐπιστήμη ἤ ἡ ἐπιστήμη τῆς ἀληθείας; Ἐπιπόλαια σκεφτόμενος κανείς θά ἀποδεχτεῖ ἴσως ἀβασάνιστα τήν ἰδέα τῶν αἱρετικῶν, ὅτι εἶναι ἀλληγορικά αὐτά πού γράφει ὁ Μωϋσῆς καί ὅτι ἡ ἐπιστήμη ἔχει δίκιο. Ὅμως ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι καί οἱ δυό πλευρές δέν ἔχουν κανένα ἀδιαμφισβήτητο ἀποδεικτικό στοιχεῖο.
Ἀλλά τό πιό τραγελαφικό τοῦ κειμένου εἶναι ὅτι ἡ ἕβδομη μέρα, τότε πού κατά τή Γραφή ἀναπαύεται ὁ Θεός, ταυτίζεται μέ τήν τεταρτογενῆ περίοδο τήν ὁποία διανύουμε! Αὐτή ἡ περίοδος, ἐκτός τοῦ ὅτι ἡ Διεθνής Ἐπιτροπή Στρωματογραφίας δέν τήν χρησιμοποιεῖ πλέον στήν ὁρολογία της, ἄρχιζε ὅπως εἶχαν φανταστεῖ στήν ἀρχή οἱ ἀγνωστικιστές γεωλόγοι, περίπου πρίν ἀπό 2,45 ἑκατομμύρια ἔτη. Ὁ σημερινός ἄνθρωπος ὅμως, ὁ Homo Sapiens, ὅπως ἀναγράφεται στή Βιολογία Γ΄ Λυκείου, ἐμφανίστηκε περίπου 500000 χρόνια πρίν. Αὐτό σημαίνει ὅτι οἱ μαθητές τοῦ Λυκείου μάθαιναν στά θρησκευτικά ὅτι ὁ Θεός δημιούργησε τόν ἄνθρωπο… ὅταν «ἀναπαυόταν»! Πραγματική γελοιοποίηση τῆς Γραφῆς καί τῆς κοσμικῆς ἐπιστήμης ἀπό τήν πρωτοποριακή «ἑλληνική» θεολογία».
4. Ἡ προπτωτική ἀφθαρσία τῆς φύσεως
Ἄς ἐξετάσουμε τό ἑπόμενο δόγμα τῆς ΘτΈ πού
λέγει:. «Ἡ φύση ἦταν ἐξαρχῆς φθαρτή. Ὁ θάνατος καί ἡ καταστροφή ἦταν
παροῦσα στήν ἀρχική δημιουργία καί πρίν ὁ ἄνθρωπος νά πέσει στήν
ἁμαρτία. Οἱ φυσικοί νόμοι καί οἱ ρυθμοί τῆς φύσεως πού βλέπουμε σήμερα
ἦταν ἐξαρχῆς οἱ ἴδιοι».
Ἀσφαλῶς αὐτό τό δόγμα ταυτίζεται ἀπολύτως καί μέ τό ἀναπόδεικτο ὅπως εἴπαμε δόγμα τῶν ἐξελικτικῶν, αὐτό τοῦ ὁμοιομορφισμοῦ.
Ἄς δοῦμε ὅμως ἄν αὐτό τό ἀντιεπιστημονικό δόγμα τοῦ ὁμοιομορφισμοῦ, συμφωνεῖ μέ αὐτά πού διδάσκουν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας.
Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής θά γράψει στά «Διφορούμενα»:
« ἔτσι ὑποθέτω , ὅτι ὁ διδάσκαλος ( ἅγ. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος) εἶπε αὐτά τά πράγματα, θέλοντας νά τονίσει τήν διαφορά τῆς κράσεως τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος στόν προπάτορά μας Ἀδάμ, πρίν ἀπό τήν παράβασι, καί αὐτῆς πού βλέπουμε νά κυριαρχεῖ στή φύση μας σήμερα. …»[40]. Ἀλλά οἱ πατέρες , δέν δίδασκαν μόνο ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἦταν ἄφθαρτος ἀλλά καί ὅλη ἡ φύση. Γράφει ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος: « Τότε ἀντιλαμβάνεστε ὅτι δέν εἶναι παράλογο νά ποῦμε, ὅτι ἡ δημιουργία ἦταν ἐπίσης ἄφθαρτος στήν ἀρχή καί δημιουργήθηκε ἀπό τό Θεό σύμφωνα μέ τήν κατάσταση τοῦ Παραδείσου, ἀλλά πῆρε τήν κατάρα τῆς φθορᾶς, καί ὁδηγήθηκε στήν δουλεία, ὅταν ὑπετάγη στήν ἴδια ματαιότητα πού ὑπετάγη ὁ ἄνθρωπος ( Ρωμ. 8:20-21)»[41]. Καί σέ ἄλλο σημεῖο θά ἐπαναλάβει: « Πρίν ἀπό τόν παράδεισο δημιούργησε ὅλη τή φύση στήν ὁποία ζοῦμε καί ὅλα μέσα σέ αὐτήν. Οὔτε μόνο αὐτή, ἀλλά ἐπίσης σέ πέντε ἡμέρες δημιούργησε τούς οὐρανούς καί ὅλα μέσα σέ αὐτούς. Τήν ἕκτη ἡμέρα δημιούργησε τόν Ἀδάμ καί τόν ἔκανε κύριο καί βασιλέα ὅλης τῆς δημιουργίας. Οὔτε ἡ Εὕα, οὔτε ὁ Παράδεισος εἶχαν ἀκόμα δημιουργηθεῖ, ἀλλά ὅλος ὁ κόσμος δημιουργήθηκε ἀπό τόν Θεό σάν σύνολο, σάν ἕνα εἶδος παραδείσου ταυτοχρόνως ἄφθαρτο, ἀλλά συγχρόνως ὑλικό καί αἰσθητό»[42].
Ἀκόμα ὁ Μέγας Βασίλειος, θά πεῖ στήν ἑξαήμερο ἑρμηνεία του, κάτι πού ἀσφαλῶς προξενεῖ σκανδαλισμό σέ κάθε ἐξελικτικό Βιολόγο τῶν ἡμερῶν μας: «Μόνο πού τότε τό ρόδον ἦτο χωρίς ἀγκάθι, ἔπειτα τό ἀγκάθι συνεδυάσθη μέ τήν ὡραιότητα τοῦ ἄνθους, ὥστε κοντά στήν τερπνότητα τῆς ἀπολαύσεως νά ἔχωμεν τήν λύπην, διά νά ἐνθυμούμεθα τήν ἁμαρτίαν, ἐξαιτίας τῆς ὁποίας ἡ γῆ κατεδικάσθη νά μᾶς βλαστάνη «ἀκάνθας καί τριβόλους» (Γεν. 3,18)»[43].
Ἐπίσης ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης θά γράψει τά ἑξῆς «παράλογα» ἤ καλύτερα ὑπέρλογα :
« Ἡ Κτίση ὅπως λένε δέν κατασκευάστηκε ἀπό τήν ἀρχή ρευστή, δηλαδή φθαρτή. Ὕστερα ἔγινε, ὅταν γνώρισε τή φθορά καί ὑποτάχθηκε στή ματαιότητα, κατά τή Γραφή, δηλαδή στόν ἄνθρωπο, ὄχι βέβαια μέ τήν θέλησή της , ἀλλά χωρίς αὐτή, ἐπειδή ἔτσι θέλησε Αὐτός πού τήν ὑπέταξε, μέ τήν ἐλπίδα ὅμως τῆς ἀνακαίνισης τοῦ Ἀδάμ, πού ἔπεσε στή φθορά.»[44] Τέλος ὁ π. Σεραφείμ Ρόουζ θά γράψει : « Ἀκόμα ὁ ἱερός Αὐγουστίνος λέει ὅτι ἡ δημιουργία εἶναι ἕνα μυστήριο. Λέγει ὅτι δέν μποροῦμε νά ὁμιλοῦμε γιαυτή γιατί εἶναι τόσο διαφορετική ἀπό τήν ἰδική μας ἐμπειρία. Εἶναι πέρα ἀπό ἐμᾶς. Δέν μποροῦμε νά ἐκτιμήσουμε μέ τούς παρόντες νόμους τῆς φύσεως τό ἀπώτερο παρελθόν καί νά ὁδηγηθοῦμε στήν κατανόηση τῆς Δημιουργίας. Δημιουργία εἶναι κάτι διαφορετικό. Εἶναι ἡ ἀρχή ὅλων αὐτῶν πού ὑπάρχουν σήμερα, ὄχι ὅμως καί ὁ τρόπος πού αὐτά ὑπάρχουν τώρα.»[45]
Συμπερασματικά ἡ Ὀρθόδοξη θεολογία, διά τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας, εἶναι ἀντίθετη μέ τό δόγμα τοῦ ὁμοιομορφισμοῦ, τό ὁποῖο ἄλλωστε ὅπως εἴπαμε ἔχει ἀπορριφθεῖ ἀπό πολλούς ἐπιστήμονες ὡς ἀντιεπιστημονικό ἀξίωμα. Συνεπῶς ἕνας Ὀρθόδοξος χριστιανός καί θεολόγος δέν πρέπει νά φοβᾶται ὅτι ἔρχεται σέ ἀντίθεση μέ τήν ἐπιστήμη ὅταν δέν ἀποδέχεται τήν ἰδέα τῶν δισεκατομμυρίων ἐτῶν καί τῶν γεωλογικῶν αἰώνων, δηλαδή τήν ἀλληγορική ἑρμηνεία τῆς ἑξαημέρου. Τό ἀντίθετο μάλιστα: Ὑπερασπίζει τίς βασικές ἀρχές τῆς ἐπιστήμης πού στηρίζει τίς θεωρίες της σέ πειραματικά δεδομένα καί τά μαθηματικά καί ὄχι στό Εὐαγγέλιο…
Νά τί πειράζει ἐπίσης ἕναν χριστιανό, ὅταν ἀποδέχεται τήν δαρβινική ἐξέλιξη, καρπός φαντασίωσης καί ἐκτός πραγματικότητας τήν ὁποία ὁ ἅγιος Παΐσιος θεωροῦσε ὅπως εἴδαμε βλάσφημη. Ἀποδεχόμενος κανείς τό δόγμα τοῦ ὁμοιομορφισμοῦ, ὅτι ἡ φύση καί ἡ ζωή δηλαδή ἦταν πάντα ἔτσι ὅπως σήμερα, ἀποδέχεται κατά πρῶτον ἀνθρώπινες σκέψεις νά μιλήσουν γιά τή Δημιουργία, ἡ ὁποία ὅπως λέγουν ὁμόφωνα οἱ ἅγιοι εἶναι μυστήριο καί ἔξω ἀπό τήν δική μας ἐμπειρία. Δίνουν ἔτσι χῶρο στήν ἀνθρωποκεντρική οἴηση νά εἰσέλθει στόν ἐκκλησιαστικό χῶρο. Ἐπί πλέον ἀποδεχόμενοι τήν ἰδέα ὅτι ἡ φύση καί ἡ ζωή ἦταν πάντα ἔτσι, ἀναγκαστικά ἀποδεχόμαστε ὅτι τό κακό (θάνατος, καταστροφές) προϋπῆρχε τῆς ἐμφάνισης καί τῆς πτώσεως τοῦ ἀνθρώπου. Κατ΄αὐτόν τόν τρόπο ἀποσείει τήν εὐθύνη ἀπό τόν ἄνθρωπο ὁ ὁποῖος ἑκούσια ἔπεσε στήν ἁμαρτία καί παρέσυρε καί τή φύση μαζί του στήν ματαιότητα. Εὔλογα ἡ εὐθύνη μεταβιβάζεται στόν Κτίστη τῆς φύσεως γιά ὅλα τά κακά πού βλέπουμε σήμερα στόν κόσμο, τό θάνατο, τίς ἀσθένειες, τά παρά φύση πάθη κ.ἄ... Δέν εἶναι ἄραγε βλασφημία αὐτό καί κατασυκοφάντηση τοῦ Χριστοῦ ὁ ὁποῖος δημιούργησε τά πάντα λίαν καλῶς; Τό πόσο ἐπιζήμια γιά τήν ψυχή, ἰδιαίτερα τῶν μικρῶν παιδιῶν, εἶναι αὐτή ἡ ἰδέα τῆς ΘτΈ , τήν ἐξέφρασε τέλεια μία μαθήτρια τῆς Γ΄ γυμνασίου ἡ ὁποία σέ κάποια στιγμή κατά τή διάρκεια τοῦ μαθήματος τῆς Βιολογίας εἶπε στόν καθηγητή της
« Κύριε, ὅταν ἀκούω ὅτι ὁ Θεός ἐξέλιξε τόν ἄνθρωπο ἀπό τούς πιθήκους, νοιώθω νά κινδυνεύει τό βάπτισμά μου!».
Τέλος, ἕνα ἄλλο ἀγόρι θά πεῖ πάλι στό ἴδιο μάθημα: «Ἡ ἰδέα ὅτι ὁ Θεός δημιούργησε τούς δεινόσαυρους πρίν ἀπό 260 ἑκ. ἔτη καί μετά τούς κατέστρεψε πρίν ἀπό 60 ἑκ.ἔτη, ἔτσι χωρίς λόγο, μοῦ δίνει τήν ἐντύπωση ἑνός τρελοῦ καί καταστροφικοῦ Θεοῦ!»
Ἀσφαλῶς αὐτό τό δόγμα ταυτίζεται ἀπολύτως καί μέ τό ἀναπόδεικτο ὅπως εἴπαμε δόγμα τῶν ἐξελικτικῶν, αὐτό τοῦ ὁμοιομορφισμοῦ.
Ἄς δοῦμε ὅμως ἄν αὐτό τό ἀντιεπιστημονικό δόγμα τοῦ ὁμοιομορφισμοῦ, συμφωνεῖ μέ αὐτά πού διδάσκουν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας.
Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής θά γράψει στά «Διφορούμενα»:
« ἔτσι ὑποθέτω , ὅτι ὁ διδάσκαλος ( ἅγ. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος) εἶπε αὐτά τά πράγματα, θέλοντας νά τονίσει τήν διαφορά τῆς κράσεως τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος στόν προπάτορά μας Ἀδάμ, πρίν ἀπό τήν παράβασι, καί αὐτῆς πού βλέπουμε νά κυριαρχεῖ στή φύση μας σήμερα. …»[40]. Ἀλλά οἱ πατέρες , δέν δίδασκαν μόνο ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἦταν ἄφθαρτος ἀλλά καί ὅλη ἡ φύση. Γράφει ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος: « Τότε ἀντιλαμβάνεστε ὅτι δέν εἶναι παράλογο νά ποῦμε, ὅτι ἡ δημιουργία ἦταν ἐπίσης ἄφθαρτος στήν ἀρχή καί δημιουργήθηκε ἀπό τό Θεό σύμφωνα μέ τήν κατάσταση τοῦ Παραδείσου, ἀλλά πῆρε τήν κατάρα τῆς φθορᾶς, καί ὁδηγήθηκε στήν δουλεία, ὅταν ὑπετάγη στήν ἴδια ματαιότητα πού ὑπετάγη ὁ ἄνθρωπος ( Ρωμ. 8:20-21)»[41]. Καί σέ ἄλλο σημεῖο θά ἐπαναλάβει: « Πρίν ἀπό τόν παράδεισο δημιούργησε ὅλη τή φύση στήν ὁποία ζοῦμε καί ὅλα μέσα σέ αὐτήν. Οὔτε μόνο αὐτή, ἀλλά ἐπίσης σέ πέντε ἡμέρες δημιούργησε τούς οὐρανούς καί ὅλα μέσα σέ αὐτούς. Τήν ἕκτη ἡμέρα δημιούργησε τόν Ἀδάμ καί τόν ἔκανε κύριο καί βασιλέα ὅλης τῆς δημιουργίας. Οὔτε ἡ Εὕα, οὔτε ὁ Παράδεισος εἶχαν ἀκόμα δημιουργηθεῖ, ἀλλά ὅλος ὁ κόσμος δημιουργήθηκε ἀπό τόν Θεό σάν σύνολο, σάν ἕνα εἶδος παραδείσου ταυτοχρόνως ἄφθαρτο, ἀλλά συγχρόνως ὑλικό καί αἰσθητό»[42].
Ἀκόμα ὁ Μέγας Βασίλειος, θά πεῖ στήν ἑξαήμερο ἑρμηνεία του, κάτι πού ἀσφαλῶς προξενεῖ σκανδαλισμό σέ κάθε ἐξελικτικό Βιολόγο τῶν ἡμερῶν μας: «Μόνο πού τότε τό ρόδον ἦτο χωρίς ἀγκάθι, ἔπειτα τό ἀγκάθι συνεδυάσθη μέ τήν ὡραιότητα τοῦ ἄνθους, ὥστε κοντά στήν τερπνότητα τῆς ἀπολαύσεως νά ἔχωμεν τήν λύπην, διά νά ἐνθυμούμεθα τήν ἁμαρτίαν, ἐξαιτίας τῆς ὁποίας ἡ γῆ κατεδικάσθη νά μᾶς βλαστάνη «ἀκάνθας καί τριβόλους» (Γεν. 3,18)»[43].
Ἐπίσης ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης θά γράψει τά ἑξῆς «παράλογα» ἤ καλύτερα ὑπέρλογα :
« Ἡ Κτίση ὅπως λένε δέν κατασκευάστηκε ἀπό τήν ἀρχή ρευστή, δηλαδή φθαρτή. Ὕστερα ἔγινε, ὅταν γνώρισε τή φθορά καί ὑποτάχθηκε στή ματαιότητα, κατά τή Γραφή, δηλαδή στόν ἄνθρωπο, ὄχι βέβαια μέ τήν θέλησή της , ἀλλά χωρίς αὐτή, ἐπειδή ἔτσι θέλησε Αὐτός πού τήν ὑπέταξε, μέ τήν ἐλπίδα ὅμως τῆς ἀνακαίνισης τοῦ Ἀδάμ, πού ἔπεσε στή φθορά.»[44] Τέλος ὁ π. Σεραφείμ Ρόουζ θά γράψει : « Ἀκόμα ὁ ἱερός Αὐγουστίνος λέει ὅτι ἡ δημιουργία εἶναι ἕνα μυστήριο. Λέγει ὅτι δέν μποροῦμε νά ὁμιλοῦμε γιαυτή γιατί εἶναι τόσο διαφορετική ἀπό τήν ἰδική μας ἐμπειρία. Εἶναι πέρα ἀπό ἐμᾶς. Δέν μποροῦμε νά ἐκτιμήσουμε μέ τούς παρόντες νόμους τῆς φύσεως τό ἀπώτερο παρελθόν καί νά ὁδηγηθοῦμε στήν κατανόηση τῆς Δημιουργίας. Δημιουργία εἶναι κάτι διαφορετικό. Εἶναι ἡ ἀρχή ὅλων αὐτῶν πού ὑπάρχουν σήμερα, ὄχι ὅμως καί ὁ τρόπος πού αὐτά ὑπάρχουν τώρα.»[45]
Συμπερασματικά ἡ Ὀρθόδοξη θεολογία, διά τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας, εἶναι ἀντίθετη μέ τό δόγμα τοῦ ὁμοιομορφισμοῦ, τό ὁποῖο ἄλλωστε ὅπως εἴπαμε ἔχει ἀπορριφθεῖ ἀπό πολλούς ἐπιστήμονες ὡς ἀντιεπιστημονικό ἀξίωμα. Συνεπῶς ἕνας Ὀρθόδοξος χριστιανός καί θεολόγος δέν πρέπει νά φοβᾶται ὅτι ἔρχεται σέ ἀντίθεση μέ τήν ἐπιστήμη ὅταν δέν ἀποδέχεται τήν ἰδέα τῶν δισεκατομμυρίων ἐτῶν καί τῶν γεωλογικῶν αἰώνων, δηλαδή τήν ἀλληγορική ἑρμηνεία τῆς ἑξαημέρου. Τό ἀντίθετο μάλιστα: Ὑπερασπίζει τίς βασικές ἀρχές τῆς ἐπιστήμης πού στηρίζει τίς θεωρίες της σέ πειραματικά δεδομένα καί τά μαθηματικά καί ὄχι στό Εὐαγγέλιο…
Νά τί πειράζει ἐπίσης ἕναν χριστιανό, ὅταν ἀποδέχεται τήν δαρβινική ἐξέλιξη, καρπός φαντασίωσης καί ἐκτός πραγματικότητας τήν ὁποία ὁ ἅγιος Παΐσιος θεωροῦσε ὅπως εἴδαμε βλάσφημη. Ἀποδεχόμενος κανείς τό δόγμα τοῦ ὁμοιομορφισμοῦ, ὅτι ἡ φύση καί ἡ ζωή δηλαδή ἦταν πάντα ἔτσι ὅπως σήμερα, ἀποδέχεται κατά πρῶτον ἀνθρώπινες σκέψεις νά μιλήσουν γιά τή Δημιουργία, ἡ ὁποία ὅπως λέγουν ὁμόφωνα οἱ ἅγιοι εἶναι μυστήριο καί ἔξω ἀπό τήν δική μας ἐμπειρία. Δίνουν ἔτσι χῶρο στήν ἀνθρωποκεντρική οἴηση νά εἰσέλθει στόν ἐκκλησιαστικό χῶρο. Ἐπί πλέον ἀποδεχόμενοι τήν ἰδέα ὅτι ἡ φύση καί ἡ ζωή ἦταν πάντα ἔτσι, ἀναγκαστικά ἀποδεχόμαστε ὅτι τό κακό (θάνατος, καταστροφές) προϋπῆρχε τῆς ἐμφάνισης καί τῆς πτώσεως τοῦ ἀνθρώπου. Κατ΄αὐτόν τόν τρόπο ἀποσείει τήν εὐθύνη ἀπό τόν ἄνθρωπο ὁ ὁποῖος ἑκούσια ἔπεσε στήν ἁμαρτία καί παρέσυρε καί τή φύση μαζί του στήν ματαιότητα. Εὔλογα ἡ εὐθύνη μεταβιβάζεται στόν Κτίστη τῆς φύσεως γιά ὅλα τά κακά πού βλέπουμε σήμερα στόν κόσμο, τό θάνατο, τίς ἀσθένειες, τά παρά φύση πάθη κ.ἄ... Δέν εἶναι ἄραγε βλασφημία αὐτό καί κατασυκοφάντηση τοῦ Χριστοῦ ὁ ὁποῖος δημιούργησε τά πάντα λίαν καλῶς; Τό πόσο ἐπιζήμια γιά τήν ψυχή, ἰδιαίτερα τῶν μικρῶν παιδιῶν, εἶναι αὐτή ἡ ἰδέα τῆς ΘτΈ , τήν ἐξέφρασε τέλεια μία μαθήτρια τῆς Γ΄ γυμνασίου ἡ ὁποία σέ κάποια στιγμή κατά τή διάρκεια τοῦ μαθήματος τῆς Βιολογίας εἶπε στόν καθηγητή της
« Κύριε, ὅταν ἀκούω ὅτι ὁ Θεός ἐξέλιξε τόν ἄνθρωπο ἀπό τούς πιθήκους, νοιώθω νά κινδυνεύει τό βάπτισμά μου!».
Τέλος, ἕνα ἄλλο ἀγόρι θά πεῖ πάλι στό ἴδιο μάθημα: «Ἡ ἰδέα ὅτι ὁ Θεός δημιούργησε τούς δεινόσαυρους πρίν ἀπό 260 ἑκ. ἔτη καί μετά τούς κατέστρεψε πρίν ἀπό 60 ἑκ.ἔτη, ἔτσι χωρίς λόγο, μοῦ δίνει τήν ἐντύπωση ἑνός τρελοῦ καί καταστροφικοῦ Θεοῦ!»
5. « Ὥστε κἄν ἡμέραν εἴπεις, κἄν αἰώνα τήν αὐτήν ἐρεῖς ἔννοιαν»
Τέλος ἄς ἐξετάσουμε τόν ἰσχυρισμό τῶν ὀπαδῶν τῆς
ΘτΈ , σύμφωνα μέ τόν ὁποῖο μία φράση τοῦ Μ. Βασιλείου ἀπό τήν «Ἑξαήμερο»
συνηγορεῖ ὑπέρ τῆς ἐξελίξεως. Διαβάζουμε καί πάλι ἀπό τά προηγούμενα
βιβλία θρησκευτικῶν Β΄ Λυκείου :
« Κατά τή διήγηση τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἔγινε διαδοχικά σέ ἕξι ἡμέρες, οἱ ὁποῖες εἶναι φάσεις πού ἀντιστοιχοῦν σέ μεγάλα χρονικά διαστήματα. Ἤδη ὁ Μέγας Βασίλειος στήν Ἑξαήμερο τονίζει ὅτι «εἴτε ἡμέρα ποῦμε εἴτε αἰώνα εἶναι τό ἴδιο», γιατί δέν πρόκειται κατά κυριολεξία γιά ἡμέρες τῆς ἑβδομάδας, ἀλλά γιά τεράστια χρονικά διαστήματα. Ἀφοῦ «μία μέρα παρά Κυρίου ὡς χίλια ἔτη, καί χίλια ἔτη ὡς ἡμέρα μία» (Β' Πέτρ. 3, 8 ). Ἡ δημιουργία ἔχει δυναμικό χαρακτήρα καί ἀκολούθησε μία ἐξέλιξη ἀπό τά ἀτελέστερα καί ἁπλούστερα πρός τά τελειότερα καί συνθετότερα.»[46]
Αὐτή ἡ φράση, « ὥστε κἄν ἡμέραν εἴπεις, κἄν αἰώνα τήν αὐτήν ἐρεῖς ἔννοιαν» τήν ὁποία ἀπομονώνουν οἱ προοδευτικοί θεολόγοι γιά νά στηρίξουν τήν πλάνη τους, εἶναι τό μόνο ἐπιχείρημα πού ἔχουν νά ἐπικαλεστοῦν, προκειμένου νά στηρίξουν τόν ἰσχυρισμό τους ὅτι οἱ ἕξι ἡμέρες τῆς Δημιουργίας εἶναι ἀλληγορία τεράστιων χρονικῶν διαστημάτων. Ἄς ἐξετάσουμε ὅμως πιό προσεκτικά πῶς ὁ Μ. Βασίλειος προσεγγίζει τό ζήτημα τῆς χρονικῆς διάρκειας τῆς «ἡμέρας» στή Δημιουργία. Διαβάζουμε ἀπό τήν «Ἑξαήμερο»: « Καί ἐγένετο ἑσπέρα καί ἐγένετο πρωί, ἡμέρα μία». Διατί δέν εἶπε «πρώτη» ἀλλά «μία»; Βέβαια ἦτο συνεπέστερον αὐτός πού ἐπρόκειτο νά ἀναφέρει ἐν συνέχειᾳ «δευτέραν» καί τρίτην» καί «τετάρτην» ἡμέραν , νά ὀνομάση αὐτήν πού προηγεῖται «πρώτην». Ἐν τούτοις τήν ὀνόμασε «μίαν». Ἕνας λόγος ἦτο ἴσως ὅτι ἤθελε νά βάλη σαφές περίγραμμα εἰς τό ἡμερονύκτιον, ὥστε νά θεωρῆται ὅτι οἱ εἰκοσιτέσσαρες ὧραι συμπληρώνουν διάστημα μίας ἡμέρας, καθώς δηλαδή θά ἐξυπακούεται μαζί μέ τήν ἡμέραν καί ἡ νύχτα. Ὥστε καί ἄν κατά τάς τροπάς τοῦ ἡλίου συμβαίνη νά εἶναι ἡ μία μεγαλυτέρα ἀπό τήν ἄλλην, ὅμως τά διαστήματα καί τῶν δυό μαζί ἐμπεριγράφονται ὁπωσδήποτε ἐντός τῶν σταθερῶν ὁρίων. Σάν νά ἔλεγεν. « Ἡ μονάς τῶν εἰκοσιτεσσάρων ὡρῶν εἶνε διάστημα μίας ἡμέρας»[47]. Μπορεῖ νά αἰσθανθεῖ κανείς ἄραγε ἔστω καί στό ἐλάχιστο ὅτι ὁ Μέγας Βασίλειος, ἄν πίστευε ὅτι αὐτές οἱ ἕξι ἡμέρες ἦσαν συμβολισμοί ἑκατομμυρίων ἐτῶν, θά ἔλεγε ὅτι ἡ ἡμέρα πού ἀναφέρει ἡ Βίβλος εἶναι ἡμερονύκτιο χωρισμένο ἀκριβῶς σέ 24 ὧρες, μέ σταθερά χρονικά ὅρια; Γιατί νά τό πεῖ αὐτό ἄν ἔνοιωθε ὅτι ὁ Μωϋσῆς ὁμιλοῦσε ἀλληγορικά;
Ὅμως, ἄς ἐξετάσουμε προσεκτικά καί μερικά ἄλλα σημεῖα τῆς Ἑξαημέρου, γιά νά δοῦμε ἄν ὁ Μέγας Βασίλειος ἄφηνε ἔστω καί μία ἐλάχιστη ὑπόνοια, ὅτι κάθε ἡμέρα τῆς Δημιουργίας εἶναι ἕνα τεράστιο καί τυχαῖο χρονικό διάστημα. Διαβάζουμε ἀπό τήν ἑξαήμερο: « Ἕνας ἄλλος ἐγκυρώτερος λόγος ( πού εἶπε «μία» καί ὄχι «πρώτη») εἶνε ἐκεῖνος πού παραδίδεται εἰς τήν ἀπόρρητον παράδοσιν, ὅτι φυσικά ὁ Θεός πού κατασκεύασε τήν φύσιν τοῦ χρόνου, τοῦ ἔβαλε καί μονάδας μετρήσεως τά διαστήματα τῶν ἡμερῶν, καί μετρώντας αὐτόν μέ τήν ἑβδομάδα, διατάσσει νά ἀνακυκλοῦται συνεχῶς ἡ ἑβδομάδα εἰς τόν ἑαυτόν της, ἀριθμώντας τήν κίνησιν τοῦ χρόνου.»[48]
Καί πάλι εἶναι φανερό ὅτι ὁ Μέγας Βασίλειος ὁμιλεῖ γιά χρόνο μέ σαφές περίγραμμα, ἀνακυκλούμενο καί ρυθμικά ἐπαναλαμβανόμενο. Ἐκλαμβάνει ὅπως εἶναι φανερό κυριολεκτικά τήν ἡμέρα ὡς ἕνα εἰκοσιτετράωρο καί ὡς μονάδα μετρήσεως σύμφωνα μέ τήν ὁποία μετρᾶται ὁ ἑβδομαδιαῖος, μηνιαῖος , ἐτήσιος περιοδικός ἤ ἀνακυκλούμενος χρόνος καί φυσικά ὁ αἰώνας. Ἔχει συγγένεια μέ τόν αἰώνα ὡς ἀνακυκλούμενο χρονικό διάστημα, ὅμως αἰώνας , εἴτε κυριολεκτικά εἴτε γεωλογικός, ἀσφαλῶς δέν εἶναι. Ἡ περιοδική ἀνακύκλωση τοῦ χρόνου, εἶναι ἀσφαλῶς εἰκόνα τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος δέν ἔχει ἀρχή καί τέλος ὅπως καί ὁ κύκλος! Ἀντίθετα οἱ γεωλογικοί αἰῶνες, εἶναι τυχαῖα μή ἀνακυκλούμενα χρονικά διαστήματα πού σαφῶς εἰκονίζουν καί ὑποδηλώνουν εὐθέως τήν πλήρη ἀπουσία ἑνός πάνσοφου Δημιουργοῦ, καί τήν «παρουσία» ἑνός ἀπρόσωπου καί τυφλοῦ μηχανιστικοῦ «θεοῦ». Δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι αὐτοί οἱ «αἰῶνες» ἐπινοήθηκαν ἀπό ἄθεους ὀπαδούς τοῦ διαφωτισμοῦ, οἱ ὁποῖοι προφανῶς ἐκδίδουν καί τά ἐκτός νόμου βιβλία θρησκευτικῶν στήν Ἑλλάδα.
Σέ σύμφωνη γνώμη μέ τόν Μέγα Βασίλειο, εἶναι καί ἄλλοι πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ὁ ἅγιος Ἐφραίμ ὁ Σύρος, ὁ ἅγιος Ἀμβρόσιος κ.ἄ .
Ὅμως ἡ «ἡμέρα» τοῦ Μωϋσῆ, μᾶς ἐξηγεῖ ὁ Μ. Βασίλειος ἔχει ἐκτός ἀπό κυριολεκτική σημασία καί ἀλληγορικό χαρακτήρα:
«Διά τοῦτο τήν κεφαλήν τοῦ χρόνου τήν ὠνόμασε ὄχι «πρώτην ἡμέραν» ἀλλά «μίαν» Ἔτσι ἀπό τό ὄνομά της θά φαίνεται ἡ συγγένεια τῆς πρός τόν αἰώνα. Διότι εὐστόχως καί ἐπιτυχῶς ὠνομάσθη «μία» αὐτή πού ἐκφράζει τόν χαρακτήρα τοῦ πράγματος πού εἶνε μοναδικόν καί δέν ἔχει τό ὅμοιόν του. Ἄν δέ ἡ Γραφή μᾶς ἀναφέρει πολλούς αἰῶνας, λέγοντας εἰς πολλά χωρία «αἰώνα αἰῶνος» καί αἰῶνας αἰώνων» καί ἐκεῖ ἀκόμα δέν λέγει ποτέ ἀριθμητικῶς «πρῶτος» καί «δεύτερος» καί «τρίτος αἰών». Ὥστε αὐτό μᾶς φανερώνει μᾶλλον διαφοράς καταστάσεων καί ποικίλων πραγμάτων καί ὄχι περιγράμματα καί ἄκρα καί διαδοχικάς σειράς αἰώνων. Διότι λέγει. « Ἡμέρα Κυρίου μεγάλη καί ἐπιφανής» ( Ἰωήλ 2,11)… Διότι ἄλλως εἶνε γνωστόν ὅτι ἡ ἡμέρα ἐκείνη εἶνε ἀνέσπερος καί ἀναντικατάστατος ἀπό ἄλλην καί ἀτελείωτος. Διά τοῦτο καί ὁ ψαλμωδός τήν ὀνόμασεν «ὀγδόην» (Ψαλ.6,1 καί 11,1) ἀφοῦ βρίσκεται ἔξω ἀπό τόν ἑβδοματικόν αὐτόν χρόνον. Ὥστε καί ἄν εἰπῆς «ἡμέραν» καί ἄν εἰπεῖς «αἰώνα» τήν αὐτήν ἔννοιαν ἐκφράζεις. Καί ἄν λοιπόν λεχθεῖ ἡ κατάστασις ἐκείνη «ἡμέρα» εἶνε « μία» καί ὄχι πολλαί. Καί ἄν ὀνομασθῆ «αἰών», εἶνε ἕνας μοναδικός καί ὄχι πολλοί. Θέλοντας νά ἑλκύσει τόν νοῦν πρός τήν μέλλουσαν ζωήν, ὀνόμασε «μίαν» τήν εἰκόνα τοῦ αἰῶνος, τήν ἀπαρχήν τῶν ἡμερῶν, τήν συνομίληκον τοῦ φωτός, τήν ἁγίαν Κυριακήν, αὐτήν πού ἐτιμήθη μέ τήν ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου. «Ἐγένετο λοιπόν, λέγει « ἑσπέρα καί ἐγένετο πρωί ἡμέρα μία»[49].
Ἐν κατακλεῖδι, εἶναι φανερό ὅτι ὁ Μέγας Βασίλειος ἑρμηνεύει τήν «ἡμέρα» τοῦ Μωϋσῆ ἐντελῶς διαφορετικά ἀπό τούς ἑτεροδόξους πρωτοποριακούς θεολόγους, τούς ὀπαδούς τῆς ΘτΈ : Κατά πρῶτον τά ἐκλαμβάνει ὅπως κατηγορηματικά λέγει, ὡς ἰσόχρονα ἀνακυκλούμενα χρονικά διαστήματα, ἡμερονύκτια ἐντός τῶν ὁρίων τῶν 24 ὡρῶν τά ὁποῖα διαγράφουν τόν ἑβδομαδιαῖο χρόνο καί κατά δεύτερον ἀλληγορικά μέ τήν πρώτη ἤ «μία ἡμέρα» νά εἰκονίζει «τήν ἡμέρα ἐκείνη πού θά εἶναι ἀνέσπερη καί ἀναντικατάστατη ἀπό ἄλλην καί ἀτελείωτη». Ὅμως οἱ γεωλογικοί αἰῶνες κατά τούς Γεωλόγους εἶναι συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα, ἔχουν ἀρχή καί τέλος ὅπως εἴδαμε, καί μάλιστα χωρίς καμία περιοδικότητα. Ἔτσι δέν μπορεῖ ἡ «ἡμέρα» τοῦ Μωϋσῆ νά εἶναι εἰκόνα τῶν αὐθαίρετων καί τυχαίων γεωλογικῶν αἰώνων, ὅπως οἱ ὀπαδοί τῆς ΘτΈ θέλουν νά μᾶς πείσουν. Προφανῶς ὁ Μ.Βασίλειος βλέπει τήν «μία ἡμέρα» ὡς εἰκόνα τοῦ «μέλλοντος αἰῶνος» ὅπως ὁμολογοῦμε στό Σύμβολο τῆς Πίστεως. Τότε φυσικά , «εἴτε πεῖς μέρα εἴτε αἰώνα, θά εἶναι τό ἴδιο» , ἐφόσον μέ τήν φύση θεωμένη καί ἄφθαρτη δέν θά ὑπάρχει χρόνος μέ τήν σημερινή ἔννοια. Θά εἶναι ἡ «Ἡμέρα» τοῦ Κυρίου ὅπου «μία μέρα παρά Κυρίου ὡς χίλια ἔτη, καί χίλια ἔτη ὡς ἡμέρα μία» (Β' Πέτρ. 3, 8 ). Τά λόγια λοιπόν αὐτά τοῦ Ἀπ. Πέτρου οἱ Ρωμαιοκαθολικοί τά ἑρμήνευσαν, ὄχι ὅπως οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδή θεοπνεύστως, ἀλλά ὅπως «τούς κατέβηκε» μέσα στήν «βαθυστόχαστη» ἐπιστημοσύνη τους. Καί μπέρδεψαν τόν μέλλοντα «αἰώνα» τήν ἀτέλειωτη «Ἡμέρα» τοῦ Κυρίου, τήν «Ἁγία Κυριακή», «τήν συνομίληκον τοῦ φωτός», μέ τούς γεωλογικούς αἰῶνες!
Θά κλείσουμε μέ τά ποιητικά λόγια πού εἶπε ὁ Μέγας Βασίλειος, ἐκεῖνο τό βράδυ πού ὁλοκλήρωνε τήν Β’ ὁμιλία του στήν ἑξαήμερο : « ἀλλά γάρ καί οἱ περί τῆς ἑσπέρας καταληφθέντες , ἐνταῦθα ὑμῖν τόν λόγον ὁρίζουσιν . ὁ δέ Πατήρ τοῦ ἀληθινοῦ φωτός , ὁ τήν ἡμέραν κοσμήσας τῷ οὐρανίῳ φωτί, ὁ τήν νύκτα φαιδρύνας ταῖς αὐγαῖς τοῦ πυρός, ὁ τοῦ μέλλοντος αἰῶνος τήν ἀνάπαυσιν εὐτρεπίσας τῷ νοερῷ καί ἀπαύστω φωτί, φωτίσειεν ἡμῶν τάς καρδίας ἐν ἐπιγνώσει τῆς ἀληθείας, καί ἀπρόσκοπον ὑμῶν διατηρήσειε τήν ζωήν, παρεχόμενος ὑμῖν ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως περιπατεῖν, ἵνα ἐκλάμψητε ὡς ὁ ἥλιος ἐν τῇ λαμπρότητι τῶν ἁγίων, εἰς καύχημα εἰς ἡμέραν Χριστοῦ. Ὦ ἡ δόξα καί τό κράτος εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων ἀμήν.»[50]
« Κατά τή διήγηση τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἔγινε διαδοχικά σέ ἕξι ἡμέρες, οἱ ὁποῖες εἶναι φάσεις πού ἀντιστοιχοῦν σέ μεγάλα χρονικά διαστήματα. Ἤδη ὁ Μέγας Βασίλειος στήν Ἑξαήμερο τονίζει ὅτι «εἴτε ἡμέρα ποῦμε εἴτε αἰώνα εἶναι τό ἴδιο», γιατί δέν πρόκειται κατά κυριολεξία γιά ἡμέρες τῆς ἑβδομάδας, ἀλλά γιά τεράστια χρονικά διαστήματα. Ἀφοῦ «μία μέρα παρά Κυρίου ὡς χίλια ἔτη, καί χίλια ἔτη ὡς ἡμέρα μία» (Β' Πέτρ. 3, 8 ). Ἡ δημιουργία ἔχει δυναμικό χαρακτήρα καί ἀκολούθησε μία ἐξέλιξη ἀπό τά ἀτελέστερα καί ἁπλούστερα πρός τά τελειότερα καί συνθετότερα.»[46]
Αὐτή ἡ φράση, « ὥστε κἄν ἡμέραν εἴπεις, κἄν αἰώνα τήν αὐτήν ἐρεῖς ἔννοιαν» τήν ὁποία ἀπομονώνουν οἱ προοδευτικοί θεολόγοι γιά νά στηρίξουν τήν πλάνη τους, εἶναι τό μόνο ἐπιχείρημα πού ἔχουν νά ἐπικαλεστοῦν, προκειμένου νά στηρίξουν τόν ἰσχυρισμό τους ὅτι οἱ ἕξι ἡμέρες τῆς Δημιουργίας εἶναι ἀλληγορία τεράστιων χρονικῶν διαστημάτων. Ἄς ἐξετάσουμε ὅμως πιό προσεκτικά πῶς ὁ Μ. Βασίλειος προσεγγίζει τό ζήτημα τῆς χρονικῆς διάρκειας τῆς «ἡμέρας» στή Δημιουργία. Διαβάζουμε ἀπό τήν «Ἑξαήμερο»: « Καί ἐγένετο ἑσπέρα καί ἐγένετο πρωί, ἡμέρα μία». Διατί δέν εἶπε «πρώτη» ἀλλά «μία»; Βέβαια ἦτο συνεπέστερον αὐτός πού ἐπρόκειτο νά ἀναφέρει ἐν συνέχειᾳ «δευτέραν» καί τρίτην» καί «τετάρτην» ἡμέραν , νά ὀνομάση αὐτήν πού προηγεῖται «πρώτην». Ἐν τούτοις τήν ὀνόμασε «μίαν». Ἕνας λόγος ἦτο ἴσως ὅτι ἤθελε νά βάλη σαφές περίγραμμα εἰς τό ἡμερονύκτιον, ὥστε νά θεωρῆται ὅτι οἱ εἰκοσιτέσσαρες ὧραι συμπληρώνουν διάστημα μίας ἡμέρας, καθώς δηλαδή θά ἐξυπακούεται μαζί μέ τήν ἡμέραν καί ἡ νύχτα. Ὥστε καί ἄν κατά τάς τροπάς τοῦ ἡλίου συμβαίνη νά εἶναι ἡ μία μεγαλυτέρα ἀπό τήν ἄλλην, ὅμως τά διαστήματα καί τῶν δυό μαζί ἐμπεριγράφονται ὁπωσδήποτε ἐντός τῶν σταθερῶν ὁρίων. Σάν νά ἔλεγεν. « Ἡ μονάς τῶν εἰκοσιτεσσάρων ὡρῶν εἶνε διάστημα μίας ἡμέρας»[47]. Μπορεῖ νά αἰσθανθεῖ κανείς ἄραγε ἔστω καί στό ἐλάχιστο ὅτι ὁ Μέγας Βασίλειος, ἄν πίστευε ὅτι αὐτές οἱ ἕξι ἡμέρες ἦσαν συμβολισμοί ἑκατομμυρίων ἐτῶν, θά ἔλεγε ὅτι ἡ ἡμέρα πού ἀναφέρει ἡ Βίβλος εἶναι ἡμερονύκτιο χωρισμένο ἀκριβῶς σέ 24 ὧρες, μέ σταθερά χρονικά ὅρια; Γιατί νά τό πεῖ αὐτό ἄν ἔνοιωθε ὅτι ὁ Μωϋσῆς ὁμιλοῦσε ἀλληγορικά;
Ὅμως, ἄς ἐξετάσουμε προσεκτικά καί μερικά ἄλλα σημεῖα τῆς Ἑξαημέρου, γιά νά δοῦμε ἄν ὁ Μέγας Βασίλειος ἄφηνε ἔστω καί μία ἐλάχιστη ὑπόνοια, ὅτι κάθε ἡμέρα τῆς Δημιουργίας εἶναι ἕνα τεράστιο καί τυχαῖο χρονικό διάστημα. Διαβάζουμε ἀπό τήν ἑξαήμερο: « Ἕνας ἄλλος ἐγκυρώτερος λόγος ( πού εἶπε «μία» καί ὄχι «πρώτη») εἶνε ἐκεῖνος πού παραδίδεται εἰς τήν ἀπόρρητον παράδοσιν, ὅτι φυσικά ὁ Θεός πού κατασκεύασε τήν φύσιν τοῦ χρόνου, τοῦ ἔβαλε καί μονάδας μετρήσεως τά διαστήματα τῶν ἡμερῶν, καί μετρώντας αὐτόν μέ τήν ἑβδομάδα, διατάσσει νά ἀνακυκλοῦται συνεχῶς ἡ ἑβδομάδα εἰς τόν ἑαυτόν της, ἀριθμώντας τήν κίνησιν τοῦ χρόνου.»[48]
Καί πάλι εἶναι φανερό ὅτι ὁ Μέγας Βασίλειος ὁμιλεῖ γιά χρόνο μέ σαφές περίγραμμα, ἀνακυκλούμενο καί ρυθμικά ἐπαναλαμβανόμενο. Ἐκλαμβάνει ὅπως εἶναι φανερό κυριολεκτικά τήν ἡμέρα ὡς ἕνα εἰκοσιτετράωρο καί ὡς μονάδα μετρήσεως σύμφωνα μέ τήν ὁποία μετρᾶται ὁ ἑβδομαδιαῖος, μηνιαῖος , ἐτήσιος περιοδικός ἤ ἀνακυκλούμενος χρόνος καί φυσικά ὁ αἰώνας. Ἔχει συγγένεια μέ τόν αἰώνα ὡς ἀνακυκλούμενο χρονικό διάστημα, ὅμως αἰώνας , εἴτε κυριολεκτικά εἴτε γεωλογικός, ἀσφαλῶς δέν εἶναι. Ἡ περιοδική ἀνακύκλωση τοῦ χρόνου, εἶναι ἀσφαλῶς εἰκόνα τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος δέν ἔχει ἀρχή καί τέλος ὅπως καί ὁ κύκλος! Ἀντίθετα οἱ γεωλογικοί αἰῶνες, εἶναι τυχαῖα μή ἀνακυκλούμενα χρονικά διαστήματα πού σαφῶς εἰκονίζουν καί ὑποδηλώνουν εὐθέως τήν πλήρη ἀπουσία ἑνός πάνσοφου Δημιουργοῦ, καί τήν «παρουσία» ἑνός ἀπρόσωπου καί τυφλοῦ μηχανιστικοῦ «θεοῦ». Δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι αὐτοί οἱ «αἰῶνες» ἐπινοήθηκαν ἀπό ἄθεους ὀπαδούς τοῦ διαφωτισμοῦ, οἱ ὁποῖοι προφανῶς ἐκδίδουν καί τά ἐκτός νόμου βιβλία θρησκευτικῶν στήν Ἑλλάδα.
Σέ σύμφωνη γνώμη μέ τόν Μέγα Βασίλειο, εἶναι καί ἄλλοι πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ὁ ἅγιος Ἐφραίμ ὁ Σύρος, ὁ ἅγιος Ἀμβρόσιος κ.ἄ .
Ὅμως ἡ «ἡμέρα» τοῦ Μωϋσῆ, μᾶς ἐξηγεῖ ὁ Μ. Βασίλειος ἔχει ἐκτός ἀπό κυριολεκτική σημασία καί ἀλληγορικό χαρακτήρα:
«Διά τοῦτο τήν κεφαλήν τοῦ χρόνου τήν ὠνόμασε ὄχι «πρώτην ἡμέραν» ἀλλά «μίαν» Ἔτσι ἀπό τό ὄνομά της θά φαίνεται ἡ συγγένεια τῆς πρός τόν αἰώνα. Διότι εὐστόχως καί ἐπιτυχῶς ὠνομάσθη «μία» αὐτή πού ἐκφράζει τόν χαρακτήρα τοῦ πράγματος πού εἶνε μοναδικόν καί δέν ἔχει τό ὅμοιόν του. Ἄν δέ ἡ Γραφή μᾶς ἀναφέρει πολλούς αἰῶνας, λέγοντας εἰς πολλά χωρία «αἰώνα αἰῶνος» καί αἰῶνας αἰώνων» καί ἐκεῖ ἀκόμα δέν λέγει ποτέ ἀριθμητικῶς «πρῶτος» καί «δεύτερος» καί «τρίτος αἰών». Ὥστε αὐτό μᾶς φανερώνει μᾶλλον διαφοράς καταστάσεων καί ποικίλων πραγμάτων καί ὄχι περιγράμματα καί ἄκρα καί διαδοχικάς σειράς αἰώνων. Διότι λέγει. « Ἡμέρα Κυρίου μεγάλη καί ἐπιφανής» ( Ἰωήλ 2,11)… Διότι ἄλλως εἶνε γνωστόν ὅτι ἡ ἡμέρα ἐκείνη εἶνε ἀνέσπερος καί ἀναντικατάστατος ἀπό ἄλλην καί ἀτελείωτος. Διά τοῦτο καί ὁ ψαλμωδός τήν ὀνόμασεν «ὀγδόην» (Ψαλ.6,1 καί 11,1) ἀφοῦ βρίσκεται ἔξω ἀπό τόν ἑβδοματικόν αὐτόν χρόνον. Ὥστε καί ἄν εἰπῆς «ἡμέραν» καί ἄν εἰπεῖς «αἰώνα» τήν αὐτήν ἔννοιαν ἐκφράζεις. Καί ἄν λοιπόν λεχθεῖ ἡ κατάστασις ἐκείνη «ἡμέρα» εἶνε « μία» καί ὄχι πολλαί. Καί ἄν ὀνομασθῆ «αἰών», εἶνε ἕνας μοναδικός καί ὄχι πολλοί. Θέλοντας νά ἑλκύσει τόν νοῦν πρός τήν μέλλουσαν ζωήν, ὀνόμασε «μίαν» τήν εἰκόνα τοῦ αἰῶνος, τήν ἀπαρχήν τῶν ἡμερῶν, τήν συνομίληκον τοῦ φωτός, τήν ἁγίαν Κυριακήν, αὐτήν πού ἐτιμήθη μέ τήν ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου. «Ἐγένετο λοιπόν, λέγει « ἑσπέρα καί ἐγένετο πρωί ἡμέρα μία»[49].
Ἐν κατακλεῖδι, εἶναι φανερό ὅτι ὁ Μέγας Βασίλειος ἑρμηνεύει τήν «ἡμέρα» τοῦ Μωϋσῆ ἐντελῶς διαφορετικά ἀπό τούς ἑτεροδόξους πρωτοποριακούς θεολόγους, τούς ὀπαδούς τῆς ΘτΈ : Κατά πρῶτον τά ἐκλαμβάνει ὅπως κατηγορηματικά λέγει, ὡς ἰσόχρονα ἀνακυκλούμενα χρονικά διαστήματα, ἡμερονύκτια ἐντός τῶν ὁρίων τῶν 24 ὡρῶν τά ὁποῖα διαγράφουν τόν ἑβδομαδιαῖο χρόνο καί κατά δεύτερον ἀλληγορικά μέ τήν πρώτη ἤ «μία ἡμέρα» νά εἰκονίζει «τήν ἡμέρα ἐκείνη πού θά εἶναι ἀνέσπερη καί ἀναντικατάστατη ἀπό ἄλλην καί ἀτελείωτη». Ὅμως οἱ γεωλογικοί αἰῶνες κατά τούς Γεωλόγους εἶναι συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα, ἔχουν ἀρχή καί τέλος ὅπως εἴδαμε, καί μάλιστα χωρίς καμία περιοδικότητα. Ἔτσι δέν μπορεῖ ἡ «ἡμέρα» τοῦ Μωϋσῆ νά εἶναι εἰκόνα τῶν αὐθαίρετων καί τυχαίων γεωλογικῶν αἰώνων, ὅπως οἱ ὀπαδοί τῆς ΘτΈ θέλουν νά μᾶς πείσουν. Προφανῶς ὁ Μ.Βασίλειος βλέπει τήν «μία ἡμέρα» ὡς εἰκόνα τοῦ «μέλλοντος αἰῶνος» ὅπως ὁμολογοῦμε στό Σύμβολο τῆς Πίστεως. Τότε φυσικά , «εἴτε πεῖς μέρα εἴτε αἰώνα, θά εἶναι τό ἴδιο» , ἐφόσον μέ τήν φύση θεωμένη καί ἄφθαρτη δέν θά ὑπάρχει χρόνος μέ τήν σημερινή ἔννοια. Θά εἶναι ἡ «Ἡμέρα» τοῦ Κυρίου ὅπου «μία μέρα παρά Κυρίου ὡς χίλια ἔτη, καί χίλια ἔτη ὡς ἡμέρα μία» (Β' Πέτρ. 3, 8 ). Τά λόγια λοιπόν αὐτά τοῦ Ἀπ. Πέτρου οἱ Ρωμαιοκαθολικοί τά ἑρμήνευσαν, ὄχι ὅπως οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδή θεοπνεύστως, ἀλλά ὅπως «τούς κατέβηκε» μέσα στήν «βαθυστόχαστη» ἐπιστημοσύνη τους. Καί μπέρδεψαν τόν μέλλοντα «αἰώνα» τήν ἀτέλειωτη «Ἡμέρα» τοῦ Κυρίου, τήν «Ἁγία Κυριακή», «τήν συνομίληκον τοῦ φωτός», μέ τούς γεωλογικούς αἰῶνες!
Θά κλείσουμε μέ τά ποιητικά λόγια πού εἶπε ὁ Μέγας Βασίλειος, ἐκεῖνο τό βράδυ πού ὁλοκλήρωνε τήν Β’ ὁμιλία του στήν ἑξαήμερο : « ἀλλά γάρ καί οἱ περί τῆς ἑσπέρας καταληφθέντες , ἐνταῦθα ὑμῖν τόν λόγον ὁρίζουσιν . ὁ δέ Πατήρ τοῦ ἀληθινοῦ φωτός , ὁ τήν ἡμέραν κοσμήσας τῷ οὐρανίῳ φωτί, ὁ τήν νύκτα φαιδρύνας ταῖς αὐγαῖς τοῦ πυρός, ὁ τοῦ μέλλοντος αἰῶνος τήν ἀνάπαυσιν εὐτρεπίσας τῷ νοερῷ καί ἀπαύστω φωτί, φωτίσειεν ἡμῶν τάς καρδίας ἐν ἐπιγνώσει τῆς ἀληθείας, καί ἀπρόσκοπον ὑμῶν διατηρήσειε τήν ζωήν, παρεχόμενος ὑμῖν ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως περιπατεῖν, ἵνα ἐκλάμψητε ὡς ὁ ἥλιος ἐν τῇ λαμπρότητι τῶν ἁγίων, εἰς καύχημα εἰς ἡμέραν Χριστοῦ. Ὦ ἡ δόξα καί τό κράτος εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων ἀμήν.»[50]
Συμπεράσματα
Ὁ τρόπος πού ἦρθαν στήν ὕπαρξη τά ἄβια καί ἔμβια
ὄντα, μοναδικά συμβάντα σέ ἄγνωστο χρόνο, εἶναι ὑπαρξιακό ζήτημα
ἀπρόσιτο στήν ἀνθρώπινη γνώση καί ἐπιστήμη. Αὐτό
λέγουν ὁμόφωνα ὅλοι οἱ ἅγιοι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἀπορρίπτοντας μιά
γιά πάντα τήν ἐπιστήμη ἀπό αὐτό τό πεδίο γνώσης πού ἀνήκει μόνο στά
ἀπόρρητα μυστήρια τοῦ Θεοῦ τά ὁποῖα ἀποκαλύπτει μόνο στούς ἁγίους Του
ὅπως τόν Μωϋσῆ πού ἔγραψε τήν Γένεση. Μία τέτοια θέση δέν ἔρχεται μέ
κανένα τρόπο σέ ἀντίθεση μέ τήν ἐπιστήμη ὅπως διαδίδουν ψευδῶς οἱ ὀπαδοί
τῆς ΘτΕ ἀποκαλώντας φονταμενταλιστές ὅσους διαφωνοῦν μέ τήν πλάνη τους.
Καί τοῦτο διότι σέ σύμφωνη γνώμη ἔρχονται καί οἱ πλέον καταξιωμένοι
ἐπιστήμονες ἀλλά καί φιλόσοφοι στόν κόσμο, οἱ ὁποῖοι δηλώνουν ὅτι εἶναι
ἀδύνατον νά ἀποδειχθεῖ κατηγορηματικά μέ τίς πειραματικές μεθόδους τῶν
φυσικῶν ἐπιστημῶν, τί ἀκριβῶς ἔγινε τίς πρῶτες ἐκεῖνες στιγμές τῆς
δημιουργίας. Οἱ ἴδιοι οἱ ἐξελικτικοί εἴδαμε νά ὁμολογοῦν ὅτι μόνο ὡς
ὑποθετικό ἱστορικό σενάριο ἐπιστημονικῆς φαντασίας μπορεῖ νά διατυπωθεῖ
μία θεωρία γύρω ἀπό τά μοναδικά αὐτά γεγονότα δημιουργίας τῶν ἔμβιων
καί ἄβιων ὄντων. Αὐτός εἶναι μᾶλλον καί ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο λαμπρά
ὀνόματα τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν πού ἀπογείωσαν τήν ἐπιστήμη καί ἄλλαξαν
κυριολεκτικά τόν κόσμο, ὅπως ὁ Κέπλερ, ὁ Γαλιλαῖος, ὁ Νεύτων, ὁ Πασκάλ, ὁ
Παστέρ, ὁ Κέλβιν, ὁ Μάξουελ καί ὁ Ἀϊνστάϊν καί πολλοί ἄλλοι, ἀπαξίωσαν
τήν ἐνασχόληση μέ τέτοια ὑπαρξιακά ζητήματα. Γνώριζαν καλά ὅτι δέν
ὑπάρχει τρόπος μαθηματικῆς θεμελίωσης καί πειραματικῆς ἐπαλήθευσης μίας
θεωρίας πού ἀναφέρεται στό «πῶς» τῆς ἀρχικῆς δημιουργίας.
Ὡς ἐκ τούτου, ὅταν κάποιος ἰσχυρίζεται ὅτι ἡ ἐπιστήμη θά μᾶς πεῖ πῶς δημιουργήθηκαν τά ὄντα, ἐνῶ ἡ Θεολογία τό ποιός τά δημιούργησε, ὅταν πάλι ἐπικαλεῖται τήν ἐπιστήμη αὐτοῦ τοῦ κόσμου γιά νά ἀποδείξει ὅτι ἡ διήγηση τοῦ Μωϋσῆ εἶναι ἀλληγορική καί ὅτι κάθε ἡμέρα ἀντιστοιχεῖ στούς γεωλογικούς αἰῶνες, τότε ἀσφαλῶς ὁμιλεῖ ἐκ τοῦ πονηροῦ καί στηρίζει ἁπλῶς τήν θρησκεία τῆς φυσιοκρατίας πού θέλει τήν φύση, τό ἀνθρώπινο λογικό καί τήν ἐπιστήμη, παντεπόπτη καί παντογνώστη, δηλαδή κάτι σάν Θεό. Ὅταν μάλιστα ἐμφανίζουν αὐτό τό ὑποθετικό δαρβινικό ἱστορικό σενάριο περί δημιουργίας τοῦ κόσμου, ὡς ἀποδεδειγμένη ἐπιστημονική θεωρία, τότε σύμφωνα μέ τόν Κάρλ Γιάσπερς καθιστοῦν τήν ἐπιστήμη δεσποτική δύναμη πού βιάζει τήν ἀνθρώπινη συνείδηση. Καί αὐτό ἀκριβῶς ἔχει πετύχει ἡ ἑτερόδοξη (παπική καί λουθηροκαλβινική) ἀλλά καί «ὀρθόδοξη» «πρωτοποριακή» θεολογία μέ τήν πλάνη τῆς Θεϊστικῆς ἐξελίξεως τά δόγματα τῆς ὁποίας δέν ἔχουν σχέση, οὔτε μέ τήν Ὀρθόδοξη πατερική θεολογία, ἀλλά οὔτε μέ τή γνήσια φυσική ἐπιστήμη, τίς ἀρχές τῆς ὁποίας καταστρατηγεῖ ὁ δαρβινισμός. Ἔτσι παπισμός καί δαρβινισμός, δυό ὁλοκληρωτικά νατουραλιστικά καθεστῶτα, ταιριάζουν ἀπόλυτα καί συνθέτουν μαζί τήν Θεϊστική Ἐξέλιξη.
Τελικά, οἱ ἰδέες τῶν ὀπαδῶν τῆς ΘτΈ, ἔχουν ἐπιβληθεῖ ἀπό μία ἑτερόδοξη καί ἀντιορθόδοξη «πρωτοποριακή» θεολογία μέσα ἀπό τά ἐκτός νόμου πλέον βιβλία θρησκευτικῶν, ὡς ἡ μοναδική ἄποψη περί δημιουργίας τοῦ κόσμου. Δέν εἶναι αὐτός, κατά παράβασιν τοῦ Συντάγματος, ἀθέμιτος προσηλυτισμός τῶν Ἑλλήνων μαθητῶν σέ μία ξένη πρός τήν Ὀρθόδοξη παράδοση κοσμοθεωρία;
Ὡς ἐκ τούτου, ὅταν κάποιος ἰσχυρίζεται ὅτι ἡ ἐπιστήμη θά μᾶς πεῖ πῶς δημιουργήθηκαν τά ὄντα, ἐνῶ ἡ Θεολογία τό ποιός τά δημιούργησε, ὅταν πάλι ἐπικαλεῖται τήν ἐπιστήμη αὐτοῦ τοῦ κόσμου γιά νά ἀποδείξει ὅτι ἡ διήγηση τοῦ Μωϋσῆ εἶναι ἀλληγορική καί ὅτι κάθε ἡμέρα ἀντιστοιχεῖ στούς γεωλογικούς αἰῶνες, τότε ἀσφαλῶς ὁμιλεῖ ἐκ τοῦ πονηροῦ καί στηρίζει ἁπλῶς τήν θρησκεία τῆς φυσιοκρατίας πού θέλει τήν φύση, τό ἀνθρώπινο λογικό καί τήν ἐπιστήμη, παντεπόπτη καί παντογνώστη, δηλαδή κάτι σάν Θεό. Ὅταν μάλιστα ἐμφανίζουν αὐτό τό ὑποθετικό δαρβινικό ἱστορικό σενάριο περί δημιουργίας τοῦ κόσμου, ὡς ἀποδεδειγμένη ἐπιστημονική θεωρία, τότε σύμφωνα μέ τόν Κάρλ Γιάσπερς καθιστοῦν τήν ἐπιστήμη δεσποτική δύναμη πού βιάζει τήν ἀνθρώπινη συνείδηση. Καί αὐτό ἀκριβῶς ἔχει πετύχει ἡ ἑτερόδοξη (παπική καί λουθηροκαλβινική) ἀλλά καί «ὀρθόδοξη» «πρωτοποριακή» θεολογία μέ τήν πλάνη τῆς Θεϊστικῆς ἐξελίξεως τά δόγματα τῆς ὁποίας δέν ἔχουν σχέση, οὔτε μέ τήν Ὀρθόδοξη πατερική θεολογία, ἀλλά οὔτε μέ τή γνήσια φυσική ἐπιστήμη, τίς ἀρχές τῆς ὁποίας καταστρατηγεῖ ὁ δαρβινισμός. Ἔτσι παπισμός καί δαρβινισμός, δυό ὁλοκληρωτικά νατουραλιστικά καθεστῶτα, ταιριάζουν ἀπόλυτα καί συνθέτουν μαζί τήν Θεϊστική Ἐξέλιξη.
Τελικά, οἱ ἰδέες τῶν ὀπαδῶν τῆς ΘτΈ, ἔχουν ἐπιβληθεῖ ἀπό μία ἑτερόδοξη καί ἀντιορθόδοξη «πρωτοποριακή» θεολογία μέσα ἀπό τά ἐκτός νόμου πλέον βιβλία θρησκευτικῶν, ὡς ἡ μοναδική ἄποψη περί δημιουργίας τοῦ κόσμου. Δέν εἶναι αὐτός, κατά παράβασιν τοῦ Συντάγματος, ἀθέμιτος προσηλυτισμός τῶν Ἑλλήνων μαθητῶν σέ μία ξένη πρός τήν Ὀρθόδοξη παράδοση κοσμοθεωρία;
[1] Διαβάζουμε
ἀπό τά Φυσικά τῆς ΣΤ΄Δημοτικοῦ «Το σύμπαν, σύμφωνα με όσα γνωρίζουμε
σήμερα, προήλθε από ένα μεγαλειώδη μετασχηματισμό ενέργειας σε μάζα πριν
14 περίπου δισεκατομμύρια χρόνια. Από τότε ο κόσμος μας διαρκώς αλλάζει...»
[2]
Διαβάζουμε στα Θρησκευτικά Β΄ Λυκείου :« Κατά τη διήγηση της Αγίας
Γραφής, έγινε διαδοχικά σε έξι ημέρες, οι οποίες είναι φάσεις που
αντιστοιχούν σε μεγάλα χρονικά διαστήματα.
[3]
Διαβάζουμε επίσης από προηγούμενα βιβλία θρησκευτικών Α΄ Γυμνασίου που
διδάσκοντο τα γυμνασιόπαιδα πριν να εκδοθούν οι «φάκελλοι» θρησκευτικών :
«Δεν ψάχνουμε σ' αυτά (τα θρησκευτικά) επιστημονικές απαντήσεις για το
πώς δημιουργήθηκε και εξελίχθηκε το σύμπαν. Αυτές θα μας τις δώσει η
σύγχρονη επιστήμη μέσα από άλλα μαθήματα (Βιολογία, Γεωγραφία, Χημεία
κ.ά.)»
http://ebooks.edu.gr/modules/ebook/show.php/DSGYM-A109/355/2385,9142/
Ἐπίσης στά Θρησκευτικά τῆς
Β΄ Λυκείου: «Η επιστήμη ερευνά το πώς έγινε ο κόσμος καθώς και τους
φυσικούς νόμους που ρυθμίζουν τη λειτουργία του, ενώ η θρησκεία
ασχολείται με το ποιος και γιατί δημιούργησε τον κόσμο.»
[4]
http://iep.edu.gr/images/IEP/EPISTIMONIKI_YPIRESIA/Epist_Grafeia/Graf_Ereynas_A/Nea_progr_spoyd_Thriskeytika/NEOI_FAKELOI/350951655-FAKELOS-MATHITI-THRISKEFTIKA-C-LYKEIOU.pdf
Ιωάννης Ζηζιούλας, μητρ. Περγάμου, Ο άνθρωπος και το περιβάλλον:
Ορθόδοξη θεολογική προσέγγιση»
[5] http://www.pemptousia.gr/video/theoria-tis-exelixis-ke-theologia/
[6]
Karl Jaspers, «Εinfuerung in die Philosophie» ( Εισαγωγή στη
Φιλοσοφία) Καρλ Γιασπερς — Ο παιδαγωγός των ορίων Εκδόσεις Δωδώνη
Αθήνα σελ. 16,19
[7] Βιολογία Γενικής Παιδείας Γ΄ Λυκείου. σελ. 120.
[8] Eugenie C.Scott Εξέλιξη vs Δημιουργία Εκδόσεις Κέδρος 2009 Σελ 381-382
[9] Σ. Μανώλη «Εξελικτική Βιολογία Αθήνα 2002 Εκδόσεις Συμμετρία σελ. 11
[10] Ο εξελικτικός William B.N. Berry γράφει::
«Όλα τα φαινόμενα που
σχετίζονται με την παρελθοντική ιστορία της γής εξαρτώνται πάνω στον
κανόνα του ομοιομορφισμού για την ερμηνεία των φυσικών διεργασιών μέσα
στο χρόνο.. Για παράδειγμα, η μέθοδος του άνθρακα 14 βασίζεται πάνω στο
αξίωμα ή την αναπόδεικτη παραδοχή ότι η κοσμική ακτινοβολία υπήρχε στην
ίδια ένταση τουλάχιστον τα τελευταία 35000 χρόνια ( το μήκος χρόνου για
το οποίο αυτή η μέθοδος είναι πιο αποτελεσματική) και ο ρυθμός
διάσπασης του άνθρακα 14 ήταν πάντοτε η ίδια όπως τώρα. Προφανώς χωρίς
το αξίωμα του ομοιομορφισμού στις φυσικές διαδικασίες, καθορισμοί
ηλικιών βασιζόμενοι πάνω στην διάσπαση του άνθρακα 14 δεν θα γινόντουσαν
αποδεκτές». WilliamB. N. Berry Growth of a Prehistoric Time Scale p.
23
[11]
https://zapatopi.net/kelvin/papers/the_doctrine_of_uniformity_in_geology_briefly_refuted.htmlΤο
"Δόγμα της Ομοιομορφίας" στη Γεωλογία, το οποίο αντικρούεται συνοπτικά
από τον Λόρδο Kelvin (William Thomson)Πρακτικά της Βασιλικής Εταιρείας
του Εδιμβούργου , 1866, 5: 512-13
[12] https://hfalcke.wordpress.com/2017/03/14/six-thousand-versus-14-billion-how-large-and-how-old-is-the-universe/
[13] ὅ.π.
[14] George W. Cornell, «Ο επιστήμονας αποκαλεί την παράλογη θεωρία του Darwin,» στο Times-Advocate , 10 Δεκεμβρίου 1982, σ. Α10.
[15] "http://creation.com/dr-henry-richter-interview
[16]
Leonard Harrison Matthews FRS ( 1901 – 1986) υπήρξε ένας Βρετανός
ζωολόγος, ιδιαίτερα γνωστός για την έρευνά του πάνω στα θαλάσσια
θηλαστικά
[17] Matthews,L.H., Introduction to Origin of the Species, by Charles Darwin, 1971 edition, pp. x- xi.
[18] Richard Lewontin : Δεν είναι απαραίτητα έτσι σελ. 72 Εκδόσεις Κάτοπτρον Πρώτη Εκδοση 2002
[19] Το Εγωιστικό Γονίδιο Ritchard Dawkins Μετάφραση Λουκάς Μαργαρίτης ο.π. Σελ. 47
[20] D.M.S. Watson, “Adaptation,” Nature, Vol. 123 [sic Vol. 124] (1929), p. 233).
[21]
Charles Darwin, "On the Origin of Species by Means of Natural
Selection, or the Preservation of Favoured Races in the Struggle for
Life," 1859, p. 155.
[22] ὅ.π. σελ. 178, 148
[24]
[Letter of John Henry Newman to J. Walker of Scarborough, The Letters
and Diaries of John Henry Newman, edited by C.S. Dessain and T. Gornall,
vol. XXIV (Oxford: Clarendon Press, 1973), pp. 77-78.
http://www.inters.org/Newman-Scarborough-Darwin-Evolution]
[25]
από Genesis Creation and Εarly man του π. Σεραφείμ Ρόουζ.εκδόσεις Saint
Herman of Alaska Brotherhood 2000 Σελ. 369 Theodosius Dobzhansky “
Evolution : Gods Method of Creation” in concern, Spring 1973
[26] Eugenie C.Scott Εξέλιξη vs Δημιουργία Εκδόσεις Κέδρος 2009 Σελ. 127
[27] Μ.Βασιλείου ἑξαήμερος τ. 4 Πατερικαί ἐκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμάς» σελ. 87
[28] Πιθανόν να ομιλεί για τον άγιο Εφραίμ τον Σύρο
[29] Μ.Βασιλείου ἑξαήμερος τ. 4 Πατερικαί ἐκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμᾶς» σελ. 25.26.27
[30] Ἁγ. Ἰω. Χρυσοστόμου Εἰς τήν Γένεσιν Ζ’ 4, Ἑλληνικός Ἐκδοτικός Ὀργανισμός Ἀθήνα 1973 σελ.192, 95
[31] Ὅ.π. σελ. 133
[32] Μ. Βασιλείου Ἑξαήμερος Ὁμιλία Ε΄ στ΄29 Πατερικές Ἐκδόσεις « Γρηγόριος ὁ Παλαμάς» σελ. 176,190, 206
[33] Ἁγ. Χρυσοστόμου Ἔργα Εἰς τήν Γένεσιν Ὁμιλία Θ΄ τόμος 42 , σελ.113 Ἑλληνικός Ἐκδοτικός Ὀργανισμός Ἀθήνα 1973
[34] Ἁγ. Χρυσοστόμου Ἔργα Εἰς τήν Γένεσιν Ὁμιλία Γ΄ τόμος 41 , σελ.133 Ἑλληνικός Ἐκδοτικός Ὀργανισμός Ἀθήνα 1973
[35] Ὅ.π. σελ. 187
[36] Ὅ.π.
[37] Ἅγ. Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός Περί Ὀρθοδόξου Πίστεως 2, σελ. 235 ( Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας σειρές)
[38]
Οι χρονολογίες είναι δικές μας όπως τις έχει ορίσει η Διεθνής Επιτροπή
Στρωματογραφίας και είναι αυθαίρετα χρονικά διαστήματα προκειμένου
να εξυπηρετήσει τη κατάταξη των γεωλογικών στρωμάτων σε εξελικτικές
περιόδους.
[39] http://ebooks.edu.gr/modules/ebook/show.php/DSGL-B126/498/3244,13174/ Θρησκευτικά Β Λυκείου
[40] Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής Διφορούμενα (Ambiguum) 45 PG 91 : 1353B
[41] Περιοδικό Ὀρθόδοξος Λόγος Τόμος 44 Αρ.1-2 (258- 259) Ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος Ἠθικοί
λόγοι Sourses Chretiennes (SC) 122:184 (Paris Les Editionw du Cerf, 1966)
[42] Περιοδικό Ὀρθόδοξος Λόγος Τόμος 44 Αρ.1-2 (258- 259) σελ. 15 Ἅγ. Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος Περί
μυστικῆς ζωῆς Τομ. 1, σ.21
[43] Μ. Βασιλείου Ἑξαήμερος Ὁμιλία Β΄ θ΄41 Πατερικές Ἐκδόσεις « Γρηγόριος ο Παλαμάς» σελ. 191
[44] Ὅ.π.σελ. 177
[45] Genesis Creation and Early Man, The Orthodox Christian Vision Fr. Seraphim Rose σελ. 283- 338
By Saint Herman of Alaska Brotherhood ( P. O Box 70 Platina, California 96076) Copyright 2000,
ISBN 1-887904-02-6
[46] http://ebooks.edu.gr/modules/ebook/show.php/DSGL-B126/498/3244,13174/ Θρησκευτικά Β΄ Λυκείου
[47] Μ. Βασιλείου Ἑξαήμερος Ὁμιλία Β΄ θ΄41 Πατερικές Ἐκδόσεις « Γρηγόριος ὁ Παλαμάς» σελ. 95
[48] Ὅ.π. σελ. 97
[49] Ὅ.π. σελ. 99