Πέμπτη 2 Οκτωβρίου 2025

Δόλιες μεθοδεύσεις μέσα στο χώρο της οικουμενιστικής πλάνης.

 Ἡ Πίστις μας, πρέπει νά παραδίδεται ἀνόθευτη, καθαρή ἀπό κάθε σπίλο…» -  Ορθόδοξος Τύπος

Αρχ. Παύλου Δημητρακοπούλου, Θεολόγου- συγγραφέως Ι. Μ. Κυθήρων και Αντικυθήρων

Εν Κυθήροις τη 2α  Οκτωβρίου 2025

    Η διαστροφή της αλήθειας του Ευαγγελίου είναι χωρίς αμφιβολία ένα από τα πιο χρήσιμα εργαλία των αιρετικών για την προώθηση της πλάνης των. Ειδικότερα μέσα στο χώρο της παναιρέσεως του Οικουμενισμού, της φοβερότερης αιρέσεως που εφανίστηκε μέχρι σήμερα στην ιστορική πορεία της Εκκλησίας μας, όπως πολλές φορές έχουμε επισημάνει σε δημοσιεύσεις μας, ο νόμος της διαστροφής τείνει να κυριαρχήσει παντού, γεγονός που το βιώνει καθημερινά ο πιστός λαός του Θεού.

 Κληρικοί όλων των βαθμίδων, αλλά και λαϊκοί, διαβρωμένοι από το δηλητήριο της πλάνης «εσκοτισμένοι τη διανοία όντες και απηλλοτριωμένοι της ζωής του Θεού», (Εφ.4,18) και «μη νοούντες μήτε ά λέγουσι μήτε περί τίνων διαβεβαιούνται», (Α΄ Τιμ. 1,7), δεν διστάζουν να καταφεύγουν σε δόλιες μεθοδεύσεις και να διαστρέφουν χωρία από την αγία Γραφή, χωρίς φυσικά να μπορούν να στηρίξουν τις πεπλανημένες ερμηνείες των στους αγίους Πατέρες της Εκκλησίας μας. Έτσι επαληθεύεται σ’ αυτούς ο θεόπνευστος λόγος του Αποστόλου: «Κύματα άγρια θαλάσσης επαφρίζοντα τας εαυτών αισχύνας», (Ιουδ. 13).

    Είναι σημαντικό να τονιστεί εν προκειμένω ότι η μετάνοια αυτών των ανθρώπων είναι εξαιρετικά δύσκολη, αν όχι αδύνατη, δεδομένου ότι η υπερηφάνεια και ο εγωϊσμός από τον οποίον κατέχονται, σκοτίζει την ψυχή τους και δεν τους αφήνει να συνειδητοποιήσουν την πλάνη, στην οποία ευρίσκονται, ώστε να μετανοήσουν. Αν μάλιστα συμβαίνει να είναι και Επίσκοποι, τότε το κακό παίρνει τραγικές διαστάσεις, διότι τα τραγικά αυτά επισκοπίδια γίνονται αιτία καταστροφής και άλλων ψυχών. Και τότε βρίσκει πλήρη εφαρμογή ο θεόπνευστος λόγος της Γραφής: «Οδηγοί εισί τυφλοί τυφλών. Τυφλός δε τυφλόν εάν οδηγή, αμφότεροι εις βόθυνον πεσούνται», (Ματθ.15,14).

    Ούτως εχόντων των πραγμάτων, τα όσα θα σημειώσουμε παρακάτω δεν απευθύνονται προς τα θύματα αυτά της αιρέσεως, προς τα οποία ισχύει ο λόγος του αποστόλου: «αιρετικόν άνθρωπον μετά μιάν και δευτέραν νουθεσίαν παραιτού», (Τιτ.3,10), αλλά προς τον πιστό λαό του Θεού και σκοπό έχουν τον επιστηριγμό του στις αλήθειες του Ευαγγελίου. Μια άλλη επιδίωξή μας είναι να καταστήσουμε σαφή

στον εν πολλοίς ακατήχητο, (και γι’ αυτό ανυποψίαστο), λαό του Θεού την καταστρεπτική επιρροή που ασκούν τα τραγικά αυτά πρόσωπα, σερβίροντας την οικουμενιστική πλάνη καμουφλαρισμένη  με το χρυσό επικάλυμμα της αλήθειας. Να δώσουμε ακόμη στα πιστά μέλη της Εκκλησίας όλα εκείνα τα στοιχεία, που μπορούν να τα βοηθήσουν, ώστε να διακρίνουν τους αληθείς ποιμένες από τους ψευδοποιμένες, σύμφωνα με τον λόγο του Κυρίου: «από των καρπών αυτών επιγνώσεσθε αυτούς», (Ματθ.7,16). 

    Από την μακροχρόνια, εικοσαετή και πλέον, πείρα που έχω αποκομίσει κατά την ενασχόληση μου με την παναίρεση του Οικουμενισμού, μια πρώτη γενική διαπίστωση, την οποία καταθέτω, είναι η δόλια μεθόδευση της αντιστροφής. Της προσπάθειας δηλαδή των ανθρώπων αυτών να παρουσιάσουν όσους στηλιτεύουν και ανατρέπουν τις πλάνες των με χωρία και μαρτυρίες από την αγία Γραφή και τους αγίους Πατέρες, ότι δήθεν αυτοί είναι που βρίσκονται σε πλάνη και αίρεση, ενώ οι ίδιοι παρουσιάζουν εαυτούς ως φύλακες της Ορθοδοξίας. Και όταν τους προσκαλούμε να μας κοινοποιήσουν, ποιες αιρετικές διδασκαλίες έχουμε διατυπώσει, δεν έχουν τίποτε σαφές και συγκεκριμένο να μας απαντήσουν. Επειδή δε βρίσκονται σε αδιέξοδο, καταφεύγουν σε ύβρεις και συκοφαντίες. Θα μπορούσα να παραθέσω πάμπολλα παραδείγματα. Περιορίζομαι απλώς, χάριν οικονομίας χώρου και χρόνου, να μνημονεύσω το πρόσφατο παράδειγμα του Σεβ. Μητροπολίτου Λαρίσης κ. Ιερώνυμου, ο οποίος δεν δίστασε να με κατηγορήσει με την βαρύτατη κατηγορία του «προαγωγού καί διαφημιστή σάν ‘αλήθειας’ πάσης αιρέσεως καί θρησκείας», όπως και άλλων παρομοίων, τις οποίες παραλείπω. Και όταν στην απάντησή μου ζήτησα να μου κοινοποιήσει ποιες είναι οι αιρέσεις και οι θρησκείες, τις οποίες προάγω και διαφημίζω, αδυνατούσε να μου απαντήσει στο επόμενο κείμενο που δημοσίευσε με τίτλο «Κύων επιστρέψας …». Απλώς κατέφυγε σε νέο οχετό ύβρεων και συκοφαντιών.

    Μια άλλη μεθόδευση, ειδικά περί Επισκόπων, είναι η αγωνιώδης προσπάθειά τους να προβάλουν με κάθε τρόπο το επισκοπικό τους αξίωμα, προκειμένου να δικαιώσουν τις κακοδοξίες των και την καταπάτηση Ιερών Κανόνων, καθώς μάλιστα γνωρίζουν ότι δεν πρόκειται ποτέ να κληθούν, για να απολογηθούν στα επίγεια επισκοπικά δικαστήρια. Δυνάμει της επισκοπικής τους αυθεντίας ομιλούν από θέσεως ισχύος ως αλάθητοι. Επινοούν επιχειρήματα ανόητα και αφελή, προκειμένου να αποδείξουν ότι δεν υπήρξαν παραβάτες των Ιερών Κανόνων. Και όταν κάποιος τολμήσει να τους ελέγξει και αποστομώσει, μαίνονται και τρίζουν τα δόντια τους, καθώς διακατέχονται από μανία και μίσος εναντίον του. Επιτίθενται με βαρύτατες κατηγορίες και επειδή δεν μπορούν να τις τεκμηριώσουν, καταφεύγουν σε έναν οχετό ύβρεων και συκοφαντιών, ενώ αδιαφορούν για τον βαρύτατο σκανδαλισμό που προκαλούν στον πιστο λαό του Θεού με όσα λέγουν και πράττουν.  

    Μεταξύ των χωρίων από την αγία Γραφή τα οποία επιστρατεύουν, για να δικαιολογήσουν τις ύβρεις, στις οποίες καταφεύγουν, είναι η περικοπή που αναφέρεται στους δρυμύτατους ελεγκτικούς λόγους που απηύθυνε ο Χριστός προς τους Γραμματείς και Φαρισαίους ολίγον προ του πάθους του, (Ματθ.23,13- 36). Επιστρατεύουν ακόμη και την περικοπή της απολογίας του Παύλου ενώπιον του Ιουδαϊκού Συνεδρίου, (Πραξ. 23,1-5), προκειμένου να αντικρούσουν τον δίκαιο έλεγχο που δέχονται, όταν κάποιος τολμήσει να τους ελέγξει για όσα παράνομα, ή κακόδοξα, λέγουν και πράττουν. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά.

    Κατ’ αρχήν να διασαφίσουμε ποιοί ήταν οι Γραμματείς και Φαρισαίοι της εποχής του Χριστού. Ήταν οι θρησκευτικοί ηγέτες του Ιουδαϊσμού, (μαζί με τους Αρχιερείς με τους οποίους είχαν τα ίδια ακριβώς φρονήματα),  οι πνευματικοί οδηγοί του λαού, τους οποίους όμως ο Χριστός χαρακτήρισε ως «οδηγούς τυφλών». Ήταν αυτοί οι οποίοι όχι μόνον δεν επίστευσαν στον Χριστό ως τον αναμενόμενο Μεσσία, αλλά και τον εμίσησαν θανάσιμα. Τον κατηγόρησαν στον Πιλάτο ως «διαστροφέα του λαού», (Λουκ.23,1), ως «λαοπλάνο» (Ματθ.27,63), κ.λ.π. προκειμένου να επιτύχουν την θανατική του καταδίκη. Ήταν οι πρώτοι μεγάλοι διαστροφείς της αληθείας περί του προσώπου του Χριστού και ως εκ τούτου οι πρώτοι μεγάλοι αιρετικοί που εμφανίστηκαν στη ζωή της Εκκλησίας, μεγαλύτεροι ίσως και από αυτόν ακόμη τον Άρειο. Και τούτο διότι ο μεν Άρειος ηρνείτο μεν την Θεότητα του Χριστού, όμως ποτέ δεν έφθασε στο σημείο να υβρίσει τον Χριστό ως «διαστροφέα», ή ως «λαοπλάνο», ενώ αυτοί όχι μόνον τον έβρισαν, αλλά και τον σταύρωσαν, αρνούμενοι συλήβδην όλο το μεσσιανικό του έργο.

    Ελέγχοντας, λοιπόν, ο Χριστός τους Φαρισαίους και μάλιστα δρυμύτατα, ουσιαστικά ελέγχει τους μεγαλύτερους αιρετικούς της εποχής του, δίδοντας σε όλους μας παράδειγμα προς μίμηση, σύμφωνα με τον θεόπνευστο λόγο του αποστόλου: «υμίν υπολιμπάνων υπογραμμόν, ίνα επακολουθήσητε τοις ίχνεσιν αυτού», (Α΄ Πετρ. 2,21). Κατά τον απόστολο Πέτρο ο Χριστός μας άφησε τέλειο παράδειγμα προς μίμηση, για να βαδίσουμε ακριβώς πάνω στα χνάρια του. Το καθήκον του ελέγχου της αιρέσεως επισημαίνει και ο απόστολος Παύλος: «και μη συγκοινωνήτε τοις έργοις τοις ακάρποις του σκότους, μάλλον δε και ελέγχετε», (Εφ. 5,11). Επομένως, λοιπόν, ο έλεγχος και η ανατροπή κακοδόξων θέσεων, ή παραβιάσεων των Ιερών Κανόνων όχι μόνον κατάκριση δεν είναι, όπως αμαθώς και απερισκέπτως και ανοήτως μας κατηγορούν, αλλά  επιβεβλημένο καθήκον, που απορρέει από την ίδια τη διαγωγή του Χριστού. Φυσικά απο τον εν λόγω έλεγχο δεν εξαιρείται κανένας, ούτε οι Επίσκοποι. Επομένως πλανάται πλάνην οικτράν ο Σεβ. Λαρίσης, όταν επικαλείται τους δρυμύτατους έλεγχους του Χριστού και τα τρομερά «ουαί», που απηύθυνε προς τους Γραμματείς και Φαρισαίους, προκειμένου να διακαιολογήσει τις βαρύτατες κατηγορίες, ύβρεις και συκοφαντίες που εξαπέλυσε εναντίον μου, καθ’ όν χρόνον αδυνατεί να αποδείξει κατά ποίαν έννοιαν καθίσταμαι «προαγωγός και διαφημιστής σάν ‘αλήθειας’ πάσης αιρέσεως καί θρησκείας». Τα «ουαί» του Χριστού συνηγορούν στον ιδικόν μας δικαιότατον έλεγχον που ασκήσαμε για συγκεκριμένες κακόδοξες θέσεις του και παραβιάσεις Ιερών Κανόνων και σε καμιά περίπτωση στις ιδικές του ύβρεις και συκοφαντίες.

    Το ίδιο ισχύει και ως προς την λέξη «σατανά» που είπε στον Πέτρο. Ο Χριστός στην προκειμένη περίπτωση ελέγχει δρυμύτατα τον Πέτρο, διότι ο Πέτρος (εν τη αγνοία του βέβαια), προσπαθούσε να αποτρέψει τον Χριστόν από την πορεία του προς το πάθος και να ματαιώσει το σχέδιο της Ενσάρκου Θείας Οικονομίας. Όπως λοιπόν ο Χριστός ήλεγξε τους Φαρισαίους εξ’ αιτίας της πλάνης στην οποίαν ευρίσκοντο, έτσι ελέγχει και τον Πέτρο, διότι και αυτός τώρα βρισκόταν σε κατάσταση πλάνης. Μόνο που ο Πέτρος στη συνέχεια κατάλαβε την πλάνη του και μετανόησε, ενώ οι Φαρισαίοι έμειναν αμετανόητοι.

    Ας έρθουμε τώρα στην άλλη περικοπή που επικαλείται ο Σεβ. Λαρίσης, το περιστατικό της απολογίας του Παύλου ενώπιον του Ιουδαϊκού Συνεδρίου, (Πραξ. 23,1-5), στο οποίο καταφεύγει προκειμένου να περισώσει το κύρος της επισκοπικής του αυθεντίας, για το οποίο καυχάται θεωρών εαυτόν ως ευρισκόμενον «εις τύπον και τόπον Χριστού». Εν προκειμένω να σημειώσωμε ότι ό Επίσκοπος ευρίσκεται όντως «εις τύπον και τόπον Χριστού», όταν ενσαρκώνει στη ζωή του και τις αρετές του Χριστού και μάλιστα την βασίλισσα των αρετών την ταπείνωση. Διαφορετικά ευρίσκεται «εις τύπον και τόπον» του παλαιού Αδάμ, του κοινού προπάτορος όλων μας. Εν προκειμένω τίθεται το ερώτημα: Αρμόζει, άραγε, σ’ έναν Επίσκοπο να καυχάται ότι ίσταται «εις τύπον και τόπον Χριστού», όταν συμβαίνει να είναι βεβαρυμένος με παραβιάσεις Ιερών Κανόνων, τις οποίες επισημάναμε τόσον εμείς όσον και η Συντονιστική Επιτροπή Πιστών της Ιεράς Μητροπόλεως Περιστερίου; Ή μήπως αρμόζει να κλαίει και να πενθεί, ζητώντας το έλεος του Θεού;

    Σχετικά με το περιστατικό που αναφέρει ο Λουκάς στις Πράξεις, (23,1-5), της απολογίας, δηλαδή,  του Παύλου στο Ιουδαϊκό Συνέδριο, έχουμε να παρατηρήσουμε τα εξής: Ο Παύλος επειδή δεν είχε αναγνωρίσει τον Αρχιερέα των Ιουδαίων, διαμαρτύρεται εναντίον του με τη φράση: «τύπτειν σε μέλλει ο Θεός τοίχε κεκονιαμένε», επειδή αυτός έδωσε εντολή να τον κτυπήσουν. «Οι δὲ παρεστώτες είπον· τὸν αρχιερέα του Θεού λοιδορείς; έφη τε ο Παύλος· ουκ ήδειν, αδελφοί, ότι εστὶν αρχιερεύς· γέγραπται γάρ· άρχοντα του λαού σου ουκ ερείς κακώς» (Πράξ. 23,4-5). Το περιστατικό αυτό επικαλείται ο Σεβ. Λαρίσης, διαμαρτυρόμενος ότι δήθεν τον έβρισα, ελοιδόρησα και συκοφάντησα. Ωστόσο, όπως απέδειξα πιο πάνω, ο  δικαιότατος έλεγχος που ασκήσαμε για συγκεκριμένες κακόδοξες θέσεις του και παραβιάσεις Ιερών Κανόνων όχι μόνον ως ύβρις δεν μπορεί να θεωρηθεί, αλλά ως επιβεβλημένο καθήκον. Εάν ισχύει ο ισχυρισμός του Σεβ. Λαρίσης, τότε θα πρέπει να κατηγορήσουμε και τον ίδιο τον Χριστό, ότι συμπεριφέρθηκε ανάρμοστα και αμάρτησε με το να εξαπολύσει τα τρομερά εκεινα τα «ουαί», «οδηγούς τυφλών», «τάφους κεκονιαμένους», κλπ, εναντίον των θρησκευτικών ηγετών της εποχής εκείνης, των Γραμματέων και Φαρισαίων. Θα πρέπει επίσης να κατηγορήσουμε για παρόμοιο αμάρτημα και τον άγιο πρωτομάρτυρα Στέφανο, ότι δηλαδή και αυτός κακώς ομίλησε, επειδή δεν έλαβε υπ’ όψη του το «ουκ ερείς κακώς» των Πράξεων, με το να χρησιμοποιήσει δρυμύτατες εκφράσεις προς τους Αρχιερείς και τα μέλη του Ιουδαϊκού Συνεδρίου κατά την ώρα της απολογίας του: «Σκληροτράχηλοι καί απερίτμητοι τή καρδία και τοις ωσίν, υμείς αεί τω Πνεύματι τω Αγίω αντιπίπτετε ως οι πατέρες υμών και υμείς», (Πράξ.7,51). Ωστόσο το «ουκ ερείς κακώς» των Πράξεων δεν έρχεται σε αντίθεση, ούτε αναιρεί τα «ουαί» του Χριστού, ούτε το «Σκληροτράχηλοι καί απερίτμητοι τη καρδία», του αγίου Στεφάνου, διότι ισχύουν και τα δύο. Και τούτο διότι σε άλλες περιπτώσεις ισχύει το «ουκ ερείς κακώς» των Πράξεων και σε άλλες τα «ουαί» του Χριστού και το: «Σκληροτράχηλοι» του αγίου Στεφάνου. Δυστυχώς ο Σεβ. Λαρίσης δεν μπορεσε να διακρίνει την παραπάνω ουσιώδη διαφορά, με αποτέλεσμα να νομίζει ότι αυτός μεν δικαιούται να υβρίζει τους πάντες δυνάμει του επισκοπικού του αξιώματος, ενώ εκείνος που θα τολμήσει να τον ελέγξει για κακοδοξίες και παραβιάσεις Ιερών Κανόνων, περιπίπτει στο αμάρτημα του «ουκ ερείς κακώς» των Πράξεων. 

    Κλείνοντας, καλούμε τον πιστό λαό του Θεού σε νήψη, εγρήγορση και επιφυλακή, καθώς όλοι μας διαπιστώνουμε ότι ζουμε σ’ έναν ανάποδο και διεστραμμένο κόσμο, στον οποίο ο νόμος της διαστροφής έχει εισχωρήσει σε μεγάλο βαθμό ακόμη και μέσα στο χώρο της Εκκλησίας. Μόνον με τη νήψη και την εγρήγορση, αλλά και με την συνεχή προσευχή, (ώστε να τύχει του άνωθεν φωτισμού), θα μπορέσει ν διακρίνει τους αληθινούς ποιμένες από τους ψευδοποιμένες, συστρατευόμενος με τους πρώτους και φεύγοντας μακρυά από τους δεύτερους. Ασφαλή κριτήρια, επί τη βάσει των οποίων θα μπορέσει να διακρίνει τους μεν από τους δε είναι οι καρποί τους, σύμφωνα με τον λόγο του Κυρίου: «από των καρπών αυτών επιγνώσεσθε αυτούς», (Ματθ.7,16).   

Καλή μετάνοια σε όλους και καλόν αγώνα. 

aktines