Τετάρτη 22 Οκτωβρίου 2025

Ἐπανάστασις, ὄχι μεταρρύθμισις

Γράφει ὁ κ. Κωνσταντῖνος Βαθιώτης, τέως Ἀναπληρωτὴς Καθηγητὴς Νομικῆς Σχολῆς Δ.Π.Θ.

ΜΕΡΟΣ Γ΄

  Μετὰ ἀπὸ ὅσα ἀναφέρθηκαν στὸ Μέρος Β΄ τοῦ παρόντος ἄρθρου, ἂς ἐπανέλθουμε τώρα στὸν Καζύνσκι, ὁ ὁποῖος παρατηρεῖ ὅτι ἡ τεχνολογία προχωρεῖ μὲ μεγάλη ταχύτητα καὶ ἀπειλεῖ τὴν ἐλευθερία σὲ πολλὰ διαφορετικὰ σημεῖα ταυτόχρονα (κανόνες καὶ κανονισμοί, αὐξανόμενη ἐξάρτηση τῶν ἀτόμων ἀπὸ μεγάλους ὀργανισμούς, προπαγάνδα καὶ ἄλλες ψυχολογικὲς τεχνικές, γενετικὴ μηχανική, εἰσβολὴ στὴν ἰδιωτικότητα μέσῳ συσκευῶν ἐπιτήρησης καὶ ὑπολογιστῶν κ.λπ.).

  Γιὰ νὰ ἀποσοβήσουμε ὁποιαδήποτε ἀπὸ τὶς ἀπειλὲς κατὰ τῆς ἐλευθερίας, θὰ χρειαστεῖ, κατὰ τὴν γνώμη του, ἕνας μακροχρόνιος καὶ δύσκολος κοινωνικὸς ἀγώνας, διότι αὐτοὶ ποὺ θέλουν νὰ προστατεύσουν τὴν ἐλευθερία κατακλύζονται ἀπὸ τὸν ἀριθμὸ καὶ τὴν ταχύτητα τῶν ἐπιθέσεων, γι’ αὐτὸ καὶ γίνονται ἀπαθεῖς χωρὶς νὰ ἔχουν τὴν διάθεση νὰ ἀντισταθοῦν. Ἡ χωριστὴ ἀντιμετώπιση κάθε μίας ἀπὸ τὶς ἀπειλὲς αὐτὲς θὰ ἦταν μάταιη. Ἐλπίδα μπορεῖ νὰ ὑπάρξει μόνο ἂν πολεμηθεῖ τὸ τεχνολογικὸ σύστημα συνολικά, ἀλλὰ τότε θὰ ἐπρόκειτο γιὰ ἐπανάσταση καὶ ὄχι γιὰ μεταρρύθμιση.

  Λαμβάνοντας τὴν σκυτάλη ἀπὸ τὰ λεγόμενα τοῦ Καζύνσκι, θὰ ἔλεγε κανεὶς ὅτι οἱ λαοὶ τοῦ 21ου (ἀπατ)αἰῶνος ἔχουν ξεχάσει νὰ ἐπαναστατοῦν. Ἄλλωστε τὴν ἰδέα τῆς «ἐπανάστασης» μᾶς τὴν ἔχουν κατακλέψει τὰ μέλη τῆς παγκόσμιας συστημικῆς ἐλίτ, ποὺ ὀρέγονται διαρκῶς τὴν συρρίκνωση τῶν ἀτομικῶν ἐλευθεριῶν μας, κρύβοντας ὕπουλα τὶς ἀδηφάγες ἐπιδιώξεις τους κάτω ἀπὸ τὸν μανδύα τῆς μεγιστοποίησης τῶν τριῶν ἀενάως προπαγανδιζόμενων στόχων: τῆς διευκόλυνσης, τῆς ταχύτητας καὶ τῆς ἀσφάλειας. Ἡ ὑπόσχεση τῆς ἐλὶτ πρὸς τοὺς λαοὺς γιὰ σωρευτικὴ ἐκπλήρωση καὶ τῶν τριῶν αὐτῶν στόχων εἶναι τὸ χαρακτηριστικὸ γνώρισμα τῆς 4ης Βιομηχανικῆς (δηλ. τῆς Ψηφιακῆς) Ἐπανάστασης. Ἀλλὰ στὸν ἀνάποδο κόσμο ποὺ ζοῦμε, «ἐπανάσταση» σημαίνει μᾶλλον τὸν «ἐνταφιασμὸ» τοῦ ἀνθρώπου!

  Ἂν ἰσχύει ἡ ἀποφθεγματικὴ ρήση τοῦ Γάλλου φιλοσόφου Ἀλμπὲρ Καμὺ στὸ «δοκίμιό του γιὰ τὸ παράλογο» [1], ὅτι «ὅταν νιώθεις, ὅσο πιὸ πολὺ γίνεται, τὴ ζωή σου, τὴν ἐπανάστασή σου, τὴν ἐλευθερία σου, σημαίνει πὼς ζεῖς ὅσο πιὸ πολὺ γίνεται», τότε ἡ, ἐκ μέρους τῆς ὑπερεθνικῆς ἐλίτ, οἰκειοποίηση τῆς λέξης «ἐπανάσταση» γιὰ τὴν ἐκπλήρωση τῶν δικῶν της, μισάνθρωπων σκοπῶν καὶ ἡ καταστολὴ τῆς διάθεσης τῶν λαῶν γιὰ ἀνακατάκτηση τῆς κολοβωμένης ἐλευθερίας τους σημαίνει ὅτι, ἀπὸ δῶ καὶ πέρα, θὰ ζοῦμε ὁλοένα καὶ λιγότερο (ποιοτικῶς ἢ/καὶ ποσοτικῶς).

ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΩΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΩΝ ΠΑΡΟΡΜΗΣΕΩΝ

  Παράλληλα, ὅπως εὐφυῶς ἐπισημαίνει ὁ Καζύνσκι σὲ ἕνα ἄλλο δοκίμιό του ποὺ εἶχε δημοσιευθεῖ τὸ 2008 μὲ τίτλο «Τεχνολογικὴ σκλαβιὰ» (Technological Slavery) [2], τὸ τεχνολογικοβιομηχανικὸ σύστημα (ἐφεξῆς: Σύστημα) ἔχει καταφέρει νὰ ἐλέγχει τὶς ἐπαναστατικὲς παρορμήσεις τῶν ἀπογοητευμένων πολιτῶν, διοχετεύοντάς τες ἔξυπνα (μέσῳ τῆς προπαγάνδας τῶν ΜΜΕ καὶ τῶν πανεπιστημιακῶν διανοούμενων ποὺ ὑποθάλπουν ἕνα τυποποιημένο τρόπο ἐξέγερσης [3]) σὲ ἐκεῖνα τὰ κανάλια ποὺ ἐξυπηρετοῦν τὸ ἴδιο τὸ Σύστημα:

  Οἱ ἀκτιβιστὲς «ἐπαναστατοῦν» ἐναντίον τῶν παλαιῶν καὶ ξεπερασμένων ἀξιῶν ποὺ δὲν εἶναι πλέον χρήσιμες στὸ Σύστημα καὶ ὑπὲρ τῶν νέων ἀξιῶν ποὺ τὸ Σύστημα ἔχει ἀνάγκη νὰ γίνουν ἀποδεκτές. Κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο δίνεται σὲ ἐπαναστατικὲς παρορμήσεις –οἱ ὁποῖες διαφορετικὰ θὰ μποροῦσαν νὰ ἦταν ἐπικίνδυνες γιὰ τὸ Σύστημα– μία διέξοδος ποὺ ὄχι μόνον εἶναι ἀβλαβὴς γιὰ τὸ Σύστημα ἀλλὰ καὶ χρήσιμη γι’ αὐτό. Ἐδῶ ἀνήκουν, φερ’ εἰπεῖν, οἱ ἀγῶνες ὑπὲρ τῆς ἰσότητας μεταξὺ τῶν φυλῶν καὶ τῶν φύλων, τῆς ἀποδοχῆς τῆς ὁμοφυλοφιλίας καὶ τοῦ διαφυλετικοῦ γάμου [4].

  Ἐπιπλέον, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν καταστολὴ τῶν φυλετικῶν, ἐθνοτικῶν, θρησκευτικῶν καὶ ἄλλων ἐχθροτήτων, τὸ Σύστημα πρέπει νὰ καταστείλει ἢ νὰ χειραγωγήσει πρὸς ὄφελός του ὅλες τὶς ἄλλες τάσεις ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ ὁδηγήσουν σὲ ἀναστάτωση ἢ ἀναταραχή, τὶς ἐπιθετικὲς παρορμήσεις καὶ ὁποιαδήποτε τάση γιὰ χρήση βίας [5]. Δι’ αὐτοῦ τοῦ τρόπου, τὸ Σύστημα ἀνατρέφει ἕνα πληθυσμὸ ποὺ εἶναι πρᾶος, μὴ βίαιος, ἐξημερωμένος, πειθήνιος καὶ ὑπάκουος [6], ὥστε ἡ ἑκάστοτε κυβέρνηση νὰ ἔχει τὸ μονοπώλιο στὴν χρήση τῆς φυσικῆς βίας [7]. Ἐξ αὐτοῦ τοῦ λόγου, ἡ προπαγάνδα ἐνσωμάτωσης πρέπει νὰ μᾶς διδάσκει νὰ εἴμαστε τρομοκρατημένοι, ὥστε νὰ μὴ μπαίνουμε σὲ πειρασμὸ νὰ ἀσκήσουμε βία, ἀκόμη κι ὅταν εἴμαστε πολὺ θυμωμένοι [8].

  Στοὺς ἔξυπνους μηχανισμοὺς ἀπορρόφησης τῶν ἐπαναστατικῶν ροπῶν καὶ κραδασμῶν τοῦ λαοῦ ἀναφέρονταν δεκαπέντε χρόνια πρὶν ἀπὸ τὸν Καζύνσκι κορυφαῖοι σοβιετικοὶ ἐπιστήμονες, ποὺ ἐξέδωσαν ἕνα συλλογικὸ τεῦχος γιὰ τὴν «πάλη τῶν ἰδεῶν στὸν σύγχρονο κόσμο» [9]. Ἔκαναν τότε τὴν ἑξῆς διαπίστωση:

  Ἡ σύγχρονη κεφαλαιοκρατία διαθέτει ἕνα ἀρκετὰ ἔμπειρο μηχανισμὸ ἐξουσίας, ἕνα ἀρκετὰ ἰσχυρὸ παραγωγικὸ καὶ διοικητικὸ μηχανισμὸ κι ἀρκετὰ ἐκλεπτυσμένα μέσα πνευματικοῦ καὶ ἰδεολογικοῦ ἐπηρεασμοῦ τῶν μαζῶν, ὥστε νὰ μὴ φοβᾶται τὸν ἀριστερὸ ἐξτρεμισμό, τὶς φωνακλάδικες ριζοσπαστικὲς-ἐπαναστατικὲς φράσεις ἢ τὶς δογματικές, ἀφηρημένες καταγγελίες ἐνάντια στὸν ἰμπεριαλισμὸ καὶ τὶς φλυαρίες σχετικὰ μὲ τὸ «ὁλοκληρωτικὸ σάπισμα» καὶ τὸ «ἄγριο ξεσκέπασμά» του, στὶς ὁποῖες ἀρέσκονται οἱ διάφορες μαοϊκὲς ὁμάδες καὶ ὁμαδοῦλες.

  Πολὺ περισσότερο, ἡ ἀστικὴ τάξη μπορεῖ νὰ δεχθεῖ σήμερα νὰ συμπεριλάβει ὁρισμένες ἀντιλήψεις καὶ σχήματα τῆς ἀριστερῆς ριζοσπαστικῆς σκέψης, στὸ πλέγμα τῶν δικῶν της ἰδεολογικῶν κατασκευασμάτων. «Υἱοθετεῖ», κάλλιστα, τὴν ὑπερεπαναστατικὴ φράση, γιὰ νὰ τὴ μετατρέψει σὲ πλαγιοφυλακή της ἐνάντια στὴν ἐπιστημονικὴ κριτικὴ τοῦ καπιταλισμοῦ, ἐκμεταλλεύεται ἐπιδέξια τὶς σκανδαλώδεις, ἀλλὰ ἐπιπόλαιες, ἐξτρεμιστικὲς κατηγορίες ἐνάντια στὰ θεωρητικὰ συμπεράσματα, τὶς στασιαστικὲς διαθέσεις ἐνάντια στὶς ἐπαναστατικές.

  Φυσικά, τὸ δίπολο καπιταλισμὸς-κομμουνισμὸς ἔγινε σὺν τῷ χρόνῳ ἀντιληπτὸ ὅτι δὲν ἦταν παρὰ μία στημένη ἀπὸ τὸ ἱερατεῖο τῆς Νέας Τάξης Πραγμάτων ἰδεολογικὴ διχοτόμηση, ποὺ ἀποπροσανατόλιζε τοὺς λαοὺς ὅσο ἡ παγκόσμια ἐλὶτ ἐργαζόταν μεθοδικὰ πάνω στὸν προαιώνιο στόχο της, δηλ. τὴν καθυπόταξη τῶν λαῶν κάτω ἀπὸ τὴν ἀντίχριστη ὀμπρέλλα μίας παγκόσμιας κυβέρνησης, ὀρθότερα: μίας παγκόσμιας δικτατορίας (πρβλ. τὴν νύξη ποὺ ἔγινε στὸ Β΄ Μέρος τοῦ παρόντος ἄρθρου).

  Σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ, εἰδικότερα, τὶς διαδηλώσεις ποὺ ὀργανώνονται στὶς ἐποχὲς τῶν μεγάλων κρίσεων, τῶν σκανδάλων, τῆς ἀκρίβειας κ.λπ., θὰ μποροῦσε κάποιος νὰ τὶς παρομοιάσει μὲ παυσίπονο ποὺ χορηγεῖται σὲ καρκινοπαθῆ: ἀνακουφίζει προσωρινά, ἀλλὰ δὲν μπορεῖ νὰ ὑποστρέψει τὴν ἐξέλιξη τῆς ἀσθένειας.

  Ὁ Ἀμερικανὸς ἀκτιβιστὴς Μίκα Γουάιτ (Micah White) στὸ βιβλίο του «Γιὰ τὸ μέλλον τῆς ἐξέγερσης» [10], ἔγραφε: Ὄχι ἄλλες διαδηλώσεις. Ἡ διοργάνωση μίας συγχρονισμένης πορείας σὲ ὅλο τὸν κόσμο, μὲ ἑκατομμύρια ἀνθρώπους νὰ διαδηλώνουν στοὺς δρόμους μὲ ἕνα καὶ μοναδικὸ αἴτημα εἶναι ἕνα καθ’ ὅλα ἐντυπωσιακὸ νούμερο ποὺ κερδίζει τεράστια δημοσιότητα, παρ’ ὅλα αὐτὰ δὲν εἶναι ἀποτελεσματικὴ σὰν μέθοδος κοινωνικῆς ἀλλαγῆς.

  Ὁ ἴδιος συγγραφέας ἐφιστᾶ τὴν προσοχή μας σὲ κάτι πολὺ σημαντικό: Μόλις οἱ Ἀρχὲς ἀντιληφθοῦν τὸ μοτίβο ἑνὸς τελετουργικοῦ διαμαρτυρίας, ἡ διαμαρτυρία ἡττᾶται ἀμέσως. Τὸ ἰσοζύγιο τῆς ἰσχύος μετατίθεται μὲν πρὸς τὴν πλευρὰ τοῦ κινήματος, ἀλλὰ τὸ status quo εἶναι ἰδιαιτέρως ἀνθεκτικὸ καὶ οἱ μέθοδοι διαμαρτυρίας γίνονται ἄχρηστες καὶ ἀνέμπνευστες, ὅταν ἐπαναλαμβάνονται [11]· οἱ διαδηλωτὲς ἀποτελοῦν πλέον ἕνα ἀποδεκτὸ –καὶ γι’ αὐτὸ εὔκολο νὰ ἀγνοηθεῖ– ὑποπροϊὸν τῆς πολιτικῆς σκηνῆς [12].

  Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρά, ὅμως, ὁ Γουάιτ παραδέχεται ὅτι: [13] Ἡ ἔλλειψη παντὸς εἴδους διαμαρτυρίας εἶναι πολὺ ἐπικίνδυνη γιὰ τὴν κοινωνία. Ἡ διαμαρτυρία εἶναι ἕνα σύμπτωμα τῆς ἀνάγκης γιὰ κοινωνικὴ ἀλλαγὴ καὶ οἱ ἄνθρωποι στοὺς δρόμους προάγγελοι μίας ἰσχυρότερης δημοκρατίας. Εἴτε ὑποστηρίζεις εἴτε περιφρονεῖς ὅσους διαδηλώνουν, ἡ Ἱστορία μᾶς διδάσκει πὼς ἡ ἐναντίωση εἶναι ἀπαραίτητη γιὰ τὴν κοινωνικὴ ἀνάπτυξη καὶ τὴ συλλογικὴ ἀνανέωση.

  Καὶ τί γίνεται ὅταν ἡ κυβέρνηση δὲν ἀνταποκρίνεται στὰ αἰτήματα τοῦ λαοῦ; Πρὸς ποιὰ κατεύθυνση στρέφεται κανείς, ὅταν ἔχει ἐξαντλήσει τὴ διαμαρτυρία στοὺς δρόμους καὶ διαπιστώνει πὼς αὐτὸ τὸ μονοπάτι δὲν ὁδηγεῖ ἔξω ἀπὸ τὸν λαβύρινθο;, ἀναρωτιέται ὁ Γουάιτ, γιὰ νὰ δώσει τὴν ἑξῆς ἀπάντηση: Ὁ στόχος μας ὡς ἐπαναστάτες εἶναι νὰ προβλέψουμε τὶς μεθόδους καὶ τοὺς ἑλιγμοὺς ποὺ θὰ αἰφνιδιάσουν τὸ status quo [14].

  Δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ συμφωνήσει κανεὶς ἀπόλυτα μὲ τὴν ἀποφθεγματικὴ ρήση τοῦ Γουάιτ ὅτι ὁ πιὸ ἀδύναμος βγαίνει συνήθως νικητὴς ἀπὸ τὴ σύγκρουση, ὅταν πρωτοτυπεῖ, ἀρνούμενος νὰ μιμηθεῖ τὶς τακτικὲς τοῦ δυνατότερου ἀντιπάλου του [15]. Συμπληρώνει δὲ ὁ ἴδιος ὅτι, καίτοι οἱ πάντες εἶναι πεπεισμένοι πὼς ἡ πολιτικὴ ἀλλαγὴ ἐπιβάλλεται, οἱ ἐπαναστάσεις δὲν συμβαίνουν πιὰ συχνά, διότι δὲν ξέρουμε πῶς νὰ τὴν ἐπιφέρουμε [16].

  Μὲ ἀφορμὴ τὴν θέση τῶν μεταουμανιστῶν ποὺ φαντάζονται τὴν ἀνθρωπότητα νὰ ἀκμάζει σὲ εἰκονικοὺς κόσμους καὶ προσομοιωμένα περιβάλλοντα, συνδεδεμένη μὲ μηχανὲς καὶ συμβιώνοντας μὲ τὴν τεχνητὴ νοημοσύνη, ὁ Γουάιτ κάνει λόγο γιὰ ἕνα παγκόσμιο κίνημα τῶν λαῶν ποὺ θὰ ἔβαζε τέλος στὸ κῦρος καὶ τὴ στάση ζωῆς τῶν ὁλοένα αὐξανόμενων μεταουμανιστῶν.

  Ὁ συγγραφέας δὲν παραλείπει νὰ λάβει ὑπ’ ὄψιν του τὴν παράμετρο τῆς τεχνολογίας: [17] Ἡ τεχνολογία ἐνέταξε τὴν ἀνθρωπότητα σὲ μία αὐτόματη διασυνδεδεμένη σφαῖρα, ὅπου οἱ ἐπαναστατικὲς διαθέσεις καὶ οἱ καινούργιες τεχνικὲς διαμαρτυρίας ταξιδεύουν πιὸ γρήγορα σὲ σχέση μὲ ὁποιαδήποτε ἄλλη στιγμὴ στὴν Ἱστορία. Φτάνοντας στὸ ἀπόγειό της, ἡ παγκοσμιοποίηση μᾶς προσέφερε ἕνα ἀνέλπιστο δῶρο: ἕνα δίκτυο ἐπικοινωνίας ποὺ ἑνώνει τὴν κοινότητα τῶν ἀνθρώπων σὲ κάθε μέρος τῆς γῆς.

  Τὰ ὄνειρα γιὰ τὴ λαϊκὴ ἐπανάσταση συνδιαμορφώνονται σήμερα σὲ πραγματικὸ χρόνο. […] Τὰ τελευταῖα στάδια τῆς παγκοσμιοποίησης –τὰ περίπλοκα καὶ ἀλληλοσυνδεόμενα δίκτυα τῆς ἐπικοινωνίας, τῶν μεταφορῶν καὶ τοῦ ἐμπορίου, ποὺ διευκολύνουν τὶς ὑψηλὲς ταχύτητες τοῦ ὑπερκαπιταλισμοῦ– ἔχουν δεσμεύσει τὴν ἀνθρωπότητα σ’ ἕνα αὐτόματο καὶ «ταυτόχρονο» κόσμο, ὅπου ἕνα γεγονὸς ποὺ συμβαίνει ὁπουδήποτε μπορεῖ νὰ ἔχει σημαντικὲς ἐπιπτώσεις παντοῦ. Ἕνα μεμονωμένο καὶ συμπτωματικὸ γεγονός, ὅπως μία διαμαρτυρία ποὺ ἀνατρέπει τὸ σενάριο, μπορεῖ νὰ ἐπιφέρει ἕνα παγκόσμιο τσουνάμι.

  Ἄλλο, ὅμως, ἡ γρήγορη διαμαρτυρία καὶ ἄλλο ἡ ἐπανάσταση. Ὁ Γουάιτ ἀποφαίνεται ὅτι: [18] «Γρήγορες» διαμαρτυρίες θὰ γίνονται πάντα, ἴσως καὶ μὲ μεγαλύτερη συχνότητα. Ἀλλὰ τὰ μεμονωμένα καὶ ἐπαναλαμβανόμενα «γρήγορα» γεγονότα δὲν ἀρκοῦν γιὰ μία ἐπανάσταση. Ἡ ἀργὴ πορεία στὸν χρόνο εἶναι ἐκείνη ποὺ ἐγγυᾶται στὰ ἱστορικὰ συμβάντα νόημα, διάρκεια καὶ ἀπελευθερωτικὴ δύναμη.

 ΝΑ ΚΤΥΠΑΣ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΚΕΙ ΟΠΟΥ ΠΟΝΑ

  Ὁ Καζύνσκι ἐπισημαίνει ὅτι οἱ πολίτες ποὺ θέλουν πραγματικὰ νὰ καταφέρουν ἕνα ἰσχυρὸ πλῆγμα στὸ Σύστημα, θὰ πρέπει νὰ τὸ κτυποῦν ἐκεῖ ποὺ πονᾶ (“hit where it hurts”), στὰ πιὸ εὐαίσθητα καὶ ζωτικὰ ὄργανά του, μὲ νόμιμα πάντοτε μέσα, ὅπως εἶναι οἱ εἰρηνικὲς διαμαρτυρίες [19]. Διαφορετικά, ἂν ἡ ἀντίσταση τῶν πολιτῶν ἐπικεντρωθεῖ σὲ μία ἀπὸ τὶς γροθιὲς τοῦ Συστήματος, αὐτὸ θὰ ἐπουλώσει ἄμεσα καὶ ἀνώδυνα τὸ κτύπημα ποὺ θὰ δεχθεῖ, κάνοντας κάποιους ἑλιγμοὺς ἢ ὑποχωρήσεις. Ἂν λ.χ. περιβαλλοντικοὶ ἀκτιβιστὲς ἀρχίσουν νὰ ὀργανώνουν διαμαρτυρίες κατὰ τῆς βιομηχανίας ξυλείας ἢ κατὰ τῆς μόλυνσης τοῦ περιβάλλοντος, τὸ μόνο ποὺ θὰ καταφέρουν θὰ εἶναι νὰ ἐξωθήσουν τὸ Σύστημα στὴν λήψη κάποιων μέτρων ποὺ θὰ ἀποφορτίσουν τὸ δυσμενὲς ἀντισυστημικὸ κλῖμα. Σύμφωνα μὲ τὴν ἐμπνευσμένη παραβολὴ τοῦ Καζύνσκι: [20]

Τὸ νὰ κτυπᾶς τὸ Σύστημα εἶναι σὰν νὰ κτυπᾶς ἕνα κομμάτι λάστιχο. Τὸ κτύπημα μὲ ἕνα σφυρὶ μπορεῖ νὰ καταθρυμματίσει τὸν χυτοσίδηρο, ἐπειδὴ ὁ χυτοσίδηρος εἶναι ἄκαμπτος καὶ εὔθρυπτος. Ἂν κτυπήσεις ὅμως ἕνα κομμάτι λάστιχο, δὲν θὰ τοῦ προκαλέσεις κάτι, ἐπειδὴ εἶναι εὔκαμπτο. Ὑποχωρεῖ μπροστὰ στὸ σφυρὶ καὶ ἀμέσως ἀναπηδᾶ, μόλις ἀσκηθεῖ πάνω του ἡ δύναμη τοῦ σφυριοῦ. Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τὸ «δημοκρατικὸ» βιομηχανικὸ σύστημα: ὑποχωρεῖ μπροστὰ στὴν διαμαρτυρία, τόσο ὥστε ἡ διαμαρτυρία νὰ χάσει τὴν δύναμη καὶ τὴν ὁρμή της. Ὁπότε, τὸ Σύστημα ἀνακάμπτει.

Ἔτσι, ἂν θὲς νὰ κτυπήσεις τὸ Σύστημα ἐκεῖ ποὺ πονάει θὰ πρέπει νὰ ἐπιλέξεις ζητήματα, γιὰ τὰ ὁποῖα τὸ Σύστημα δὲν θὰ κάνει πίσω, γιὰ τὰ ὁποῖα θὰ πολεμήσει μέχρι τέλους. Διότι αὐτὸ ποὺ ἀπαιτεῖται δὲν εἶναι ἕνας συμβιβασμὸς μὲ τὸ Σύστημα, ἀλλὰ ἕνας ἀγώνας ζωῆς καὶ θανάτου ἐναντίον του.

(Συνεχίζεται…)

Σημειώσεις:

[1] Καμύ, Ὁ μῦθος τοῦ Σισύφου, μτφ.: Β. Χατζηδημητρίου, ἐκδ. Μπουκουμάνη, Ἀθήνα 1973, σελ. 75.  [2] Καζύνσκι, Ἡ ἐξέγερση κατὰ τῆς τεχνολογικῆς δυστοπίας, μτφ.: Σ. Γιαννέλης, ἐκδ. Ἔξοδος, Ἀθήνα 2023, σελ. 24.   [3] Καζύνσκι, ὅ.π., σελ. 29/30.  [4] Καζύνσκι, ὅ.π., σελ. 17 καὶ 94.  [5] Καζύνσκι, ὅ.π., σελ. 17/18.  [6] Καζύνσκι, ὅ.π., σελ. 17.  [7] Καζύνσκι, ὅ.π., σελ. 33.  [8] Καζύνσκι, αὐτόθι.  [9] Ἐκδ. «Σύγχρονη Ἐποχή», Ἀθήνα 1980, σελ. 85.  [10] Μτφ.: Θ. Καραγιαννόπουλος, ἐκδ. Ὀξύ, Ἀθήνα 2017, σελ. 160.  [11] White, ὅ.π., σελ. 169.  [12] White, ὅ.π., σελ. 42.  [13] White, ὅ.π., σελ. 18.  [14] White, ὅ.π., σελ. 241.  [15] White, ὅ.π., σελ. 239.  [16] White, ὅ.π., σελ. 239.  [17] White, ὅ.π., σελ. 213, 215.  [18] White, ὅ.π., σελ. 220.  [19] Καζύνσκι, Ἡ ἐξέγερση κατὰ τῆς τεχνολογικῆς δυστοπίας, ὅ.π., σελ. 90.  [20] Ὅ.π., σελ. 92.

ΜΕΡΟΣ Α΄ΜΕΡΟΣ Β΄