Δευτέρα 11 Αυγούστου 2025

Ἡ Κυρία τοῦ σπιτιοῦ μας, ἡ Παναγία

 Διαβάζουμε στὴν Παράκληση τῆς Παναγίας μας:

«Πρεσβεία θερμὴ καὶ τεῖχος ἀπροσμάχητον, ἐλέους πηγή, τοῦ κόσμου καταφύγιον, ἐκτενῶς βοῶμέν σοι· Θεοτόκε Δέσποινα, πρόφθασον, καί ἐκ κινδύνων λύτρωσαι ἡμᾶς, ἡ μόνη ταχέως προστατεύουσα.

  Ἐπίβλεψον, ἐν εὐμενείᾳ, πανύμνητε Θεοτόκε, ἐπὶ τὴν ἐμὴν χαλεπὴν τοῦ σώματος κάκωσιν, καί ἴασαι τῆς ψυχῆς μου τὸ ἄλγος».

  • Στὴν Δ΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο οἱ Πατέρες ἐδογμάτισαν:

«…ἕνα καὶ τὸν αὐτὸν ὁμολογεῖν Υἱὸν τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, πρὸ αἰώνων μὲν ἐκ τοῦ Πατρὸς γεννηθέντα κατὰ τὴν Θεότητα καὶ διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν ἐκ Μαρίας τῆς Παρθένου τῆς Θεοτόκου κατὰ τὴν ἀνθρωπότητα…». Ἕνας εἶναι ὁ Κύριός μας, ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Θεὸς καὶ Ἄνθρωπος. Θεός, ἀφοῦ γεννήθηκε ἀπὸ τὸν Πατέρα πρὸ πάντων τῶν αἰώνων. Ἄνθρωπος ἀφοῦ γεννήθηκε ἀπὸ τὴν Παναγία μας. Θεάνθρωπος!

  Ὅ,τι καὶ νὰ ἀναφέρουμε γιὰ τὸν Παναγία μας εἶναι παράτολμο. Εἶναι τόση μεγάλη ἡ δόξα της, ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ παρουσιασθῆ ἀνθρωπίνως.

  • Ἀπὸ εὐγνωμοσύνη πρὸς τὴν Παναγία Μητέρα μας, ποὺ τόσο πολὺ μᾶς συμπαραστέκεται παραθέτουμε δύο ἀπό τὰ ἄπειρα θαύματά της.

  «Ἂς ἀναφερθοῦμε σὲ μία θαυμαστὴ διήγηση τοῦ κ. Περικλῆ Σούρα, συνταξιούχου λιμενικοῦ, ποὺ ἦταν ἀγαπητὸ πνευματικὸ τέκνο τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου Τσαλίκη. Σὲ μία κατ’ ἰδίαν συζήτησή του, ὅπως ὁ ἴδιος διηγεῖται, ἀναφερόμενος στὰ σοβαρὰ προβλήματα τῆς ὑγείας του, ὁ Ἅγιος θέλοντας νὰ ἐπιβραβεύση τὴν ὑπομονή του καὶ νὰ δυναμώση τὴν πίστη του, τοῦ φανέρωσε μία θαυμαστή του ἐμπειρία: «Ἕνα βράδυ, Περικλῆ μου, εἶχα, ὡς συν­ήθως, ἀφόρητους πόνους στὰ πόδια μου, ἀπὸ τὸν φλεβίτη. Ἄνοιξε ξαφνικὰ μόνη της ἡ πόρτα τοῦ κελλιοῦ μου καὶ μπῆκε μέσα μία σεβάσμια καὶ μεγαλοπρεπὴς γυναίκα. Ἡ Παναγία ἦταν. Τὴν συνόδευαν ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος καὶ ὁ Ἅγιος Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ. Πάτερ Ἰάκωβε, εἶπε ἡ Θεοτόκος, ἤλθαμε νὰ σὲ βοηθήσουμε, γιατί ὑποφέρεις. Γύρισε καὶ εἶπε στοὺς Ἁγίους ποὺ τὴν συνόδευαν: Ὁ πατὴρ Ἰάκωβος εἶναι γνήσιος Φίλος τοῦ Υἱοῦ μου καὶ Δικός μου. Τότε ἡ Παναγία εἶπε στοὺς Ἁγίους νὰ περιποιηθοῦν τὰ πονεμένα πόδια μου. Ἀμέσως οἱ Ἅγιοι μὲ οὐράνια φάρμακα μὲ θεράπευσαν. Ἡ ἀνακούφιση ἦταν ἄμεση. Πρὶν προλάβω νὰ τοὺς φιλήσω τὸ χέρι ἔφυγαν γιὰ τὸν οὐρανό. Στὸ κελλί μου ἄφησαν μία οὐράνια εὐωδία.

  Ὁ Ἅγιος ὅταν μιλοῦσε γιὰ τὴν Παναγία μας, τὴν προσφωνοῦσε: “Ἡ Καλή μου ἡ Παναγία”.

  Ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος ζοῦσε πολλὰ καὶ φανέρωσε λίγα, γιατί δὲν μπορούσαμε νὰ κατανοήσουμε περισσότερα».

  • Καὶ τὸ δεύτερο θαῦμα:

  «Ἕνα ἀνδρόγυνο ἔτρεφε μεγάλη εὐλάβεια στὴν Παναγία μας. Ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς ἀγάπης καὶ τῶν δύο, τοῦ ἄνδρα καὶ τῆς γυναίκας, ἦταν νὰ ἁγιογραφήσουν σ’ ἕνα ἀπὸ τοὺς τοίχους τοῦ σπιτιοῦ τους μία μεγαλόπρεπη καὶ ἐπιβλητικὴ εἰκόνα τῆς Κυρίας Θεοτόκου, ξοδεύοντας μάλιστα πολλὰ χρήματα. Κάθε φορὰ ποὺ περνοῦσαν μπροστὰ ἀπὸ αὐτὴ τὴν εἰκόνα τὴν προσκυνοῦσαν καὶ τῆς ἔλεγαν τὸν ἀγγελικὸ ὕμνο «Χαῖρε Κεχαριτωμένη Μαρία». Μ’ αὐτὸ τὸν τρόπο ζοῦσαν ἤρεμα καὶ εἰρηνικὰ καὶ χαίρονταν, γιατί εἶχαν καθημερινὰ τὴν προστασία καὶ τὴν μεσιτεία της. Τὸ τρίχρονο παιδὶ βλέποντας αὐτὴ τὴν καθημερινὴ εὐλάβεια τῶν γονιῶν του ἀπέκτησε καὶ αὐτὸ τὴν ἴδια συνήθεια. Ὅταν μεγάλωσε ἀκόμη περισσότερο, ἔλεγε καὶ αὐτὸ μὲ χαρὰ τὸν ἀγγελικὸ ὕμνο: «Χαῖρε Κεχαριτωμένη Μαρία», ἐνῶ κάθε φορά, ποὺ περνοῦσε ἀπὸ τὴν εἰκόνα, τὴν ἀσπαζόταν μὲ ἰδιαίτερη εὐλάβεια, πιστεύοντας ὅτι εἶναι ἡ Κυρία τοῦ σπιτιοῦ τους καὶ τοὺς φυλάει ὅλους.

  Μία μέρα ὅμως καθὼς ἔπαιζε μὲ τὰ ἄλλα παιδιὰ στὴν ἄκρη ἑνὸς δύσβατου ποταμιοῦ, ἔπεσε ἀπὸ ἀπροσεξία μέσα στὸ νερό. Τὰ ἄλλα παιδιὰ σάστισαν, πανικοβλήθηκαν καὶ ἔτρεξαν στὴν μητέρα, γιὰ νὰ τῆς ποῦν ὅτι τὸ παιδί της ἀπὸ ἀπροσεξία, πνίγηκε. Ἐκείνη ἔτρεξε ἀμέσως καὶ φθάνοντας στὸ ποτάμι εἶδε δύο ἀνθρώπους νὰ βουτοῦν μέσα στὸ νερὸ –τὸ ποτάμι ἦταν πολὺ βαθύ- γιὰ νὰ ψάξουν γιὰ τὸ μικρὸ παιδί. Ἡ ἴδια ἔψαχνε σὲ ἄλλο μέρος πιὸ πέρα, ὅταν ξαφνικὰ πρὸς ἔκπληξή της, βλέπει τὸ παιδί της νὰ κάθεται πάνω στὰ νερὰ στὴ μέση τοῦ ποταμοῦ, ἀτάραχο καὶ ἀμέριμνο. Παιδί μου, πῶς εἶσαι ἐκεῖ καὶ μᾶς ἀνησύχησες ὅλους; Οἱ φίλοι σου νόμιζαν ὅτι πνίγηκες! Τί ἔγινε; Καλὰ εἶμαι μητέρα μου, εἶπε ἐκεῖνο μὲ ἠρεμία. Μὲ κρατᾶ καλὰ ἡ Κυρία τοῦ σπιτιοῦ μας καὶ δὲν φοβᾶμαι. Ἡ γυναίκα ἀπὸ τὴν χαρά, ποὺ τὸ παιδί της ἦταν ζωντανό, δὲν ἔδωσε καὶ πολὺ σημασία σ’ αὐτὰ ποὺ ἔλεγε ὁ μικρός. Ὅταν ὅμως πῆγαν στὸ σπίτι καὶ ἐξιστόρησαν στὸν πατέρα ὅλα τὰ συμβάντα, τότε ἔμειναν ἐμβρόντητοι ἀπὸ τὴν περιγραφή.

  Ὅταν ἔπεσα στὸ ποτάμι ἔλεγε παραστατικὰ τὸ παιδί, ἦλθε αὐτὴ ἡ Κυρία τοῦ σπιτιοῦ μας (δείχνοντας μὲ τὸ δάκτυλό του τὴν μεγαλόπρεπη Εἰκόνα τῆς Παναγίας μας) καὶ μὲ ἅρπαξε μέσα ἀπὸ τὸ νερὸ καὶ μὲ κρατοῦσε στὴν ἀγκαλιά της μέχρι νὰ ἔλθετε νὰ μὲ βρῆτε.

  Ὅλοι θαύμασαν τὴν παρρησία τοῦ μικροῦ παιδιοῦ καὶ προσκύνησαν τὴν θαυματουργικὴ Εἰκόνα τῆς Παναγίας μας».

  Ἡ Παναγία μας πάντα ἀγρυπνεῖ γιά ὅλους μας.