Κατά την διάρκεια της Κατοχής και του συμμοριτοπολέμου, συνέδραμε ηθικά και υλικά τους δεινοπαθούντες ενορίτες του. Δεν δίσταζε να καταδικάζει φανερά τις βαρβαρότητες των κατακτητών, όσο και των κομμουνιστών. Οι κατακτητές τον συνέλαβαν δύο φορές και τον κράτησαν πολλές ημέρες, αλλά μετά τον άφησαν ελεύθερο.
Τη νύχτα της 8ης Αυγούστου 1944, οι συμμορίτες εισέβαλαν στην οικία του, συνέλαβαν τον ίδιο και την εικοσιδίχρονη κόρη του, Ευφροσύνη, και δήθεν για ανάκριση, τους οδήγησαν δεμένους στην θέση «Σαραντάρι», στον Παρνασσό, όπου τους κράτησαν αιχμαλώτους για πολλές ημέρες.
Στις 12 Αυγούστου 1944, οι συμμορίτες θέλησαν να «διασκεδάσουν». Μπροστά στα έντρομα μάτια της κόρης του, ακρωτηρίασαν τον π. Χρήστο, ενώ ακολούθως, βίασαν μέχρι θανάτου την Ευφροσύνη, μπροστά στα μάτια του ψυχορραγούντος πατέρα της[. Στην συνέχεια, έλουσαν με πετρέλαιο και έκαψαν το νεκρό σώμα της Ευφροσύνης, καθώς και τον π. Χρήστο που ήταν ακόμα ζωντανός. Οι συμμορίτες χόρευαν γύρω από τα θύματά τους, ενώ κάποιος από αυτούς τράβηξε ένα σπίρτο και έκαψε τα σώματα του π. Χρήστου και της Ευφροσύνης.
Βιβλιογραφία-
--Βοβολίνη Κωνσταντίνου Α., Η Εκκλησία εις τον αγώνα της ελευθερίας (1453 – 1953), Εκδότης Παναγιώτης Αθ. Κλεισιούνης, Αθήναι 1952, σελ. 517.
--Μητροπολίτου Λήμνου Διονυσίου, Εκτελεσθέντες και μαρτυρήσαντες κληρικοί 1940 – 1949, Ελεύθερη Σκέψις, Αθήνα, Μάρτιος 2009, Β΄ Έκδοση (Α΄ Έκδοση: 1959), σελ. 36 - 37.