Ἀρχ. Παύλου Δημητρακοπούλου Ὑπευθύνου τοῦ Γρ. Αἱρέσεων τῆς Ἱ. Μητρ. Κυθήρων & Ἀντικυθήρων
Ἐν Κυθήροις τῇ 25ῃ Φεβρουαρίου 2025
Ἐν Κυθήροις τῇ 25ῃ Φεβρουαρίου 2025
Εἰσήλθαμε καὶ φέτος στὸ ἅγιο Τριώδιο, τὸ ὁποῖο εἶναι μιὰ ἀπὸ τὶς σημαντικότερες ἑορτολογικὲς περιόδους τῆς Ἐκκλησίας μας.
Εἶναι μιὰ πένθιμη καὶ κατανυκτικὴ περίοδος, ποὺ ἀρχίζει, ἀπὸ τὴν Κυριακὴ τοῦ Τελώνου καὶ Φαρισαίου καὶ φθάνει μέχρι τὸν ἑσπερινὸ τοῦ Μεγάλου Σαββάτου. Αὐτὴν διαδέχεται κατόπιν ἡ χαρμόσυνη περίοδος τοῦ Πεντηκοσταρίου, ποὺ ἀρχίζει ἀπὸ τὴν Κυριακὴ τοῦ Πάσχα καὶ φθάνει μέχρι τὴν Κυριακὴ τῶν ἁγίων Πάντων.
Εἶναι περίοδος ἐντονωτέρου πνευματικοῦ ἀγῶνος, στὴν ὁποία ἡ Ἐκκλησία, μὲ τὰ τροπάρια, τοὺς ὕμνους, τὰ ἀναγνώσματα, τὶς κατανυκτικὲς Προηγιασμένες Θεῖες Λειτουργίες, μὲ τὴν νηστεία, στὴν ὁποία θὰ εἰσέλθουμε σὲ λίγο, (ἀπὸ τὴν Καθαρὰ Δευτέρα) καὶ μὲ τὴν ὅλη κατάλληλη ἀτμόσφαιρα τῶν ἡμερῶν αὐτῶν, μᾶς καλεῖ σὲ μιὰ ἀκριβέστερη καὶ βαθύτερη βίωση τοῦ μυστηρίου τῆς μετανοίας.
Μᾶς καλεῖ νὰ παλαίψουμε καὶ νὰ σταυρώσουμε τὰ πάθη καὶ τὸν παλαιὸν ἄνθρωπο, ποὺ φέρουμε μέσα μας, ἔτσι ὥστε συσταυρωμένοι καὶ συναναστημένοι μὲ τὸν Χριστό, νὰ ἑορτάσουμε τὰ ἅγια Πάθη καὶ τὴν Ἀνάστασή του.
Βέβαια αὐτὸ δὲν σημαίνει, ὅτι μετὰ τὴν παρέλευση τῆς περιόδου αὐτῆς μποροῦμε νὰ χαλαρώσουμε τὸν πνευματικὸ ἀγῶνα καὶ νὰ ἱκανοποιοῦμε τὰ πάθη, ἀλλὰ ὀφείλουμε πάντοτε νὰ ἀγωνιζόμαστε μὲ τὴν ἴδια ἔνταση, ἢ μᾶλλον μὲ διαρκῶς αὐξανόμενη ἔνταση, σὰν νὰ ἦταν ὅλη ἡ ζωή μας ἕνα διαρκὲς καὶ ἰσόβιο Τριώδιο.
Ἂν μελετήσουμε τοὺς βίους τῶν ἁγίων, θὰ δοῦμε ὅτι ἡ ζωή τους ἦταν ἕνας ἀκατάπαυστος ἀγῶνας πρὸς τὰ πάθη, μιὰ ἰσόβια κατάσταση νηστείας, μιὰ σταυροαναστάσιμη πορεία χαρμολύπης πρὸς τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.
Ἐπειδὴ ἴδιον χαρακτηριστικὸ γνώρισμα τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως εἶναι τὸ τρεπτὸν καὶ μεταβαλλόμενον, τὸ γεγονὸς δηλαδή, ὅτι ὁ ἄνθρωπος παρουσιάζει διακυμάνσεις καὶ αὐξομειώσεις στὴν πνευματική του ζωὴ καί, σήμερα μὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἔχει ζῆλο καὶ προθυμία, αὔριο ὅμως νὰ περιπέσει σὲ κατάσταση ἀμελείας καὶ ραθυμίας, πιεζόμενος καὶ ἐπηρεαζόμενος ἀπὸ τὴν «εὐπερίστατη ἁμαρτία», (Ἔβρ.12,1), ποὺ κυριαρχεῖ γύρω του, γι’ αὐτὸ καθιέρωσαν οἱ ἅγιοι Πατέρες, μὲ πολλὴ σοφία καὶ σύνεση, τὴν εὐλογημένη αὐτὴ περίοδο τοῦ Τριωδίου, ὥστε νὰ ἀποτελέσει ὄχι μόνον στάδιο προετοιμασίας γιὰ τὸν ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα, ἀλλὰ καὶ τρόπον τινά, ἐγερτήριον σάλπισμα, ἀφορμὴ ἀνανήψεως καὶ ἀνανεώσεως τοῦ πνευματικοῦ μας ἀγῶνος.
Πῆρε τὸ ὄνομα «Τριώδιον» ἀπὸ τὸ ὁμώνυμο λειτουργικὸ βιβλίο, τὸ ὁποῖο χρησιμοποιεῖ κατὰ τὴν περίοδο αὐτή, ἐπειδὴ οἱ κανόνες τῶν καθημερινῶν τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ποὺ ὑπάρχουν στὸ βιβλίο αὐτό, ἔχουν μόνο τρεῖς ὠδές.
Χωρίζεται σὲ τρία μέρη: Τὸ πρῶτο μέρος περιλαμβάνει τὶς τρεὶς πρῶτες ἑβδομάδες, μέχρι τὴν Κυριακή της Τυρινῆς.
Ἔχει προκαταρκτικὸ χαρακτῆρα καὶ ἀποσκοπεῖ στὸ νὰ μᾶς προετοιμάσει σὲ μιὰ σταδιακὴ εἴσοδο στὴ νηστεία, ποὺ ἐπακολουθεῖ στὴ συνέχεια.
Τὸ δεύτερο μέρος ἀρχίζει ἀπὸ τὴν Καθαρὰ Δευτέρα καὶ φθάνει μέχρι τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων. Κυρίαρχο γνώρισμά του εἶναι ὁ ἀγῶνας πρὸς τὰ πάθη μὲ τὴν βοήθεια τῆς νηστείας ὑπὸ τὴν διπλῆ της μορφή: Νηστεία τῶν τροφῶν καὶ νηστεία τῶν παθῶν.
Τέλος τὸ τρίτο μέρος περιλαμβάνει τὴν Μεγάλη Ἑβδομάδα, ποὺ εἶναι ἡ τελικὴ κατάληξη, ἡ ἀποκορύφωση τοῦ Τριωδίου, ὅπου συμπορευόμαστε μαζὶ μὲ τὸν Χριστὸ πρὸς τὸ ἅγιον Πάθος καὶ βιώνουμε τὴν λαμπροφόρο Ἀνάσταση ὡς ἕνα προσωπικὸ γεγονός.
Εἶναι γεγονὸς ὅτι τὸ ἄνοιγμα τοῦ Τριωδίου γεμίζει μὲ χαρὰ καὶ ἀγαλλίαση τὸν πιστὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ.
Ὄχι ὅμως τὸν «ἀνθρωποκτόνο ἀπ’ ἀρχῆς» (Ἰω.8,44), τὸν μεγαλύτερο ἐχθρὸ τοῦ ἀνθρώπου, τὸν διάβολο, ὁ ὁποῖος μᾶς μισεῖ θανάσιμα καὶ μηχανεύεται τὰ πάντα γιὰ τὴν καταστροφή μας.
Ὠρύεται καὶ λυσσομανὰ αὐτὴν κυρίως τὴν περίοδο, βλέποντας πολλὲς ψυχὲς νὰ προσπαθοῦν νὰ ἀπαγκιστρωθοῦν ἀπὸ τὴ θανατηφόρα αἰχμαλωσία του καὶ νὰ συνταχτοὺν μὲ τὸν Χριστό.
Γι’ αὐτὸ ἀνοίγει ἕνα δικό του «τριώδιο», ἕνα ἀντι-τριώδιο, τὰ καρναβάλια, γιὰ νὰ προσφέρει τὰ ἀκριβῶς ἀντίθετα: τὰ θορυβώδη γλεντοκοπήματα, τοὺς ξέφρενους ρυθμοὺς διασκέδασης, τὴν ἡδονοθηρία, τὰ ξενύχτια, τὰ φαγοπότια, τὶς αἰσχρολογίες, τὰ αἰσχρὰ τραγούδια, τὶς δημόσιες ἀπρέπειες καὶ ξετσιπωσιές, τὴν ἀποθέωση τοῦ πλέον χυδαίου σεξισμοῦ.
Καὶ ὅλα αὐτὰ κάτω ἀπὸ τὶς εἰδεχθεῖς προσωπίδες, γιὰ νὰ γίνεται ἡ ἁμαρτία, φανερὴ μέν, ἀνώνυμη δέ!
Κάθε χρόνο αὐτὲς τὶς ἡμέρες γινόμαστε μάρτυρες ἑνὸς ἀπίστευτου καρναβαλικοῦ παραληρήματος, τὸ ὁποῖο δυστυχῶς ἔχει ὄχι μόνον πανελλήνια διάσταση, ἀλλὰ καὶ παγκόσμια. Τὰ κατευθυνόμενα μέσα μαζικῆς ἐνημερώσεως, ἢ μᾶλλον ἀποβλακώσεως, ἀφιερώνουν ἀπεριόριστο χρόνο γιὰ τὴν προβολὴ τῶν καρναβαλικῶν ἐκδηλώσεων.
Ἐπίσημοι φορεῖς, ὅπως οἱ Δῆμοι, προσφέρουν ἀπεριόριστη ἀρωγὴ στὴ διοργάνωσή τους καὶ τὶς χρηματοδοτοῦν ἀφειδῶς ἀπὸ τὴν ἄγρια φορολογία τῶν δημοτῶν τους. Διαλαλοῦν οἱ πάντες πὼς αὐτὲς τὶς ἱερὲς ἡμέρες ὁλόκληρη ἡ Ἑλλάδα «χορεύει στοὺς ρυθμούς του καρνάβαλου»!
Ἂς δοῦμε ὅμως, τί εἶναι αὐτὸς ὁ καρνάβαλος καὶ ἂν εἶναι ἐπιτρεπτὸ οἱ πιστοὶ νὰ μετέχουμε σ’ αὐτές.
Μιὰ προσεκτικὴ μελέτη τους ἀποδεικνύει περίτρανα, ὅτι πρόκειται γιὰ σύγχρονες ἀναβιώσεις ἀρχαίων παγανιστικῶν τελετουργιῶν, οἱ ὁποῖες, πέρα ἀπὸ τὸ πνεῦμα τοῦ πρωτογονισμοῦ ποὺ τὶς διέκρινε, εἶχαν καὶ σαφέστατο μαγικὸ χαρακτῆρα.
Ἦταν συνδεδεμένες μὲ τὴν λατρεία τοῦ ξενόφερτου, ἀπὸ τὴ Φρυγία τῆς Μ. Ἀσίας, «θεοῦ» Σαβάζιου, τοῦ ὁποίου ἡ λατρεία εἰσέβαλε στὸν ἑλληνικὸ χῶρο καὶ ὁ ὁποῖος μετονομάστηκε σὲ Διόνυσος καὶ ἐντάχτηκε στὴν δωδεκαθεϊστικὴ θρησκεία.
Καλλιεργήθηκε κυρίως στὶς ἀγροτικὲς περιοχές, στὶς ὁποῖες οἱ κάτοικοι τῆς ὑπαίθρου, μὲ τὶς μαγικὲς τελετουργίες τῶν ἑορτῶν αὐτῶν, πίστευαν ὅτι μποροῦσαν νὰ «ξυπνήσουν» την «κοιμισμένη» φύση, λόγῳ τοῦ χειμῶνα καὶ νὰ «διεγείρουν» τὴ γονιμότητα τῆς ἑπόμενης καλλιεργητικῆς περιόδου!
Ὁ σεξιστικὸς χαρακτῆρας καὶ τὰ αἰσχρὰ δρώμενα εἶχαν ἀκριβῶς αὐτὸ τὸ σκοπό! Ἀκόμα οἱ εἰδεχθεῖς μεταμφιέσεις καὶ οἱ θορυβώδεις ἐκδηλώσεις εἶχαν ὡς σκοπὸ νὰ φοβίσουν τὶς «κακὲς δυνάμεις τῆς φύσης», οἱ ὁποῖες ὑποτίθεται ὅτι ἐμποδίζουν τὴν καρποφορία τῆς γῆς!
Σύγχρονος δόκιμος ἐρευνητὴς θεολόγος παρατηρεῖ ὅτι: «Οἱ ἀμόρφωτες καὶ δεισιδαίμονες μᾶζες συμμετεῖχαν μὲ πάθος σὲ αὐτὲς τὶς αἰσχρὲς ἑορτές, διότι οἱ ἰθύνοντες προνόησαν νὰ προσδώσουν σὲ αὐτὲς ἀφάνταστη ἐλευθερία ἀκόμη καὶ στὰ πιὸ ταπεινὰ ὁρμέμφυτα τῶν θρησκευτών.
Μοιχοί, πόρνοι, ἔκφυλοι καὶ κάθε λογὶς ἀνώμαλοι, κρυμμένοι πίσω ἀπὸ τὰ εἰδεχθῆ προσωπεῖα, μποροῦσαν νὰ ἱκανοποιήσουν τὰ αἰσχρὰ πάθη τους ‘νόμιμα’, ἐκτελῶντας τὰ θρησκευτικά τους καθήκοντα!
Τὸ χειρότερο ἀπ’ ὅλα εἶναι ὅτι ἀναγκάζονταν μὲ τὸ ζόρι οἱ γυναῖκες ποὺ ἦταν κλεισμένες στοὺς γυναικωνίτες νὰ βγαίνουν τὶς ἡμέρες τῶν ‘ἑορτῶν’ στοὺς θορυβώδεις δρόμους καὶ νὰ παίρνουν μέρος στὶς τελετές, ὑποκύπτοντας στὶς βρωμερὲς ὀρέξεις τοῦ κάθε ἀνώμαλου καὶ αἰσχροῦ ἄνδρα θρησκευτή, ὡς δῆθεν ὑποταγὴ στὸ θέλημα τοῦ Διόνυσου!
Ἡ σεξουαλικὴ κακοποίησή τους θεωροῦνταν θρησκευτικὴ πράξη λατρείας πρὸς τό ‘θεό’! Κορυφαία τελετή του διονυσιασμοῦ ἦταν ἡ ‘ἱερογαμία’, ὅπου ὁ ἱερέας τοῦ ‘θεοῦ’ συνουσιάζονταν μὲ τὴ γυναῖκα τοῦ ἐπώνυμου ἄρχοντα τῶν Ἀθηνῶν, χωρὶς φυσικὰ τὴ θέληση τοῦ συζύγου της, κατ’ ἀπαίτηση τοῦ ‘θεοῦ’!
Μάλιστα ἦταν τέτοιο τὸ εὗρος τῶν χυδαιοτήτων, οἱ ὁποῖες συνοδεύονταν ἀπὸ ἀπίστευτες ἐγκληματικὲς πράξεις, ὥστε στὰ ρωμαϊκὰ χρόνια, ἀπαγορεύτηκαν τὰ διονυσιακὰ ὄργια τῶν ‘Βακχικῶν Ὁμίλων’, μὲ τὴν ποινὴ τοῦ θανάτου, σὲ ὅσους συμμετεῖχαν παράνομα σ’ αὐτά, ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς εἰδωλολάτρες Ρωμαίους»!
Στὰ ρωμαϊκὰ χρόνια ὁ χύδην ὄχλος τελοῦσε τοὺς δικούς του διονυσιασμούς, μὲ τὶς γνωστὲς ὀργιαστικὲς τελετές, τὰ Βακχανάλια, τὰ Σατουρνάλια, τὰ Λιμπεράλια, τὰ Λουπερκάλια, τὰ Φεράλια, (ἢ Φέ-(β)ρουάλια), τὰ Παρεντάλια, ὅπου διαπράττονταν δρώμενα μὲ ἀπίστευτη χυδαιότητα καὶ ἀνηθικότητα.
Μὲ τὴν ἐμφάνιση τοῦ Χριστιανισμοῦ αὐτὰ τὰ φαινόμενα εἶχαν περιοριστεῖ αἰσθητά, χωρὶς ὅμως νὰ ἐξαφανιστοῦν ἐντελῶς.
Στὴ βυζαντινὴ περίοδο ἡ Ἐκκλησία καταδίκασε τὰ διονυσιακὰ δρώμενα ὡς εἰδωλολατρικὰ κατάλοιπα καὶ ἀπαγόρευσε στοὺς πιστοὺς νὰ μετέχουν σ’ αὐτά, ἐπιβάλλοντας αὐστηρὰ ἐπιτίμια.
Ὅμως δυστυχῶς οἱ ἀρχαῖοι διονυσιασμοὶ ποτὲ δὲν ἔπαψαν στὴν μεσαιωνικὴ αἱρετικὴ Δύση. Μετὰ τὸ σχίσμα, ὅπου ἡ παπικὴ παρασυναγωγὴ ἀποκόπηκε ἀπὸ τὸν ἑνιαῖο καὶ ἀδιαίρετο κορμὸ τῆς Μίας Ἐκκλησίας, κυριάρχησε τὸ κοσμικὸ πνεῦμα.
Σύμφωνα μὲ τὴν ἐρευνήτρια Ἠῶ Ἀναγνώστου, «ἀρχαῖα Πνεύματα, Θεοί, Λατρεῖες, Ἱερὰ Ἄλση καὶ Ναοὶ ἀνακαλύφτηκαν καὶ πάλι μὲ καινούρια ὀνόματα καὶ νέες χριστιανικὲς δοξασίες, (σὺν τοῖς ἄλλοις καὶ) τὸ πνεῦμα τοῦ καρναβαλιοῦ εἰσέδυε μέσα στὴν ἴδια τήν Ἐκκλησία.
Ἀκολουθῶντας τὴν ἀρχαία παράδοση ἡ ‘Γιορτὴ τῶν Τρελῶν’ ἦταν μιὰ σάτιρα τῆς πομπώδους χριστιανικῆς λειτουργίας, ἀποκαλύπτοντας τὴν ὑποκρισία τῆς παπικῆς ἐκστρατείας ἐνάντια στὶς ἀρχαῖες τελετές.
Ἡ ‘Γιορτὴ τῶν Τρελῶν’ ἦταν μιὰ παράξενη χριστιανικὴ γιορτὴ ποὺ διαρκοῦσε 12 μέρες. Ὁ κατώτερος κλῆρος, οἱ διάκονοι καὶ οἱ καλόγεροι συγκεντρώνονταν σὲ ἕνα εἰδικὸ συμβούλιο γιὰ νὰ ἐκλέξουν τόν ‘Πάπα’ τους.
Αὐτὸς ὁ ‘Πάπας τῶν Τρελῶν’, ὅπως ὀνομαζόταν, ντυνόταν μὲ τὰ ἄμφια τοῦ ποντίφικα καὶ σὰν τὸ βασιλιᾶ τῶν ἀρχαίων Σατουρναλίων ἐξουσίαζε σὲ ἕναν παράλογο κόσμο» (http://terrapapers.com/o-megalos-theos-karnavalos/).
Ἕνας ἄλλος ἐρευνητὴς ὁ π. Σ. Σκουτής, ἐρευνῶντας τὴν ἱστορία τῶν καρναβαλιῶν ἐπισημαίνει ὅτι «εἶναι ἐντελῶς ἀνιστόρητο νὰ λένε κάποιοι πὼς τὰ καρναβάλια ἔχουν τὴν παραμικρὴ σχέση μὲ τὴν Ἑλλάδα καὶ τὸν Ἑλληνισμό: Ἡ ‘γενέτειρά’ τους εἶναι ἡ Βενετία καὶ ἄλλες φραγκοπαπικὲς περιοχές, ὅπου τὸ μασκάρεμα ἐπιβλήθηκε ὡς ἄλλοθι γιὰ ἀκολασία μεταξύ ...ἀγνώστων, σὲ ἐποχὲς ποὺ οἱ κοινωνίες ἦταν πιὸ συντηρητικὲς ἀπ’ ὅ,τι σήμερα» (http://sociologyalert. blogspot. com/2019/02/ blog-post 22.html).
Ἑπομένως δὲν εἶναι τυχαῖο πὼς τὰ πλέον φημισμένα καρναβάλια ὀργανώνονται σὲ χῶρες, ὅπου κυριαρχεῖ ὁ Παπισμός, (Ρώμη, Βενετία, Βραζιλία).
Τὰ καρναβάλια καθιερώθηκαν καὶ πάλι στὸν ἑλληνικὸ χῶρο ἀπὸ τοὺς δυτικούς, μετὰ τὴν ἐθνικὴ παλιγγενεσία, (1821), ὡς δῆθεν «ἑλληνικὴ παράδοση». Δὲν πρόκειται ὅμως γιὰ γνήσια ἑλληνικὴ παράδοση, διότι ὅπως παρατηρεῖ σύγχρονος ἐρευνητὴς θεολόγος: «Δὲν εἶναι λίγες οἱ φωνὲς διαμαρτυρίας ἀπὸ φωτισμένα μυαλὰ τῆς ἀρχαιότητας κατὰ τῶν ἐμετικῶν διονυσιακῶν ἑορτῶν, μὲ πρῶτο τὸν προσωκρατικὸ φιλόσοφο Ἡράκλειτο τὸν Ἐφέσιο (570-489), ὁ ὁποῖος ἀπειλοῦσε ὅσους ἔπρατταν τέτοιες φρικαλεότητες καὶ ἀσχήμιες καὶ λάβαιναν μέρος στὰ ἀπαίσια ‘ἱερὰ ὄργια’ καὶ στοὺς αἰσχροὺς καὶ γελοίους βακχισμούς, (Ἤρακλ. ἀπ.90).
Ὁ μεγάλος φιλόσοφος ἔσειε τὸ πῦρ τῆς θείας τιμωρίας κατὰ ὅλων των ‘νυκτοπόλων, μάγων, βακχών, ληνῶν, μυστῶν’» (Κλήμ.Αλεξ.Προτρεπτ.22,16-24).
Χωρὶς ἀμφιβολία, «ὁ διονυσιακὸς μυστικισμὸς δίδασκε τὴν μέγιστη περιφρόνηση πρὸς τὸ ἀνθρώπινο λογικὸ» (P. Decharme Μυθολογία τῆς ἀρχαίας Ἑλλάδος, μετ. Α. Καραλή, τόμ.2,σελ.533), γι’ αὐτὸ καὶ δὲν ἔγινε ἀποδεκτὸς ἀπὸ τοὺς μορφωμένους προγόνους μας.
Κλείνοντας καλοῦμε τοὺς ἀδελφούς μας πιστοὺς νὰ συνειδητοποιήσουν ὅτι τὰ καρναβαλικὰ ὄργια ὄχι μόνο δὲν ἔχουν καμία σχέση μὲ τὸ ἅγιο Τριώδιο, ἀλλὰ ἀποτελοῦν οὐσιαστικὰ θρησκευτικὴ λατρεία στοὺς παγανιστικοὺς «θεοὺς» καὶ ἐν τέλει στὸ ἴδιο τὸν σατανᾶ, ἀφοῦ «πάντες οἱ θεοὶ τῶν ἐθνῶν (εἶναι) δαιμόνια» (Ψαλμ.95,5).
Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ ὅποια συμμετοχὴ μᾶς σ’ αὐτές, εἴτε ὡς καρναβαλιστές, εἴτε ὡς ἁπλοῖ θεατές, δὲν μπορεῖ νὰ ἑρμηνευτεῖ διαφορετικά, παρὰ ὡς συμμετοχή μας σὲ σύγχρονες δαιμονικὲς λατρεῖες, μὲ ὅ,τι αὐτὸ συνεπάγεται στὴν πνευματική μας ζωὴ καὶ στὴν ἴδια τήν σωτηρία μας. Ἂς μὴ ξεχνοῦμε τὸν λόγο τοῦ Κυρίου μας: «οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν», (Μάτθ.6,24).
Καλούμαστε λοιπὸν νὰ ἀντιτάξουμε στὶς καρναβαλικὲς ἀσχήμιες καὶ αἰσχρότητες τὴν προσευχή, τὴν μετάνοια, τὴν νηστεία, τὴν μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, τὴ συμμετοχή μας στὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ τὴν ἄγρυπνη ἀντίστασή μας στὶς προσβολὲς τῶν παθῶν.
Δὲν ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ τὴν πρόσκαιρη «χαρὰ» τῶν καρναβαλικῶν ὀργίων, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν μόνιμη καὶ ἀσυγκρίτως ἀνώτερη χαρὰ καὶ ἀγαλλίαση, τὴν ὁποία προσφέρει ἡ κοινωνία μας μὲ τὴν ἀκένωτη πηγὴ τῆς χαρᾶς, τὸ Λυτρωτή μας Χριστό!
Εὐχόμαστε καλὸ καὶ εὐλογημένο Τριώδιο καὶ καλὴ Σαρακοστὴ σὲ ὅλους.
Εἶναι μιὰ πένθιμη καὶ κατανυκτικὴ περίοδος, ποὺ ἀρχίζει, ἀπὸ τὴν Κυριακὴ τοῦ Τελώνου καὶ Φαρισαίου καὶ φθάνει μέχρι τὸν ἑσπερινὸ τοῦ Μεγάλου Σαββάτου. Αὐτὴν διαδέχεται κατόπιν ἡ χαρμόσυνη περίοδος τοῦ Πεντηκοσταρίου, ποὺ ἀρχίζει ἀπὸ τὴν Κυριακὴ τοῦ Πάσχα καὶ φθάνει μέχρι τὴν Κυριακὴ τῶν ἁγίων Πάντων.
Εἶναι περίοδος ἐντονωτέρου πνευματικοῦ ἀγῶνος, στὴν ὁποία ἡ Ἐκκλησία, μὲ τὰ τροπάρια, τοὺς ὕμνους, τὰ ἀναγνώσματα, τὶς κατανυκτικὲς Προηγιασμένες Θεῖες Λειτουργίες, μὲ τὴν νηστεία, στὴν ὁποία θὰ εἰσέλθουμε σὲ λίγο, (ἀπὸ τὴν Καθαρὰ Δευτέρα) καὶ μὲ τὴν ὅλη κατάλληλη ἀτμόσφαιρα τῶν ἡμερῶν αὐτῶν, μᾶς καλεῖ σὲ μιὰ ἀκριβέστερη καὶ βαθύτερη βίωση τοῦ μυστηρίου τῆς μετανοίας.
Μᾶς καλεῖ νὰ παλαίψουμε καὶ νὰ σταυρώσουμε τὰ πάθη καὶ τὸν παλαιὸν ἄνθρωπο, ποὺ φέρουμε μέσα μας, ἔτσι ὥστε συσταυρωμένοι καὶ συναναστημένοι μὲ τὸν Χριστό, νὰ ἑορτάσουμε τὰ ἅγια Πάθη καὶ τὴν Ἀνάστασή του.
Βέβαια αὐτὸ δὲν σημαίνει, ὅτι μετὰ τὴν παρέλευση τῆς περιόδου αὐτῆς μποροῦμε νὰ χαλαρώσουμε τὸν πνευματικὸ ἀγῶνα καὶ νὰ ἱκανοποιοῦμε τὰ πάθη, ἀλλὰ ὀφείλουμε πάντοτε νὰ ἀγωνιζόμαστε μὲ τὴν ἴδια ἔνταση, ἢ μᾶλλον μὲ διαρκῶς αὐξανόμενη ἔνταση, σὰν νὰ ἦταν ὅλη ἡ ζωή μας ἕνα διαρκὲς καὶ ἰσόβιο Τριώδιο.
Ἂν μελετήσουμε τοὺς βίους τῶν ἁγίων, θὰ δοῦμε ὅτι ἡ ζωή τους ἦταν ἕνας ἀκατάπαυστος ἀγῶνας πρὸς τὰ πάθη, μιὰ ἰσόβια κατάσταση νηστείας, μιὰ σταυροαναστάσιμη πορεία χαρμολύπης πρὸς τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.
Ἐπειδὴ ἴδιον χαρακτηριστικὸ γνώρισμα τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως εἶναι τὸ τρεπτὸν καὶ μεταβαλλόμενον, τὸ γεγονὸς δηλαδή, ὅτι ὁ ἄνθρωπος παρουσιάζει διακυμάνσεις καὶ αὐξομειώσεις στὴν πνευματική του ζωὴ καί, σήμερα μὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἔχει ζῆλο καὶ προθυμία, αὔριο ὅμως νὰ περιπέσει σὲ κατάσταση ἀμελείας καὶ ραθυμίας, πιεζόμενος καὶ ἐπηρεαζόμενος ἀπὸ τὴν «εὐπερίστατη ἁμαρτία», (Ἔβρ.12,1), ποὺ κυριαρχεῖ γύρω του, γι’ αὐτὸ καθιέρωσαν οἱ ἅγιοι Πατέρες, μὲ πολλὴ σοφία καὶ σύνεση, τὴν εὐλογημένη αὐτὴ περίοδο τοῦ Τριωδίου, ὥστε νὰ ἀποτελέσει ὄχι μόνον στάδιο προετοιμασίας γιὰ τὸν ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα, ἀλλὰ καὶ τρόπον τινά, ἐγερτήριον σάλπισμα, ἀφορμὴ ἀνανήψεως καὶ ἀνανεώσεως τοῦ πνευματικοῦ μας ἀγῶνος.
Πῆρε τὸ ὄνομα «Τριώδιον» ἀπὸ τὸ ὁμώνυμο λειτουργικὸ βιβλίο, τὸ ὁποῖο χρησιμοποιεῖ κατὰ τὴν περίοδο αὐτή, ἐπειδὴ οἱ κανόνες τῶν καθημερινῶν τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ποὺ ὑπάρχουν στὸ βιβλίο αὐτό, ἔχουν μόνο τρεῖς ὠδές.
Χωρίζεται σὲ τρία μέρη: Τὸ πρῶτο μέρος περιλαμβάνει τὶς τρεὶς πρῶτες ἑβδομάδες, μέχρι τὴν Κυριακή της Τυρινῆς.
Ἔχει προκαταρκτικὸ χαρακτῆρα καὶ ἀποσκοπεῖ στὸ νὰ μᾶς προετοιμάσει σὲ μιὰ σταδιακὴ εἴσοδο στὴ νηστεία, ποὺ ἐπακολουθεῖ στὴ συνέχεια.
Τὸ δεύτερο μέρος ἀρχίζει ἀπὸ τὴν Καθαρὰ Δευτέρα καὶ φθάνει μέχρι τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων. Κυρίαρχο γνώρισμά του εἶναι ὁ ἀγῶνας πρὸς τὰ πάθη μὲ τὴν βοήθεια τῆς νηστείας ὑπὸ τὴν διπλῆ της μορφή: Νηστεία τῶν τροφῶν καὶ νηστεία τῶν παθῶν.
Τέλος τὸ τρίτο μέρος περιλαμβάνει τὴν Μεγάλη Ἑβδομάδα, ποὺ εἶναι ἡ τελικὴ κατάληξη, ἡ ἀποκορύφωση τοῦ Τριωδίου, ὅπου συμπορευόμαστε μαζὶ μὲ τὸν Χριστὸ πρὸς τὸ ἅγιον Πάθος καὶ βιώνουμε τὴν λαμπροφόρο Ἀνάσταση ὡς ἕνα προσωπικὸ γεγονός.
Εἶναι γεγονὸς ὅτι τὸ ἄνοιγμα τοῦ Τριωδίου γεμίζει μὲ χαρὰ καὶ ἀγαλλίαση τὸν πιστὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ.
Ὄχι ὅμως τὸν «ἀνθρωποκτόνο ἀπ’ ἀρχῆς» (Ἰω.8,44), τὸν μεγαλύτερο ἐχθρὸ τοῦ ἀνθρώπου, τὸν διάβολο, ὁ ὁποῖος μᾶς μισεῖ θανάσιμα καὶ μηχανεύεται τὰ πάντα γιὰ τὴν καταστροφή μας.
Ὠρύεται καὶ λυσσομανὰ αὐτὴν κυρίως τὴν περίοδο, βλέποντας πολλὲς ψυχὲς νὰ προσπαθοῦν νὰ ἀπαγκιστρωθοῦν ἀπὸ τὴ θανατηφόρα αἰχμαλωσία του καὶ νὰ συνταχτοὺν μὲ τὸν Χριστό.
Γι’ αὐτὸ ἀνοίγει ἕνα δικό του «τριώδιο», ἕνα ἀντι-τριώδιο, τὰ καρναβάλια, γιὰ νὰ προσφέρει τὰ ἀκριβῶς ἀντίθετα: τὰ θορυβώδη γλεντοκοπήματα, τοὺς ξέφρενους ρυθμοὺς διασκέδασης, τὴν ἡδονοθηρία, τὰ ξενύχτια, τὰ φαγοπότια, τὶς αἰσχρολογίες, τὰ αἰσχρὰ τραγούδια, τὶς δημόσιες ἀπρέπειες καὶ ξετσιπωσιές, τὴν ἀποθέωση τοῦ πλέον χυδαίου σεξισμοῦ.
Καὶ ὅλα αὐτὰ κάτω ἀπὸ τὶς εἰδεχθεῖς προσωπίδες, γιὰ νὰ γίνεται ἡ ἁμαρτία, φανερὴ μέν, ἀνώνυμη δέ!
Κάθε χρόνο αὐτὲς τὶς ἡμέρες γινόμαστε μάρτυρες ἑνὸς ἀπίστευτου καρναβαλικοῦ παραληρήματος, τὸ ὁποῖο δυστυχῶς ἔχει ὄχι μόνον πανελλήνια διάσταση, ἀλλὰ καὶ παγκόσμια. Τὰ κατευθυνόμενα μέσα μαζικῆς ἐνημερώσεως, ἢ μᾶλλον ἀποβλακώσεως, ἀφιερώνουν ἀπεριόριστο χρόνο γιὰ τὴν προβολὴ τῶν καρναβαλικῶν ἐκδηλώσεων.
Ἐπίσημοι φορεῖς, ὅπως οἱ Δῆμοι, προσφέρουν ἀπεριόριστη ἀρωγὴ στὴ διοργάνωσή τους καὶ τὶς χρηματοδοτοῦν ἀφειδῶς ἀπὸ τὴν ἄγρια φορολογία τῶν δημοτῶν τους. Διαλαλοῦν οἱ πάντες πὼς αὐτὲς τὶς ἱερὲς ἡμέρες ὁλόκληρη ἡ Ἑλλάδα «χορεύει στοὺς ρυθμούς του καρνάβαλου»!
Ἂς δοῦμε ὅμως, τί εἶναι αὐτὸς ὁ καρνάβαλος καὶ ἂν εἶναι ἐπιτρεπτὸ οἱ πιστοὶ νὰ μετέχουμε σ’ αὐτές.
Μιὰ προσεκτικὴ μελέτη τους ἀποδεικνύει περίτρανα, ὅτι πρόκειται γιὰ σύγχρονες ἀναβιώσεις ἀρχαίων παγανιστικῶν τελετουργιῶν, οἱ ὁποῖες, πέρα ἀπὸ τὸ πνεῦμα τοῦ πρωτογονισμοῦ ποὺ τὶς διέκρινε, εἶχαν καὶ σαφέστατο μαγικὸ χαρακτῆρα.
Ἦταν συνδεδεμένες μὲ τὴν λατρεία τοῦ ξενόφερτου, ἀπὸ τὴ Φρυγία τῆς Μ. Ἀσίας, «θεοῦ» Σαβάζιου, τοῦ ὁποίου ἡ λατρεία εἰσέβαλε στὸν ἑλληνικὸ χῶρο καὶ ὁ ὁποῖος μετονομάστηκε σὲ Διόνυσος καὶ ἐντάχτηκε στὴν δωδεκαθεϊστικὴ θρησκεία.
Καλλιεργήθηκε κυρίως στὶς ἀγροτικὲς περιοχές, στὶς ὁποῖες οἱ κάτοικοι τῆς ὑπαίθρου, μὲ τὶς μαγικὲς τελετουργίες τῶν ἑορτῶν αὐτῶν, πίστευαν ὅτι μποροῦσαν νὰ «ξυπνήσουν» την «κοιμισμένη» φύση, λόγῳ τοῦ χειμῶνα καὶ νὰ «διεγείρουν» τὴ γονιμότητα τῆς ἑπόμενης καλλιεργητικῆς περιόδου!
Ὁ σεξιστικὸς χαρακτῆρας καὶ τὰ αἰσχρὰ δρώμενα εἶχαν ἀκριβῶς αὐτὸ τὸ σκοπό! Ἀκόμα οἱ εἰδεχθεῖς μεταμφιέσεις καὶ οἱ θορυβώδεις ἐκδηλώσεις εἶχαν ὡς σκοπὸ νὰ φοβίσουν τὶς «κακὲς δυνάμεις τῆς φύσης», οἱ ὁποῖες ὑποτίθεται ὅτι ἐμποδίζουν τὴν καρποφορία τῆς γῆς!
Σύγχρονος δόκιμος ἐρευνητὴς θεολόγος παρατηρεῖ ὅτι: «Οἱ ἀμόρφωτες καὶ δεισιδαίμονες μᾶζες συμμετεῖχαν μὲ πάθος σὲ αὐτὲς τὶς αἰσχρὲς ἑορτές, διότι οἱ ἰθύνοντες προνόησαν νὰ προσδώσουν σὲ αὐτὲς ἀφάνταστη ἐλευθερία ἀκόμη καὶ στὰ πιὸ ταπεινὰ ὁρμέμφυτα τῶν θρησκευτών.
Μοιχοί, πόρνοι, ἔκφυλοι καὶ κάθε λογὶς ἀνώμαλοι, κρυμμένοι πίσω ἀπὸ τὰ εἰδεχθῆ προσωπεῖα, μποροῦσαν νὰ ἱκανοποιήσουν τὰ αἰσχρὰ πάθη τους ‘νόμιμα’, ἐκτελῶντας τὰ θρησκευτικά τους καθήκοντα!
Τὸ χειρότερο ἀπ’ ὅλα εἶναι ὅτι ἀναγκάζονταν μὲ τὸ ζόρι οἱ γυναῖκες ποὺ ἦταν κλεισμένες στοὺς γυναικωνίτες νὰ βγαίνουν τὶς ἡμέρες τῶν ‘ἑορτῶν’ στοὺς θορυβώδεις δρόμους καὶ νὰ παίρνουν μέρος στὶς τελετές, ὑποκύπτοντας στὶς βρωμερὲς ὀρέξεις τοῦ κάθε ἀνώμαλου καὶ αἰσχροῦ ἄνδρα θρησκευτή, ὡς δῆθεν ὑποταγὴ στὸ θέλημα τοῦ Διόνυσου!
Ἡ σεξουαλικὴ κακοποίησή τους θεωροῦνταν θρησκευτικὴ πράξη λατρείας πρὸς τό ‘θεό’! Κορυφαία τελετή του διονυσιασμοῦ ἦταν ἡ ‘ἱερογαμία’, ὅπου ὁ ἱερέας τοῦ ‘θεοῦ’ συνουσιάζονταν μὲ τὴ γυναῖκα τοῦ ἐπώνυμου ἄρχοντα τῶν Ἀθηνῶν, χωρὶς φυσικὰ τὴ θέληση τοῦ συζύγου της, κατ’ ἀπαίτηση τοῦ ‘θεοῦ’!
Μάλιστα ἦταν τέτοιο τὸ εὗρος τῶν χυδαιοτήτων, οἱ ὁποῖες συνοδεύονταν ἀπὸ ἀπίστευτες ἐγκληματικὲς πράξεις, ὥστε στὰ ρωμαϊκὰ χρόνια, ἀπαγορεύτηκαν τὰ διονυσιακὰ ὄργια τῶν ‘Βακχικῶν Ὁμίλων’, μὲ τὴν ποινὴ τοῦ θανάτου, σὲ ὅσους συμμετεῖχαν παράνομα σ’ αὐτά, ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς εἰδωλολάτρες Ρωμαίους»!
Στὰ ρωμαϊκὰ χρόνια ὁ χύδην ὄχλος τελοῦσε τοὺς δικούς του διονυσιασμούς, μὲ τὶς γνωστὲς ὀργιαστικὲς τελετές, τὰ Βακχανάλια, τὰ Σατουρνάλια, τὰ Λιμπεράλια, τὰ Λουπερκάλια, τὰ Φεράλια, (ἢ Φέ-(β)ρουάλια), τὰ Παρεντάλια, ὅπου διαπράττονταν δρώμενα μὲ ἀπίστευτη χυδαιότητα καὶ ἀνηθικότητα.
Μὲ τὴν ἐμφάνιση τοῦ Χριστιανισμοῦ αὐτὰ τὰ φαινόμενα εἶχαν περιοριστεῖ αἰσθητά, χωρὶς ὅμως νὰ ἐξαφανιστοῦν ἐντελῶς.
Στὴ βυζαντινὴ περίοδο ἡ Ἐκκλησία καταδίκασε τὰ διονυσιακὰ δρώμενα ὡς εἰδωλολατρικὰ κατάλοιπα καὶ ἀπαγόρευσε στοὺς πιστοὺς νὰ μετέχουν σ’ αὐτά, ἐπιβάλλοντας αὐστηρὰ ἐπιτίμια.
Ὅμως δυστυχῶς οἱ ἀρχαῖοι διονυσιασμοὶ ποτὲ δὲν ἔπαψαν στὴν μεσαιωνικὴ αἱρετικὴ Δύση. Μετὰ τὸ σχίσμα, ὅπου ἡ παπικὴ παρασυναγωγὴ ἀποκόπηκε ἀπὸ τὸν ἑνιαῖο καὶ ἀδιαίρετο κορμὸ τῆς Μίας Ἐκκλησίας, κυριάρχησε τὸ κοσμικὸ πνεῦμα.
Σύμφωνα μὲ τὴν ἐρευνήτρια Ἠῶ Ἀναγνώστου, «ἀρχαῖα Πνεύματα, Θεοί, Λατρεῖες, Ἱερὰ Ἄλση καὶ Ναοὶ ἀνακαλύφτηκαν καὶ πάλι μὲ καινούρια ὀνόματα καὶ νέες χριστιανικὲς δοξασίες, (σὺν τοῖς ἄλλοις καὶ) τὸ πνεῦμα τοῦ καρναβαλιοῦ εἰσέδυε μέσα στὴν ἴδια τήν Ἐκκλησία.
Ἀκολουθῶντας τὴν ἀρχαία παράδοση ἡ ‘Γιορτὴ τῶν Τρελῶν’ ἦταν μιὰ σάτιρα τῆς πομπώδους χριστιανικῆς λειτουργίας, ἀποκαλύπτοντας τὴν ὑποκρισία τῆς παπικῆς ἐκστρατείας ἐνάντια στὶς ἀρχαῖες τελετές.
Ἡ ‘Γιορτὴ τῶν Τρελῶν’ ἦταν μιὰ παράξενη χριστιανικὴ γιορτὴ ποὺ διαρκοῦσε 12 μέρες. Ὁ κατώτερος κλῆρος, οἱ διάκονοι καὶ οἱ καλόγεροι συγκεντρώνονταν σὲ ἕνα εἰδικὸ συμβούλιο γιὰ νὰ ἐκλέξουν τόν ‘Πάπα’ τους.
Αὐτὸς ὁ ‘Πάπας τῶν Τρελῶν’, ὅπως ὀνομαζόταν, ντυνόταν μὲ τὰ ἄμφια τοῦ ποντίφικα καὶ σὰν τὸ βασιλιᾶ τῶν ἀρχαίων Σατουρναλίων ἐξουσίαζε σὲ ἕναν παράλογο κόσμο» (http://terrapapers.com/o-megalos-theos-karnavalos/).
Ἕνας ἄλλος ἐρευνητὴς ὁ π. Σ. Σκουτής, ἐρευνῶντας τὴν ἱστορία τῶν καρναβαλιῶν ἐπισημαίνει ὅτι «εἶναι ἐντελῶς ἀνιστόρητο νὰ λένε κάποιοι πὼς τὰ καρναβάλια ἔχουν τὴν παραμικρὴ σχέση μὲ τὴν Ἑλλάδα καὶ τὸν Ἑλληνισμό: Ἡ ‘γενέτειρά’ τους εἶναι ἡ Βενετία καὶ ἄλλες φραγκοπαπικὲς περιοχές, ὅπου τὸ μασκάρεμα ἐπιβλήθηκε ὡς ἄλλοθι γιὰ ἀκολασία μεταξύ ...ἀγνώστων, σὲ ἐποχὲς ποὺ οἱ κοινωνίες ἦταν πιὸ συντηρητικὲς ἀπ’ ὅ,τι σήμερα» (http://sociologyalert. blogspot. com/2019/02/ blog-post 22.html).
Ἑπομένως δὲν εἶναι τυχαῖο πὼς τὰ πλέον φημισμένα καρναβάλια ὀργανώνονται σὲ χῶρες, ὅπου κυριαρχεῖ ὁ Παπισμός, (Ρώμη, Βενετία, Βραζιλία).
Τὰ καρναβάλια καθιερώθηκαν καὶ πάλι στὸν ἑλληνικὸ χῶρο ἀπὸ τοὺς δυτικούς, μετὰ τὴν ἐθνικὴ παλιγγενεσία, (1821), ὡς δῆθεν «ἑλληνικὴ παράδοση». Δὲν πρόκειται ὅμως γιὰ γνήσια ἑλληνικὴ παράδοση, διότι ὅπως παρατηρεῖ σύγχρονος ἐρευνητὴς θεολόγος: «Δὲν εἶναι λίγες οἱ φωνὲς διαμαρτυρίας ἀπὸ φωτισμένα μυαλὰ τῆς ἀρχαιότητας κατὰ τῶν ἐμετικῶν διονυσιακῶν ἑορτῶν, μὲ πρῶτο τὸν προσωκρατικὸ φιλόσοφο Ἡράκλειτο τὸν Ἐφέσιο (570-489), ὁ ὁποῖος ἀπειλοῦσε ὅσους ἔπρατταν τέτοιες φρικαλεότητες καὶ ἀσχήμιες καὶ λάβαιναν μέρος στὰ ἀπαίσια ‘ἱερὰ ὄργια’ καὶ στοὺς αἰσχροὺς καὶ γελοίους βακχισμούς, (Ἤρακλ. ἀπ.90).
Ὁ μεγάλος φιλόσοφος ἔσειε τὸ πῦρ τῆς θείας τιμωρίας κατὰ ὅλων των ‘νυκτοπόλων, μάγων, βακχών, ληνῶν, μυστῶν’» (Κλήμ.Αλεξ.Προτρεπτ.22,16-24).
Χωρὶς ἀμφιβολία, «ὁ διονυσιακὸς μυστικισμὸς δίδασκε τὴν μέγιστη περιφρόνηση πρὸς τὸ ἀνθρώπινο λογικὸ» (P. Decharme Μυθολογία τῆς ἀρχαίας Ἑλλάδος, μετ. Α. Καραλή, τόμ.2,σελ.533), γι’ αὐτὸ καὶ δὲν ἔγινε ἀποδεκτὸς ἀπὸ τοὺς μορφωμένους προγόνους μας.
Κλείνοντας καλοῦμε τοὺς ἀδελφούς μας πιστοὺς νὰ συνειδητοποιήσουν ὅτι τὰ καρναβαλικὰ ὄργια ὄχι μόνο δὲν ἔχουν καμία σχέση μὲ τὸ ἅγιο Τριώδιο, ἀλλὰ ἀποτελοῦν οὐσιαστικὰ θρησκευτικὴ λατρεία στοὺς παγανιστικοὺς «θεοὺς» καὶ ἐν τέλει στὸ ἴδιο τὸν σατανᾶ, ἀφοῦ «πάντες οἱ θεοὶ τῶν ἐθνῶν (εἶναι) δαιμόνια» (Ψαλμ.95,5).
Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ ὅποια συμμετοχὴ μᾶς σ’ αὐτές, εἴτε ὡς καρναβαλιστές, εἴτε ὡς ἁπλοῖ θεατές, δὲν μπορεῖ νὰ ἑρμηνευτεῖ διαφορετικά, παρὰ ὡς συμμετοχή μας σὲ σύγχρονες δαιμονικὲς λατρεῖες, μὲ ὅ,τι αὐτὸ συνεπάγεται στὴν πνευματική μας ζωὴ καὶ στὴν ἴδια τήν σωτηρία μας. Ἂς μὴ ξεχνοῦμε τὸν λόγο τοῦ Κυρίου μας: «οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν», (Μάτθ.6,24).
Καλούμαστε λοιπὸν νὰ ἀντιτάξουμε στὶς καρναβαλικὲς ἀσχήμιες καὶ αἰσχρότητες τὴν προσευχή, τὴν μετάνοια, τὴν νηστεία, τὴν μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, τὴ συμμετοχή μας στὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ τὴν ἄγρυπνη ἀντίστασή μας στὶς προσβολὲς τῶν παθῶν.
Δὲν ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ τὴν πρόσκαιρη «χαρὰ» τῶν καρναβαλικῶν ὀργίων, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν μόνιμη καὶ ἀσυγκρίτως ἀνώτερη χαρὰ καὶ ἀγαλλίαση, τὴν ὁποία προσφέρει ἡ κοινωνία μας μὲ τὴν ἀκένωτη πηγὴ τῆς χαρᾶς, τὸ Λυτρωτή μας Χριστό!
Εὐχόμαστε καλὸ καὶ εὐλογημένο Τριώδιο καὶ καλὴ Σαρακοστὴ σὲ ὅλους.