Τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Ἐλεήμονος
Τρίτη 12 Νοεμβρίου 2024
«Δανείζει Θεῷ ὁ ἐλεῶν πτωχόν, κατὰ δὲ τὸ δόμα αὐτοῦ ἀνταποδώσει (ὁ Κύριος) αὐτῷ» (Παρ. 19,17)
Τὴν ἐλεημοσύνη ἀναφέρει σχεδὸν σὲ κάθε ὁμιλία του καὶ ὁ ἄλλος
ἅγιος Ἰωάννης, ὁ Χρυσόστομος ποὺ γιορτάζει αὔριο· τόση σημασία ἀπέδιδε
σ᾽ αὐτήν. Γιὰ τὴν ἐλεημοσύνη μιλοῦν διδάσκαλοι καὶ πατέρες τῆς
Ἐκκλησίας, πρὸ παντὸς δὲ ἡ ἁγία Γραφή.
Πλῆθος εἶνε τὰ σχετικὰ ῥητὰ Παλαιᾶς καὶ Καινῆς Διαθήκης. Ἕνα
ἀπὸ αὐτὰ εἶνε καὶ τοῦτο μὲ τὸ ὁποῖο ἄρχισα. Λέει ὅτι «ὅποιος ἐλεεῖ
φτωχὸ δανείζει στὸ Θεό» (Παρ. 19,17)· καί, συνεπῶς, ἔχει νὰ λαμβάνῃ.
Εἶνε ῥητὸ γνωστό, ἀγαπητὸ στοὺς Χριστιανοὺς ἀπὸ παλιά. Τὸ πίστευαν
βαθειά, γι᾽ αὐτὸ καρποφόρησε πολὺ στὴ χριστιανικὴ κοινωνία.
Σήμερα ὅμως, στὸν αἰῶνα τῆς
ἀπιστίας καὶ διαφθορᾶς, οἱ ὑλόφρονες ἀντιμετωπίζουν τὸ ῥητὸ αὐτὸ μὲ
δυσπιστία, τὸ ἐμπαίζουν ὅπως καὶ ὅλη τὴν ἁγία Γραφή. Μόλις ἀκούσουν
γιὰ ἐλεημοσύνη, χλευάζουν. Κάποιος μάλιστα κορυφαῖος τοῦ ὑλισμοῦ καὶ
τῆς ἀθεΐας εἶπε· Μισῶ τὸ Χριστιανισμό, γιατὶ κηρύττει ἀγάπη κ᾽
ἐλεημοσύνη· ἡ ἐλεημοσύνη εἶνε ἀδυναμία, σημεῖο τρωτό, προπέτασμα πίσω
ἀπ᾽ τὸ ὁποῖο θέλουν νὰ κρυφτοῦν οἱ ἄνθρωποι τοῦ πλούτου· ἔχουμε ἀνάγκη
ἀπὸ δικαιοσύνη, ὄχι ἐλεημοσύνη· δικαιοσύνη, σοῦ λέει, καὶ μόνο
δικαιοσύνη!…
Σὲ ὅσους λοιπὸν ἀμφισβητοῦν τὴν ἀλήθεια ποὺ ἐκφράζει τὸ
θεόπνευστο αὐτὸ ῥητὸ καὶ πασχίζουν νὰ σβήσουν μέσα ἀπὸ τὶς καρδιὲς τὸν
οἶκτο καὶ τὸ ἔλεος γιὰ νὰ ὑψώσουν ὡς ἥρωα τὸν ἄκαρδο ὀπαδὸ τῆς
δικαιοσύνης, ἔχουμε νὰ δώσουμε τὴν ἑξῆς σύντομη ἀπάντησι.
* * *
Προτοῦ, ἀγαπητοί μου, νὰ
ἐμφανιστοῦν οἱ κράχτες τῆς ἀθεΐας καὶ τοῦ ὑλισμοῦ, ὀχτακόσα χρόνια πρὸ
Χριστοῦ, ἕνας προφήτης, ὁ Ἠσαΐας, εἶπε ἐκεῖνο ποὺ ἀκοῦμε κάθε Μεγάλη
Ἑβδομάδα στὴν ἀρχὴ τῆς ἀκολουθίας τοῦ Νυμφίου· «Δικαιοσύνην μάθετε, οἱ
ἐνοικοῦντες ἐπὶ τῆς γῆς» καὶ «Πρόσθες αὐτοῖς κακά, Κύριε, πρόσθες κακὰ
τοῖς ἐνδόξοις τῆς γῆς» (Ἠσ. 26,9,15). Ἡ ἁγία Γραφὴ δίδαξε καὶ ἡ ἱστορία
τῆς Ἐκκλησίας μὲ ἀγῶνες ἁγίων ἱεραρχῶν ἐφάρμοσε καὶ ὑπεράσπισε τὴ
δικαιοσύνη.
Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὴ δικαιοσύνη ἡ ἀνθρωπότητα ἔχει ἀνάγκη ἐξ
ἴσου καὶ τὴν ἐλεημοσύνη. Διότι, καὶ ἂν ἀκόμα ὑποτεθῇ ὅτι ἔρχεται ἕνα
πολίτευμα ποὺ νὰ ἐφαρμόζῃ στὴν ἐντέλεια τὴ δικαιοσύνη στὶς σχέσεις τῶν
ἀνθρώπων, καὶ τότε ἡ δυστυχία, μπορεῖ μὲν νὰ ἐλαττωθῇ ἀπὸ 100
βαθμοὺς σὲ 90, 70, 60, 50, σὲ 5 τοῖς ἑκατό, ἀλλὰ πάλι δὲν θὰ πάψῃ νὰ
ὑπάρχῃ ἐπὶ τῆς γῆς. Γιατὶ ἡ δυστυχία δὲν εἰσελαύνει στὴ ζωὴ ἀπὸ μία
μόνο θύρα, τὴ θύρα τῆς ἀδικίας· εἰσέρχεται καὶ δι᾽ ἄλλων πυλῶν.
Συνεπῶς, καὶ σὲ ἕνα δίκαιο πολίτευμα, ποὺ ὅλοι λαχταροῦμε, τὸ ποσοστὸ
τῆς δυστυχίας μπορεῖ νὰ μειωθῇ ἀλλὰ δὲν θὰ μηδενιστῇ. Καὶ ἀπόδειξις ἡ
διάψευσις ἐκείνων ἀκριβῶς τῶν συστημάτων πού, ἐνῷ ὑποσχέσθηκαν νὰ
σβήσουν τὴ φτώχεια, παρουσιάζουν ἐν τούτοις τὸ μεγαλύτερο ποσοστὸ
δυστυχίας. Σ᾽ αὐτὸ τὸν κόσμο, λοιπόν, θὰ ὑπάρχουν πάντοτε δυστυχεῖς.
Τὸ εἶπε τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο στὸ Δευτερονόμιο· «οὐ μὴ ἐκλίπῃ ἐνδεὴς ἀπὸ τῆς
γῆς σου», ἄνθρωπος φτωχὸς δὲν θὰ λείψῃ ἐντελῶς ἀπὸ τὴ χώρα σου (Δευτ.
15,11). Τὸ εἶπε καὶ ὁ Χριστός· «Τοὺς πτωχοὺς πάντοτε ἔχετε μεθ᾽ ἑαυτῶν,
ἐμὲ δὲ οὐ πάντοτε ἔχετε» (Ματθ. 26,11).
Ὑπῆρξαν λοιπόν, ὑπάρχουν καὶ θὰ ὑπάρχουν μέχρι συντελείας τῶν
αἰώνων δυστυχεῖς, κι ὄχι μόνο ἀπὸ ἔλλειψι ὑλικῶν ἀγαθῶν, ἀλλὰ κυρίως
ἀπὸ ἔλλειψι τῆς ἀγάπης. Αὐτοὶ οἱ δύστυχοι ποῦ θὰ βροῦν καταφύγιο; στὸ
κράτος; Μὰ τὸ κράτος δὲν μπορεῖ νὰ καλύψῃ ὅλες τὶς ἐλλείψεις· ὁσοδήποτε
καλὰ καὶ ἂν διοργανωθῇ –καὶ πρέπει νὰ διοργανωθῇ– ἡ κοινωνικὴ
πρόνοια, θὰ ὑπάρχουν περιπτώσεις ἀφανεῖς, μυστικές, ἀπόκρυφες·
συμβάντα τραγικά, οἰκογενειακὰ ἢ ἀτομικά, σὲ καλύβες ἢ σὲ μέγαρα. Ποιός
θὰ νοιαστῇ γι᾽ αὐτούς; Μόνο ὁ Χριστιανὸς ποὺ μαθήτευσε στὸ Ναζωραῖο
καὶ πιστεύει ὅτι «δανείζει Θεῷ ὁ ἐλεῶν πτωχόν».
Ἀλλ᾽ ἀφήνουμε τώρα τοὺς ἀπίστους ποὺ ἐμπαίζουν τὴν ἐλεημοσύνη
καὶ ἐρχόμαστε –δυστυχία μας– στοὺς σημερινοὺς χριστιανούς. Δὲν εἶνε
δυστυχῶς ὅπως οἱ παλαιοί, ποὺ ἐλεοῦσαν καὶ ἐκ τοῦ ὑστερήματος·
δυσπιστοῦν στὸ ῥητὸ «δανείζει Θεῷ ὁ ἐλεῶν πτωχόν». Τί νὰ τοὺς ποῦμε;
Νά μερικὰ ἐπιχειρήματα.
Τοὺς ἀπαντᾷ ἡ γεωργία· ὄχι ὁ ἱεροκήρυκας ἀλλὰ ὁ γεωργός, ὁ
ὁποῖος τί κάνει· ἐμπιστεύεται στὴ γῆ, στὶς δυνάμεις ποὺ κλείνει μέσα
της. Τί μυστήριο αὐτὸ τὸ χῶμα! Γιά σκεφθῆτε· χιλιάδες χρόνια τὸ ἴδιο
χῶμα τρέφει κάθε χρόνο τὸν κόσμο. Στὰ σπλάχνα τῆς γῆς, μέσ᾽ στ᾽ αὐλάκια
της, ῥίχνει ὁ γεωργὸς τέτοια ἐποχὴ τὸ σπόρο. ῾Ρίχνει ἕνα· καὶ πιστεύει
καὶ ἐλπίζει, ὅτι τὸ 1 θὰ γίνῃ 30, 40, 50· καὶ ὁ σπόρος αὐτὸς γίνεται
δέντρο καὶ γεμίζει ἀπὸ καρποὺς ποὺ λυγίζουν τὰ κλαδιά. Ὁ γεωργὸς
ἐμπιστεύεται στὸ χῶμα τῆς γῆς τὸ σπόρο, καὶ ὁ σπόρος δὲν χάνεται. Τί
μυστήριο! Αὐτὸ τὸ χῶμα ποὺ πατοῦμε, αὐτὸ ποὺ θὰ μᾶς θάψῃ μέσα του, αὐτὴ ἡ
μάνα γῆ ποὺ τρέφει τὴν ἀνθρωπότητα, αὐτὴ δίνει τὴν ἀπάντησι.
Ὅπως ὁ γεωργὸς ἐμπιστεύεται τὸ σπόρο του στὰ σπλάχνα τῆς γῆς,
ἔτσι κ᾽ ἐσύ, Χριστιανέ, νὰ ἐμπιστεύεσαι τὸ χρῆμα σου – ποῦ; ὄχι στὴ
γῆ ἀλλὰ στὸ δημιουργό της, στὸ Θεό. Ὅπως ἔκανε τὴ γῆ νὰ βλαστάνῃ καὶ νὰ
πολλαπλασιάζῃ τὰ σπέρματα, ἔτσι ὁ ἴδιος κάνει καὶ τὴν ἐλεημοσύνη σου νὰ
πολλαπλασιάζεται. Σπέρνε στὴ φτωχολογιὰ τὸ χρῆμα σου, κι αὐτὸ θὰ
πολλαπλασιαστῇ· τὸ 1 θὰ γίνῃ 10, 20, 100… Θ᾽ ἀπολαύσῃς τὸν καρπὸ τῆς
ἐλεημοσύνης. «Δανείζει Θεῷ ὁ ἐλεῶν πτωχόν».
Ἀπαντοῦν ἀκόμα οἱ βίοι τῶν ἁγίων. Διαβάστε τὰ συναξάρια. Δὲν
ὑπάρχουν ὡραιότερα ἀναγνώσματα· δὲν ὑπάρχουν συγκινητικώτερα
παραδείγματα, ἡρωικώτερα πρότυπα ἀπὸ τοὺς ἁγίους. Ἐκεῖ κ᾽ ἐγώ, στὸ
Συναξαριστή (στὶς 27 Ἰουλίου) βρῆκα τὸ ἀκόλουθο ἀνέκδοτο. Μερικοὶ
βέβαια θὰ ἐμπαίξουν. Τὸ περιγράφει ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης.
Τὸν 4ο αἰῶνα στὴν Κυρήνη (σημερινὴ Λιβύη) τῆς Ἀφρικῆς, κοντὰ
στὸ ἔλ-Ἀλαμέιν (el-Alamein ὅπου πολέμησαν τὰ παιδιὰ τῆς Ἑλλάδος),
ὑπῆρχε ἡ μικρὴ ἐπισκοπὴ Κυρήνης μὲ ἐπίσκοπο τὸν Συνέσιο. Ὁ Συνέσιος
εἶχε φίλο ἕνα φιλόσοφο, τὸν Εὐάγριο, ποὺ ἦταν εἰδωλολάτρης. Τοῦ ἔδωσε
τὴν ἁγία Γραφή, νὰ τὴ μελετήσῃ, ἀλλὰ ὁ Εὐάγριος τοῦ τὴν ἐπέστρεψε
κοροϊδεύοντας. –Τί κοροϊδεύεις; –Δὲν μπορῶ νὰ χωνέψω αὐτὸ ποὺ λέει,
ὅτι «ὅποιος ἐλεεῖ τὸ φτωχὸ δανείζει στὸ Θεό»· αὐτὰ εἶνε παραμύθια, δὲν
τὰ πιστεύω…
Ἀλλὰ ὁ Συνέσιος, ἐπίσκοπος μορφωμένος φιλοσοφικὰ καὶ
καταρτισμένος ἁγιογραφικά, ὕστερα ἀπὸ ἕνα χρόνο κατώρθωσε νὰ πείσῃ τὸν
Εὐάγριο, τὸν βάπτισε καὶ τὸν ἔκανε Χριστιανό. Στὴν καρδιὰ ὅμως τοῦ
Εὐαγρίου ἔμενε ἀμφιβολία γιὰ τὸ ῥητὸ αὐτό· εἶνε ἀληθινό; Παρ᾽ ὅλα αὐτὰ ὁ
Εὐάγριος, ποὺ ἦταν πλούσιος, σὲ μία ἔκκλησι τοῦ ἐπισκόπου νὰ ἐλεήσουν
τοὺς φτωχούς, ἄνοιξε τὰ χρηματοκιβώτιά του καὶ μέτρησε στὸν ἐπίσκοπο 300
λίτρες χρυσοῦ, μεγάλο ποσό· ζήτησε ὅμως ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο νὰ τοῦ δώσῃ
ἕνα γράμμα – ἀπόδειξι ὅτι παρέλαβε τὸ ποσὸ αὐτό, καὶ ὁ Συνέσιος ὑπέγραψε
τὴν ἀπόδειξι. Ὕστερα ἀπὸ λίγους μῆνες ὁ Εὐάγριος ἀσθένησε, ἔπεσε στὸ
κρεβάτι καὶ ἦρθε ἡ ὥρα νὰ πεθάνῃ. Κάλεσε τὰ παιδιά του καὶ τοὺς εἶπε·
Κρατῶ ἕνα γράμμα· διαβάστε το. Τὸ διαβάζουν, τὸ σφραγίζει καὶ τοὺς
παρακαλεῖ, νὰ τὸ βάλουν μέσα στὸ φέρετρό του. Ὅταν ἐξέπνευσε τὰ παιδιά
του ἔβαλαν μέσα στὸ φέρετρο τὴν ἐπιστολὴ κατὰ τὴν ἐπιθυμία του. Ὁ
ἐπίσκοπος χωρὶς νὰ ξέρῃ τίποτε ἔκανε τὴν κηδεία καὶ τὸν ἔθαψε. Ὕστερα
ἀπὸ μία βδομάδα –ἂς μὴν πιστεύουν οἱ ἄπιστοι, δικαίωμά τους· ἐμεῖς
πιστεύουμε– ὁ Συνέσιος εἶδε ὅραμα· εἶδε τὸν Εὐάγριο στὸν παράδεισο μὲ
λευκὴ στολὴ ἀνάμεσα σὲ ἀγγέλους καὶ ὁ Εὐάγριος τοῦ λέει· Ἐπίσκοπε
Συνέσιε, σ᾽ εὐχαριστῶ γιατὶ μὲ βάπτισες καὶ πρὸ παντὸς γιατὶ μὲ ἔπεισες
νὰ κάνω ἐλεημοσύνη· ἄνοιξε λοιπὸν τὸν τάφο μου καὶ θὰ βρῇς, ὅτι τὸ χρέος
αὐτὸ μοῦ τὸ ἐξώφλησε ὁ Χριστὸς καὶ μ᾽ ἔβαλε σ᾽ ἕνα ἀπὸ τὰ καλύτερα μέρη
τοῦ παραδείσου. Ξαφνιάστηκε ὁ Συνέσιος. Κάλεσε τὰ παιδιά του, ἄνοιξαν
τὸ λάκκο καὶ τὸ φέρετρο καὶ –ὤ τῶν θαυμάτων σου Χριστέ– βρῆκε τὸ γράμμα
– ἀπόδειξι· κι ἀπὸ κάτω ἔγραφε, ὅτι τὸ χρέος αὐτὸ ἐξωφλήθηκε τώρα στοὺς
οὐρανούς.
Νά λοιπὸν καὶ μία μαρτυρία ἀπὸ τοὺς βίους τῶν ἁγίων ποὺ βεβαιώνει τὸ ῥητό.
Εἶνε 100% ἀλήθεια, ὅτι ὅποιος ἐλεεῖ φτωχὸ δανείζει στὸ Θεό· τὸ
βεβαιώνει ὁ γεωργός, τὸ βεβαιώνουν οἱ βίοι τῶν ἁγίων, τὸ βεβαιώνει καὶ
τὸ Ψαλτήρι. Διαβάστε τὸν 36ο ψαλμό· ἐκεῖ ὁ Δαυῒδ λέει, ὅτι «ὁ ἁμαρτωλὸς
δανείζεται» μὰ δὲν θὰ μπορέσῃ νὰ ἐξοφλήσῃ τὸ χρέος του, ἐνῷ ὁ δίκαιος
σπλαχνίζεται καὶ δίνει, «οἰκτείρει καὶ δίδωσιν» (Ψαλμ. 36,21)· κι ἀλλοῦ
προσθέτει γιὰ τὸν ἐλεήμονα· «ἐσκόρπισεν, ἔδωκε τοῖς πένησιν· ἡ
δικαιοσύνη αὐτοῦ μένει εἰς τὸν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος, τὸ κέρας αὐτοῦ
ὑψωθήσεται ἐν δόξῃ» (ἔ.ἀ. 111,9). Λέει ἀκόμα ὁ Δαυΐδ· Ἤμουνα νιὸς καὶ
γέρασα, εἶδα πολλὰ στὸν κόσμο, ἀλλὰ τὸν ἐλεήμονα δὲν εἶδα νά ᾽χῃ
ἀνάγκη οὔτε τοὺς ἀπογόνους του ψωμὶ νὰ ζητιανεύουν. Εἶδα τὰ παιδιὰ τοῦ
ἐλεήμονος νὰ εὐημεροῦν καὶ νὰ προοδεύουν (βλ. ἔ.ἀ. 36,25).
Ἡ ἀνθρωπότητα ἔχει ἀνάγκη ὄχι μόνο ἀπὸ δικαιοσύνη, ἀλλὰ κι ἀπὸ
ἀγάπη, ἔλεος, σπλάχνα οἰκτιρμῶν. Εἶνε σκαιά, βάναυση, μιὰ κοινωνία στὴν
ὁποία δὲν φύεται τὸ οὐράνιο φυτὸ τοῦ ἐλέους. Ἂς χλευάζουν οἱ
ἄπιστοι· ἡ ἐλεημοσύνη εἶνε κορυφαία ἀρετή, βασίλισσα τῶν ἀρετῶν,
ἄστρο τοῦ παραδείσου.
* * *
Τὸ συμπέρασμα, ἀδελφοί
μου. Πιστεύετε, πιστεύετε στὸ λόγο τῆς Γραφῆς. Δὲν ξέρω τί δάνεια κάνουν
οἱ ἄνθρωποι· ἕνα πρᾶγμα ξέρω, ὅτι τὸ δάνειο ποὺ ἀποδίδει ὄχι μὲ μικρὸ
ἐπιτόκιο ἢ μὲ ῥήτρα δολλαρίου ἢ χρυσῆς λίρας, ἀλλ᾽ ἀποδίδει 1.000%, τὸ
πιὸ ἐπικερδὲς δάνειο εἶνε τὸ δάνειο στὰ χέρια τῶν φτωχῶν.
Δύο εἶνε οἱ μεγάλοι δαίμονες ποὺ πειράζουν σήμερα τὸν κόσμο· ὁ
σεξουαλικός, τῆς πορνείας – μοιχείας, καὶ ἰσχυρότερος ὁ δαίμονας τῆς
φιλαργυρίας, τῶν τριάκοντα ἀργυρίων. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ δὲν ἐλεοῦν,
δὲν δίνουν νερὸ οὔτε στὸν ἄγγελό τους, γίνονται Ἰοῦδες καὶ ἄσπλαχνοι.
Ἐὰν ὑπάρχῃ σ᾽ ἐμᾶς τέτοια σκληροκαρδία, χρειάζεται βία· ἂς πιέσουμε τὸν
ἑαυτό μας, κ᾽ ἔτσι ἡ ἐλεημοσύνη σιγὰ – σιγὰ θὰ γίνῃ ἕνα εὐχάριστο
ἄθλημα στὴ ζωή μας, μία εὐχάριστη προσφορὰ ποὺ θὰ μᾶς φέρῃ εὐλογία·
«ἱλαρὸν γὰρ δότην ἀγαπᾷ ὁ Θεός» (Β΄ Κορ. 9,7· βλ. Παρ. 22,8α).
Δὲν τὰ λέω αὐτὰ τόσο γιὰ τὸ συμφέρον τῶν φτωχῶν – κι ἂν ἐμεῖς
δὲν τοὺς δώσουμε, ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ τοὺς θρέψῃ· τὰ λέω γιὰ δικό μας
συμφέρον. Ὅσοι ἀπὸ σᾶς ἔχετε παιδιά, κορίτσια, ἐν ὀνόματι Ἰησοῦ τοῦ
Ναζωραίου ἡ καλύτερη βοήθειά τους –τὸ λέω καὶ ἐκ πείρας– δὲν εἶνε οἱ
πολυκατοικίες ἢ τὰ μετρητά, οἱ λίρες, τὸ χρυσάφι· ἡ καλύτερη ἀσφάλεια
τῶν παιδιῶν σας εἶνε νὰ ἐλεῆτε. Ἐλεεῖτε, καὶ τὰ παιδιά σας θὰ
προοδεύουν, τὰ κορίτσια σας θ᾽ ἀποκαθίστανται, τὰ σπίτια σας θὰ
εὐλογοῦνται. Λέει ὁ μέγας Βασίλειος· Γυναίκα ποὺ ἐν ἀγνοίᾳ τοῦ ἀντρός
της δίνει ἐλεημοσύνη, αὐτὴ καὶ τὸν ἄντρα καὶ τὰ παιδιά της εὐεργετεῖ.
Ἂς παρακαλέσουμε τὸ Θεὸ νὰ μαλακώσουν οἱ καρδιές μας, ν᾽
ἀνοίξουν τὰ χέρια μας καὶ νὰ δίνουμε προτοῦ νὰ πεθάνουμε. Τὸ τονίζω· ὅλα
τὰ χρήματα εἶνε χαμένα, ἕνα μόνο χρῆμα δὲν χάνεται, αὐτὸ ποὺ δίνουμε
γιὰ τοὺς φτωχούς· αὐτὸ γίνεται αἰώνιο, ἔχει ἐπάνω του τὴ σφραγῖδα τοῦ
Χριστοῦ μας ἡ ὁποία λέει, ὅτι «δανείζει Θεῷ ὁ ἐλεῶν πτωχόν».
Μὲ ὅλη τὴν καρδιά μου ὑψώνω τὰ χέρια καὶ εὔχομαι· Εὐλογία στὰ
σπίτια ποὺ ἐλεοῦν, στοὺς ἄντρες καὶ τὶς γυναῖκες, σὲ κάθε κοινωνία ἡ
ὁποία –μαζὶ μὲ τὴ δικαιοσύνη– ἐλεεῖ καὶ βοηθεῖ τοὺς πάσχοντες.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Νικολάου Πευκακίων – Ἀθηνῶν τὸ Σάββατο 11-11-1967 ἑσπέρας. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 22-9-2024.