Κυριακή 13 Οκτωβρίου 2024

«Ὁ σπόρος ἐστὶν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ»

Σπορεως

Τρεῖς ὁμιλίες τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου,
στὴν Εὐαγγελική περικοπή τῆς Κυριακης του Σπορέως
 

«Ὁ σπόρος ἐστὶν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ» (Λουκ. 8,11

Βρισκόμαστε, ἀγαπητοί μου, στὸ φθινόπωρο. Σὲ λίγο θὰ μποῦμε στὸ χειμῶνα. Ἔτσι ὥρισε ὁ πάνσοφος Θεός. Αὐτὴ ἡ ἀλλαγὴ τῶνἐποχῶν (φθινόπωρο, χειμώνας, ἄνοιξι, καλοκαίρι) εἶνε ἔργο τῆς θείας προνοίας. Ἀλλοίμονο ἂν τὸ ἔτος ἦταν ὅλο χειμώνας ἢ ὅλο καλοκαίρι. Αὐτὴ ἡ ποικιλία –τὸ λέω μὲ πεποίθησι– δὲν ὑπάρχει ἀλλοῦ στὸ σύμπαν. Στὰ ἑκατομμύρια τῶν ἑκατομμυρίων ἀστέρων δὲν ὑ πάρχει ζωή. Ὁ πλανήτης μας εἶνε διαμάντι, μέσα σ᾿ ἕνα πλῆθος κοινῶν λίθων….

Πατῆστε τον τίτλο και διαβᾶστε τη συνεχεια στο φυλλάδιο τῆς «ΚΥΡΙΑΚΗΣ»

Κυριακὴ Δ΄ Λουκᾶ (Λουκ. 8,4-15)
Δυο ὁμιλίες τοῦ Μητροπλίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

«Καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐν μέσῳ τῶν ἀκανθῶν, καὶ συμφυεῖσαι αἱ ἄκανθαι ἀπέπνιξαν αὐτό·
…τὸ δὲ εἰς τὰς ἀκάνθας πεσόν, οὗτοί εἰσιν οἱ ἀκούσαντες, καὶ ὑπὸ μεριμνῶν καὶ πλού-
του καὶ ἡδονῶν τοῦ βίου πορευόμενοι συμπνίγονται καὶ οὐ τελεσφοροῦσι» (Λουκ. 8,7,14)

Πατῆστε τον τίτλο και κατεβᾶστέ την ὁμιλία σε pdf

Κυριακὴ Δ΄ Λουκᾶ (Λουκ. 8,4-15)

ΟΙ «ΠΑΡΑ ΤΗΝ ΟΔΟΝ»

«Οἱ δὲ παρὰ τὴν ὁδόν εἰσιν οἱ ἀκούσαντες, εἶτα ἔρχεται
ὁ διάβολος καὶ αἴρει τὸν λόγον ἀπὸ τῆς καρδίας αὐτῶν,
ἵνα μὴ πιστεύσαντες σωθῶσιν» (Λουκ. 8,12)

Ὅσοι, ἀγαπητοί μου, ἀποροῦν καὶ διερω­τῶνται, γιατί τὸ κή­ρυγμα, ἡ διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου, ὕστερα ἀπὸ μία ἀδιάκοπη πνευματικὴ σπορὰ εἴκοσι τώρα αἰώνων, δὲν καρποφόρησε στὸν κόσμο τόσο ὅσο θὰ περίμενε κανείς, αὐτοὶ θὰ ἔπρεπε νὰ μελετήσουν προσεκτικὰ τὴν παραβολὴ τοῦ σπείροντος γε­ωργοῦ, τὴ γνωστὴ παραβολὴ τοῦ Σπορέως, ποὺ διαβάστηκε σήμερα ὡς εὐ­αγγελικὸ ἀνάγνωσμα στοὺς ναούς.
Στὴν ὡραιότατη αὐτὴ παραβολὴ ὁ Κύριός μας μὲ ἀπαράμιλλο γλαφυρὸ τρόπο ὑποδεικνύει, ὅ­τι τὸ αἴτιο τῆς ἀκαρπίας τῆς διδαχῆς τοῦ Εὐ­αγγελίου δὲν βρίσκεται στὴν ἴδια τὴ δι­­δαχή. Δὲν φταίει τὸ Εὐαγγέλιο γιὰ τὴν ἀ­καρ­πία. Ἡ δι­δαχὴ τοῦ Εὐ­αγγελίου εἶνε ἐκλεκτὸς σπόρος, εἶνε ὁ οὐ­ράνι­ος σπόρος τῆς ἀ­ληθείας, ποὺ κλείνει μέσα του ὅλη τὴ μυστηριώδη δύναμι καὶ τὴ θαυμαστὴ δυνατότητα νὰ δημιουργῇ νέα ζωή, εὐτυχισμένη καὶ ἀθάνατη ζωή. Ἡ αἰτία τῆς ἀκαρπίας βρίσκεται κάπου ἀλλοῦ, τὸ αἴτιο τῆς ἀκαρπίας εἶνε ἄλ­λο· εἶνε ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος· καὶ πιὸ συγκεκριμένα, εἶνε ἡ ψυχι­κὴ διάθεσι καὶ ἡ προαίρεσι, μὲ τὴν ὁποία ἡ κάθε ψυχὴ ἀκούει τὸν λόγο τοῦ Κυρίου. Ἐ­πειδὴ λοιπὸν ἡ ψυχικὴ δι­άθεσι διαφέρει ἀπὸ ἄνθρωπο σὲ ἄνθρωπο, γι᾽ αὐτὸ δι­αφορετικὰ εἶνε καὶ τ᾿ ἀποτελέσματα τῆς θείας σπορᾶς μέσα στὶς ψυχές.


Τέσσερις κατηγορίες ἀνθρώπων διακρίνει ὁ Χριστὸς στὴν παραβολὴ τοῦ Σπορέως καὶ τὴν καθεμιὰ ἀπὸ αὐτὲς τὴν παραβάλλει μὲ ἕ­να εἶ­δος γῆς, μὲ ἕνα συγκεκριμένο κομμάτι ἐ­­­δάφους. Καὶ ἐδῶ φαίνεται καθαρὰ αὐτὸ ποὺ εἴ­παμε· βλέπουμε δηλαδὴ ὅτι, ἐνῷ ὁ σπό­ρος ποὺ πέφτει στὴ γῆ εἶνε παν­τοῦ ὁ ἴ­διος ἐκλεκτὸς σπόρος, τὰ ἐ­δάφη ὅμως δι­αφέρουν. Ἑ­πομένως, τὰ διαφορετικὰ ἀποτελέ­σματα τῆς καλλιεργείας δὲν ὀφείλονται στὸν σπόρο, ἀλλὰ ὀ­φείλονται στὸ ἔδαφος· τὸ ἔδαφος ἢ εὐνοεῖ τὴν καρποφορία ἢ εὐθύνεται γιὰ τὴν ἀκαρπία.
Οἱ τέσσερις κατηγορίες ἀνθρώπων – ἀκροατῶν τοῦ θείου λόγου, μὲ τὴ σειρὰ ποὺ τὶς πε­ριγράφει ὁ Κύριος, εἰκονίζονται· ἡ μὲν πρώ­­τη μὲ δημόσιο πατη­μένο δρόμο ὅπου ὁ σπόρος δὲν προλαβαίνει κἂν νὰ ῥιζώσῃ, ἡ δεύτερη μὲ ἕνα πετρῶδες ἔδαφος ὅπου ὁ σπόρος φυτρώνει μὲν ἀλλὰ ἀμέσως ξεραίνεται λόγῳ ἐλλείψεως νεροῦ, ἡ τρί­τη μὲ χωράφι γεμᾶτο ἀγκάθια ποὺ κυριαρχοῦν καὶ πνίγουν τὸν σπόρο, καὶ ἡ τέταρτη μὲ καλὴ εὔφορη γῆ ποὺ καρποφορεῖ πλούσια.
Ἐμεῖς, ἀπὸ τὶς τέσσερις αὐτὲς κατηγορίες στὶς ὁ­ποῖες ὁ Θεῖος Διδάσκαλος κατατάσσει τοὺς ἀ­­κροατὰς τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ κάθε ἐ­πο­χῆς, σ᾽ αὐτὸ ἐδῶ τὸ σύντομο ἑρμηνευτικό μας κήρυγμα θὰ πάρουμε μόνο μία, τὴν πρώτη κατηγορία. Καὶ θὰ σᾶς παρακαλέσω, ἀγαπητοί μου, νὰ δώσε­τε τώρα ἰδιαίτερη προσοχή, γιατὶ ἐνδέχεται νὰ ὑ­πάγεστε κ᾽ ἐσεῖς στὴν κατηγορία αὐτὴ τῶν ἀκάρπων ἀκροατῶν τοῦ Εὐαγγελίου.

* * *

Στὴν πρώτη κατηγορία κατατάσσονται οἱ ἀ­κροαταὶ ἐκεῖ­νοι, ποὺ ἡ ψυχική τους διάθεσι μοιάζει μὲ τὴν πεπατημένη ὁδό, τὸν δημόσιο δρόμο μὲ τὸ σκληρὸ ὁδόστρωμα. Ὅπως δηλαδὴ πάνω στὸ δημόσιο δρόμο δὲν μπορεῖ νὰ φυτρώσῃ τίπο­τε καὶ ἂν ὁ σπόρος τοῦ γεωργοῦ συμβῇ νὰ πέσῃ ἐκεῖ ὁ σπόρος αὐτὸς πάει χαμένος, κατὰ παρόμοιο τρόπο καὶ στὶς ψυχὲς αὐτῶν τῶν ἀκροατῶν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ σπόρος τοῦ Εὐαγγελίου, δὲν μπο­ρεῖ νὰ καρποφορήσῃ, γιατὶ οἱ καρδιὲς τῶν ἀν­θρώπων αὐτῶν εἶνε σὰν τὸν χιλιοπατημένο δρόμο. Νά πῶς περιγράφει τὴν ψυχική τους κατάστασι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος· «Ὁ σπόρος ἐστὶν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ· οἱ δὲ παρὰ τὴν ὁδόν εἰσιν οἱ ἀκούσαν­τες, εἶτα ἔρχεται ὁ διάβολος καὶ αἴρει τὸν λόγον ἀπὸ τῆς καρδίας αὐτῶν, ἵνα μὴ πιστεύσαντες σωθῶσιν» (Λουκ. 8,11-12).
Οἱ ἀκροαταί, γιὰ τοὺς ὁποίους μιλάει ἐδῶ ὁ Κύριος, εἶνε κυρίως ἄνθρωποι ἐπιπόλαιοι, ἀπρόσεκτοι, χωρὶς βάθος. Ἀκοῦνε μὲν τὸν λό­γο τοῦ Θεοῦ, τρέχουν κι αὐ­τοὶ στοὺς ἱεροὺς ναοὺς ὅπου γίνεται τὸ κήρυγμα τοῦ εὐ­αγγελίου, μελετοῦν τὸ Εὐαγγέλιο ἢ καὶ ὅλη τὴν ἁγία Γραφή, διαβάζουν τὰ θρησκευτικὰ βιβλία καὶ τὰ περιοδικά, ἀλλὰ ὅ­λα αὐτὰ τελείως ἐπιπόλαια, ἐπιφανειακά. Δὲν τὰ παίρνουν στὰ σοβαρὰ καὶ μὲ τὴν ἀπόφασι νὰ τηρή­­σουν ἀ­κριβῶς ὅ,τι λέει καὶ διατάζει ὁ Θεὸς μὲ τὸ στόμα τῶν κηρύκων τοῦ θείου λόγου. Δὲν ἐκτιμοῦν τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ σὰν κάτι πολύτιμο καὶ δὲν τὰ κρατοῦν στὰ βάθη τῆς καρδιᾶς τους σὰν θησαυρὸ ἀνεκτίμητο. Δὲν ἐφαρμόζουν στὴ ζωή τους ἐκεῖνο ποὺ ἐφάρμοζε στὸν ἑαυτό του ὁ μεγάλος προφήτης καὶ βασιλιᾶς Δαυ­­ΐδ· ὁ Δαυῒδ ὄχι ἁπλῶς ἄκουγε, ἀλ­λὰ καὶ φύ­λαγε τὰ λόγια τοῦ Κυρίου μὲ τόση προσοχὴ μὲ ὅση δὲν θὰ φύλαγε τοὺς θησαυροὺς τοῦ παλατιοῦ του· γι᾽ αὐτὸ καὶ μποροῦ­σε ν᾿ ἀπευθύνεται στὸ Θεὸν καὶ νὰ λέῃ· «Ἐν τῇ καρδίᾳ μου ἔ­κρυψα τὰ λόγιά σου, ὅπως ἂν μὴ ἁμάρτω σοι»· φύλαξα δηλαδή, Θεέ μου, μέσα στὴν καρδιά μου τὰ λόγια σου, ὥστε νὰ τὰ θυμᾶμαι, νὰ τὰ τηρῶ, καὶ νὰ μὴν ἁμαρτήσω σ᾽ ἐσένα (Ψαλμ. 118,11).
Κάθε τι πολύτιμο ὅμως ποὺ δὲν φυλάσσεται μὲ προσοχή, ἀλλ᾽ ἀφήνεται ἀφύλαχτο καὶ ἐκτεθειμένο στὰ μάτια ὅλων, κινδυνεύει καὶ συνήθως δὲν ἀργεῖ νὰ ἐξαφανιστῇ. Χρήματα ἂν εἶ­νε, θὰ κλαποῦν· τιμαλφὲς κόσμημα ἢ ἄλ­λο πολύτιμο ἀντικείμενο ἂν εἶνε (ρολόι, δαχτυλί­δι, βραχιόλι κ.λπ.), προ­καλεῖ καὶ βάζει σὲ πειρασμὸ ὅσους εὔκολα ἁπλώνουν τὸ χέρι. Ἔτσι καὶ ἂν βρεθῇ στὸ δρόμο χυμένος σπόρος, ποὺ ἔπεσε ἐκεῖ ἀπὸ κάποιο τρύπιο σακκί, δὲν πρόκειται νὰ μείνῃ ἐκεῖ γιὰ πολύ· γρήγορα θὰ φαγωθῇ ἀπὸ τὰ πουλιά, ποὺ πετοῦν διαρκῶς καὶ ψάχνουν νὰ βροῦν τροφή· θὰ μαζευτοῦν ἀμέσως καὶ μὲ τὰ ῥάμφη τους θὰ τὸν ἐξαφανίσουν. Ὁ σπόρος αὐτὸς εἶνε καταδικα­σμένος νὰ μείνῃ ἄκαρπος· πάει χαμένος.
Κάτι παρόμοιο λοιπὸν συμβαίνει καὶ μὲ τὸν οὐράνιο σπόρο, μὲ τὸ κήρυγμα τοῦ εὐαγγελί­ου. Ὅσο ἄφθονο καὶ ἂν σπείρουν οἱ κήρυκες τὸν θεῖο λόγο, ἐφ᾿ ὅσον οἱ ἀκροαταὶ δὲν δίνουν τὴν πρέπουσα προσοχὴ καὶ δὲν ἐκτιμοῦν τὸν μεγάλο αὐτὸ θησαυρό, τὸ ἀποτέλεσμα τῆς σπορᾶς σὲ τέτοιου εἴδους ἀνθρώπους θὰ εἶνε μηδαμινό. Γιατὶ ὁ σατανᾶς, ἀεικί­νητος καὶ ἐξαιρετικὰ δραστήριος ἐκεῖ ὅπου σπείρεται ὁ θεῖος λόγος, θὰ τρέξῃ καὶ θ᾿ ἀ­φαι­ρέσῃ ὅλο τὸ σπόρο· δὲν θ᾽ ἀφήσῃ οὔτε ἕ­να κόκκο, οὔτε ἕνα σπυρί.
Ὁ σατανᾶς θὰ χρησιμοποιήσῃ «τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ», δηλαδὴ τοὺς λογισμοὺς τῆς ἀ­πιστίας, ποὺ θὰ ἔρθουν νὰ ἐξουδετερώσουν κάθε τυχὸν ἀγαθὴ ἐπίδρασι τοῦ θείου λόγου. Γιὰ κάθε δόγμα, γιὰ κάθε κήρυγμα, γιὰ κάθε εὐαγγελικὴ συμβουλή, ὁ σατανᾶς θ᾿ ἀντιτάξῃ ἕνα σωρὸ «ἐπιχειρήματα», θὰ ἐξαποστείλῃ σμή­νη ὁλόκληρα ἀπὸ «πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ» γιὰ νὰ ἁρπάξουν, εἰ δυνατόν, καὶ ἀπ᾿ αὐτὰ ἀ­κόμη τὰ χέρια τοῦ σπορέως, δηλαδὴ τοῦ κήρυκος, τὸν εὐαγγελικὸ σπόρο. Τόση λύσσα ἔ­χει ὁ σατανᾶς –καὶ γνωρίζει τὸν τρόπο νὰ τὴ μεταδίδῃ στὰ ὄργανά του– ἐναντίον τοῦ θείου λόγου, τὸν ὁποῖο προσπαθεῖ ν᾿ ἁρπάξῃ ἀ­πὸ τὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων. Καὶ τὸ δυστύχη­μα εἶνε ὅτι τὸ κατορθώνει – ποῦ; ἐκεῖ ποὺ βρίσκει ἀκροατὰς ἐπιπόλαιους, ἀπρόσεκτους, ἀμελεῖς καὶ ῥάθυμους.
Ναὶ ἁρπάζει, σὰν ἀπαίσιο ὄρνεο, τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων ὁ σατανᾶς· ἀλλὰ κ᾽ ἐμεῖς δὲν πρέπει νὰ σταυρώ­σουμε τὰ χέρια καὶ νὰ τὸν ἀφήσουμε νὰ ἐξ­αφανίσῃ τὴν σπορά. Ὅπως παρατηρεῖ ὁ ἱε­ρὸς Χρυσόστομος, «ἁρπάζει ὁ σατανᾶς, ἀλλὰ ἡμεῖς κύριοι τοῦ μὴ ἁρπαγῆναι»· ἀπὸ μᾶς ἐξ­αρτᾶται νὰ λάβουμε ὅλα τὰ κατάλληλα μέτρα, ὥστε οὔτε ἕνα κόκκο τῆς θείας ἀλήθειας νὰ μὴν πάρῃ, ἀλλὰ νὰ κρατήσουμε ὅλο τὸν σπόρο καὶ νὰ τὸν ἀσφαλίσουμε στὰ ταμεῖα μας, στὶς μυστικὲς ἀποθῆκες τῆς καρδιᾶς μας.

* * *

Ἀδελφοί μου, ἂς προσέξουμε. Νὰ ἐκτιμήσουμε τὸν πολύτιμο θησαυρὸ τοῦ θείου λόγου. Ἂς ἀκοῦμε καὶ ἂς δεχώμαστε τὸν θεῖο λόγο μὲ τόση προσοχὴ καὶ εὐλάβεια μὲ ὅση πλη­σι­άζουμε στὴν ὡραία πύλη καὶ δεχόμαστε τὴν θεία κοινωνία. Καὶ ὅπως θεωροῦμε μεγά­λο ἁ­μάρτημα ἂν λόγῳ ἀπροσεξίας μας συμβῇ νὰ πέσῃ κάτω ἔστω καὶ τὸ ἐλάχιστο ἀπὸ τὴν θεία κοινωνία, ἔτσι νὰ θεωροῦμε ἁμάρτημα μεγάλο ἄν, λόγῳ τῆς δικῆς μας ἀπροσεξί­ας, βρίσκῃ εὐκαιρία ὁ σατανᾶς καὶ τὴν ὥρα τοῦ κηρύ­γματος ἁρπάζῃ ἐκεῖνο ποὺ δὲν ἔπρεπε νὰ τοῦ δώ­σουμε ἔστω καὶ ἂν μᾶς ἔδινε ὡς ἀντάλλαγμα ὅλους τοὺς θησαυροὺς τοῦ κόσμου.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἄρθρο ποὺ δημοσιεύθηκε στὸ περιοδικὸ τῆς ἱ. μητροπόλεως Αἰτωλίας & Ἀκαρνανίας «Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός» (Μεσολόγγι, φ. 222-223/15-10-1939, σ. 106).

augoustinos-kantiotis