ΙΩΑΝΝΑΣ ΤΣΑΤΣΟΥ
Φ Υ Λ Λ Α Κ Α Τ Ο Χ Η Σ
1 9 4 2
10 Γενάρη 1942
Χτες κάποιος φίλος ζήτησε να με δη.
— «Έρχομαι να σού προτείνω επισήμως να μπης στο ΕΑΜ μου είπε. «Ζητούν ονομαστικώς εσένα».
«Τι είναι το ΕΑΜ; » ρώτησα, «Ποιος είναι ο αρχηγός του;»
— «Το ΕΑΜ είναι Οργάνωσις Αντιστάσεως» μου απάντησε. «Ονόματα, δε λέγονται σε τέτοια εποχή. Σε συμβουλεύω να δεχτής, αλλιώς μπορούν να σκεφθούν πως φοβάσαι».
Σήκωσα τους ώμους. – «Δε μ’ αρέσει ν’ αμύνομαι στο ηθικό πεδίο» του είπα. «Μου φαίνεται σα ν’ αποδέχομαι κατά κάποιον τρόπο την κατηγορία. Όπως και νάναι, έχω τόση δουλειά που δε μου μένει καιρός γι’ άλλες ευθύνες» και απόφυγα να δεχτώ.
Σήμερα το πρωί με ζήτησε ο Αρχιεπίσκοπος. Ήθελε ν’ αυξήση το επίδομα που δίνομε κρυφά στις οικογένειες των τουφεκισμένων. Του διηγήθηκα τότε και την πρόταση του ΕΑΜ.
«Μα τι είναι αυτό το ΕΑΜ;» μου είπε. «ε μπορούν να μας πουν ένα όνομα; Επικοινωνώ με τον Ζερβά, με τον Ψαρρό, με κάθε πρόθεση η εκδήλωση αντίστασης. Αυτό το ΕΑΜ το ακούω μα δεν το γνωρίζω».
Έμεινε μια στιγμή σκεφτικός.
— «Στον τόπο μας τουλάχιστον δεν πιστεύω σε αφηρημένες ιδέες. Θέλω να ξέρω ποιοι άνθρωποι αγωνίζονται γι’ αυτές. Μόνο όταν οι άνθρωποι αξίζουν, οι ιδέες παίρνουν περιεχόμενο …»
Έπεσε σιωπή.
22 Γενάρη 1942
Ο Γιώργος Καρτάλης (Από τα κυριώτερα μέλη της Επιτροπής της ΕΚΚΑ. στενός συνεργάτης του συνταγματάρχη Ψαρρού), περνάει ταχτικά τα βράδυα από το σπίτι. Χτες μας μίλησε με μεγάλη συμπάθεια για τον συνταγματάρχη Ψαρρό και για κάποια ανταρτική ομάδα του στη Μακεδονία.
3 Φλεβάρη 1942
Βαρειά, ασήκωτη ατμόσφαιρα. Από παντού μαυρίλα. Ο Rommel νικά και προχωρεί. Το Λονδίνο βομβαρδίζεται αδιάκοπα. Φήμες ακούγονται πως οι άγγλοι θα μεταφέρουν την πρωτεύουσα σε κάποιο απόμερο μέρος του Ηνωμένου Βασιλείου.
Θα τελειώση άραγε κάποια μέρα αυτό το μαρτύριο. αυτός ο εξευτελισμός ;
7 Φλεβάρη 1942
Ποτέ δεν κρυώσαμε τόσο πολύ. Μέσα κι’ έξω παγωνιά. Τα χεράκια της Ντόρας είναι ξυλιασμένα, όταν κουκουλωμένη τα βράδυα κλείνεται στο σαλόνι και προσπαθή να μελετήση στο πιάνο. Όσο κρύο στο δρόμο τόσο και στο σπίτι.
12 Φλεβάρη 1942
Η «Ζωή στο Παιδί» είναι ευεργετική για τα λίγα μικρά, σχεδόν δυο χιλιάδες, που τοποθέτησε σε σπίτια τα μεσημέρια.
Αφήνω που οι περισσότερες οικογένειες τάχουν πονέσει και τα φροντίζουν σα δικά τους.
Η Στέλλα, η μαγείρισα του συσσίτιου, τους φυλάει το μεσημεριανό φαγητό τους και τους το δίνει το βράδυ.
Με όλο το κρύο και την πείνα τα παιδιά της Πλάκας είναι γερά.
15 Μάρτη 1942
Το άδικο μας πνίγει κάθε μέρα και περισσότερο. Ο καθένας πολεμά όπως το νοιώθει η ψυχή του.
29 Μάρτη 1942
Σφραγίδα σκλαβιάς είναι αυτή η ιστορία των Γκίνη, άδικη και θλιβερή. Ο Παπά – Δεληπέτρου που παράστεκε στην εκτέλεση τους, μας την λέει και κλαίει.
Τέσσερα αδέρφια. Δυο παντρεμένοι και δυο ανύπαντροι. Ο ένας, ο μικρός, ο Κωνσταντής, γυρίζοντας στο σπίτι του, βρήκε ένα πουκάμισο γερμανού στρατιώτη. Ο άνεμος το είχε φέρει από το πλαϊνό στρατόπεδο. Το μάζεψε και προχωρούσε ανύποπτα. Στο δρόμο ένας γερμανός, βλέποντας γερμανικό πουκάμισο στα χέρια του, του επετέθηκε, άρχισε να τον χτυπά με το πιστόλι του και να του φωνάζη γερμανικά. Ο Κωνσταντής δοκίμασε με κάθε τρόπο να του εξηγήση πως βρήκε τυχαία το εσώρρουχο. Η συνεννόηση ήταν αδύνατη και ο γερμανός τραβούσε τον Κωνσταντή προς το γερμανικό στρατόπεδο.
Εν τω μεταξύ έτρεξαν όλα τ’ αδέρφια. Ο μεγάλος ο παντρεμένος, προσπαθώντας να ελευθερώση τον μικρό, έρριξε κάτω το Γερμανό κι’ εκείνος μωλωπίσθηκε ελαφριά. Αυτό ήτανε όλο το έγκλημα.
Τους έπιασαν και τους τέσσερις. Οι δυο νεότεροι ο Θανάσης κι’ ο Κωνσταντής, πήραν όλη την ευθύνη απάνω τους για να σώσουν τους παντρεμένους που είχαν οικογένειες.
Έτσι οι δυο μικροί καταδικάστηκαν σε θάνατο, «γιατί χύθηκε αίμα γερμανικό». Αυτό έλεγε η απόφαση του στρατοδικείου. Αίμα γερμανικό ήταν η μικρή στιγμιαία τσαγγρουνιά του γερμανού φαντάρου.
Ο Μακαριότατος ζήτησε τη χάρη τους. Του την αρνήθηκαν γιατί χύθηκε αίμα γερμανικό. Τη ζήτησε για δεύτερη φορά, η απάντηση ήταν η ίδια.
Ως την τελευταία στιγμή ο μελλοθάνατος Θανάσης σκέπτεται μόνο τον Κωνσταντή στο πλαϊνό κελλί. Τους θανάτωσαν και τους δυο χτες το πρωί. Ο Θανάσης ακούει την ομοβροντία που σκοτώνει τ’ αδέρφι του και έπειτα από λίγα λεπτά βλέπει το νωπό αίμα του στη στήλη που προσδένουν και τον ίδιον. Δυο δάκρυα του καίνε τα μάτια. Γιατί να μη τον έχει πάρει το βόλι στο αλβανικό μέτωπο;
7 Απρίλη 1942
Χτες έφυγαν για την Αίγυπτο ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος και η Νίτσα. Πως θάθελα γρήγορα να είχαμε καλά νέα. Όλες αυτές οι αναχωρήσεις για τη Μέση Ανατολή είναι μεγάλη λαχτάρα. Πολλοί βέβαια φτάνουν. Μα πόσοι δεν έχουν φτάσει ποτέ.
7 Απρίλη 1942
Είμαστε αναστατωμένοι. Πριν τέσσερις μέρες δοκίμασε να φύγη και ο Μιχάλης Ακύλας (Μιχάλης Ακύλας. αντισμήναρχος συγγραφέας και ποιητής). Αυτός ο αεροπόρος ποιητής από τη πρώτη στιγμή της κατοχής μια σκέψη έχει στο μυαλό του. Να φτάση στην ελεύθερη Ελλάδα, να πολεμήση για την πατρίδα του. Έφευγαν μαζί του και άλλοι αξιωματικοί. Δεν είχαν τύχη. Τους έπιασαν όλους. Τρέμαμε για τη τύχη τους (Μαζί με τον Ακύλα συνέλαβαν και τουφέκισαν τους λιμενικούς αξιωματικούς Καζάκο και Κωτούλα και τους Μοσχόπουλο, Γιαγκουδάκη, Θυμαρα, Αναγνωστόπουλο και Κιοσέ).
22 Απρίλη 1942
Κάθε μέρα καινούργια πίκρα μας φαρμακώνει. Οι ιταλοί συλλάβανε τον Άλέκο Ζάννα. Το έμαθα από την Λένα. Ο Ζάννας, ηρωικός και γενναιόψυχος πατριώτης, διευθύνει την Επιτροπή Διανομών του Ερυθρού Σταυρού. Όλοι τον εμπιστεύονται. Είναι όμως άρρωστος. Και η αρρώστια του έχει άμεση σχέση με την ευαισθησία του. Που θα τον πάη αυτή η δοκιμασία ; Θα την βα- στάξη ως το τέλος;
27 Μάη 1942
Χτες θανάτωσαν οι γερμανοί δυο θαυμάσια παλληκάρια. Τον Άγγελο και τον Μαρίνο Μπάρκα. Τους πιάσανε καθώς κόβανε γερμανικά καλώδια. Πήγα και είδα τους γονείς τους. Είναι σχεδόν γείτονές μας, μένουν στα λουτρά του Άη Γιάννη Βουλιαγμένης. Η μάνα φυλάει σαν φυλαχτό το γράμμα των παιδιών της. Όλο κλαίει και το δείχνει.
30 Μάη 1942
Ήρθαν οι Μπάρκα. Τώρα όλες οι μάνες και οι γυναίκες των τουφεκισμένων έχουν μάθει το δρόμο του σπιτιού μας. Όταν ανάλαβα ανίδεη με ζεστή καρδιά τη συμπαράστασή τους δε γνώριζα τι ατέλειωτος Γολγοθάς είναι η συμπόνια.
5 Ιουνίου 1942
Τούτο το σημερινό είναι αφόρητο. Τέλειωσαν οι προπολεμικές ώρες πνευματικής χαράς. Δε θα της ξαναβρούμε ποτέ πια όπως ήταν τότε. Ένα βόλι έκοψε τη ζωή του Μιχάλη Ακύλα. Δεν καταλαβαίνουν αυτοί οι ούνοι ποιούς έχουν μπροστά τους και σκοτώνουν. Σκοτώνουν το πνεύμα, σκοτώνουν αυτή τη σπάνια ευαισθησία πούναι χίλιες ζωές μαζί.
Και τώρα γύρω μας ο «Ιούδας» του, οι «Σωκρατικοί του διάλογοι», απογυμνωμένοι μοιρολογάνε.
Στο σαλόνι μας, στην ίδια πάντα θέση, είναι η πολυθρόνα οπού καθότανε, διαλεκτικός, απλός, αληθινός.
12 Ιουνίου 1942
Πέρασα ώρες με την Ευανθία Καλαμπούρα. Τα μάτια της, βαθουλωμένα σαν πηγαδάκια από το κλάμα, με κοιτάζουν ανέκφραστα. Προχτές εκτέλεσαν οι γερμανοί το γιό της το Γιάννη μαζί με τον Κοκκινέλη. Τώρα κυνηγούν και τους άλλους της γιούς. Τρέμει η δύστυχη και δεν ξέρει που να τους κρύψη. Οι ίδιοι θέλουν να πάνε στο αντάρτικο. Το βουνό, όποιο και νάναι, θα τους ρουφήξη κι’ αυτούς.
20 Ιουνίου 1942
Είδα πάλι την Ευανθία. Έχει περισσότερο κουράγιο. Τόσα παιδιά περιμένουν απ’ αυτήν και το ένα είναι ανάπηρο. Ολόκληρη είναι σαν μια προσευχή. Ποια γυναίκα, ποια μάνα που σηκώνει ανθρώπινες ζωές στην καρδιά της, δεν αναμετράει πόσο μεγάλη είναι η αγάπη της και πόσο λίγη η δύναμή της; Μόνο ακουμπώντας στο Θεό ελπίζει και προχωρεί.
25 Ιουνίου 1942
Όλα με βασανίζουν. Το σπίτι μας, που είναι ζεστό σαν φούρνος, τα δυο παιδιά μου που ανοικονόμητα από την πολλή κλεισούρα, δεν ξέρουν τι κάνουν. Σκαρφαλώνουν στα κεραμίδια με τη φιλενάδα των τη Μίκα. Κάνουν Ισορροπία στα πεζούλια της ταράτσας. Τρέμω μη γκρεμιστούν. Και όμως δεν τολμώ να τα περιορίσω. Μόνον εκεί ψηλά φυσάει κάποιο αεράκι.
10 Ιουλίου 1942
Τούτη η ρωμηοσύνη έχει τη δική της λεβεντιά. Κανένας έλληνας δεν δέχεται να παραδώση το οπλο του. Έχουν εκτελέσει τον Δημήτρη Φιλιππόπουλο, τον Μακαντάση, τον Μετσόγλου, για κατοχή όπλου. Μα κανένας δε φοβήθηκε, κανένας δεν άλλαξε γνώμη, και κάθε μέρα πιάνουν καινούργιους που οπλοφορούν.
17 Ιουλίου 1942
Είναι τόσο άμεση η αλληλεγγύη μεταξύ μας, που ο καθένας μας έχει πολλαπλασιασμένο εγώ. Μας αρρώστησε βαριά, μια γυναίκα στην οδόν Αδριανού. Τη μεταφέραμε αμέσως σε ιδιωτική κλινική και την εγχείρησε ένας εξαιρετικός γιατρός(Ο Αιμίλιος Μπόρος, από τους πρώτους γιατρούς των Αθηνών, μας παράστεκε όπου ήταν ανάγκη. Και ο καθηγητής Κωνσταντίνος Χωρέμης δεχότανε πάντα με όλη του την καρδιά τα άρρωστα παιδάκια μας. Παρά πολλά έσωσε από βέβαιο θάνατο). Σήμερα είναι εκτός κινδύνου. Όλες μου οι φίλες την παραστέκονται.
30 Ιουλίου 1942
Στο μεσαίο πάτωμα ο αδερφός μου ο Άγγελος περνάει ώρες δραματικές. Η γυναίκα του η Ρωξάνη έπαθε υπερκόπωσι και πήρε το παιδί τους και πήγε στο σπίτι της το πατρικό. Η πολλή έννοια της έχει σπάσει τα νεύρα. Αυτός κάθεται διπλωμένος σε μια πολυθρόνα και από τα μάτια του τρέχουν δάκρυα. Ούτε το νοιώθει πως κλαίει. Το έλκος του έχει φουντώσει και οι πόνοι του είναι αφόρητοι. Κάθε τόσο γράφει στίχους στο αγοράκι του. Και το ψάχνει, το ψάχνει συνέχεια μέσα στο σπίτι. Ο γιατρός είπε πως η εγχείρηση είναι απαραίτητη. Αποφασίσαμε να πάη στη Κλινική του Σμπαρούνη.
15 Αυγούστου 1942
Χαίρομαι αυτή την ταχτική επαφή με τους απλούς ανθρώπους.
Ίσως ο αληθινός δρόμος προς τη δικαιοσύνη να είναι η αγάπη.
28 Αυγούστου 1942
Ώρες ατέλειωτες κράτησε αυτή η εγχείρηση του Αγγέλου. Όταν τον φέρανε από το χειρουργείο ήταν τόσο μαζεμένος και κίτρινος στο κρεββάτι της κλινικής, σαν ετοιμοθάνατος.
6 Σεπτέμβρη 1942
Η ανάρρωση είναι πολύ δύσκολη. Πάει σιγά. Όσο και να είμαι κοντά του, είναι μόνος του. Και η Ρωξάνη πηγαίνει τακτικά και τον βλέπει. Αλλά πάλι είναι μόνος του. Η ματιά του προσηλωμένη αδιάφορα στα σεντόνια του κρεββατιού του, χτίζει ένα άσπρο τείχος μοναξιάς.
10 Σεπτέμβρη 1942
Χτες ο Γιώργος Καρτάλης έφερε στο σπίτι τον Απόστολο Καψαλόπουλο, παλιό, γενναίο αξιωματικό και πολύ έξυπνον άνθρωπο. Είχαν μακριά συνομιλία με τον Κωστάκη, για τη σύσταση της ΕΚΚΑ. Ο Κωστάκης υποσχέθηκε με κάθε τρόπο να τους βοηθή.
16 Σεπτέμβρη 1942
Τηλεφώνησε ο Αρχιεπίσκοπος πως έφθασε στην Ελλάδα ο Γιάννης Τσιγάντες, με μεγάλα σχέδια, πολλά μέσα και πολλά χρήματα. Πρώτος σκοπός του Τσιγάντε είναι ο συντονισμός της αντίστασης και η αποτελεσματική συμπαράσταση της από μέρους της ελεύθερης Κυβέρνησης. Το γεγονός είναι αξιόλογο. Νοιώθομε πως η επίσημη ελεύθερη Ελλάδα μας στεγάζει. Δεν θα είμαστε πια σκόρπιοι αντιμαχόμενοι, ανοργάνωτοι.
16 Σεπτέμβρη 1942
Ο Άγγελος βγήκε από την κλινική. Είναι αδύνατος σαν κλωστή και με κόπο δέχεται λίγη τροφή. Στο σπίτι του μένει ακίνητος στο κρεβάτι. Έχομε μια σπάνια φίλη, την αδερφή Φένη, που τον φροντίζει.
19 Σεπτέμβρη 1942
Μυστήριο. Το σπίτι του Αγγέλου είναι άδειο. Κάποιο κακό θα έχη συμβή. Που μπορεί να είναι αυτός ο τόσο άρρωστος ; Γύριζα παντού ως αργά και ρωτούσα κι’ έψαχνα. Στην Αστυνομία, στις πόρτες των γερμανών και των ιταλών. Στο Commando Piazza ο καραμπινιέρος φρουρός μου είπε, πως ένας πολύ αδύνατος μελαχροινός είχε περάσει μέσα.
Πως αργεί να τελειώση αυτή η νύχτα.
20 Σεπτέμβρη 1942
Σήμερα το πρωί, με την Ρωξάνη, ξαναρωτήσαμε παντού. Ο ένας μας έστελνε στον άλλον. Επί τέλους με κόπο κατορθώσαμε να πάρωμε τη πληροφορία, πως βρίσκεται στις φυλακές Αβέρωφ και πως τον βαραίνει κατηγορία βαρειά.
21 Σεπτέμβρη 1942
Προσπάθησα
αμέσως να επικοινωνήσω μαζί του στις φυλακές. Με βοήθησε πολύ η Κατίνα
Δούση. Μεγάλη παρηγοριά να μπορώ να του πηγαίνω το ημερήσιο φαγητό του.
Όταν δυσκολευόμουνα η ίδια, το πήγαινε η καημένη η Κατίνα. Εκείνη από
τους μήνες της κράτησής της γνωρίζει τις φυλακές σαν την τσέπη της.
22 Σεπτέμβρη 1942
Ό,τι καλύτερο υπάρχει βρίσκεται αυτή την εποχή στις φυλακές Αβέρωφ. Ο Θοδωρής Κουντουριώτης, ο Βασίλης Αγγελόπουλος και άλλοι αξιωματικοί και πολλοί καλοί έλληνες. Τους διασκεδάζει και τους ευχαριστεί να μη δείχνουν την ελάχιστη ενόχληση για την κράτησή τους. Γι’ αυτό φροντίζουν τον εαυτό τους περισσότερο ακόμη παρά στη συνηθισμένη τους ζωή και είναι πάντα ευδιάθετοι. Όταν το πρωί, φρεσκοξυρισμένοι, αλλαγμένοι, κουβεντιάζουν καπνίζοντας, δίνουν την εντύπωση πως βρίσκονται σε λέσχη. Και οι καραμπινιέροι τους κοιτάζουν με σεβασμό.
23 Σεπτέμβρη 1942
Στον Άγγελο στέλνω με το φαγητό του ό,τι άλλο έχει ανάγκη. Μπορούμε να συνεννοηθούμε για όλα τα μικροπράματα. Δόξα σοι ο Θεός αρχίζει να τρέφεται καλύτερα. Πήγα με το αγοράκι του την Κυριακή στις έντεκα έξω από τις φυλακές και μας είδε από μακριά.
Μα δεν μπορώ να ησυχάσω. Ποια να είναι η κατηγορία που τον βαραίνει ;
30 Σεπτέμβρη 1942
Όταν γύρισε η Κατίνα Δούση, στο χέρι της κρατούσε το πακέτο του ανέγγιχτο, όπως της το είχα παραδώσει. Την κοίταζα και δεν καταλάβαινα. Το αίμα μου είχε παγώσει. «Δεν είναι πια στου Αβέρωφ» μου είπε. «Τον έχουν μετακινήσει με χειροπέδες για τη Λαμία μαζί με τον ταγματάρχη Παπακυριαζή». Πλάγιασα άρρωστη.
2 Οχτώβρη 1942
Μας βοηθεί πολύ ο Γιώργος Καρτάλης. Είναι φίλος του Αγγέλου και γνωρίζει καλά την περιοχή της Λαμίας. Βρήκε αμέσως σύνδεσμο εκεί.
3 Οχτώβρη 1942
Ήρθε και με είδε η Γκετσάλαινα. Πριν έξη μέρες, στις 27 του Σεπτέμβρη, οι Ιταλοί εκτέλεσαν το γυιό της, τον Περικλή Γκετσάλη, μαζί με τον Λέλο. Κι’ αυτούς για οπλοφορία.
Η Γκετσάλαινα είναι από τη Χειμάρρα. Είχε πέντε γυιούς, οι τρεις έπεσαν στον πόλεμο της Αλβανίας. Ο ένας είναι αιχμάλωτος στην Ιταλία και ο τελευταίος, ο Περικλής, που εκτελέσανε τώρα, ήταν αγροφύλακας στον Πύργο Βασιλίσσης. Οι δυο γέροι και ο Περικλής προσπαθούσαν να θρέψουν με κάθε τρόπο τα τέσσερα ορφανά που είχαν αφήσει οι σκοτωμένοι.
Βέβαια ο Περικλής δεν είχε παραδώσει το όπλο του. Το ίδιο και ο συνάδελφός του ο αγροφύλακας ο Λέλος. Ένα βράδυ Ιταλοί στρατιώτες μπαίνουν στο κτήμα για να κλέψουν σταφύλια. Ο Γκετσάλης και ο Λέλος τους εμποδίζουν. Μα εκείνοι είναι πολλοί και δοκιμάζουν να αφοπλίσουν τους δικούς μας. Ο Περικλής Γκετσάλης με κανένα τρόπο δεν δίνει το όπλο του. Έρχεται στα χέρια με τους Ιταλούς, που προσπαθούν να του το πάρουν. Τα πράματα ζορίζουν. Ο Περικλής παλεύει με όλους για να σώση το πιστόλι του. Και όταν απελπίζεται πυροβολεί και σκοτώνει έναν απ’ αυτούς.
Και τους δυο, τον Γκετσάλη και τον Λέλο τους καταδίκασαν σε θάνατο.
Η Γκετσάλαινα όμως είναι μια γυναίκα μ’ αληθινή λεβεντιά. Ψηλή, στητή, ολοκάθαρη, ο μαύρος κεφαλόδεσμος στο κεφάλι της ταχτικός και σφιχτοδεμένος φαντάζει σαν κορώνα.
Δεν παραπονέθηκε, δεν μοιρολόγησε. Μόνο η ανάσα της ήταν πιο γρήγορη όταν μιλούσε για το παιδί της.
«Οι γιοί μου στάθηκαν πάντα άντρες. Αυτό ήταν το χρέος τους. Ούτε μπορούσε να γίνη αλλιώς. Το όπλο τους ήταν η αντρειά τους, η λευτεριά τους. Πως να το παραδώσουν ; Έτυχε κακιά ώρα και ήρθε η συμφορά».
Την άκουγα, την κοίταζα και τη θαύμαζα. Η θλίψη έχει αυλακώσει το γερασμένο πρόσωπό της. Μα η αρχοντιά της είναι μεγάλη.
10 Οχτώβρη 1942
Κάθε επαφή με τον Άγγελο έχει σταματήσει.
Είμαστε στο έλεος του Θεού. Φαίνεται ότι πρέπει να γίνη μια αντιπαράσταση στα περίχωρα της Λαμίας. Υπάρχουν κατηγορίες κατά κάποιου Σεφεριάδη. Τι θα βγη απ’ αυτή την υπόθεση κάνεις δεν ξέρει.
15 Οχτώβρη 1942
Ο λοχαγός Στέφανος Δούκας κοντά στ’ άλλα είναι και σύνδεσμος του Γιάννη Τσιγάντε. Έρχεται ταχτικά και βλέπει τον Κωστάκη. Ο Τσιγάντες θέλει να οργάνωση το Ανώτατο Εθνικό Συμβούλιο με Πρόεδρο το Δεσπότη. Είναι δύσκολο. Χρειάζονται πρόσωπα εμπιστοσύνης και γενικού κύρους. Ο Κωστάκης δίνει ονόματα και ιδέες στον Στέφανο Δούκα και ο Δούκας τα μεταφέρει στον Τσιγάντε.
2 Νοέμβρη 1942
Το κουδούνι παίζει αδιάκοπα, επίμονα, ένα γνώριμο σκοπό. Τρέχω ν’ ανοίξω. Απίστευτο. Μέσα στην κορνίζα της πόρτας ο Άγγελος με το γυλιό του. Καθίζει, όπως είναι φορτωμένος, στην πρώτη καρέκλα που είναι μπροστά του. Μιλάει και τον ρωτώ και απαντά και όλα τα λόγια μπερδεύονται. Έγινε η αντιπαράσταση με τον κατήγορο και πείσθηκαν πως δεν ήταν αυτός ο Σεφεριάδης που καταζητούσαν.
Ούτε έχουν σημασία αυτά. Είναι εδώ και είναι καλά. Τον κοιτάζω, τον αγγίζω και δεν πιστεύουν τα μάτια μου. Μας μιλάει για τον ταγματάρχη Παπακυριαζή: «Ένας αδερφός» μας λέει. «Μας είχαν δεμένους με τις ίδιες χειροπέδες όταν μας μεταφέρανε στη Λαμία. Ούτε κει δε χωριστήκαμε. Είμαστε στο ίδιο κελλί. Του άφησα το στρωματάκι μου και ό,τι άλλο είχα που τον βόλευε. Τι δε θάδινα να τον είχα μαζί μου ελεύθερο κ’ εκείνον».
5 Νοέμβρη 1942
Άλλαξε το σπίτι μ’ αυτόν τον γυρισμό. Σαν να ξεφύγαμε από ένα βαρύ πένθος. Ο ίδιος ξαναβρήκε το χιούμορ του. Τα παιδιά γελούν και τον φροντίζουν. Ο απαισιόδοξος Κωστάκης κάνει κι’ αυτός αστεία.
16 Νοέμβρη 1942
Προχτές οι γερμανοί τουφέκισαν τον Μπούκα και σήμερα τον Γιάννη Μάστορη. Παρ’ όλες τις βαρειές κατηγορίες στο στρατοδικείο είχαμε πάντα μιαν ελπίδα. Ο Μπούκας είναι ο πρώτος ραδιοτηλεγραφητής στην υπηρεσία των φίλων μας. Τον έχουν συλλάβει από το 41. Στη δίκη του, ανάφεραν αριθμούς υποβρυχίων που χάθηκαν εξ αιτίας του. Ο Γιάννης Μάστορης είχε πομπό. Τουλάχιστον αυτά τα παλληκάρια πουλήσανε ακριβά τη ζωή τους.
23 Νοέμβρη 1942
Οι συνεννοήσεις του Τσιγάντε με τον Κωστάκη συνεχίζονται. Σ’ όλα τα κύρια σημεία έχουν συμφωνήσει. Τώρα ήρθε η ώρα να συναντηθούν με τον Αρχιεπίσκοπο.
25 Νοέμβρη 1942
Μαζεύτηκαν πάλι στο σπίτι οι φίλοι του Κωστάκη. Είναι μια ομάδα που ταχτικά συνεδριάζει και συζητεί για τις μεταπολεμικές πολιτικές εξελίξεις. Όλοι είναι παλιοί γνωστοί μας και οι περισσότεροι πολύ φίλοι μας. Σήμερα ήρθαν ο Γιώργος Οικονομόπουλος, ο Ξενοφών Ζολώτας, ο Άγγελος Αγγελόπουλος, ο Γιάννης Παρασκευόπουλος, ο Γιώργος Λάπας που είχε κρύψει τον Κωστάκη όταν διώκονταν πέρυσι, ο Πέτρος Γαρουφαλιάς. Ήρθε και για πρώτη φορά ένας Μακεδόνας πρώην βουλευτής, ο Κώστας Καραμανλής. Μιλούσε λίγο, μα ό,τι έλεγε ήταν σωστό. Μου έκανε εντύπωση η κρίση του και η ειλικρίνεια του. Θα πω του Κωστάκη να τον καλέση μια μέρα μόνο του, να τον γνωρίσω καλύτερα.
26 Νοέμβρη 1942
Χτες ανατινάχτηκε το γιοφύρι του Γοργοπόταμου. Λένε πως έπεσαν άγγλοι αλεξιπτωτιστές και έκαναν τη δουλειά μαζί με τους δικούς μας. Μα τίποτα δε ξέρομε. Το μόνο βέβαιο είναι η ανατίναξη και η μεγάλη ανακούφιση που μας κατέχει. Τουλάχιστον να μη περνούν από την Ελλάδα οι ανεφοδιασμοί του Rommel.
5 Δεκέμβρη 1942
Για αντίποινα του Γοργοπόταμου οι Ιταλοί εκτελούν ομήρους στη Λαμία. Λένε πως μέσα στους σκοτωμένους είναι και ο ταγματάρχης Παπακυριαζής. Πως φοβάμαι την αλήθεια. Θάθελα να μην τη μάθω ποτέ.
Κατέβηκα στο δωμάτιο του Αγγέλου. Είχε το κεφάλι ακουμπισμένο πάνω στο γραφείο, μέσα στο μπράτσο του. Κατάλαβα πως ήξερε για τον φίλο του περισσότερα από μένα. Του χάιδεψα τα μαλλιά. Σήκωσε το κεφάλι, ήταν κλαμένος.
— «Όπως είναι εκείνος έτσι θα μπορούσα να είμαι εγώ», μου είπε. «Κάθε μέρα παίζομε ζάρια με τη μοίρα μας».
6 Δεκέμβρη 1942
Η ανατίναξη της ΕΣΠΟ μια λύτρωση για μας, όμως μεγάλο τράνταγμα και φόβος για τους γερμανούς. Οι πατριώτες που την επιχείρησαν καθάρισαν τη χώρα από μια ομαδική προδοσία. Είναι από τα καλύτερα παλληκάρια μας. Ο αεροπόρος Κώστας Περρίκος αρχηγός της ΠΕΑΝ και οι φίλοι του, ο Μυτιληναίος, ο Κατεβάτης, ο Λόης, ο Σκούρας, η κοπέλλα η Μπίμπα, φύλακες της τιμής μας, αφού δεν έχομε πια γη.
12 Δεκέμβρη 1942
Οι γερμανοί συλλάβανε όλους τους πρωταίτιους και άλλον ανίδεο κόσμο. Όταν το βράδυ πλαγιάζομε στο δικό μας κρεββάτι, δοξάζομε το Θεό.
20 Δεκέμβρη 1942
Μέσα στην αγωνία μας, μια καλή είδηση. Ο Μυτιληναίος δραπέτευσε από τη φυλακή. Είχε μεγάλη μυϊκή ρώμη και κατάφερε να λυγίση τα σίδερα και να περάση από το παράθυρο στο άλλο δωμάτιο. Ήταν άδειο. Ένας γερμανικός μανδύας κ’ ένα πηλίκιο ήταν εκεί. Τα φόρεσε και βγήκε ήσυχα έξω.
31 Δεκέμβρη 1942
Στέκομαι απέναντι στο Παρνασσό (Στο Γερμανικό στρατοδικείο) στον τοίχο του Αη Γιώργη. Η δίκη για την υπόθεση της ΕΣΠΟ έχει τελειώσει. Περνούν τους κατάδικους.
Πολύς κόσμος είναι ακόμα απέξω.
Ο Περρίκος καταδικάστηκε σε θάνατο. Στην ανάκριση ήταν υπεύθυνος και γενναίος, όπως στη πράξη. Ως το τέλος προσπάθησε να πείση τους γερμανούς πως αυτός μόνος έκανε την ανατίναξη. Η κοπέλλα από τα μαρτύρια είχε ομολογήσει πως κι’ αυτή βοήθησε.
Η ώρα περνάει. Άλλοι συζητούν, άλλοι κλαίνε. Ο κόσμος αραιώνει, διαλύεται. Μέσα στη παγωμένη καταχνιά όλα μοιάζουν θολά. Εκεί στο πεζοδρόμιο του Παρνασσού, απολιθωμένη, σαν σβυσμένο άγαλμα, η γυναίκα του Περρίκου με τα μικρά της.
Μας κυνηγάνε χωρίς ανάπαυλα. Κάθε μέρα σκοτώνουν. Την παραμονή των Φώτων τουφέκισαν οι γερμανοί τον Δημήτρη Γιαννάτο και τους αξιωματικούς Μαλιόπουλο και Κοντόπουλο. Έχουν καταδικάσει σε θάνατο και το γιατρό Κώστα Γιαννάτο. Μ’ αυτός τρελλάθηκε και τον έκλεισαν στο Δημόσιο Ψυχιατρείο (Οι Γιαννάτοι ανήκαν στην Ο.Α.Γ. Οργάνωσις Αναστάσεως Γένους. Τους έπιασαν στα μέσα του 1942 και τους βασάνισαν σκληρά. Έτσι όλοι είχαμε πιστέψει πως ο γιατρός Κώστας Γιαννάτος είχε τρελλαθή. Μα μόλις έφυγαν οι γερμανοί ο γιατρός έγινε καλά. Η τρέλλα του ήταν απάτη. Ο Κώστας Γιαννάτος ήταν υπαρχηγός της Ο.Α.Γ. Συνεργάζονταν στενά με την οργάνωση «Βύρωνες» που δεν ήταν παρά η μονάς μυστικού πολέμου V.V. 707 του Συμμαχικού Στρατηγείου Μέσης Ανατολής με αρχηγούς τον Λουκά Λιναρά και τον δημοσιογράφο Γιάννη Ιωαννίδη. Και ο Κωστάκης κι’ εγώ είμαστε ανακατωμένοι σ’ αυτή την Οργάνωση (Ιδέ Ναυάρχου Κώνστα «Η Ελλάς κατά την δεκαετίαν 1940-50». Αθήναι 1955, σελ. 409-410). Στις 4 του Γενάρη εκτέλεσαν και τον Γ. Ιβάνωφ. Η γυναίκα του Δημήτρη Γιαννάτου Μαριάννα ήταν αδερφή του Ιβάνωφ).
Σήμερα το πρωί εκτελούν όμηρους, είκοσι πατριώτες και δεν δίνουν τα ονόματά τους, ούτε τους παραδίνουν να ταφούν. Πέφτει χιονόνερο από το πρωί. Ποιοι να είναι άραγε οι σκοτωμένοι; Ο καθένας τρέμει για τον άνθρωπό του.
Πήγα στην Αρχιεπισκοπή. Εκεί κόσμος πολύς. Όλες οι πόρτες ανοιχτές. Ακούγονται οι λυγμοί των γυναικών.
Ο Δεσπότης συννεφιασμένος κοιτάζει διάφορα ρολόγια, κλειδιά, πορτοφόλια σκόρπια πάνω στο γραφείο του. Απομεινάρια φευγάτων ψυχών. Βαρειά πέφτει η σιωπή του.
Και ο Κωστάκης, που από καιρό έχει κανονίσει τη συνάντηση του Αρχιεπισκόπου με τον Τσιγάντε για σήμερα το βράδυ στην οδόν Κυδαθηναίων!
ΦΥΛΛΑ ΚΑΤΟΧΗΣ – ΕΚΔΟΣΗ “ΤΟ ΒΗΜΑ”
ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ – ΜΟΡΦΟΠΟΙΗΣΗ: Ι.Ν.ΑΓΙΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΙΣΤΙΑΙΑΣ