Τοῦ κ. Δημητρίου Χατζηνικολάου,
πρ. Ἀν. Καθηγητοῦ Οἰκονομικῶν τοῦ Παν/μίου Ἰωαννίνων
Ἡ ἐπικαιρότης εἶναι ἄκρως ζοφερά εἰς ὅλα τά ζητήματα ἐπί τῶν ὁποίων στηρίζεται τό Ἑλληνικόν Ἔθνος. Κοινή αἰτία δι’ ὅλα τά κακά πού συμβαίνουν εἶναι αἱ προδοσίαι τῶν «κυβερνώντων» καί «κυβερνησάντων» Πολιτείαν καί Ἐκκλησίαν, ὅπου προφανῶς ἔχει γίνει καταμερισμός «ἔργου», οἱ μέν παραδίδουν τήν Ἑλλάδα εἰς τούς ἐχθρούς της, οἱ δέ ὑποτάσσουν τήν Ἐκκλησίαν εἰς τήν Νέαν Τάξιν Πραγμάτων, ἤτοι εἰς τόν διεθνῆ Σατανισμόν, μέ πρῶτον βῆμα τήν ὑποταγήν της εἰς τόν «πάπαν Ρώμης». Ὁ λαός ἀδιαφορεῖ σκανδαλωδῶς, διευκολύνων ἔτσι τό «ἔργον» τῶν προδοτῶν. Ἡ συγκυρία αὐτή εἶναι ἰδανική διά περαιτέρω προδοσίας, ὁ καθείς εἰς τόν τομέα του. Εἰς τόν τομέα «Ἐκκλησία» ἔχει ἤδη προαναγγελθῆ ἕν ἀκόμη σημαντικόν βῆμα διά τήν ὑποταγήν της εἰς τόν «πάπαν»: ἡ ἀλλαγή τοῦ Ὀρθοδόξου Πασχαλίου, οὕτως ὥστε νά ἐπιτευχθῇ ὁ κοινός ἑορτασμός τοῦ Πάσχα, μέ τελικόν στόχον τήν πλήρη ὑποταγήν εἰς τόν «πάπαν». (Μερική ὑποταγή ἔχει ἤδη γίνει ἀπό τήν 7-12-1965, ὅταν ἔγινεν ἡ «ἄρσις» τῆς ἀκοινωνησίας, ἤτοι ἡ «ἄρσις» τοῦ Σχίσματος τοῦ 1054.) Ὁ ἀκατήχητος λαός δέν γνωρίζει ὅτι ὅποιος συμβάλλει εἰς τήν ἀλλαγήν τοῦ Πασχαλίου καθιστᾶ ἑαυτόν ἀκοινώνητον καί ἀπόβλητον τῆς Ἐκκλησίας (βλ. Α՛ Κανόνα τῆς ἐν Ἀντιοχείᾳ Τοπικῆς Συνόδου, ἐπικυρωθέντος ὑπό τοῦ Β՛ Κανόνος τῆς ΣΤ՛ Οἰκουμενικῆς Συνόδου)· οὔτε γνωρίζει τί σημαίνει Παπισμός· οὔτε ὅτι ἡ ὑποταγή του εἰς αὐτόν θά ἔχῃ ὡς συνέπειαν τήν καταδίκην του εἰς τήν αἰωνίαν Κόλασιν. Σκοπός τοῦ παρόντος εἶναι ν’ ἀποκαλύψῃ ἐν συντομίᾳ τόν ἀντιχριστιανικόν χαρακτῆρα τοῦ Παπισμοῦ διά τῆς ἐκθέσεως ἀποφάσεών τινων τῆς ἐν Τριδέντῳ «συνόδου».
Ἡ ἐν Τριδέντῳ «σύνοδος» τοῦ Παπισμοῦ συνῆλθεν εἰς τρεῖς περιόδους κατά τό χρονικόν διάστημα 1545-1563, μέ στόχον τήν καταπολέμησιν τοῦ Προτεσταντισμοῦ. Εἶναι διά τόν Παπισμόν ἡ ΙΘ՛ «Οἰκουμενική σύνοδος» καί εἰσήγαγε σημαντικάς μεταρρυθμίσεις (βλ. Ἀρχιμ. Β.Κ. Στεφανίδου Ἐκκλησιαστική Ἱστορία: Ἀπ’ Ἀρχῆς Μέχρι Σήμερον, Ἐκδ. Παπαδημητρίου, Β´ Ἔκδ., 1959, σελ. 606-611). Εἰς ὀλίγους μόνον Ὀρθοδόξους, ὅμως, εἶναι γνωστόν ὅτι, ὅπως γράφει ὁ Δοσίθεος Ἱεροσολύμων, ἡ ἐν λόγῳ «σύνοδος» «ἀναθεματίζει τήν καθολικήν Ἐκκλησίαν, τούς ἁγίους πατέρας, τούς Ἀποστόλους, καί αὐτόν τόν Χριστόν»! (Βλ. Δωδεκάβιβλος, Βιβλίον ΙΑ´ Κεφ. Ε´, Παρ. Η´, Ἐκδ. Β. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη, 1983.) Θά ἀναφερθῶμεν εἰς ὀλίγα μόνον σημεῖα. Κύριαι πηγαί μας εἶναι ἡ Δωδεκάβιβλος τοῦ Δοσιθέου καί τά πρακτικά τῆς ἐν Τριδέντῳ «συνόδου» (βλ. Canons and Decrees of the Council of Trent, Ἀγγλική μετάφρασις ὑπό Rev. H.J. Schroeder, O.P., Tan Books and Publishers, Illinois, 1978).
1. Συνεδρία 3 (Φεβρ. 1546), Ὅρος ἀφορῶν τό Σύμβολον τῆς Πίστεως. Ἀφοῦ παρατίθεται τό Σύμβολον, μέ τήν προσθήκην τοῦ filioque βεβαίως, παραγγέλλεται ὅτι «ὅλοι ὅσοι δηλώνουν Χριστιανοί συμφωνοῦν ἀπαραιτήτως» μέ αὐτό τό Σύμβολον, ἄλλως εἶναι αἱρετικοί. Οὕτως, ἀναθεματίζεται ἡ Ἐκκλησία καί οἱ ἅγιοι Πατέρες, οἱ ὁποῖοι ἐθέσπισαν τό Σύμβολον χωρίς τήν προσθήκην.
2. Συνεδρία 7 (Μάρτιος 1547), Κανόνες ἐπί τοῦ Βαπτίσματος, Κανών 3: «Ἐάν τις εἴπῃ ὅτι εἰς τήν Ρωμαϊκήν Ἐκκλησίαν, ἡ ὁποία εἶναι ἡ μήτηρ καί κυρία ὅλων τῶν Ἐκκλησιῶν, δέν ὑπάρχει τό ἀληθινόν δόγμα σχετικῶς πρός τό μυστήριον τοῦ βαπτίσματος, ἄς εἶναι ἀνάθεμα» (ἡ μετάφρασις εἶναι τοῦ γράφοντος). Ὅπως γράφει ὁ Δοσίθεος, «ἡ καθολική (σ.σ. δηλαδή ἡ Ὀρθόδοξος) Ἐκκλησία ἀπό τῶν Ἀποστόλων παραλαβοῦσα, βαπτίζει εἰς τρεῖς καταδύσεις καί ἀναδύσεις διά τό τρισυπόστατον τῆς Θεότητος καί τήν τριήμερον Ἀνάστασιν». Οἱ δέ παπισταί, οἱ ὁποῖοι ἀντικατέστησαν τό βάπτισμα μέ τό «Λατινικόν ράντισμα», ἀναθεματίζουν μέ τήν ἐν λόγῳ «σύνοδον» ὅποιον λέγει ὅτι ἡ καινοτομία αὐτή δέν εἶναι καλή. Τοὐτέστιν, ἀναθεματίζουν τήν καθολικήν Ἐκκλησίαν, τούς ἁγίους πατέρας καί τούς Ἀποστόλους, οἱ ὁποῖοι ἄφησαν σαφῆ παραγγελίαν διά τήν τελετουργίαν τοῦ βαπτίσματος (βλ. Ν՛ Ἀπ. Κανόνα, Πηδάλιον, 11η Ἔκδ., «Ἀστήρ», Ἀθῆναι, 1993, σελ. 62-66).
3. Συνεδρίαι 13 (Ὀκτ. 1551) καί 21 (Ἰούλ. 1562), Ὅροι καί κανόνες ἀφορῶντες τό μυστήριον τῆς θείας Εὐχαριστίας. Ἐδῶ οἱ παπισταί ἐκαινοτόμησαν τό μέγα τοῦτο μυστήριον κατά δύο τρόπους. Πρῶτον, ἀπεφάσισαν ὅτι δέν εἶναι ἀπαραίτητον νά μεταδίδωνται τά θεῖα δῶρα καί μέ τά δύο εἴδη, τοῦ ἄρτου καί τοῦ οἴνου, ἀλλ’ ἀρκεῖ τό ἕν εἶδος. Δεύτερον, ἀπεφάσισαν ὅτι δέν εἶναι ἀπαραίτητον νά μεταδίδωνται τά θεῖα δῶρα καί εἰς τά παιδία. Ἀναθεματίζουν δέ ὅσους λέγουν ὅτι αἱ μεταρρυθμίσεις αὐταί δέν ἐγένοντο καλῶς. Συγκεκριμένως, ἐν τῷ Κεφαλαίῳ IV τῆς Συνεδρίας 21 (βλ. σελ. 134-135 τοῦ ὡς ἄνω βιβλίου τῶν πρακτικῶν τῆς «συνόδου») ἐθέσπισαν τούς ἀκολούθους κανόνας:
Κανών 1: «Ἐάν τις εἴπῃ ὅτι ἕκαστος καί ὅλοι οἱ πιστοί τοῦ Χριστοῦ ὑποχρεοῦνται, εἴτε κατόπιν ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ εἴτε ἀπό τήν ἀνάγκην διά τήν σωτηρίαν των, νά λαμβάνουν καί τά δύο εἴδη τοῦ ἁγιωτάτου μυστηρίου τῆς Εὐχαριστίας, ἄς εἶναι ἀνάθεμα».
Κανών 2: «Ἐάν τις εἴπῃ ὅτι ἡ ἁγία Καθολική (σ.σ. δηλαδή ἡ παπική) Ἐκκλησία δέν ὥρισε δικαίως ὅτι οἱ λαϊκοί καί οἱ κληρικοί πού δέν τελοῦν τόν καθαγιασμόν τῶν τιμίων δώρων πρέπει νά κοινωνοῦν μόνον ἀπό τό εἶδος τοῦ ἄρτου, ἤ ὅτι ἔχει σφάλει εἰς τό θέμα τοῦτο, ἄς εἶναι ἀνάθεμα».
Κανών 4: «Ἐάν τις εἴπῃ ὅτι ἡ κοινωνία τῆς Εὐχαριστίας εἶναι ἀπαραίτητος διά τά μικρά παιδία πρίν αὐτά φθάσουν εἰς ἡλικίαν, ὥστε ν’ ἀποφασίζουν μόνα των, ἄς εἶναι ἀνάθεμα».
Ὅπως γράφει καί πάλιν ὁ Δοσίθεος, «ὁ Κύριος μόνος ὥρισε, Λάβετε, φάγετε, καί πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες, καί οἱ ἅγιοι πατέρες οὕτως ἐδέξαντο τούς λόγους τοῦ Κυρίου, ἵνα πάντες οἱ Χριστιανοί δηλονότι τρώγωσι τό σῶμα καί πίνωσι τό αἷμα, ὁ δέ Πάπας ἐκαινοτόμησε κατά τῶν ἁγίων καί αὐτοῦ τοῦ Χριστοῦ, καί ἔκρινε τούς λαϊκούς μόνου τοῦ ἑνός εἴδους καί ἤτοι τοῦ ἄρτου κοινωνεῖν, τοῦτο δέ ἐβεβαίωσαν πρότερον καί ἐν Κωνσταντείᾳ καί Βασιλείᾳ λατινικαί Σύνοδοι, ἀπεδέχθη δέ τοῦτο καί ἡ παροῦσα μετά μεγάλης βλασφημίας, καί γάρ ἀναθεματίζει τούς λέγοντας μή εὐλόγως ποιῆσαι τοῦτο τήν ρωμαϊκήν Ἐκκλησίαν». Καί συνεχίζει: «ὁ Κύριος εἶπε, Λάβετε, φάγετε, καί πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες, καί ἡ καθολική Ἐκκλησία ἀπ’ ἀρχῆς παρεῖχε τήν κοινωνίαν τοῦ Μυστηρίου καί τοῖς παιδίοις, ἡ δέ ρωμαϊκή, ἤτοι ἡ παπική Ἐκκλησία, διώρισε μόνον τούς μεγάλους μεταλαμβάνειν, οὐμήν καί τά παιδία, τούς δέ λέγοντας μή εὐλόγως ταῦτα πεποιηκέναι τήν παπικήν Ἐκκλησίαν καί διορίσαι, ἀναθεματίζει, καί οὕτω πάλιν ἀναθεματίζει τήν καθολικήν Ἐκκλησίαν, καί τούς ἁγίους πατέρας, καί αὐτόν τόν Χριστόν»!
4. Συνεδρία 24 (Νοέμβριος 1563), Κανόνες ἀφορῶντες τό μυστήριον τοῦ γάμου, Κανών 7: «Ἐάν τις εἴπῃ ὅτι ἡ Ἐκκλησία σφάλλει διδάσκουσα ὅτι συμφώνως πρός τό εὐαγγελικόν καί ἀποστολικόν δόγμα ὁ δεσμός τοῦ γάμου δέν δύναται νά λυθῇ μονομερῶς λόγῳ μοιχείας· καί ὅτι ἀμφότεροι οἱ σύζυγοι, ἤ ἀκόμη καί μόνον τό ἀθῶον μέλος πού δέν ἐμοίχευσε, δέν δύναται νά συνάψῃ ἕτερον γάμον ἐν ὅσῳ ζῇ τό ἕτερον μέλος· καί ὅτι εἶναι ἔνοχος μοιχείας ὁ σύζυγος πού χωρίζει τήν μοιχαλίδα γυναῖκά του, διά νά συζευχθῇ μέ ἄλλην, ὅπως εἶναι καί ἡ σύζυγος πού χωρίζει τόν μοιχόν ἄνδρα της, διά νά συζευχθῇ μέ ἄλλον, ἄς εἶναι ἀνάθεμα». Σχολιάζων ὁ Δοσίθεος αὐτόν τόν κανόνα, γράφει ὅτι «ἀναθεματίζει τούς διά μοιχείαν ποιοῦντας διαζύγιον, καί οὕτως ἀναθεματίζει τόν εἰπόντα, Ὅστις ἀπολύσῃ τήν γυναῖκα αὐτοῦ παρεκτός λόγου πορνείας, καί τήν καθολικήν Ἐκκλησίαν, καί τούς ἁγίους πατέρας», τοὐτέστιν, ἀναθεματίζει τόν Χριστόν(!), διότι ἐπιτρέπει τό διαζύγιον ἕνεκα πορνείας (Ματ. 5:32 καί 19:9).
Τούτων οὕτως ἐχόντων, συμπεραίνομεν ὅτι οὐδόλως ὑπερέβαλεν ὁ «παπομάστιξ» Δοσίθεος, ὅταν ἔγραψεν ὅτι «ὁ παπισμός ἐστιν ἀντιχριστιανισμός» (Δωδεκάβιβλος, ἔ.ἀ., Βιβλ. ΙΑ՛, Κεφ. Α՛, Παρ. Δ՛) καί ὅτι οἱ παπισταί εἶναι «μεμαρτυρημένοι ψευδοπλάσται» (Δωδεκάβιβλος, Βιβλ. ΙΒ՛, Κεφ. Θ՛, Παρ. Γ՛). Οὔτε ἐψεύδετο ὅταν περιέγραφε γεγονότα, ὅπως τό ἑξῆς: «ἵνα δείξωσιν ἑαυτούς οἱ Λατῖνοι ἀρχαίους καί ἀδυσωπήτους ἐχθρούς τῶν ὀρθοδόξων, συνέτριψαν τό Τέμπλον τοῦ ἐν Βηθλεέμ Ναοῦ . . . ἐχλεύαζον καί κατεπάτουν τόν τίμιον Σταυρόν καί τάς ἁγίας Εἰκόνας ὡς ζωγραφίας δῆθεν τῶν Ρωμαίων, τήν δέ ἐν τῇ ἔμπροσθεν τοῦ ἁγίου τάφου καμάρᾳ ἁγίαν τράπεζαν, ἔνθα οἱ Πατριάρχαι διένειμαν τό ἅγιον φῶς, κατέσκαψαν» (Δωδεκάβιβλος, Βιβλ. ΙΒ՛, Κεφ. ΙΓ՛).
Πότε ἆραγε ὁ πιστός λαός θά ἐφαρμόσῃ τήν προτροπήν τοῦ Μ. Ἀθανασίου καί θά ἐκβάλῃ τούς ψευδεπισκόπους πού λέγουν τόν Παπισμόν «ἀδελφήν Ἐκκλησίαν»; Γράφει ὁ Ἅγιος: «Ἐάν ὁ ἐπίσκοπος ἤ ὁ πρεσβύτερος, οἱ ὄντες ὀφθαλμοί τῆς Ἐκκλησίας, κακῶς ἀναστρέφωνται, καὶ σκανδαλίζωσι τὸν λαόν, χρὴ αὐτούς ἐκβάλλεσθαι. Συμφέρον γὰρ ἐστιν ἄνευ αὐτῶν συναθροίζεσθαι εἰς εὐκτήριον οἶκον, ἤ μετ’ αὐτοὺς ἐμβληθῆναι, ὡς μετὰ Ἄννα καὶ Καϊάφα, εἰς τὴν γέεναν τοῦ πυρός» (βλ. Patrologia Graeca, τ. 27, σελ. 1369C). Τοὐτέστιν, ἐάν οἱ Ὀρθόδοξοι δέν θέλουν νά εἶναι μέ τήν μερίδα τῶν Ἄννα καὶ Καϊάφα, εἶναι ὑποχρεωμένοι νά μή συναθρίζωνται μέ τούς κολυμπαριστάς ψευδεπισκόπους εἰς τούς ἱερούς ναούς. Δηλαδή, εἶναι ὑποχρεωμένοι ν’ ἀποτειχισθοῦν ἀπό τούς Οἰκουμενιστάς, οἱ ὁποῖοι τώρα δέχονται εἰς κοινωνίαν ἀκόμη καί τούς φανερούς ἀνατροπεῖς τοῦ Εὐαγγελίου, ἤτοι αὐτούς πού ὑπεστήριξαν καί ἐνομιμοποίησαν ἀναισχύντως τήν ὁμοφυλοφιλίαν ὡς … θεόσδοτον κανονικότητα (15-2-2024)! Ὅπως ἔχομεν γράψει ἐπανειλημμένως, συμφώνως πρός ὅλας τάς Γραφάς, ὅλας τάς Συνόδους καί ὅλους τούς Ἁγίους Πατέρας, οἱ ἐν γνώσει κοινωνοῦντες μέ αἱρετικούς εἶναι ἐν δυνάμει ἀναθεματισμένοι.