Κυριακή 14 Ιανουαρίου 2024

«Γαλιλαια των εθνων»

Κυριακὴ μετὰ τὰ  Φῶτα (Ματθ. 4,12-17)

«Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν» (Ματθ. 4,15)

Δυὸ λέξεις εἶν᾽ αὐτές, ἀγαπητοί μου, ἀλλὰ τί σημασία ἔ­χουν; Αὐτὸ θὰ προσπαθήσου­με νὰ ἐξηγήσουμε μὲ ἁπλᾶ λόγια.
Πρὶν λίγες μέρες μᾶς ἐλέησε ὁ Θεὸς νὰ ἑ­ορτάσουμε τὴν ἑ­ορτὴ τῶν Φώτων. Σήμερα εἶ­νε Κυριακὴ μετὰ τὰ Φῶτα. Ὕμνοι καὶ ἀναγνώ­σματα εἶνε σχετικοὶ μὲ τὴν ἡμέρα τῶν Φώτων.

* * *

Τί βλέπου­με στὸ εὐαγγέλιο ποὺ ἀκούσαμε; Δὲν βλέπουμε σήμερα τὸ Χριστὸ οὔτε βρέφος στὴν ἀγκάλη τῆς Παναγίας, οὔτε ὀκτὼ ἡ­με­ρῶν νὰ περιτέμνεται, οὔτε νήπιο σαράν­τα ἡ­μερῶν νὰ προσάγεται στὸ ναό, οὔτε παι­δὶ δώδεκα χρονῶν νὰ πηγαίνῃ μὲ τὴν παρθένο Μαρία πάσχα στὰ Ἰεροσόλυμα γιὰ νὰ προσ­κυ­νήσῃ στὸ ναό. Μεγάλωσε πλέον, ἔγινε τέλειος ἄνδρας· εἶ­νε τριάντα ἐ­τῶν. Τότε ἔφυγε ἀπὸ τὴ Ναζαρέτ, πῆγε στὸν Ἰορδάνη καὶ βαπτίσθηκε ἀπὸ τὸν Ἰωάννη. Μετὰ πῆγε στὴν ἔρημο, κ᾽ ἐκεῖ σαράντα μέρες πάλεψε μὲ τὸ διάβολο καὶ τὸν νίκησε. Καὶ μετά;


Μετὰ ἦρθε πάλι στὸν κόσμο, καὶ ἄρχισε νὰ κηρύττῃ. Ποῦ κήρυξε γιὰ πρώτη φορά; σὲ καμμιὰ μεγάλη πόλι; Ὄχι. Τὰ πρῶτα λόγια του ὁ Χριστὸς τὰ εἶπε σὲ μιὰ ταπεινὴ περιφρονημένη περιοχὴ τοῦ Ἰσραήλ, στὸ βόρειο μέρος τῆς Παλαιστίνης, ἐκεῖ ποὺ κατοικοῦσαν οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ζαβουλὼν καὶ τοῦ Νεφθαλείμ. Καὶ τὸ γεγο­νὸς αὐτό, ὅτι θὰ πήγαινε ὁ Χριστὸς ἐκεῖ, εἶχε προφητευθῆ ἀπὸ τὸν Ἠσαΐα πρὶν 800 χρόνια. Καὶ πῶς ὀνομάζει ὁ Ἠσαΐας τὰ μέρη αὐτά· «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν» (Ἡσ. 9,1· Ματθ. 4,15). Ἐκεῖ, λέει, ὁ λαὸς εἶδε φῶς, ἀνέτειλε φῶς σ᾽ αὐ­τοὺς ποὺ κατοικοῦσαν στὸ σκοτάδι. Καὶ μὲ τὰ λόγια αὐτὰ ἐννοεῖ τὸ «Μετανοεῖτε» (Ματθ. 4,17), ποὺ ἀκούστηκε ἐκεῖ γιὰ πρώτη φορά.
Γιατί ἆραγε τὸ μέρος αὐτὸ τῆς ἁγίας γῆς ὀ­νομάζεται «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν»; Ἔχει σημα­σία. Ὀνομάζεται ἔτσι, διότι αὐτοὶ ποὺ κατοικοῦ­σαν ἐκεῖ στὰ σύνορα δὲν ἦταν ἀμιγεῖς Ἰσ­ρα­ηλῖτες. Εἶχαν ἀνακατευθῆ μὲ ἔθνη εἰ­δωλολατρικά, ποὺ δὲν γνώριζαν τὸν ἀληθινὸ Θεό, καὶ εἶχαν ἐπηρεασθῆ ἀπὸ τὸν τρόπο ζωῆς καὶ τὴ λατρεία τους. Δὲν ἦταν πλέον οἱ γνήσιοι Ἰσ­ραηλῖτες· εἶχαν ὑποστῆ ἐπίδρασι ἀπὸ τὰ ἤθη καὶ ἔθιμα τῶν εἰδωλολατρῶν γειτόνων. Εἶχαν γίνει λαὸς ἀνάμικτος, ἀνακατεμένος, παρδαλός.
Αὐτὸ σημαίνει «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν». Ἀλ­λὰ ἡ φράσι αὐτή, σήμε­ρα, ταιριάζει καὶ σ᾽ ἐμᾶς. Ἐμεῖς πρέπει νὰ ὀνομαστοῦμε ἔτσι. Γράψτε σ᾽ ἕνα πίνακα· Ἑλλὰς = «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν».

* * *

Ἦταν κάποτε ἡ Ἑλλὰς ἕνα καθαρὸ ἔθνος, μία ἀμιγὴς χώρα, μία καθαρὴ φυλή, λαὸς χριστιανικός. Εἶνε τὸ πρῶτο ἔθνος ποὺ πίστε­ψε στὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν. Στὴ μικρὴ αὐτὴ εὐλογημένη γωνιὰ ἱδρύθηκαν οἱ πρῶ­τες ἐκκλησίες, καὶ ὅλοι ζοῦσαν σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, μὲ ἀληθινὴ εὐγένεια, ἀπηλλα­γμένοι πιὰ ἀπὸ τὴν εἰδωλολατρία.
Ἀλλὰ τὰ τελευταῖα χρόνια τί ἔπαθε ἡ πατρί­­δα μας, ἡ ὀρθόδοξος χριστιανικὴ Ἑλλάς; Ἀ­να­κατευτήκαμε. Βγήκαμε ἔξω, ταξιδέψαμε, πή­γαμε σὲ ξένα κράτη, ἐπικοινωνήσαμε μὲ Εὐ­ρωπαίους καὶ ἄλλους λαούς. Πέντε ἑκατομμύρια εἶνε οἱ Ἕλληνες ποὺ βρίσκονται σκορπισμένοι στὰ τέσσερα σημεῖα τοῦ ὁρίζον­τος. Ἄνοιξαν ἔπειτα οἱ πόρτες τῆς Ἑλλάδος, ἦρ­θαν ξένοι σ᾽ ἐμᾶς. Ἑκατομμύρια του­ρῖ­στες δε­χόμαστε κάθε χρόνο ἀπ᾽ ὅλο τὸν κό­­σμο. Μὲ ῥα­διόφωνα τηλεοράσεις καὶ ἔντυπα μᾶς μεταδί­δονται κακὲς συνήθειες καὶ ξένα ἔθιμα. Καὶ τί πάθαμε· ἀλλοιώσαμε τὸ χαρακτῆρα μας, νοθεύ­σαμε τὰ ἤθη μας, χάσαμε τὴν παράδοσί μας. Γίναμε αὐτὸ ποὺ λέει τὸ εὐαγγέλιο, «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν»! Ὅλοι ἔχουμε ἐπηρεασθῆ.
Μήπως ὑπερβάλλω; Ὅπως ντύνονται ―μᾶλ­­λον γδύνονται― οἱ ξένοι, ἔτσι κ᾽ ἐ­μεῖς. Κολυμ­­ποῦν ἐκεῖνοι ἀνακατεμένοι, ἀρσενικοὶ καὶ θηλυκοὶ μαζὶ στὰ μπαὶν – μίξτ; τὸ ἴδιο κ᾽ ἐ­μεῖς. Χο­ρεύουν ἐκεῖνοι ἀνήθικους χορούς; τοὺς ἀκολουθοῦμε. Τραγουδοῦν ἐ­κεῖνοι ἔκφυλα τραγούδια; τὰ ἴδια κ᾽ ἐ­μεῖς. Ποῦ εἶνε τὰ τραγούδια ποὺ ἔλεγαν οἱ πρόγονοί μας; ποῦ εἶνε τὸ σεμνὸ ντύσιμο τῶν Ἑλ­ληνίδων; Ὅλα πλέον ἄλλαξαν. Καὶ ἡ γλῶσσα μας ἀκόμα κοντεύει νὰ χαθῇ. Ἕνας πολιτι­κὸς καυχήθηκε, ὅτι θὰ κάνῃ τὴν Ἑλλάδα Εὐ­ρώπη. Καὶ κάποια κυρία εἶπε ὅτι θὰ κάνῃ τὶς Ἑλληνίδες νὰ σκέπτων­ται καὶ νὰ ζοῦν σὰν Ἀμερικᾶνες. Καὶ τί θὰ μεί­νῃ πλέον ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα, τὰ βουνὰ καὶ τὰ λαγ­­κάδια; Ὅλα τ᾽ ἀλλάξαμε. Τί ἔμεινε; Τὸ τομάρι μας μόνο. Γίναμε «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν».
Ἂν ὅμως ἔχῃ ἀξία ἡ Ἑλλάς, ἡ ἀξία της εἶνε ὅτι ἔ­χει μία δική της φυσιογνωμία, ἕναν ἰδιαίτερο πολιτισμό· καὶ ὁ πολιτισμός της εἶνε ἡ Ὀρθοδοξία. Ἡ Ὀρθοδοξία εἶνε ἡ ψυχὴ τῆς Ἑλ­λάδος· ἂν χάσουμε τὴν Ὀρθοδοξία, χάσαμε τὴν Ἑλλάδα. Θέλετε τώρα μερικὰ παραδεί­γμα­τα, γιὰ νὰ δῆτε ὅτι χάνουμε αὐτὸ τὸν ὡραῖο πολιτισμὸ ποὺ εἴχαμε, τὴν Ὀρθοδοξία μας;
⃝  Ἄλλοτε, χω­ρὶς νὰ χτυποῦν καμπάνες ―ὁ Τοῦρκος δὲν ἐ­πέτρεπε―, τὴν Κυριακὴ ὅλη ἡ οἰκογένεια, μάνα πατέρας παιδιά, ἦταν στὴν ἐκκλησία. Δεῖξτε μου σήμερα, πόσες οἰ­κογένειες ἐκκλησιάζονται; Γέμισε ἡ πατρίδα μας κέν­τρα διασκε­δάσεως κατὰ τὰ δυτικὰ πρότυπα· ἐκεῖ ξενυχτοῦν οἱ Ἕλληνες, καὶ ἡ κυβέρνησις παρατείνει τὴ λειτουργία τους μέχρι τὶς πρωινὲς ὧρες. Ποιός νὰ ἐκκλησιασθῇ; Κοιμοῦνται. Πάει ὁ ἐκκλησιασμός. Γίναμε «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν». Δὲν μιμούμεθα τὰ καλὰ τῶν ξένων, μιμούμεθα μόνο τὰ κακά.
⃝    Ἄλλο παράδειγμα. Ἄντρες καὶ γυναῖκες ἑ­ωρτάζαμε ἄλλοτε τὴν ἡ­μέρα τῆς μνήμης τοῦ ἁ­γίου μας· ὁ Νίκος τοῦ ἁγίου Νικολάου, ὁ Σπύ­ρος τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος, ὁ Βασίλης τοῦ ἁ­γίου Βασιλείου, ὁ Μιχάλης τῶν Ταξιαρχῶν, κ.τ.λ.. Ὡραῖο ἔθιμο. Πάει πλέον κι αὐτό. Τώρα ἑορτάζουν τὰ γενέθλια, ποὺ δὲν εἶνε ὀρθόδοξο ἔθιμο, εἶνε φράγκικο. «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν».
⃝   Χτυποῦσε ἄλλοτε ἡ καμ­πάνα τρεῖς ἡ ὥρα τὴ νύχτα τῶν Χριστουγέννων, καὶ ὅλοι πλυμέ­νοι, καθαροί, ἐξωμολογημένοι, πήγαιναν μὲ τὰ φανάρια στὴν ἐκκλησία ν᾽ ἀκούσουν τὸ «Χριστὸς γεννᾶται…». Τώρα τὰ Χριστούγεννα ξενυχτοῦν στὰ ξενόφερτα ρεβεγιόν. Χάσαμε ἐκεῖνο τὸ ὀρ­θόδοξο ὕφος, ξεπουλήσαμε τὰ πάντα. Ἐπιτρέψτε μου νὰ μεταχειρισθῶ σκληρὴ λέξι γιὰ νὰ μὲ καταλάβετε· μπασταρδέψαμε. Γίναμε «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν».
⃝   Προχωρῶ σὲ κάτι ἄλλο. Στὴν Ἑλλάδα ἄλλοτε δὲν ἔβγαινε διαζύγιο. Τώρα; Φάμπρικα! Ἀπὸ τὰ διαζύγια ζοῦν οἱ δικηγόροι. Διώχνουν τὶς γυ­ναῖκες τους οἱ ξένοι; τὶς διώχνουν καὶ οἱ Ἕλ­λη­νες, ἀφοῦ οἱ νέοι νόμοι διευκολύνουν. «Γα­λιλαία τῶν ἐθνῶν» καταντήσαμε, ξεφύγαμε.
⃝    Καὶ κάτι ἐκφυλιστικό. Ἄλλοτε, ἂν ἀκουγόταν ὅτι κάποιος εἶνε ὁμοφυλόφιλος, ὅτι δηλα­δή, ἐνῷ εἶνε ἄντρας, δὲ σμίγει μὲ γυναῖκα ἀλ­λὰ σμίγει μὲ ἄντρα, αὐτὸ ἐθεωρεῖτο βδέλυ­γμα. Τὸ ἔκαναν οἱ Ἄγγλοι στὸ Λονδῖ­νο· εἶνε νό­σημα τῶν λόρδων. Τώρα ἀπὸ ᾽κεῖ ἦρθε κ᾽ ἐδῶ. Οἱ ὁ­μοφυλόφιλοι ἔκαναν καὶ σωματεῖο! Οἱ φτωχοὶ πρόγονοί μας κατοικοῦσαν σὲ καλύβες, ἀλλὰ ζοῦσαν σὰν ἄγγελοι. Τώρα σὲ πολυκατοικίες μὲ ὅλα τὰ κομφὸρ ζοῦν δαίμονες, κτήνη, καὶ χειρότερα. Καὶ ἡ τιμωρία εἶνε, ὅτι ἀπὸ τὴν ὁ­μοφυλοφιλία καὶ τὴ σαρκολατρία ἐν γένει προ­ῆλθε τὸ ἔιτζ, φοβερὴ ἀσθένεια. Καὶ ἔχουμε ἤδη χιλιάδες κρούσματα· διότι μεταδίδεται ἡ ἀσθένεια αὐτή. Ξεπάστρεμα τῆς ἐκφύλου γενεᾶς μας, ποὺ ἔγινε «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν».

* * *

Τί μᾶς μένει, ἀγαπητοί μου; Ν᾽ ἀκούσουμε καὶ νὰ ἐφαρμόσουμε ἐκείνη τὴν πρώτη λέξι ποὺ εἶπε ὁ Χριστός. Ὅλες οἱ λέξεις τοῦ Χριστοῦ μας ἔ­χουν ἀξία, ἀλ­λὰ ἰδιαιτέρως ἡ πρώτη καὶ ἡ τελευταία ποὺ εἶπε. Ἡ πρώτη λέξι ποὺ βγῆκε ἀ­πὸ τὰ πανάχραντα χείλη τοῦ Χριστοῦ μας εἶ­νε τὸ «Μετανοεῖτε» (Ματθ. 4,17), καὶ ἡ τελευ­ταία λέξι ποὺ εἶπε ἐπάνω στὸ σταυρὸ εἶνε τὸ «Τετέλεσται» (Ἰωάν. 19,30).
«Μετανοεῖτε», εἶπε ὁ Χριστός. «Μετανοεῖ­τε» ἄντρες καὶ γυναῖκες, κλῆρος καὶ λαός, μικροὶ καὶ μεγάλοι. Ὁ δρόμος ποὺ πήραμε εἶ­νε λάθος. Σωστὸς δρόμος εἶνε μόνο ἡ ὁδὸς ὅπου μᾶς καλεῖ ὁ Χριστός. Ξεφύγαμε, ἀπομακρυνθήκαμε, βρεθήκαμε μακριὰ ἀπὸ τὶς ῥίζες μας. Γίναμε Εὐρωπαῖοι, λαὸς ἔκφυλος, γεμᾶτος ἐ­λαττώματα. Ποῦ εἶνε οἱ προγονικὲς ἀρετές; ποῦ εἶνε ἡ εὐγένεια, ἡ σεμνότης, ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, ἡ ἐρ­γατικότης, ἡ τιμιότης, ἡ φιλαλήθεια, ἡ συνέπεια, ἡ ἀκρίβεια;… Γίναμε «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν», λαὸς μπάσταρδος, φύγαμε μακριὰ ἀπὸ τὸ Θεό. Ἕνα μᾶς ὑπολείπεται· νὰ μετανοήσουμε, μετάνοια καὶ ἐξομολόγησις.
Εἴθε ὁ Θεὸς νὰ μᾶς δώσῃ ἕνα δάκρυ, δάκρυ ἀπὸ ᾽κεῖνα ποὺ ἔχυναν οἱ ἅγιοι, κι αὐτὸ νὰ γί­νῃ Ἰορδάνης, μέσα στὸν ὁποῖο θὰ πλύνουμε τὰ ἁ­μαρτήματά μας. Διαφορετικά, μᾶς περιμένει τσεκούρι καὶ φωτιά. Τὸ εἶπε ὁ Πρόδρομος· Δέν­τρο, ποὺ δὲν κάνει καρπό, «ἐκκόπτεται καὶ εἰς πῦρ βάλλεται» (Ματθ. 3,10)· τὸ ἄκαρπο δέντρο τὸ κόβουν καὶ τὸ καῖνε. Γι᾽ αὐτὸ «Μετανοεῖτε».
Εἴθε, ἀγαπητοί μου, τὰ ἁπλᾶ καὶ φτωχὰ αὐ­τὰ λόγια, ποὺ σᾶς εἶπα, νὰ τὰ ἐφαρμόσετε.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(Ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου στον ιερό ναό του Ἁγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης 11-1-1987)

https://www.augoustinos-kantiotis.gr/?p=107525#more-107525