Κυριακὴ μετὰ τὰ Φῶτα (Ματθ. 4,12-17)
«Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν» (Ματθ. 4,15)
Δυὸ λέξεις εἶν᾽ αὐτές, ἀγαπητοί μου, ἀλλὰ τί σημασία ἔχουν; Αὐτὸ θὰ προσπαθήσουμε νὰ ἐξηγήσουμε μὲ ἁπλᾶ λόγια.
Πρὶν λίγες μέρες μᾶς ἐλέησε ὁ Θεὸς νὰ ἑορτάσουμε τὴν ἑορτὴ τῶν
Φώτων. Σήμερα εἶνε Κυριακὴ μετὰ τὰ Φῶτα. Ὕμνοι καὶ ἀναγνώσματα εἶνε
σχετικοὶ μὲ τὴν ἡμέρα τῶν Φώτων.
* * *
Μετὰ ἦρθε πάλι στὸν κόσμο, καὶ ἄρχισε νὰ κηρύττῃ. Ποῦ κήρυξε γιὰ
πρώτη φορά; σὲ καμμιὰ μεγάλη πόλι; Ὄχι. Τὰ πρῶτα λόγια του ὁ Χριστὸς τὰ
εἶπε σὲ μιὰ ταπεινὴ περιφρονημένη περιοχὴ τοῦ Ἰσραήλ, στὸ βόρειο μέρος
τῆς Παλαιστίνης, ἐκεῖ ποὺ κατοικοῦσαν οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ζαβουλὼν καὶ τοῦ
Νεφθαλείμ. Καὶ τὸ γεγονὸς αὐτό, ὅτι θὰ πήγαινε ὁ Χριστὸς ἐκεῖ, εἶχε
προφητευθῆ ἀπὸ τὸν Ἠσαΐα πρὶν 800 χρόνια. Καὶ πῶς ὀνομάζει ὁ Ἠσαΐας τὰ
μέρη αὐτά· «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν» (Ἡσ. 9,1· Ματθ. 4,15). Ἐκεῖ, λέει, ὁ
λαὸς εἶδε φῶς, ἀνέτειλε φῶς σ᾽ αὐτοὺς ποὺ κατοικοῦσαν στὸ σκοτάδι. Καὶ
μὲ τὰ λόγια αὐτὰ ἐννοεῖ τὸ «Μετανοεῖτε» (Ματθ. 4,17), ποὺ ἀκούστηκε ἐκεῖ
γιὰ πρώτη φορά.
Γιατί ἆραγε τὸ μέρος αὐτὸ τῆς ἁγίας γῆς ὀνομάζεται «Γαλιλαία
τῶν ἐθνῶν»; Ἔχει σημασία. Ὀνομάζεται ἔτσι, διότι αὐτοὶ ποὺ κατοικοῦσαν
ἐκεῖ στὰ σύνορα δὲν ἦταν ἀμιγεῖς Ἰσραηλῖτες. Εἶχαν ἀνακατευθῆ μὲ ἔθνη
εἰδωλολατρικά, ποὺ δὲν γνώριζαν τὸν ἀληθινὸ Θεό, καὶ εἶχαν ἐπηρεασθῆ
ἀπὸ τὸν τρόπο ζωῆς καὶ τὴ λατρεία τους. Δὲν ἦταν πλέον οἱ γνήσιοι
Ἰσραηλῖτες· εἶχαν ὑποστῆ ἐπίδρασι ἀπὸ τὰ ἤθη καὶ ἔθιμα τῶν εἰδωλολατρῶν
γειτόνων. Εἶχαν γίνει λαὸς ἀνάμικτος, ἀνακατεμένος, παρδαλός.
Αὐτὸ σημαίνει «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν». Ἀλλὰ ἡ φράσι αὐτή, σήμερα,
ταιριάζει καὶ σ᾽ ἐμᾶς. Ἐμεῖς πρέπει νὰ ὀνομαστοῦμε ἔτσι. Γράψτε σ᾽ ἕνα
πίνακα· Ἑλλὰς = «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν».
* * *
Ἦταν κάποτε ἡ Ἑλλὰς ἕνα καθαρὸ
ἔθνος, μία ἀμιγὴς χώρα, μία καθαρὴ φυλή, λαὸς χριστιανικός. Εἶνε τὸ
πρῶτο ἔθνος ποὺ πίστεψε στὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν. Στὴ μικρὴ αὐτὴ
εὐλογημένη γωνιὰ ἱδρύθηκαν οἱ πρῶτες ἐκκλησίες, καὶ ὅλοι ζοῦσαν
σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, μὲ ἀληθινὴ εὐγένεια, ἀπηλλαγμένοι πιὰ
ἀπὸ τὴν εἰδωλολατρία.
Ἀλλὰ τὰ τελευταῖα χρόνια τί ἔπαθε ἡ πατρίδα μας, ἡ ὀρθόδοξος
χριστιανικὴ Ἑλλάς; Ἀνακατευτήκαμε. Βγήκαμε ἔξω, ταξιδέψαμε, πήγαμε σὲ
ξένα κράτη, ἐπικοινωνήσαμε μὲ Εὐρωπαίους καὶ ἄλλους λαούς. Πέντε
ἑκατομμύρια εἶνε οἱ Ἕλληνες ποὺ βρίσκονται σκορπισμένοι στὰ τέσσερα
σημεῖα τοῦ ὁρίζοντος. Ἄνοιξαν ἔπειτα οἱ πόρτες τῆς Ἑλλάδος, ἦρθαν
ξένοι σ᾽ ἐμᾶς. Ἑκατομμύρια τουρῖστες δεχόμαστε κάθε χρόνο ἀπ᾽ ὅλο τὸν
κόσμο. Μὲ ῥαδιόφωνα τηλεοράσεις καὶ ἔντυπα μᾶς μεταδίδονται κακὲς
συνήθειες καὶ ξένα ἔθιμα. Καὶ τί πάθαμε· ἀλλοιώσαμε τὸ χαρακτῆρα μας,
νοθεύσαμε τὰ ἤθη μας, χάσαμε τὴν παράδοσί μας. Γίναμε αὐτὸ ποὺ λέει τὸ
εὐαγγέλιο, «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν»! Ὅλοι ἔχουμε ἐπηρεασθῆ.
Μήπως ὑπερβάλλω; Ὅπως ντύνονται ―μᾶλλον γδύνονται― οἱ ξένοι,
ἔτσι κ᾽ ἐμεῖς. Κολυμποῦν ἐκεῖνοι ἀνακατεμένοι, ἀρσενικοὶ καὶ θηλυκοὶ
μαζὶ στὰ μπαὶν – μίξτ; τὸ ἴδιο κ᾽ ἐμεῖς. Χορεύουν ἐκεῖνοι ἀνήθικους
χορούς; τοὺς ἀκολουθοῦμε. Τραγουδοῦν ἐκεῖνοι ἔκφυλα τραγούδια; τὰ ἴδια
κ᾽ ἐμεῖς. Ποῦ εἶνε τὰ τραγούδια ποὺ ἔλεγαν οἱ πρόγονοί μας; ποῦ εἶνε τὸ
σεμνὸ ντύσιμο τῶν Ἑλληνίδων; Ὅλα πλέον ἄλλαξαν. Καὶ ἡ γλῶσσα μας ἀκόμα
κοντεύει νὰ χαθῇ. Ἕνας πολιτικὸς καυχήθηκε, ὅτι θὰ κάνῃ τὴν Ἑλλάδα
Εὐρώπη. Καὶ κάποια κυρία εἶπε ὅτι θὰ κάνῃ τὶς Ἑλληνίδες νὰ σκέπτωνται
καὶ νὰ ζοῦν σὰν Ἀμερικᾶνες. Καὶ τί θὰ μείνῃ πλέον ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα, τὰ
βουνὰ καὶ τὰ λαγκάδια; Ὅλα τ᾽ ἀλλάξαμε. Τί ἔμεινε; Τὸ τομάρι μας μόνο.
Γίναμε «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν».
Ἂν ὅμως ἔχῃ ἀξία ἡ Ἑλλάς, ἡ ἀξία της εἶνε ὅτι ἔχει μία δική της
φυσιογνωμία, ἕναν ἰδιαίτερο πολιτισμό· καὶ ὁ πολιτισμός της εἶνε ἡ
Ὀρθοδοξία. Ἡ Ὀρθοδοξία εἶνε ἡ ψυχὴ τῆς Ἑλλάδος· ἂν χάσουμε τὴν
Ὀρθοδοξία, χάσαμε τὴν Ἑλλάδα. Θέλετε τώρα μερικὰ παραδείγματα, γιὰ νὰ
δῆτε ὅτι χάνουμε αὐτὸ τὸν ὡραῖο πολιτισμὸ ποὺ εἴχαμε, τὴν Ὀρθοδοξία μας;
⃝ Ἄλλοτε, χωρὶς νὰ χτυποῦν καμπάνες ―ὁ Τοῦρκος δὲν ἐπέτρεπε―,
τὴν Κυριακὴ ὅλη ἡ οἰκογένεια, μάνα πατέρας παιδιά, ἦταν στὴν ἐκκλησία.
Δεῖξτε μου σήμερα, πόσες οἰκογένειες ἐκκλησιάζονται; Γέμισε ἡ πατρίδα
μας κέντρα διασκεδάσεως κατὰ τὰ δυτικὰ πρότυπα· ἐκεῖ ξενυχτοῦν οἱ
Ἕλληνες, καὶ ἡ κυβέρνησις παρατείνει τὴ λειτουργία τους μέχρι τὶς
πρωινὲς ὧρες. Ποιός νὰ ἐκκλησιασθῇ; Κοιμοῦνται. Πάει ὁ ἐκκλησιασμός.
Γίναμε «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν». Δὲν μιμούμεθα τὰ καλὰ τῶν ξένων, μιμούμεθα
μόνο τὰ κακά.
⃝ Ἄλλο παράδειγμα. Ἄντρες καὶ γυναῖκες ἑωρτάζαμε ἄλλοτε τὴν
ἡμέρα τῆς μνήμης τοῦ ἁγίου μας· ὁ Νίκος τοῦ ἁγίου Νικολάου, ὁ Σπύρος
τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος, ὁ Βασίλης τοῦ ἁγίου Βασιλείου, ὁ Μιχάλης τῶν
Ταξιαρχῶν, κ.τ.λ.. Ὡραῖο ἔθιμο. Πάει πλέον κι αὐτό. Τώρα ἑορτάζουν τὰ
γενέθλια, ποὺ δὲν εἶνε ὀρθόδοξο ἔθιμο, εἶνε φράγκικο. «Γαλιλαία τῶν
ἐθνῶν».
⃝ Χτυποῦσε ἄλλοτε ἡ καμπάνα τρεῖς ἡ ὥρα τὴ νύχτα τῶν
Χριστουγέννων, καὶ ὅλοι πλυμένοι, καθαροί, ἐξωμολογημένοι, πήγαιναν μὲ
τὰ φανάρια στὴν ἐκκλησία ν᾽ ἀκούσουν τὸ «Χριστὸς γεννᾶται…». Τώρα τὰ
Χριστούγεννα ξενυχτοῦν στὰ ξενόφερτα ρεβεγιόν. Χάσαμε ἐκεῖνο τὸ
ὀρθόδοξο ὕφος, ξεπουλήσαμε τὰ πάντα. Ἐπιτρέψτε μου νὰ μεταχειρισθῶ
σκληρὴ λέξι γιὰ νὰ μὲ καταλάβετε· μπασταρδέψαμε. Γίναμε «Γαλιλαία τῶν
ἐθνῶν».
⃝ Προχωρῶ σὲ κάτι ἄλλο. Στὴν Ἑλλάδα ἄλλοτε δὲν ἔβγαινε διαζύγιο.
Τώρα; Φάμπρικα! Ἀπὸ τὰ διαζύγια ζοῦν οἱ δικηγόροι. Διώχνουν τὶς
γυναῖκες τους οἱ ξένοι; τὶς διώχνουν καὶ οἱ Ἕλληνες, ἀφοῦ οἱ νέοι
νόμοι διευκολύνουν. «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν» καταντήσαμε, ξεφύγαμε.
⃝ Καὶ κάτι ἐκφυλιστικό. Ἄλλοτε, ἂν ἀκουγόταν ὅτι κάποιος εἶνε
ὁμοφυλόφιλος, ὅτι δηλαδή, ἐνῷ εἶνε ἄντρας, δὲ σμίγει μὲ γυναῖκα ἀλλὰ
σμίγει μὲ ἄντρα, αὐτὸ ἐθεωρεῖτο βδέλυγμα. Τὸ ἔκαναν οἱ Ἄγγλοι στὸ
Λονδῖνο· εἶνε νόσημα τῶν λόρδων. Τώρα ἀπὸ ᾽κεῖ ἦρθε κ᾽ ἐδῶ. Οἱ
ὁμοφυλόφιλοι ἔκαναν καὶ σωματεῖο! Οἱ φτωχοὶ πρόγονοί μας κατοικοῦσαν σὲ
καλύβες, ἀλλὰ ζοῦσαν σὰν ἄγγελοι. Τώρα σὲ πολυκατοικίες μὲ ὅλα τὰ
κομφὸρ ζοῦν δαίμονες, κτήνη, καὶ χειρότερα. Καὶ ἡ τιμωρία εἶνε, ὅτι ἀπὸ
τὴν ὁμοφυλοφιλία καὶ τὴ σαρκολατρία ἐν γένει προῆλθε τὸ ἔιτζ, φοβερὴ
ἀσθένεια. Καὶ ἔχουμε ἤδη χιλιάδες κρούσματα· διότι μεταδίδεται ἡ
ἀσθένεια αὐτή. Ξεπάστρεμα τῆς ἐκφύλου γενεᾶς μας, ποὺ ἔγινε «Γαλιλαία
τῶν ἐθνῶν».
* * *
Τί μᾶς μένει, ἀγαπητοί μου; Ν᾽
ἀκούσουμε καὶ νὰ ἐφαρμόσουμε ἐκείνη τὴν πρώτη λέξι ποὺ εἶπε ὁ Χριστός.
Ὅλες οἱ λέξεις τοῦ Χριστοῦ μας ἔχουν ἀξία, ἀλλὰ ἰδιαιτέρως ἡ πρώτη καὶ
ἡ τελευταία ποὺ εἶπε. Ἡ πρώτη λέξι ποὺ βγῆκε ἀπὸ τὰ πανάχραντα χείλη
τοῦ Χριστοῦ μας εἶνε τὸ «Μετανοεῖτε» (Ματθ. 4,17), καὶ ἡ τελευταία
λέξι ποὺ εἶπε ἐπάνω στὸ σταυρὸ εἶνε τὸ «Τετέλεσται» (Ἰωάν. 19,30).
«Μετανοεῖτε», εἶπε ὁ Χριστός. «Μετανοεῖτε» ἄντρες καὶ γυναῖκες,
κλῆρος καὶ λαός, μικροὶ καὶ μεγάλοι. Ὁ δρόμος ποὺ πήραμε εἶνε λάθος.
Σωστὸς δρόμος εἶνε μόνο ἡ ὁδὸς ὅπου μᾶς καλεῖ ὁ Χριστός. Ξεφύγαμε,
ἀπομακρυνθήκαμε, βρεθήκαμε μακριὰ ἀπὸ τὶς ῥίζες μας. Γίναμε Εὐρωπαῖοι,
λαὸς ἔκφυλος, γεμᾶτος ἐλαττώματα. Ποῦ εἶνε οἱ προγονικὲς ἀρετές; ποῦ
εἶνε ἡ εὐγένεια, ἡ σεμνότης, ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, ἡ ἐργατικότης, ἡ
τιμιότης, ἡ φιλαλήθεια, ἡ συνέπεια, ἡ ἀκρίβεια;… Γίναμε «Γαλιλαία τῶν
ἐθνῶν», λαὸς μπάσταρδος, φύγαμε μακριὰ ἀπὸ τὸ Θεό. Ἕνα μᾶς ὑπολείπεται·
νὰ μετανοήσουμε, μετάνοια καὶ ἐξομολόγησις.
Εἴθε ὁ Θεὸς νὰ μᾶς δώσῃ ἕνα δάκρυ, δάκρυ ἀπὸ ᾽κεῖνα ποὺ ἔχυναν
οἱ ἅγιοι, κι αὐτὸ νὰ γίνῃ Ἰορδάνης, μέσα στὸν ὁποῖο θὰ πλύνουμε τὰ
ἁμαρτήματά μας. Διαφορετικά, μᾶς περιμένει τσεκούρι καὶ φωτιά. Τὸ εἶπε ὁ
Πρόδρομος· Δέντρο, ποὺ δὲν κάνει καρπό, «ἐκκόπτεται καὶ εἰς πῦρ
βάλλεται» (Ματθ. 3,10)· τὸ ἄκαρπο δέντρο τὸ κόβουν καὶ τὸ καῖνε. Γι᾽
αὐτὸ «Μετανοεῖτε».
Εἴθε, ἀγαπητοί μου, τὰ ἁπλᾶ καὶ φτωχὰ αὐτὰ λόγια, ποὺ σᾶς εἶπα, νὰ τὰ ἐφαρμόσετε.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(Ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου στον ιερό ναό του Ἁγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης 11-1-1987)