Τήν πρώτη Κυριακή μετά τή μεγάλη ἑορτή τῶν Θεοφανείων, ὅπου μέ τήν Βάπτιση τοῦ Υἱοῦ φανερώνεται ὅλη ἡ Ἁγία Τριάδα καί φωτίζεται ἔτσι ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου γιά τόν Τριαδικό Θεό, ἡ Ἐκκλησία μας διά τοῦ Εὐαγγελιστή Ματθαίου μιλάει ὅπως ἀκούσαμε στό Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα, χριστιανοί μου, γιά τήν ἐκπλήρωση τῶν προφητειῶν τῆς Π. Διαθήκης καί γιά τό φῶς πού ἔλαμψε στό σκοτάδι.
Ὁ Κύριός μας, λέγει ὁ Εὐαγγελιστής, μετά τή σύλληψη τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου κατοίκησε στήν Καπερναούμ, πόλη πού βρίσκεται στήν περιοχή τῶν φυλῶν Ζαβουλών καί Νεφθαλείμ. Στήν περιοχή αὐτή κατοικοῦσαν πολλοί εἰδωλολάτρες, οἱ ὁποῖοι ζοῦσαν στό σκοτάδι τῆς πίστεως σέ ψεύτικους θεούς. Γι’ αὐτό ὁ προφήτης Ἡσαΐας ἀπό τά βάθη τῶν αἰώνων προφητεύει˙ «ὁ λαός ὁ καθήμενος ἐν σκότει εἶδε φῶς μέγα, καί τοῖς καθημένοις ἐν χώρᾳ καί σκιᾷ θανάτου φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς».
Τό φῶς βέβαια εἶναι ὁ Χριστός καί τό κήρυγμα μετανοίας καί ἀποκατάστασης τῶν σχέσεων τῶν ἀνθρώπων μέ τό Θεό. «Μετανοεῖτε∙ ἤγγικε γάρ ἡ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν».
Μιλάει γιά συνεχῆ μετάνοια καί ἐπαγρύπνιση. Δέν λέει μετανοεῖστε, ἀλλά μετανοεῖτε, διότι γνωρίζει ὅτι ἡ ζωή τοῦ ἀνθρώπου εἶναι μιά συνεχής πάλη τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ, τῆς πτώσεως καί τῆς ἐγέρσεως, τῆς φθορᾶς καί τῆς ἀφθαρσίας. Τό καλό, τήν ἀνόρθωση καί τήν ἀφθαρσία ἔφερε καί φέρνει ὁ Χριστός μέ τό κήρυγμα, τή ζωή, τό Σταυρό καί τήν Ἀνάστασή Του στή ζωή τοῦ ἀνθρώπου. Ἀρκεῖ ὁ ἄνθρωπος νά πιστέψει σ’ Αὐτόν, νά ζήσει μ’ Αὐτόν διά τῶν Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας καί νά πεθάνει γι’ Αὐτόν θυσιάζοντας τ’ ἁμαρτωλά, ψυχοφθόρα καί σωματοκτόνα πάθη του. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος βρίσκει τό Φῶς, τή Ζωή, τήν Ἀλήθεια.
Ὁ Μέγας Ἀντώνιος λέγει : «ὅπως τό σῶμα πού δέν ἔχει μάτια εἶναι τυφλό καί δέν βλέπει τόν ἥλιο πού φωτίζει τή γῆ καί τή θάλασσα, οὔτε μπορεῖ ν’ ἀπολαύσει τό φῶς, ἔτσι καί ἡ ψυχή πού δέν ἔχει ἀγαθό νοῦ κι ἐνάρετη ζωή, εἶναι τυφλή καί δέν κατανοεῖ τόν Θεό, τόν Δημιουργό κι Εὐεργέτη τῶν ὅλων, οὔτε τόν δοξάζει, οὔτε μπορεῖ ν’ ἀπολαύσει τήν ἀφθαρσία του καί τά αἰώνια ἀγαθά».
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος παύει νά ζῆ γιά τόν ἑαυτό του, μπορεῖ νά γευθῆ ἀληθινή χαρά, νά ἀφήσει τό σκοτάδι καί νά ἰδῆ τό φῶς. Ἀμήν.
Πρωτ.π. Παν. Μεγαλοκονόμος