Στὸ τελευταῖο κεφάλαιο (22ο) τοῦ
τελευταίου βιβλίου τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τοῦ ὑπέροχου βιβλίου τῆς
Ἀποκαλύψεως, περιγράφεται ὁ οὐράνιος Παράδεισος, ἡ αἰώνια καὶ
μακαρία ζωὴ τῶν δικαίων. Ὅμως μετὰ τὸν ἕβδομο καὶ τελευταῖο μακαρισμό,
μετὰ τὴν εὐλογημένη λέξη «μακάριοι», ποὺ ἀφορᾶ ὅσους θὰ εὐφραίνονται
στὸν πνευματικὸ Παράδεισο τοῦ τριαδικοῦ Θεοῦ, ἀκούγεται ὁ κεραυνοβόλος
θεῖος λόγος «ἔξω»! Ἕνας λόγος ποὺ προκαλεῖ ἴλιγγο, σύγκρυο, φρίκη,
τρόμο! «Ἔξω» καὶ μακριὰ ἀπὸ τὸν παμπόθητο Παράδεισο μὲ τὰ αἰώνια ἀγαθά
του, ποιοί; «οἱ κύνες καὶ οἱ φαρμακοὶ καὶ οἱ πόρνοι καὶ οἱ εἰδωλολάτραι
καὶ πᾶς ὁ φιλῶν καὶ ποιῶν ψεῦδος» (Ἀποκ. κβ΄ [22] 14-15). Ἔξω οἱ
ἀδιάντροποι σὰν τὰ σκυλιά, οἱ μάγοι καὶ οἱ πόρνοι καὶ οἱ εἰδωλολάτρες
καὶ καθένας ποὺ ἀγαπᾶ καὶ διαπράττει τὴν ἀπάτη καὶ τὴν πλάνη τῆς
ἁμαρτίας.
Πρῶτοι στὸν κατάλογο τῶν δυστυχισμένων ἀνθρώπων ποὺ ἀποκλείονται ἀπὸ τὴν μακαριότητα τοῦ Παραδείσου, «οἱ κύνες», οἱ κίναιδοι, κατὰ τὸν ἑρμηνευτὴ Ἀρέθα, οἱ ὁμοφυλόφιλοι!
Γιατί αὐτὸς ὁ ἀποκλεισμός; Διότι πρόκειται γιὰ βαρύτατο ἁμάρτημα. Ἁμάρτημα ποὺ καταδικάζεται τόσο αὐστηρὰ ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι μόνο στὸ τελευταῖο κεφάλαιο τοῦ τελευταίου βιβλίου τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Διότι ἤδη στὸ πρῶτο βιβλίο τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τὴ Γένεση, ἔχουμε φοβερὴ καταδίκη τοῦ βδελυκτοῦ αὐτοῦ ἁμαρτήματος μὲ τὴν ὁλοσχερὴ καταστροφὴ τῶν πόλεων Σοδόμων καὶ Γομόρρων. Οἱ κάτοικοι τῶν δύο ἐκείνων περιοχῶν εἶχαν ὅλοι – νέοι καὶ γέροι – ὑποδουλωθεῖ στὸ πάθος αὐτό, τὸ ἀτιμωτικότερο τῶν παθῶν, ὥστε προκάλεσαν τὴν ὀργὴ τοῦ Θεοῦ. Ἡ ὀργὴ δὲ αὐτὴ ἐκδηλώθηκε μὲ τὸ νὰ βρέξει ὁ Θεὸς ἀπὸ τὸν οὐρανὸ «θεῖον καὶ πῦρ», μὲ τὰ ὁποῖα «κατέστρεψε τὰς πόλεις ταύτας καὶ πᾶσαν τὴν περίχωρον καὶ πάντας τοὺς κατοικοῦντας ἐν ταῖς πόλεσιν» καὶ ὅλη τὴ βλάστηση τῆς ὡραίας καὶ πλούσιας ἐκείνης περιοχῆς! (βλ. Γεν. ιθ΄ [19] 1-28). Ἀργότερα τὸ ἀπαίσιο αὐτὸ ἁμάρτημα καταδικάζεται δύο φορὲς στὸ βιβλίο τοῦ Λευϊτικοῦ (Λευϊτ. ιη΄ [18] 22· κ΄ [20] 13).
Τὸ φοβερὸ γεγονὸς τῆς καταστροφῆς τῶν Σοδόμων καὶ Γομόρρων μαρτυρεῖται ἱστορικῶς καὶ διαχρονικῶς ἀπὸ τὴ Νεκρὰ θάλασσα. Κάτω ἀπὸ τὸν ὑγρὸ αὐτὸ τάφο βρίσκονται τὰ Σόδομα καὶ τὰ Γόμορρα. Αἰῶνες τώρα θειοῦχες ἀναθυμιάσεις δηλητηριάζουν τὴν περιοχή. Ζωὴ δὲν ὑπάρχει στὰ νερά της. Στὴν ἐπιφάνειά της ἐπιπλέουν σβῶλοι θειαφιοῦ. Οἱ ἄνθρωποι δὲν βυθίζονται λόγῳ τῆς πυκνότητος τοῦ νεροῦ.
Ἀλλ’ ἐκτὸς ἀπὸ τὴ διαχρονικὴ παρουσία τῆς Νεκρᾶς θαλάσσης, ποὺ βοᾶ καὶ κράζει πόσο ὁ Θεὸς ἀπεχθάνεται τὸ βαρύτατο ἁμάρτημα τῆς ὁμοφυλοφιλίας, ἔχουμε καὶ τὶς μαρτυρίες τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ (βλ. Ματθ. ι΄ [10] 14-15· ια΄ [11] 23-24· Λουκ. ιζ΄ [17] 20-29) καὶ τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, ποὺ μιλοῦν στὴν Καινὴ Διαθήκη γιὰ τὴ μεγάλη αὐτὴ ἁμαρτία καὶ ἀναφέρονται στὶς ἁμαρτωλὲς ἐκεῖνες πόλεις καὶ τὴν τιμωρία τους (βλ. Ἰούδα 7).
Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ μιλάει ἀναλυτικότερα καὶ καταφέρεται σαφῶς κατὰ τοῦ βδελυκτοῦ αὐτοῦ ἁμαρτήματος εἶναι ὁ ἅγιος ἀπόστολος Παῦλος. Ἡ γλώσσα ποὺ χρησιμοποιεῖ περιγράφοντας τὰ πάθη αὐτὰ εἶναι ἔντονα ρεαλιστική. Ἐπειδή, λέγει, οἱ ἄνθρωποι λάτρευσαν τὴν κτίση παραμερίζοντας μὲ περιφρόνηση τὸν Κτίστη, γι’ αὐτὸ ὁ Θεὸς ἐπέτρεψε νὰ παραδοθοῦν σὲ ἀτιμωτικὰ πάθη. Διότι οἱ γυναῖκες τους ἄλλαξαν τὴ φυσικὴ σχέση καὶ χρήση μὲ τὴν ἀφύσικη καὶ ἐξευτελίστηκαν μὲ ἀκατονόμαστες ἀσέλγειες. Μὲ τὸν ἴδιο ἀκριβῶς τρόπο καὶ οἱ ἄνδρες ἄφησαν τὴ φυσικὴ σχέση καὶ χρήση τῆς γυναίκας καὶ φλογίστηκαν ἀπὸ φωτιὰ ἀκράτητης ἐπιθυμίας μεταξύ τους, προβαίνοντας σὲ ἀσελγεῖς καὶ ἄτιμες πράξεις ἀρσενικοὶ μὲ ἀρσενικοὺς καὶ παίρνοντας ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό τους τὸν μισθὸ ποὺ τοὺς ἄξιζε γιὰ τὴν πλάνη τῆς εἰδωλολατρίας τους. Καὶ προσθέτει ὁ θεοφώτιστος Ἀπόστολος: Αὐτοί, ἐνῶ γνώρισαν καλὰ ἐκεῖνο ποὺ ὁ Θεὸς τοὺς πρόσταξε ὡς δίκαιο, ὅτι δηλαδὴ ὅσοι κάνουν τέτοια ἔργα εἶναι ἄξιοι θανάτου, ὄχι μόνο τὰ κάνουν, ἀλλὰ καὶ ἐπιδοκιμάζουν ἐκείνους ποὺ τὰ κάνουν, δείχνοντας ἔτσι ὅτι τρέχουν πρὸς τὸ κακὸ ὄχι ἀπὸ ἀδυναμία, ἀλλὰ ἀπὸ βαθιὰ διαφθορὰ τῆς ψυχῆς τους (Ρωμ. α΄ 25-32).
Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ θεοφόροι Πατέρες ἐπιμένουν πολὺ στὴν καταδίκη τοῦ βδελυκτοῦ αὐτοῦ πάθους. Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος λέγει ὅτι αὐτὸ εἶναι «δαιμονικὸς βίος». Ὅλα τὰ πάθη, λέγει, εἶναι ἀτιμωτικά, ἰδιαίτερα ὅμως ἡ μανία αὐτή. Καὶ ἀλλοῦ τὸ ὀνομάζει «κολοφῶνα τῶν κακῶν», ἀποκορύφωμα ὅλων τῶν κακῶν. «Νόσημα χαλεπόν (βαρύ) καὶ ἀνίατον», «λοιμόν, λοιμῶν χαλεπώτερον», πανώλη χειρότερη ἀπὸ τὶς πανώλεις! Τονίζει δὲ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ὅτι αὐτό, ὅπως ἄλλωστε καὶ ὅλα τὰ πάθη, προέρχεται ἀπὸ τὸ ὅτι οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ δόθηκαν στὶς ἀπολαύσεις καὶ ἀπεμάκρυναν ἀπὸ τὴν ψυχή τους τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Θεὸς τοὺς ἐγκατέλειψε. Ἐπίσης ὁ Μέγας Βασίλειος τὸ καταδικάζει ἀπερίφραστα μὲ τὸν Ζ΄ καὶ ΚΒ΄ Κανόνα του.
Σήμερα οἱ δοῦλοι τῆς ἠθικῆς αὐτῆς διαφθορᾶς ἔπαθαν τέτοια πώρωση καὶ διαστροφή, ὥστε ὀργανώνουν «παρελάσεις ὑπερηφανείας» διαφημίζοντας προκλητικὰ τὴ διαστροφή τους καὶ «ἐπαγαλλόμενοι» γιὰ τὴν πονηρία τους (Μέγας Βασίλειος). Ὑπερηφανεύονται γι’ αὐτὸ ποὺ χαροποιεῖ τοὺς ἀνθρωποκτόνους δαίμονες, ἐξοργίζει τὸν Θεὸ καὶ προκαλεῖ ἀηδία στοὺς ἀνθρώπους. Μιλοῦν γιὰ «διαφορετικότητα», ἐνῶ αὐτὸ ποὺ βιώνουν εἶναι ἔσχατη ἀναισχυντία. Εἶναι καταφανῶς δαιμονικὴ ἐνέργεια, ποὺ ἀποβλέπει στὴν ἀποκτήνωση τοῦ ἀνθρώπου καὶ στὴν πλήρη διάλυση τῆς θεόπλαστης προσωπικότητός του. Ταυτόχρονα δὲ διαλύουν τὸν θεοΐδρυτο θεσμὸ τῆς οἰκογένειας καὶ ἄρα ὅλο τὸν κοινωνικὸ ἱστό. Μὲ αὐτὴ τὴν πλήρη ἐξαχρείωση ποιὸς θὰ σώσει τὰ δυστυχισμένα αὐτὰ πλάσματα κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως; Καὶ ὄχι μόνο αὐτούς, ἀλλὰ καὶ ὅσους τοὺς ἐπιδοκιμάζουν;
Διότι τὶς προκλητικὲς αὐτὲς παρελάσεις, ποὺ γίνονται δυστυχῶς τελευταῖα καὶ στὴν Ἑλλάδα, τὶς ὑποστηρίζουν ἐκθύμως τοπικὲς ἀρχές, ὅπως οἱ δήμαρχοι Ἀθηνῶν καὶ Θεσσαλονίκης! Μὲ τὴν ἄδειά τους παρελαύνουν στὴν πόλη τῶν Ἀθηνῶν παρουσίᾳ ἐκπροσώπου τοῦ Δήμου, στὴν πόλη ποὺ ἔφερε τὸ φῶς τοῦ Εὐαγγελίου ὁ ἀπόστολος Παῦλος, στὴν πόλη τοῦ ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου καὶ τῆς ἁγίας Φιλοθέης. Παρελαύνουν σκορπίζοντας τὴ δυσωδία τοῦ πάθους τους στὴν πόλη τοῦ μυροβλύτου ἁγίου Δημητρίου καὶ τοῦ φωστῆρος τῆς ὀρθοδοξίας ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. Καὶ ὁ δήμαρχος τῆς Θεσσαλονίκης τοὺς χειροκροτεῖ καὶ φωταγωγεῖ τὸν Λευκὸ Πύργο, ἀντὶ νὰ τὸν σκεπάσει μὲ μαῦρα πέπλα σὲ ἔνδειξη βαθυτάτου πένθους! Ὅμως ὅποιος «συνευδοκεῖ» μὲ ὅσους ἐνεργοῦν κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο, «παρουσιάζεται οἱονεί (τρόπον τινά) σύμμαχος καὶ συνεργάτης ὑπὲρ τοῦ βασιλείου τοῦ σατανᾶ καί τῶν συμφερόντων αὐτοῦ» (Παν. Ν. Τρεμπέλας). Διότι ὑπερασπίζεται καὶ δικαιολογεῖ καὶ ἐνθαρρύνει τοὺς ἄλλους νὰ κάνουν τὰ ἴδια! Ἔτσι ὅμως ἀλλοιώνει τὰ ἠθικὰ κριτήρια τῆς ἀνθρώπινης κοινωνίας.
Ὅσοι ὅμως ἀνήκουμε στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ «στῶμεν καλῶς»! Ἂς μὴν ἀφήσουμε ἀθωράκιστη τὴν Ἑλλάδα μας, ἀπροστάτευτα τὰ παιδιά μας. Ἂς μὴν ἐπιτρέψουμε νὰ γίνει ἡ χώρα, ποὺ ἀρωματίζεται ἀπὸ τὰ μύρα ἁγίων Λειψάνων ὁσίων καί μαρτύρων, τόπος ἀπὸ ὅπου θὰ ἀναδύεται ἡ σατανικὴ δυσωδία τῆς βδελυρῆς ὁμοφυλοφιλίας. Ἡ ἁγία καὶ ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἔχει χρέος νὰ ὑψώσει στεντόρεια καταδικαστικὴ φωνή, στιγματίζοντας τὴν ἀναίσχυντη ὁμοφυλοφιλία καὶ προασπίζοντας τὸ λογικὸ ποίμνιο τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Τὸ δρόμο τὸν ἄνοιξε ἤδη ἡ Ὀρθόδοξος Ἱεραρχία τῆς Μολδαβίας.
Ταυτόχρονα, ὅσοι πιστεύουμε στὸν Τριαδικὸ Θεὸ ἂς ὑψώσουμε σ’ αὐτὴν τὴν ἀντιπνευματικὴ ἐποχή, στὴν ὁποία ἁλωνίζει τὸ πνεῦμα τοῦ ἀντιχρίστου, χέρια, νοῦ καὶ καρδιὰ σ’ Αὐτὸν τοῦ Ὁποίου αἱ χεῖρες μᾶς ἐδημιούργησαν καὶ μᾶς ἔπλασαν κατ’ εἰκόνα ἰδικήν Του καὶ καθ’ ὁμοίωσιν. Δεηθῶμεν τοῦ Κυρίου, ἱκετεύοντάς Τον νὰ καλέσει εἰς μετάνοιαν καὶ σωφρονισμὸν τοὺς δυστυχεῖς δούλους τῶν δαιμόνων τῆς ὁμοφυλοφιλίας. Εἶναι χρέος μας.