Τὰ Εἰσόδια τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου
Του Μητροπολιτου Φλωρίνης π. Αυγουστινου
«Ὁ σπόρος ἐστὶν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ» (Λουκ. 8,11· πρβλ. Β΄ Κορ. 12,9-10)
Δόξα
στὴν ἁγία Τριάδα, τὸν Θεὸ τὸν ἀληθινὸ καὶ πανοικτίρμονα. Καλοῦμαι πάλι
νὰ κηρύξω. Παρακαλέστε τὸ Θεὸ νὰ φωτίσῃ κ᾽ ἐμένα τί νὰ πῶ, κ᾽ ἐσᾶς,
ὥστε τὰ λόγια ποὺ θ᾽ ἀκουστοῦν νὰ βροῦν ἀπήχησι.
* * *
Πάρτε παράδειγμα τὴν παραβολὴ τοῦ Σπορέως (βλ. Λουκ. 8,4-15). Τὴν ἔχετε ἀκούσει· «Ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ…» (ἔ.ἀ. 8,5). Τί εἶνε ὁ σπόρος; Ἕνα μικρὸ πραγματάκι· ὑπάρχουν σπόροι σὰν τὸ κεφαλάκι τῆς καρφίτσας. Καὶ ὅμως, τί δύναμι ἔχει ἕνας σπόρος!
• Ἕνας ἄπιστος Γερμανὸς ἐπιστήμονας
βρέθηκε στὸ Ἅγιο Ὄρος, στὴ σκήτη ἑνὸς ἀσκητοῦ ποὺ εἶχε γεμίσει τὴν
αὐλή του μὲ ὡραῖα λουλούδια· τέτοια ὁ Γερμανὸς δὲν εἶχε δεῖ ἀλλοῦ καὶ
τὰ παρατηροῦσε μὲ ἐνδιαφέρον. Τοῦ λέει ὁ καλόγερος· Θέλεις νὰ δῇς ἀπὸ
ποῦ βγῆκαν ὅλα αὐτά; Τοῦ δείχνει λοιπὸν ἕνα κουτάκι, μέσα στὸ ὁποῖο
ἦταν οἱ σπόροι ὅλων ἐκείνων τῶν λουλουδιῶν. –Καὶ ἕνας σπόρος ἀκόμα,
τοῦ λέει, φτάνει νὰ μᾶς ὁδηγήσῃ στὸ Θεό. Ὅλοι οἱ ἐπιστήμονες νὰ
μαζευτοῦν, ἕνα σπόρο νὰ φτειάξουν δὲν μποροῦν. Ἐγὼ ἀπορῶ πῶς ὑπάρχουν
ἄπιστοι…
• Ἄλλο περιστατικό. Ἕνας ἄθεος στὴν Ἀγγλία ἦταν τόσο
φανατικός, ποὺ ἤθελε καὶ μετὰ τὸ θάνατό του νὰ κηρύσσεται ἡ ἀθεΐα.
Ἑτοίμασε λοιπὸν τὸν τάφο του, τὸν σκέπασε μὲ μιὰ πλάκα βαρειὰ καὶ πάνω
σ᾽ αὐτὴν ἔγραψε· Ἂν ἡ πλάκα αὐτὴ μετακινηθῇ δίχως χέρι ἀνθρώπου, τότε
καὶ οἱ νεκροὶ θ᾽ ἀναστηθοῦν! Πέρασε χρόνος. Τί συνέβη; Ἡ πλάκα
κινήθηκε! Πῶς; ἀπὸ χέρι ἀνθρώπου; Ὄχι. Ἕνας μικρὸς σπόρος, ποὺ τὸν
μετέφερε ἕνα πουλί, ἔπεσε σὲ μία ῥωγμὴ τῆς πέτρας· ἐκεῖ ἀπὸ τὸν ἄνεμο
μαζεύτηκε λίγο χωματάκι καὶ ἀπ᾽ αὐτὸ μὲ τὴν ὑγρασία ὁ σπόρος ῥίζωσε·
σιγὰ – σιγὰ οἱ ῥίζες εἰσχώρησαν στὴν πέτρα καὶ τίναξαν τὴν πλάκα. Ἔτσι ὁ
ἐπιστήμονας αὐτὸς διαψεύσθηκε. Τί δύναμι ἔκλεισε ὁ Θεὸς μέσα σὲ ἕνα
σπόρο! Ἔτσι καὶ στὸ νεκρὸ σῶμα μας, ποὺ θάβεται στὴ γῆ ὅπως κι ὁ
σπόρος κατὰ τὸ λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου (βλ. Α΄ Κορ. 15,42-45), ὁ Θεὸς
θὰ δώσῃ τὴ δύναμι ν᾽ ἀναστηθῇ.
• Κάτι ἀκόμα σχετικό. Τὸ
1922, σὲ ἀνασκαφὲς ποὺ ἔγιναν στὴν Αἴγυπτο, ἀνακαλύφθηκε ὁ
μεγαλοπρεπὴς τάφος τοῦ Τουτανχαμών, φαραὼ τῆς 18ης δυναστείας
(1350-1342 π.Χ.). Μέσα στὴν πυραμίδα, βρῆκαν τὴ μούμια καὶ διάφορα
ἀντικείμενα τοῦ νεκροῦ. Βρῆκαν κ᾽ ἕνα χρυσὸ δοχεῖο ποὺ περιεῖχε σιτάρι
(ἡ Αἴγυπτος ἦταν μεγάλος σιτοβολώνας). Καὶ εἶπε τότε κάποιος· Μπορεῖ
ἆραγε αὐτὸ νὰ φυτρώσῃ; Τὸ ἔσπειραν λοιπὸν καὶ φύτρωσε· ὕστερα ἀπὸ
τρεῖς χιλιάδες χρόνια! Τί μεγαλεῖα ἔχει ὁ Θεός! εἶπε καὶ «ἐξήνεγκεν ἡ γῆ
βοτάνην χόρτου …καὶ ξύλον κάρπιμον ποιοῦν καρπόν» (Γέν. 1,12).
* * *
–Μά, θὰ πῆτε, μάθημα φυτολογίας μᾶς κάνεις τώρα;
Ὄχι· τὰ λέω διότι, ὅπως εἶπε ὁ Χριστός, ὁ σπόρος ποὺ ξέρουμε
εἶνε εἰκόνα ἑνὸς ἄλλου σπόρου, ποὺ ἔφερε ἐκεῖνος ἀπὸ τὸν οὐρανό· καὶ ὁ
σπόρος αὐτὸς εἶνε ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, τὸ ἱερὸ καὶ ἅγιο Εὐαγγέλιο.
Τί δύναμι ἔχει ὁ σπόρος αὐτός; Μεγαλύτερη ἀπὸ τὴ δύναμι τῶν σπόρων τῆς γῆς. Θέλετε παραδείγματα;
⁜ Ὁ Χριστὸς περνοῦσε ἀπὸ τὸ
«τελώνιον», ὅπου ἦταν ὁ Ματθαῖος, ἄνθρωπος τοῦ χρήματος. Καὶ τί τοῦ
εἶπε ὁ Χριστός· «Ἀκολούθει μοι» (Μᾶρκ. 2,14). Δυὸ λέξεις· ἔπεσαν σὰν σπόρος στὴν καρδιά του, καὶ ἔφτασαν οἱ δύο αὐτὲς λέξεις γιὰ νὰ γίνῃ ὁ τελώνης εὐαγγελιστής.
⁜ Ἄλλα σύντομα λόγια εἶπε ὁ Κύριος εἰδικὰ ὅταν διάλεγε τοὺς
δώδεκα ἀποστόλους· «Δεῦτε ὀπίσω μου καὶ ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων»
(Ματθ. 4,19). Καὶ τὰ λίγα αὐτὰ λόγια ἔφτασαν γιὰ νὰ γίνουν οἱ ψαρᾶδες
τῆς Γαλιλαίας παγκόσμιοι διδάσκαλοι.
⁜ Ἀλλὰ καὶ ὅλους μᾶς καλεῖ λέγοντας· «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ
κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς» (Ματθ. 11,28). Μὲ τὰ
μετρημένα αὐτὰ λόγια ἀμέτρητα πλήθη βρῆκαν καὶ βρίσκουν σ᾽ αὐτὸν τὴν
ἀνάπαυσι.
⁜ Δύναμις τεράστια στὰ λόγια τοῦ Εὐαγγελίου· κι ὄχι μόνο σὲ
ἄτομα, ἀλλὰ καὶ σὲ λαοὺς ὁλόκληρους. Νά 2 λαοὶ τῶν Βαλκανίων. Ὁ ἕνας
εἶνε οἱ Βούλγαροι. Μέχρι τὸν 9ο αἰῶνα ἐκεῖ ἐπικρατοῦσε εἰδωλολατρία.
Τότε ἔγιναν Χριστιανοί. Δυὸ Ἕλληνες ἱεραπόστολοι, ὁ Μεθόδιος καὶ ὁ
Κύριλλος, πῆγαν ἐκεῖ καὶ ἔσπειραν τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ.
⁜ Ὁ ἄλλος λαὸς εἶνε ἡ σημερινὴ Ἀλβανία. Ἐκεῖ τὸν 18ο αἰῶνα
κινδύνευαν νὰ γίνουν ὅλοι μουσουλμᾶνοι. Πῶς σταμάτησε ὁ ἐξισλαμισμὸς
καὶ ἔμειναν 400.000 ὀρθόδοξοι; Μὲ τὸ κήρυγμα τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ
Αἰτωλοῦ, ποὺ στήριξε τὴν Ἐκκλησία τῆς Βορείου Ἠπείρου.
⁜ Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ θαυματούργησε στὴ Βουλγαρία, στὴν Ἀλβανία, ἀλλὰ καὶ στὴ ῾Ρωσία. Παντοῦ.
Καὶ ὄχι μόνο ὁ προφορικὸς ἀλλὰ καὶ ὁ γραπτὸς λόγος. Σ᾽ ἕνα
βιβλίο μὲ τίτλο «Ἱστορίες τῶν μετανοούντων» διάβασα τὸ ἑξῆς. Κάποιος
ἄνθρωπος στὴν Ἀθήνα γύρω στὸ 1900, ἄσχετος μὲ τὴ θρησκεία, περπατώντας
εἶδε σὲ χαντάκι τοῦ δρόμου ἕνα φύλλο. Ἔσκυψε, τὸ πῆρε, τὸ καθάρισε καὶ
διάβασε σ᾽ αὐτό· «Ἁμαρτωλέ, μετανόησε»! Ἀπ᾽ αὐτὸ συγκινήθηκε,
μετάνοιωσε κι ἄρχισε νὰ κλαίῃ. Κάτι προσφέρουν καὶ τὰ χριστιανικὸ
ἔντυπα.
* * *
–Ἐν τάξει. Ἂν μιλοῦσε ἕνας
Κοσμᾶς Αἰτωλὸς, ἕνας Χρυσόστομος, μιὰ ἁγία φυσιογνωμία, νὰ πᾶμε νὰ τὸν
ἀκοῦμε· ἀλλὰ τώρα ποιόν νὰ πᾶμε ν᾽ ἀκούσουμε, τοὺς σημερινοὺς κήρυκες
ποὺ ἄλλα λένε κι ἄλλα κάνουν;…
Ὁμολογῶ, ἀδελφοί μου, μὲ συντριβή, ὅτι οἱ νεώτεροι κήρυκες δὲν
εἴμαστε στὸ ὕψος ἐκείνων. Ἀλλὰ φταῖμε ἆραγε μόνο ἐμεῖς ποὺ ὁ λόγος τοῦ
Θεοῦ δὲν κυριαρχεῖ;
Ἕνας ξένος κήρυκας ἔβλεπε μέσα στὸ ἀκροατήριό του κάποιον πού,
ἐνῷ αὐτὸς κήρυττε, ἐκεῖνος μὲ τὴν παλάμη – σπιθαμή του μετροῦσε – τί·
τὴν ἀπόστασι ἀπὸ τὸ στόμα μέχρι τὸ αὐτί του. Καὶ μετὰ μετροῦσε μία,
δύο, τρεῖς πιθαμὲς – τί· τὴν ἀπόστασι ἀπὸ αὐτόν, ἀπ᾽ τὸ ἀκροατήριο,
μέχρι τὸν ἱεροκήρυκα. Παραξενεύτηκε καὶ τὸν κάλεσε. –Τί εἶν᾽ αὐτὸ ποὺ
κάνεις; ῥώτησε. –Νά, λέει, τί ἐννοῶ· τὸ στόμα σου ἀπέχει μιὰ πιθαμή,
τόσο λίγο, ἀπὸ τὸ αὐτί σου, καὶ ὅμως δὲν ἀκοῦς αὐτὰ ποὺ λές, δὲν τὰ
ἐφαρμόζεις· πῶς λοιπὸν ἔχεις τὴν ἀξίωσι ἐγώ, ποὺ εἶμαι τόσες πιθαμὲς
μακριὰ ἀπὸ σένα, νὰ τὰ ἐφαρμόσω;… Δίδαγμα γιὰ ἐμᾶς, ὅτι πρῶτοι οἱ
κήρυκες τοῦ Εὐαγγελίου πρέπει νὰ εἴμαστε ὑποδείγματα ἐφαρμογῆς ὅσων
λέμε.
Ἀλλὰ καὶ σ᾽ αὐτὴν ἀκόμα τὴν περίπτωσι, πάλι ἡ αἰτία ποὺ ὁ
λόγος τοῦ Θεοῦ δὲν καρποφορεῖ εἶνε ὄχι ὁ ἱεροκήρυκας ἀλλὰ κάτι ἄλλο.
Ὅπως βλέπουμε στὴν παραβολὴ τοῦ Σπορέως, δὲν φταίει ὁ σπόρος· φταίει
τὸ ἔδαφος ποὺ πέφτει ὁ σπόρος, ἡ ψυχικὴ δηλαδὴ κατάστασι, ἡ ῥαθυμία τοῦ
ἀνθρώπου ποὺ τὸν δέχεται. Πρόφασι εἶνε ἡ ἀναξιότης τοῦ κήρυκος ἢ τοῦ
ἱερέως. Εἶπαν σὲ κάποιον· –Γιατί δὲν ἐκκλησιάζεσαι; –Γιατὶ ὁ παπᾶς εἶνε
τέτοιος καὶ τέτοιος· ἂν λειτουργοῦσε κανένας ἄλλος, θὰ πήγαινα… Ἐπ᾽
αὐτοῦ ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς ἔλεγε·
Ἕνας ἄνθρωπος σκανδαλίστηκε ἀπὸ σοβαρὴ ἁμαρτία ποὺ ἔπεσε ὁ
πνευματικός του, καὶ εἶπε· Ἀλλοίμονό μου, ὅσα τοῦ ἐξωμολογήθηκα εἶνε ὅλα
ἀσυγχώρητα… Φεύγει καὶ καθὼς περπατοῦσε βρῆκε ἕνα νερὸ ποὺ ἔτρεχε
ὁλοκάθαρο. Ἔσκυψε, ἤπιε, κ᾽ ἦταν πολὺ δροσερό. Βρέ, λέει, ἀπὸ ποῦ
νὰ βγαίνῃ τὸ νερὸ αὐτό; Ἀκολούθησε λοιπὸν τὸ ῥυάκι νὰ βρῇ τὴν πηγή.
Ὅταν ὅμως ἔφτασε ἐκεῖ, ἔφραξε τὴ μύτη του ἀπὸ τὴ βρώμα· τὸ νερὸ
ἔβγαινε ἀπὸ τὸ στόμα ἑνὸς ψόφιου σκύλου! Ὤ τί ἔπαθα, λέει, μαγαρίστηκα…
Τότε ἄγγελος Κυρίου τοῦ εἶπε· Ὅπως τὸ νερὸ σὲ ξεδίψασε κι ἂς βγαίνῃ
ἀπὸ τὸ στόμα σκύλου, ἔτσι καὶ ἡ χάρι τῆς ἱερωσύνης καὶ ἡ διδασκαλία ἡ
ὀρθόδοξη δὲν χάνει τὴν ἰσχύ της κι ἂς βγαίνῃ ἀπὸ στόματα τυμπανιαίων
πτωμάτων, παπάδων καὶ κηρύκων ποὺ δὲν ἔχουν καθαρότητα. Διψᾷς λοιπὸν
ἐσὺ τὸ Θεό; πιὲς νερὸ θείας χάριτος· ὅσα σοῦ συγχώρησε ὁ πνευματικός
σου, εἶνε ὅλα συχωρεμένα· μόνο πήγαινε καὶ βάλε του μετάνοια καὶ
παρακάλεσέ τον νὰ σὲ συγχωρήσῃ· ἐκεῖνον θὰ τὸν ἐξετάσῃ ὁ Θεός. Κι ὁ
ἄγγελος ἔγινε ἄφαντος (ἡμέτ. ἔργ. πδ3, σσ. 279-278).
Ἀλλὰ κι ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς μᾶς δίδαξε, νὰ μὴν κοιτάζουμε τὴν
προσωπικὴ ζωὴ τοῦ κήρυκα ἀλλὰ κυρίως τὴ διδασκαλία του ἂν εἶνε ὀρθή.
Γιὰ τοὺς γραμματεῖς καὶ φαρισαίους εἶπε· «Πάντα ὅσα ἐὰν εἴπωσιν ὑμῖν
τηρεῖν, τηρεῖτε καὶ ποιεῖτε, κατὰ δὲ τὰ ἔργα αὐτῶν μὴ ποιεῖτε» (Ματθ.
23,3). Κάποιος σοῦ χαρίζει μιὰ χρυσῆ λίρα· σὲ ρωτῶ, ἐὰν σοῦ τὴ δίνῃ
ἕνα παιδὶ ἢ ἕνας γέρος, τὸ χέρι ἑνὸς ὑγιοῦς ἢ ἑνὸς λεπροῦ, θὰ τὴν πάρῃς;
Ὁπωσδήποτε. Ἔτσι κ᾽ ἐμεῖς· στὸ στόμα ἔχουμε τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ,
θησαυρὸ πολυτιμότερο «ὑπὲρ χρυσίον καὶ τοπάζιον» (Ψαλμ. 118,127), καὶ
αὐτὰ μεταδίδουμε. Ὅπως λοιπὸν δέχεσαι τὴ λίρα κι ἀπὸ λεπρό, διότι ἡ
ἀξία της δὲν μειώνεται, ἔτσι νὰ δέχεσαι τὰ λόγια αὐτά.
Μὴν ἐξετάζεις τόσο τὸ ποιός εἶνε αὐτὸς ποὺ κηρύττει τὸ λόγο τοῦ
Θεοῦ· ἐξέταζε κυρίως τὸ περιεχόμενο τοῦ λόγου του, ἂν μεταφέρῃ πιστὰ
τὴν ἀλήθεια. Ὅταν διψᾷς, πίνεις νερὸ καὶ ξεδιψᾷς· δὲν ἐξετάζεις ἂν τὸ
ποτήρι ποὺ σοῦ δίνουν εἶνε χρυσό, γυάλινο, πήλινο ἢ ξύλινο.
* * *
Μ᾽ αὐτὰ ποὺ λέω δὲν θέλω νὰ
δικαιολογήσω τὰ σκάνδαλα ποὺ προξενοῦμε οἱ κληρικοί· θέλω νὰ πῶ, ὅτι ὁ
λόγος τοῦ Θεοῦ δὲν χάνει τὴν ἀξία του. Ἀρκεῖ νὰ βρῇ γόνιμο ἔδαφος. Ἂν
οἱ ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων εἶνε σκληρὲς κι ἀναίσθητες, ῥηχὲς κ᾽ ἐπιπόλαιες,
βεβαρημένες μὲ πλῆθος κοσμικὲς μέριμνες, τότε ὁ λόγος μένει ἄκαρπος,
ὅπως διδάσκει ὁ Κύριος στὴν παραβολὴ τοῦ Σπορέως.
Ὄχι τώρα ποὺ κηρύττουμε ἐμεῖς οἱ ἀτελεῖς, ἀλλὰ καὶ ὅταν κήρυττε
ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ὁ ἀνώτερος διδάσκαλος, οὔτε ὁ Ἰούδας
οὔτε οἱ γραμματεῖς καὶ φαρισαῖοι ὠφελήθηκαν. Καὶ σήμερα, ἐὰν δὲν
ὠφελοῦνται, φταίει τὸ ὅτι στὶς ψυχὲς ὑπάρχει μία ἐσωτερικὴ διαφθορά.
Αὐτὴν ὁ Χριστὸς παρέστησε σὲ τρεῖς εἰκόνες· ἄλλοι, λέει, μοιάζουν μὲ
δρόμο πατημένο ποὺ ὁ σπόρος δὲν φυτρώνει, ἄλλοι μὲ ἔδαφος πετρῶδες ποὺ ὁ
σπόρος δὲν ῥιζώνει, κι ἄλλοι μὲ ἀγκαθότοπο ποὺ πνίγει τὸν σπόρο. Ἕνα
μικρὸ μόνο μέρος τοῦ θείου λόγου καρποφορεῖ.
Παλαιότερα ἄκουγαν ἕνας μέσα στοὺς 10 ἀνθρώπους, ἔπειτα ἕνας
μέσα στοὺς 100, ἀργότερα ἕνας μέσα στοὺς 1.000. Σήμερα; ζήτημα ἂν
ὑπάρχῃ ἕνας μέσα στοὺς 1.000 νά ᾽χῃ αὐτὶ γιὰ τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Ὅταν
λέω αὐτὶ δὲν ἐννοῶ τὰ αὐτιὰ αὐτὰ ποὺ ἔχουμε· τέτοια ἔχουν καὶ τὰ ζῷα.
Ἐκλεκτοὶ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, ἐκτὸς ἀπὸ τὰ φυσικὰ αὐτιά, ἔχουν
καὶ αὐτιὰ τῆς ψυχῆς, μυστικὴ ἀκοή. Γι᾽ αὐτὸ εἶπε ὁ Χριστὸς «Ὁ ἔχων ὦτα
ἀκούειν ἀκουέτω» (Ματθ. 13,43). Σᾶς θυμίζω μερικοὺς τέτοιους ἁγίους
ἀνθρώπους.
⁕ Ὁ μέγας Ἀντώνιος, νέος
18 ἐτῶν, μπῆκε στὴν ἐκκλησία καὶ ἄκουσε στὸ εὐαγγέλιο τὰ λόγια «Πώλησόν
σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς…» (Ματθ. 19,21). Καὶ εἶπε· Αὐτὸς ὁ
λόγος εἶνε γιὰ μένα. Καὶ ἀμέσως μοίρασε τὴ μεγάλη περιουσία του σὲ
φτωχούς, ἔφυγε στὴν ἔρημο καὶ ἁγίασε.
⁕ Ὁ ἅγιος Αὐγουστῖνος,
ποὺ ζοῦσε ἀσώτως, ἄκουσε φωνὴ «Πάρε καὶ διάβασε!». Τὸ μάτι του ἔπεσε
ἐκεῖ ποὺ ὁ Παῦλος λέει «Ἀποθώμεθα τὰ ἔργα τοῦ σκότους καὶ ἐνδυσώμεθα τὰ
ὅπλα τοῦ φωτός…» (῾Ρωμ. 13,12 κ.ἑ.). Καὶ αὐτὸ τὸν ἔφερε σὲ μετάνοια·
καὶ ἔγινε ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους διδασκάλους καὶ πατέρας τῆς
Ἐκκλησίας.
⁕ Ἀλλὰ γιατί πάω μακριά;
Μάρτυρες τῆς δυνάμεως τοῦ θείου λόγου εἶστε σεῖς οἱ ἴδιοι. Ἂν ἀφήσατε
τὸν «παλαιὸν ἄνθρωπον» καὶ ζῆτε χριστιανικὴ ζωή, ἡ ἀλλαγή σας ἄρχισε ἀφ᾽
ὅτου ἀκούσατε τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου.
Οἱ πολλοὶ σήμερα περιφρονοῦν τὸν λόγο τοῦ Εὐαγγελίου, τὴ ῥίζα ἀπ᾽ ὅπου φύεται ὅ,τι ὡραῖο ὑπάρχει.
* * *
Γεννᾶται τώρα, ἀγαπητοί μου, τὸ
ἐρώτημα· σήμερα σπείρεται ὁ λόγος τοῦ Εὐαγγελίου; Ἐὰν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ
ἀκουγόταν σὲ κάθε ἐνορία, ἡ πατρίδα μας θὰ ἦταν παράδεισος, ἡ ὡραιότερη
χώρα τοῦ κόσμου· τὸ πιστεύω.
Δυστυχῶς ἀντὶ τοῦ σπόρου τοῦ Εὐαγγελίου ἐσπάρη ἄλλος σπόρος, ὁ
σπόρος τῶν υἱῶν τοῦ σκότους. Κι ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὅ,τι
σπείρῃς θὰ θερίσῃς (βλ. Γαλ. 6,7)· σπέρνεις σιτάρι σιτάρι θὰ θερίσῃς,
σπέρνεις ἀγκάθια ἀγκάθια θὰ θερίσῃς. Καταντήσαμε ἀγκαθότοπος (βλ.
Λουκ.8,7) καὶ ὑπεύθυνοι εἴμαστε οἱ ἱερεῖς καὶ οἱ ἐπίσκοποι.
Πρόλαβα μιὰ ἄλλη πραγματικότητα, καὶ τώρα ἀναστενάζω, γιατὶ ὁ
λαός μας ἄκουσε ἰδέες τοῦ ἀθέου Μὰρξ καὶ ἀπέκρουσε τὸν λόγο τοῦ
Χριστοῦ. Προβλέπω πὼς ὅ,τι γίνεται σὲ ἄλλες χῶρες, θὰ συμβῇ κ᾽ ἐδῶ· θὰ
εἰσέλθουμε σὲ φοβερὴ κατάστασι ποὺ φρίττει ὁ λογισμός. Ὕστερα ἀπὸ τὴ
δόξα τῆς Πίνδου τὸ ᾽40, ἦρθε ἡ κατάπτωσι. Οἱ ἄθεοι καὶ ἄπιστοι ἔσπειραν
σπόρο σατανικό, ἀπ᾽ ὅπου βλάστησε ὁ ἐμφύλιος σπαραγμός. Φοβερὸ πρᾶγμα.
Καὶ φοβᾶμαι μὴν ἐπαναληφθῇ. Ἐὰν ἀκούγαμε τὸ λόγο τοῦ Εὐαγγελίου καὶ
ἤμασταν ἐκλεκτὴ γῆ, ἡ πατρίδα μας θὰ ἦταν ὄχι οὐραγὸς ἀλλὰ
ἐμπροσθοφυλακή, θὰ ἤμασταν ὄχι ἀντιγραφεῖς ἀλλὰ δημιουργοὶ ἑνὸς ὑψηλοῦ
πολιτισμοῦ· δὲν θὰ εἴχαμε ἀνάγκη ἀπὸ συμμαχίες ἄλλων, θὰ εἴχαμε μαζί μας
τὸν Θεό· καὶ «εἰ ὁ Θεὸς ὑπὲρ ἡμῶν, τίς καθ᾽ ἡμῶν;» (῾Ρωμ. 8,31).
Ὤ ἐὰν μποροῦσε ἡ φωνή μου ν᾽ ἀκουστῇ! Ἱερεῖς τοῦ Ὑψίστου,
ἐκπαιδευτικοί, γονεῖς καὶ πρὸ παντὸς οἱ μητέρες, σπείρετε μὲ πίστι στὶς
παιδικὲς ψυχὲς τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ.
Νὰ σπείρουμε μὲ πάθος. Νὰ γίνουμε σποριᾶδες. Καὶ τότε εἶμαι
βέβαιος, ὅτι θ᾽ ἀνατείλουν νέες ἡμέρες. Τὸ πιστεύω, ὅτι τὸ μαρτυρικὸ
τοῦτο ἔθνος, ποὺ γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας ἔγινε παιχνίδι τῶν μεγάλων καὶ
ἰσχυρῶν, ἐὰν ἐμεῖς ὅλοι, μικροὶ καὶ μεγάλοι, μετανοήσουμε καὶ
ἐπιστρέψουμε στὸν Κύριο, θὰ δοξάσῃ τὸν Θεὸ καὶ θὰ δοξαστῇ ἀπὸ αὐτόν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη μεγάλη ἑσπερινὴ ὁμιλία, ποὺ ἔγινε στὴν αἴθουσα τῆς ὁδ. Ζ. Πηγῆς 44 – Ἀθηνῶν τὴν 11-10-1981 βράδυ (κασ. «Σταυροῦ» 41). Καταγραφὴ καὶ μεγάλη σύντμησις 17-10-2022.