Aπο τὸ τέλος τοῦ βιβλίου Ἐλευθέρα καὶ ζῶσα Ἐκκλησία,
του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
Ὤ, πῶς κοιμῶνται οἱ ἱεράρχες μας μὲ τέτοια ἀντικανονικὴ ἀντιχριστιανικὴ νομοθεσία, αὐτοὶ ποὺ κάποτε, ἐμπρὸς σὲ χιλιάδες λαοῦ ποὺ ἐπευφημοῦσε, πατώντας ἐπάνω στὸν δικέφαλο ἀετὸ ὡρκίστηκαν, πὼς θὰ εἶνε ἄγρυπνοι φύλακες τῶν νόμων τῆς Ἐκκλησίας μας;
Ὅπως ἐξελίσσονται γοργὰ τὰ πολιτικὰ καὶ ἐκκλησιαστικὰ γεγονότα τῆς πατρίδος, ἐνισχύεται καθημερινὰ ἡ πίστις, ὅτι ἡ ῥιζικὴ λύσι ποὺ θ᾽ ἀποδώσῃ τὴν ἐλευθερία στὴν Ἐκκλησία εἶνε ὁ χωρισμὸς ἐκκλησίας καὶ κράτους. Γιατὶ δὲν μπορεῖ ἡ Ἐκκλησία ἐπ᾿ ἄπειρον νὰ παίζῃ διελκυστίνδα μὲ τὸ Κράτος. Κάποτε τὸ σχοινὶ θὰ κοπῇ. Ὁ χωρισμὸς εἶνε ἀναπόφευκτος. Μετὰ τὸ χωρισμὸ ἡ ἡγεσία τῆς Ἐκκλησίας δὲν θὰ ἔχῃ βέβαια τὴν ἐξωτερικὴ αὐτὴ αἴγλη ποὺ ἔχει σήμερα, ποὺ φέρεται καὶ ὑψώνεται πάνω στὴ ῥάχη τοῦ θηρίου, τῆς πολιτικῆς ἐξουσίας. Δὲν θὰ ἔχῃ βέβαια τὸ προβάδισμα στὶς δημόσιες τελετές. Δὲν θ᾿ ἀποδίδωνται βέβαια στοὺς ἀρχιερεῖς τιμὲς ἀντιστρατήγων, οὔτε θὰ τοὺς ἀπονέμωνται μεγαλόσταυροι, οὔτε θὰ κροτοῦν ὁμοβροντίες ὅπλων κατὰ τὸν ἐνταφιασμό τους. Δὲν θὰ ἔχουν βέβαια καμμία ὑλικὴ βοήθεια ἀπὸ τὸ κράτος, θέτοντας πλέον σὲ ἐφαρμογὴ τὸ πατερικὸ ῥητὸ «Βιώσομαι ἐσθίων ἀκρίδας καὶ μέλι ἄγριον μᾶλλον, ἢ ψωμὸν ἐκ μισθωμάτων πόρνης», θὰ ζήσω δηλαδὴ τρώγοντας ἀκρίδες καὶ μέλι ἄγριο, παρὰ ψωμὶ ἀπὸ χρήματα πόρνης. Ἀλλὰ τί μὲ τοῦτο; «Καλύτερα μιᾶς ὥρας ἐλεύθερη ζωή, παρὰ σαράντα χρόνια σκλαβιὰ καὶ φυλακή», ἔψαλλε ὁ νεώτερος Τυρταῖος τῆς ἑλληνικῆς ἐλευθερίας. Μία ὥρα –προσθέτουμε ἐμεῖς–, μία ὥρα ἐλευθέρας Ἐκκλησίας εἶνε μύριες φορὲς προτιμότερη ἀπὸ ἑκατὸ χρόνια ποὺ θὰ διαρρέουν μονότονα μέσα σὲ μία δούλη καὶ ἀθλία Ἐκκλησία, ταπεινὴ ὑπηρέτρια, «γκαρσόνι» τῶν θελημάτων τοῦ κόσμου. Γιατὶ ὅ,τι μπορεῖ νὰ γίνῃ μέσα σὲ μία ὥρα στὴν ἐλευθέρα Ἐκκλησία, δὲν μπορεῖ νὰ γίνῃ μέσα σὲ ἕναν αἰῶνα στὴ δούλη Ἐκκλησία, ποὺ οἱ κληρικοί της λογίζονται ὡς ἑτεροκίνητα, ὡς «ἀριθμημένα κομμάτια τῆς κρατικῆς μηχανῆς» κατὰ μία ἐπιτυχημένη παρομοίωσι, καθὼς κινοῦνται κατὰ τὶς διαταγὲς τῶν κρατούντων. Ὁ ἀέρας τῆς ἐλευθερίας ποὺ θὰ πνεύσῃ ζωογόνος σὲ ὅλο τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας θὰ εἶνε τέτοιος, ὥστε τὸ σημερινὸ πρασινωπὸ τέλμα τῶν βατράχων ποὺ κοάζουν θὰ διαλυθῇ. Νέος κόσμος θὰ ξεπηδήσῃ, ὁ κόσμος τῆς «ἐλευθερίας τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ» (πρβλ. ῾Ρωμ. 8,21). Ζηλευτὴ ὄντως θὰ εἶνε ἡ Ἐκκλησία ποὺ οἱ ἐπίσκοποί της θὰ ἄρχουν σὲ ὄντα ἐλεύθερα. «Βουλομένων γάρ», ὅπως λέει ὁ Γρηγόριος ὁ θεολόγος, «οὐ τυραννουμένων τὸ τῆς εὐσεβείας μυστήριον», τὸ μυστήριο δηλαδὴ τῆς πίστεώς μας τὸ ζοῦν ἄνθρωποι ποὺ τὸ θέλουν καὶ ὄχι ἄνθρωποι ποὺ ἀναγκάζονται νὰ τὸ ζήσουν. Οἱ ἐπίσκοποί μας, ἐλευθερωμένοι ἀπὸ τὸν θανάσιμο ἐναγκαλισμὸ τοῦ κράτους, ἀπαλλαγμένοι ἀπὸ τὴ φοβερὴ γραφειοκρατία, ἀπὸ τὶς διαρκεῖς ἐνοχλήσεις καὶ ἀνιαρὲς ἐπισκέψεις τῶν ἐπισήμων ἀρχόντων, θὰ ξαναβροῦν τὸ χαμένο ἑαυτό τους, θὰ γίνουν πιὸ πνευματικοί, πιὸ ἀποστολικοί, θὰ θυμηθοῦν τὰ λόγια τοῦ Κυρίου, τὸ «ἄτερ βαλλαντίου καὶ πήρας», δίχως πουγγὶ καὶ τρουβᾶ, χωρὶς πορτοφόλι καὶ σακκίδιο (Λουκ. 22,35)· καὶ ἂν τυχὸν τὸ κράτος γίνῃ λῃστὴς –κατὰ ἐπιτυχημένη ἔκφρασι συνοδικοῦ ἐγγράφου–, ἁρπάξῃ καὶ τὸ τελευταῖο τετραγωνικὸ μέτρο κι ἀφήσῃ τὴν Ἐκκλησία χωρὶς οἰκόπεδα καὶ χωράφια, ἡ Ἱεραρχία ἂς μὴν τρομάξῃ. Γυμνὴ ἀπ᾿ ὅλα τὰ ἐγκόσμια ἀγαθά, πλούσια ὅμως καὶ ἀκμάζουσα στὴν πίστι τοῦ Χριστοῦ καὶ κινουμένη δραστηρίως γιὰ τὴν ἐγκαθίδρυσι τῆς βασιλείας του στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων, «περιάγουσα περὶ ἑαυτὴν τὸν ἥλιον τῆς πνευματικότητός της», καθὼς δηλαδὴ θὰ ἀκτινοβολῇ τριγύρω μὲ τὸν ἥλιο τῆς πνευματικότητός της, θὰ συγκεντρώσῃ καὶ πάλι ὅ,τι ὑλικὸ χρειάζεται γιὰ τὸ μεγαλειῶδες ἔργο της. Γιατὶ ἐκεῖνος ποὺ ὑποσχέθηκε «Ζητεῖται πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν», νὰ ζητᾶτε δηλαδὴ πρῶτα τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ τὴ λύτρωσι, κι ὅλα αὐτὰ θὰ σᾶς προστεθοῦν (Ματθ. 6,33), δὲν λέει ψέματα.
* * *
«Μασονικὸ κράτος ἡ Ἑλλάδα»,
διακήρυττε μὲ θάρρος τὸ 1950 ἀπὸ τὶς στῆλες θρησκευτικοῦ περιοδικοῦ
ἕνας ἡρωικὸς ἱεράρχης καὶ τὸ ἀποδείκνυε μὲ ἀκαταμάχητα ἐπιχειρήματα (βλ.
περ. «Ἁγιορειτικὴ Βιβλιοθήκη», τ. 161/Φεβρουάριος 1950). «Οἱ μασόνοι,
ἅγιοι ἀδελφοί», ἔλεγε στὴν ἱστορικὴ προσφώνησί του πρὸς τὴν Ἱεραρχία ὁ
Κασσανδρείας Εἰρηναῖος, «οἱ μασόνοι καυχῶνται, ὅτι κατὰ 90% αὐτοὶ κυβερνοῦν καὶ αὐτὴ τὴν Ἑλλάδα». Λοιπόν;
Ἀντιστρέφοντας τὸ ῥητὸ ἂς ποῦμε· «Διαρρήξωμεν τοὺς δεσμοὺς αὐτῶν καὶ
ἀπορρίψωμεν ἀφ᾿ ἡμῶν τὸν ζυγὸν αὐτῶν», ἂς σπάσουμε δηλαδὴ τὰ δεσμά τους
κι ἂς πετάξουμε ἀπὸ πάνω μας τὸ ζυγό τους (Ψαλμ. 2,3). Χωρισμὸ τῆς
ἐκκλησίας ἀπὸ τὸ κράτος! φωνάζει ἡ ἀδιάφθορη συνείδησι τοῦ Ὀρθοδόξου
πληρώματος. Ἐντονωτέρα ἀκούγεται ἑκάστοτε ἐπὶ τῇ συγκλήσει τῆς
Ἱεραρχίας· δὲν τὴν ἀκοῦνε ἆραγε οἱ ἅγιοι συνοδικοὶ πατέρες;
Χωρισμός! Νά τὸ φάρμακο· πικρὸ μὲν στοὺς οὐρανίσκους μερικῶν,
ἀλλὰ σωτήριο, ποὺ θὰ ἐξυγιάνῃ ὅλο τὸν ἐκκλησιαστικὸ ὀργανισμό, ὁ ὁποῖος
κινδυνεύει νὰ ὑποστῇ ὁλοκληρωτικὸ σάπισμα. Χωρισμός! αὐτὸ πρέπει νὰ γίνῃ
τὸ σύνθημά μας. Χωρισμός! Ὄχι μοσχάρι καὶ γάιδαρος κάτω ἀπὸ τὸν ἴδιο
ζυγό, πίθηκος καὶ ἄγγελος ὄχι μαζί. Χωρισμός. Ἐμπρός. Τὸν ζυγὸν λύσατε!
Ἀλλὰ ποιοί εἶνε ἁρμόδιοι γιὰ νὰ κηρύξουν τὸν χωρισμό; Ἄλλοι ἂς λένε
ἄλλους· ἐμεῖς ἐπὶ τοῦ παρόντος δὲν βλέπουμε ἄλλους ἁρμοδιωτέρους ἀπὸ
τοὺς ἱεράρχας, οἱ ὁποῖοι συναθροίζονται ἀπὸ τὰ πέρατα τῆς Ἑλλάδος γιὰ νὰ
συγκροτήσουν τὴν Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας. Ἡ Ἱεραρχία, αὐτὴ εἶνε ἡ κατ᾿
ἐξοχὴν ἁρμοδία γιὰ νὰ λύσῃ τὸ ἐπίμαχο ζήτημα.
Ἆραγε ἡ Ἱεραρχία θὰ προχωρήσῃ στὸν χωρισμὸ καὶ θ᾿ ἀποδώσῃ τὴν
Ἐκκλησία ὡς Νύμφη στὸ Νυμφίο Χριστό; Αὐτό, ὅπως τόνιζε ἐπανειλημμένως
στὸν στενὸ κύκλο τῶν φίλων του ὁ καθηγητὴς Ἀνδροῦτσος, αὐτὸ εἶνε κυρίως
ΖΗΤΗΜΑ ΠΙΣΤΕΩΣ. Ἐὰν οἱ ἱεράρχαι μας ἔχουν βαθειὰ τὴν πίστι, τότε θ᾿
ἀποκτήσουν τὶς «δύο πτέρυγες τοῦ ἀετοῦ τοῦ μεγάλου» (Ἀπ. 12,14), θὰ
ὑψωθοῦν πάνω ἀπὸ τὰ μικρὰ καὶ τὰ ταπεινά, πάνω ἀπὸ τὰ χωράφια καὶ τὰ
οἰκόπεδα, θὰ ἐπισκοπήσουν τὸν ὁρίζοντα, θὰ δοῦν τὴν Ἐκκλησία ὅλη σὲ
ἀθλία κατάστασι, θὰ κλάψουν καὶ θὰ πενθήσουν γιὰ τὴ σημερινὴ ἐμφάνισι,
καὶ κάνοντας ΑΓΡΥΠΝΙΑ, ΟΛΟΝΥΚΤΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΙ, «ἀνατείλαντος τοῦ Ἡλίου»
(πρβλ. Μᾶρκ. 16,2) θ᾿ ἀνοίξουν τὶς θύρες τοῦ Συνοδικοῦ Μεγάρου καὶ θὰ
δώσουν γιὰ δημοσίευσι ἕνα λακωνικὸ ἀνακοινωθὲν ποὺ θ᾿ ἀξίζῃ περισσότερο
ἀπὸ μακροσκελεῖς δηλώσεις. Τὸ ἀνακοινωθέν·
«Δόξα τῇ ἁγίᾳ Τριάδι. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἀπὸ σήμερα τὸ πρωὶ
κηρύσσεται ἐλευθέρα. Τὸ “δούλειον ἦμαρ”, ἡ περίοδος τῆς δουλείας,
ἔδυσε. “Υἱοὶ φωτὸς οἱ πρὶν ἐσκοτισμένοι” , αὐτοὶ ποὺ προηγουμένως ἦταν
σκοτισμένοι ἔγιναν παιδιὰ τοῦ φωτός (καταβ. Φώτ. ᾠδ. η΄)».
Θὰ τὸ πράξουν;
Ἂν ἔχουν τὴν πίστι ὅλοι οἱ
ἱεράρχαι μας, ἀσφαλῶς ὁ χωρισμὸς θὰ συντελεσθῇ καὶ ἡμέρες δόξης θ᾿
ἀνατείλουν γιὰ ὅλη τὴν Ἐκκλησία καὶ τὸ πολύπαθο Γένος μας, τὸ ὁποῖο μόνο
μία ἐλευθέρα Ἐκκλησία μπορεῖ νὰ σώσῃ καὶ νὰ κάνῃ νὰ προοδεύσῃ. Ἂν ὅμως
δὲν ἔχουν τὴν πίστι ποὺ ἀπαιτεῖται γιὰ ἡρωικὰ ἔργα, καὶ δειλιάσουν, καὶ ὁ
χωρισμὸς δὲν συντελεσθῇ ἀλλὰ προταθοῦν κάποια ἡμίμετρα καὶ συμβιβασμοὶ
σὰν ἔμπλαστρα ποὺ διαιωνίζουν τὴν ἀρρώστια, τότε ἂς ἐξακολουθήσουν –ἐνῷ
εἶνε διάδοχοι αὐτοὶ Βασιλείων, Γρηγορίων καὶ Χρυσοστόμων– νὰ
συνωστίζωνται στοὺς διαδρόμους τοῦ Ὑπουργείου τῶν Θρησκευμάτων καὶ τῆς
Παιδείας, γιὰ νὰ περιμένουν πότε θ᾿ ἀνοίξῃ ἡ θύρα τοῦ Γραφείου καὶ νὰ
τοὺς δεχθῇ ὁ γενικὸς δερβέναγας τοῦ ὑπουργείου κ. .˙.(*), γιὰ τὸν
ὁποῖο πολὺς λόγος ἔγινε σὲ θρησκευτικὰ περιοδικὰ καὶ ἐφημερίδες. Ἀπὸ
τὸν κ. .˙. λοιπόν, ποὺ συγκέντρωσε στὸν ἑαυτό του Θρησκεία καὶ Παιδεία,
σὰν ἀπὸ ἄλλο πάπα τῆς νέας Βαβυλῶνος, θὰ παίρνετε εὐχὲς καὶ εὐλογίες καὶ
κατευθύνσεις καὶ ἀπ᾽ αὐτὸν θὰ κυβερνᾶται στὸ ἑξῆς ἡ Ἐκκλησία τῆς
Ἑλλάδος; Θὰ εἶνε αὐτὸ τὸ τελευταῖο δωδέκατο αἶσχος. Ἡ Ἐκκλησία ὑπὸ .˙.!
Τοὐλάχιστον τὰ τελευταῖα γεγονότα ποὺ συνέβησαν στὸ Ὑπουργεῖο αὐτὸ ἐξ
ἀφορμῆς τῆς καταργήσεως τῆς Γενικῆς Διευθύνσεως Θρησκευμάτων, δὲν
πείθουν τὴν Ἱεραρχία ὅτι ἔφτασε πλέον ἡ ὥρα νὰ σηκωθῇ γιὰ δρᾶσι, καὶ νὰ
ὑψώσῃ στὸ κατάρτι τοῦ πλοίου τὸ σῆμα τὸ ἀνώτερο ἀπὸ κάθε ἄλλο σῆμα, τὴν
ἐν Χριστῷ ἐλευθερία τῆς Ἐκκλησίας;
Μακαριώτατε, σεβασμιώτατοι, ὅσοι
ἀποτελεῖτε τὴν Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στὰ ἔσχατα τοῦτα
χρόνια, ἀφουγκρασθῆτε τοὺς παλμοὺς τοῦ λαοῦ μας. Δὲν εἶνε ἀνάγκη νὰ
ὑπευνθυμίσουμε ἐμεῖς ὅτι· “οἱ καιροὶ οὐ μενετοί”, ὅτι οἱ εὐκαιρίες δὲν
περιμένουν, ὅτι καὶ τὰ δευτερόλεπτα ἀκόμη ἔχουν τὴν ἀξία τους. Πρὶν
λοιπόν, πρὶν φθάσῃ ἡ δωδεκάτη ὥρα, πρὶν εἰσέλθουμε σὲ ἀκόμη μεγαλύτερο
σκοτάδι, προσευχηθῆτε κατανυκτικά, σκεφθῆτε σοβαρά, ἀποφασίστε
ἀνεπηρέαστα, ἐνεργῆστε γρήγορα, τολμῆστε γενναῖα, σπάστε τὰ δεσμὰ χωρὶς
δισταγμό, ἐλευθερῶστε τὴν Ἐκκλησία, καὶ τότε θὰ σᾶς μνημονεύουν αἰωνίως
ἐπάνω στὴν ἑλληνικὴ γῆ.
―――――――――――――
(*) Οἱ τρεῖς τελεῖες ὑπαινίσσονται τὴ μασονικὴ ἰδιότητα τοῦ ἀνωτέρου ἐκείνου ὑπαλλήλου.
(τὸ τέλος τοῦ βιβλίου Ἐλευθέρα καὶ ζῶσα Ἐκκλησία, ἐπίλογος ἀπὸ τὸ Ὑπόμνημα πρὸς τὴν Ἱ. Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθῆναι 1954-55, σσ. 209-212, μτγλ.)