«Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»
ΜΟΝΑΧΟΥ
ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΑΤΟΥ
Ευρισκόμαστε στό Κολουέζι του Κογκό τό φθινόπωρο τοῦ 1996. Ήταν θυμάμαι ἡ παραμονή της Πανηγύρεως της Ἁγίας Αναστασίας τῆς Ρωμαίας, πού γίνεται στήν Μονή μας, τήν τοῦ Όσίου Γρηγορίου Άγίου Όρους, στίς 29 Όκτωβρίου κάθε ἔτους.
Εκείνο τό πρωΐ ἦλθε στήν Ιεραποστολή ὁ τότε διακοΛάζαρος πολύ στενοχωρημένος. Ἡ Διακόνισσά του, ονόματι Μαρία είναι βαρειά άρρωστη. Ἡ άρρώστεια της μάς είναι γνωστή. Ἐδῶ καί άρκετά χρόνια ταλαιπωρείται άπό υψηλή ύπέρτασι. Παλαιότερα τήν θεράπευσε θαυματουργικά ὁ Ἅγιος Νεκτάριος, όταν μιά ολόκληρη νύκτα στάθηκε μπροστά στήν εικόνα του ζητώντας ανακούφισι καί Βοήθεια. Άλλοτε τήν τρέξαμε στά μεγαλύτερα νοσοκομεία του Λουμπουμπάσι, πού είναι συμπρωτεύουσα τού κράτους Κογκό. Τώρα ἡ πίεσις έχει φθάσει τούς 28 Βαθμούς. Τήν κτύπησε έγκεφαλικό καί κατά τό ήμισυ τοῦ σώματος της παραμένει παράλυτη στό κρεββάτι, χωρίς νά μιλά καί νά αισθάνεται τίποτε. Οί έλπίδες διασώσεως της συνεχώς όλιγοστεύουν.
Στείλαμε αμέσως δύο ιθαγενείς ἱερεῖς, τόν π. Ρωμανό καί τόν π. Ιάκωβο. Μαζί τους πήραν τήν είκόνα τῆς Αγίας Αναστασίας, τήν Φυλλάδα της καί Αγιασμό. Εκαναν όλα τά καθήκοντά τους καί τήν ράντισαν μέ Αγιασμό.
Τήν νύκτα ἡ Διακόνισσα Μαρία είδε τό έξης όνειρο όπτασία. Ιδού πώς μας τό διηγήθηκε:
«Ήλθε στόν ύπνο μου μία λευκή κοπέλλα μέ ρούχα ἁγίου Μάρτυρος. Μ' έπιασε άπό τό χέρι καί μού είπε:
Βλέπω ότι είσαι άρρωστη, άλλά δέν μπορώ νά σέ κάνω καλά χωρίς τήν εύλογία τού Επισκόπου.
Έν τώ μεταξύ έκείνη τήν στιγμή είχε έλθει μέσα καί ένας επίσκοπος γιά τόν οποίον είχε την αίσθησι η κ. Μαρία ότι ήταν ό Αγιος Νεκτάριος. Αύτός, μάς έλεγε, ήταν, διότι μένει κοντά μας. Τό Μοναστηράκι του πού άνήκει στήν Ιεραποστολή καί είναι στό όνομά του, βρίσκεται μόλις 200 μέτρα μακριά ἀπό τό σπίτι μας.
Ἡ νεαρά Μάρτυς Αναστασία μ' έπιασε άπό τό χέρι καί μού έριξε μιά ένεσι στό άριστερό μου μπράτσο. Τότε ό Άγιος Νεκτάριος μέ πλησίασε καί μέ ρώτησε τρεῖς φορές:
Θεραπεύθηκες; Έγώ τού ἀπαντοῦσα, ναί.
Συνέχισε ό Αγιος νά μ' έρωτά: Στό Ὄνομα τίνος;
Στό Ὄνομα τοῦ Ιησού Χριστοῦ, τού απαντούσα εγώ.
Μετά είπα στόν Αγιο:
Μή φεύγεις, Αγιε Επίσκοπε. Περίμενε νά φτιάξω φαγητό καί νά σάς φιλοξενήσω.
Εκείνος μοῦ είπε: Θέλω λίγο νά ξεκουρασθώ.
Ό διακοΛάζαρος πού ήταν εκεί πλησίον μου, είπε: Νά, έδώ είναι τό κρεββάτι μας. Μπορείς νά ξεκουρασθής.
Τότε άμέσως μπήκε στό σπίτι μας ένας άλλος Διάκονος, ὁ π. Δανιήλ μέ τήν σύζυγο του. Ακουσε τήν συζήτησι καί μάς είπε:
Καλά, στό δικό σας τό κρεββάτι βάλατε τόν Αγιο τού Θεού νά ξαπλώσει; Αύτό δέν είναι ἀνευλάβεια καί ἀσέβεια πρός τό Πρόσωπο του;
Ό Επίσκοπος τούς είπε: Οχι, εδώ θά ξαπλώσω, διότι στό σπίτι αύτό υπάρχει ἡ εύλογία τού Θεού.
Πράγματι, ξεκουράσθηκε λίγο. Ετοιμάσθηκε τό φαγητό καί καθίσαμε όλοι νά φάμε. Μετά τό φαγητό άπευθύνθηκα στόν Επίσκοπο καί τοῦ είπα:
Μή φεύγετε, Αγιε Επίσκοπε. Θέλω νά σάς δώσω κάτι σάν άναμνηστικό δώρο άπό τήν έπίσκεψί σας στό σπίτι μας.
Τότε δίπλα μου παρουσιάσθηκε ἡ ιθαγενής Μοναχή Θέκλα καί μοῦ είπε: «Νά τού δώσεις τήν εικόνα πού σοῦ έφερα άπό την Ελλάδα.
Πράγματι, του δώσαμε τήν εικόνα αύτή τής οποίας τό πρόσωπο είχε μία έξαίσια λαμπρότητα καί περιαυγαζόταν άπό φωτεινές άκτίνες πού αύξομειώνονταν.
Ό Αγιος Νεκτάριος πήρε τήν εικόνα στήν αγκαλιά του καί μάς είπε: «Ή εύχή μου καί ἡ εύλογία της ναναι πάντα μαζί σας». Καί άνεχώρησε.
Ετσι τελείωσε αύτή ἡ ωραία στιχομυθία στόν ύπνο μου μέ συνομιλητές δύο Αγίους τής Εκκλησίας μας.
Τό πιό θαυμαστό γεγονός είναι ότι, άφ' ότου ξύπνησα, ήμουν τελείως καλά. Άρχισα τίς οικιακές μου δουλειές καί κατόπιν πήρα τήν αξίνα στόν ώμο γιά τό χωράφι».
Ρώτησα τόν π. Λάζαρο, πώς αντιμετώπισαν οί συγγενείς καί άλλοι γνωστοί του τήν άρρώστεια τής Διακόνισσας. Καί μού είπε: «Επέμεναν νά τήν πάμε στόν μάγο γιά νά μάς πληροφορήσει έκεῖνος ποιός είναι ό ένοχος γιά τήν άρρώστεια της. Όμως τόσο εγώ, όσο καί τά παιδιά μου εἴμασταν αποφασισμένοι νά δεχθούμε τό θέλημα τού Θεού, όποιο καί νά ήταν. Προτιμούσαμε νά πεθάνει μέ τό θέλημα τού Θεού καί ούδέποτε νά τήν μεταφέρουμε στούς μάγους καί τούς διαβόλους.»
Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου