«Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»
Τήν
ἀπάντησι μᾶς τήν δίδει ὄχι μέ μία θεωρητική διδασκαλία, άλλά μέ μία ζωντανή
ὀπτασία, ὁ Ρουμᾶνος ἱερομόναχος π. Ἀρσένιος Μπόκα.
Βλέποντας ὁ
Πατήρ ὅτι πολλοί ἀπ᾿ αὐτούς, πού ἐξωμολογοῦντο, δέν ἄλλαζαν τόν τρόπο τῆς
ζωῆς τους, ἀλλά συνέχιζαν μέ τίς κακές ἐπιθυμίες τους καί τά ἁμαρτήματά τους
καί γνωρίζοντας ὅτι θά εἶναι ἐγγυητής γιά τήν σωτηρία τῶν ψυχῶν τους στήν
Μέλλουσα Κρίσι, παρεκάλεσε τόν Θεό νά τοῦ ἀποκαλύψη γιά ποιά αἰτία οἱ ἄνθρωποι
δέν ἀφήνουν τίς ἁμαρτίες τους.
Μία
ἡμέρα, καθήμενος σ᾿ ἕνα κάθισμα στόν κῆπο τοῦ μοναστηριοῦ καί κυττάζοντας πρός
τό βουνό, βλέπει ὅτι ἐμφανίσθηκε στήν κορυφή τοῦ βουνοῦ ἕνα μεγάλο σύννεφο,
μαῦρο καί σκοτεινό καί μέσα σ᾿ αὐτό ἀκουγόταν φασαρία καί πολύς θόρυβος.
Ἀντικρύζοντας μέ περισσότερη προσοχή, παρετήρησε ὅτι ξαφνικά τό σύννεφο
χωρίσθηκε σέ δύο μέρη καί στό μέσον τοῦ συννέφου, φάνηκε ἡ κορυφή τοῦ βουνοῦ,
ὅπου ὑπῆρχε βασιλικός θρόνος περικυκλωμένος ἀπό φωτιά καί ὁ Ἑωσφόρος νά κάθεται
ἐκεῖ ἔχοντας γύρω του πολλούς δαίμονες. Ἄκουσε τότε ὁ π. Ἀρσένιος τόν Ἑωσφόρο
νά λέγη στούς δαίμονες:
-Ποιός
ἀπό ἐσᾶς εἶναι ἐπιτήδειος νά εὕρη ἕνα πονηρό λογισμό, τόν ὁποῖον νά ψιθυρίσουμε στόν νοῦ τῶν ἀνθρώπων γιά νά τούς
ἑλκύσουμε πρός τό μέρος μας κι ἔτσι νά κερδίσουμε πολλές ψυχές, νά κάνουμε μία
βασιλεία μεγαλύτερη ἀπό ἐκείνη τοῦ Θεοῦ, διότι ὀλίγος καιρός ἀκόμη μᾶς
ἀπέμεινε.
Τότε
ἐμφανίζεται ἕνας διάβολος. Προσκύνησε τόν ἀρχηγό του μέχρι τοῦ ἐδάφους καί τοῦ
εἶπε:
-Ἔξοχε
τοῦ σκότους ἀρχηγέ, εὑρῆκα κατάλληλο νά ψιθυρίσω στούς ἀνθρώπους τόν λογισμό
ὅτι δέν ὑπάρχει Θεός.
Τότε ὁ
ἀρχισατανᾶς τοῦ εἶπε: Δέν εἶναι τόσο καλή αὐτή ἡ πρότασί σου, διότι ἠμποροῦμε
νά κερδίσουμε περισσότερους μέ ἄλλο τρόπο. Ἄς ἔλθη κάποιος ἄλλος.
Ἦλθε ὁ
δεύτερος καί τοῦ εἶπε:
-Ἔξοχε
τοῦ σκότους ἀρχηγέ, ἐγώ προτείνω, νά τούς ἀφήσουμε νά πιστεύουν στόν Θεό, ἀλλά
νά τούς ψιθυρίσουμε ὅτι δέν ὑπάρχει, οὔτε παράδεισος οὔτε κόλασις καί ὅτι ἡ ζωή
αὐτή ὑπάρχει μόνο μέχρι τοῦ τάφου.
Ὁ
ἀρχισατανᾶς, μετά ἀπό ἀρκετή περίσκεψι τοῦ εἶπε:
Οὔτε μ᾿
αὐτή τήν πονηρή σκέψι θά ἠμπορέσουμε νά κερδίσουμε πάρα πολλούς, διότι ὁ
Χριστός, ὅταν ἀνυψώθηκε στούς οὐρανούς, εἶπε στούς μαθητές Του: «Ἐν τῷ οἰκίᾳ
τοῦ Πατρός μου μοναί πολλαί εἰσι...καί ἐάν πορευθῶ καί ἑτοιμάσω ὑμῖν τόπον,
πάλιν ἔρχομαι καί παραλήψομαι ὑμᾶς πρός ἐμαυτόν...» (Ἰωάν.14,2-3). Ἀκόμη εἶναι
ἀρκετά φευτευμένη αὐτή ἡ πίστις στό νοῦ τῶν ἀνθρώπων ὅτι ὑπάρχει Θεός καί Αὐτός
θά τούς ἀνταμείψη κατά τά ἔργα τους. Λοιπόν, ἄς ἔλθη ἄλλος.
Ἔρχεται
ὁ τρίτος καί λέγει, ἀφοῦ πρῶτα τόν προσκύνησε μέχρι τοῦ ἐδάφους:
- Ἔξοχε
τοῦ σκότους ἀρχηγέ, ἐγώ προτείνω καλλίτερα νά ἐπαινοῦμε τούς ἀνθρώπους γιά τήν
πίστι τους στόν Θεό, στήν ὕπαρξι τοῦ παραδείσου καί τῆς κολάσεως, στήν τελική
Κρίσι, ἀλλά ταυτόχρονα, χωρίς διακοπές νά τούς ψιθυρίζουμε: «Μή βιάζεσθε νά μετανοήσετε. Ἀφῆστε αὐτό τό
ἔργο γιά τά γεράματά σας, διότι ὁ θάνατος θ᾿ ἀργήση. Τώρα νά χαίρεσθε τίς
ἀπολαύσεις τῆς ζωῆς, νά ἱκανοποιῆτε ὅλες τίς σαρκικές σας ἐπιθυμίες, διότι
ἔχετε ἀρκετό χρόνο μπροστά σας»! Καί κάνοντας ἐμεῖς τά δελεαστικά μας ἔργα,
δέν θά καταλαβαίνουν αὐτοί πότε περνάει ὁ καιρός καί ἔρχεται τό τέλος τους. Ὁ
θάνατος θά ἔρχεται ξαφνικά καί θά τούς εὑρίσκει ἀπροετοίμαστους καί τότε αὐτοί
θά εἶναι γιά πάντα ἰδικοί μας. Τότε ὁ ἀρχισατανᾶς ἐκούνησε τό κεφάλι του
ἱκανοποιητικά. Ἐγρύλισε ἀπό μία διαβολική χαρά καί μέ μία βιαστική λαχτάρα τούς
εἶπε:
-Πηγαίνετε καί κάνετε, ὅπως ἀκούσατε ἀπό τόν συνάδελφό
σας!
Ἔτσι,
πολλοί ἄνθρωποι σήμερα μόνο τυπικά καί γιά τά μάτια τοῦ κόσμου ἐκπληρώνουν τά
χριστιανικά τους καθήκοντα, ἐφ᾿ ὅσον κάθε στιγμή οἱ πονηροί δαίμονες τούς
ψιθυρίζουν δελεαστικά γιά τίς ἀπολαύσεις αὐτοῦ τοῦ κόσμου καί αὐτοί ὑπακούουν.
Δέν ἀλλάζουν τήν τακτική τους καί συνεχίζουν νά ἱκανοποιοῦν τίς ἐπιθυμίες τους
καί τίς ἁμαρτίες τους, περιφρονώντας τίς πατρικές συμβουλές καί τήν ἀληθινή
μετάνοια, ἔστω καί στά γεράματά τους.
Μετάφρασις ἀπό τά ρουμανικά Μον. π.,Δαμασκηνός Γρηγοριάτης.
Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου