Σάββατο 19 Νοεμβρίου 2022

Ο ΕΠΙΣΚΟΠΙΚΟΣ ΒΑΘΜΟΣ ΕΧΕΙ ΚΑΤΑΡΓΗΘΗ ΑΠΟ ΤΟΝ «ΠΡΩΤΟΝ»

Ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος ἠσπάσθη τό ἐγκόλπιον τοῦ Πάπα! (Μπαχρέιν, 4/11/2022).

Γάγγραινα ἡ ψευδοθεολογία τοῦ «πρωτείου»
εἰς τὴν Ὀρθόδοξον θεσμικὴν Ἐκκλησίαν!

Ο ΕΠΙΣΚΟΠΙΚΟΣ ΒΑΘΜΟΣ ΕΧΕΙ
ΚΑΤΑΡΓΗΘΗ ΑΠΟ ΤΟΝ «ΠΡΩΤΟΝ»

Ἡ διπλῆ μνημόνευσις καὶ τοῦ Πατριάρχου Βαρθολομαίου εἶναι λατινικὴ αἵρεσις.
Ἔφθασαν νὰ κηρύσσουν ὡς «θεολογίαν» τὰ πάθη!
«Δὲν ὑπάρχει Οἰκουμενικὸς, διότι ὅλοι εἴμαστε Ἐπίσκοποι».

Γράφει ὁ κ. Γεώργιος Ἰωάννου Καραλῆς,
Πτυχιοῦχος ἰατρικῆς καὶ χειρουργικῆς-
διδάκτωρ τοῦ Πανεπιστημίου Γένοβας-
Πυρηνικὸς ἰατρὸς

 

Ὁ ἀείμνηστος καθηγητὴς Ἰωάννης Ρωμανίδης ἔγραφε: «Δὲν πηγαίνω ποτὲ σὲ Ἱερατικὰ Συνέδρια ὡς ὁμιλητής. Διαπίστωσα ὅτι οἱ ἑκασταχοῦ Μητροπολίτες πλὴν ὀλίγων ἐξαιρέσεων μὲ βλοσυρότητα Σουλτάνου προσπαθοῦν νὰ κατατρομοκρατήσουν τοὺς ἱερεῖς, κυρίως αὐτοὺς ποὺ σέβονται τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη καὶ Παράδοση καὶ νὰ ἐπιβάλλουν τὴν ἀθεολόγητη ἰδεοληψία τους τὸν ἀδογμάτιστο κοινωνισμό τους ἢ ἀκόμα καὶ τὰ πάθη τῆς ἀτιμίας τους. Μὲ τέχνη καὶ τρομοκρατία προσπασθοῦν νὰ τὰ ἐπιβάλλουν καὶ αὐτά. Οἱ γαστρίμαργοι λένε: «Δὲν βλάπτουν τὰ φαγητὰ καὶ τὰ ποτά, τὰ ἐξερχόμενα βλάπτουν». Φανερὴ ἡ δεσποτικὴ σοφιστεία στὴν παρερμηνεία τῶν λόγων τοῦ Εὐαγγελίου σὲ ὅλο τὸ μεγαλεῖο της. Οἱ ἠθικιστὲς λένε: «Δράση θέλει ὁ Χριστός». Ἐννοεῖται ποιμαντικὴ δράση. Χωρὶς ἀγῶνα ἐσωτερικῆς κατάστασης. Δράση… δράση… βράση… βράση… καὶ στὸ τέλος ἐξατμίζονται ὅλα καὶ μένει ἄδεια ἡ κατσαρόλα. Οἱ ἀμοραλιστές… ἐκεῖ νὰ ἀκοῦτε φωνές: «Δὲν ἀσχολεῖται ὁ Θεὸς μὲ τὸ πῶς λειτουργοῦν οἱ γενετήσιες ὁρμές μας, ἀλλὰ μὲ τὴν καρδιά μας». Καλὰ εἶπα σὲ κάποιον: «Ἀκρωτηριασμένοι θὰ μποῦμε στὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ; Τὰ γεννητικὰ ὄργανα, δὲν συντονίζονται λειτουργικὰ μὲ τὴν καρδιά; Ἂν εἶναι καθαρὴ ἡ καρδιά, ὅλος ὁ ἄνθρωπος ἔχει τὴν ἄκτιστη Χάρη τοῦ Θεοῦ, διότι δὲν ἐκφεύγει λειτουργικὰ ἀπὸ τὴν ἀρχὴ καὶ τὸ ἀτέλεστον τέλος τῆς ὑποστάσεως, δηλαδὴ τὸ κατ’ εἰκόνα καὶ τὸ καθ’ ὁμοίωσιν τοῦ Ἀρχετύπου Συνανάρχου Λόγου. Στὰ εὐαίσθητα σημεῖα τοῦ σώματος δὲν πηγαίνει ἡ Θεία Κοινωνία; Δὲν θεοῦται ὅλος ὁ ἄνθρωπος; Ὑπάρχουν σημεῖα ποὺ ἐπικρατεῖ ὁ Χριστὸς καὶ ἄλλα ποὺ διαφεντεύει ὁ διάβολος; Τί εἴδους πίστη ἔχετε; Τί δυαλισμὸ εἰσάγετε στὴν Ἐκκλησία;».

– «Μὰ ἐσεῖς, ἀπάντησε μὲ κομμένη ἀνάσα, εἶσθε ἐνάντια στὴν ἠθική. Πῶς τὰ λέτε αὐτά;»

– «Στὴ στείρα ἠθικὴ τῆς ἐπιφάνειας, τοῦ ἐξήγησα. Ὄχι στὴν ψυχοσωματικὴ ἠθικὴ τοῦ βάθους ποὺ στὴν ὀρθόδοξη γλώσσα λέγεται Ἀσκητική».

Κατάπιε τὴν γλώσσα του ὁ τυραννίσκος… (Ἐπίσκοπος ἔτσι;)

Ἄλλος μὲ κόλλημα στὰ λεφτά: «θέλω λεφτὰ γιὰ νὰ κάνω ἔργο». Βαρέθηκαν οἱ παπάδες του νὰ ἀκοῦνε γιὰ λεφτά, ἐπιχειρήσεις, ἐπενδύσεις, ἱδρύματα, οἰκονομικὰ προγράμματα… Αὐτὰ τὰ βαπτίζει «ἔργο», «διαποίμανση»! Χρειάζονται καὶ αὐτὰ σὲ ἕνα βαθμό, ἀλλὰ δὲν εἶναι αὐτὰ τὸ ποιμαντικὸ ἔργο… Ἄλλος βρίζει τοὺς Ἁγίους. Εἶπε κάποιος: «ἐπιβάλλω νὰ οἰκοδομοῦν Ναοὺς ἐπ’ ὀνόματι τῶν Ἁγίων τῶν πρωτοχριστιανικῶν χρόνων. Τοὺς νεώτερους δὲν τοὺς ἐμπιστεύομαι». Δὲν ἤθελε τὴν Ὁσία Εἰρήνη Χρυσοβαλάντου καὶ τὸν Ἅγιο Νεκτάριο. Καὶ ποιὸς εἶσαι ἐσὺ ποὺ νομίζεις πὼς τὸ ἐγκόλπιό σου λειτουργεῖ σωστά, ὅταν δὲν ἔχεις ἐγκολπωθεῖ μὲ νοερὰ προσευχὴ τὸ φρόνημα τῶν θεουμένων μέσα στὴν καρδιά; Τότε μπορεῖς νὰ ξεχωρίζεις ἀπλανῶς. Τώρα συγχέεις… Τί τὸ φορᾶς αὐτὸ τὸ στρογγυλὸ στὸ στῆθος πάνω στὴν καρδιά; Δὲν ἔμαθες ποτὲ ὅτι ὁ «ἔσω ἄνθρωπος τοῖς ἔξωθεν σχήμασι διατυποῦται;» Ἐσὺ τί νομίζεις, ἄσχετε; Τὸ ἐγκόλπιό σου, πρέπει νὰ ξέρεις, ποὺ τὸ λανσάρεις ἐπιδεικτικὰ ὡς ἔμβλημα ἐξουσίας, ἔχει μία συνάρτηση μὲ τὸ βαθύτερο φρόνημά σου. Μὲ τὸ ἦθος τῆς καρδιᾶς σου. Γι’ αὐτὸ τὸ φορᾶς στὸ στῆθος σου. Ἀντανακλᾶ πρὸς τὰ ἔξω «τὸν φερόμενον ἐν τῇ καρδίᾳ». Ἂν δὲν τὸ ξέρεις καὶ τὸ φορᾶς, γιὰ νὰ λιτανεύεις μία Κολωνακιώτικη ἐκκλησιαστικὴ ἀριστοκρατία ὡς δεῖγμα ποικίλης ὑπεροχῆς, εἶσαι ἕνας μασκαρεμένος ἀπατεωνίσκος, ποὺ ἐκμεταλλεύεσαι τὴν Ἀποστολικὴ ἐξουσία, ἀλλὰ μισεῖς τὴν Ἀποστολικὴ ἀξία… Τελεῖς μυστήρια, ἀλλὰ δὲν θεραπεύεις ψυχές. Ἀπεναντίας διαφθείρεις περισσότερο τὶς ἤδη πάσχουσες καὶ ἀρρωσταίνεις καὶ τὰ ὑγιῆ μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Εἶσαι ἐπικίνδυνος. Ἔπρεπε νὰ εἶσαι στὶς τάξεις τῶν κατηχουμένων. Τὸ ἐγκόλπιο στὸ στῆθος σημαίνει: «Ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός». Βέβαια, ἂν καὶ εἶναι ἀνούσια τὰ ἐξωτερικὰ δείγματα χωρὶς καρδιακὴ συνάρτηση, ὑποστηρίζω ἀκράδαντα, ὅτι πρέπει νὰ διατηρηθεῖ τὸ ὀρθόδοξο σχῆμα περιβολῆς τῶν κληρικῶν στὴν Ἑλλάδα. Εἶναι τὸ μόνο ποὺ ἀπομένει νὰ θυμίζει ὅτι εἶναι θεραπευτές.

Ὁ ἄλλος φωστήρας λέει σὲ πανορθόδοξες διασκέψεις (τὸ ἐπέβαλε ἀργότερα στὸ Μπαλαμάντ): «Παπικοὶ καὶ Ὀρθόδοξοι ἔχουν τὴν ἴδια Ἱερωσύνη!!! Ὁδηγοῦν δηλαδὴ στὴ θέωση ταυτοτρόπως. Οἱ διαφορές τους εἶναι ἰδεολογικὲς καὶ δὲν ἐπηρεάζουν τὸ ἀποτέλεσμα τῆς δουλειᾶς τους…». Φταίω τώρα ποὺ ὀνομάζω εἰδωλολατρικὴ τὴν εὐχαριστία του καὶ τὴν ἐσχατολογία του; Μεγάλη πληγὴ γιὰ τὴν πίστη αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος…

Δὲν θὰ παύσω νὰ λέω ὅτι ὁ διάβολος σήμερα πῆγε διακοπές, γιατί τὸ ἔργο του τὸ συνεχίζουν οἱ Ἐπίσκοποι. Τρομοκράτες τῶν ἀγωνιζομένων καὶ ἐκπαιδευτὲς τῶν ἀλλοτριωμένων… Τὰ ἔχω ζήσει… Εἶπα κάποτε στὸν Ἀμερικῆς Μιχαήλ, πού μοῦ εἶχε πεῖ ὅτι εἶμαι ἀνεξέλεγκτος ἀντάρτης: «Ἄλλο ὑπάκουος καὶ ἄλλο δουλοπρεπής».

Τὸ μεγαλύτερο σημερινὸ πρόβλημα εἶναι οἱ Ἀρχιερεῖς. Τί πίστη ἔχουν;… Ἔχει ὑποχρέωση ὁ Ἐπίσκοπος νὰ διδάσκει μὲ ἔμπνευση τὸν κλῆρο πρωτίστως καὶ τὸ λαὸ ἔπειτα, ἀλλὰ ὄχι μὲ ὅσα ἐκφράζουν καὶ βολεύουν τὸν ἴδιο. Κάποτε, στὴ χειροτονία του, μπῆκε ἀνοιχτὸ τὸ Εὐαγγέλιο πάνω ἀπὸ τὸ κεφάλι του… Δὲν εἶναι λοιπὸν αὐτόβουλος. Δὲν ἔχει ἴδιον θέλημα. Εἶναι φερέφωνο τοῦ Χριστοῦ. Θὰ μοῦ πεῖς, πῶς νὰ μὴ εἶναι τέτοιος, ἀφοῦ δὲν ἔχει καρδιακὰ γευθεῖ τὴν Χάρη καὶ τὸν πνίγουν τὰ πάθη, ποὺ τρέφονται σὰν γιγαντιαῖα παράσιτα μέσα στὴν καρδιά του; Τότε νὰ ἔχει τὸν ἀνδρισμὸ νὰ ἀκολουθεῖ αὐτούς, τοὺς ὁποίους ὁρκίσθηκε ὅτι θὰ ἔχει ὁδηγούς, λίγο πρὶν τὴν χειροτονία του. Πάνω στὸ Εὐαγγέλιο ὁρκίσθηκε. Καὶ Εὐαγγέλιο σημαίνει ὅλη τὴν παράδοση τῶν θεουμένων. Δὲν χωρίζουν αὐτά.

Ἕνας σὲ μία συνάντηση μοῦ εἶπε: «Πουθενὰ στὸ Εὐαγγέλιο δὲν μίλησε γιὰ σαρκικὰ καὶ ἀρσενοκοῖτες ὁ Χριστός. Γιὰ ἀγάπη μίλησε, τοὺς πλούσιους ἤλεγξε». «Αὐτὸ δείχνει τὴν πονηριά σου, ἀπάντησα, τὴν ἀσχετοσύνη σου. Ποιός σοῦ εἶπε ὅτι ὁ εὐαγγελικὸς λόγος ἔκλεισε; Καὶ ἂν χαθοῦν ὅλα τὰ ἁγιογραφικὰ κείμενα, ὅσο ὑπάρχει ἡ δύναμη τῆς Πεντηκοστῆς ἐνεργουμένη στὶς καρδιὲς τῶν θεουμένων, πάλι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα θὰ τὰ ὑπαγορεύσει… Στόμα Χριστοῦ ἦταν καὶ ὁ Παῦλος καὶ καθένας ποὺ μετέχει ἐμπειρικὰ στὸ θεμελιακὸ αὐτὸ γεγονὸς ποὺ συνιστᾶ «πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν»». Ποιὰ εἶναι ἡ «Πᾶσα ἡ ἀλήθεια;».

Ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι Σῶμα Χριστοῦ καὶ ὁμιλεῖ ἑπομένως ὁ Χριστὸς μέσῳ Αὐτῆς Μέσῳ ποίων ὅμως; Τῶν ὑγιῶν μελῶν τοῦ σώματος, τῶν τεθεραπευμένων. Σὲ σκότος μπορεῖ νὰ εἶσαι ἐσὺ τοῦ εἶπα, ὁ διαχειριστὴς τῆς Χάριτος καὶ νὰ σοῦ βάλλει τὰ γυαλιὰ μία ἁπλὴ γιαγιούλα ἢ ἕνας τσοπάνος ἀπὸ τὰ Ἄγραφα… Ἔπειτα, ἐπειδὴ λὲς ὅτι ὁ Χριστὸς στὸ Εὐαγγέλιο δὲν τὰ καυτηριάζει αὐτά, μᾶλλον δὲν ξέρεις νὰ τὸ διαβάζεις σωστά. Δὲν ἔχεις ἑρμηνευτικὰ κλειδιά. Δὲν ἀναφέρει ὁ Χριστὸς «ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἀνεκτότερον ἔσται γῆ Σοδόμων καὶ Γομόρρας ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως ἢ τῇ πόλει ἐκείνῃ»; Τί σημαίνει τὸ «ἀνεκτότερον ἔσται»; Ὅτι ἡ σοδομιτικὴ ἁμαρτία ἦταν μέτρο σύγκρισης καὶ ἀξιολόγησης γιὰ κάθε ἄλλη πνευματικὴ ἀσθένεια! «Τῶν Σοδομιτῶν ἡ θεήλατος κόλασις φοβερωτέρα πάσης ἐδόκει πᾶσιν…» ἑρμηνεύουν οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Τί ἦταν αὐτό; Ὅτι «ὀπίσω σαρκὸς ἑτέρας» (Ἰούδα 7) ἀσελγοῦσαν ἄνδρες μεταξύ τους, ἐπέκτειναν τὴν ἀνώμαλη λύσσα καὶ στὶς γυναῖκες τους καὶ ἔκαναν καὶ μὲ αὐτὲς τὴν ἴδια παρὰ φύση σιχαμερότητα, καὶ τὸ φοβερότερο, ἀκόμη καὶ τὰ παιδιὰ μόλυναν μὲ αὐτὲς τὶς ὀρέξεις κατὰ τὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸν Χρυσόστομο. Αὐτὴ ἡ φοβερὴ ἁμαρτία, ἀσθένεια τῆς ψυχῆς, ἐπιφέρει καυστικότερη τὴν Ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ πάνω τους. Αὐτὸ εἶναι ἡ κόλασις. Ἀκαθαρσία, ἀρρώστια νοός, πληγὴ βαθειὰ ποὺ ἐπεκτείνεται στὸν ὅλο ἄνθρωπο. Καὶ ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ βιώνεται ὡς ἀφόρητη καῦσις… Καίγεται ὁ ἄρρωστος νοῦς καὶ κατὰ προέκταση ὅλος ὁ ἄνθρωπος ποὺ συντονίζεται ἀπ’ αὐτόν. Τὸ Ἄκτιστο Φῶς γίνεται «πῦρ καταναλίσκον».

Ἄρα ὁ ὑποκτηνώδης σοδομισμὸς εἶναι μέτρο σύγκρισης γιὰ ὅλες τὶς ἄλλες πνευματικὲς ἀσθένειες. Μόνο ποὺ τὸ κακὸ ἀρχίζει μέσα ἀπὸ τὴν καρδιά, γι’ αὐτὸ ὅλα τὰ τοποθέτησε στὴν ἀρχή, στὴ γένεση τοῦ κακοῦ. «ἔσωθεν γὰρ ἐκ τῆς καρδίας τῶν ἀνθρώπων οἱ διαλογισμοὶ οἱ κακοὶ ἐκπορεύονται, μοιχεῖαι, πορνεῖαι, φόνοι, κλοπαί, πλεονεξίαι, πονηρίαι, δόλος, ἀσέλγεια, ὀφθαλμὸς πονηρός, βλασφημία, ὑπερηφανεία, ἀφροσύνη· πάντα ταῦτα τὰ πονηρὰ ἔσωθεν ἐκπορεύεται καὶ κινεῖ τὸν ἄνθρωπον» καὶ τὸ πρᾶγμα δὲν συμμαζεύεται…

Γι’ αὐτὸ πηγαίνω μόνο στὰ συνέδρια…» κ.λπ. ἑνὸς Μητροπολίτη… ποὺ τὸν ἐκτιμάει καὶ ἐδῶ τελειώνει…

Εἶναι καυστικὰ τὰ λόγια, γιατί τίθενται ἀπὸ ἕνα ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος ἔχει πεθάνει ἐδῶ καὶ ἀρκετὸ καιρὸ καὶ ὁ ὁποῖος τὰ ζοῦσε στὴν ἐποχή του. Εἶπε μάλιστα πὼς τὸ ἔργο τοῦ διαβόλου τὸ ἐπιτελοῦν οἱ Ἐπίσκοποι αὐτὴν τὴν στιγμή. Αὐτὸ ἦταν μία εἰσαγωγή, ποὺ ἤθελα νὰ σᾶς κάνω, δηλ. ποιὰ ἦταν ἡ ἄποψη τοῦ Ἰωάννου τοῦ Ρωμανίδη, καὶ ἐπειδὴ ὁ Ἰωάννης ὁ Ρωμανίδης ἦταν συνεργάτης τοῦ Ὀρθοδόξου Τύπου καὶ ἔγραφε στὸν Ὀρθόδοξο Τύπο. Τὸ θέμα τὸ σημερινὸ εἶναι κατὰ πόσο ὑπάρχει πρωτεῖο στὴν Ὀρθόδοξο Παράδοση. Καὶ ἀπὸ ποῦ προῆλθε τὸ πρωτεῖο στὴν Ὀρθόδοξο Παράδοση. Κάποιος Μητροπολίτης γράφει ἐπικρίνοντας τοὺς Ρώσους, ὅτι δὲν ἔχουν καταλάβει ὅτι τὰ πάντα πρέπει νὰ ὑπογράφονται ἀπὸ τὸν πρῶτο, γιατί ὅταν δὲν κάνεις κάτι τέτοιο, καταλύεις τὸ πρωτεῖο, τὸ ὁποῖο ἀνέκαθεν ὑπῆρχε μέσα στὴν Ὀρθόδοξο Παράδοση. Τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση τὴν μπερδεύει μὲ τὴν παπική;… Ἐγὼ ξέρω ὅτι τὸ πρωτεῖο ὑπῆρχε στὴν παπικὴ παράδοση ὄχι στὴν Ὀρθόδοξη. Λοιπὸν γιὰ νὰ καταλάβουμε ἂς μιλήσουμε λίγο γιὰ τὴν παράδοσή μας. Δὲν εἴμαστε κατὰ τῶν Μητροπολιτῶν καὶ κατὰ τῶν Ἐπισκόπων. Ὁ ἐπισκοπικὸς θεσμὸς ὑπῆρχε μέσα στὴν Ἐκκλησία. Ὁ Ἐπίσκοπος, ὅπως λέει καὶ ὁ Ρωμανίδης, πρέπει νὰ εἶναι ἕνας ἄνθρωπος κεκαθαρμένος, ἕνας ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος μέσα ἀπὸ τὴν καρδιά του θὰ ἀγωνίζεται, θὰ κάνει τὸν καλὸν ἀγῶνα καὶ δὲν θὰ λέει τὸ ἴδιον θέλημα, τὸ γνωμικό του θέλημα, ἀλλὰ θὰ ἐκφράζει τὸ θέλημα τῆς Ἐκκλησίας, τὸ θέλημα τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος προσέλαβε τὴν ἀνθρώπινη φύση καὶ τὴν θέωσε. Ἂν ὁ Ἐπίσκοπος αὐτὰ τὰ πράγματα δὲν τὰ κάνει, νὰ δοῦμε τί κάνανε οἱ Πατέρες. Τὸ ἐπισκοπικὸ ἀξίωμα εἶναι ἀξίωμα, τὸ ὁποῖο δὲν συμβαδίζει μόνο μὲ μία διοίκηση, ἀλλὰ συνήθως εἶναι ἔργο ποιμαντικό, εἶναι ἔργο διδαχῆς θεολογίας. Ἡ ἕβδομη Οἰκουμενικὴ Σύνοδος συζήτησε κατὰ πόσο μποροῦν νὰ δεκτοῦν Ἐπισκόπους, οἱ ὁποῖοι ἦταν Ὀρθόδοξοι, διότι δὲν εἶχαν καταδικασθεῖ ἀκόμα ἀπὸ καμία Σύνοδο, εἶχαν γίνει ὅμως εἰκονομάχοι… Καὶ ὅταν αὐτοὶ οἱ Ὀρθόδοξοι Ἐπίσκοποι γίνανε εἰκονομάχοι, ἡ ἕβδομη Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ἀποφάσισε, μίλησε καὶ εἶπε «τί θὰ κάνουμε μὲ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους; Ζήτησαν μετάνοια, ζήτησαν νὰ συγχωρεθοῦν καὶ ζήτησαν νὰ μποῦν στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία». Πολλοὶ τότε διαφώνησαν καὶ εἶπαν «πῶς εἶναι δυνατὸν ἕνας Ἐπίσκοπος νὰ σφάλλει; Ἂν ἕνας Ἐπίσκοπος σφάλλει, τότε σημαίνει, ὅτι σὲ τελευταία ἀνάλυση, δὲν ἔχει τὴν θεία Χάρη. Ἂν ἕνας Ἐπίσκοπος σφάλλει, σημαίνει, ὅτι σὲ τελευταία ἀνάλυση, δὲν ἔχει σχέση μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ἑπομένως πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ σφάλλει;». Κατ’ οἰκονομία ὅμως, ἡ ἕβδομη Οἰκουμενικὴ Σύνοδος, ἐπειδὴ ἦταν Ἐπίσκοποι, ἐπαναλαμβάνω, τοὺς ἀναγνώρισε, βέβαια μὲ πολλὲς ἐπιφυλάξεις. Διότι, ἐπειδὴ ἦταν Ἐπίσκοποι, δὲν ἔπρεπε νὰ πέσουν στὴν αἵρεση. Ἕνας Ἐπίσκοπος δὲν ἐπιτρέπεται νὰ πέσει στὴν αἵρεση. Γιατί αὐτὴν τὴν στιγμὴ ἔχουμε ἀλλάξει καὶ τὰ ἑλληνικά προκειμένου νὰ δικαιολογήσουμε τὴν αἵρεση. Δυστυχῶς ἔχουμε ἐφεύρει καινούργιες ξενόφερτες λέξεις, τὶς ὁποῖες δὲν θὰ τὶς βρεῖ­τε ποτὲ στοὺς Πατέρες. Γιατί ἔχουμε ἀλλάξει τὰ Ἑλληνικά. Θὰ μιλᾶμε τώρα τὰ Ἑλληνικὰ μὲ τὸν Ἀγγλικὸ τρόπο, τὰ νεοελληνικά. Οἱ Πατέρες λέγανε ὅτι ὑπάρχει Ὀρθοδοξία καὶ ὁ ἀντίποδος τῆς Ὀρθοδοξίας ποιὸ ἦταν; Ἡ αἵρεση. Δὲν ὑπάρχει τίποτα ἄλλο τὸ ἐνδιάμεσο. Ἑπομένως Ἐπίσκοπος ἦταν αὐτός, ὁ ὁποῖος ἔπρεπε νὰ ἦταν ὁ φρουρὸς τῆς Ὀρθοδοξίας. Νὰ καὶ ἕνας ἄλλος ρόλος τοῦ Ἐπισκόπου. Κάτι σὰν φρουρὸς τῆς Ὀρθοδοξίας… Δηλ. ἡ Ὀρθοδοξία μετριέται ἀνάλογα μὲ τὴν πίστη, ποὺ ἐπιδείκνυε αὐτὸς ὁ Ἐπίσκοπος, στὸ Ὀρθόδοξο Δόγμα. Τὸ ἀντίθετο ἦταν ἡ αἵρεση. Καὶ ξέρανε ὅλοι οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὅτι δὲν μποροῦνε σὲ αὐτὴν τὴν γῆ ὅλοι οἱ αἱρετικοὶ νὰ γίνουν Ὀρθόδοξοι. Δὲν γίνεται αὐτὸ τὸ πρᾶγμα. Πάντοτε θὰ ὑπάρχει Ὀρθοδοξία, πάντοτε θὰ ὑπάρχει καὶ αἵρεση. Σὲ αὐτὴ τὴν ζωὴ δὲν καταργεῖται ἡ αἵρεση, γιατί δὲν καταργεῖται τὸ γνωμικὸ θέλημα τοῦ ἀνθρώπου καὶ πάντοτε τὸ γνωμικὸ θέλημα τοῦ ἀνθρώπου μπορεῖ νὰ ὁδηγήσει τὸν ὁποιονδήποτε ἄνθρωπο στὴν αἵρεση. Ἄρα πρέπει νὰ ὑπάρχει… ὅπως λέει τὸ βιβλικό… «καὶ φραγμὸν αὐτῷ περιέθηκε καὶ ὤρυξεν…»… ὅριο νὰ ξεχωρίσεις, ποῦ βρίσκεται ἡ Ὀρθοδοξία καὶ ὅταν αὐτὸ τὸ ὅριο τὸ ξεπεράσεις μπαίνεις μέσα στὴν αἵρεση.

Δὲν ὑπῆρχε γιὰ τοὺς Πατέρες ἕνας τρίτος παράγοντας. Σήμερα πῶς τοὺς ὀνομάζουμε τοὺς αἱρετικούς; Ἔχετε ἀκούσει νὰ ὀνομάζονται οἱ Ρωμαιοκαθολικοὶ αἱρετικοί; Ὄχι. Πῶς τοὺς ὀνομάζουμε; Ἑτερόδοξους. Τί σημαίνει ἑτερόδοξος… ἔχει πολλὲς ἔννοιες τὸ ἑτερόδοξος, εἶναι μία καινούργια λέξη, δηλ. πιστεύεις σὲ ἕνα δόγμα, τὸ ὁποῖο μπορεῖ καὶ αὐτὸ νὰ ὁδηγεῖ στὴν ἀλήθεια. Πῶς εἶναι ὁ προτεστάντης; Ἑτερόδοξος καὶ αὐτός. Καὶ ἐπειδὴ τώρα μιλᾶμε γιὰ ἀγαπητικὲς σχέσεις καὶ πρέπει νὰ ἀγαπιόμαστε μεταξύ μας, πρέπει νὰ ἔχουμε σεβασμὸ καὶ πρέπει νὰ προσέχουμε τί εἴδους Ἑλληνικὰ θὰ χρησιμοποιοῦμε. Τὸ ἀντίθετο πιὰ τῆς Ὀρθοδοξίας δὲν εἶναι ἡ αἵρεση, εἶναι μία ἑτεροδοξία, ἡ ὁποία ζεῖ καὶ μέσα στὴν Ὀρθοδοξία. Εἶναι σὰν νὰ λέμε ὅτι ὑπάρχει ἡ Ὀρθοδοξία ὅπως ἕνα κόμμα, ποὺ ἔχει διάφορες ἰδεολογίες καὶ  βλέπεις μέσα στὸ ἴδιο κόμμα τὴν ἰδεολογία τῆς ἀριστερᾶς, τῆς δεξιᾶς καὶ τοῦ κέντρου. Καὶ ὅλα αὐτὰ εἶναι μέσα στὴν Ἐκκλησία, διότι Ἐκκλησία εἶναι καὶ οἱ παπικοί, Ἐκκλησία εἶναι καὶ οἱ προτεστάντες, Ἐκκλησία εἶναι ὅλοι. Ἀλλὰ εἶναι Ἐκκλησία, δὲν εἶναι ἡ αἵρεση, διότι ἂν θὰ τοὺς ὀνομάζαμε αἱρετικοὺς ἀναγκαστικὰ δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ ἔχουμε καὶ σχέση μαζί τους. Φαντάζεστε τώρα τὸν Μέγα Βασίλειο, ἕνα ἁπλὸ παράδειγμα, νὰ ἔκανε Συνέδριο μαζὶ μὲ τὸν Ἄρειο; Καὶ νὰ τοῦ ἔλεγε τοῦ Ἄρειου: «Ἔλα νὰ μιλήσουμε ρὲ παιδάκι μου ἐδῶ, νὰ ποῦμε πέντε πράγματα, νὰ κάνουμε ἕνα συνέδριο μαζί, νὰ πεῖς ἐσὺ τὴν ἄποψή σου νὰ πῶ καὶ ἐγὼ τὴν δική μου ἄποψη». Φαντάζεστε τώρα τὸν Ἅγ. Μάξιμο τὸν Ὁμολογητὴ νὰ ἔκανε Συνέδρια μὲ αἱρετικούς; Διάλογο ἔκανε μὲ τὸν Βύρωνα, καὶ ἀνάγκασε τὸν Βύρωνα νὰ δεχθεῖ τὴν Ὀρθοδοξία, γιατί τοῦ ἀπόδειξε ὅτι ἦταν αἱρετικός. Ἔχετε δεῖ ἐσεῖς, ἂς ποῦμε, τὸν Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ νὰ ἔχει καλέσει τὸν Βαρλαὰμ καὶ ὅλους τοὺς ἄλλους καὶ νὰ τοὺς πεῖ: «Ἐλᾶτε, ρὲ παιδιά, νὰ μιλήσουμε… ἔτσι… ἀγάπη εἶναι ὁ Χριστιανισμός… νὰ κάνουμε ἕνα συνέδριο ὅλοι μαζί, ὁ καθένας νὰ πεῖ τὴν ἄποψή του… καὶ σὲ τελευταία ἀνάλυση ἂς ἀποφασίσει ὁ λαὸς ποιὸν θέλει νὰ ἀκολουθήσει»; Δὲν ἔκαναν τέτοια πράγματα, γιατί ἁπλῶς εἶχαν μία ξεκάθαρη γνώμη καὶ λέγανε: «Ἐπειδὴ ἐμεῖς εἴμαστε Ὀρθόδοξοι, θέλουμε νὰ κατοχυρώσουμε τὴν Ὀρθοδοξία». Ὁ Ἐπίσκοπος ἐπειδὴ ἦταν ὁ φρουρὸς τῆς Ὀρθοδοξίας, ἔπρεπε νὰ ἦταν αὐτὸς ὁ ὁποῖος τὸ δόγμα τὸ Ὀρθόδοξο καὶ ὄχι μόνο τὸ εἶχε ἀλλὰ καὶ τὸ ζοῦσε, Ὀρθοπραξία καὶ Ὀρθοδοξία τὰ πάντα ἑνωμένα, ἀλλὰ καὶ τὸ δίδασκε καὶ στοὺς ἱερεῖς καὶ στὸ λαό. Ἑπομένως τὸ Ἐπισκοπικὸ ἀξίωμα ὑπῆρχε. Ἑπομένως τὰ ἀξιώματα στὴν Ἐκκλησία εἶναι τρία, εἶναι οἱ διάκονοι, οἱ πρεσβύτεροι καὶ οἱ ἐπίσκοποι, καὶ δὲν προκύπτει ὅτι ὑπάρχει καὶ ἕνα περαιτέρω· δηλαδὴ νὰ μιλᾶμε γιὰ Ἀρχιεπισκόπους, Μητροπολίτες πρώτους, δεύτερους καὶ τρίτους καὶ τέταρτους. Ὅλοι οἱ Μητροπολίτες, ὅλοι οἱ Ἀρχιεπίσκοποι, δὲν παύουν νὰ εἶναι Ἐπίσκοποι καὶ νὰ ἔχουν τὸν ἴδιο βαθμὸ ἱερωσύνης, τὸν ὁποῖο τὸν ἔχει καὶ ἕνας Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης. Ἑπομένως τὸ Ἐπισκοπικὸ ἀξίωμα εἶναι ἕνα ἀξίωμα σημαντικό.

Κάποτε ἕνας Ρωμαιοκαθολικὸς θεολόγος μοῦ εἶχε πεῖ: «Ἐσεῖς στὴν Ὀρθοδοξία διατηρήσατε μία μεγάλη παράδοση». Καὶ τοῦ λέω: «Ποιὰ παράδοση διατηρήσαμε νὰ τὴν καταλάβω καὶ ἐγώ;». Καὶ μοῦ λέει: «Διατηρήσατε τὴν Παράδοση, διότι ἐδῶ ἐμεῖς ἔχουμε ξεπέσει». «Ποῦ ἔχετε ξεπέσει», τοῦ λέω. Μοῦ λέει: «Ἔχουμε ξεπέσει σὲ ἕνα ἄκρατο παπισμό. Τὸ 100% τῆς ἱερωσύνης τὸ ἔχει ὁ πάπας. Ὁ καρδινάλιος ἔχει ἕνα 80%, οἱ ἄλλοι ἀρχιεπίσκοποι καὶ οἱ Μητροπολίτες ἔχουν ἕνα 70%, οἱ ἄλλοι ἐπίσκοποι ἔχουν ἕνα 60% κ.ο.κ.». Ἑπομένως ἡ ἱερωσύνη αὐτὴ καθ’ αὑτὴ πάει μόνο στὸν πρῶτο. Λὲς καὶ οἱ ἄλλοι δὲν εἶναι ἐπίσκοποι. Καταργεῖται δηλαδὴ στὴν δυτικὴ παράδοση ὁ ἐπισκοπικὸς βαθμός, καταργεῖται καὶ ὑπάρχει μόνο ὁ πρῶτος. Ὁ πρῶτος τῶν πρώτων καὶ ὁ χαιρέκακος τῶν χαιρεκάκων, ὁ Πάπας τῆς Ρώμης. Αὐτὴ ἦταν ἡ παράδοση ἡ λατινική, ἡ ὁποία ἐπικράτησε γιὰ αἰῶνες καὶ μὲ τὴν ὁποία χτυπηθήκαμε καὶ κονταροχτυπηθήκαμε. Τώρα ἀνακαλύπτουμε ὅτι κάπου δὲν εἴχαμε δίκιο. Τώρα ἀνακαλύπτουμε ὅτι ἡ θεολογία τοῦ πρωτείου ἦταν τελικά, αὐτὴ ἡ ὁποία ἐπικράτησε καὶ αὐτὴν τὴν θεολογία τοῦ πρωτείου τὴν δέχονται τὰ περισσότερα πρεσβυγενῆ Πατριαρχεῖα, ἰδικὰ ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης, ὁ ὁποῖος θεωρεῖται ὁ πρῶτος τῶν πρώτων. Καὶ ὅταν μιλᾶμε γιὰ πρῶτο δὲν μιλᾶμε γιὰ πρῶτο μεταξὺ ἴσων. Αὐτὸ ἔχει ξεκαθαρισθεῖ καὶ ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο τῆς Κωνσταντινούπολης. Μιλᾶμε γιὰ πρῶτο, ὅπως εἶναι μέσα στὴν παπικὴ παράδοση. Ἑπομένως ἔχουμε μία κατάργηση τοῦ ἐπισκοπικοῦ βαθμοῦ. Στὴν παράδοση τὴν Ὀρθόδοξη ἦταν οἱ Ἐπίσκοποι, οἱ ὁποῖοι ἦταν φρουροί, οἱ ὁποῖοι μετὰ βρισκόντουσαν σὲ Συνόδους μεταξύ τους, ἐκ τῶν ὁποίων ὑπῆρχε καὶ ὁ πρῶτος τῆς Συνόδου. Ὁ πρῶτος ὅμως τῆς Συνόδου δὲν μποροῦσε νὰ ἐπέμβει στὰ διοικητικὰ τῶν Ἐπισκόπων, ποὺ ἦταν στὶς δικές τους ἐνορίες καὶ στὶς δικές τους Μητροπόλεις. Ἁπλῶς βρισκόντουσαν σὲ μία Σύνοδο καὶ ἀποφάσιζαν γιὰ ὁρισμένα πράγματα Συνοδικά, ποὺ ἦταν πιὸ εὐρείας κλίμακας. Δὲν μποροῦσε ὅμως ἐπ’ οὐδενὶ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος νὰ ἐπέμβει πάνω στὰ προβλήματα ποὺ εἶχε ὁ Ἐπίσκοπος στὴν δική του ἕδρα. Μόνο ἂν πρόκυπτε ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος αὐτὸς εἶναι αἱρετικός, θὰ μποροῦσε νὰ ἐπέμβει, ἀλλὰ ὄχι μόνο ὁ Ἀρχιεπίσκοπος, ἀλλὰ ὅλη ἡ Σύν­οδος καὶ αὐτὸ εἶναι τὸ Συνοδικὸ σύστημα, κατὰ τὸ ὁποῖον ὁ Ἀρχιεπίσκοπος εἶναι μὲν πρῶτος, ἀλλὰ πρῶτος μεταξὺ ἴσων, γιατί ὅλοι τους εἶναι Ἐπίσκοποι καὶ ὅλοι τους συνιστοῦν ἕνα σῶμα, τὸ Ἐπισκοπικό.

Στὸν παπισμὸ δὲν ἰσχύει αὐτὸ τὸ πρᾶγμα. Ἰσχύει ὅτι ὁ Πάπας μπορεῖ νὰ ἐπέμβει στὴν ὁποιαδήποτε ἐπισκοπή, ὅπου καὶ νὰ βρίσκεται σὲ ὅλη τὴ γῆ καὶ σὲ ὅλη τὴν Οἰκουμένη. Μπορεῖ νὰ ἀλλάξει κατὰ τὸ δοκοῦν τοὺς ἐπισκόπους. Ἂν ἕνας ἐπίσκοπος δὲν τοῦ ἀρέσει, τὸν πετάει, ἂν ἕνας ἐπίσκοπος τοῦ ἀρέσει τὸν βάζει… Δηλαδὴ ἡ ἐπέμβαση τὴν ὁποία κάνει ὁ Πάπας μέσα στὴν παπικὴ παράδοση, εἶναι ἐπειδὴ εἶναι ὁ πρῶτος καὶ ἔχει πάρει ἀπὸ τὸν Ἅγιο Πέτρο τὸ δικαίωμα νὰ διαφεντεύει τὶς τύχες ὅλων τῶν ἄλλων ἐπισκόπων. Ὅλοι οἱ ἄλλοι ἐπίσκοποι δὲν ἔχουν τὸν ἴδιο βαθμὸ ἱερωσύνης, ὅπως τὸν ἔχει ὁ Πάπας. Αὐτὸ εἶναι τὸ πρωτεῖο, τὸ πρωτεῖο τῆς λατινικῆς παραδόσεως. Ἑπομένως ὁ πάπας μπορεῖ νὰ ἐπέμβει. Ποτὲ στὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση δὲν εἴχαμε Πάπα… ὅταν μνημονεύαμε κάποιον, μνημονεύαμε τὸν οἰκεῖο Ἐπίσκοπό μας. Δὲν μνημονεύαμε Πατριάρχη καὶ οἰκεῖο Ἐπίσκοπο. Τώρα πήραμε καὶ αὐτὸ τὸ λατινικό. Διότι στὴν λατινικὴ παράδοση, θὰ πεῖ ὁ λατῖνος: «Ὑπὲρ τοῦ ἐπισκόπου ἡμῶν… τάδε, ὑπὲρ τοῦ ἁγιωτάτου Πάπα τῆς Ρώμης… τάδε. Τώρα τὰ ἴδια γίνονται καὶ στὶς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες μέσα στὴν Ἰταλία. Ὅλες οἱ Ὀρθόδοξες ἐκκλησίες μέσα στὴν Ἰταλία λένε: «Ὑπὲρ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν Πολυκάρπου, ὑπὲρ τοῦ ἁγιωτάτου, Παναγιωτάτου καὶ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Βαρθολομαίου». Τώρα γιατί δὲν πρόσθεσαν καὶ Πάπα… θὰ μᾶς τὸ ποῦνε καὶ αὐτό… Ἔχουμε δηλαδὴ μία καθαρὴ ἀντιγραφὴ θέσεων ἑνὸς παπικοῦ συστήματος. Νομίζετε ὁ Ἐπίσκοπος τῆς Ἰταλίας, ὁ λεγόμενος Πολύκαρπος, ἄν θέλει νὰ κάνει κάποιον ἱερέα ἀποφασίζει μόνος του…; Τὸ πιστεύετε αὐτό; Ὄχι. Ἡ ἀπόφαση παίρνεται  ἄνωθεν καὶ ὅταν λέμε ἄνωθεν δὲν ἐννοοῦμε ἐκ Θεοῦ, λέμε ἐκ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως. Αὐτὸ εἶναι τὸ ἄνωθεν. Τὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινούπολης καθορίζει ξεκάθαρα ποιοὶ θὰ γίνουν παπάδες μέσα στὴν Ἰταλία καὶ γενικὰ σὲ ὅλα τὰ Πατριαρχοκρατούμενα μέρη τῆς διασπορᾶς. Δὲν ἀποφασίζει ὁ οἰκεῖος Ἐπίσκοπος, ἀποφασίζει ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Ἔχει μία τεράστια μνήμη, θυμᾶται τὰ πάντα, θυμᾶται ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Ὁπότε καταλαβαίνετε ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος στὴν πραγματικότητα, ὁ Ἰταλίας, εἶναι Ἐπίσκοπος; Ἔχει Ἐπισκοπικὸ βαθμό; Ἔχει τὸ δικαίωμα νὰ πεῖ ὁρισμένα πράγματα ἢ πρέπει πρῶτα νὰ πάρει τὴν σύμφωνη γνώμη τοῦ Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως καὶ μετὰ νὰ μιλήσει καὶ μετὰ νὰ προτείνει καὶ ἱερέα; Διότι τὸν ἱερέα, τὸν ὁποῖο θὰ προτείνει, μπορεῖ νὰ μὴ τὸν δεχθεῖ ὁ Πατριάρχης. Ἑπομένως ἔχουμε μία κατάργηση τοῦ Ἐπισκοπικοῦ ἀξιώματος. Κατάργηση 100%. Ὁ Πολύκαρπος μπορεῖ ἀνὰ πᾶσα στιγμή, ἂν κάνει κάτι ποὺ δὲν ἀρέσει στὸ Πατριαρχεῖο, τὸ Πατριαρχεῖο νὰ τοῦ πεῖ, νὰ τοῦ γράψει ἕνα γραμματάκι καὶ νὰ τοῦ πεῖ τίθεσθε στὴν διάθεση τῆς Μητρὸς Ἐκκλησίας, ἑπομένως τὸν πετάει ἀπ’ ἔξω. Τὸν ἀντικαθιστᾶ ἀνὰ πᾶσα στιγμή. Δὲν ὑπάρχει καμία ἀντίδραση ἀπὸ κανένα, ἑπομένως δὲν ὑπάρχει στὴν πραγματικότητα ὁ Ἐπισκοπικὸς βαθμός, ἔχει καταργηθεῖ ἀπὸ τὸν πρῶτο. Αὐτὸ τὸ πρωτεῖο λέμε ὅτι θέλουμε νὰ φέρουμε στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία; Αὐτὸ τὸ πρωτεῖο ὑπῆρχε ἀνέκαθεν στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία; Ἐρώτηση δικιά μου: «Αὐτὸ τὸ πρωτεῖο εἶχε ὁ Νεστόριος, Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης;».

Πόθεν προκύπτει ἕνα τέτοιο πρᾶγμα; Αὐτὸ τὸ πρωτεῖο εἶχε ὁποιοσδήποτε ἄλλος γινόταν Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως; Ὄχι βέβαια. Μέχρι καὶ τὸν τίτλο Οἰκουμενικός, ὅταν μπῆκε, ἀντιδράσανε καὶ μάλιστα ἀντιδράσανε πολλοί, γιατί κανένας δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι Οἰκουμενικός. Ἰδικὰ ἐκεῖνος ποὺ ἀντέδρασε πιὸ πολὺ ἦταν ὁ Πάπας τῆς Ρώμης καθὼς τότε ἀκόμη δὲν εἶχε γίνει τὸ σχίσμα… ποὺ εἶναι Ἅγιος καὶ γιὰ μᾶς, ὁ Γρηγόριος ὁ Διάλογος (στὴν Ἰταλία τὸν ὀνομάζουν Γρηγόριος ὁ Μέγας), ὁ ὁποῖος ἔχει γράψει καὶ ἔργα στὴν Φιλοκαλία, ὁ ὁποῖος εἶπε: δὲν ὑπάρχει περίπτωση νὰ ὀνομάζεται κάποιος Οἰκουμενικός, διότι ὅλοι εἴμαστε Ἐπίσκοποι καὶ ὅλοι εἴμαστε ἴδιοι μεταξύ μας. Ἑπομένως κάποιος νὰ τεθεῖ ὑπεράνω τοῦ Ἐπισκόπου θεωροῦνταν ἐκείνη τὴν στιγμὴ μεγάλη ἀνοησία καὶ μία ὑπέρβαση τῶν ρόλων. Ὁ κάθε Ἐπίσκοπος πρέπει νὰ εἶναι ὑπεύθυνος γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία του. Βέβαια μία Σύνοδος μπορεῖ νὰ τὸν ἐλέγξει, ἕνας πιστὸς μπορεῖ νὰ τὸν ἐλέγξει, ἕνας πιστὸς μπορεῖ νὰ πάει στὴν Σύνοδο καὶ νὰ πεῖ ὁ Ἐπίσκοπός μου εἶναι αἱρετικός, ὁπότε ἐκεῖ νὰ καταδικασθεῖ ἢ νὰ μὴ καταδικασθεῖ. Συνήθως δὲν καταδικάζονται αὐτὴν τὴν στιγμή. Ἐκεῖνο ποὺ τοὺς ἐνδιαφέρει πιὸ πολὺ εἶναι νὰ ὑπάρχει ἕνας πρῶτος, ὁ ὁποῖος διοικεῖ. Τώρα πῶς φθάσαμε στὸ ἐπίπεδο νὰ ἀνακαλύψουμε μετὰ ἀπὸ 2.000 χρόνια ἀγώνων, πῶς φθάσαμε στὸ ἐπίπεδο ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι νὰ ἀνακαλύψουμε καὶ νὰ ποῦμε ὅτι ἔχει ἀνάγκη ἡ Ἐκκλησία ἀπὸ πρωτεῖο; Δηλαδὴ ὅτι ἄνευ πρωτείου δὲν ἔχουμε μία καθολικότητα λὲς καὶ τὴν καθολικότητα τὴν δίνει ὁ πρῶτος, ὄχι ὁ Χριστός, ὁ πρῶτος. Δὲν εἶναι ὁ Χριστὸς ἡ Καθολική μας πίστη, μὰ εἶναι ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης ἢ ὁ Πάπας τῆς Ρώμης ἡ Καθολική μας πίστη. Δὲν εἶναι ἡ κάθε τοπικὴ Ἐκκλησία ποὺ βρίσκεται σὲ κοινωνία πίστεως μὲ τὸν Χριστό, Καθολικὴ Ἐκκλησία, μὰ Καθολικὴ Ἐκκλησία εἶναι αὐτὴ ποὺ βρίσκεται σὲ κοινωνία μὲ τοὺς πρώτους. Ἂν εἶσαι μὲ τὸν πρῶτο τῆς Ρώμης, τῆς παλαιᾶς Ρώμης, τότε ἔχεις κοινωνία μὲ τὸν Πάπα καὶ παίρνεις τὸ τίτλο «Καθολικός», κατ’ ἐξοχὴν «Καθολικός». Ὅταν ἂς ποῦμε εἶσαι σὲ κοινωνία μὲ τὸν πρῶτο τοῦ Πατριαρχείου τῆς Κωνσταντινούπολης, εἶσαι Ὀρθόδοξος καὶ παίρνεις τὸν τίτλο τοῦ Ὀρθοδόξου. Ἂν βρίσκεσαι σὲ κοινωνία μὲ τὸν Πατριάρχη τῆς Μόσχας, ἒ ἐντάξει… εἶσαι μίας ἄλλης ποιότητας… ἴσως πιὸ χαμηλῆς. Ἑπομένως βλέπουμε ὅτι ἀνάλογα μὲ τοὺς πρώτους ποὺ ἔχουμε κοινωνία ἔχουμε πιά διαβάθμιση… τώρα ἡ πίστη πλέον δὲν ἐνδιαφέρει… οὔτε τοῦ ἑνὸς πρώτου… τὸ τί πιστεύει ὁ πάπας τῆς Ρώμης δὲν ἐνδιαφέρει κανένα… ὁ πάπας τῆς Ρώμης εἶναι αἱρετικὸς ἢ ὄχι; Ἑτερόδοξος. Ἄντε νὰ καταλάβεις τί σημαίνει ἑτερόδοξος… Ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης τί εἶναι; Ὀρθόδοξος; Πόθεν ἡ Ὀρθοδοξία του; Καὶ γιατί ἡ κοινωνία μὲ τὸν Πατριάρχη Κωνσταντινούπολης μὲ κάνει Ὀρθόδοξο, ἀλλὰ ἡ κοινωνία μὲ τὸν Χριστὸ νὰ μὴ μὲ κάνει Ὀρθόδοξο; Δὲν τὸ κατάλαβα καλά…

Γι’ αὐτὸ οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας παρ’ ὅτι ἡ ἕβδομη Οἰκουμενικὴ Σύνοδος στάθηκε σοφὴ καὶ εἶχε πεῖ ὅτι Ἐπίσκοποι -καὶ αὐτὸ πρέπει νὰ τὸ προσέξετε-, οἱ ὁποῖοι δὲν εἶναι ἀφορισμένοι ἀπὸ καμία Οἰκουμενικὴ Σύνοδο θεωροῦνται Ὀρθόδοξοι Ἐπίσκοποι, οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν κάποιος βλέπανε ὅτι παρ’ ὅτι ἦταν Ὀρθόδοξος Ἐπίσκοπος ἦταν ἀρειανός, τοῦ ἔκοβαν τὴν ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία, γιατί δὲν θέλανε νὰ βλάψει τὸν κόσμο καὶ νὰ προσβάλλει ἡ αἵρεση αὐτὴ τοὺς πιστούς. Αὐτὸ τὸ πρᾶγμα κάνανε οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καὶ αὐτὸ ἦταν ἡ πάγια πρακτικὴ τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Φαντάζεσθε τώρα τὸν Μέγα Βασίλειο νὰ πηγαίνει καὶ νὰ κάνει συλλειτουργίες μαζὶ μὲ τοὺς ἀρειανούς; Σύνοδο ἔκαναν μαζί. Ἔγινε ἡ Σύνοδος, στὴν ὁποία ὁ Μέγας Βασίλειος δὲν ἦταν, ἔβαλε τὸν φίλο του νὰ τὴν κάνει καὶ νὰ πάει, διότι ἦτο ἑτοιμοθάνατος. Ἀλλὰ δὲν ἦταν ὅτι κάνανε Συνέδριο, ὅτι βρισκόντουσαν μεταξύ τους ἢ ὁ,τιδήποτε ἄλλο. Μὲ τὴν ὑποψία ἁπλῶς ὅτι ἦταν αἱρετικοὶ ἀπαγόρευε ἀκόμα καὶ στοὺς πιστούς τὴν κοινωνία -τὸ ἴδιο ἔκανε καὶ ὁ Μέγας Ἀθανάσιος- νὰ πηγαίνουν στὶς συν­άξεις τῶν ἐπισκόπων, ποὺ ἦταν ἀκόμη μὴ ἀφορισμένοι ἐπίσκοποι, γιατί δὲν εἶχε συν­έλθει ἀκόμη ἡ πρώτη Οἰκουμενικὴ Σύνοδος, ποὺ τοὺς καθαίρεσε. Ἑπομένως ὁ Μέγας Ἀθανάσιος ἔκοψε τὴν ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μαζί τους καὶ δὲν ἄφηνε οὔτε τοὺς πιστοὺς  νὰ πᾶνε. Γιατί; Γιατί αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι ἦταν βλαβεροί, ἦταν βδελύγματα καὶ ἔπρεπε νὰ προστατέψει ἀπὸ αὐτὰ τὰ βδελύγματα τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη.

Τότε ὑπῆρχαν αὐτοὶ οἱ Ἱεράρχες. Τώρα φτάσαμε στὸ ἐπίπεδο νὰ λέει ὁ Ρωμανίδης ποιὰ εἶναι ἡ πίστη τῶν Ἀρχιεπισκόπων. Ποιὰ εἶναι ἡ πίστη τῶν Ἐπισκόπων σήμερα; Ὑπάρχουν Ὀρθόδοξοι Ἐπίσκοποι; Ὑπάρχουν Ἐπίσκοποι, οἱ ὁποῖοι ἐκφράζουν ἕνα Ὀρθόδοξο φρόνημα; Ἐγώ σοῦ λέει δὲν πηγαίνω στὰ Συνέδρια, τί νὰ μιλήσω μαζί τους; Αὐτοὶ ὅλοι κάνουν τὴν θεολογία τῶν παθῶν τους. Ἀρσενοκοῖτες. Τώρα τοὺς ὀνομάζουμε καὶ διαφορετικὰ τοὺς ἀρσενοκοῖτες… τοὺς ὀνομάζουμε ὁμοφυλόφιλους… Εἶναι ἐλεύθεροι νὰ κάνουν αὐτὸ ποὺ θέλουν. Τὴν ἐλευθερία τοὺς τὴν δίνει ὁ ἴδιος ὁ Θεός, μὲ τὸ γνωμικὸ θέλημα, καὶ ἐπιβάλλουν τὸ δικό τους γνωμικὸ θέλημα.

Ἄρα ὅταν θέλουν αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι νὰ ἀλλάξουν ὅλη τὴν ἠθικὴ τῆς Εὐρώπης, καὶ δὲν μιλᾶμε μόνο γιὰ τὴν Ἑλλάδα, καὶ νὰ κάνουν, ὅπως γίνεται στὴν Ἰταλία, τὰ πάντα οὐδέτερα, ἀρσενικό, θηλυκὸ καὶ νὰ διδάσκουν οἱ δάσκαλοι στὰ δημοτικὰ ὅτι δὲν ὑπάρχει ἄνδρας, δὲν ὑπάρχει γυναίκα, ἀλλὰ ὅλα εἶναι στὸ γίγνεσθαι… Ἡ ἐρώτηση ποὺ προκύπτει εἶναι… ἐγὼ τί εἶμαι τώρα ἄνδρας, γυναίκα; Ἔχω ξεπεράσει τὴν ἰδιότητα τῆς φύσεώς μου; Δὲν τὴν ἔχω ξεπεράσει; Θὰ τὴν ξεπεράσω κάποτε; Θὰ φτάσω στὸ ἐπίπεδο νὰ γίνω λίγο πρόσωπο, νὰ ξεπεράσω τὴν ἁγιότητα τῆς φύσεώς μου; Ἑπομένως βλέπουμε πὼς ὅλα αὐτὰ τὰ πράγματα μπαίνουν καὶ σὲ μία νομικίστικη διαδικασία, ὁπότε χρειάζεται καὶ ἕνας χριστιανισμὸς λίγο πιὸ χλιαρός. Χρειάζεται ἕνας χριστιανισμός, κατὰ τὸν ὁποῖο δὲν θὰ προσβάλει αὐτὴ τὴ στιγμὴ ὁ ἕτερος τὸν ἕτερο. Οὔτε ὁ ὁμοφυλόφιλος τὸν ἑτερόφυλο. Χρησιμοποιοῦμε καινούργιες λέξεις τώρα, κατάλαβες… ὁμοφυλόφιλος, ἑτερόφυλος… Δηλαδὴ δὲν λέμε κίναιδος ἢ ἀρσενοκοίτης ἢ ὁ,τιδήποτε ἄλλο.  Ἀλλοίμονο τώρα νὰ προσβάλεις τὸν ἄλλο γιὰ τὰ σεξουαλικά του; Θεωρεῖται στὴν Εὐρώπη καὶ στὴν Ἰταλία πιὰ τὸ μεγαλύτερο ἔγκλημα ποὺ θὰ μποροῦσες νὰ κάνεις κατὰ τῆς ἀνθρωπότητας. Ἔγκλημα κατὰ τῆς ἀνθρωπότητας.

Ἑπομένως οἱ νόμοι τώρα τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης, ὅλοι αὐτοὶ οἱ νόμοι… Ἀπαγορεύεται. Χωρὶς ὅμως νὰ ὑπάρχει ἕνα μῖσος κατὰ αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων. Δὲν τοὺς μισῶ. Ἐδῶ δὲν τοὺς μισεῖ ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς καὶ τοὺς ἐπιτρέπει νὰ ὑπάρχουν. Ποιὸς εἶμαι ἐγὼ ποὺ θὰ τοὺς μισήσω. Ἁπλῶς ἂν μπορέσω νὰ τοὺς βοηθήσω νὰ ξεπεράσουν ὁρισμένες ἀδυναμίες… μπορῶ καὶ νὰ τοὺς βοηθήσω νὰ ξεπεράσουν τὶς ἀδυναμίες τους, ἀλλὰ πρέπει νὰ καταλάβουν ὅτι αὐτὲς εἶναι ἀδυναμίες. Γενικὰ ὅλη ἡ σεξουαλικότητα τοῦ ἀνθρώπου εἶναι μία ἔκφραση τοῦ γνωμικοῦ θελήματος τοῦ ἀνθρώπου, γενικὰ ἔχεις ἐπιλογή. Ἑπομένως βλέπουμε ὅτι τὰ πάντα ἀρχίζουν σιγὰ σιγὰ καὶ γίνονται πιό… ρευστά… τὸ ἴδιο ἔπρεπε νὰ γίνει καὶ μέσα στὴν θεολογία… Μέσα στὴν θεολογία ἐνῷ ὑπῆρχε παλιὰ ἡ Ὀρθοδοξία καὶ λένε: «Αὐτὴ εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία» καὶ ἡ Ὀρθοδοξία στηρίζεται ἐκεῖ ποὺ λέμε ὑποστατικὴ ἕνωση ὅτι: «Ὁ Χριστὸς ὑποστατικῶς προσέλαβε τὴν ἀνθρώπινη φύση καὶ τὴν θέωσε ἐξ ἄκρας συλλήψεως». Καὶ αὐτὴ εἶναι ἡ ἀπόλυτη ἀλήθεια. Ἐμεῖς δὲν ἔχουμε σὰν κέντρο τῆς ζωῆς μας τὸν ἄνθρωπο καὶ τὶς ἀνθρωποειδοειδεῖς, ὅπως τὶς ὀνομάζω ἐγώ, σκέψεις καὶ ἰδεολογίες· μὰ ἔχουμε σὰν κέντρο τῆς ζωῆς μας τὸν Θεάνθρωπο. Τὸν Θεὸ ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος, γιὰ νὰ μᾶς σώσει καὶ νὰ μᾶς ἁγιοποιήσει. Αὐτὸ εἶναι τὸ κέντρο τῆς ζωῆς μας τῆς πνευματικῆς μας καὶ τῆς ὑλικῆς μας ζωῆς, τοῦ πνεύματός μας καὶ τῆς σαρκός μας. Εἶναι αὐτὸ ποὺ εἶναι ὁ Χριστός. Προσπαθοῦμε νὰ τὸ μιμηθοῦμε. Δὲν τὰ καταφέρνουμε; Πέφτουμε σὲ ἁμαρτίες; Ἐντάξει, ὅλοι μας πέφτουμε σὲ ἁμαρτίες. Ἐκεῖ ποὺ θὰ πέσουμε θὰ σηκωθοῦμε, θὰ πέσουμε, θὰ σηκωθοῦμε, θὰ πέσουμε, θὰ σηκωθοῦμε… Αὐτὸς ὁ ἀγώνας θὰ γίνεται, ἀλλὰ σκοπὸς εἶναι νὰ μὴ παραδοθοῦμε ἀμαχητὶ σ’ αὐτὸ τὸ ρόλο καὶ αὐτὸ τώρα ἔχει καταργηθεῖ… ἀπὸ τί ἔχει καταργηθεῖ;

Τὴν ἀπόλυτη ἀλήθεια τοῦ Χριστιανισμοῦ, ποὺ δὲν σημαίνει νὰ κάνω πιὰ πόλεμο καὶ κάθαρση καρδιᾶς καὶ νὰ πολεμήσω μὲ τὰ πάθη μου, ἀλλὰ σημαίνει ὅτι ὁ χριστιανισμὸς σήμερα εἶναι μία κοινωνικὴ σχέση προσώπων, ποὺ ἔχουν ἀπαλλαγεῖ καὶ ἀπὸ τὴν φύση τους, τὴν ἔχουν ξεπεράσει. Φαντάζεσθε τώρα ἕνα πρόσωπο, ποὺ ἔχει ξεπεράσει τὴν φύση του; Κάποιο πρόσωπο, ποὺ ὑπάρχει μόνο του… ποῦ εἶναι αὐτὸ τὸ πρόσωπο; Καὶ ἔχει ξεπεράσει τὴν φύση του… τὴν κάνει ὅ,τι θέλει αὐτὴ τὴ φύση. Ἑπομένως κάνοντας τὴν φύση αὐτὴ ὅ,τι θέλει, μπορεῖ αὐτὴ ἡ φύση τώρα νὰ εἶναι ἀνδρική, γυναικεία, τρανσέξουαλ, ὅ,τιδήποτε ἄλλο. Τὴν κάνει ὅ,τι θέλει, αὐτὸ εἶναι καὶ ἐλευθερία. Ἡ ἐλευθερία ἀνήκει στὸ πρόσωπο, δὲν ἀνήκει στὴν φύση, σύμφωνα μὲ αὐτὴ τὴν θεολογία. Μία θεολογία, ἡ ὁποία δημιούργησε μία ἠθικὴ καὶ μία θεολογία σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδα. Αὐτὰ τὰ μεταφέραμε καὶ στὴν Ἁγία Τριάδα καὶ ἔπειτα ἀπὸ ἐκκλησιολογία ἔγιναν τριαδολογία. Καὶ σοῦ λέει, ἡ Ἁγία Τριάδα στὴν πραγματικότητα τί εἶναι; Μία κοινωνία προσώπων. Καὶ ποιῶν, ἔχουμε καὶ πρῶτο; Βεβαίως ὁ Πατήρ… Ἀλλοίμονο νὰ μὴ ἔχουμε καὶ πρῶτο στὴν Ἁγία Τριάδα… Ἔχουμε καὶ πρῶτο στὴν Ἁγία Τριάδα, τὸ ξέρετε αὐτό; Δὲν ἔχουμε τὸ ὁμοούσιο στὴν Ἁγία Τριάδα, ἔχουμε καὶ τὸν πρῶτο, τὸν Πατέρα. Δὲν εἶναι ὁ Πατήρ, ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον σύνθρονοι, σύμμορφοι, διότι εἶναι ὁμοούσιοι καὶ ἔχουν τὴν ἴδια θέληση καὶ ἔχουν τὴν ἴδια ἐπιθυμία καὶ ἔχουν τὴν ἴδια σκέψη καὶ ἔχουν τὴν ἴδια ἀγάπη. Ἡ ἀγάπη ποὺ δὲν γνωρίζει ἀμοιβαιότητα. Γιατί εἶναι μία ἐνέργεια καὶ εἶναι κοινὴ καὶ γιὰ τὰ Τρία Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ἑπομένως ὁ Πατὴρ δὲν ἀγαπάει ὡς Πατήρ, δὲν θέλει ὡς Πατήρ, ὁ Πατὴρ δὲν σκέπτεται ὡς Πατήρ, μὰ ὡς Θεός. Ὁ Υἱὸς δὲν σκέπτεται ὡς Υἱός, δὲν ἀγαπάει ὡς Υἱός, δὲν θέλει ὡς Υἱός, μὰ ὡς Θεὸς καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο τὸ ἴδιο. Γιατί εἶναι καὶ οἱ Τρεῖς Ὁμοούσιοι καὶ ἐπειδὴ Θεὸς εἶναι ὁ Πατήρ. Θεὸς εἶναι ὁ Υἱός, Θεὸς εἶναι καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο. Μία θέληση, μία σκέψη, μία κίνηση, μία ἐνέργεια, ἕνας Θεός. Αὐτὸς ὁ Θεὸς κατὰ πῶς δογμάτισαν οἱ Πατέρες, σύμφωνα μὲ τοὺς πρωτιομανεῖς «ἀδελφούς» μας ἔγιναν πρόσωπα, τὰ ὁποῖα ἔχουν ἀπελευθερωθεῖ ἀπὸ τὴν φύση τους καὶ κοινωνοῦνε μεταξύ τους. Περάσαμε δηλαδὴ σὲ μία σωφρονιακὴ ἠθική. Σὲ μία ἠθικὴ τοῦ Σωφρονίου δηλαδή, ἡ ὁποία λέει… ὁ ἀσκητισμὸς εἶναι πὼς ἀπὸ ἄτομο θὰ γίνεις πρόσωπο, πῶς θὰ ξεπεράσεις τὸν ἀτομικισμό σου καὶ θὰ φτάσεις νὰ γίνεις πρόσωπο. Καὶ πῶς θὰ γίνεις πρόσωπο, ὅταν ἀπελευθερωθεῖς ἀπὸ τὴν ἀναγκαιότητα τῆς φύσεώς σου. Τώρα τί σημαίνει ἀπελευθέρωση τῆς ἀναγκαιότητας; Καμιὰ φορά, ὅταν τηλεφωνῶ στὸν φίλο μου καὶ ἀδελφὸ π. Μάξιμο τὸν Λαυρεώτη τοῦ λέω: «Βρὲ Μάξιμε μία ἐρώτηση νὰ σοῦ κάνω». Μοῦ λέει: «Κάνε μου». «Ξεπέρασες τὴν ἀναγκαιότητα τῆς φύσεώς σου; Τί ἔγινες, γιὰ πές μου; Τί ἔγινες; Μητροπολίτης;». Ἔχει καὶ χιοῦμορ ὁ π. Μάξιμος. Μεταφέραμε αὐτὴ τὴν ἐκκλησιολογία στὴν Ὀρθοδοξία, δηλαδὴ τὴν παπικὴ ἐκκλησιολογία, ἐπειδὴ εἰσχώρησε πιὰ ἕνα πρωτεῖο, πρέπει αὐτὸ τὸ πρωτεῖο νὰ τὸ κατοχυρώσουμε. Πῶς τὸ κατοχυρώνουμε; Ὅταν θὰ τὸ βάλουμε καὶ μέσα στὴν Ἁγία Τριάδα καὶ ὅταν θὰ τὸ βάλουμε καὶ μέσα στὴν χριστολογία. Ὅπου θὰ μπεῖ τὸ πρωτεῖο, ἐκεῖ μέσα θὰ εἶναι παντοῦ, δηλαδὴ τὸ πρωτεῖο πρέπει νὰ εἶναι παντοῦ, διότι καὶ ὁ Χριστὸς σὲ τελευταία ἀνάλυση δὲν ἔχει ἴδιον θέλημα. Σωστόν! Ἀλλὰ ἀντὶ νὰ ποῦνε ἔχει κοινὸ θέλημα, ἰσχυρίζονται ὅτι ἔχει τὸ θέλημα τοῦ πρώτου, δηλαδὴ τοῦ Πατρός, λένε οἱ «θεολόγοι». Δηλαδὴ καταργεῖται τὸ ὁμοούσιον καὶ ὑπάρχει μόνον ἕνα Πρόσωπο, ὁ Πατήρ, ὁ ὁποῖος θέλει ὡς Πατήρ, ἀγαπάει ὡς Πατήρ, σκέπτεται ὡς Πατὴρ καὶ ὁ Υἱὸς ἀγαπάει ὡς Πατήρ, σκέπτεται ὡς Πατὴρ καὶ κάνει ὡς Πατὴρ καὶ θέλει ὡς Πατήρ. Ἑπομένως ἕνα Πρόσωπο καὶ αὐτὸ τὸ Πρόσωπο εἶναι ὁ Πρῶτος. Τὸ ἴδιο πρᾶγμα ὑπάρχει τώρα καὶ στὴν Ἐκκλησία, στὴν ἐκκλησιολογικὴ ἀντίληψη. Ὑπάρχει μία Σύνοδος, μέσα σ’ αὐτὴ τὴ Σύνοδο ὑπάρχουν ὑποτιθέμενοι Ἐπίσκοποι, γιατί δὲν ἐκφράζουν καὶ ὅλο τὸν βαθμὸ τῆς ἱερωσύνης καὶ ὁ πρῶτος μπορεῖ νὰ ἐπέμβει σὲ ὁποιονδήποτε καὶ νὰ τὸν διώξει καὶ νὰ τὸν κυνηγήσει καὶ νὰ τοῦ κάνει ὅ,τι θέλει. Καὶ ὁ πρῶτος ἔχει μία θέληση, τὴν ὁποία τὴν ἐπιβάλλει γενικὰ σὲ ὅλη τὴν Ἐκκλησία, εἴτε τὸ θέλεις εἴτε δὲν τὸ θέλεις αὐτὴ τὴν θέληση πρέπει νὰ τὴν δεχθεῖς.

Ἡ θεολογία τοῦ προσώπου, ὅπως αὐτὴ ἐκφράστηκε καὶ ὅπως αὐτὴ τὴν ἔχουμε ἀναλύσει σὲ πολλές μας ὁμιλίες, ποὺ δὲν χρειάζεται τώρα νὰ κάνω περαιτέρω ἀνάλυση, γιὰ νὰ μὴ ἐπιμηκύνω τὸν λόγο, εἶναι αὐτὴ ἡ ὁποία ὁδήγησε, σὲ τελευταία ἀνάλυση, στὸ πρωτεῖο. Σὲ ἕνα πρωτεῖο παπικοῦ πιὰ στύλ. Σὲ ἕνα πρωτεῖο, τὸ ὁποῖο μόνο ὁ πρῶτος ἔχει ἐκ Θεοῦ καὶ ἐκεῖνοι σὲ αὐτοὺς ποὺ ὁ πρῶτος δίνει. Μπορεῖ νὰ πράττει ἁμαρτίες, νὰ κάνει ὅ,τι τοῦ «γουστάρει» μέσα στὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ ἡ Ἐκκλησία συμβαδίζει τόσο πολὺ μὲ αὐτὸν τὸν πρῶτο, οὕτως ὥστε νὰ περάσει ἡ ἀντίληψη ὅτι ὅποιος δὲν συμφωνεῖ μὲ αὐτὸν τὸν πρῶτο ὁδηγεῖ τὸν ἑαυτό του ἐκτὸς Ἐκκλησίας. Αὐτὴ ἡ ἀντίληψη ἔχει περάσει μέσα στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, αὐτὴ τὴ στιγμή, διότι ὁ πρῶτος, αὐτὴ τὴ στιγμὴ εἶναι ὁ Κωνσταντινουπόλεως καὶ ὅποιος δὲν συμφωνεῖ μὲ τὸ Πατριαρχεῖο τῆς Κωνσταντινούπολης δὲν εἶναι Ὀρθόδοξος. Δὲν πᾶν νὰ τὸ εἶπαν οἱ Πατέρες, δὲν πᾶν νὰ τὸ εἶπαν οἱ Ἅγιοι. Βρίσκονται μπροστὰ στὸν Δικαιοκρίτη Θεό, λέει ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, οἱ Πατέρες, διότι πρέπει νὰ δώσουν λόγο, γιατί διαίρεσαν τὴν Ἐκκλησία. Δηλαδὴ τί πίστευε αὐτός; Ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἕνα οἰκοδόμημα, τὸ ὁποῖο πρέπει νὰ ἑνωθεῖ γιὰ νὰ καταργήσουμε τὴν αἵρεσή μας. Δὲν πρόκειται νὰ καταργηθεῖ ποτέ. Σὲ μία συζήτηση ποὺ ἔκανα μὲ τὸν φίλο μου τὸν π. Μάξιμο τὸν Λαυριώτη μοῦ λέει: «Αὐτοὶ δὲν ἔχουν καταλάβει ὅτι ἡ αἵρεση δὲν πρόκειται νὰ καταργηθεῖ ποτέ. Πάντοτε θὰ ὑπάρχει σὲ αὐτὴν τὴν ζωή Ὀρθοδοξία καὶ αἵρεση». Ὄντως πραγματικὰ εἶδα ὅτι εἶχε δίκιο, διότι Ὀρθοδοξία καὶ αἵρεση θὰ ὑπάρχει πάντοτε, μὲ τὴν μόνη διαφορὰ ὅτι δὲν συνυπάρχουν μαζί. Μετὰ ἐγὼ τὸν συμπληρώνω τὸν Μάξιμο, «νὰ στὴν ὁρολογία, ὅμως ἐσὺ στὴν Ἀγγλία χρησιμοποιεῖς ἑτερόδοξος, ἐμεῖς στὴν Ἰταλία χρησιμοποιοῦμε ἑτερόδοξος, ἔ τώρα τὸ ἑτερόδοξος τί σημαίνει;». Δὲν εἶναι πιὰ τὸ ἀντίθετο ἡ Ὀρθοδοξία τῆς αἱρέσεως. Ἑπομένως βλέπουμε ὅτι ἔχουμε μία ἀλλοίωση τῶν πάντων, ὄχι μόνο τῆς θεολογικῆς παραδόσεως, τῆς λειτουργικῆς παραδόσεως, διότι μέσα στὴ λειτουργικὴ παράδοση λέει: «εἰ γὰρ καὶ τριλαμπεῖ μοναρχεῖ τὸ θεῖον», δηλ. ἂν καὶ τριλαμπεῖ μοναρχεῖ ἡ θεία οὐσία. Καὶ στὸ σύμβολο τῆς Πίστεως… τὸ σύμβολο τῆς Πίστεως δὲν ἀρχίζει μὲ τὸν Πατέρα, ἀρχίζει μέ: «Πιστεύω εἰς ἕνα Θεόν…». Ὁ Θεὸς εἶναι οὐσία Πατέρα, εἰς ἕνα Θεό, Υἱό, εἰς ἕνα Θεό, Ἅγιο Πνεῦμα. Ἕνας εἶναι ὁ Θεὸς μὲ Τρία Πρόσωπα. Αὐτὸ εἶναι τὸ σύμβολο τῆς Πίστεως ἀρχίζει ἀπὸ τὴν Οὐσία καὶ αὐτὸ λέει καὶ ὁ Μέγας Βασίλειος στὸν λόγο του. Ἑπομένως καταργώντας τὴν Οὐσία καὶ καταργώντας τὸ Ὁμοούσιο καὶ προσπαθώντας νὰ ξεπεράσουν τὴν ἀναγκαιότητα τῆς Οὐσίας κάνανε ἕνα κίναιδο ἄνθρωπο, ἕνα ἄνθρωπο ποὺ δὲν ξέρει ἂν εἶναι ἄνδρας ἢ γυναίκα καὶ δὲν θὰ τὸ μάθει ποτέ του. Θέλουν νὰ κάνουν τὸ ἴδιο πρᾶγμα καὶ μὲ τὸν Θεό; Θέλουν νὰ δοῦνε ἂν ὁ Θεὸς εἶναι ἄνδρας ἢ γυναίκα ἢ ὁτιδήποτε ἄλλο;

Δηλαδὴ καταργώντας τὸ Ὁμοούσιο, καταργοῦν τὰ πάντα μέσα στὸν Θεό. Ἑπομένως ὑπάρχει μία κοινωνικὴ σχέση, χεράκι νὰ τοὺς δεῖς καὶ τοὺς τρεῖς νὰ περπατᾶνε, χεράκι  στὸν ἴδιο δρόμο καὶ νὰ στρέφει τὸ κεφαλάκι του καὶ νὰ κοιτάει τὸν ἄλλο καὶ νὰ τοῦ λέει «πόσο μὲ ἀγαπᾶς;». Καὶ νὰ τοῦ ἀπαντάει ὁ ἄλλος, «σὲ ἀγαπῶ πάρα πολύ». Καὶ λέει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα «μᾶς ἀγαπάει;». «Μᾶς λατρεύει». Ἑπομένως βλέπουμε καὶ τοὺς τρεῖς νὰ περπατᾶνε καὶ νὰ συναντᾶνε κάποιον καὶ νὰ τοῦ λένε, «γειά σου». Καὶ νὰ λέει ὁ ἄλλος: «Γειά σου, ρὲ πατέρα, τί κάνεις;» καὶ νὰ τοῦ δίνει τὸ χέρι. «Γειά σου, βρὲ υἱέ, τί κάνεις;»… νὰ τοῦ δίνει τὸ χέρι «Γειά σου, ἅγιο πνεῦμα, τί κάνεις;». Ἔχουμε ἀνάγκη παραπάνω νὰ ποῦμε ὅτι φτάσαμε σὲ τριθεΐα; Ἔχουμε τίποτα παραπάνω νὰ ποῦμε; Αὐτὴ τὴν τριθεΐα κάποιος θεολόγος τὴν ἔχει ὀνομάσει, ὁ Μπουλγκάκωφ, καὶ τετραθεΐα, γιατί ἔχει προσθέσει καὶ τὴν σοφία μέσα. Ἄλλοι μπορεῖ νὰ προσθέσουνε καὶ ἄλλα πράγματα, ἄλλοι ἔχουν προσθέσει καὶ τοὺς ἐπισκόπους, ὄχι ὅλους τοὺς ἐπισκόπους, διότι ἡ σωτηρία γίνεται διὰ τῶν ἀκτίστων χειρῶν τοῦ πρώτου. Τώρα ἂν ἐγὼ λαμβάνω τὴν σωτηρία διὰ τῶν ἀκτίστων χειρῶν τοῦ πρώτου καὶ ἂν οἱ χεῖρες τοῦ πρώτου εἶναι ἄκτιστες, τότε πότε ἔγιναν ἄκτιστες; Καὶ ποιὸς τὶς ὀνόμασε ἄκτιστες; Διότι μόνο τὸ ἄκτιστο δίνει σωτηρία. Ποτὲ τὸ κτιστό. Ἡ σωτηρία δίνεται ἐκ τοῦ ἀκτίστου ποτὲ ἐκ τοῦ κτιστοῦ. Θὰ φτάσουμε στὸ ἐπίπεδο ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι ὅλα αὐτὰ νὰ τὰ καταδικάσουμε σὰν αἵρεση καὶ νὰ κάνουμε μία Σύνοδο Πανορθόδοξη, στὴν ὁποία ὅλα αὐτὰ θὰ καταργηθοῦν; Ὄχι εὔκολα. Διότι αὐτὴ ἡ σημερινὴ ἐποχὴ εἶναι ἐποχή, ἡ ὁποία δὲν θέλει, ὅπως εἴπαμε, δὲν θέλει ἕνα ὁρισμό, δὲν θέλει κάτι τὸ ὁποῖο εἶναι τὸ σωστό. Θέλει μία ἀσάφεια, ἄνδρας, γυναίκα… μία μεγάλη ἀσάφεια. Αὐτὴν τὴν ἀσάφεια προσπαθεῖ νὰ τὴν ἐπιβάλλει μὲ τὶς δικές του συνόδους. Καὶ γιὰ νὰ καταλήξω νὰ σᾶς πῶ καὶ μία ἄλλη κουβέντα τοῦ π. Μάξιμου. Μοῦ λέει «μὴν ἀμφισβητεῖς ὅτι τὴν ἑπόμενη σύνοδο θὰ τὴν κάνουν μὲ ἕνα πρῶτο». Τοῦ λέω «ποῦ θὰ τὴν κάνουν;». «Στὴν κόλαση μὲ πρῶτο τὸν Βεελζεβούλ»!

Σημ. Ο.Τ.: Τὸ παρὸν κείμενον εἶναι ἀπομαγνητοφώνησις τῆς ὁμιλίας τοῦ κ. Γ. Καραλῆ (14.11.22).