Ιωάννου Μηλιώνη
ΧΩΡΙΣ ΠΕΡΙΚΟΠΕΣ*
Ἀπό τήν ἐποχή ἀκόμη τοῦ Σέρ Φράνσις Μπέϊκον (Sir Francis Bacon, 1561- 1626), πολιτικοῦ καί θεμελιωτῆ τῆς μασονίας στήν Ἀγγλία, πολλά πρόσωπα τῶν τεχνῶν καί τῶν γραμμάτων παρήλασαν, δυστυχῶς, ἀπό τίς τάξεις της. Ἄν καί τά ὀνόματά τους ἀναφέρονται συχνά σέ καταλόγους τῶν τεκτονικῶν ἱδρυμάτων, στή χώρα μας καί στό ἐξωτερικό, σπάνια ἡ ἰδιότητά τους αὐτή δημοσιοποιεῖται εὐρύτερα, μέ ἀποτέλεσμα νά μή μποροῦν νά διαχωρίσουν τή θέση τους ἤ νά προφυλαχτοῦν ἀκόμη καί Ὀρθόδοξοι χριστιανοί, πού δέ θά ἦταν διατεθειμένοι νά ἐμπλακοῦν καί νά προβάλουν τούς ἀνθρώπους αὐτούς μέ τή διπλῆ ἰδιότητα, τοῦ τέκτονα καί τοῦ διανοούμενου.
Στοχεύοντας στήν ἐνημέρωση γιά κάποια ἀπ’ αὐτά τά πρόσωπα, θά παρουσιάσουμε λίγα στοιχεῖα σχετικά μέ δύο διεθνοῦς φήμης προσωπικότητες, πού ὅλοι γνωρίζουμε, καί πού τά ἔργα τους στεγάζονται σέ ὅλες τίς βιβλιοθῆκες τοῦ κόσμου καί τυγχάνουν τοῦ θαυμασμοῦ καί τῆς κοινῆς ἀποδοχῆς.
Πρόκειται γιά τούς Βρετανούς συγγραφεῖς: α) Σέρ Τζόζεφ Ράντγιαρντ Κίπλινγκ (Sir Joseph Rudyard Kipling) καί β) Σέρ Ἄρθουρ Κόναν Ντόυλ (Sir Arthur Conan Doyle).
α) Σέρ Τζόζεφ Ράντγιαρντ Κίπλινγκ, 1865–1936
Βρετανός συγγραφέας καί ποιητής, ἰδιαίτερα γνωστός γιά τό «Βιβλίο τῆς ζούγκλας» (1894), τό μυθιστόρημα «Κίμ» (1901) καί τό ποίημα «Ἄν…» (1895). Τό 1907, τοῦ ἀπονεμήθηκε τό Νόμπελ Λογοτεχνίας, καθιστῶντας τον τόν νεαρώτερο συγγραφέα πού κέρδισε τό βραβεῖο αὐτό καί τόν πρῶτο ἀγγλόφωνο κάτοχο Νόμπελ Λογοτεχνίας.
Ὁ Κίπλινγκ γεννήθηκε στή Βομβάη τῆς Ἰνδίας ἀπό τούς John Lockwood Kipling καί Alice MacDonald Kipling. Ὅπως ἦταν συνήθεια στή βρετανική Ἰνδία, αὐτός -6 χρόνων- καί ἡ τρίχρονη ἀδερφή του στάλθηκαν ἀπ’ τούς γονεῖς τους στήν Ἀγγλία, στήν πανσιόν τῆς Sarah Holloway καί τοῦ συζύγου της, οἰκοτροφεῖο γιά παιδιά Βρετανῶν, πού ὑπηρετοῦσαν στήν Ἰνδία. Τά δύο παιδιά ἔζησαν ἐκεῖ τά ἑπόμενα ἕξι χρόνια (1871-1877) σέ συνθῆκες παραμέλησης καί κακῆς μεταχείρισης. Στήν αὐτοβιογραφία του, 65 χρόνια ἀργότερα, ὁ Κίπλινγκ ἀναλογίζεται τήν ἐκεῖ διαμονή του μέ φρίκη, κι ἀναρρωτιέται εἰρωνικά ἄν ὁ συνδυασμός τῆς σκληρότητας καί τῆς παραμέλησης, πού ἔζησε στά χέρια τοῦ ζεύγους Holloway, ἐπιτάχυνε τήν ἐκδήλωση τοῦ λογοτεχνικοῦ του τάλαντου.
Τό 1882, μετά τήν περίοδο στό οἰκοτροφεῖο, ὁ Κίπλινγκ γυρίζει στή Λαχώρη, στήν Ἰνδία, ὅπου ξεκινᾶ ὡς συντάκτης στή μικρή τοπική ἐφημερίδα The Civil & Military Gazette, ὅπου κάνει καί τά πρῶτα του βήματα στό χῶρο τῆς ποίησης.
Ἀργότερα, σάν ἀνταποκριτής τῆς ἐφημερίδας Allahabad Pioneer ταξίδεψε σ’ ὅλη τήν Ἰνδία κι ἀσχολήθηκε μέ τήν πεζογραφία, ἐκδίδοντας ἕξι μικρά βιβλία τό 1888. Τήν περίοδο ἐκείνη γράφτηκε καί τό διήγημά του «Ὁ ἄνθρωπος πού θά γινόταν βασιλιᾶς» (The Man Who Would Be King), πού θά μᾶς ἀπασχολήσει στή συνέχεια.
Τόν ἑπόμενο χρόνο, ὁ Κίπλινγκ ἐπιστρέφει στήν Ἀγγλία, περνῶντας ἀπό Βιρμανία, Κίνα, Ἰαπωνία καί Καλιφόρνια, διασχίζοντας τόν Ἀτλαντικό καί φθάνοντας στό Λονδίνο. Ἀπό τά πιό γνωστά ποιήματά του ἐκείνης τῆς ἐποχῆς εἶναι ἡ «Μπαλάντα τῆς Ἀνατολῆς καί τῆς Δύσης».
Ἀκολουθοῦν διαδοχικά: Ἡ ἐγκατάστασή του στό Λονδίνο (1891), ὁ γάμος του μέ τήν Carrie Balestier (1892), ἡ μετεγκατάσταση τοῦ ζεύγους στό Brattleboro τοῦ Vermont τῶν Η.Π.Α. καί ἡ γέννηση τῆς κόρης τους. Ἐκεῖ ἔρχεται στόν Κίπλινγκ κι ἡ ἔμπνευση γιά τό Μόγλη, μέ ἀποτέλεσμα τήν ἔκδοση δύο σχετικῶν «βιβλίων τῆς ζούγκλας» τό 1892 καί 1895.
Στό Brattleboro φιλοξενεῖ καί τόν φίλο του Σέρ Ἄρθουρ Κόναν Ντόϋλ, πού τόσον αὐτός ὅσον καί ὁ Μόγλης θά μᾶς ἀπασχολήσουν ἐκτενῶς στή συνέχεια.
Μία ἀπό τίς κυριότερες ἰδιότητες τοῦ Κίπλινγκ ἦταν ἡ συμμετοχή του στόν τεκτονισμό. Σύμφωνα μέ τό ἀγγλικό ἔντυπο «Masonic Illustrated» (Τεκτονικά Εἰκονογραφημένα), ὁ Κίπλινγκ μυήθηκε στόν Ἐλευθεροτεκτονισμό περί τό 1885, νωρίτερα ἀπό τό ὅριο τῶν 21 ἐτῶν, πού προβλεπόταν γιά τήν εἰσαγωγή στή μασονία. Ἔγινε δεκτός στή «Στοά Ἐλπίδα καί Ἐγκαρτέρηση, Ἄρ. 782» (Hope and Perseverance Lodge No. 782) στή Λαχώρη. Γράφοντας ἀργότερα στούς Times, ἀναφέρει: «Ὑπῆρξα “Γραμματεύς” γιά κάμποσα χρόνια στή Λαχώρη. Στή Στοά ὑπῆρχαν ἀδελφοί πού ἀνῆκαν σέ τέσσαρα τουλάχιστον δόγματα. Προτάθηκα ὡς “Μαθητής” ἀπό ἕνα μέλος, ἕναν Ἰνδό Βραχμάνο, ἐπιψηφίστηκα ὡς “Ἑταῖρος” ἀπό ἕναν Μωαμεθανό καί ἀνῆλθα στό βαθμό τοῦ “Διδασκάλου” μέσῳ ἑνός Ἄγγλου. Ὁ “Στεγαστής” μας ἦταν ἕνας Ἰνδός Ἑβραῖος».
Ὁ Κίπλινγκ δέν ἔλαβε μόνο τούς τρεῖς βαθμούς τῆς «Συμβολικῆς Στοᾶς», ἀλλ’ ἐπίσης τούς «παράπλευρους» βαθμούς τοῦ «Διδασκάλου Τέκτονος τοῦ Σήματος» (Mark Master Mason) καί τοῦ «Ναυτίλου τῆς Βασιλικῆς Κιβωτοῦ» (Royal Ark Mariner). Ὁ Κίπλινγκ τόσο πολύ ἀγάπησε τή μασονική του ἰδιότητα, ὥστε ἀπαθανάτισε τά τεκτονικά «ἰδεώδη» στό γνωστό ποίημά του, «Ἡ Μητέρα Στοά» (The Mother Lodge) καθώς καί στή νουβέλα του «Ὁ ἄνθρωπος πού θά γινόταν βασιλιᾶς», τήν ὁποία θά σχολιάσουμε ἀμέσως.
Στό διήγημα αὐτό, ὁ ἀφηγητής τῆς ἱστορίας, πού εἶναι βρετανός δημοσιογράφος στήν Ἰνδία -ὁ Κίπλινγκ παρουσιάζει τόν ἑαυτό του παραλείποντας μόνο τό ὄνομα- συναντᾶ δύο τυχοδιῶκτες, τόν Daniel Dravot καί τόν Peachey Carnehan, πού ὑπῆρξαν -μεταξύ πολλῶν ἐπαγγελμάτων- πρώην λοχίες τυφεκιοφόροι στήν ὑπηρεσία τῆς Αὐτῆς Μεγαλειότητος. Χαίρεται τή συναναστροφή μαζί τους -ὅταν μάλιστα ἀποδεικνύεται ὅτι καί οἱ τρεῖς τους ἀνήκουν στή μασονία-, ἀλλά στή συνέχεια τούς ἀποτρέπει ἀπό τό σχέδιό τους νά ἐκβιάσουν τόν Ἰνδό ἡγεμόνα (rajah) τῆς περιοχῆς. Λίγους μῆνες ἀργότερα ἐμφανίζονται στό γραφεῖο του, στή Λαχώρη, μέ ἕνα νέο σχέδιο. Ἔχουν ἀποφασίσει ὅτι ἡ Ἰνδία δέν τούς χωράει πιά. Σκοπεύουν νά πᾶνε στό μακρινό Kafiristan καί «νά γίνουν βασιλιᾶδες». Στή διάρκεια τοῦ ἐπικίνδυνου ταξιδιοῦ, λένε, ὁ Dravot θά μποροῦσε νά περάσει ὡς αὐτόχθων, ἐνῶ ἔχουν καί εἴκοσι τυφέκια Martini-Henry -τά καλύτερα ἴσως τότε στόν κόσμο. Σκοπεύουν νά βροῦν ἕνα βασιλιᾶ ἤ ἀρχηγό κάποιας ἀπό τίς φυλές, νά τόν βοηθήσουν νά νικήσει τούς ἐχθρούς του καί στή συνέχεια νά ἀναλάβουν ἐκεῖνοι. Ζητοῦν ἀπό τόν ἀφηγητή -τόν Κίπλινγκ- βιβλία ἤ χάρτες τῆς περιοχῆς, σάν χάρη, ἀφοῦ εἶναι «ἀδελφοί Ἐλευθεροτέκτονες», κι ἀφοῦ τούς χάλασε τό σχέδιο τοῦ ἐκβιασμοῦ τοῦ rajah.
Δύο χρόνια ἀργότερα, μιά ζεστή καλοκαιρινή νύχτα, ἕνας ἀνάπηρος ζητιάνος, ἕνας ἄνθρωπος τσακισμένος, ντυμένος μέ κουρέλια, σέρνεται στό γραφεῖο τοῦ Κίπλινγκ. Εἶναι ὁ Carnehan καί διηγεῖται μιά ἐκπληκτική ἱστορία. Οἱ Dravot καί Carnehan κατάφεραν πράγματι νά γίνουν βασιλιᾶδες. Βρῆκαν τούς Kafirs, τούς ἰθαγενεῖς στό Kafiristan, οἱ ὁποῖοι ἦταν λευκοί καί ξανθοί, μάζεψαν στρατό, κατέλαβαν χωριά κι ὀνειρεύτηκαν τή δημιουργία ἑνός ἑνιαίου ἔθνους. Οἱ Kafirs πού ἦταν εἰδωλολάτρες καί ὄχι μουσουλμάνοι, δέχτηκαν τόν Dravot σάν θεό -τό γιό τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου. Οἱ Kafirs ἀσκοῦσαν μιά μορφή μασονικοῦ τελετουργικοῦ καί οἱ δύο τυχοδιῶκτες ἤξεραν μασονικά μυστικά, πού μόνο ὁ ἀρχιερέας τους θυμόταν.
Τά σχέδιά τους διαψεύσθηκαν, ὅταν ὁ Dravot ἀποφάσισε νά παντρευτεῖ μιά κοπέλα Kafir. Τρομοκρατημένη ἀπό τό γάμο της μέ ἕνα θεό, τό κορίτσι δαγκάνει τόν Dravot ὅταν αὐτός προσπαθεῖ νά τή φιλήσει. Βλέποντας τον νά αἱμορραγεῖ, ὁ ἀρχιερέας φωνάζει ὅτι δέν εἶναι θεός, παρά ἄνθρωπος καί οἱ Kafirs τόν μέν Dravot γκρεμίζουν σέ ἕνα φαράγγι, τόν δέ Carnehan σταυρώνουν ἀνάμεσα σέ δύο πεῦκα. Ὅταν ὁ Carnehan ἐπέζησε μέχρι τήν ἑπομένη, οἱ Kafirs τό θεώρησαν θαῦμα καί τόν ἄφησαν νά φύγει.
Στή σχετική κινηματογραφική ταινία, τά πράγματα ἐξελίσσονται ἀκόμη πιό παιδαριώδη. Ὁ Huston παρουσιάζει στήν ἀρχή τῆς ταινίας τόν Κίπλινγκ νά δίνει στόν Dravot, ὅταν ξεκινοῦν γιά τό ταξίδι τους, ἕνα μασονικό μενταγιόν -τό κλασικό μέ τό διαβήτη, τό γνώμονα καί τόν «ὀφθαλμό» στό μέσον ἀντί τοῦ «G»-, σάν γούρι. Τό μενταγιόν αὐτό κρεμᾶ ὁ Dravot στό λαιμό του, γιά νά ἀνακαλυφθεῖ ἐκεῖ ἀργότερα ἀπό τόν ἀρχιερέα, πού ἔκθαμβoς τούς ὁδηγεῖ στήν ἱερή στήλη ὅπου «ἀποκαλύπτεται» τό ἴδιο σύμβολο χαραγμένο στήν πέτρα ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου.
Ἔτσι, ὁ ἀτυχής θεατής ὁδηγεῖται στό ἀφελές συμπέρασμα ὅτι ὁ Μ. Ἀλέξανδρος -Sikandar κατά τούς κατοίκους τῆς περιοχῆς- ὑπῆρξε τέκτονας καί ἐπιβραβεύεται καί ἡ προσπάθεια τοῦ Κίπλινγκ νά μᾶς πείσει ὅτι ἡ μασονία ἕλκει δῆθεν τήν καταγωγή ἀπό τά ἀρχαῖα χρόνια καί δέν εἶναι ἁπλῶς ἕνα ἐφεύρημα μέ σχετικά πρόσφατη προέλευση.
Κλείνοντας τή σύντομη ἀναφορά μας στό γνωστό Βρετανό συγγραφέα, δέν πρέπει νά παραλείψουμε καί τά «βιβλία τῆς ζούγκλας», τοῦ γνωστοῦ μας Μόγλη, τά ὁποῖα πέραν τῆς κυκλοφορίας τους σάν παιδικά ἀναγνώσματα, ἐνσωματώθηκαν αὐτούσια καί στή διεθνῆ κίνηση γιά παιδιά καί γιά νέους, τή γνωστή ὡς «Προσκοπισμός».
Τά βιβλία τοῦ Κίπλινγκ εἰσήχθησαν τό 1916 ἀπό τόν ἱδρυτή τοῦ Προσκοπισμοῦ, Βρετανό Λόρδο Robert Baden-Powell στό νεοϊδρυθέν τμῆμα τῆς προσκοπικῆς κίνησης, γιά παιδιά 7 ἕως 11 ἐτῶν, πού ὀνομάστηκαν «Λυκόπουλα» (Wolf Cubs) καί ἀπετέλεσαν τό πρῶτο σκέλος τοῦ Προσκοπισμοῦ, πού εἶχε ἱδρυθεῖ ἤδη τό 1908.
Ὁ Sir Robert Baden-Powell ὑπῆρξε στενός φίλος τοῦ Κίπλινγκ καθώς καί τοῦ Σέρ Ἄρθουρ Κόναν Ντόϋλ.
Τόν Προσκοπισμό ἔφερε στήν Ἑλλάδα τό 1910, 2 χρόνια μετά τήν ἵδρυσή του στή Μ. Βρετανία, ὁ Ἀθανάσιος Λευκαδίτης (1872-1944), καθηγητῆς Σωματικῆς Ἀγωγῆς καί ἐπιφανής Ἐλευθεροτέκτων. Λίγα χρόνια ἀργότερα ἱδρύθηκαν Ὁμάδες «Λυκόπουλων» καί στή χώρα μας. «Τό Βιβλίο τῆς Ζούγκλας» τοῦ Κίπλινγκ ὑπῆρξε κι ἐδῶ τό βασικό ἐργαλεῖο στήν ἐκπαίδευση τῶν μικρῶν μας παιδιῶν.
β) Σέρ Ἄρθουρ Κόναν Ντόυλ, 1859 – 1930
Σκωτσέζος γιατρός καί συγγραφέας, δημιουργός τοῦ γνωστοῦ μας Σέρλοκ Χόλμς, μιά σημαντική καινοτομία στή συγγραφή ἀστυνομικῶν μυθιστορημάτων τήν ἐποχή του. Ὁ Ντόυλ ὑπῆρξε πολυγραφότατός τά δέ ἔργα του περιλαμβάνουν μυθιστορήματα ἐπιστημονικῆς φαντασίας, θεατρικά ἔργα, ρομαντικά διηγήματα, ποίηση, πραγματικές ἱστορίες καί ἱστορικά μυθιστορήματα. Θεωρεῖται ὁ διασημότερος συγγραφεύς ἀστυνομικῶν μυθιστορημάτων.
Ὁ Ντόυλ γεννήθηκε στό Ἐδιμβοῦργο, στή Σκωτία -τρίτο παιδί ἀπό δέκα ἀδέλφια- ἀπό τόν Charles Altamont Doyle, Ἄγγλο Ἰρλανδικῆς καταγωγῆς καί τήν Ἰρλανδή Mary Foley. Τό 1864 ἡ οἰκογένεια, μιά τυπική ρωμαιοκαθολική οἰκογένεια, διαλύθηκε λόγῳ τοῦ πατέρα, πού ἦταν ἀλκοολικός καί πέθανε ψυχασθενής, τό 1893, στό Dumfries τῆς Σκωτίας.
Σέ ἡλικία 9 ἐτῶν ὁ Ντόϋλ στάλθηκε στό Hodder Place, τό Ρωμαιοκαθολικό προπαρασκευαστικό σχολεῖο τῶν Ἰησουϊτῶν, στό Stonyhurst, στή συνέχεια παρακολούθησε μαθήματα στό Κολλέγιο τοῦ Stonyhurst, ὅπου ἔζησε τά πέντε πιό δυστυχισμένα καί μοναχικά του χρόνια, γιά νά καταλήξει στά 17 του χρόνια σέ ἄλλο Ἰησουίτικο σχολεῖο, τό «Stella Matutina» στό Feldkirch, τῆς Αὐστρίας. Τό τέλος τῶν σπουδῶν του συμπίπτει καί μέ τήν ἀποκήρυξη ἐκ μέρους του, τοῦ Χριστιανισμοῦ.
Σπουδάζει ἰατρική στό Πανεπιστήμιο τοῦ Ἐδιμβούργου (1876 – 1881), ἐνῷ παράλληλα ἀρχίζει νά γράφει αὐτοτελεῖς μικρές ἱστορίες (short stories). Στά εἴκοσί του χρόνια εἶχε τή χαρά νά δεῖ τήν πρώτη του δημοσίευση στό ἑβδομαδιαῖο περιοδικό «Chambers’s Edinburgh Journal».
Ὡς τελειόφοιτος θά ἐπισκεφθεῖ τήν Ἀρκτική, σάν γιατρός, μέ Γροιλανδέζικο φαλαινοθηρικό «Hope of Peterhead» καί μετά τήν ἀποφοίτησή του θά διοριστεῖ «ἰατρός χειρουργός» στό ἀτμόπλοιο Mayumba σέ ἕνα ταξίδι στή Δυτική Ἀφρική.
Ἡ ἐπαγγελματική του καριέρα δέ στέφθηκε ἀπό ἰδιαίτερη ἐπιτυχία. Θά μπορούσαμε μᾶλλον νά ποῦμε ὅτι ἀπέτυχε οἰκτρά σάν γιατρός, ἄν καί ἔκανε πολλές προσπάθειες πρός αὐτή τήν κατεύθυνση. Ὁ χρόνος ὅμως τῆς ἀναμονῆς γιά τήν παρουσία τοῦ ἐπίδοξου πελάτη καλύφθηκε πλούσια ἀπό τή συγγραφική του ἀνάγκη μέ πληθώρα ἔργων.
Τό 1885 ὁ Ντόυλ παντρεύτηκε τή Louisa Hawkins, ἀδελφή ἑνός ἀπό τούς ἀσθενεῖς του. Ἔζησε μαζί της 21 χρόνια κι ἀπέκτησαν δύο παιδιά. Τελικά, ἡ Louisa πέθανε ἀπό φυματίωση τό 1906 κι ὁ Ντόυλ ξαναπαντρεύτηκε τήν ἑπόμενη χρονιά τή Jean Elizabeth Leckie μέ τήν ὁποία ἀπέκτησε ἄλλα τρία παιδιά. Ἡ Jean πέθανε στό Λονδίνο τό 1940.
Τό 1890 ὁ Ντόυλ σπουδάζει ὀφθαλμολογία στή Βιέννη καί στή συνέχεια μετακομίζει στό Λονδίνο, μέ στόχο τήν ἄσκηση τῆς νέας του εἰδικότητας. Ὅμως, ὅπως δηλώνει καί στήν αὐτοβιογραφία του, οὔτε ἕνας ἀσθενής δέν πέρασε τό κατώφλι τοῦ ἰατρείου του. Αὐτό τοῦ ἔδωσε περισσότερο χρόνο γιά γράψιμο, μέ ἀποτέλεσμα οἱ ἱστορίες τοῦ Σέρλοκ Χόλμς -τόν ὁποῖο παρουσίασε γιά πρώτη φορά στό μυθιστόρημα «Σπουδή σέ ἔντονο κόκκινο» (Study In Scarlet), τό 1887, νά ἀποκτήσουν ἕνα φανατικό κοινό. Ὡστόσο, παρ’ ὅλη τή συγγραφική ἐπιτυχία, ὁ Ντόυλ κατατρεχόταν ἀπ’ τήν ἰδέα ὅτι ὁ Χόλμς τόν παρεμπόδιζε ἀπό τοῦ νά ἀσχοληθεῖ μέ σημαντικότερα ἔργα καί εἰδικά μέ τά ἱστορικά του μυθιστορήματα. Ἔτσι ἀποφασίζει νά δώσει ἕνα τέλος στόν ἥρωά του καί τό 1893, ὁ Χόλμς καί ὁ καθηγητής Μοριάρτυ (Moriarty) -ὁ ἐχθρός καί ἀνταγωνιστής τοῦ Χόλμς- βρίσκουν μαζί τόν θάνατο στούς καταρράκτες Ράϊχενμπαχ (Reichenbach Falls, Βέρνη, Ἐλβετία), στό μυθιστόρημα «Τό τελευταῖο πρόβλημα». Ἡ ἐξέλιξη ὅμως αὐτή πυροδότησε μιά ἀπρόβλεπτη δημόσια κατακραυγή. Ἔτσι ὁ Ντόυλ ἐξαναγκάζεται νά ἐπαναφέρει τόν ἥρωά του τό 1901, στό μυθιστόρημα «Τό σκυλί τοῦ Baskervilles». Ἔκτοτε ὁ Σέρλοκ Χόλμς διέγραψε σταθερή πορεία, ἐμφανιζόμενος συνολικά σέ 56 διηγήματα καί 4 μυθιστορήματα, ἀλλά καί σέ πολλά μυθιστορήματα καί ἱστορίες ἄλλων συγγραφέων.
Ὁ Κόναν Ντόυλ ἀσχολήθηκε καί μέ τήν πολιτική. Περιπετειώδης ἐξ ἰδιοσυγκρασίας, κατετάγη ὡς ἐθελοντής στόν πόλεμο τῶν Μπόερς, τό 1900, καί ὑπηρέτησε στή Νότιο Ἀφρική ὡς διοικητικό προσωπικό στό νοσοκομεῖο Langman Field. Μετά τόν πόλεμο τῶν Μπόερς καί τήν καταδίκη τοῦ Ἡνωμένου Βασιλείου ἀπό ὅλο τόν κόσμο, λόγῳ τῆς ἀπαράδεκτης ἀποικιοκρατικῆς συμπεριφορᾶς τῶν Βρετανῶν, ὁ Ντόϋλ συγγράφει ἕνα φυλλάδιο μέ τίτλο «Ὁ πόλεμος στή Νότιο Ἀφρική: Αἴτια καί διεξαγωγή του» (The War in South Africa: Its Cause and Conduct), ὅπου ὡραιοποιεῖ τόν ρόλο τοῦ Ἡνωμένου Βασιλείου στόν πόλεμο τῶν Μπόερς, τό ὁποῖο μεταφράστηκε εὑρύτατα. Ἐπίσης, τό 1900 συνέγραψε καί τό βιβλίο «Ὁ μεγάλος πόλεμος τῶν Μπόερς» (The Great Boers War). Ἡ συγγραφή αὐτοῦ τοῦ πρώτου φυλλαδίου, πιστεύεται ὅτι εἶχε σάν ἀποτέλεσμα τήν ἀνακήρυξη τοῦ Ντόυλ σέ ἱππότη, τό 1902, καί τόν διορισμό του μέ τό ὀφίκιο τοῦ «Ἀναπληρωτῆ Ὑπολοχαγοῦ τοῦ Surrey» (Deputy-Lieutenant of Surrey).
Δύο φορές, στίς ἀρχές τοῦ 20ου αἰῶνα, προσπάθησε νά ἐκλεγεῖ βουλευτής μέ τό «Φιλελεύθερο Ἑνωτικό Κόμμα» (Liberal Unionist Party), χωρίς ἐπιτυχία. Συγχρόνως συμμετεῖχε στήν ἐκστρατεία γιά τή μεταρρύθμιση τοῦ κράτους τοῦ Κονγκό, τό ὁποῖο βρισκόταν ὑπό τήν ἐπιρροή τῶν Βέλγων καί συνέγραψε τό 1909 ἕνα μεγάλο σχετικό φυλλάδιο. Γενικά, οἱ ἐπιλογές του ὑπῆρξαν πάντοτε εὐθυγραμμισμένες μέ τήν ἀποικιοκρατική πολιτική τῆς Μ. Βρετανίας. Ἡ ἐνασχόληση τῆς περιόδου ἐκείνης μέ τήν Ἀφρική, ὑπῆρξε καί ἡ ἔμπνευση γιά τό μυθιστόρημά του «Ὁ χαμένος κόσμος» (The Lost World), τό 1912.
Μετά τόν θάνατο τῆς συζύγου του Λουίζας, τό 1906, τόν θάνατο τοῦ γιοῦ του Κίνγκσλεϋ, λίγο πρίν τό τέλος τοῦ Α’ Παγκοσμίου Πολέμου καί τούς θανάτους τοῦ ἀδελφοῦ του Ἄινες, τῶν δύο κουνιάδων του καί δύο ἀνηψιῶν του, λίγο μετά τόν πόλεμο, ὁ Ντόυλ βυθίστηκε σέ κατάθλιψη. Πίστεψε ὅτι θά βρεῖ στήριξη στόν πνευματισμό -στόν ὁποῖο εἶχε ἐμπλακεῖ ἀπό τό 1885- καί τίς ὑποσχέσεις του γιά τή συνέχεια τῆς ὕπαρξης μετά θάνατον. Ἀκόμη, ἐνεπλάκη μέ τήν «Ἐθνική Ἕνωση Πνευματιστῶν» (Spiritualists’ National Union), πού ὑποτίθεται ὅτι «ἀποδέχεται τίς διδασκαλίες καί τό παράδειγμα τοῦ Ἰησοῦ ἀπό τή Ναζαρέτ» καί ὑπῆρξε μέλος τῆς παραφυσικῆς ὀργάνωσης «Λέσχη τῶν Φαντασμάτων» (The Ghost Club), πού ἑστιάζεται στή δῆθεν ἐπιστημονική μελέτη τῶν ὑποτιθέμενων παραφυσικῶν δραστηριοτήτων, μέ στόχο τήν ἀπόδειξη ἤ διάψευση τῆς ὕπαρξης παραφυσικῶν φαινομένων.
Προϊόντα τῆς περιόδου αὐτῆς εἶναι τό βιβλίο του «Ὁ Ἐρχομός τῶν Νεράϊδων» (The Coming of the Fairies), τό 1921, ὅπου φαίνεται προφανῶς πεπεισμένος γιά τήν γνησιότητα τῶν πέντε φωτογραφιῶν τῶν «Νεράϊδων τοῦ Cottingley» (Cottingley Fairies), πού ἀποδείχθηκαν φάρσα λίγες δεκαετίες ἀργότερα. Ὁ Ντόυλ ἀναπαράγει στό βιβλίο του τό θέμα καί προσπαθεῖ νά θεμελιώσει τά σχετικά μέ τή φύση καί τήν ὕπαρξη νεράϊδων.
Δεύτερο ἔργο τῆς περιόδου ἐκείνης εἶναι τό μυθιστόρημα «Ἡ Χώρα τῆς Ὁμίχλης» (The Land of Mist), τό 1926, μέ τό γνωστό ἥρωά του, καθηγητή Challenger.
Σ’ ἕνα ἀκόμη βιβλίο του, τό «Ἡ Ἱστορία τοῦ Πνευματισμοῦ» (The History of Spiritualism), τό 1926, ὁ Ντόυλ ἐξαίρει τά «ψυχικά» φαινόμενα καί τήν «ὑλοποίηση πνευμάτων», πού «παρήγαγαν» τά διάσημα, στίς ἀρχές τοῦ 20ου αἰῶνα, διάμεσα (μέντιουμ) Eusapia Palladino καί Mina (Margery) Crandon.
Μία ἀκόμη διασημότητα τῆς ἐποχῆς του, μέ τήν ὁποία διατήρησε ὁ Ντόυλ δυνατή, ἀλλά σύντομη φιλία, ὑπῆρξε καί ὁ Χάρι Χουντίνι (Harry Houdini), ὁ κασκαντέρ, «Ἀμερικανός μάγος», πού ὑπῆρξε φανατικός ἀντίπαλος τοῦ πνευματιστικοῦ κινήματος τή δεκαετία τοῦ 1920, ἀποκαλύπτοντας πολλές ἀπό τίς ἀπάτες τοῦ χώρου. Παρ’ ὅτι ὁ Χουντίνι ἐπέμενε ὅτι στόν πνευματισμό χρησιμοποιοῦνταν παραπλάνηση καί ἐξαπάτηση, ὁ Ντόυλ ἦταν πεπεισμένος ὅτι κι ὁ ἴδιος ὁ Χουντίνι κατεῖχε ὑπερφυσικές δυνάμεις, μιά ἄποψη πού παρουσίασε στό βιβλίο του «Τό Χεῖλος τοῦ Ἀγνώστου» (The Edge of the Unknown), τό 1931, μετά τόν θάνατο τοῦ κασκαντέρ. Ἡ ἐπιμονή τοῦ Ντόυλ ὑπέρ τοῦ πνευματισμοῦ καί ἡ δημόσια ἀντιπαράθεσή του μέ τόν Χουντίνι ὑπῆρξε καί τό τέλος τῆς φιλίας τῶν δύο ἀνδρῶν.
Ἡ τόση ἀφοσίωση καί ἐμμονή τοῦ Ντόυλ στόν πνευματισμό, ὑπῆρξε προφανῶς καί τό κίνητρο γιά τήν ἔνταξή του στόν Ἐλευθεροτεκτονισμό. To ἐνδιαφέρον του τοποθετεῖται μεταξύ τῶν ἐτῶν 1885 καί 1888, ὅταν συμμετεῖχε σέ μία σειρά πνευματιστικῶν συνεδριῶν (Seance) στό σπίτι ἑνός τῶν ἀσθενῶν του. Ἄν καί ὁ Ντόυλ ὑπῆρξε ἐξ ἀρχῆς κριτικός καί ὡς πρός τό «τελετουργικό» τυπικό κι ὡς πρός τή νοημοσύνη τῶν συμμετεχόντων, τελικά παγιδεύτηκε καί τό 1887 προσχώρησε στή μασονία, ἀλλά καί στήν «Ἑταιρεία Ψυχικῶν Ἐρευνῶν» (Society for Psychical Research), διακηρύσσοντας πλέον δημόσια τό ἐνδιαφέρον του γιά τόν ἀποκρυφισμό.
Ἡ εἰσδοχή του ἔγινε στή «Στοά Φοῖνιξ, Ἀρ. 257» (Phoenix Lodge No 257) στίς 26 Ἰανουαρίου 1887, στό Southsea τοῦ Hampshire, σέ ἡλικία 27 ἐτῶν. Ὁ ὀρθολογισμός καί ἡ περιέργειά του, καθώς καί ὁ ἀρνητισμός, πού προφανῶς κουβαλοῦσε μέσα του ἀπό τά παιδικά κι ἐφηβικά του χρόνια κοντά στούς Ἰησουίτες, ὑπῆρξαν οἱ κύριες αἰτίες τῆς ἐμπλοκῆς του.
Εἶναι λογικό νά ὑποθέσουμε ὅτι ὁ Ντόυλ προσῆλθε στή μασονία ἐλπίζοντας νά ἀνακαλύψει στοιχεῖα γιά τόν πνευματισμό πού τοῦ ἦταν ἤδη ἔμμονη ἰδέα. Ἔτσι διῆλθε γρήγορα τούς βαθμούς τῆς «Συμβολικῆς Στοᾶς». Σέ ἕνα μῆνα διῆλθε τόν βαθμό τοῦ «Ἑταίρου», ἐνῷ τόν ἑπόμενο μῆνα «ἠγέρθη» στό βαθμό τοῦ «Διδασκάλου».
Παρά τήν ἀστραπιαία ἀνέλιξή του στή μασονία, ὁ Ντόυλ δέ βρῆκε ἐκεῖ ἄμεσα τά ἀποκρυφιστικά δεδομένα πού περίμενε, καθώς οἱ τρεῖς πρῶτοι βαθμοί εἶναι βαθμοί πειραματισμοῦ καί προσαρμογῆς στίς τεκτονικές διδασκαλίες, στίς τελετουργίες καί τίς δοξασίες, ὅπου ὁ μυημένος συνηθίζει στά σύμβολα καί στά τυπικά κι ἄν εἶναι δεκτικός, παραμένει, ἄν ὄχι ἀποχωρεῖ.
Ἔτσι, δέν δραστηριοποιήθηκε ἐκεῖ περισσότερο καί τό 1889 ἀπεχώρησε ἀπό τή Στοά. Ἄς ἀναζητήσουμε τήν αἰτία…
Τό 1888 ὁ Ντόυλ ἐξέδωσε τό τρίτο του μυθιστόρημα «Τό μυστήριο τοῦ Cloomber» (The Mystery Of Cloomber). Ἦταν τό πρῶτο μυθιστόρημά του μέ ἄκρως παραφυσική (paranormal) ὑπόθεση, σχετική μέ τή μεταθανάτια ἐκδίκηση τριῶν Βουδιστῶν μοναχῶν. Ἦταν τό πρῶτο του μυθιστόρημα μέ συγκεκριμένες ἀναφορές στόν πνευματισμό καί ἡ διάψευση τῆς ἐλπίδας του νά βρεῖ καίρια ἀποκρυφιστικά στοιχεῖα στίς τελετουργίες τῶν τριῶν πρώτων βαθμῶν τῆς μασονίας, πού θά εἶχαν πρακτική ἐφαρμογή στή συγγραφή του. Ἔτσι ἐξηγεῖται καί ἡ παραίτηση τό 1889, πού ὅμως δέν ὑπῆρξε καί τό τέλος τῆς τεκτονικῆς του καριέρας, καθώς συνέχισε νά συμμετέχει σέ διάφορες Στοές ὡς ἀδελφός «ἐν ὕπνῳ» μέχρι τήν ἐπανένταξή του στή Στοά τῆς εἰσδοχῆς του, τό 1902. Ἔκτοτε, ἔλαβε διάφορες διακρίσεις πρίν τήν τελική ἀποχώρησή του ἀπό τόν Ἐλευθεροτεκτονισμό, τό 1911.
Εἶχε προηγηθεῖ, κατά τήν παραμονή του στή Νότιο Ἀφρική, τό 1900, ἡ ἔντονη δραστηριοποίησή του ὑπό τήν τεκτονική του ἰδιότητα. Διαβάζουμε στό ἔντυπο «Masonic Illustrated» («Τεκτονικά Εἰκονογραφημένα»), σχετικά: «Ἐν μέσῳ διεξαγωγῆς τοῦ πολέμου, αὐτός (ὁ Κόναν Ντόυλ) συμμετεῖχε στήν ἀξέχαστη “Προσωρινή Στοά” στό Bloemfontein μαζί μέ τόν ἀδελφό Ράντγιαρντ Κίπλινγκ». Ὅμως ἡ συμμετοχή αὐτή ἀμφισβητήθηκε ἀργότερα.
Μέ τήν ἐπιστροφή του στήν Ἀγγλία, τό 1901, σέ μία σειρά διαλέξεων, πού δόθηκαν στή Σκωτία, ὁ Ντόυλ ἐγκωμιάζει τίς δραστηριότητες τῶν μασόνων στόν πόλεμο τῆς Ἀφρικῆς. Τό ἴδιο συνέβη καί ὅταν ἡ στοά τοῦ Ἐδιμβούργου, Ἀρ. 1, τοῦ Σκωτικοῦ τύπου (Lodge of Edinburgh, No 1) τόν ἀνακήρυξε τιμητικό μέλος της.
Πέραν τῶν ἀνωτέρω, ὁ Ντόϋλ προβάλλει τόν Ἐλευθεροτεκτονισμό μέ ποικίλους τρόπους στή συγγραφή του, χωρίς οἱ ἀναφορές αὐτές νά ἀφοροῦν ὅλες τόν Sherlock Holmes.
Στό μυθιστόρημα «Ἡ Κοιλάδα τοῦ Φόβου» (The Valley of Fear), τό 1915, γίνεται ἀναφορά στό «Ἀρχαῖο Τάγμα τῶν Freemen» ἤ «Στοά Scowers, Ἀρ. 341» (The Scowers Lodge No 341) στήν κοιλάδα Vermissa τῶν Η.Π.Α.
Ἄλλες ἀναφορές ὑπάρχουν στό μυθιστόρημα «Ὁ Χαμένος Κόσμος» (The Lost World) τό 1912, καί στό μυθιστόρημα «Ἡ Χώρα τῆς Ὁμίχλης» (The Land of Mist), τό 1926, ὅπου ὁ Καθηγητής Challenger, χαρακτηρίζοντας ὑποτιμητικά ἕναν ἄλλο χαρακτῆρα τοῦ βιβλίου, ἐπιγραμματικά ἀναφέρει: «Εἶναι ἕνας ἀπ’ αὐτούς πού περιπλανῶνται στά σκοτεινά ὅρια τῆς μασονίας, μιλώντας ψιθυριστά κι εὐλαβούμενοι μυστήρια, ὅπου μυστήρια δέν ὑφίστανται. Ἀντίθετα, ὁ πνευματισμός, μέ τά τόσο ζωντανά καί ὑπέροχα μυστήριά του, εἶναι γι’ αὐτόν κάτι τό ἀνάξιο, ἐπειδή ἔφερε παρηγοριά στόν ἁπλό ἄνθρωπο. Ἀρέσκεται στό νά διαβάζει κείμενα πάνω στό Palladian Cultus, τόν «Ἀρχαῖο καί Ἀποδεδειγμένο Σκωτικό Τύπο» καί τίς μορφές τοῦ μπαφομέτ. Ὁ Ἔλιφας Λέβι εἶναι ὁ προφήτης του».
Οἱ ἀνωτέρω ἀναφερόμενες εἶναι λίγες ἀπό τίς περιπτώσεις, καθώς ὑπάρχουν πληθώρα ἀναφορές περί μασονίας καί πνευματισμοῦ στό ἔργο τοῦ Σέρ Ἄρθουρ Κόναν Ντόυλ· κάποιες ἐγκωμιαστικές, κάποιες οὐδέτερες.
Κλείνοντας τήν ἔρευνά μας αὐτή, διαπιστώνουμε ὅτι γνωστές προσωπικότητες -ἀλλά καί ὁ καθένας- εὔκολα παρασύρονται κι ἐντάσσονται στή μασονία ἤ σέ παρόμοιες ἀποκρυφιστικές ἐνασχολήσεις ὅταν δέν ἔχουν ἕνα ἰσχυρό θεμέλιο κάτω ἀπ’ τά πόδια τους· εἰδικά, ἄν βιώσουν μιά προβληματική παιδική ἡλικία. Ὅμως χρειάζεται τό θεμέλιο· κι αὐτό εἶναι μόνο ἡ Μία Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία, δηλαδή ἡ Ὀρθοδοξία. Τό θεμέλιο αὐτό προϋποθέτει τό Ἅγιο Βάπτισμα καί τή βιωματική συμμετοχή στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας.
Ὑπάρχουν κι ἄλλες χριστιανικές ὁμολογίες κι ὑπάρχουν κι ἄλλες θρησκεῖες, αἱρέσεις καί παραθρησκεῖες. Μία ὅμως εἶναι ἡ Ἀλήθεια, ὁ Χριστός, ὁ Ἰησοῦς Χριστός ὁ ἀπό Ναζαρέτ, πού εἶναι ἡ Κεφαλή, μέ Σῶμα Του τήν Ἐκκλησία. Μόνο ὁ Χριστός σώζει καί μόνο μέσα στή Ἐκκλησία Του ὑπάρχει ἡ σωτηρία. Ἄν τό παιδί, ἀκόμα ἀπ’ τήν κοιλιά τῆς μάνας του, δέν τά ζήσει ὅλα αὐτά, εἶναι ἀμφίβολη ἡ ἐξέλιξή του στή ζωή καί πιθανή ἡ ἐμπλοκή του στόν ἀποκρυφισμό, στήν παραθρησκεία, στήν «ἄλλη θρησκεία». Οἱ ἄνθρωποι πέφτουμε· οἱ πτώσεις, συχνές. Ὅμως, ὁ Χριστός σώζει καί τούς πεσμένους, ἀρκεῖ νά θέλουν νά σηκωθοῦν!
http://en.wikipedia.org/wiki/Occult_theories_about_Francis_Bacon
Συχνά σέ παρόμοιους καταλόγους ἀναφέρονται, μετά θάνατον, ψευδῶς καί γνωστές προσωπικότητες, πού δέν εἶχαν σχέση μέ τή μασονία, μέ στόχο τήν προβολή της, ὅτι δῆθεν κάθε σημαίνων ἄνθρωπος ὑπῆρξε τέκτων.
http://en.wikipedia.org/wiki/Rudyard_Kipling
Πρόκειται γιά τά 2 βιβλία τοῦ γνωστοῦ «Μόγλη», πού εἶχαν μεγάλη διάδοση, πολλές μεταφράσεις, κινηματογραφικές ταινίες καί παρουσία ἀκόμη καί σάν cartoons.
Πρόκειται γιά τό γνωστό «If»…, πού ὅλοι μας γνωρίζουμε στό πρωτότυπο ἤ σέ μεταφράσεις: «If you can keep your head when all about you, Are losing theirs and blaming it on you; …» (http://www.pegas.gr/agon/if.htm) καί σέ μετάφραση: «Ἄν νά κρατᾶς μπορεῖς τό λογικό σου, σάν γύρω σου ὅλοι τό ‘χασαν καί σέ κατηγοροῦν γι’ αὐτό, …».
Σέ ἑλληνική μετάφραση ἀπό τίς ἐκδόσεις «Ἄγρα». Γυρίστηκε ἐπίσης τό 1975 σέ ταινία ἀπό τόν John Huston μέ πρωταγωνιστές τούς Sean Connery, Michael Caine καί Christopher Plummer.
Tyler. Βαθμός ἀξιωματικοῦ τῆς στοᾶς, ἐπιτηρητοῦ τῆς «ἀσφαλείας» τῶν συνεδριάσεων.
Οἱ τρεῖς βαθμοί τῆς «Συμβολικῆς Στοᾶς» τοῦ Ἐλευθεροτεκτονισμοῦ εἶναι: 1. «Μαθητής», ὁ βαθμός τοῦ νεοεισελθόντος Ἐλευθεροτέκτονος, 2. «Ἑταῖρος», ὁ βαθμός τοῦ «διελθόντος» Ἐλευθεροτέκτονος, καί 3. «Διδάσκαλος», ὁ βαθμός τοῦ «ἐγερθέντος» Ἐλευθεροτέκτονος.
Σημερινό Nuristan, ἀνατολική ἐπαρχία τοῦ Ἀφγανιστάν, ἀνεξερεύνητο τήν ἐποχή τοῦ Κίπλινγκ.
http://en.wikipedia.org/wiki/Robert_Baden-Powell
http://en.wikipedia.org/wiki/Cub_Scout
Στοά «Σκενδέρμπεης». http//tektonismos.blogspot.gr/2007/11/1800-1950.html
http://en.wikipedia.org/wiki/Arthur_Conan_Doyle
Stella Matutina: «πρωινό ἄστρο». Προσοχή: νά μή συγχυθεῖ μέ τό ὁμώνυμο μυητικό μαγικό τάγμα τοῦ «Ἑρμητικοῦ Τάγματος τῆς Χρυσῆς Αὐγῆς» (Hermetic Order of the Golden Dawn) τῶν ἐλευθεροτεκτόνων William Robert Woodman, William Wynn Westcott, καί Samuel Liddell MacGregor Mathers, ὅπου «μαθήτευσε» καί ὁ Ἄλιστερ Κρόουλι.
Πολεμικές ἐπιχειρήσεις τῆς Βρετανικῆς ἀποικιοκρατίας εἰς βάρος τῶν Ὀλλανδικῆς καταγωγῆς πληθυσμῶν τῆς Νοτίου Ἀφρικῆς (1879–1915). Μέ τό ὄνομα Μπόερς (Boers) ὑποδηλώνονταν ἀρχικά οἱ ἀπόγονοί τῶν πρώτων κτηνοτρόφων πού μιλοῦσαν τή γλώσσα Ἀφρικάανς στά σύνορα τοῦ ἀνατολικοῦ ἀκρωτηρίου στή Νότιο Ἀφρική κατά τόν 18ο αἰῶνα. Βλ. καί http://en.wikipedia.org/wiki/Second_Boer_War. Στούς πολέμους αὐτούς εἶχε πρωταγωνιστικό ρόλο κι ὁ Λόρδος Robert Baden-Powell, ἀπ’ ὅπου καί ἐμπνεύσθηκε τή δημιουργία τοῦ Προσκοπισμοῦ.
Τιμητικός τίτλος στό Ἡνωμένο Βασίλειο, στήν ὑπηρεσία τῆς Α. Μ. τῆς Βασιλίσσης. Βλ. και http://www.surreylieutenancy.org/deputylieutenant.html
Βλ. περιοδικό «Διάλογος» τ. 55, σσ. 21-29.
http://en.wikipedia.org/wiki/Spiritualists%27_National_Union
http://en.wikipedia.org/wiki/The_Ghost_Club
http://en.wikipedia.org/wiki/Cottingley_Fairies. Τό ἱστορικό ἀναφέρεται στήν περίπτωση τῶν Elsie Wright καί Frances Griffiths, ἐξαδέλφων, 16 καί 10 ἐτῶν ἀντίστοιχα, κατοίκων τοῦ Cottingley, πλησίον τοῦ Bradford Ἀγγλίας, πού τό 1917 ἔστησαν μία φάρσα τραβῶντας 5 φωτογραφίες, ὅπου περιελάμβαναν χάρτινες «νεράϊδες». Τό θέμα ἔτυχε μεγάλης δημοσιότητας καί ἐκμετάλλευσης ἀπό διάφορους κύκλους καί ἀπασχόλησε ἐπί ἔτη τήν κοινή γνώμη τῆς ἐποχῆς.
http://en.wikipedia.org/wiki/Eusapia_Palladino
http://en.wikipedia.org/wiki/Mina_Crandon
http://en.wikipedia.org/wiki/Harry_Houdini
http://en.wikipedia.org/wiki/List_of_Freemasons#D
http://www.freemasons-freemasonry.com/beresiner10.html
Ἀρχιμ. Γρηγορίου Κωνσταντίνου, «Μασονία: Θρησκεία; Αἵρεση; ἤ Φιλανθρωπικό Σωματεῖο;» καί http://antiairetikos.blogspot.gr/2012/07/blog-post_22.html
http://en.wikipedia.org/wiki/The_Mystery_of_Cloomber
«Ἅπαντα Σέρλοκ Χόλμς», Ἔκδ. Σύγχρονοι Ὁρίζοντες, σσ. 377-468.
Σύστημα νεοσατανισμοῦ διαμορφωμένο ἀπό τόν ἀποκρυφιστή Albert Pike κ. ἄ. Βλ. καί http://www.sacred-texts.com/evil/dwf/dwf04.htm
Παγανιστική θεότητα, θεωρούμενη ὅτι παριστάνει τόν Σατανᾶ. Προέρχεται ἀπό ὁμολογίες τῶν Ναϊτῶν, στή διάρκεια ἀνάκρισής τους ἀπό τήν Ἱερά Ἐξέταση, τόν 14ο αἰῶνα. Ὁριστικοποιήθηκε εἰκαστικά ἀπό τόν Eliphas Levi.
Eliphas Levi, ψευδώνυμό τοῦ Alphonse Louis Constant (1810-1875), Γάλλου ἀποκρυφιστή συγγραφέα ἀσχολούμενου μέ τήν «τελετουργική μαγεία». Ἀποκαλεῖται καί «ὁ τελευταῖος τῶν μάγων».
* Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Διάλογος» σε δυο μέρη στα τεύχη 69 & 70 αλλά λόγω μεγέθους με περικοπές. Στη σελίδα μας δημοσιεύεται ολόκληρο.