Ἐμεῖς θαυμάζουμε καὶ ἀποροῦμε ποὺ δὲν βλέπουμε σήμερα τὸ πλῆθος τῶν θαυμάτων, τὰ ὁποῖα ὑπεσχέθη ὁ Κύριος σὲ ὅσους πιστεύουν.
«Σημεῖα» εἶπε «τοῖς πιστεύσασι
ταῦτα παρακολουθήσει.
Ἐν
τῷ ὀνόματί μου δαιμόνια ἐκβαλούσι, γλώσσαις λαλήσουσι καιναῖς, ὄφεις
ἀρούσι. Καν θανάσιμον τί πίωσιν, οὐ μὴ αὐτοὺς βλάψει. Ἐπὶ ἀρρώστους
χείρας ἐπιθήσουσι, καὶ καλῶς ἔξουσιν». Εὐκολότατα ὅμως λύεται τὸ θάμβος
καὶ ἡ ἀπορία. Διότι ὁ Κύριος εἶπεν ὅτι αὐτὰ τὰ σημεῖα θὰ ἐπακολουθήσουν
«τοῖς πιστεύσασι», ὄχι «τοῖς ὀλιγοπίστοις».
Ὅταν οἱ θερμοὶ στὴν πίστη
ἤσαν πολλοί, τὴν ἐποχὴ δηλαδὴ τῶν Ἀποστόλων καὶ στοὺς μετὰ ταῦτα αἰῶνες,
τότε ἐγίνοντο καθημερινῶς ἀμέτρητα θαύματα. Σήμερα πολὺ ὀλίγοι εἶναι
αὐτοὶ ποὺ ἔχουν τὴ θερμὴ καὶ φλογερὴ πίστη. Ὅλοι σχεδὸν εἶναι
ὀλιγόπιστοι. Ἐὰν ὅμως καὶ σήμερα ἔχει κάποιος πίστη θερμὴ σὰν τὸν κόκκο
τοῦ σινάπεως, «ἐρεῖ τῷ ὄρει τούτω. Μεταβηθι ἐντεῦθεν ἐκεῖ», καὶ
μεταβήσεται.