Παρασκευή 29 Ιουλίου 2022

Θεόγυμνοι βασιλεῖς, κουρελιάρηδες ὑπήκοοι... (Ἕνα σχόλιο περί τῆς πνευματικῆς μας συνευθύνης)

τοῦ Νεκτάριου Δαπέργολα, Διδάκτορος Ἱστορίας

      Πολλές φορές, σέ παλαιότερα κείμενα, ἀναφέρθηκα στήν εὐθύνη πού ἔχουμε ὅλοι μας. Ἄρχοντες ἀλλά καί ἀρχόμενοι, ποιμένες ἀλλά καί ποιμαινόμενοι, κλῆρος ἀλλά καί λαός. Ὅλοι ἀνεξαιρέτως. Καί μπορεῖ πολύ συχνά νά ἐγκαλοῦμε τούς πολιτικούς καί ἐκκλησιαστικούς μας ἡγέτες γιά ὑποκρισία, διαφθορά καί προδοσία. Καί ἀσφαλῶς ὄχι ἄδικα. Συνήθως ὅμως ξεχνοῦμε ἤ ἔστω ὑποτιμοῦμε τήν τεράστια συνευθύνη πού ἔχουμε καί ὅλοι οἱ ὑπόλοιποι. Συνευθύνη ὁρατή, γιά ὅσα ἀποδεχόμαστε μέ τήν ψῆφο μας, γιά ὅσα στηρίζουμε μέ τήν ἐπιδοκιμασία μας, γιά ὅσα ἀπλῶς ἀνεχόμαστε μέ τή μή ἀντίδραση καί τήν τυφλή ὑπακοή μας. Ἀλλά καί συνευθύνη λιγότερο ὁρατή - καί τελικά πιό οὐσιαστική. Δηλαδή, εὐθύνη πνευματική. Ἐξαιτίας τῆς ἐκούσιας παρακμῆς μας, τῆς ἐμμονικῆς ἀποστασίας μας, τῆς ἐπίμονα συνεχιζόμενης πνευματικῆς μᾶς ἀθλιότητας. Ἠ κατάσταση στήν ὁποία εἴμαστε βυθισμένοι ὡς λαός (καί ὡς πολῖτες καί ὡς ὀρθόδοξοι πιστοί) ἐδῶ καί πολλά χρόνια, τήν ὁποία τόσο ἐκκωφαντικά ἀποκάλυψε τό κορωνοαφήγημα καί ἀπό τήν ὁποία ἀρνούμαστε νά ξυπνήσουμε, τό ἀποδεικνύει γιά μία ἀκόμη φορά.

      Περί αὐτῆς τῆς πνευματικῆς εὐθύνης καί τό σημερινό κείμενο. Γιά νά μή λέμε μόνο γιά τόν ὄντως θεόγυμνο βασιλιᾶ, ἀλλά καί γιά ὅσους εἶναι ἐπίσης γυμνοί ἤ στήν καλύτερη περίπτωση ντυμένοι μέ ἄθλια κουρέλια. Μέ μιά πολύ εὔγλωττη καί ἀποστομωτική ἀπάντηση πού δίνει σέ ὅλους μας ἀπό τόν μακρινό 7ο αἰῶνα ὁ Ἅγιος Ἀναστάσιος, ἡγούμενος τῆς Μονῆς Σινᾶ καί μετέπειτα πατριάρχης Ἀντιοχείας, ὁ ὁποῖος μιλῶντας «περί ἀναξίων ἀρχόντων» (καί πολιτικῶν καί ἐκκλησιαστικῶν), τονίζει ὅτι αὐτοί προχειρίζονται κατά παραχώρηση ἤ καί βούληση τοῦ Θεοῦ σέ ἀνάξιους λαούς ἐξαιτίας αὐτῆς ἀκριβῶς τῆς ἀναξιότητάς τους. Καί πρός ἐπίρρωσιν αὐτοῦ, ἀναφέρει δύο ἄκρως διδακτικά περιστατικά.

      Τό πρῶτο (καί πάρα πολύ γνωστό) ἀναφέρεται σέ ἕνα σύγχρονό του ἅγιο ἀσκητή, πού ὅταν ἄρχισαν στήν Κωνσταντινούπολη οἱ αἱματοχυσίες ἀπό τούς ἀνθρώπους τοῦ τυράννου Φωκά (602-610), καθώς εἶχε πολλή παρρησία πρός τόν Θεό, ἄρχισε νά τόν ρωτᾶ μέ ἁπλότητα: «Κύριε, γιατί μᾶς ἔδωσες τέτοιον βασιλέα;» Καί τότε, ἀφοῦ τό ἔλεγε αὐτό γιά ἀρκετές ἡμέρες, τοῦ ἦλθε φωνῆ ἀπό τόν οὐρανό πού ἔλεγε: «Σᾶς τόν ἔδωσα, διότι δέν βρῆκα ἄλλον ἀκόμη χειρότερο γιά νά σᾶς στείλω».

     Τό δεύτερο (καί ὄχι τόσο γνωστό) περιστατικό σχετίζεται μέ μία πόλη στή Θηβαΐδα τῆς Αἰγύπτου, ποῦ οἱ κάτοικοί της ζοῦσαν βουτηγμένοι στήν ἀνομία καί τήν ἀκολασία. Ἐκεῖ ὑπῆρχε καί κάποιος ἐξαιρετικά διεφθαρμένος, πού μιά μέρα γιά κάποιο λόγο ἔγινε μοναχός, ἀλλά συνέχισε νά ζεῖ μέ ἀσωτία. Ὅταν πέθανε ὁ ἐπίσκοπος τῆς πόλης, παρουσιάσθηκε σέ ἕναν ἅγιο ἀσκητή, πού ζοῦσε στήν εὐρύτερη περιοχή, ἄγγελος Κυρίου καί τοῦ παρήγγειλε νά πάει καί νά προετοιμάσει τήν πόλη, ὥστε νά χειροτονήσουν ἐπίσκοπο αὐτόν τόν διεφθαρμένο μοναχό. Ἔτσι καί ἔγινε. Σύντομα μάλιστα ὁ νέος ἐπίσκοπος ἄρχισε μέ τόν νοῦ του νά φαντάζεται ὅτι εἶναι σπουδαῖος καί νά ὑψηλοφρονεῖ. Τότε παρουσιάσθηκε καί σ’ αὐτόν ὁ ἄγγελος καί τοῦ εἶπε: «Γιατί ὑπερηφανεύεσαι, ἄθλιε; Σοῦ λέω ἀλήθεια ὅτι δέν ἔγινες ἐπίσκοπος, ἐπειδή ἤσουν ἄξιος γιά ἰεροσύνη. Ἀλλά ἔγινες, ἐπειδή πολύ ἁπλά αὐτῆς τῆς πόλης τέτοιος ἐπίσκοπος τῆς ἄξιζε».

      Γι' αὐτό λοιπόν, ἴσως εἶναι καιρός νά πάψουμε τόσο πολύ νά ἀποροῦμε καί νά βαρυγκομοῦμε μόνο μέ αὐτούς ποῦ μᾶς κυβερνοῦν. Ἡ κατάντια τούς εἶναι ὄντως τραγική, ἄς δοῦμε ὅμως κάποια στιγμή πρωτίστως καί τή δική μας κατάντια. Καί νά καταλάβουμε κάποτε ἐπιτέλους ὅτι τό πρόβλημα δέν εἶναι τόσο αὐτοί, ὅσο ἐμεῖς οἱ ἴδιοι. Σέ τέτοιους δαιμονικούς πολιτικούς τυράννους, ἀλλά καί σέ τέτοιους ἀνάξιους καί φρικτούς ἐκκλησιαστικούς ἡγέτες ἐπίσης, ἐπιτρέπει ὁ Θεός νά παραδινόμαστε ἐξ αἰτίας τῶν ἀνομιῶν μας, γιατί τέτοιοι καί ἀκόμη χειρότεροι εἶναι ποῦ μᾶς ἀξίζουν. Ἄλλωστε αὐτούς δέν ἐπιζητοῦμε καί σέ αὐτούς δέν εἶναι πού ἀναπαυόμαστε; Καί ἄν μᾶς ἔστελνε καλύτερους ἀπό ἐμᾶς, πόθεν προκύπτει δηλαδή ὅτι ἐμεῖς θά τούς ἀποδεχόμασταν, ὅτι θά τούς ἀκολουθούσαμε καί δέν θά τούς ἀποβάλλαμε ἀπό τό σῶμα μας (ὅπως κάποτε τόν μέγα Καποδίστρια), ἐπιμένοντας πεισματικά στόν βοῦρκο; Ἐπειδή λοιπόν στό τρομακτικό σημεῖο ἀποστασίας πού βρισκόμαστε καί μέσα στό ἐφιαλτικά ἄγονο καί νεκρικό τοπίο στό ὁποῖο ζοῦμε (πιό ζοφερό καί πιό ἀποτρόπαιο ἀπό κάθε ἄλλη φορά στήν Ἱστορία μας), οἱ ἀχρεῖοι εἶναι πού μᾶς ἀξίζουν καί ἐπειδή ἀκόμη ἐμεῖς οἱ ἴδιοι τήν ἐπιβάλλουμε ἐμμέσως στούς ἑαυτούς μας τήν παρουσία τους καί τήν προκαλοῦμε (μέσῳ καί τῆς ἐνεργοποίησης τῶν πνευματικῶν νόμων), γι' αὐτό τό ἐπιτρέπει καί ὁ Θεός. Πού καί πάλι ὡστόσο, ἄς εἴμαστε βέβαιοι ὅτι δέν τό ἐπιτρέπει τιμωρητικά, ἀλλά παιδευτικά Ἀντί ὅμως νά βάλουμε μυαλό, ἀντί νά ἔλθουμε σέ συναίσθηση γιά νά ζητήσουμε καί νά λάβουμε τό ἔλεός Του, ἐμεῖς συνεχίζουμε τά ἴδια, ἐμμονικά ἀνεπίστροφοι καί τραγικά ἀμετανόητοι. Εἶναι σίγουρο ὁμώς ὅτι ἄν ἀλλάζαμε λίγο τά μέσα μας, τά πράγματα θά ἦταν ἐντελῶς διαφορετικά καί ἔξω.

      Κατά τόν λαό καί οἱ ἄρχοντες λοιπόν. Καί γιά νά τό προχωρήσουμε καί λίγο πιό πέρα, τοιοῦτοι ἔπρεπον ἡμῖν ἀρχιερεῖς. Καί ὄχι μόνο ἀρχιερεῖς, ἀλλά καί παπᾶδες καί πολιτικοί καί ἀκαδημαϊκοί καί δικαστές καί δάσκαλοι καί ἀστυνομικοί καί δημοσιογράφοι καί ἐπιχειρηματίες καί κάθε λογῆς ἄλλοι. Πού διοικοῦν, πού ἐπηρεάζουν καταστάσεις, πού διαμορφώνουν συνειδήσεις. Σάρξ ἐκ τῆς σαρκός ἡμῶν ὅλοι τους. Ἄν δέν ἦταν ἐξάλλου θανάσιμα ἄρρωστη ἡ σάρκα, θά τούς εἶχε ἀποβάλει πρό πολλοῦ. Ἄν δέν ὑπῆρχε ἡ δική μας ἀποστασία καί ἡ δική μας τύφλωση, οὔτε καί αὐτοί θά ὑπῆρχαν.

      Κάποια στιγμή, ἐπιτέλους, ὀφείλουμε νά τό σκεφτοῦμε σοβαρά...