Γράφει ὁ κ. Παῦλος Τρακάδας, θεολόγος
Κατὰ τὸ διάστημα τῆς ἐπιδημίας τοῦ κορωνοϊοῦ ἐκυριάρχησεν ὑπὸ τῶν πολιτικῶν τὸ σύνθημα «διεξάγεται ἕνας πόλεμος μὲ ἕνα ἀόρατον ἐχθρόν». Ἡ αἰτία χρήσεως τοιούτων ἐκφράσεων ἐγένετο προκειμένου νὰ δικαιολογηθῆ κάθε πολιτικὴ ἀπόφασις, κυρίως δὲ ἐκεῖναι αἱ ὁποῖαι ἦσαν ἐμφανῶς ἀντισυνταγματικαί. Εἰς τὸ ὄνομα ἑνὸς ὑποτιθεμένου «πολέμου» (πῶς ἦτο πόλεμος, ἐφόσον ὁ ἰὸς δὲν εἶναι ἄνθρωπος;) ἔπαυσεν ἕως καὶ ἡ δέησις ὑπὲρ τῆς εἰρήνης τοῦ σύμπαντος κόσμου, δηλ. τὸ μόνον ἀντίδοτον! Ἐξίσου ὅμως σημαντικὸν εἶναι ὅτι προωθήθη ἡ ἰδέα ὅτι «ἡ ὑγεία εἶναι τὸ ὑπέρτατον ἀγαθόν», ἀξία ἀνωτέρα καὶ αὐτῆς τῆς πίστεως εἰς τὴν θείαν ἐπέμβασιν διὰ τῆς θ. λατρείας, ἡ ὁποία διεκόπη, ἀλλὰ καὶ τῆς κοινῆς πίστεως εἰς τὰ ἰδανικὰ τῆς ἐλευθερίας, τῆς δημοκρατίας κ.λπ. «Ἂν ἡ ὑγεία ἀποτελεῖ τὴν ὑψίστην ἀξίαν», διερωτήθη στρατιωτικὸς τις, «τότε πῶς θὰ πείσω ἐγὼ τὸν ὁπλίτην νὰ πολεμήση εἰς πιθανὴν σύρραξιν μὲ τὴν Τουρκίαν, ὅταν δικαιολογημένως θὰ μοῦ ἀπαντήση: δὲν θὰ διακινδυνεύσω τὴν ὑγείαν μου διὰ τὴν φιλοπατρίαν»!
Πρόκειται διά ἐπαγωγικὸν συμπέρασμα ἐκ τῆς ἐπιδημίας, διότι ἐνῶ εἰς κάθε πραγματικὸν πόλεμον ὑποστέλλεται ἡ σημαία τῆς ὑγείας, κατὰ τὸν κορωνοϊὸν προεβλήθη ἡ «λιποταξία» ὅλων τῶν ἰδανικῶν πρὸς χάριν ἑνός. Ἑπομένως, ἡ ταύτισις μιᾶς ὑγειονομικῆς περιπετείας μὲ τὸν «πόλεμον» δὲν ἦτο ἁπλῶς ἀνεπίτρεπτον εὐφυολόγημα, ἀλλὰ τραγικὴ διὰ τὴν ἀντιστροφὴν τῶν ἀξιῶν, ὅπως τὸ ἐπιθυμεῖ ἡ νέα τάξις πραγμάτων.
Ἡ νέα αὐτὴ λογικὴ, ἡ ὁποία ἀφωμοιώθη μὲ ταχίστην εὐκολίαν ἦλθε νὰ εὕρη τὴν νέαν ἐφαρμογὴν της εἰς τὸν διεξαγόμενον Ρωσο-Οὐκρανικὸν πόλεμον. Ἐφ’ ὅσον ἡ ὑγεία εἶναι τὸ πρώτιστον κάθε ἐπιτιθέμενος διαταράσσει τὸ καινοφανὲς δόγμα, ἀφοῦ καθίσταται ἐχθρός τῆς ὑγείας. «Ἄνθρωποι τραυματίζονται, πεθαίνουν ἢ ἐξορίζονται ἀπὸ τὸν τόπον τους, διὰ νὰ μὴ πληγοῦν» εἶναι ἡ καθιερωμένη πλέον ἔκφρασις τῶν μέσων ἐνημερώσεως. Ἀκόμη καὶ ἡ ἀξία τῆς «εἰρήνης» κατατάσσεται δευτέρα μετὰ τὴν ὑγείαν, διότι πολλάκις ἡ ἐπίτευξις τῆς εἰρήνης ἀπαιτεῖ θυσίας καὶ αὐτὸ σημαίνει ὅτι κάποιος θὰ θέση εἰς διακύβευσιν τὴν ὑγείαν του. Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς ἐθυσιάσθη εἰς τὸν Σταυρὸν, ὄχι διὰ νὰ εὕρουν οἱ ἄνθρωποι τὴν ὑγείαν, ἀλλὰ διὰ νὰ ἐγκαθιδρύση τὴν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, τὴν μόνην σωτηρίαν, τὴν μόνην πραγματικὴν εἰρήνην. Ἡ πίστις εἰς αὐτόν, ἡ ὁποία ἡπλώθη εἰς τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης, ὡδήγησεν ἑκατομμύρια ὁμολογητῶν καὶ μαρτύρων νὰ θυσιάσουν τὴν ὑγείαν τους καὶ τὴν ζωήν τους. Ὡδήγησεν ὅμως παραλλήλως καὶ εἰς πολέμους εἴτε χριστιανῶν ἐναντίον τῶν ἀλλοθρήκων εἴτε ἀκόμη καὶ μεταξὺ τῶν χριστιανῶν. Ἂς μὴ ἀποροῦμεν σήμερα, ἐπειδὴ οἱ δύο ἐμπλεκόμενοι λαοὶ εἶναι Ὀρθόδοξοι. Δὲν εἶναι κάτι πρωτότυπον εἰς τὴν ἱστορίαν, ἀλλὰ τὸ ζήτημα εἶναι ἂν εἶναι θεμιτὸν χριστιανικά.
Ἀντιμετωπίζεται μὲ ἰδιαιτέραν ἀποτροπὴν τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ δύο λαοὶ εἶναι χριστιανοὶ, ἐνῶ δὲν ὑπῆρξεν ἀκριβῶς ἡ ἰδία στάσις, ὅταν π.χ. αἱ ΗΠΑ ἐκήρυξαν τὸν πόλεμον παλαιότερα ἐναντίον τῶν εἰδωλολατρῶν βιετναμέζων, ἔπειτα ἐναντίον τῶν ἰσλαμικῶν κρατῶν καὶ προσφάτως κατὰ τῶν τζιχαντιστῶν, δηλ. ἐναντίον τοῦ χαρακτηριζομένου ὡς «ἀκραίου ἰσλαμισμοῦ». Τί σημαίνει αὐτό; Σημαίνει ὅτι ἂν ὑπάρξη ἀκραῖος χριστιανισμὸς (αὐτὸ ποὺ παραδόξως ὀνομάζουν ἀλλοιώνοντες τὴν σημασίαν τοῦ «φονταμενταλισμὸς») ὄχι μόνον θὰ δύνανται νὰ ἐπιτεθοῦν καὶ εἰς αὐτὸν, ἀλλὰ θὰ εἶναι πλήρως δικαιολογημένοι νὰ τὸ πράξουν! Εἶναι ὅμως δυνατὸν νὰ ὑπάρξη χριστιανισμὸς, ὁ ὁποῖος νὰ ἐπιφέρη τὸν θάνατον, μὲ τὸν ἴδιον τρόπον κατά τόν ὁποῖον κραδαίνουν τώρα τὰ γιαταγάνια κάποιοι ἰσλαμισταί;
Ἡ ἀπάντησις εἶναι καταφατικὴ, ἀλλὰ καὶ ἀπροσδόκητος: πρόκειται διὰ τοὺς ἰδίους οἱ ὁποῖοι καίτοι αὐτοαποκαλοῦνται χριστιανοὶ ἐπετέθησαν εἰς ἄλλα κράτη, διὰ νὰ πατάξουν τοὺς ἰσλαμιστάς, διότι ἂν θέλαμε νὰ εἴμεθα συνεπεῖς πρὸς τὴν χριστιανικὴν ἀνθρωπολογίαν κάθε λαὸς εἶναι ὁμογενὴς μὲ κάθε ἄλλον, «τοῦ γὰρ καὶ γένος ἐσμέν». Ὀφείλει λοιπὸν νὰ προβληματίση κάθε ἄνθρωπον ἡ προπαγάνδα σχετικῶς μὲ τὸν πόλεμον καὶ τὴν ὑγείαν: ὁ πόλεμος, τὸν ὁποῖον διεξάγουν οἱ Ρῶσοι εἶναι ἀντιπαθητικὸς, διότι εἶναι ἐναντίον χριστιανῶν, ἐνῶ αἱ ΗΠΑ κατὰ τοῦ Ἰσλὰμ συμπαθής; Δὲν πλήττεται ἡ ὑγεία κάποιων συνανθρώπων μας εἰς ἀμφοτέρας τάς περιπτώσεις; Ἑπομένως, εἴτε εἶναι ὑποχρεωμένοι νὰ ἐγκαταλείψουν τὸ «παραμύθι» περὶ ὑγείας εἴτε νὰ δεχθοῦν ὅτι ὑπάρχει δίκαιος πόλεμος. Διότι ἕως σήμερα ἐδέχοντο τὴν προληπτικὴν τιμωρίαν (πρόστιμον 100 εὐρὼ εἰς ὅποιον δὲν λαμβάνει τὸ ἐκτρωματικὸν ἐμβόλιον ἀγνώστων παρενεργειῶν) ἢ προληπτικὴν ἐπέμβασιν (βομβαρδίζομεν πιθανάς τοποθεσίας τρομοκρατῶν), ἀλλὰ ὄχι ὅταν μίαν τοιαύτην δρᾶσιν ἀναλαμβάνει ἡ Ρωσία.
Ὑπάρχει ὅμως δίκαιος πόλεμος, ὅταν ἐπιτίθεται κάποιος; Ἡ ἀπερίσκεπτος ἀπάντησις εἶναι ὄχι. Προσφάτως, ἀρχιερεὺς τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως προκειμένου νὰ καταδικάση τοὺς Ρώσους ὑπεγράμμισε μὲ ἔμφασιν ὅτι συμφώνως πρὸς τὴν σύναξιν τοῦ Κολυμβαρίου δικαιολογεῖται μόνον ὁ ἀμυντικὸς πόλεμος. Δὲν ἐσκέφθη βεβαίως ὅτι μὲ αὐτὴν τὴν δήλωσιν ἀκυρώνει ὁλόκληρον τὴν ἱστορίαν ἀπὸ τὴν μάχην τοῦ Μ. Κωνσταντίνου μὲ τὸ «ἐν τούτῳ νίκα» ἕως καὶ τὸν ἀγῶνα τοῦ 1821 «ὑπὲρ πίστεως καὶ πατρίδος». Ἐκτὸς καὶ ἂν χαρακτηρισθοῦν καὶ αὐτοὶ οἱ πόλεμοι ὡς ἀμυντικοὶ π.χ. ἐναντίον τῆς ἐπιβουλῆς τῆς ἀνθρωπίνης ζωῆς τῶν ὑποδούλων Ἑλλήνων, ἔστω καὶ ἂν οἱ Ἕλληνες ἦσαν οἱ ἐπιτιθέμενοι, ἢ ἂν ὁμοῦ μὲ τοὺς ἀμυντικοὺς συμπεριεληφθοῦν καὶ οἱ ἀπελευθερωτικοὶ πόλεμοι. Ἀντιλαμβάνεται ἑπομένως κανεὶς ὅτι οἱ χαρακτηρισμοὶ «ἐπιθετικὸς» καὶ «ἀμυντικὸς» εἶναι ἀρκετὰ σχετικοί. Προκύπτει ἑπομένως ὅτι εἴτε πρέπει νὰ καταδικασθῆ κάθε πόλεμος ὡς ἄδικος εἴτε νὰ ἀναζητηθῆ ὁ δίκαιος πόλεμος.
Ἂν ἀνατρέξη κανεὶς εἰς τὴν Παλαιὰν Διαθήκην θὰ διαπιστώση ὅτι διεξάγονται καὶ πόλεμοι κατ’ ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ, τούς ὁποίους ὅμως οἱ θεόπνευστοι συγγραφεῖς ἀντιμετωπίζουν ὡς δικαιολογημένους. Εἰς τὴν Καινὴν Διαθήκην παρατηροῦμεν ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν ἀπαιτεῖ ἀπὸ τὸν Ἑκατόνταρχον νὰ παραιτηθῆ ἀπὸ τὸ στρατιωτικόν του ἐπάγγελμα. Περαιτέρω, οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας κρίνουν μὲ ἐπιείκειαν τὸν φόνον εἰς τὸν πόλεμον. Ὁ Μ. Ἀθανάσιος εἰς τὴν ἐπιστολήν του «πρὸς Ἀμμοῦν μονάζοντα» ἀναφέρει:
«φονεύειν οὐκ ἔξεστιν, ἀλλ’ ἐν πολέμῳ ἀναιρεῖν τοὺς ἀντιπάλους καὶ ἔννομον καὶ ἐπαίνου ἄξιον».
Ὁ Μ. Βασίλειος ἐπιβεβαιώνει τὸ τοῦ Μ. Ἀθανασίου, γράφων εἰς τὴν α΄ κανονικήν του ἐπιστολὴν «πρὸς Ἀμφιλόχιον» (ΙΓ΄ Κανών):
«Τοὺς ἐν πολέμοις φόνους οἱ Πατέρες ἡμῶν ἐν τοῖς φόνοις οὐκ ἐλογίσαντο»
Σχολιάζων μάλιστα αὐτὸν τὸν Κανόνα ὁ Βαλσαμῶν παραθέτει τὸ ἑξῆς ἐνδιαφέρον περιστατικόν:
«Διαφόρων δὲ ἱερέων παραστάντων συνοδικῶς κατὰ βασιλικὸν ὁρισμόν, ἀλλὰ μὴν καὶ ἐπισκόπου τινός, καὶ ἐξομολογησαμένων μετὰ πολεμίων συμπλακῆναι, καὶ ἀνελεῖν πολλοὺς ἐξ αὐτῶν, ἡ μὲν θεία καὶ ἱερὰ σύνοδος, ἀκολούθως τῷ κανόνι τούτῳ καὶ τῷ μγ΄ τοῦ αὐτοῦ ἁγίου, καὶ ἑτέραις θείαις διαταγαῖς, ἤθελε μηκέτι αὐτοὺς ἱερουργῆσαι. Οἱ πλείους δέ, καὶ μᾶλλον οἱ στρατιωτικώτεροι, καὶ βραβείων αὐτοὺς ἀξίους εἶναι διενίσταντο».
Εἶναι πιθανὸν κάποιος νὰ προβάλη τὴν ἄποψιν ὅτι ὅλαι αὐταὶ αἱ περιπτώσεις ἴσως ἀναφέρονται εἰς ἀμυντικὸν πόλεμον. Αὐτὸ ὅμως ὄχι μόνον εἶναι εἰκασία, ἀλλὰ δὲν ἐπιβεβαιώνεται ἀπὸ τὰ παρατεθέντα. Εἶναι τότε πολεμοχαρὴς ἡ Ἐκκλησία; Ὄχι, κάθε ἄλλο. Ἁπλῶς ἡ σύγχρονος ἀλλοιωμένη ἀντίληψίς μας θέτει ἐκ προοιμίου ὡς ἀντίθετον τὸν πόλεμον πρὸς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καίτοι τὸ ἀποδέχεται, ὅταν ἀφορᾶ τὰ πνευματικά, ὅπου διεξάγεται ἕνας «ἀόρατος πόλεμος». Μήπως ἐπειδὴ εἰς αὐτὸν δὲν βλάπτεται κάποιος συνάνθρωπος;
Ἡ ἀπάντησις εἶναι πλέον σύνθετος, διότι βάσις καὶ τῶν δύο εἶναι ἡ ἄσκησις βίας. Ποῖος ὅμως ὁμιλεῖ σήμερα διά ἄσκησιν βίας εἰς τὸν ἑαυτὸν μας προκειμένου νὰ ἀποκόψωμεν τὰ πάθη; Οὐδείς, διότι ἡ πολιτικὴ ὀρθότης τῆς ἐποχῆς «καταδικάζει τὴν βίαν ἀπ’ ὅπου καὶ ἂν προέρχεται», ὑποσυνείδητα λοιπὸν καὶ τὴν προσωπικήν, καθὼς αἱ ἐπίγειοι ἡδοναὶ ἔχουν καταστῆ τὸ περιεχόμενον τῆς ἀξίας «ὑγεία». Ὁ νέος τρόπος ζωῆς θέλει νὰ «περνᾶμε καλά», ἀπαρνούμενοι τὴν κακουχίαν, ἡ ὁποία φέρει ὠφέλειαν εἰς τὴν ψυχήν, ὥστε νὰ ὑποτάσσεται αὐτὴ εἰς τὰ κελεύσματα τῆς νέας ἐποχῆς. Διὰ τοῦτο «καταδικάζεται ἡ βία ἀπ’ ὅπου καὶ ἂν προέρχεται» ἐκτὸς ὅμως ἐκείνης τὴν ὁποίαν τὸ ἴδιον τὸ κράτος ἀσκεῖ εἰς τοὺς πολίτας! Πρόκειται ἐμφανῶς δι’ ἀντίφασιν, ἀλλὰ τόσον καλὰ μεθοδευμένην, ὥστε νὰ συναινοῦν ὅλοι. Ὑποτιθεμένη «ὑγεία» λοιπὸν ἀντὶ οὐσιαστικῆς ἐλευθερίας. Διατὶ, ἀφοῦ ἡ κρατικὴ βία εἶναι ἀποδεκτὴ, δὲν εἶναι ἐξίσου καὶ ὁ πόλεμος;
Ἡ ἀπερίσκεπτος ἀπάντησις καὶ πάλιν εἶναι ὅτι ἡ πρώτη διαθέτει τὴν συναίνεσιν, ἐνῶ ὁ πόλεμος ὄχι. Τὸ κριτήριον τῆς συναινέσεως τὸ θέτει καὶ πάλιν ἡ σύγχρονος ἐποχή: π.χ. ποινικὰ κολάσιμος ὁ βιασμὸς, ἀλλὰ ἡ συνεύρεσις ἀκόμη καὶ ὁμοφυλοφίλων μὲ κοινὴν συναίνεσιν δὲν εἶναι ἁπλῶς ἐπιτρεπτὴ ἀλλὰ καὶ πρότυπον! Δυστυχῶς, διὰ τοῦτο σύγχρονοι «θεολόγοι» καταλήγουν νὰ συμφωνοῦν μὲ αὐτά, διότι δὲν θεολογοῦν, ἀλλὰ προβάλλουν ὡς θεολογίαν τὴν φιλοσοφίαν τῆς ἐποχῆς. Ὁ ὑπαρξισμός, ὁ οὑμανισμὸς καὶ ὁ «πασιφισμὸς» ἔχουν κατακλύσει τὴν σύγχρονον θεολογίζουσαν σκέψιν μὲ ἀποτέλεσμα, ὅπως ὑποστηρίζονται αἱ προγαμιαῖαι σχέσεις ὡς ὀρθαὶ νὰ ὑποστηρίζεται καὶ ἡ ἄποψις ὅτι ὁ πόλεμος εἶναι ἐξ ὁρισμοῦ καταδικαστέος. Δὲν εἴμεθα βεβαίως κατὰ τῆς συναινέσεως ὡς ἀρχῆς, ἀλλὰ αὐτὴ ἄνευ τοῦ πλαισίου ἠθικῆς καθίσταται βλαπτικὴ καὶ ὅλοι αὐτοὶ οἱ θεολογίζοντες συνήθως τὸ πρῶτον τό ὁποῖον ἔχουν ἀπορρίψει εἶναι ἡ ἠθική.
Ἀφοῦ ὁ πόλεμος εἶναι βία, ἀλλὰ ἡ βία δὲν εἶναι ἀπορριπτέα ἐξ ὁρισμοῦ διὰ τὴν θεολογίαν μας, τὸ ἐρώτημα ποὺ τίθεται εἶναι ἂν ὑπάρχη ἠθικὴ βία. Εἰς ἀτομικὸν ἐπίπεδον ὑφίσταται εἰς τὸν πνευματικὸν ἀγῶνα. Δύναται καὶ εἰς συλλογικόν, δηλ. εἰς διεξαγωγὴν πολέμου; Ὅπως παρατηρεῖ κανεὶς ἀπὸ τὰ βιβλικὰ καὶ πατερικὰ παραθέματα εἶναι δυνατόν. Ποιὰ εἶναι ἡ προϋπόθεσις; Οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἔζων εἰς ἐποχὰς, ὅπου ὁ πόλεμος ἦτο μία αὐτονόητος καθημερινότης, δηλ. συνυφασμένη ἡ ζωὴ τοῦ ἐκπτώτου ἀνθρώπου μὲ τὴν μάχην ἐπιβιώσεως καὶ ὄχι μία ἔκτακτος κατάστασις ὡς τὴν ἀντιμετωπίζομεν σήμερα, θεωροῦντες ὅτι δὲν πρέπει νὰ διαταράσσεται ἡ ἐπίγειος Pax Americana! Ἐπιπλέον, ἡ αὐτοκρατορία εἶναι κατὰ βάσιν χριστιανικὴ καὶ ἑπομένως ἡ ἀπόφασις τοῦ ὑψίστου κυβερνήτου διὰ πόλεμον εἶναι βέβαιον ὅτι ἀκόμη καὶ «ἐπιθετικὸς» νὰ εἶναι αὐτὸς δὲν σκοπεύει εἰς τὴν καταδυνάστευσιν τῶν λαῶν, ἀλλὰ εἰς τὴν ἀποτροπὴν τῆς δημιουργίας μιᾶς ἀντιπάλου ἀντιθέου δυνάμεως.
Εἰς τὴν σημερινὴν συγκυρίαν μὲ τὸν πόλεμον νὰ μαίνεται εἰς τὰ βόρεια τῆς πατρίδος μας μία σωστὴ ἀξιολόγησις τοῦ διεξαγομένου πολέμου εἰς Οὐκρανίαν εἶναι ἀδήριτον νὰ κρίνη ὄχι ἁπλῶς τὰ ἐπιφαινόμενα, ἀλλὰ καὶ τὴν οὐσίαν. Σκέπτεται ἡ Ρωσία ὡς Χριστιανικὴ αὐτοκρατορία; Εἶναι πόλεμος μόνον γεωπολιτικὸς ἢ σύγκρουσις δύο κοσμοθεωριῶν; Ἡ ἐπεκτατικότης τῆς Δύσεως εἶναι ἐπιθετικὴ πολεμική; Μήπως ἡ Ρωσία ἀμύνεται εἰς τὸν ἐξαπλούμενον ὁλοκληρωτισμὸν; Ἀσκεῖ βίαν μόνον ὅποιος ἔχει ὅπλα;
Αὐτὰ τὰ ἐρωτήματα δὲν ἔχουν σκοπὸν νὰ δικαιολογήσουν τὸν πόλεμον ἢ τὴν Ρωσίαν, ἀλλὰ νὰ ἐμβαθύνουν πέραν ἀπὸ τὸν προκαθορισμένον ὁρίζοντα σκέψεως, μὲ τὸν ὁποῖον τὰ συστημικὰ ΜΜΕ περιορίζουν καὶ κατευθύνουν τὴν κοινὴν γνώμην. Διότι δυστυχῶς οἱ καταγγέλλοντες τὴν Ρωσίαν διὰ τὸν πόλεμον ὡς κάτι ἀνήθικον ἀποσιωποῦν τὴν ἰδικὴν των ἠθικὴν κλίμακα. Ὁ Πρωθυπουργὸς, ὁ ὁποῖος προωθεῖ τὰ δικαιώματα τῶν ὁμοφυλοφίλων, ἔχων ὡς βασικὰ στελέχη τῆς Κυβερνήσεώς του ὁμοφυλοφίλους, ἡ ΠτΔ, ἡ ὁποία συζῆ καὶ νουθετεῖ μικροὺς μαθητάς διὰ τὸ ἄφυλον τοῦ παιδικοῦ ἥρωος, ὁ Ὑπουργὸς Ὑγείας «ἀπεταξάμενος» ὅσα ὑπεστήριζεν εἰς τὴν διατριβὴν του ἔχει ἀφήσει χωρὶς μισθὸν καὶ τώρα ἑτοιμάζεται νὰ ἀπολύση 7000 ὑγειονομικοὺς κ.ἄ. εἶναι πρόσωπα ποὺ καταδικάζουν τὸν πόλεμον ὡς ἀνήθικον, ἔχοντες ἤδη καταργήσει τὸν πνευματικὸν πόλεμον κατὰ τῶν παθῶν, ἀλλὰ καὶ κατὰ τῆς ἐλευθερίας, τῆς δημοκρατίας κ.λπ. Ἂν τὰ πάθη γεννοῦν τὸν πόλεμον, τότε οἱ κυριευμένοι ἀπὸ αὐτὰ ὅσο καὶ ἂν διαλαλοῦν τὰ περὶ εἰρήνης κηρύγματά των παρασκευάζουν μεγαλύτερον πόλεμον…
Ὀφείλει λοιπὸν κανεὶς πρὶν κρίνη νὰ ἐξετάση τὸν πόλεμον, τὴν βίαν, τὴν καταστροφὴν συνολικῶς καὶ ὄχι ἀποσπασματικῶς. Ὅλοι ἐπιθυμοῦμεν τὴν εἰρήνην, ἀλλὰ δὲν προσεύχονται ὅλοι δι’ αὐτήν, διότι κάποιοι πιστεύουν εἰς τὸν ἄρχοντα τοῦ σκότους. Διὰ τοὺς χριστιανοὺς ἡ εἰρήνη εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τὴν ὁποίαν οἱ «βιασταὶ ἁρπάζουσιν» (Ματθ. 11,12), ἐνῶ διὰ τοὺς ἑκόντας αὐτοεξορίστους τοῦ Παραδείσου εἰρήνη σημαίνει τρυφή, ἐκπλήρωσις τῶν ὀνείρων «τῶν πέντε ἀρωματισμένων Σιδωνίων νέων» τοῦ Κ. Καβάφη. Εὔκολα οἱ «ἔνδοξοι τῆς γῆς» κρύπτουν τὰ πραγματικά τους σχέδια ὄπισθεν «ὄμορφων» λέξεων, ὅμως ὁ ἐσχατολογικὸς προορισμὸς εἶναι τὸ οὐσιαστικὸν κριτήριον, τὸ ὁποῖον ἀκόμη καὶ «τὶς ἄσχημες» λέξεις μεταποιεῖ εἰς σωτηρίους: «οἳ διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, εἰργάσαντο δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν… ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ, παρεμβολάς ἔκλιναν ἀλλοτρίων» (Ἑβρ. 11, 33-34), ὅπως ἀναγιγνώσκομεν τὴν Κυριακήν της Ὀρθοδοξίας!
Ἂς ἀγωνισθῶμεν διὰ τὴν ἀλήθειαν καὶ «Κύριος ὁ Θεὸς συμπολεμίση» μεθ’ ἡμῶν. Ἂς ἀγωνισθῶμεν διὰ τὸν τερματισμὸν κάθε πολέμου ποὺ διεξάγεται κατὰ τῆς Ἐκκλησίας. Ἂς συμπολεμίσωμεν μὲ ὅσους πολεμοῦν τὸ κακόν. Ἂς πολεμήσωμεν, ὥστε νὰ ἀποτρέψωμεν ἕνα παγκόσμιον πόλεμον.