ΙΩΗΛ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ –ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ
ΔΙΑΛΟΓΙΚΗ ΣΥΖΗΤΗΣΙΣ
ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΩΝ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ Π.ΠΟΥΡΝΑΡΑ – ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Θέμα 11ον «Η πρεσβεία των Αγίων»
Ὀρθόδοξος: Ἐπιθυμεῖτε, κ. Εὐαγγελικέ, νά ὁμιλήσωμεν καί περί πρεσβείας τῶν ἁγίων;
Εὐαγγελικός: Αὑτό μέ ἐνδιαφέρει περισσότερο παντός ἄλλου, διότι ἡμεῖς οἱ Εὐαγγελικοί εἰς οὐδεμιαν πρεσβείαν ἤ μεσιτείαν ἁγίων ἀνθρώπων πιστεύομεν, διότι ῥητῶς ὁ Ἀπόστ. Παῦλος λέγει (Α! Τιμοθ. 2,5) «εἶς μεσίτης μεταξύ Θεοῦ καί ἀνθρώπων, Ἄνθρωπος Χριστός Ἰησοῦς».
Σεῖς ὅμως λέγεται πάντοτε: «Ἅγιε τοῦ Θεοῦ πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν». Διά δέ τήν Θεοτόκον λέγετε ἰδιαιτέρως: «Καί σέ μεσίτριαν ἔχω πρός τόν Θεόν». Ποῖον νά πιστεύω, σᾶς ἤ τήν Ἁγίαν Γραφήν;
Ὀρθόδοξος: Ἄς ἔλθωμεν πρῶτον εἰς τήν πρεσβείαν τῶν Ἁγίων καί ἔπειτα εἰς τήν μεσιτείαν τῆς Θεοτόκου.
Εὐαγγελικός: Βεβαίως διότι καί τά δύο εἶναι ἀντιφατικά.
Καί ΠΡΩΤΟΝ ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΚΩΣ
Ὀρθόδοξος: Καί πρῶτον ἄς ἔλθωμεν εἰς τήν πρεσβείαν. Σᾶς ἐρωτῶ κ. Εὐαγγελικέ. Ἡ Ἁγία Γραφή ἀπαγορεύει τήν πρεσβείαν τῶν ἁγίων; Ἡ Ἁγία Γραφη δέν ὁμιλεῖ περί προσευχῆς, τήν ὁποίαν πρέπει νά κάμνωσιν οἱ χριστιανοί ὁ ἕνας ὑπέρ τοῦ ἄλλου «προσεύχεσθε ὑπέρ ἀλλήλων» δέν λέγει ὁ Ἰάκωβος; 5,16.
Ὁ δέ Ἀπόστολος Παῦλος συνιστᾷ νά προσεύχωνται οἱ χριστιανοί καί δι’ αὐτόν τόν ἴδιον. Ῥωμ. 1.9.15-30-31
Εὐαγγελικός: Ἔχω τήν γνώμην ὅτι ἄλλο προσευχή καί ἄλλο πρεσβεία. Ἡ προσευχή δύναται νά γίνῃ ἀπό ὄλους τούς χριστιανούς καί ἀπό ἀνθρώπους πρό Χριστοῦ ἴσως καί ἄνευ Χριστοῦ. Ἐνῷ ἡ πρεσβεία γίνεται ἀπό ὡρισμένους χριστιανούς ἁγίους, ὄπως ἐννοεῖτε σεῖς. Ἐγγίζει πολύ κατά τήν γνώμην μου συνταυτίζεται μέ τήν μεσιτείαν.
Ὀρθόδοξος: Συμφωνῶ, ὄτι ἡ πρεσβεία διαφέρει τῆς προσευχῆς, διότι ἀποδίδεται εἰς ὡρισμένους ἁγίους καί ὄχι εἰς πάντας τούς χριστιανούς. Ἐγγίζει δέ ἡ πρεσβεία πρός τήν μεσιτείαν, δέν συνταυτίζεται ὅμως μετ’ αὐτῆς.
Εὐαγγελικός: Δι’ ἐμέ, ὄπως ἐννοεῖτε σεῖς αὐτήν, συνταυτίζεται μέ τήν μεσιτείαν. Σᾶς εἶπα δέ ὅτι «εἶς μεσίτης μεταξύ Θεοῦ καί ἀνθρώπων».
Ὀρθόδοξος: Ναί, ἀλλά ἐκεῖ ὁμιλεῖ ὁ Ἀπόστολος περί μεσιτείας καί ὄχι περί πρεσβείας.
Εὐαγγελικός: Τό ἴδιον πρᾶγμα, ἐπαναλαμβάνω εἶναι. Πρεσβεύω σημαίνει καί μεσιτεύω.
Ὀρθόδοξος: Ἐάν πρεσβεύω εἶναι το ἴδιον μέ τό μεσιτεύω ἐν τῇ Ἁγίᾳ Γραφῇ, πῶς ὁ Ἀπόστ. Παῦλος, ὁ ὁποῖος λέγει διά τόν Χριστόν : «εἶς μεσίτης μεταξύ Θεοῦ καί ἀνθρώπων» λέγει καί διά τόν ἑαυτόν του «πρεσβεύω ἐν ἁλύσει»;Ἐφες. 6,20.
Εὐαγγελικός: Ἁπλούστατα: Ἐνταῦθα τό «πρεσβεύεω ἐν ἁλύσει» σημαίνει τήν ἀποστολήν, τήν ὁποίαν ἔλαβε ὁ Ἀπόστ. Παῦλος ὡς κήρυξ τοῦ Εὐαγγελίου ἀπό τόν Κύριον. Ὁ Κύριος εἶπε ῥητῶς δι’ αὐτόν: «Οὗτος σκεῦος ἐκλογῆς ἐστι τοῦ βαστάσαι τό ὄνομά μου ἐνώπιον ἐθνῶν καί βασιλέων. Ἐγώ γάρ ὑποδείξω αὐτῷ ὅσα δεῖ αὐτόν ὑπέρ τοῦ ὀνόματός μου παθεῖν»( Πραξ. 9, 15-16).
Ὀρθόδοξος: Ἑπομένως, κ. Εὐαγγελικέ, νομίζετε, ὄτι ἐνταῦθα τονίζει ὁ Ἀπόστ. Παῦλος διά τοῦ «πρεσβεύω»τό κηρυτικόν του μόνον ἔργον καί διά τοῦ «ἐν ἁλύσει» τά βάσανά του, τά ὁποῖα ὑπέφερε δι’ αὐτό;
Εὐαγγελικός: Βεβαίως. Αὐτό ἐθεώρει ὁ Ἀπόστολος μεγάλην του τιμή.
Ὀρθόδοξος: Καί ὄμως κ. Εὐαγγελικέ, τό «πρεσβεύω» τοῦ Ἀποστ. Παύλου καί τό «ἐν ἁλυσει» εἶναι δύο διάφοροι κόσμοι, οἱ ὁποῖοι ὅμως ἔχουσι μεγάλην σχέσιν μεταξύ των.
Εὐαγγελικός: Θά ἤθελον νά ἤκουον τούς δύο κόσμους καί τήν σύνδεσιν πού ὑπάρχει μεταξύ των κατά τήν γνώμην σας.
Ὀρθόδοξος: Μάλιστα. «Πρεσβεύω», κ. Εὐαγγελικέ, σημαίνει εἶμαι πρεσβευτής. Τό δέ «ἐν ἁλύσει» τό ὁποῖον σημαίνει ἁλυσσοδεμένος εἶναι τό πάθος τοῦ Ἀποστ. Παῦλου, διά τοῦ ὁποίου ἐγίνετο ὅμοιος μέ τόν Χριστόν.
Ἑπομένως «πρεσβεύω ἐν ἁλύσει» σημαίνει εἶμαι πρεσβευτής, ἀντιπρόσωπος τοῦ Χριστοῦ, διότι πάσχω κι ἐγώ, ὄπως ὑπέφερε καί Ἐκεῖνος. Ἰδοῦ λοιπόν οἱ δύο κόσμοι τοῦ «πρεσβεύω ἐν ἁλύσει». Ὁ πρῶτος εἶναι πρεσβεία, ἡ ἀντιπροσωπεία τοῦ Χριστοῦ ὑπό τοῦ Ἀποστόλου. Ὁ δεύτερος εἶναι τό ἀλυσσόδεμα, οἱ θλιψεις τοῦ Ἀποστόλου Παῦλου.
Μεταξύ δέ αὐτῶν τῶν δύο κόσμων ὑπάρχει μεγάλη σχέσις, διότι, ἐπειδή ὁ Παῦλος πάσχει τά παθήματα τοῦ Χριστοῦ, ἔχει τό δικαίωμα νά εἶναι πρευσβευτής, ἀντιπορόσωπος Αὐτοῦ.
Εὐαγγελικός: Ἐγώ βλέπω τήν ἑρμηνείαν ταύτην πολύ τραβηγμένην. Νόμίζω, ὄτι οὔτε ἀντιπρόσωπος τοῦ Χριστοῦ θέλει νά δηλώσῃ, ὅτι εἶναι ὁ Ἀποστ. Παῦλος, ὥστε νά πρεσβεύῃ ἀντί τοῦ Χριστοῦ, οὔτε αἱ θλίψεις τοῦ Ἀποστ. Παύλου ἔδιδον εἰς αὐτόν τοιαύτην ἐξουσίαν ἀντιπροσωπείας.
Ἄλλωστε ὁ Ἀποστ. Παῦλος λέγων «πρεσβεύω» ἔχει ὑπ’ ὄψει του τήν εἰδικήν ἀποστολήν τοῦ κηρύγματος. Δέν ὁμιλεῖ, ὄτι εἶχον καί ἄλλοι, ὅπως σεῖς νομίζετε, διά τήν πρεσβείαν τῶν ἁγίων, τό δικαίωμα τοῦτο.
Ὀρθόδοξος: Ἑπομένως, κ. Εὐαγγελικέ, ἔχετε τήν γνώμην, ὄτι ὁ Ἀπόστ. Παῦλος διά τοῦ πρεσβεύω δέν θεωρεῖ τόν ἑαυτόν του ἀντιπρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά σημειώνει ἁπλως τήν εἰδική ἀποστολήν τοῦ κηρύγματος του;
Εὐαγγελικός: Βεβαίως.
Ὀρθόδοξος: Πῶς ὅμως ὁ Ἀποστ. Παῦλος εἰς τήν Β! Κορινιθ. 5,20 λέγει: «Ὑπέρ Χριστοῦ πρεσβεύομεν….»; Τό «ὑπέρ Χριστοῦ» τί σημαίνει, κ. Εὐαγγελικέ; Ἡ πρόθεσις «ὑπέρ» ποίαν ἔννοιαν ἔχει;
Εὐαγγελικός: Σεῖς ποίαν ἔννοιαν δίδετε;
Ὀρθόδοξος: Τό «ὑπέρ» θά σημαίνῃ «διά» ἤ «ἀντί». Εἰς τήν πρώτην περίπτωσιν θά ἔχωμεν: Πρεσβεύομεν διά τόν Χριστόν. Αὐτό ὅμως εἶνα τελείως ἀσεβές, ἀκατανόητον, ὥστε ἡμεῖς νά τολμήσωμεν νά εἴπωμεν, ὅτι πρεσβεύομεν εἰς τόν Θεόν διά τόν Χριστόν, διότι ὁ Χριστός πρεσβεύει ὑπέρ ἡμῶν καί ὄχι ἡμεῖς ὑπέρ Αὐτοῦ.
Ἑπομένως πρέπει νά λάβωμεν τήν δευτέραν ἔννοιαν, ἡ ὁποία σημαίνει ἀντί τοῦ Χριστοῦ. Εἴμεθα ὑποχρεωμένοι νά δεχθῶμεν τήν δευτέραν ταύτην ἔννοιαν καί ἐκ τοῦ ῥήματος «πρεσβεύομεν». Τό πρεσβεύω, ὄπως εἴπομεν καί πάλιν, σημαίνει εἶμαι πρεσβευτής, εἶμαι ἀντιπρόσωπος. Ἑπομένως «πρεσβεύομεν ὑπέρ Χριστοῦ» σημαίνει εἴμεθα πρεσβευταί, ἀντιπρόσωποι τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ Χριστός, ὡς γνωστόν εἶχε τριπλοῦν ἔργον: ἐκήρυττε, διηύθυνε τούς Ἀποστόλους Του καί ἐθυσιάσθη εἰς τόν σταυρόν.
Ἐπειδή δέ ὁ Χριστός ἔχει δικαίωμα, μετά τήν θυσίαν τοῦ Γολγοθᾶ, νά πρεσβεύῃ, νά μεσιτεύῃ εἰς τόν Πατέρα Του ὑπέρ ἡμῶν, κατά παρόμοιον τρόπον καί οἱ Ἀπόστολοι, ἐκτός τοῦ διοικητικοῦ καί διδακτικοῦ ἔργου, ἔχουν δικαίωμα νά πρεσβεύωσιν ὡς ἀντιπρόσωποι ἀντί τοῦ Χριστοῦ «ὑπέρ Χριστοῦ», ὅπως λέγει τό κείμενον ῥητῶς.
Ἔτσι ἡ ἀντιπροσωπεία τοῦ Χριστοῦ ὑπ’ αὐτῶν θά εἶναι πλήρης. Σημείωσατε δέ, ὅτι ἐνταῦθα ὁ Ἀπόστολος λέγει οὐχι «πρεσβεύω» εἰς τόν ἑνικόν ἀριθμόν. Ἄρα ἡ πρεσβεία δέν ἦτο εἰδικόν ἔργον μόνον τοῦ Ἀποστ. Παύλου, ἀλλά καί τῶν ἄλλων Ἀποστόλων καί τῶν διαδόχων αὐτῶν.
Εὐαγγελικός: Τότε λοιπόν ἐξαφανίζεται τό ἀπολυτρωτικόν ἔργον τοῦ Κ.Η.Ι.Χ. καί τό « εἶς μεσίτης μεταξύ Θεοῦ καί ἀνθρώπων».
Ὀρθόδοξος: Ὄχι, κ. Εὐαγγελικέ. Ἄλλη εἶναι ἡ μεσιτεία τοῦ Χριστοῦ διά τῆς θυσίας τοῦ Γολγοθᾶ καί ἄλλη εἶναι ἡ πρεσβεία τῶν ἁγίων δυνάμει τῶν παθημάτων αὐτῶν.
Εὐαγγελικός: Ἐγώ δέν βλέπω καμμίαν διαφοράν. Βλέπω μόνον καταστροφήν τοῦ ἔργου τῆς ἀπολυτρώσεως μέ τά πρεσβείας τῶν ἁγίων.
Ἡ θυσία τοῦ Γολγοθᾶ εἶναι τόσον πλήρης καί ἡ μεσιτείαν τοῦ Χριστοῦ τόσον μοναδική, ὥστε πᾶσα ἄλλη θυσία καί πᾶσα ἄλλη μεσιτεία εἶναι ἀναίρεσις τῆς θυσίας τοῦ Γολγοθᾶ καί τῆς μεσιτείας τοῦ Χριστοῦ.
Ὀρθόδοξος: Καί ἡ πρεσβεία, διά τήν ὁποίαν ὁμιλεῖ ὁ Ἀποστ. Παῦλος, κ. Εὐαγγελικέ, πῶς θά οἰκονομηθῇ; Ποία εἶναι ἡ διαφορά πρεσβείας, τήν ὁποίαν εἶχον οἱ Ἀπόστολοι (Ἐφεσ. 6,20 Β! Κορινθ. 5,20) καί τῆς μεσιτείας κατά Α! Τιμοθ. 2,5 τήν ὁποίαν εἶχε μόνον ὁ Κύριος;
Εὐαγγελικός: Θά ἤθελα τήν γνώμη σας ἐπί τοῦ λεπτοῦ αὐτοῦ σημείου.
Ὀρθόδοξος: Ἀκούσατε: Μεσιτεία τοῦ Χριστοῦ διά τῆς θυσίας τοῦ Γολγοθᾶ εἶναι ἡ ἐξ ἀντικειμένου γενομένη ἀπολύτρωσις τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Ἡ δέ πρεσβεία τῶν ἁγίων διά τῶν διαφόρων παθημάτων αὐτῶν, ἑπομένως καί διά τοῦ «ἐν ἁλύσει» Ἐφεσ. 6,20 τοῦ Ἀποστ. Παύλου, εἶναι ἡ ἐξ ὑποκειμένου οἰκείωσις τῆς ἐξ ἀντικειμένου θυσίας τοῦ Γολγοθᾶ, τῆς μεσιτείας τοῦ Χριστοῦ.
Εὐαγγελικός: Δέν τόν ἐννοῶ καλά, τί θέλετε νά εἴπητε «ὑποκειμενική οἰκείωσης τῆς ἐξ ἀντικειμένου ἀπολυτρώσεως».
Ὀρθόδοξος: Σᾶς ἐξηγοῦμαι: Ὑποκειμενική οἰκείωσης τῆς ἐξ ἀντικειμένου ἀπολυτρώσεως σημαίνει τοῦτο: Ὁ Χριστός σταυρωθεῖς, ἀναστάς καί ἀναληφθεῖς προσέφερε διά μέν τῆς σταυρώσεως τήν θύσιαν ὑπέρ τοῦ κόσμου, διά δέ τῆς ἀναστάσεως καί ἀναλήψεως ἀπεδείχθη, ὅτι ἐγίνετο δεκτή ἡ θυσία αὕτη ἐνώπιοιν τοῦ Πατρός Του.
Παρ’ ὅλον ὄμως τοῦτο ὁ ἄνθρωπος δέν σώζεται, ἐάν δέν οἰκειωθῇ κάμῃ δηλαδή κτῆμά του τήν θυσίαν ταύτην διά τῆς πίστεως καί ὄλων τῶν ἄλλων, τά ὁποῖα ἐξαρτῶνται ἐξ αὐτῆς.
Ἕνα δέ ἐξ αὐτῶν εἶναι ἡ πρεσβεία τῶν ἁγίων, περί τῆς ὁποίας ῥητῶς ὁ Ἀποστ. Παῦλος ὁμιλεῖ εἰς τήν Β΄ Κορινθ. 2,20 καί Ἐφεσ. 6,20 ὅπως εἴδομεν.
Εὐαγγελικός: Εἴπατε, ὄτι δικαίωμα εἰς τήν πρεσβείαν τῶν ἁγίων δίδουσι τά παθήματα καί αἱ θλίψεις αὐτῶν. Δέν νομίζετε ὅμως, ὅτι ἔτσι μειώνεται τό πάθος τῆς θυσίας τοῦ Γολγοθᾶ;
Ὀρθόδοξος: Κε Εὐαγγελικέ, ὁ Ἀποστ. Παῦλος ὁμιλεῖ συχνά περί παθημάτων Χριστοῦ, τά ὁποῖα ὑποφέρει αὐτός ὁ ἴδιος. Καί συγκεκριμένως: Β! Κορινθ. 1,5 «Καθώς περισσεύει τά παθήματα τοῦ Χριστοῦ εἰς ἡμᾶς οὕτω..» Β! Κορινθ. 4,10 «Πάντοτε τήν νέκρωσι τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι περιφέροντες….» Φιλιπ. 3,10. «Τήν κοινωνίαν τῶν παθημάτων Αὐτοῦ συμμορφούμενοι τῷ θανάτῳ Αὐτοῦ».
Βλέπεις ἐνταῦθα, ὅτι ὁ Ἀπόστολος τάς θλίψεις του ὀνομάζει «παθήματα τοῦ Χριστοῦ», «νέκρωσιν τοῦ Ἰησοῦ», «κοινωνίαν τῶν παθημάτων Αὐτοῦ». Δέν σοῦ κάνει κάνει ἐντύπωσιν, πῶς ὁ Παῦλος τάς θλίψεις του θεωρεῖ θλίψεις Χριστοῦ;
Εὐαγγελικός: Ἔχω τήν γνώμην, ὄτι ὁ Ἀπόστολος ὀνομάζει τά παθήματά τοῦ Χριστοῦ, ἵνα δηλώσῃ ὅτι, ὄπως ἔπαθεν ὁ Χριστός, πάσχει καί ὁ Ἀποστ. Παῦλος. Εἶναι δηλαδή τόση ἡ ἀγάπη τοῦ Παύλου εἰς τόν Χριστόν, ὥστε εὐχαρίστως πάσχει ὑπέρ Αὐτοῦ.
Ὀρθόδοξος: Δέν ἐπρόσεξες ὅμως μίαν λεπτήν παρατήρησιν κ. Εὐαγγελικέ. Ὁ Ἀπόστ. Παῦλος ὀνομάζει τάς ἰδικάς του θλίψεις ὡς παθήματα τοῦ Χριστοῦ καί ὄχι τά παθήματα τοῦ Χριστοῦ ἰδικάς του θλίψεις. Ἐπομένως θέλει νά μᾶς εἴπῃ ὅτι τά παθήματά του εἶναι συνέχεια τῶν παθημάτων τοῦ Χριστοῦ κατά συνέπειαν καί τῆς θυσίας τοῦ Γολγοθᾶ.
Εὐαγγελικός: Μέ αὐτό τί θέλετε νά εἴπητε; Μήπως θέλετε νά εἴπητε, ὅτι τό πάθος τῆς θυσίας του Γολγοθᾶ δέν ἦτο πλῆρες καί εἶχεν ἀνάγκην συμπληρώσεως διά τῶν παθημάτων τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καί τῶν ἄλλων ἁγίων;
Ὀρθόδοξος: Κάθε ἄλλο. Τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ ἐπί τοῦ Γολγοθᾶ εἶναι πλῆρες. Παρ’ ὅλο ὄμως τοῦτο τά παθήματα τοῦ Ἀποστ. Παύλου, ἀφοῦ εἶναι παθήματα Χριστοῦ, συνεχίζουν τό πάθος τοῦ Γολγοθᾶ καί ἀπό τινος ἀπόψεως συμπληρώνουν αὐτά.
Εὐαγγελικός: Αὐτό εἶναι βλασφημία, ὅτι αἱ θλίψεις τῶν Ἀποστόλων σμπληρώνουν τό πάθος, τάς θλίψεις τοῦ Χριστοῦ. Πῶς εἶναι δυνατόν νά συμπληρώνουν αἱ θλίψεις τοῦ Ἀποστόλου, ἀφοῦ τό ἔργον τοῦ Κυρίου εἶναι τέλειον;
Ὀρθόδοξος: Σᾶς σκανδαλίζει κ. Εὐαγγελικέ, ὄτι τό ἔργον τοῦ Χριστοῦ, τό πάθος τοῦ Σταυροῦ, συμπληροῦται ὑπό τῶν παθημάτων τοῦ Ἀποστ. Παῦλου;
Εὐαγγελικός: Βεβαιότατα. Τό πάθος τοῦ Χριστοῦ ἐπί τοῦ Σταυροῦ εἶναι τέλειον, δέν ἔχει ἀνάγκην συμπληρώσεως.
Ὀρθόδοξος: Πῶς ὅμως ὁ Ἀπόστ. Παῦλος λέγει ῥητῶς, ὅτι «ἀνταναπληρῶ τά ὑστερήματα τῶν θλίψεων τοῦ Χριστοῦ ἐν τῇ σαρκί μου ὑπέρ τοῦ σώματος αὐτοῦ, ὅ ἐστιν ἡ ἐκκλησία» (Κολ. 1-24). Βλέπεις, κ. Εὐαγγελικέ, ὄτι ὁ Ἀπόστ. Παῦλος ἐνταῦθα ὁμιλεῖ ῥητῶς περί συμπληρώσεως τῶν παθημάτων τοῦ Χριστοῦ;
Εὐαγγελικός: Ἑπομένως τό ἔργον τῆς ἀπολυτρώσεως διά τῆς θυσίας τοῦ Γολγοθᾶ δέν εἶναι πλῆρες;
Ὀρθόδοξος: Κάθε ἄλλο. Εἶναι τέλειον καί πλῆρες.
Εὐαγγελικός: Ποίαν ἑρμηνείαν λοιπόν δίδετε σεῖς οἱ ὀρθόδοξοι εἰς την ἀναπλήρωσιν, τήν συμπλήρωσιν τῶν παθημάτων τοῦ Χριστοῦ ὑπό τῶν παθημάτων τοῦ Ἀποστ. Παύλου, ὤστε οὔτε ἡ τελειότης τοῦ ἔργου τοῦ Χριστοῦ νά μειωθῇ, ἀλλά καί ἡ συμπλήρωσις, ἡ ἀνταναπλήρωσις τῶν παθημάτων τοῦ Χριστοῦ ὑπό τῶν παθημάτων τοῦ Ἀποστ. Παύλου δεόντως νά ἑρμηνευθῇ;
Ὀρθόδοξος: Παρατήρησες, κ. Εὐαγγελικέ, ὅτι ὁ Ἀποστ. Παῦλος ὁρίζει τά παθήματά του ὡς συμπλήρωσιν τῶν παθημάτων τοῦ Χριστοῦ καί καθορίζει αὐτά ὑπέρ τοῦ σώματος τῆς ἐκκλησίας καί οὐχί ὑπέρ τῆς κεφαλῆς, τοῦ Χριστοῦ;
Εὐαγγελικός: Καί τί συμπεραίνετε μέ τήν διάκρισιν αὐτήν;
Ὀρθόδοξος: Ἁπλούστατα: Ἡ ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ παρομοιάζεται ὑπό τοῦ Ἀποστόλου Παύλου πρός ἕν ἀνθρώπινο σῶμα. Κεφαλή τοῦ σώματος τοῦτο, τῆς ἐκκλησίας, εἶναι ὁ Χριστός. Οἱ δέ πιστοί χριστιανοί παρομοιάζονται πρός τό ἄλλος μέρος τοῦ σώματος.
Ἡ κεφαλη, ὁ Χριστός ὑπέστη τόν σταυρικόν θάνατον καί τό πάθος τοῦ σταυροῦ ἦτο πλῆρες διά τήν κεφαλήν, τόν Χριστόν.
Ὅπως ὅμως, ὅταν ὑποφέρῃ τό ὑπόλοιπον ἀνθρώπινον σῶμα, ὑποφέρει καί ἡ κεφαλή, κατά παρόμοιον τρόπον καί αἱ θλίψεις, τά παθήματα τῆς ἐκκλησίας, τῶν Ἀποστόλων, εἶναι καί παθήματα τῆς κεφαλῆς, τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ Χριστός ἐκ μέρους Του ὑπέφερε πλήρως καί τελείως τήν θυσίαν τοῦ Γολγοθᾶ. Οὕτω προσεφέρθη ἡ ἐξ ἀντικειμένουν ἀπολύτρωσις. Διά νά γίνῃ ὅμως καί ἡ ἐξ ὑποκειμένου οἰκείωσις τῆς ἐξ ἀντικειμένου προσφερθείσης ταύτης ἀπολυτρώσεως, ἔπρεπε νά πάθωσι καί τά μέλη τῆς ἐκκλησίας, τό σῶμα τῆς ἐκκλησίας.
Καί ἐν ὁλίγοις: Τό πάθος του Χριστοῦ, ἡ σταυρική θυσία τῆς κεφαλῆς τῆς ἐκκλησίας, τοῦ Χριστοῦ ἐγένετο πλήρως ἐν τῷ Γολγοθᾶ διά τήν ἐξ ἀντικειμένου ἀπολυτρώσιν.
Ἡ, δέ συμπλήρωσις τῶν παθημάτων τοῦ Χριστοῦ διά τῶν παθημάτων τοῦ Ἀποστ. Παύλου καί τῶν λοιπῶν μαρτυρησάντων μελῶν τῆς ἐκκλησίας Του ἀφοροῦν τό σῶμα, τά μέλη τοῦ Χριστοῦ διά τήν ὑποκειμενικήν ἑνός ἑκάστου οἰκείωσιν τῆς ἐξ ἀντικειμένου ἀπολυτρώσεως.
Ὅπως δηλαδή τό ἀνθρώπινο σῶμα, διά νά συνδεθῇ μέ τήν κεφαλήν, ἔχει ἀνάγκην ἐνός λαιμοῦ, ὁ ὁποῖος ὁμοιάζει κατ’ οὐσίαν πρός τά τῆς κεφαλῆς μέρη καί τοῦ κορμοῦ, κατά παρόμοιον τρόπον προκειμένου νά συνδεθῶσι τά μέλη τῆς ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ μέ τήν κεφαλήν, τόν Χριστόν, ἔχουσιν ἀνάγκην εἰδικοῦ μέσου.
Τό μέσον δέ τοῦτο εἶναι ὄχι ἡ ἁπλή θεωρητική πίστις, ἀλλά ἡ πίστις ἐκείνη ἡ ὁποία φθάνει εἰς τό ὕψος καί τό βάθος τῶν παθημάτων. Ὅπως ἔπαθεν ὁ Κύριος, ἔτσι πρέπει νά πάθωμεν καί ἡμεῖς. Ἰδού ποία εἶναι ἡ διαφορά τῶν παθημάτων τοῦ Ἀποστ. Παύλου. Ἰδού καί ἡ σχέσις μεταξύ τῶν παθημάτων τούτων.
Εὐαγγελλικός: Δέν ἔχω ἀντίρρησιν εἰς αὐτά, ἀφοῦ στηρίζονται ἐπί τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Δέν νομίζετε ὅμως ὅτι ἔχομεν φύγει ἀπό τό θέμα μας;
Τό θέμα μας εἶναι περί πρεσβειῶν τῶν ἁγίων. Καί ἡμεῖς τώρα ὁμιλοῦμεν περί διαφορᾶς παθημάτων τοῦ Χριστοῦ τῆς κεφαλῆς, καί τῶν χριστιανῶν, τοῦ σώματος τῆς ἐκκλησίας.
Ὀρθόδοξος: Ὄχι, κ. Εὑαγγελικέ, εἴμεθα ἐντός τοῦ θέματος. Καί ἰδού πῶς: Εἰς την ἀρχήν τῆς ὁμιλίας μας ἀναφέρομεν τό ῥητόν τοῦ Παύλου «πρεσβεύω ἐν ἁλύσει».
Ἀφοῦ ἀνελύσαμεν τήν πρώτην λέξιν «πρεσβεύω» κατόπιν ἤλθομεν εἰς τό «ἐν ἁλύσει» καί ἀνελύσαμεν τήν σχέσιν τῶν παθημάτων τοῦ Ἀποστ. Παύλου καί τῶν λοιπῶν Ἀποστόλων πρός τό πάθος τοῦ Χριστοῦ.
Εὐαγγελικός: Συμφωνῶ, ὄτι βάσει τῆς Ἁγίας Γραφῆς πρέπει νά ὑπάρχωσι πρεσβευταί, ἀφοῦ ῥητῶς ὁμιλεῖ ὁ Παῦλος περί αὐτοῦ. Ποίαν ὅμως σχέσιν ἔχει ἡ ἀνάλυσις τῶν παθημάτων τοῦ Παύλου ἔναντι τῶν παθημάτων τοῦ Χριστοῦ΄ σχετικῶς μέ τό προκείμενον θέμα τῆς πρεσβείας τῶν ἁγίων;
Ὀρθόδοξος: Ἔχει μεγάλην σχέσιν. Καί ἰδοῦ: Ὅπως ὁ σταυρικός θάνατος, τό πάθος τοῦ Χριστοῦ, ἔδωσαν τό δικαίωμα εἰς τόν Χριστόν νά εἶναι μεσίτης μεταξύ Θεοῦ καί ἀνθρώπων, κατά παρόμοιον τρόπον πρέπει καί τά παθήματα τῶν Ἀποστόλων, τῆς ἐκκλησίας Του τά ὁποῖα εἶναι παθήματα τοῦ Χριστοῦ, συμπληρώσεις, ὅπως εἴδομεν, κατά εἰδικόν τρόπον τῶν τελείων παθημάτων τοῦ Χριστοῦ, νά δίδουν τό δικαίωμα ὄχι τῆς μεσιτείας, ἀλλά τῆς πρεσβείας τῶν ἁγίων.
Ἑπομένως μεσιτεία εἶναι ἡ ἐξ ἀντικειμένου γενομένη ἀπολύτρωσις διά τῆς θυσίας τοῦ Γολγοθᾶ. Ἡ θυσία αὔτη εἶναι πλήρης. Πρεσβεία δέν εἶναι ἡ διά τῶν παθημάτων τῆς ἐκκλησίας ὑποκειμενική οἰκείωσις τῆς ἀντικειμενικῆς θυσίας τοῦ Γολγοθᾶ.
Ἰδοῦ ἡ πρεσβεία τῶν ἁγίων κατά λέξιν καί κατ’ ἔννοιαν ἐν τῇ Ἁγίᾳ Γραφῇ. Κατά λέξιν μέν ἀναφέρεται, ὅπως εἴδομεν, εἰς τά δύο χωρία τοῦ Ἀποστ. Παύλου «πρεσβεύω ἐν ἁλύσει» Ἐφεσ. 6,20 «πρεσβεύομεν ὑπέρ Χριστοῦ» Β! Κορινθ. 5,20. Κατ’ ἔννοιαν δέ ἐφάνη ἐκ τῆς ἀναλύσεως τῶν παθημάτων τοῦ Ἀποστ. Παύλου, τά ὁποῖα ὀνομάζονται ῥητῶς παθήματα τοῦ Χριστοῦ, καί ἐννοοῦνται ὡς συμπληρώσεις τῶν παθημάτων τοῦ Χριστοῦ.
Ἐπαναλαμβάνομεν δέ καί πάλιν, ὅτι, ὅπως τό πάθος τοῦ Χριστοῦ ἔδωσε τό δικαίωμα τῆς μεσιτείας, κατά παρόμοιον τρόπον καί τά παθήματα τοῦ σώματος, τῆς ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, δίδουσι τό δικαίωμα τῆς πρεσβείας ἤτοι τῆς ἐξ ὑποκειμένου οἰκειώσεως τῆς ἀντικειμενικῆς θυσίας τοῦ Γολγοθᾶ.
Ἄρα ἡ μεσιτεία εἶναι πρώτη, ἡ πρεσβεία δευτέρα. Ἡ πρεσβεία ἐξαρτᾶται ἐκ τῆς μεσιτείας. Ἄνευ τῆς μεσιτείας εἶναι ἀδύνατος ἡ πρεσβεία. Ἱδοῦ ἡ διαφορά τῆς μεσιτείας Χριστοῦ καί πρεσβείας τῶν ἁγίων.
Εὐαγγελικός: Αὐτά εἶναι σοφιστεῖαι. Ἀλλά ἔστω ἄς παραδεχθῶ τήν πρεσβεία τῶν ἁγίων, ὅπως τήν ἀνελύσατε. Πῶς ὅμως νά δεχθῶ τήν μεσιτείαν τῆς Θεοτόκου, τήν ὁποίαν τόσον πολύ τονίζετε σεῖς οἱ ὀρθόξοδξοι;
Ὀρθόδοξος: Ἐάν ἀνοίξωμεν τά βιβλια τῆς ἐκκλησίας μας, κ. Εὐαγγελικέ, θά ἴδωμεν ὅτι 99 φοράς λέγομεν τό «ἅγιε τοῦ Θεοῦ πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν» καί μίαν μόνον φοράν λέγομεν τήν λέξιν μεσιτείαν κυρίως πρός τήν Θεοτόκον.
Δέν σᾶς κάνει ἐντύπωσιν τό πλῆθος τοῦ «πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν» εἰς τούς ἄλλους ἁγίους καί τάς ἐλαχίστας φοράς τῆς χρησιμοποιήσεως τῆς λέξεως μεσιτείαν;
Εὐαγγελικός: Ἐγώ δέν θά ἤθελον νά ὑπῆρχε ἡ λέξις μεσιτεία δι’ οὐδένα ἅγιον, ἀφοῦ «εἶς μεσίτης Θεοῦ καί ἀνθρώπων Χριστός Ἰησοῦς» Α! Τιμοθ. 2,5.
Ὀρθόδοξος: Καί ὅμως ἔχει καί τοῦτο κάποιαν ἔννοιαν. Καί ἐν πρώτοις΄ οἱ 99 φοραί τοῦ «ἅγιε τοῦ Θεοῦ πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν» καί ἡ μία φορά τοῦ «Καί σέ μεσίτριαν ἔχω» δηλώνουσιν, ὄτι ἡ μεσιτεία αὕτη τῆς Θεοτόκου ὡς ἁγίας ἔχει τήν ἔννοιαν τῆς πρεσβείας.
Εὐαγγελικός: Ἄς εἴπω, ὄτι εἶμαι σύμφωνος εἰς αὐτό, ὅτι δηλαδή ἡ μεσιτεία ἔχει τήν ἔννοιαν τῆς πρεσβείας. Διατί ὅμως καί διά τήν Θεοτόκον νά μή ὑπῆρχε μόνον ἡ λέξις πρεσβεία καί καθόλου ἡ λέξις μεσιτεία;
Ὀρθόδοξος: Εἴπομεν εἰς προηγούμενον θέμα μας, ὅτι ἡ Θεοτόκος λαμβάνεται ὄχι μόνον ὡς πρόσωπον, ἀλλά καί ὡς φορεύς τῆς ἀπολυτρώσεως. Δέν ὀνομάζεται δηλαδή μόνον Μαρία, ἀλλά καί μήτηρ τοῦ Κυρίου.
Ὡς Μαρί, ὡς ἁγία, πονέσασα καί αὐτή διά τόν σταυρικόν θάνατον τοῦ υἱοῦ της περισσότερον παντός ἄλλου ἔχει τό δικαίωμα νά πρεσβεύῃ. Ἐπειδή ὄμως εἶναι μήτηρ τοῦ Κυρίου, τοῦ Λυτρωτοῦ ἡμῶν, εἶναι φοεύς τῆς ἀπολυτρώσεως. Διά τοῦτο χρησιμοποιοῦμεν δι’ αὐτήν τήν λέξιν μεσιτείαν. Βλέποντες δηλαδή αὐτή δέν τήν βλέπομεν μόνον ὡς ἄτομον, ἀλλά βλέπομεν τό ἔργο της, τόν υἱό της τήν ἀπολύτρωσίν του.
Οὕτω εὐκόλως, ὅπως εἴπομεν καί εἰς τό προηγούμενον ἄρθρον, μεταπηδᾷ τό βλέμμα καί τό πνεῦμα τοῦ ὑμνῳδοῦ τῆς ἐκκλησίας μας ἀπό τοῦ προσώπου τῆς «Μαρία» εἰς τό ἔργον της, τήν διά τοῦ υἱοῦ της ἀπολύτρωσίν μας, καί θεωροῦμεν ταύτην ὡς μητέρα τοῦ Κυρίου. Φυσικόν λοιπόν εἶναι νά μεταφέρεται ὁ ὑμνῳδός ἀπό τοῦ «Ὑπεραγία Θεοτόκε πρέσβευε ὑπέρ ὑμῶν» εἰς τό καί «Σέ μεσίτριαν ἔχω».
Εἴπομεν δηλαδή προηγουμένως, διεκρίναμεν καί δικαιολογήσαμεν διά κοινωνικῶν παραδειγμάτων τήν τιμή ἑνός προσώπου ὡς ἀτόμου ἀπό τήν τιμή τῆς θέσεως, τήν ὁποίαν κατέχει. Ὀνομάζομεν δηλαδή-εἴπομεν- τήν σύζυγον τοῦ διδασκάλου καί τοῦ ἰατροῦ «κυρά δασκάλα», «κυρά γιατρίνα», ἄν καί ἡ κυρά-δασκάλα εἶναι ἀγράμματη, ἡ δέ κυρά –γιατρίνα δέν ἔχει ἰδέαν ἰατρικῆς.
Οὕτω καί ἐνταῦθα ἡ Θεοτόκος λαμβάνει τήν τιμήν τοῦ υἱοῦ της, τῆς μεσιτείας, ἐπειδή ἐν αὐτῇ βλέπομεν τόν Κύριον, ὁ ὁποῖος εἶναι «εἶς μεσίτης μεταξύ Θεοῦ καί ἀνθρώπων», ὡς ὀρθῶς παρατηρεῖ κ’ ὁ ἱερός Δαμασκηνός «ἡ γάρ εἰς αὐτήν τιμήν εἰς τόν ἐξ αὐτῆς σαρκωθέντα ἀνάγετο». Ἐκδοσις Ὀρθ. Πιστ. σελ 158.
Εὐαγγελικός: Αὐτά εἶναι σοφιστεῖαι. Ἀλλ’ ἄς παραδεχθῶ τήν ἔννοιαν τῆς πρεσβείας τῶν ἁγίων καί τῆς μεσιτείας τῆς Θεοτόκου, ὅπως τήν ἀνελύσατε. Ἔχω ὄμως ἄλλην ἀπορίαν: Λέγοντες σεῖς «Ἅγιε τοῦ Θεοῦ πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν» ἐννοεῖτε, ὅτι οἱ ἅγιοι εἶναι πανταχοῦ παρόντες καί καρδιογνῶσται καί ἀκούουσι τάς προσευχάς μας.
Πῶς λοιπόν οἱ ἄγιοι λαμβάνουσι γνῶσιν ὅλων τῶν προσευχῶν τῶν ὀρθοδόξων, οἱ ὁποῖοι εὑρίσκονται εἰς διάφορα μέρη τοῦ κόσμου, ἀφοῦ δέν εἶναι πανταχοῦ παρόντες οὔτε καρδιογνῶσται;
Ὀρθόδοξος: Βέβαιον εἶναι ἐκ τῆς Ἁγία Γραφῆς, ὅτι οἰ ἅγιοι ἐν οὐρανῷ λαμβάνουσι γνῶσιν τῶν ἐν τῇ γῇ εὐχαρίστων ἤ δυσαρέστων γεγονότων.
Ἐάν ὅμως ἡμεῖς δέν γνωρίζωμεν, πῶς γίνεται τοῦτο, δι’ ἀγγέλων, οἱ ὁποῖοι ἀναφέρουσι κατά τήν ἀποκάλυψιν 8,4 «ἀνέβη ὁ καπνός τῶν θυμιαμάτων ταῖς προσευχαῖς τῶν ἁγίων ἐκ χειρός ἀγγέλου ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ» ἤ δι’ ἄλλου τινός τρόπου, τόν ὁποῖον ὁ Κύριος γνωρίζει, δέν εἶναι λόγος να ἀρνηθῶμεν τό γεγονός.
Εὐαγγελικός: Πού ἀναφέρει ἡ Ἁγία Γραφή, ὄτι ἡ ἐν τῷ οὐρανῷ ἅγιοι λαμβάνουσι γνῶσιν ἐν τῇ γῇ;
Ὀρθόδοξος: Ρητῶς ὁμολογεῖ ὁ Κύριος ἐν Λουκ. 15,10 «χαρά γίνεται ἐν οὐρανῷ ἐπί ἑνί ἁμαρτωλῶ μετανοοῦντι».
Ἐπίσης καί ἐν τῇ Ἀποκάλυψει 6,10 ἀναφέρεται, ὄτι αἱ ψυχαί οἱ ὁποῖαι εἶχον θυσιασθῆ διά τόν λόγον τοῦ Θεοῦ καί εὑρίσκοντο ἐν τῷ οὐρανῷ «ἔκραζον φωνῇ μεγάλῃ λέγοντες: ἕως πότε ὁ Δεσπότης ὁ Ἅγιος καί Ἀληθινός οὐ κρίνεις καί ἐκδικεῖς τό αἷμα ἡμῶν΄ ἐκ τῶν κατοικούντων ἐπί τῆς γῆς;»
Εἰς τήν παραβολήν τοῦ πλουσίου καί τοῦ Λαζάρου ὁ Ἀβραάμ εἶπεν εἰς τόν πλούσιον «τέκνον, μνήσθητι ὅτι ἀπέλαβες τά ἀγαθά σου ἐν τῇ ζωῇ σου καί ὁ Λάζαρος τά κακά».
Ἐξ αὐτοῦ φαίνεται, ὅτι ὁ Ἀβραάμ χωρίς νά εἶναι πανταχοῦ παρῶν ἐγνώριζε τήν ζωήν ἐν τῷ κόσμῳ τοῦ πλουσίου καί τοῦ Λαζάρου. Ἐπίσης ὁ Ἀβραάμ λέγει εἰς τόν πλούσιον διά τούς πέντε ἐν τῷ κόσμῳ ἀδελφούς τοῦ «ἔχουσι Μωυσέα καί προφήτας ἀκουσάτωσαν αὐτῶν».
Ὁ Ἀβραάμ ἀπέθανε 2000 χρόνια π.Χ. ὁ Μωυσῆς μέ τόν νόμον του ἦλθε τό 1500 π.Χ., οἱ δέ προφῆται ἀπό τοῦ 800 καί ἔπειτα. Ἰδού λοιπόν πῶς οἱ ἐν τῷ οὐρανῷ χωρίς νά εἶναι πανταχοῦ παρόντες, λαμβάνουσι γνῶσιν τῶν ἐν τῇ γῇ.
Ἔπειτα εἰς τό Ε΄ κεφ. τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων ἀναφέρεται, ὅτι ὁ Ἀνανίας καί ἡ Σάπφειρα ἀπεφάσισαν νά εἴπωσιν, ὄτι ἐπώλησαν τό κτῆμα των ὀλιγώτερον τοῦ κανονικοῦ ἐν κρυπτῷ ὅταν δέ ἀνέφερον εἰς τόν Ἀπόστ. Πέτρον τό ψεῦδος τοῦτο ὁ Ἀπόστολος ἐπετίμησεν αὐτούς καί ἀπέθανον.
Ὁ Ἀποστ. Πέτρος εὑρισκετο πανταχοῦ παρών, ὥστε νά μάθῃ τήν ἀπάτη ταύτην τοῦ ζεύγους ἐκείνου, τήν ὁποίαν ἐσκέφθησαν ἀνήρ καί γυνή μακράν τοῦ Ἀποστόλου;
Εὐαγγελικός: Πῶς ὅμως θά ἀποδείξετε, ὄτι οἱ ἔν οὐρανῷ πρεσβεύουσιν ὑπέρ ἡμῶν;
Ὀρθόδοξος: Σᾶς ἀναφέρω καί πάλιν τό τῆς Ἀποκαλύψεως 6,10, ὅπου αἱ ψυχαί πρεσβεύουσι, παρακαλοῦσι τόν Θεον ὑπέρ τῶν ἀδικουμένων ἐπί τῆς γῆς. Εὐρυτέραν ὅμως ἀνάπτυξιν τούτου θά ἴδωμεν εἰς τήν παράδοσιν τῆς ἐκκλησίας τῶν 4 πρῶτων αἰώνων, τήν ὁποίαν καί σεῖς δέχεσθε. Ἄς ἔλθωμεν καί εἰς αὐτήν.
Ἡ πρεσβεία τῶν ἁγίων καί ἡ παναρχαία παράδοσις τῆς ἐκκλησίας.
Πρῶτον ὁ Ὠριγένης (185-250 μ.Χ.) Οὗτος πρός τόν πολέμιον αὐτοῦ Κέλσον γράφει περί τῶν ἐν οὐρανοῖς ζώντων τά ἑξῆς:
«Οὐ μόνον αὐτοί εὐμενεῖς τοῖς ἀξίοις γίνονται, ἀλλά καί συμπράττουσι τοῖς βουλουμένοις τόν ἐπί πᾶσι Θεόν θεραπεύειν καί ἐξευμενίζονται καί συνεύχονται καί συναξιοῦσι. Ὥστε τολμᾶν ἡμᾶς λέγειν ὅτι ἀνθρωπος μετά προαιρέσεως προτιθεμένοις τά κρείττονα εὐχομένοις τῷ Θεῷ μυρίαι ὅσαι ἄκλητοι συνεύχονται δυνάμεις ἱεραί, συμπαροῦσαι τῷ ἐπικήρῳ ἡμῶν γένει καί ἴν’ οὕτως εἴπω συναγωνιῶσαι».
Τόν δέ φίλον αὐτοῦ Ἀμβρόσιον παρορμᾷ εἰς μαρτύριον ὑπενθυμίζων αὐτῷ, ὄτι οὕτω θά καταστῇ εὐεργετικώτερος πρός τούς ἐπί γῆς «παρρησίαν ἀναλαμβάνων πρός τό εὐεργετεῖν αὐτούς φίλος γενόμενος Θεῷ. Τότε γάρ… συνετώτερον περί αὐτῶν εὔξῃ».
Δεύτερον ὁ Κυπριανός (200-258 μ.Χ.). Γράφων οὗτος πρός τόν πιστόν φίλον του Κορνήλιον περί τοῦ διά τοῦ θανάτου σωματικοῦ χωρισμοῦ εὑρίσκει ἀρκοῦσαν παρηγορίαν ἐν τῷ ὅτι ὁ μεταστάς θά δέηται ἐν οὐρανοῖς ὑπέρ τῶν ἀπολειφθέντων. «Ἀναμιμνησκώμεθα ἀλλήλων.
Πορσευχώμεθα ὁ εἶς ὑπέρ τοῦ ἄλλου ἑκατέρωθεν (ὁ ἐν οὐρανοῖς ὑπέρ τοῦ ἐπί γῆς, ὁ ἐπί γῆς ὁ ὑπέρ τοῦ ἐν οὐρανοῖς).
Εἴτε δέ ὁ εἶς εἴτε ὀ ἄλλος προπορευθῇ τῇ χάριτι τοῦ Θεοῦ ἄς ἐξακολουθῶμεν ἀγαπώμεν ἑνώπιον τοῦ Κυρίου καί προσευχόμενοι ὑπέρ τῶν ἀδελφῶν πρό τοῦ ἰλαστηρίου τοῦ κοινοῦ Πατρός.
Τρίτον ὁ Μέγας Βασίλειος (330-378 μ.Χ.).
Οὗτος χαιρετίζει τούς ἁγίους τεσσαράκοντα μάρτυρας ὡς ἑξῆς: «Ὦ χορός ἅγιος, ὦ σύνταγμα ἱερόν, ὦ συνασπισμός ἀρραγής, ὦ κοινοί φύλακες τοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων, ἀγαθοί κοινωνικοί φροντίδων, δεήσεως συνεργοί, π ρ ε σ β ε υ τ α ί δυνατώτεροι».
Τέταρτον Γρηγόριος ὁ Ναζανζηνός (329-390 μ.Χ.). Οὗτος εἰς μέν τήν Θέκλαν ἐπιστέλλει παραμυθούμενος «πείθομαι τάς τῶν ἁγίων ψυχάς τῶν ἡμετέρων αἰσθάνεσθαι» τόν δέ πατέρα αὐτοῦ ἐνταφιάζων λέγει: «πείθομαι, ὅτι καί τῇ πρεσβεία νῦν μᾶλλον ἤ πρότερον διδασκαλία (παραμυθήσεται ἡμᾶς ὁ μεταστάς) ὅσῳ καί μᾶλλον ἐγγίζει Θεῷ τάς σωματικάς πέδας ἀποσεισάμενος καί τῆς ἐπιθολούσης τό νοῦν ἰλύος ἀπηλλαγμένος καί γυμνός γυμνῷ ἐντυγχάνων τῷ καθαρωτάτῳ νοΐ».
Περί δέ τοῦ «κοιμηθέντος φίλου αὐτοῦ Βασιλείου ἀποφαίνεται «Καί νῦν ὁ μέν ἐστιν ἐν οὐρανοῖς κἀκεῖ τάς ὑπέρ ἡμῶν, ὡς οἶμαι, προσφέρων θυσίας καί τοῦ λαοῦ προσευχόμενος. Οὐδέ γαράπολιπών ἡμᾶς παντάπασιν ἀπολέλοιπεν».
Πέμπτον Γρηγόριος ὁ Νύσης (335-394 μ.Χ.). Ἰδοῦ τίνας λόγους οὗτος ἀποτείνει πρός τινα μάρτυρα: «Πρέσβευσον, ὑπέρ τῆς πατρίδος πρός τόν κοινόν βασιλέα. Ὑφορώμεθα θλίψεις, προσδοκῶμεν κινδύνους, οὐ μακράν οἱ ἀλιτήριοι Σκύθαι τόν καθ’ ἡμᾶς ὠδίνοντες πόλεμον.
Ὡς στρατιώτης ὑπερμάχησον, ὡς μάρτυς χρῆσαι τῇ παρρησίᾳ…, ἵνα μή ὀργιάσῃ κατά νεῶν καί θυσιαστηρίων ἄθεσμος βάρβαρος.
Ἡμεῖς γάρ ὑπέρ ὧν ἀπαθεῖς ἐφυλάχθημεν συλογιζόμεθα τήν εὐεργεσία. Αἰτοῦμεν καί τοῦ μέλλοντος τήν ἀσφάλειαν. Ἄν χρεία γένηται πλείονος δυσωπίας ἄθροισον τόν χορόν τῶν σῶν ἀδελφῶν, τῶν μαρτύρων, καί μετά τούτων δεήθητι.
Ἕκτον ὁ Ἱερός Χρυσόστομος ἀποθανών τό 404 μ.Χ. γράφει εἰς τόν λόγον τοῦ «Περί τοῦ χρησίμως τάς προφητείας ἀσαφεῖς εἶναι». Ἐν τῷ λογῳ τούτῳ λέγει: «Ἔχομεν καί ἡμεῖς τήν ἁγίαν καί Θεοτόκον Παρθένον Μαρίαν πρεσβεύουσαν ὑπέρ ἡμῶν».
Σ υ μ π έ ρ α σ μ α:
Ἰδού, κ. Εὐαγγελικέ, ἡ πρεσβεία τῶν ἁγίων Γραφικῶς καί Πατερικῶς. Ἡ πρεσβεία εὑρίσκεται μεταξύ μεσιτείας καί προσευχῆς.
Δέν εἶναι οὔτε μόνον προσευχή οὔτε αὐτή αὕτη μεσιτεία. Ἡ πρεσβεία δέν εἶναι μειστεία, διότι εἶναι ἐξάρτησις ἡ πρεσβεία τῆς μεσιτείας. Προηγήθη ἡ μεσιτεία και ἡκολούθησεν ἡ πρεσβεία.
Ἡ μεσιτεία λοιπόν τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἀνεξάρτητος τῆς πρεσβείας τῶν ἁγίων καί προτέρα ταύτης.
Ἠ πρεσβεία τῶν ἁγίων ἐξαρτᾶται ἐκ τῆς μεσιτείας καί εἶναι μεταγενεστέρα ταύτης.
Ἄνευ τῆς μεσιτείας τοῦ Χριστοῦ οὐδεμία πρεσβεία τῶν ἁγίων.
Ἡ πρεσβεία τῶν ἁγίων εἶναι ἰσχυροτέρα τῆς προσευχῆς, διότι αὕτη γίνεται ὑπό ἁγίων, οἱ ὁποῖοι ἔχουσι παρρησίαν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ λόγῳ τῶν ἰδιαιτέρων θλίψεών των ἐν τῇ γῇ καί τῆς πλήρους ἀοκαταστάσεως ἐν τοῖς οὐρανοῖς.
Ἡ προσευχή ὅμως εἶναι εὑρυτέρα, γενικωτέρα. Ἤδη ἄς παραστήσωμεν καί διά σχήματος τήν διαφοράν μεσιτείας, πρεσβείας καί προσευχῆς διά τριῶν ὁμοκέντρων τετραγώνων.
Τό κέντρον αὐτῶν κατέχει ὁ Χριστός μέ τήν μεσιτείαν Του, εἶναι εἶς καί μοναδικός «εἶς μεσίτης μεταξύ Θεοῦ καί ἀνθρώπων» Α΄Τιμοθ. 2,5. Τό ἐγγύτερον πρός τό κέντρον τετράγωνο εἶναι ἡ πρεσβεία.
Ταύτην ἔχουσιν ὁλίγοι κατά τό «ὑπέρ Χριστοῦ πρεσβεύομεν» καί «πρεσβεύω ἐν ἁλύσει» τοῦ Ἀποστόλου. Οὗτοι εἶναι οἱ ἐκλεκτοί ἐν γῇ καί ἐν οὐρανῷ ἀποκατασταθέντες, ὡς ὁμιλεῖ ἡ ἱερά παράδοσις, τήν ὁποίαν ἐξεθέσαμεν.
http://anavaseis.blogspot.com/
Ψηφιοποίηση κειμένων Κατερίνα