Πρὶν ἀπὸ πολλὰ χρόνια ἐπισκέφθηκα τὸ
χωριὸ Μακρυχώρι Λαρίσης. Μετὰ τὴν Λειτουργία συζητοῦσα μὲ τοὺς χωρικοὺς
καὶ τοὺς ἔλεγα νὰ τηροῦν τὴν ἀργία τῆς Κυριακῆς καὶ ὅτι τὸ κέρδος καὶ ἡ
ἐργασία τῆς Κυριακῆς εἶναι κατηραμένα καὶ φέρνουν ζημία καὶ δυστυχία,
στὸ σπίτι ἐκείνου πού δὲν τηρεῖ τὴν ἀργία τῆς Κυριακῆς. Παίρνει τότε τὸ
λόγο ἕνας γέρος χωρικὸς καὶ λέγει:
Το χωριὸ μας
ἐπὶ Τουρκοκρατίας ἦταν τσιφλίκι ἑνὸς ἀγὰ ὁ ὁποῖος ὅμως εἶχε φόβο Θεοῦ.
Κάποτε ἕνας κολίγος ὄργωσε τὴν Κυριακὴ καὶ ἔσπειρε ἕνα χωράφι καὶ τὸ
σιτάρι αὐτοῦ τοῦ χωραφιοῦ ἔγινε πολὺ καλό. Λέγει λοιπὸν στὸν ἀγὰ. «Ἀγὰ
μου τὸ σιτάρι αὐτοῦ τοῦ χωραφιοῦ ἔγινε πολὺ καλό. Νὰ τὸ κρατήσουμε γιὰ
σπόρο τὴν ἑπόμενη χρονιά». Καὶ εἶπε ὁ Ἀγὰς: «Ὄχι, εἶναι καταραμένο. Το
ἔκανε τὸ ντιάβολο καὶ ἔγινε γιὰ νὰ τὸ σπείρουμε καὶ νὰ καταστραφοῦμε.
Πετάχτε το, κάφτε το».
Βλέπεις!! Τοῦρκος ἦταν,
Μουσουλμάνος ἦταν, καὶ διαισθανόταν τὰ καταστρεπτικὰ ἀποτελέσματα τῆς
βεβηλώσεως τῆς Κυριακῆς. Καὶ σὺ Χριστιανὸς ὄντας, ἀνοίγεις τὸ μαγαζὶ σου
τὴ Κυριακὴ ἁλωνίζεις τὴ Κυριακή, καὶ ἀπορεῖς μετὰ γιατὶ τὸ σπίτι σου
δὲν γνώρισε μία ἄσπρη μέρα, καὶ γιατὶ ἡ δυστυχία εἶναι μόνιμος κάτοικος
τοῦ σπιτιοῦ σου;
✞ Γέροντας Σεραφεὶμ Δημόπουλος
πηγή: Φῶς ταῖς τρίβοις μου