Ο Όσιος Γέροντας θέλοντας να δυναμώσει την πίστη μου και την υπομονή μου, ένα πρωινό ενώ καθόμασταν οι δυο μας στην τράπεζα κοντά στο τζάκι μου είπε: «Απόψε τη νύχτα άνοιξε την πόρτα του κελιού μου μια ωραία ψηλή γυναίκα με μπλε φόρεμα. Ήταν η Παναγία μας συνοδευόμενη από ένα σεβάσμιο γέροντα, τον Άγιο Ιωάννη το Θεολόγο και Απόστολο καθώς και από τον Άγιο Σεραφείμ του Σαρώφ. Τότε η Παναγία μου είπε:
Ήρθαμε να σε ανακουφίσουμε από τους πόνους των ποδιών σου. Στράφηκε προς τους δυο Αγίους λέγοντάς τους να αλείψουν με λάδι τα πόδια του πατρός Ιακώβου γιατί είναι γνήσιος φίλος του Χριστού και δικός τους, πράγμα που έκαναν αμέσως οι Άγιοι. Την ίδια στιγμή εξαφανίστηκαν οι ενοχλήσεις και έγινα καλά. Αμέσως, η Παναγία με τους Αγίους έφυγαν αφήνοντας στο κελί μου μια άρρητη ευωδία».
Άλλη μια φορά μας έλεγε ότι ο Άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ του είχε εμφανιστεί και τον πήρε μαζί του να του δείξει τον Παράδεισο. «Εκεί που περπατούσαμε σε μια πεδιάδα είχε πολλά λουλούδια τα οποία πατούσαμε. Εγώ δεν ήθελα να χαλάσω τα ωραία λουλούδια. Ο Άγιος Σεραφείμ μου είπε: Κοίτα πίσω! Και είδα με θαυμασμό ότι τα λουλούδια που πατούσαμε σηκώνονταν από μόνα τους πάλι όρθια».
Άλλη μια φορά μας έλεγε ότι ο Άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ του είχε εμφανιστεί και τον πήρε μαζί του να του δείξει τον Παράδεισο. «Εκεί που περπατούσαμε σε μια πεδιάδα είχε πολλά λουλούδια τα οποία πατούσαμε. Εγώ δεν ήθελα να χαλάσω τα ωραία λουλούδια. Ο Άγιος Σεραφείμ μου είπε: Κοίτα πίσω! Και είδα με θαυμασμό ότι τα λουλούδια που πατούσαμε σηκώνονταν από μόνα τους πάλι όρθια».