«Τῆς μετανοίας ἄνοιξόν μοι πύλας Ζωοδότα…»
Μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ εἰσήλθαμε στήν κατανυκτική περίοδο τοῦ Τριωδίου, ἡ ὁποία ἀρχίζει τήν Κυριακή τοῦ Τελώνου καί τοῦ Φαρισαίου καί λήγει τό Μεγάλο Σάββατο. Οἱ ἱερές ἀκολουθίες, οἱ ὕμνοι, οἱ παραβολές, ἡ τιμή πρός τούς Ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας, τό Σταυρικό Πάθος καί ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, μᾶς ὁδηγοῦν στήν ἐπίγνωση τῆς ἀμέτρητης ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί τῆς δικῆς μας ἁμαρτωλότητος.
1. Ἡ παραβολή τοῦ Τελώνου καί τοῦ Φαρισαίου. Ὁ Φαρισαῖος ὁ ὁποῖος ἀνῆκε στήν ὑψηλότερη κοινωνική τάξη τῆς ἐποχῆς του, ὑπέφερε ἀπό τήν ἀλαζονεία, τήν κατάκριση, τήν ἀδικία, τή διεστραμμένη εὐσέβεια καί τόν πλανεμένο φαρισαϊσμό. Ὁ Τελώνης, ἀντίθετα, νιώθει τή μηδαμηνότητά του ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί δέν τολμᾶ νά σηκώσει τά μάτια του στόν οὐρανό. Αίσθάνεται καλά τίς ἁμαρτίες του, τήν ταπείνωσή του καί τή ντροπή, πού πρέπει νά νιώθει μπροστά στό Θεό καί ἔλεγε: «Ὁ Θεός ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ» (Λουκ. 18,13).
Ὁ ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς μελετώντας τή στάση τοῦ Τελώνη λέει τά ἑξῆς: «Γιατί, ὅμως, χτυπάει κυρίως τό στῆθος του καί ὄχι τό κεφάλι του ἤ τά χέρια του; Ἐπειδή ἡ καρδιά βρίσκεται στό στῆθος καί ἡ καρδιά εἶναι ἡ πηγή κάθε ἁμαρτίας καί κάθε ἀρετῆς».
2. Ἡ Παραβολή τοῦ Ἀσώτου Υἱοῦ. Διδάσκει, ὅτι δέν ὑπάρχει ἁμάρτημα ὅσο μεγάλο κι ἄν εἶναι, πού νά μπορεῖ νά νικήσει τή φιλάνθρωπη γνώμη τοῦ Θεοῦ. Ἀποδεικνύεται, περίτρανα, ὅτι ὁ ἄσωτος υἱός «ἦλθε εἰς ἑαυτόν», πού σημαίνει ὅτι, ὅσο καιρό ζοῦσε στήν ἁμαρτία, ἦταν ἐκτός ἑαυτοῦ, κι ἔτσι εἶναι. Λέγει ὁ ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς: «Ὅταν περιπλανώμαστε μέ τίς αἰσθήσεις μας ἔξω ἀπό τόν ἑαυτό μας ἀποξενωνόμαστε ἀπό μᾶς τούς ἴδιους, ἀπό τόν ἐσωτερικό μας κόσμο καί ἐγκαταλείπουμε τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ πού εἶναι «ἐντός ὑμῶν» (Λουκ. 17,21).
3. Ἡ Ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου καί Κατανυκτικοῦ Κανόνος τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέα Κρήτης. Ὅσον ἀφορᾶ τό περιεχόμενό του ἀναφέρεται σέ ὅλη τήν ἱστορία τῆς Παλαιᾶς καί τῆς Καινῆς Διαθήκης. Διά τοῦ Κανόνος τούτου ὁ Ἅγιός μας προτρέπει κάθε ψυχή νά μιμεῖται καί νά ζηλεύει, ἀπό τίς ἱστορίες τῆς Ἁγίας Γραφῆς (Παλαιᾶς καί Καινῆς), ὅσα ἀγαθά καί ὠφέλιμα γιά νά λαμβάνει ἐνίσχυση καί χάρη. ὅσα δέ φαῦλα νά τά ἀποφεύγει καί νά ἀνατρέχει πάντα πρός τό Θεό μέ μετάνοια, μέ δάκρυα, μέ ἐξομολόγηση καί μέ κάθε ἄλλη πρός Αὐτόν ἐνάρετη πράξη.
4. Ἠ μνήμη τῆς Ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας. Τελεῖται τήν 1η Ἀπριλίου. θεσπίσθηκε, ὅμως, αὐτή νά τελεῖται τήν 5η Κυριακή τῶν Νηστειῶν, ἐπειδή πλησιάζει τό τέλος τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, γιά νά διεγείρει πρός μετάνοια τούς ραθύμους καί ἁμαρτωλούς, προβάλλοντας ὡς ὑπόδειγμα τήν ἑορταζομένη Ἁγία.
5. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας καθιέρωσαν τή Μεγάλη Τρίτη τό βράδυ, πού ψάλλεται ὁ ὄρθρος τῆς Μ. Τετάρτης, νά ἐνθυμούμαστε τήν πόρνη γυναίκα, πού ἄλειψε μέ μύρο τόν Κύριό μας.
Ψάλλεται, ἐπίσης, τό τροπάριο τῆς Ὁσίας Κασσιανῆς τῆς Ὑμνογράφου, τό ὁποῖο ἀναφέρεται στή σχετική περικοπή τοῦ Κατά Ματθαῖον Εὐγγελίου (Ματ. 26,6 κ.ἑ). Εἶναι συγκινητικό τό γεγονός ὅτι, παρά τό βάρος τῶν ἁμαρτιῶν της, προσέρχεται στό φιλάνθρωπο Χριστό μέ δάκρυα. τόν θερμοπαρακαλεῖ μέ ὅλη τή δύναμη ἐκ βάθους ψυχῆς, ζητώντας νά δεχθεῖ τήν εἰλικρινή της μετάνοια καί τίς πηγές τῶν δακρύων. νά καμφθεῖ πρός τούς στεναγμούς τῆς καρδιᾶς της, χαρίζοντάς της τήν πολυπόθητη συγχώρηση καί ἐλευθερώνοντάς την ἀπό τό βόρβορον καί τόν οἶστρο τῆς ἀκολασίας. ἀπό τόν ζοφώδη καί ἀσέληνο ἔρωτα τῆς ἁμαρτίας στόν ὁποῖο ἦταν βυθισμένη μέχρι τότε. Γι’ αὐτό εἶναι ἀνάγκη, συνεχῶς, νά ἀναφωνοῦμε ὅλοι ἐκ βάθους ψυχῆς: «Φιλάνθρωπε καί Οἰκτίρμον, ἐκ τοῦ βορβόρου τῶν ἔργων μου ρῦσαί με».
Τί εἶναι Μετάνοια καί Ἐξομολόγηση;
Εἶναι ἡ ἐσωτερική συντριβή καί ταπείνωση, αὐτομεμψία, μιά πνευματική ἐμπειρία τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ, ὁ καρδιακός πόνος, γιατί ἁμαρτήσαμε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί δωρεά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ μετάνοια μέ τήν ἐξομολόγηση εἶναι τό κλειδί τοῦ Παραδείσου.
Ὁ Μέγας Ἀντώνιος, ὁ καθηγητής τῆς ἐρήμου, διδάσκοντας τούς μαθητάς του τή δύναμη τῆς μετανοίας ἔλεγε: «Ἄν θέλει ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ ἀπό τήν Ἀνατολή ὥς τή Δύση τοῦ ἡλίου νά φθάσει στήν ἁγιότητα».
Ὁ Ἅγιος Ἐφραίμ ὁ Σύρος γράφει ὅτι: «Ἡ μετάνοια τοῦ ἀνθρώπου εἶναι πανηγύρι γιά τό Θεό».
Ὁ δέ Μέγας Ἀθανάσιος ὑπογραμμίζει: «Ἀρχή δέ τῆς σωτηρίας ἡ ἐξομολόγησις» (ἐξήγησις εἰς ψαλμόν 118 M.P.G 27,181Α).
Καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος ἀναφέρει ὅτι ἄνευ ἐξομολογήσεως «οὐδείς ἀφέσεως τεύξεται» (Ἰωάννου Κλίμακος 4 M.P.G 88,684 D).
Ἐρωτηθείς ὁ Ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης γιά τή μετάνοια, ἀπαντᾶ: «Μετάνοια πραγματική εἶναι πρῶτα νά συναισθανθεῖ ὁ ἄνθρωπος τό σφάλμα του, νά πονέσει, νά ζητήσει συγχώρεση ἀπό τό Θεό καί μετά νά ἐξομολογηθεῖ. Ἔτσι θά ἔλθει ἡ Θεία παρηγοριά καί ὁ ἄνθρωπος θά αἰσθάνεται ἀνάλαφρος. Γι’ αὐτό συνιστῶ πάντα μετάνοια καί ἐξομολόγηση. Μόνο ἐξομολόγηση ποτέ δέν συνιστῶ». Ἰδιαιτέρως, τόνιζε ὅτι «κατά τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως θά φανερωθοῦν ὅλες οἱ ἁμαρτίες καί αὐτές πού ἔχουμε ἐξομολογηθεῖ, ἄν δέν ἔχουμε μετανοήσει, διότι δέν ἀρκεῖ μιά ἁπλή ἐξαγόρευση χωρίς ἀληθινή μετάνοια».
Ποιές εἶναι οἱ βασικές ἀλήθειες γιά νά κάνουμε εἰλικρινή καί καθαρή Ἐξομολόγηση;
v Τό Μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως εἶναι Θεοΐδρυτος θεσμός, ἀφοῦ μόνο ὁ Κύριος ἔχει τό δικαίωμα νά συγχωρεῖ ἁμαρτίες. Αὐτό τό δικαίωμα τό μεταβίβασε καί τό ἐμπιστεύθηκε στούς Ἀποστόλους μετά τήν Ἀνάστασή Του: «…Καί τοῦτο εἰπών ἐνεφύσησε καί λέγει αὐτοῖς. λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον. ἄν τινων ἀφῆτε τάς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται»
(Ἰωαν. 20, 22-23). Δηλαδή, μιλώντας μέ τούς μαθητάς του ἐμφύσησε στά πρόσωπά τους, γιά νά τούς μεταδώσει τήν πνοή τῆς νέας οὐρανίου ζωῆς καί τούς εἶπε: «Λάβετε Πνεῦμα Ἅγιο». Σέ ὅποιους συγχωρήσετε τίς ἁμαρτίες, τούς συγχωροῦνται καί ἀπό τό Θεό. σέ ὅποιους τίς κρατεῖτε ἀσυγχώρητες, θά μείνουν γιά πάντα κρατημένες.
v Πρίν ἐπιλέξουμε τόν Πνευματικό μας Πατέρα, προσευχόμαστε στό Θεό νά μᾶς φωτίσει ποιός θά γίνει ὁδηγός τῆς ψυχῆς μας. Ὁ Πνευματικός εἶναι ὁ οἰκονόμος τῶν μυστηρίων τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ὁ ὁδηγός στήν ἐν Χριστῷ ζωή. Ὁ φορέας τῆς Θείας Χάριτος, ὁ ἰατρός τῆς ψυχῆς μας.
v Πρίν τήν ἐξομολόγηση προσευχόμαστε στό Θεό γιά νά μᾶς φωτίσει νά βροῦμε τά ἁμαρτήματά μας. Ὁ Μ. Ἀντώνιος ἔγραφε τίς ἁμαρτίες του γιά νά μή τίς λησμονήσει. Γράφουμε τίς ἁμαρτίες μας σέ ἕνα χαρτί γιά νά μήν τίς ξεχάσουμε.
Ἡ ἐξομολόγηση νά εἶναι ταπεινή, εὐπρεπής, περιεκτική, διακριτική, εὐλαβής, θεληματική, κατανυκτική, ἀποφασιστική, κατηγορική. Ἀπαραίτητη εἶναι ἡ συναίσθηση, ἡ συντριβή καρδίας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί ἡ εἰλικρίνεια. Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός λέγει: «ἄν ἔχης 100 ἁμαρτίες καί πῆς στόν πνευματικό τίς 99 μή φανερώνοντας τή μία, ὅλες θά σοῦ μείνουν ἀσυγχώρητες».
v Οἰ ἐχθροί τῆς ἐξομολογήσεως εἶναι ὁ ἐγωϊσμός, ἡ δικαιολογία, ἡ πολυλογία, ἡ αὐτοδικαίωση, οἱ δαιμονικοί λογισμοί, ἡ ντροπή ἡ κατάκριση, ἡ ἀνθρωπαρέσκεια, ἡ προσωπολατρία στόν πνευματικό, ὁ ἐνδοιασμός γιά τό ἀπόρρητο τοῦ ἱεροῦ Μυστηρίου τῆς Μετανοίας, ἡ ἀναβλητικότητα, ἡ ἀναισθησία, ἡ σκληροκαρδία και ἡ ἔλλειψη αὐτογνωσίας. Σύμφωνα μέ τόν Ἅγιο Κοσμᾶ τόν Αἰτωλό ἐξομολογούμαστε τουλάχιστον 4 φορές τό χρόνο. Ἔχουμε μόνιμο Πνευματικό καί δέν τόν ἀλλάζουμε μέ εὐκολία. Τουλάχιστον μία φορά στή ζωή μας πρέπει νά κάνουμε γενική ἐξομολόγηση.
v Στόν Πνευματικό μας πρέπει νά ἔχουμε πλήρη ἐμπιστοσύνη. Ἄν ἐμφανισθεῖ σέ σχέση μέ τόν Πνευματικό κάποια σύγχυση, ἔλλειψη ἐμπιστοσύνης, ὑπόνοια, ἀμέσως νά τό ποῦμε στόν Πνευματικό μέ πλήρη εἰλικρίνεια, ἀλλιῶς ὁ ἐχθρός μπορεῖ νά μᾶς καταστρέψει.
v Πρίν ἔρθουμε στόν Πνευματικό γιά κάποιο πρόβλημά μας, πρέπει νά προσευχηθοῦμε μέσα ἀπό τήν καρδιά μας, γιά νά φανερώσει ὁ Θεός στόν Πνευματικό τό θέλημά Του. Νά τοῦ ζητήσουμε νά μᾶς δώσει κανόνες γιά τήν ἐκκλησιαστική ζωή, τήν προσευχή, τήν ἐλεημοσύνη, τήν ἄσκηση, τίς ἱερές Ἀκολουθίες καί γιά πράξεις ἀγάπης.
Τήν ἐξομολόγηση τήν ἀρχίζουμε μέ τά προσωπικά μας ἁμαρτήματα (πρῶτα τά σοβαρά καί μετά τά ἁπλούστερα). Ἐπίσης ὅ,τι ἔχει σχέση μέ τό οἰκογενειακό, κοινωνικό καί ἐπαγγελματικό περιβάλλον. Στό τέλος ἐκφράζουμε ἀπορίες καί προβληματισμούς. Ὁ Πνευματικός μας κανονίζει τό θέμα τῆς Θείας Κοινωνίας. Τά ἐπιτίμια ἤ οἱ κανόνες εἶναι θεραπευτικά φάρμακα τῆς ψυχῆς.
v Συνεχῶς νά προσευχόμαστε γιά τόν Πνευματικό μας καί νά ζητοῦμε πάντοτε τήν εὐλογία του καί τίς προσευχές του. Στίς δύσκολες περιστάσεις νά ἐπικαλούμαστε τόν Κύριο: «Κύριε, δι’ εὐχῶν τοῦ Πνευματικοῦ μου πατρός βοήθησέ με».
v Μετά τήν ἐξομολόγηση γονατίζουμε ἐνώπιον τοῦ Πνευματικοῦ καί ἀσπαζόμαστε πρῶτα τό Πετραχήλι καί μετά τό χέρι του.
v «Καθένας νά ἀγωνίζεται μέ φιλότιμο, ἀνάλογα μέ τίς δυνατότητές του καί νά καλλιεργεῖ τό φιλότιμο, γιά νά ἀναπτυχθεῖ ἡ ἀγάπη του πρός τό Θεό», λέει ὁ Ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης.
Ποιά εἶναι ἡ ἀξία καί ποιές οἱ ὠφέλειες ἀπό τή Μετάνοια καί τήν Ἐξομολόγηση;
v Ἐπιτυγχάνουμε τή συμφιλίωσή μας μέ τό Θεό τῆς ἀγάπης, ἀφοῦ ἡ ἁμαρτία μᾶς ἀπομακρύνει, μᾶς ἀλλοτριώνει καί μᾶς διαστρέφει. Ὅσο περισσότερο ταπεινωνόμαστε καί εἴμαστε εἰλικρινεῖς στό Μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως, τόσο ἔρχεται ἡ χάρις, τό ἔλεος καί ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ «ἡ ὑπερέχουσα πάντα νοῦν» (Φιλιπ. 4,7).
v Ὁ Θεός μᾶς καλεῖ νά ἀποτινάξουμε «τόν παλαιόν ἄνθρωπον σύν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ» (Κολ. 3,9). Μᾶς συνιστᾶ πώς πρέπει νά ἐκκαθάρουμε τήν παλαιά ζύμη τῆς ἁμαρτίας, γιά νά γίνουμε νέο φύραμα μέ βίο καθαρό, ἐλεύθεροι ἀπό τή δουλεία τῆς ἁμαρτίας, ἀνακαινισμένοι μέ βαθύτερη ἐπίγνωση καί βίωση τῆς πίστεως καί τῆς Θεϊκῆς διδασκαλίας.
v Ἡ μετάνοια καί ἡ καταφυγή στό πετραχήλι τοῦ Πνευματικοῦ μᾶς δίνει τή δυνατότητα νά προσέλθουμε στό Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας καί νά πάρουμε τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καί εἰς ζωήν τήν αἰώνιον».
Γιά τή μετάνοια καί τήν ἐξομολόγηση ὁ Ἅγιος Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής λέγει:
· «Ὅταν ἐξομολογεῖται ὁ ἄνθρωπος, καθαρίζεται ἡ ψυχή του καί γίνεται ἀδἀμαντας φωτεινός… Χωρίς τήν ἐξομολόγηση μετάνοια δέ λογίζεται. καί χωρίς τή μετάνοια ὁ ἄνθρωπος δέν σώζεται…
· Ἄν δέν ἀφήσεις τήν ἁμαρτία ὅ,τι κι ἄν κάνεις πηγαίνει χαμένο. Μόλις χωρίσεις καί ἀφήσεις τήν ἁμαρτία ὅλα εἶναι συγχωρημένα μετά τήν ἐξομολόγηση.
· Ὅλα συγχωροῦνται, μόνον ὅσα δέν ἐξομολογηθοῦν, ἐκεῖνα δέν συγχωροῦνται… Χῦσε δυό σταγόνες δάκρυα μέ πόνο ψυχῆς, καί ξεπλύνεται ὅλος ὁ ρύπος».
· Ὁ Ἅγιος Διάδοχος Φωτικῆς ἐπισημαίνει: «Δέν θά μᾶς κρίνει ὁ Θεός ἐπειδή ἁμαρτήσαμε, ἀλλά ἐπειδή δέν μετανοήσαμε».
· Καί ὁ Ὅσιος Ἐφραίμ ὁ Φιλοθεΐτης τονίζει: «Ἡ μετάνοια ἔχει μεγάλη δύναμη. Παίρνει τό κάρβουνο καί τό κάνει διαμάντι. Παίρνει τόν λύκο καί τόν κάνει ἀρνί. Παίρνει τόν ἄγριο καί τόν κάνει ἅγιο. Παίρνει τόν αἱματοβαμμένο ληστή καί τόν κάνει πρῶτο κάτοικο τοῦ Παραδείσου. Ἀκριβῶς, ἐπειδή ἔχει τέτοια δύναμη ἡ μετάνοια, γι’αὐτό ὁ Διάβολος ἀγωνίζεται ν’ ἀποτρέψει τόν ἄνθρωπο ἀπό τή μετάνοια. Ἔτσι ἐξηγοῦνται οἱ ἀντιρρήσεις πολλῶν ἀνθρώπων ὡς πρός τή μετάνοια καί ἐξομολόγηση».
Νά δοξάσουμε τόν Πανάγαθο Θεό, γιατί ἀνήκουμε στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἡ ὁποία μετά τό Ἅγιο Βάπτισμα μᾶς παρέχει τό Μυστήριο τῆς Μετανοίας καί Ἐξομολογήσεως μέ τό ὁποῖο δίδεται ἡ ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας.
Οἱ αἱρετικοί Παπικοί δέχονται τό μυστηριακό χαρακτήρα τῆς μετανοίας, ἀλλά στηρίζονται στή νομική ἀντίληψη τῆς σωτηρίας καί παράλληλα μειώνουν τόν ἀπόλυτο χαρακτήρα τῆς ἐν Χριστῷ ἀπολυτρώσεως. Ἔπλασαν τίς δικές τους θεωρίες γιά ποινές, ἀξιομισθίες, ἀφέσεις καί «καθαρτήριο πῦρ», προσδίδοντας ἐξιλεωτικό χαρακτήρα σ’ αὐτά, προκειμένου να ἱκανοποιήσουν καί ἐξευμενίσουν τή θεία δικαιοσύνη.
Κατόπιν, οἱ αἱρετικοί Προτεστάντες ἀπέρριψαν τή μετάνοια ὡς μυστήριο, ἀντιδρώντας στίς καταχρήσεις τοῦ Παπισμοῦ, μέ ἀποτέλεσμα νά θεωροῦν ὅτι ἡ συγχώρεση τῶν ἁμαρτιῶν γίνεται ἄμεσα ἀπό τό Θεό, ἐξαιτίας τῆς ἀξιομισθίας τῆς θυσίας τοῦ Χριστοῦ καί τῆς δυνάμεως τοῦ Βαπτίσματος.
Οἱ ἀντορθόδοξες προτεσταντικές ἀντιλήψεις, ὅμως, ἔρχονται σέ ἀπόλυτη ἀντίθεση μέ τή χορήγηση τῆς ἐξουσίας ἀπό τό Χριστό στήν Ἐκκλησία καί τούς Ἐπισκόπους, κατ’ ἐπέκταση καί στούς κληρικούς νά συγχωροῦν τίς ἁμαρτίες, γεγονός πού φανερώνει καί τό μυστηριακό χαρακτήρα τῆς μετανοίας. Ἄλλωστε, ἐκτός ἀπό αὐτό ὑπάρχει καί ἡ πράξη τῆς ἀρχαίας ἑνωμένης Ἐκκλησίας.
Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά, διαπιστώνουμε μέ λύπη, ὅτι στίς μέρες μας πολλοί ἄνθρωποι, ἀντί νά προστρέχουν στόν πνευματικό πατέρα - ἐξομολόγο γιά πνευματικά θέματα, καταφεύγουν στούς ψυχολόγους καί ψυχαναλυτές, στούς ἰατρούς καί κοινωνικούς λειτουργούς. Ἀναμφίβολα, οἱ ἐπιστήμονες ὅταν βλέπουν τούς ἀνθρώπους ὡς κατ’εἰκόνα Θεοῦ πλασμένους καί ὄχι ὡς πελάτες, μποροῦν ἀρκετά νά τούς βοηθήσουν. Ὁ ἐξομολόγος, ὅμως, ἐμφορούμενος ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα μπορεῖ νά βοηθήσει τήν ψυχή καταλυτικά μέ τή Θεία δύναμη καί τήν παρουσία τῆς Θείας Χάριτος στό Μυστήριο, οὕτως ὥστε νά ἀπαλλάξει τόν ἄνθρωπο ἀπό τά ἀδιέξοδα τῆς ἐποχῆς μας καί τήν ἀπελπισία.
Τό ἱερό Μυστήριο δέν βασίζεται σέ συμπεράσματα τῆς ἀνθρωπίνης ἐπιστήμης, εἶναι καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (Γαλ. 5,22) καί ὁ ἐξομολόγος εἶναι φορέας τοῦ πνεύματος αὐτοῦ. Οἱ ἐν λόγῳ ἐπιστῆμες παρέχουν βοήθεια στόν ἄνθρωπο γιά νά λύσει τά προβλήματα τῆς ζωῆς αὐτῆς. δέν ὑπερβαίνουν δηλαδή τά ὅρια τοῦ θανάτου. Δέν ἀγγίζουν τό χῶρο στόν ὁποῖο ἡ ἐξομολόγηση ἀποσκοπεῖ νά ὁδηγήσει τόν πιστό, στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.
Ὁ Ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης ἔλεγε: «…Καί βλέπεις, πολλοί, ἐνῶ ἔχουν προβλήματα πού τά προκάλεσαν οἱ ἁμαρτίες τους, δέν πηγαίνουν στόν πνευματικό πού μπορεῖ νά τούς βοηθήσει θετικά, ἀλλά καταλήγουν νά ἐξομολογοῦνται στούς ψυχολόγους. Λένε τό ἱστορικό τους, τούς συμβουλεύονται γιά τά προβλήματά τους, κι ἄν ἔχουν νά περάσουν ἕνα ποτάμι, τούς ρίχνουν μέσα καί ἤ πνίγονται ἤ βγαίνουν, ἀλλά ποῦ βγαίνουν… Ἐνῶ, ἄν πᾶνε νά ἐξομολογηθοῦν στόν πνευματικό θά περάσουν ἀπό τήν ἄλλη ὄχθη ἀπό τή γέφυρα ἄνετα, γιατί μέ τό μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως, ἐνεργεῖ ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ καί λυτρώνονται» (Γ΄ τόμος, Λόγοι Γέροντος Παϊσίου, σελ.244).
Ὁ χριστιανός εἴτε κληρικός εἶναι εἴτε λαϊκός, ὅταν προσέρχεται μέ μετάνοια καί ἐξομολόγηση στό Ποτήριο τῆς ζωῆς, τή Θεία Κοινωνία, γίνεται σύσσωμος καί σύναιμος Χριστοῦ. Γι’αὐτό καί ὁ ἱερός Αὐγουστίνος συνιστᾶ: «Τρῶγε τήν Ζωήν. Πίνε τήν Ζωήν. Θά ἔχεις τήν Ζωήν καί θά εἶναι ἀκεραία ἡ ζωή, ἡ ὁποία μεταδίδεται διά τοῦ ἱεροῦ Μυστηρίου».
Δέν φοβᾶται οὔτε τίς θλίψεις οὔτε τίς δοκιμασίες οὔτε τά χτυπήματα τοῦ διαβόλου οὔτε τούς θανατηφόρους ἰούς, οὔτε καί τόν κορωνοϊό πού στήν ἐποχή μας τόν θεοποίησαν καί τόν χρησιμοποίησαν ὡς φόβητρο καί διωγμό ἐναντίον τῆς Θείας Κοινωνίας, τῶν Ἱερῶν Λειψάνων, τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας, ὅπου λατρεύεται ὁ ζωντανός Τριαδικός μας Θεός καί τιμᾶται ἡ Παναγία καί οἱ Ἅγιοί μας.
Ἔχοντας τέτοια πνευματικά ἐφόδια ὁ χριστιανός γίνεται καινούριος ἄνθρωπος, ἄνθρωπος τοῦ Χριστοῦ, ἐξοπλισμένος μέ τήν πανοπλία τοῦ Θεοῦ, ἐνδύεται τόν θεοειδή «τόν ἀνακαινούμενον εἰς ἐπίγνωσιν κατ’ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν» (Κολ. 3,10). Ἀπορρίπτει τά ἔργα τοῦ σκότους πού εἶναι οἱ ἁμαρτίες και τά πάθη. «ἀποθώμεθα οὖν τά ἔργα τοῦ σκότους καί ἐνδυσώμεθα τά ὅπλα τοῦ φωτός» (Ρωμ. 13,12). Ἐνδύεται τή Χάρη τῶν ἱερῶν Μυστηρίων και τῶν ἁγίων ἀρετῶν καί προξενεῖ ἀνεπανόρθωτη ζημία στό διάβολο καί διαλύει τό σκοτάδι του.
Αὐτές τίς πονηρές ἡμέρες, ἐξ αἰτίας τῆς ὑποχωρητικότητος πού δείξαμε οἱ Ἀρχιερεῖς καί οἱ Κληρικοί, περιφρονήσαμε τό λαό τοῦ Θεοῦ καί ἀρνηθήκαμε τό Μυστήριο τῆς ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως καί τῆς Θείας Κοινωνίας. Ὑποταχθήκαμε στόν Καίσαρα καί ἀλλοίμονο μας! Μπορεῖ νά ἔφυγαν ἀνεξομολόγητοι καί ἀκοινώνητοι ἄνθρωποι μέ δική μας ὑπαιτιότητα. Ποιός θά ἐπωμισθεῖ τώρα τίς ἁμαρτίες αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων; Ποιός ἔχει τήν εὐθύνη γιά τό ὅτι οἱ ἄνθρωποι ἤθελαν νά ἐξομολογηθοῦν, ἀλλά δέν εὕρισκαν τούς πνευματικούς τους πατέρες;
Πῶς θά ἀπολογηθοῦν στό Θεό οἱ Ἐκκλησιαστικοί Ἄρχοντες, ὅταν προτρέπουν τούς ἀνθρώπους νά κάνουν ἕνα ἐμβόλιο πού εἶναι λουσμένο ἀπό τά αἵματα ἀθώων ψυχῶν, ὄχι μόνον ἀπό ἐκεῖνα πού εἶναι νεκρά, ἀλλά καί ἀπό τίς ἐξωσωματικές γονιμοποιήσεις;
Εὐτυχῶς, ἀκούστηκαν καί ὑγιεῖς φωνές πού μᾶς ἀνέπαυσαν μέ τίς δηλώσεις καί τά κείμενά τους, ὅπως τοῦ σεμνοῦ καί ἀγωνιστοῦ Ἱεράρχου τῆς Μητροπόλεως Κυθήρων & Ἀντικυθήρων κ. Σεραφείμ, τοῦ Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου, τοῦ Γέροντος Παρθενίου, Ἡγουμένου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Παύλου τοῦ Ἁγίου Ὄρους, τοῦ Γέροντος Εὐθυμίου ἀπό τήν Καψάλα Ἁγίου Ὄρους, τοῦ Ἀρχιμανδρίτου Ἀντωνίου Στυλιανάκη, τοῦ π. Στεφάνου Ἀναγνωστοπούλου, τοῦ π. Στυλιανοῦ Καρπαθίου, τοῦ π. Βασιλείου Βολουδάκη, τοῦ Μοναχοῦ π. Ἀρσενίου Βλιαγκόφτη, τῶν Ἐφημερίδων «’Ορθόδοξος Τύπος» καί «Στῦλος Ὀρθοδοξίας», τοῦ περιοδικοῦ «Θεοδρομία», καθώς καί τοῦ Συλλόγου «Άφῆστε με νά ζήσω».
Ὁ πολυσέβαστος Γέροντας Γαβριήλ ὁ Ἁγιορείτης, πού ζεῖ στή Σκήτη τῆς Μονῆς Κουτλουμουσίου, σέ τηλεφωνική μας ἐπικοινωνία εἶπε, ὅτι τό μολυσμένο ἐμβόλιο πού θέλουν νά μᾶς χορηγήσουν, τοῦ ὑπενθύμισε τόν Ἰουλιανό τόν Παραβάτη, πού προσέταξε, κρυφά, κατά τήν πρώτη ἑβδομάδα τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς, νά ραντισθοῦν τά τρόφιμα τῆς ἀγορᾶς μέ τά αἵματα τῶν εἰδωλικῶν θυσιῶν, γιά νά μολυνθοῦν οἱ χριστιανοί. Ὡστόσο, ἡ θαυμαστή ἐπέμβαση τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Τήρωνος, πού παρουσιάστηκε στόν ὕπνο τοῦ τότε Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως Εὐδοξίου, ἐμπόδισε τούς χριστιανούς νά φᾶνε τίς μολυσμένες τροφές, μέ τήν ἀναπλήρωση τῶν κολλύβων.
Θά δώσουμε, λοιπόν, φρικτό λόγο στό Θεό, γιά τή φιλαυτία μας καί γιατί ἐπηρεαστήκαμε ἀπό τίς δυνάμεις τοῦ σκότους, τήν ἄθεη, ἀντιχριστιανική καί ἀνθελληνική πολιτική ἡγεσία πού ἀπεργάζεται τόν ἐκμαυλισμό, τή διαστροφή καί τήν ἀλλοίωση τοῦ ἑλληνορθοδόξου φρονήματος. Ἀρνηθήκαμε τό Θεό τῆς ἀγάπης. δέν ἀφεθήκαμε στή Θεία Του χάρη, ὅπως ἔκαναν οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, οἱ ὁποῖοι δέν ὑπολόγισαν τίποτε στή ζωή τους.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γιά τή θυσιαστική ἀγάπη πρός τό Χριστό ἐκφράζεται ὡς ἑξῆς: «Τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπό τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ; Θλῖψις ἤ στενοχωρία ἤ διωγμός ἤ λιμός ἤ γυμνότης ἤ κίνδυνος ἤ μάχαιρα;… ἀλλ’ ἐν τούτοις πᾶσι ὑπερνικῶμεν διά τοῦ ἀγαπήσαντος ἡμᾶς» (Ρωμ. 8,35,37). Τέτοια ἀγάπη ἔδειξε σέ μᾶς ὁ Χριστός. Ποιός, λοιπόν, θά μπορέσει νά μᾶς χωρίσει ἀπό τήν ἀγάπη αὐτή, πού μᾶς ἔχει ὁ Χριστός; Μήπως θά μᾶς καταστήσει λιγώτερο ἀγαπητούς στό Χριστό ἤ μήπως θά μᾶς χωρίσει ἀπό αὐτόν θλίψη ἀπό ἐξωτερικές περιστάσεις ἤ στενοχώρια καί ἐσωτερική πίεση τῶν καρδιῶν μας ἤ διωγμός ἤ πείνα ἤ γύμνια καί ἔλλειψη ρούχων ἤ κίνδυνος ἤ μαχαίρι πού νά μᾶς φοβερίζει μέ σφαγή; … Ἀλλ’ ὅλα αὐτά τά ὑπερνικοῦμε μέ τή βοήθεια τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος μᾶς ἀγάπησε καί δέν μᾶς ἀφήνει ἀπροστάτευτους στούς κινδύνους καί στίς δύσκολες αὐτές περιστάσεις.
Ἄς ζητήσουμε, λοιπόν, συγγνώμην ἀπ’ ὅλους τούς χριστιανούς, τούς ὁποίους προδώσαμε αὐτόν τόν καιρό εἴτε κλείνοντας τούς Ναούς εἴτε ἀρνούμενοι τίς μεγάλες ἑορτές τῆς Ἐκκλησίας εἴτε χρησιμοποιώντας ἀντισηπτικά καί μάσκες εἴτε ἀρνούμενοι τό Μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως καί τῆς Θείας Κοινωνίας, γιά νά μᾶς συγχωρήσει ὁ Θεός. Διαφορετικά, θά δώσουμε φρικτό λόγο κατά τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως.
Ἐν ὄψει δέ τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, κληρικοί καί λαϊκοί, ἄς ἐπιδοθοῦμε στήν προσευχή, τή μετάνοια καί τή νηστεία, γιατί μέ αὐτά τά ὅπλα θά ἑλκύσουμε τό ἔλεος καί τή χάρη τοῦ Θεοῦ. Καί τοῦτο τό Πάσχα, ἄς μήν πικράνουμε τόν Ἐσταυρωμένο Κύριό μας κλείνοντας τούς Ναούς, ὅπως θέλουν ἐκεῖνοι πού μηχανεύονται τήν Παγκόσμια Δικτατορία τοῦ Ἄντιχρίστου.