Οι πνευματικές εμπειρίες που έζησε σ’ αυτή την πνευματική «παλαίστρα» του κελιού του ήταν γνωστές μόνο στο Θεό και στον άγιο Συμεών. Κάποτε μου διηγήθηκε μιλώντας όχι σαν Γέροντας αλλά σαν ντροπαλός μαθητής που κοκκινίζει όταν λέει κάτι:
Μια μέρα είπα να προσευχηθώ αληθινά. Μέσα σε λίγη ώρα άρχισε το κελί να σείεται σαν να γινόταν μέγας σεισμός. Νόμιζα ότι το μοναστήρι θα πέσει και θα με πλακώσει. Εγώ συνέχισα την προσευχή μου δυνατά. Και τότε ήρθαν μες στο κελί μου τα πονηρά πνεύματα και πιαστήκαμε στα χέρια. Έγινε μεγάλη πάλη. Η προσευχή δεν σταμάτησε. Κάποια στιγμή άκουσα το τάλαντο να χτυπάει. Βγήκα έξω στο μπαλκόνι όπου κρεμόταν ένα μικρό βρυσάκι. Έπλυνα το πρόσωπό μου και τακτοποίησα τα μαλλιά μου και τα γένια μου που είχαν γίνει άνω-κάτω. Ένας από τους πατέρες που είδε το πρόσωπό μου κόκκινο με κοίταξε περίεργα και με ρώτησε αν έπαθα τίποτα: «Όχι παιδί μου, δεν έχω τίποτε» του απάντησα. Και πήγαμε στην εκκλησία.
***
Θέλοντας να δείξει πόσο μεγάλη είναι η ευθύνη του ιερέα, έλεγε: Παιδί μου, λογικός άνθρωπος δεύτερη φορά παπάς δεν γίνεται! Μου έκλεισε ο Θεός τα μάτια ώστε να μην βλέπω την ευθύνη της ιεροσύνης και έτσι χειροτονήθηκα. Συγκινημένος μου φανέρωνε χωρίς να το θέλει ορισμένες συνταρακτικές εμπειρίες του: Εμάς τους παπάδες ας είμαστε και αμαρτωλοί, πολύ μας αγαπάει ο Χριστός. Μας είναι υποχρεωμένος που λειτουργούμε! Γι’ αυτό έρχεται την ώρα της λειτουργίας, μας αγκαλιάζει και μας φιλάει. Και άρχισε ο Γέροντας να κλαίει σαν μικρό παιδάκι.
***
Ένας από τους πατέρες μια φορά του είπε: Γέροντα, είδες πως ευωδιάζουν οι εικόνες στην εκκλησία; Κι ο Γέροντας του απάντησε: Παιδί μου, τα ντουβάρια της εκκλησίας ευωδιάζουν και οι εικόνες δεν θα ευωδιάζουν;
***
Τον Γέροντα τον πλούτισε ο Χριστός με τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος. Γι’ αυτό ο Άγιος Παΐσιος σε κάποιον προσκυνητή που τον παρακάλεσε να του συστήσει έναν καλό πνευματικό, του είπε: Να πας στο μοναστήρι του Φλαμουρίου στο Βόλο και να εξομολογηθείς στον γέροντα Γαβριήλ. Αυτόν έχω εμπιστοσύνη.
***
Μια φορά μετά τη Θεία Λειτουργία μου ζήτησε να πάω στο κελί του να του μετρήσω την πίεση. Με την ευκαιρία αυτή μου είπε με απλότητα: Παιδί μου, κλείσε τα μάτια σου. Και όταν τα έκλεισα με ρώτησε: Ακούς τίποτε; Όχι Γέροντα, του απάντησα. Τότε με ικανοποίηση μου είπε: Βλέπεις εδώ στο μοναστήρι μας τι ησυχία έχουμε; Εγώ τότε γέλασα. Ο Γέροντας όμως με επανάφερε στην τάξη λέγοντας: Μη γελάς! Μετά φόβου και τρόμου η σωτηρία κατεργάζεται. Μάλιστα μου συνέστησε να διαβάζω τα ασκητικά του αββά Δωρόθεου τα οποία ο ίδιος κάθε μέρα μελετούσε.
***
Η φήμη του Γέροντα είχε εξαπλωθεί σε πολλά μέρη και μοναστήρια. Μια φορά τον κάλεσαν από ένα γυναικείο μοναστήρι της Θεσσαλίας να πάει να εξομολογήσει και να ειρηνεύσει τις μοναχές και την επόμενη μέρα να λειτουργήσει. Όταν έφτασε έξω από το μοναστήρι, είπε στο πνευματικό του τέκνο που τον μετέφερε με το αυτοκίνητό του: Παιδί μου, μην κατεβάζεις τα ιερατικά μου γιατί εδώ δεν πρόκειται να λειτουργήσω.
Μπαίνοντας στο μοναστήρι, αφού προσκύνησε στην εκκλησία, οι μοναχές τον οδήγησαν στο αρχονταρίκι για το κέρασμα. Ούτε τον ευχαρίστησαν για τον κόπο της επίσκεψής του, ούτε του ζήτησαν να τις μιλήσει ή να εξομολογηθούν. Ο Γέροντας μετά από λίγο τις χαιρέτησε και γύρισε στο Βόλο μεσάνυχτα. Οι μοναχές δεν μπόρεσαν να βοηθηθούν γιατί ήταν πολύ ταραγμένες. Υπήρχε μεγάλη διαμάχη για την εκλογή νέας ηγουμένης, καθώς υπήρχαν δυο υποψήφιες για το αξίωμα αυτό.
***
Πάνω σ’ αυτό το θέμα αξίζει να αναφέρουμε μια σχετική διήγηση του Γέροντα Ιακώβου: Σε ένα γυναικείο μοναστήρι της Εύβοιας που ήμουν πνευματικός είχε «κοιμηθεί» η γερόντισσα. Στην ψηφοφορία για την ανάδειξη της νέας ηγουμένης εξελέγη μια από τις δυο υποψήφιες με μικρή πλειοψηφία. Τη νέα ηγουμένη δεν την αναγνώριζαν οι μοναχές που είχαν προτιμήσει την άλλη υποψήφια. Έλεγα σ’ αυτές: «Εσείς παιδιά μου, που δεν θέλετε τη νέα ηγουμένη, από πού θα πάρετε ευχή πριν και μετά τις ακολουθίες;». «Εμείς Γέροντα παίρνουμε ευχή από το στασίδι της μακαριστής γερόντισσας» (!). Η απάντησή τους άφησε τον Γέροντα έκπληκτο.
***
Ας αναφέρουμε και μια ακόμη εμπειρία του Γέροντα Ιακώβου: Ήταν μια μοναχή που παρεξηγήθηκε με μια άλλη. Όταν μου το ανέφερε, της είπα: «Παιδί μου, να συμφιλιωθείς μαζί της. Και μάλιστα όπως λέει η Αγία Γραφή, πριν βασιλέψει ο ήλιος». Τότε μου λέει: «Δεν μπορώ Γέροντα τόσο γρήγορα να τη συγχωρήσω. Θέλω τουλάχιστον τρεις-τέσσερις μέρες». «Μα αν παιδί μου πεθάνεις απόψε θα πας στην κόλαση!». «Να πάω Γέροντα», μου απάντησε. «Ξέρεις παιδί μου τι είναι η κόλαση; Είναι τόσο φοβερή που ο άνθρωπος δεν μπορεί ούτε να τη σκεφτεί». Φαίνεται ότι ο Γέροντας είχε ανάλογη πνευματική εμπειρία. Γι’ αυτό και έφριξε με το λόγο της μοναχής.