Παρασκευή 6 Νοεμβρίου 2020

Ὁ πόνος εἶναι ἡ ἀρχή τῆς γνήσιας πνευματικῆς ζωῆς. Ὁ ἴδιος ὁ Χριστός ἦρθε σέ μία ζωή πόνου καί Σταυροῦ

 

 Εδώ κι ένα χρόνο περίπου, κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού με τραίνο, είχα μια μακροσκελή συζήτηση μ’ ένα νεαρό Αμερικανό.
Κατά πως φαινόταν, με συνάντησε τυχαία (βέβαια, δεν υπάρχει τυχαίο στη ζωή), και μου είπε ότι μάθαινε Ρωσικά. Ήταν ένας θρησκευτικός αναζητητής που είχε βρεθεί σε όλα τα είδη των αποκαλούμενων χριστιανικών ομάδων, δεν είχε βρει τίποτα παρεκτός από υποκρισία και απάτη παντού, κι ήταν έτοιμος να παρατήσει εντελώς τη θρησκεία. Μετά όμως άκουσε ότι στη Ρωσία οι άνθρωποι υπέφεραν για την πίστη τους. Εκεί υπάρχει πόνος, σκέφτηκε, θα υπάρχει προφανώς κάτι αληθινό, και δεν μπορεί να υπάρχει τέτοια απάτη όπως στην Αμερική. Κι έτσι μελετούσε Ρωσικά με σκοπό να πάει στη Ρωσία και να συναντήσει ανθρώπους που ήταν πραγματικοί Χριστιανοί. Ως Ρωσορθόδοξος ιερέας το άκουσα αυτό με έκπληξη, γιατί ο νεαρός δεν είχε δει ποτέ πιο πριν ένα Ορθόδοξο ποιμένα ούτε είχε παρακολουθήσει κάποια Ορθόδοξη λειτουργία. Είχαμε μια μεγάλη συζήτηση για τη θρησκεία, και είδα ότι η ιδέα του ήταν πολύ σωστή: η ιδέα ότι ο πόνος μπορεί να παράγει κάτι γνήσιο, ενώ η γεμάτη απολαύσεις ζωή μας εύκολα παράγει απάτη.
Τον 4ο αιώνα, ένας μεγάλος Ορθόδοξος θεολόγος, ο άγιος Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός (που καλείται επίσης «Θεολόγος») περιέγραψε τη θρησκεία μας ως «Ορθοδοξία που υποφέρει» – και έτσι ήταν από την αρχή, σε όλη την ιστορία της Εκκλησίας. Οι ακόλουθοι του Εσταυρωμένου Θεού υφίσταντο διωγμούς και βασανιστήρια. Όλοι σχεδόν οι Απόστολοι πέθαναν σαν μάρτυρες, ο Πέτρος σταυρώθηκε ανάποδα κι ο Ανδρέας σ’ ένα σταυρό με σχήμα Χ. Κατά τη διάρκεια των τριών πρώτων αιώνων του Χριστιανισμού, οι πιστοί κατέφευγαν σε κατακόμβες και υπέμεναν τρομακτικά βάσανα. Ήταν μέσα στις κατακόμβες όπου η Θεία Λειτουργία της Εκκλησίας – την οποία σήμερα τελούμε σε μια μορφή λίγο αλλαγμένη από εκείνης της εποχής – τελείτο σε μια ατμόσφαιρα συνεχούς αναμονής του θανάτου. Μετά την εποχή των κατακομβών υπήρξε ο αγώνας να διατηρηθεί η καθαρότητα της Πίστης, όταν πολλοί δάσκαλοι προσπάθησαν να υποκαταστήσουν τις θεϊκά αποκεκαλυμμένες διδασκαλίες, τις παραδεδομένες από τον Κύριό μας Ιησού Χριστό, με τις προσωπικές τους γνώμες. Στους κατοπινούς αιώνες, υπήρχαν οι εισβολές στις Ορθόδοξες επαρχίες από Άραβες, Τούρκους, άλλους μη χριστιανικούς λαούς, και τελικά – στις μέρες μας – από τους κομμουνιστές. Ο κομμουνισμός, ο οποίος δίωξε την θρησκεία όπως δεν είχε κυνηγηθεί ποτέ πριν, επιτέθηκε πρώτα ακριβώς στις ορθόδοξες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Γι’ αυτούς τους λόγους, όπως μπορεί να γίνει φανερό, η πίστη μας είναι μια πίστη που υποφέρει∙ και μέσα στον πόνο αυτόν συμβαίνει κάτι που βοηθά την καρδιά να δεχθεί την αποκάλυψη του Θεού.
Τι έχει η πονεμένη Ορθοδοξία της Ρωσίας – η βασανισμένη θρησκεία που ο προαναφερόμενος νεαρός άνδρας ήθελε να δει – να πει σε μας σήμερα; Έχει στη Ρωσία αποκαλυφθεί η αλήθεια σε καρδιές που αγαπούν; Σύμφωνα με την κοσμική λογική, δεν έπρεπε να υπάρχει δυνατότητα για κάτι τέτοιο. Ο κομμουνισμός με σιδερένιο χέρι για περισσότερο από 60 χρόνια, κι από το πρώτο του ξεκίνημα η ιδέα του ήταν να «σβήσει» τη θρησκεία….
Εδώ θα ήθελα να πω δυο λόγια για το πως ο Θεός αποκαλύπτει τον Εαυτό Του στους Χριστιανούς που υποφέρουν στη Ρωσία ακριβώς τώρα. Πιθανώς να έχετε ακούσει όλοι σας για τον Αλέξανδρο Σολζενίτσυν, ένα μεγάλο Ρώσο μυθιστοριογράφο και στοχαστή που εξορίστηκε από την πατρίδα του το 1975 επειδή έλεγε την αλήθεια για τη Ρωσία όπως την είδε. Η ηλικία του ήταν σχεδόν ακριβώς ίδια με αυτήν του ίδιου του κομμουνιστικού καθεστώτος, κι έτσι δεν μπορεί να κατηγορηθεί ότι του είχαν μείνει προκαταλήψεις από την παιδική του ηλικία. Έζησε μια τυπική ζωή στη Σοβιετική Ένωση. Γεννημένος ένα χρόνο μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, έχασε τον πατέρα του στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, σπούδασε μαθηματικά με σκοπό να πιάσει μια πρακτική δουλειά, υπηρέτησε ως στρατιώτης στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και πήγε με το Σοβιετικό στρατό στη Γερμανία. Το 1945 συνελήφθη γιατί έγραφε σε προσωπικά του γράμματα ασεβείς παρατηρήσεις σχετικά με το «μουστάκι» (εννοώντας τον Στάλιν) και καταδικάστηκε σε οκταετή εγκλεισμό σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Στο τέλος αυτής της ποινής, το 1953, εξορίστηκε (πράγμα που σημαίνει ότι δεν ήταν ακριβώς στη φυλακή, αλλά ούτε ήταν ελεύθερος να πάει οπουδήποτε) σε μια πόλη στο νότιο Καζακστάν, στην άκρη της ερήμου. Εκεί παρουσίασε καρκίνο και παραλίγο να πεθάνει από αυτόν, αλλά θεραπεύθηκε σε μια κλινική για τον καρκίνο (για την οποία έγραψε ένα μυθιστόρημα, το «Φυλακή του καρκίνου»). Σ’ αυτόν τον τόπο της εξορίας δίδασκε μαθηματικά και φυσική, κι έγραφε μυθιστορήματα και ιστορίες στα κρυφά. Όταν πέθανε ο Στάλιν υπήρξε μια προσωρινή περίοδος «συμφιλίωσης» ή «απάλυνσης», και του έδωσαν ελευθερία και άδεια να εκδώσει ένα βιβλίο στη Ρωσία, το 1961. Τότε αποκαλύφθηκε ότι ήταν περισσότερο «διαφωνών» από όσο άρεσε στην κομμουνιστική κυβέρνηση, και δεν του επιτράπηκε να εκδώσει τίποτα άλλο. Πάντως τα μυθιστορήματά του άρχισαν να εκδίδονται έξω από τη Ρωσία. Αυτό τον έκανε μια προσωπικότητα πολύ ενοχλητική για τη Σοβιετική εξουσία, ειδικά όταν το 1970 του απονεμήθηκε το βραβείο Νόμπελ και δεν του επιτράπηκε να το παραλάβει προσωπικά. Τελικά, το 1975 εξορίσθηκε δια της βίας∙ λίγες μέρες νωρίτερα του δόθηκε μια ειδοποίηση και μετά τον έστειλαν στη Δυτική Γερμανία.
Έχει μιλήσει στη Δύση για κάτι πολύ σημαντικό: το νόημα του αθεϊστικού πειράματος στη Ρωσία. Δεν κοιτά πρωταρχικά αυτό το πείραμα από μια πολιτική σκοπιά, αλλά από μια πιο προσγειωμένη και παρ’ όλα αυτά πνευματική προοπτική. Κατά κάποιον τρόπο, είναι σύμβολο της σύγχρονης Ορθόδοξης αναγέννησης στη Ρωσία, γιατί έχει υποστεί τα πάνω από 60 χρόνια δυστυχίας του ρωσικού λαού, και βγήκε ακατάβλητος από αυτή τη δοκιμασία. Έχει μια πολύ ισχυρή χριστιανική πίστη, κι ένα μήνυμα προς τον κόσμο, βασισμένο στην εμπειρία του. Το μνημειώδες βιβλίο του «Το Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ» θα έπρεπε να διαβαστεί από τον καθένα που θέλει να κατανοήσει τον αθεϊσμό όπως εξασκήθηκε στη Ρωσία και το πως αυτός ενεργεί στην ανθρώπινη ψυχή.
Ο Σολζενίτσυν δεν είναι πικρός σχετικά με τις εμπειρίες του στο στρατόπεδο συγκέντρωσης και με όλα τα υπόλοιπα παθήματά του. Αναδύθηκε νικητής πάνω από αυτά, γιατί απέκτησε χριστιανική πίστη. Βλέπει ότι το σύστημα του αθεϊσμού δεν είναι μόνο κάτι ρωσικό, αλλά μια καθολική κατηγορία ανθρώπινης ψυχής. Από τη στιγμή που έχεις τη ιδέα ότι ο αθεϊσμός είναι πραγματικός κι ότι δεν υπάρχει Θεός, τότε – όπως έγραψε ο Ντοστογιέφσκυ στα μυθιστορήματά του – το καθετί επιτρέπεται: γίνεται δυνατό το να πειραματίζεσαι με ό,τι φανταστείς, κάθε νέα έμπνευση, κάθε νέο τρόπο θεώρησης των πραγμάτων, κάθε νέο είδος κοινωνίας.
Η αξία του Σολζενίτσυν είναι ότι δείχνει πως, από τη στιγμή που ο αθεϊσμός γίνεται κυρίαρχη φιλοσοφία και είναι παρούσα η ιδέα ότι η θρησκεία πρέπει να εξολοθρευθεί, (κάτι που αποτελεί το επίκεντρο της κομμουνιστικής ιδεολογίας), τότε πρέπει να υπάρχουν στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ο άνθρωπος θέλει τη θρησκεία, και αν είναι απαγορευμένη, πρέπει κάπως να απαλλαγούν από αυτόν (που τη θέλει). Γι’ αυτό, εφ’ όσον ο αθεϊσμός είναι βασισμένος στο κακό που υπάρχει στη φύση του ανθρώπου, το σύστημα φυλακών Γκουλάγκ είναι η φυσική έκφραση του αθεϊστικού πειράματος στη Ρωσία.
Αυτό πάντως είναι ένα δευτερεύον σημείο. Το κυρίως θέμα για το οποίο θα ήθελα να μιλήσω είναι το τι συνέβη στο Σολζενίτσυν (από πνευματικής απόψεως) όταν πήγε φυλακή, γιατί ήταν εκεί που του αποκαλύφθηκε ο Θεός. Την ίδια στιγμή που το Γκουλάγκ αποκαλύπτει το κακό στη φύση του ανθρώπου, είναι επίσης το αφετηριακό σημείο για την πνευματική ανάπτυξη ενός ανθρώπου. Αυτό είναι που κάνει την πνευματική αναγέννηση που συμβαίνει τώρα στη Ρωσία πολύ βαθύτερη από τις ποικίλες «πνευματικές αναγεννήσεις» που συμβαίνουν στον σύγχρονο κόσμο. Ο ίδιος ο Σολζενίτσυν λέει τα ακόλουθα σχετικά με το πως έφτασε στην πίστη:
«Από τα χρόνια της φυλάκισής μου, μου παραχωρήθηκε να αποκομίσω πάνω στην τσακισμένη πλάτη μου, που σχεδόν συντρίφθηκε από το φορτίο της, αυτή την ουσιώδη εμπειρία: το πως ένα ανθρώπινο ον γίνεται καλό, και το πως γίνεται κακό. Στην παραζάλη των επιτυχιών της νεότητάς μου είχα νιώσει τον εαυτό μου αλάθητο, και ήμουν γι’ αυτό σκληρός.» (Ήταν λοχίας στο στρατό.) «Στην κατάχρηση της δύναμης ήμουν ένας δολοφόνος και ένας τύραννος. Στις πιο κακές μου στιγμές ήμουν πεπεισμένος πως έκανα καλό, και ήμουν γερά εφοδιασμένος με μεθοδικά επιχειρήματα. Και ήταν μονάχα όταν ξάπλωσα εκεί στο σαπισμένο άχυρο της φυλακής, που αισθάνθηκα μέσα μου τα πρώτα σκιρτήματα του καλού.»
Εδώ η καρδιά του αρχίζει να γίνεται μαλακή και δεκτική, κι έτσι λαμβάνει χώρα ένα είδος αποκάλυψης:
«Βαθμιαία μου φανερώθηκε ότι η γραμμή που διαχωρίζει το καλό από το κακό δεν περνάμέσα από καταστάσεις, ούτε μέσα από κοινωνικές τάξεις, ούτε μέσα από πολιτικά κόμματα – αλλά κατ’ ευθείαν μέσα από κάθε ανθρώπινη καρδιά – και κατόπιν μέσα από όλες τις ανθρώπινες καρδιές… Κι ακόμα και μέσα σε καρδιές κυριευμένες από το κακό, διατηρείται ένα μικρό προγεφύρωμα καλού. Κι ακόμα και στην καλύτερη καρδιά, παραμένει… μια μικρή γωνιά κακού που δεν έχει ξερριζωθεί» (Αποσπάσματα από το «Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ»).
Πόσο βαθύτερη είναι αυτή η παρατήρηση από οτιδήποτε μπορούμε να πούμε εμείς στη Δύση, βασισμένοι στις δικές μας εμπειρίες! Είναι βαθύτερη γιατί βασίζεται πάνω στον πόνο, που είναι η πραγματικότητα της ανθρώπινης κατάστασης και η αρχή της γνήσιας πνευματικής ζωής. Ο ίδιος ο Χριστός ήρθε σε μια ζωή πόνου και Σταυρού∙ και η δοκιμασία στη Ρωσία ικανώνει όσους την υφίστανται να δουν αυτό το γεγονός με εμβρίθεια. Γι’ αυτό η χριστιανική αναζωπύρωση στη Ρωσία είναι ένα φαινόμενο τόσο βαθύ.

Ιερομονάχου Σεραφείμ Ρόουζ, Η αποκάλυψη του Θεού στην ανθρώπινη καρδιά, Εκδόσεις Εγρήγορση