Εδώ ο Γέροντας ταυτίζεται πλήρως με τον Γέροντα Πορφύριο, που ομιλεί για τον εγωισμό ως αιτία της κατάθλιψης. Και συνεχίζει: «Αυτό, βεβαίως, δεν σημαίνει ότι οι ίδιοι είναι υπεύθυνοι για την ασθένειά τους.
Η υπερηφάνεια, όπως και τα άλλα πάθη, έχουν στο άτομο ποικίλες προελεύσεις: την προσωπική βούληση, αλλά και τήν… κληρονομικότητα, το οικογενειακό περιβάλλον, την κοινωνία, τις προσωπικές σχέσεις και την ιστορία του καθενός.
Κάθε πνευματικός Πατέρας πρέπει να είναι ταυτόχρονα και ψυχίατρος. Κάθε ψυχική ασθένεια έχει στην βάση της πνευματικά προβλήματα». Καί εδώ ο Γέροντας Σέργιος ταυτίζεται με τον Γέροντα Πορφύριο που διδάσκει ότι πίσω από τα λεγόμενα «ψυχολογικά» κρύβονται πνευματικά προβλήματα και δαιμόνια.
«Η πνευματικότητα», παρατηρεί επίσης ο Στάρετς Σέργιος, «καλύπτει και περιλαμβάνει τα πάντα. Επομένως, μία πνευματική πράξη μπορεί να θεραπεύσει».
Εδώ ο Γέροντας απαντά σ’ αυτούς που λένε ότι (τάχα) χρειάζεται Πνευματικός για τα πνευματικά και ψυχολόγος-ψυχίατρος για τα ψυχολογικά προβλήματα. Όλα είναι πνευματικά προβλήματα και χρήζουν την Θεία Χάρη για να θεραπευθούν.
«Ο ψυχίατρος που δεν είναι πνευματικός άνθρωπος», σημειώνει εύστοχα ο Γέροντας Σέργιος, «μπορεί να ανακουφίσει τον ασθενή, να τον βοηθήσει να ξαναβρεί τον εαυτό του, να βελτιώσει τις σχέσεις του με τους άλλους.
Αλλά κατά βάθος τον αφήνει άδειο, γιατί δεν του λέει πως να βρεί ένα νόημα στην υπάρξή του. Κάτι πού, αντιθέτως, κάνει ο πνευματικός Πατέρας». Να η τεράστια διαφορά προσφοράς των μέν από τους δέ. Η «απουσία νοήματος ζωής» είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα στον σημερινό σύγχρονο «πολιτισμένο» άνθρωπο.
Η θεραπεία επίσης από τους ψυχιάτρους δεν γίνεται στο βάθος αλλά στην επιφάνεια της ανθρώπινης ύπαρξης· είναι μία θεραπεία κυρίως στην συμπεριφορά και όχι στο «είναι», στην ουσία της ανθρώπινης ψυχής.
Οι ψυχίατροι και οι ψυχολόγοι αγνοούν την ανθρώπινη ψυχή και εν πολλοίς αρνούνται την ύπαρξή της. «Αντίθετα με ό,τι ισχυρίζεται ο Φρόυντ», υπογραμμίζει ο Στάρετς, «η βάση των ψυχικών ασθενειών δεν είναι η σεξουαλικότητα, αλλά η υπερηφάνεια».
Η νόσος του διαβόλου (η αλαζονεία-υπερηφάνεια) είναι αυτήν που αρρωσταίνει και την ανθρώπινη ύπαρξη.
«Η υπερηφάνεια», όπως παρατηρεί ο π. Παΐσιος, «γεννά τον εγωισμό».
Ο διάβολος, μπαίνοντας στην υπερήφανη-εγωκεντρική ψυχή, την γεμίζει με λύπη, κόπωση και απόγνωση.
Κάποιος ρώτησε τον Γέροντα Παΐσιο σχετικά με την στενοχώρια που του ερχόταν για τις πτώσεις του:
«Γέροντα, κάμπτομαι από την στενοχώρια για τις πτώσεις μου και κουράζομαι στον αγώνα μου.
– Από τον εγωισμό είναι. Επειδή δεν «κάμπτεις», γι’ αυτό αποκάμνεις μετά. Δεν υπάρχει ταπείνωση, μετάνοια, συντριβή· υπάρχει εγωισμός και ο εγωισμός πάντα φέρνει λύπη και άγχος.
Όταν ο άνθρωπος δεν έχει μετάνοια, αλλά στενοχωριέται από εγωισμό, απόανθρωπαρέσκεια, επειδή ξέπεσε στα μάτια των άλλων, τότε υπάρχει μέσα του αγωνία, φαρμάκι, πόνος».
Ο καταθλιπτικός άνθρωπος βιώνει ακριβώς την λύπη, το φαρμάκι, τον πόνο, διότι δεν «κάμπτει», δεν ταπεινώνεται, δεν μετανοεί αλλά στενοχωριέται, εξ αιτίας του πληγωμένου του εγωισμού και της ανθρωπαρέσκειας.
Πολλές φορές η υπερβολική στενοχώρια για τα πάθη και τις πτώσεις μας υποκρύπτει μία αυτονομημένη από τον Θεό προσπάθεια ηθικής βελτίωσής μας και έναν μεγάλο εγωισμό.
Ο στάρετς Μακάριος έγραφε σε ένα προφανώς καταθλιπτικό πρόσωπο: «Λές ότι η αδυναμία σου να αντισταθείς στον πειρασμό, η βραδύτητά σου να νικήσεις τα πάθη σου και η γενική ηθική αδυναμία σου σε πιέζει πολύ, πράγμα που απλά αποδεικνύει ότι στηρίζεις την σωτηρία σου στις δικές σου δυνάμεις…
Πως αλλιώς θα αποκτήσουμε την ταπείνωση, παρά μόνο αν αντικρίζουμε συνεχώς τον εαυτό μας όπως πραγματικά είναι – ο χειρότερος των αμαρτωλών». Η Ρωσία των στάρετς του 19ου αιώνα ήταν αρκετά εξοικειωμένη με την κατάθλιψη… (Η κατάθλιψη) θεωρείτο σύμπτωμα της υπερηφάνειας, και η θεραπεία του ήταν η ταπείνωση.