1. Γιά ποιούς λόγους ἀναφερόμαστε στήν θαυμαστή διάσωση;
Ἀπό δύο λόγους παρακινηθήκαμε νά ὑπενθυμίσουμε τήν σωτηρία τῆς
Λήμνου ἀπό θανατηφόρα λοίμωξη, μπροστά στήν ὁποία ἡ τότε ἰατρική κοινότητα
σήκωσε τά χέρια της ἀδυνατοῦσα νά παρέμβει θεραπευτικά. Οἱ ἴδιοι οἱ γιατροί ἐφοβοῦντο
νά πλησιάσουν τήν προσβληθεῖσα πολίχνη, οἱ κάτοικοι τῆς ὁποίας, τρομοκρατημένοι
ἀπό τήν ἀπειλή, τελικά προσκάλεσαν τόν παρεπιδημοῦντα στό νησί ἀρχιεπίσκοπο
Θεσσαλονίκης Ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ, ὁ ὁποῖος μέ προσευχητική παρέμβαση σταμάτησε
θαυματουργικά τήν λοίμωξη καί ἔσωσε τήν πολίχνη καί τό νησί ἀπό τά θανατηφόρα
πλήγματα τῆς λοιμικῆς νόσου.
Ὁ ἕνας λόγος εἶναι ἡ ἑορτολογική ἐπικαιρότητα. Γιορτάσαμε
πρόσφατα, τήν περασμένη Κυριακή (Β´ Νηστειῶν), τήν μνήμη τοῦ μεγάλου, τοῦ
μεγίστου, αὐτοῦ Ἁγίου καί Θεολόγου γιά δεύτερη φορά, ἀφοῦ γιορτάζουμε ἐπίσης τήν
μνήμη του καί στίς 14 Νοεμβρίου, ἡμέρα τῆς κοιμήσεώς του (†1359). Ἡ δευτέρωση αὐτή
τῆς μνήμης του ὀφείλεται εἰς τό ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἀναγνωρίζει ὅτι μέ τούς ἀγῶνες
καί τήν διδασκαλία του προφύλαξε γιά δεύτερη φορά τήν Ὀρθοδοξία ἀπό τό νά
περιπέσει σέ αἵρεση καί πλάνη. Ἡ πρώτη φορά ἦταν ἡ διάσωση ἀπό τήν φοβερή,
μακροχρόνια αἵρεση τῆς εἰκονομαχίας, πού εἶχε ἀνατολικές καταβολές καί ἐπεχείρησε
νά περάσει μέσα στήν Ἐκκλησία τίς ἐχθρικές πρός τίς εἰκόνες γνῶμες τῶν Ἑβραίων
καί τῶν Μουσουλμάνων.
Ἀποφεύχθηκε ἔτσι ὁ κίνδυνος τοῦ ἐξανατολισμοῦ τοῦ Χριστιανισμοῦ,
νά καταντήσει δηλαδή παρακλάδι τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ, ὅπως συνέβη ἐν πολλοῖς μέ τόν
Μωαμεθανισμό. Μέ τόν Ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ καί τίς ἀποφάσεις τῶν συνόδων στίς ὁποῖες
κυριάρχησε ἡ διδασκαλία του (1341, 1347, 1351), καί ἀποκρούσθηκαν οἱ πλάνες τοῦ
δυτικοῦ μοναχοῦ Βαρλαάμ τοῦ Καλαβροῦ, πού εἶναι καί πλάνες τοῦ Παπισμοῦ, γιά τό
ὅτι ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ εἶναι κτιστή, ὅτι δηλαδή δέν ὑπάρχει ἄκτιστη Θεία Χάρη καί Ἐνέργεια
πού ἐνεργεῖ ἐπί τῶν κτισμάτων, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀπέφυγε τόν κίνδυνο τοῦ ἐκδυτικισμοῦ,
τοῦ ἐκλατινισμοῦ, καί ἐκράτησε ἔτσι ἀνόθευτη τήν διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου ἀπό ἀνατολικές
καί δυτικές ἐπιρροές, ἔμεινε γνήσια μεταξύ Ἀνατολῆς καί Δύσεως. Ὁ Ἅγιος
Γρηγόριος Παλαμᾶς μᾶς ἄνοιξε τόν ἄπειρο κόσμο τῆς ἄκτιστης Χάρης τοῦ Θεοῦ καί
τοῦ Θείου Φωτισμοῦ, ὁ ὁποῖος παραμένει κλειστός σέ ὅσους βιωματικά τόν ἀγνοοῦν
καί κινοῦνται μέσα στά πεπερασμένα ὅρια καί τίς μέτριες δυνατότητες τοῦ ἀνθρώπινου
Ὀρθολογισμοῦ καί τοῦ Δυτικοῦ Διαφωτισμοῦ.
Ὁ δεύτερος λόγος γιά τόν ὁποῖο ἀποφασίσαμε νά ὑπενθυμίσουμε τήν
θαυμαστή διάσωση τῆς Λήμνου ἔγκειται εἰς τό ὅτι αὐτές τίς ἡμέρες, ἐξ αἰτίας τοῦ
κορονοϊοῦ ἔχει διασπαρῆ τόσος φόβος καί τόσος πανικός στούς ἀνθρώπους
παγκοσμίως, ἀλλά καί τελείως ἀδικαιολόγητα μεταξύ τῶν Χριστιανῶν, ὡσάν νά ἔχει ἐκλείψει
παντελῶς ἡ πίστη καί ἡ ἐλπίδα στήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἰός τῆς ἀπιστίας εἶναι
πολύ χειρότερος ἀπό τόν κορονοϊό, ὅταν μάλιστα προσβάλει ἀνθρώπους πιστούς καί
μάλιστα κληρικούς, πού θά ἔπρεπε νά πιστεύουν στήν παντοδυναμία καί ἀγαθότητα
τοῦ Θεοῦ, εἰς τό ὅτι ὅλες οἱ δυνάμεις τῆς φύσεως, ὅλοι οἱ φυσικοί νόμοι ὑπακούουν
στό θέλημα καί στίς ρυθμίσεις τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ἠμπορεῖ νά ἀναστείλει ἤ νά ἐπαναρυθμίσει
τήν λειτουργία τους. Αὐτός ἠμπορεῖ καί νά ἐξαφανίσει τίς λοιμώξεις καί νά
φωτίσει ἀκόμη καί τούς ἀπίστους ἰατρούς, μικροβιολόγους, λοιμωξιολόγους, καί ἄλλους
νά βροῦν τά κατάλληλα ἐμβόλια γιά τήν ἐκδίωξη τῆς ἴωσης καί τῆς λοίμωξης. Καί ἀντί
πρός τήν κατεύθυνση αὐτή νά κινηθοῦμε ὅλοι, ἀφήσαμε τούς ἐκ πεποιθήσεως ἀπίστους
καί ἀθέους νά ἐκμεταλλευθοῦν τόν φόβο καί τήν ἀγωνία τῶν ἀνθρώπων, συνιστώντας
νά φύγουμε μακριά ἀπό τίς ἐκκλησίες, μακριά δηλαδή ἀπό τούς χώρους, ὅπου κατ᾽ ἐξοχήν
διά τῶν μυστηρίων καί τῆς κοινῆς προσευχῆς ἐνεργεῖ ἡ ἄκτιστη Χάρη τοῦ Θεοῦ, μέ
συνέπεια νά γίνουμε εὐκολώτερα θύματα τῆς λοιμώδους νόσου, χωρίς τήν σκέπη καί
τήν προστασία τοῦ Θεοῦ, θύματα τοῦ ἀνθρωποκτόνου Διαβόλου καί τῶν συνεργατῶν
του.
2. Ὅσοι
μεταλαμβάνουν δέν κινδυνεύουν
Χάρηκα πολύ, ὅταν στό Διαδίκτυο διάβασα αὐτές τίς ἡμέρες ὅτι ἕνας Ἁγιορείτης
Γέροντας, ὁ μακαριστός π. Διονύσιος τῆς Κολιτσοῦς, εἶχε προφητεύσει ὅτι θά ἔλθει
μία παγκόσμια φοβερή λοίμωξη πού θά προσβάλει πλῆθος ἀνθρώπων καί ὅτι δέν θά
προσβάλλονται μόνον αὐτοί πού θά πηγαίνουν στούς ναούς καί θά κοινωνοῦν τήν
Θεία Μετάληψη ἀπό τό Ποτήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Αὐτό μᾶς παραπέμπει εὐθέως
στό πῶς διέσωσε ὁ Θεός τούς Ἑβραίους ἀπό τά χέρια τοῦ Φαραώ τῆς Αἰγύπτου, ὁ ὁποῖος
παρά τίς ἐννέα φοβερές πληγές καί μάστιγες πού προκάλεσε ὁ Θεός, ὥστε νά πεισθεῖ
νά συμφωνήσει στήν ἀπελευθέρωση τῶν Ἰουδαίων, στήν ἔξοδό τους ἀπό τήν Αἴγυπτο, ἔμεινε
ἀμετάπειστος, ἀνυπάκουος, δέν πίστευε στήν παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ. Ὁπότε ὁ Θεός
προκάλεσε τήν δέκατη φοβερή πληγή, νά πεθάνουν σέ μία νύκτα στήν Αἴγυπτο ὅλα τά
πρωτότοκα καί τῶν ἀνθρώπων καί τῶν ζώων, ἐκτός ἀπό τά πρωτότοκα τῶν Ἰουδαίων, οἱ
ὁποῖοι πῆραν ἐντολή ἀπό τόν Θεό διά τοῦ Μωϋσέως νά σφάξουν ἀρνιά καί νά χρίσουν
μέ τό αἷμα τους τίς εἰσόδους τῶν σπιτιῶν τους, ὥστε νά ἐξαιρεθοῦν ἀπό τό φοβερό
θανατικό: «Καί διελεύσομαι ἐν γῇ Αἰγύπτῳ ἐν
τῇ νυκτί ταύτῃ καί πατάξω πᾶν πρωτότοκον ἐν γῇ Αἰγύπτῳ ἀπό ἀνθρώπου ἕως κτήνους
καί ἐν πᾶσι τοῖς θεοῖς τῶν Αἰγυπτίων ποιήσω τήν ἐκδίκησιν· ἐγώ Κύριος. Καί ἔσται
τό αἷμα ὑμῖν ἐν σημείῳ ἐπί τῶν οἰκιῶν, ἐν αἷς ὑμεῖς ἐστε ἐκεῖ, καί ὄψομαι τό αἷμα
καί σκεπάσω ὑμᾶς, καί οὐκ ἔσται ἐν ὑμῖν πληγή τοῦ ἐκτριβῆναι, ὅταν παίῳ ἐν γῇ Αἰγύπτῳ»[1].Ἡ πραγματοποίηση αὐτῆς τῆς ἀπειλῆς, πού
περιέλαβε καί τά πρωτότοκα τῆς βασιλικῆς αὐλῆς, καί ἡ γενική κατακραυγή τοῦ λαοῦ
τῆς Αἰγύπτου, ἀφοῦ δέν ὑπῆρχε σπίτι Αἰγυπτίου πού νά μή θρηνεῖ θύματα, ἀναγκασε
ἆρον-ἆρον μέσα στήν νύκτα τόν Φαραώ νά καλέσει τόν Μωϋσῆ καί τόν Ἀαρών καί νά ἐπιτρέψει
τήν ἔξοδο τῶν Ἰουδαίων ἀπό τήν Αἴγυπτο: «Καί
ἐκάλεσε Φαραώ Μωϋσῆν καί Ἀαρών νυκτός καί εἶπεν αὐτοῖς· ἀνάστητε καί ἐξέλθετε ἐκ
τοῦ λαοῦ μου καί ὑμεῖς καί οἱ υἱοί Ἰσραήλ· βαδίζετε καί λατρεύσατε Κυρίῳ τῷ Θεῷ
ὑμῶν, καθά λέγετε»[2].
Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, ὁ νέος Ἰσραήλ τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ
μετά τήν ἀπόρριψη τοῦ παλαιοῦ Ἰσραήλ, εἴμαστε ὄχι ἁπλῶς σφραγισμένοι ἀπό τό αἷμα
τοῦ Ἐσφαγμένου Ἀρνίου ἐξωτερικά, ἀλλά ἔχομε τόν Χριστό ὁλόκληρο μέσα μας, τό σῶμα
καί τό αἷμα Του στό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, εἴμαστε σύναιμοι καί σύσσωμοι
Χριστοῦ, καί δέν μᾶς ἐγγίζουν οἱ ὁποιεσδήποτε λοιμώδεις ἐπιδημίες ἐπιτρέψει ὁ
Θεός νά πλήξουν τούς ἀνθρώπους. Ὁ θάνατος θά μᾶς εὕρει, ὅταν ὁλοκληρωθοῦν, ὅταν
συμπληρωθοῦν τά ὅρια τῆς ἐπίγειας ζωῆς πού ἔθεσε ὁ Θεός γιά τόν καθένα μας, ὅπως
διδάσκουν οἱ θεοφώτιστοι Ἅγιοι Πατέρες[3]. Καί ἄν
συνέβη ἤ συμβεῖ καί κάποιος πιστός Χριστιανός νά προσβληθεῖ ἀπό τόν θανατηφόρο ἰό
καί νά ἀποθάνει, αὐτό δέν ὀφείλεται στό ὅτι δέν τόν ἐσκέπασε ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀλλά
εἰς τό ὅτι συμπληρώθηκαν τά ὅρια τῆς ζωῆς πού τοῦ εἶχε προκαθορίσει ὁ Θεός γιά
τήν ἐπί γῆς παρουσία του.
Εἶναι γι᾽ αὐτό νά ἀπορεῖ καί νά λυπᾶται κανείς γιά τό κλῖμα ἀπιστίας
καί ἀμφισβήτησης τῆς ἄκτιστης καί πανσθενουργοῦ ἐνέργειας τοῦ Θεοῦ, πού διασπείρεται
ἀπό τούς ἀπίστους καί ἀθέους μαζί μέ τήν διασπορά τοῦ ἀνθρωποκτόνου ἰοῦ. Δέν
κατανοοῦν ὅτι ἐκτός ἀπό τήν κτιστή ὑλική πργματικότητα, πού ἐμπίπτει στίς αἰσθήσεις
μας καί γίνεται ἀντικείμενο ἔρευνας ἀπό τήν κάθε εἴδους ἐπιστήμη, ὑπάρχει καί ὁ
ἀπέραντος κόσμος τοῦ ἀκτίστου Θεοῦ, ὁ ὑπεραισθητός κόσμος, πού εἶναι «ὑπέρ λόγον καί ἔννοιαν», δέν ἐμπίπτει
στήν ἔρευνα τῶν μικροσκοπίων καί τῶν μικροβιολογικῶν ἐργαστηρίων, ἀλλά
προσεγγίζεται μόνο μέ τήν πίστη ἡ ὁποία κατά τόν Ἀπόστολο Παῦλο εἶναι «ἐλπιζομένων ὑπόστασις, πραγμάτων ἔλεγχος οὐ
βλεπομένων»[4]. Δέν μποροῦμε νά ὑποχρεώσουμε τούς ἀπίστους
νά πιστεύσουν στήν Χάρη καί στήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ, δέν θά καταργήσουμε ὅμως καί
τήν Πίστη οὔτε θά τήν προσαρμόσουμε στήν Λογική καί στήν᾽Επιστήμη, διότι τότε θά
παύσει νά εἶναι Πίστη. Οὔτε θά ὑποβιβάσουμε τήν θεοΐδρυτη Ἐκκλησία σέ ἀνθρώπινο
σωματεῖο πού ὑπόκειται στίς ἐντολές τῆς κρατικῆς κεφαλῆς. Κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας
εἶναι ὁ Χριστός καί ὄχι ὁ πρωθυπουργός. Ποῦ ξανακούσθηκε νά ἀποφασίζουν ὀλιγόπιστοι
καί δειλοί ἀρχιερεῖς νά κλείνουν τίς ἐκκλησίες, νά δίνουν ἐντολή νά μή τελεσθοῦν
οἱ Χαιρετισμοί, νά μή ἑορτασθεῖ ἡ μεγάλη Θεομητορική ἑορτή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, ἴσως
σέ λίγο καί ἡ ἑορτή τοῦ Πάσχα; Λησμονοῦν ὅτι ὅπου συγκρούεται ἡ Πίστη μας μέ τίς
ἐντολές τῶν κοσμικῶν ἀρχόντων, «πειθαρχεῖν
δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἤ ἀνθρώποις»[5];
Τόσο πολύ ἔχει ἐπηρεασθῆ ἡ ἡγεσία τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τά κοσμικά κριτήρια καί ἀντί
νά ἀλλάξει τόν κόσμο, γίνεται καί αὐτή κόσμος; Ὅταν ἀμφισβητοῦμε τήν ἄκτιστη
Χάρη τοῦ Θεοῦ πού ἐνεργεῖ ἐπί τῶν κτισμάτων καί ὅταν χρειασθεῖ, θαυματουργεῖ,
καί ἀντί νά ἐμπιστευόμαστε τόν Θεῖο Φωτισμό ἐπικαλούμαστε τόν Ὀρθό Λόγο καί τήν
Ἐπιστήμη, τότε γινόμαστε νέοι Βαρλαάμ, Νεοβαρλαμίτες, τίς πλάνες τοῦ ὁποίου ἤλεγξε
ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς.
3. Οἱ γιατροί
φοβήθηκαν, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς ἔσπευσε στήν μολυσμένη πολίχνη
Δέν πρόκειται βέβαια στό μικρό αὐτό ἄρθρο νά δικαιολογήσουμε τήν
πίκρα καί τήν λύπη πολλῶν πιστῶν γιά τήν ἀντιφατική, διστακτική, ἀσταθῆ καί
χλιαρή στάση πού κράτησε ἡ Ἐκκλησία στήν ἀντιμετώπιση τῆς λοίμωξης ἀπό τόν
κορονοϊό. Θά χρειαζόταν νά θρηνήσουμε σάν τόν προφήτη Ἱερεμία γιά τήν ἀπουσία ἤ
τήν ἀνεπάρκεια τῶν ποιμένων. Ἴσως τό πράξουμε σέ ἐκτενέστερο ἄρθρο, μέ τήν
προσδοκία νά ξυπνήσουν κάποιοι ποιμένες, ὅπως ἐπίσης καί γιά νά μήν ἐπαναπαύονται
οἱ ποιμαινόμενοι στίς καθησυχαστικές, ἀλλά ἀντιευαγγελικές καί ἀντιπατερικές,
νουθεσίες τους. Δέν μᾶς ἔφταναν οἱ αἱρετίζουσες καί φιλοσχισματικές ἀποφάσεις
τοῦ Κολυμπαρίου τῆς Κρήτης καί τό ψευδοαυτοκέφαλο τῶν σχισματικῶν τῆς Οὐκρανίας,
ἦλθε τώρα καί τό πρωτοφανές κλείσιμο τῶν ναῶν μέ τήν ἀπαγόρευση νά τελοῦνται οἱ
ἱερές ἀκολουθίες. Μήπως τελικά κατά παραχώρηση τοῦ Θεοῦ τίθενται κάποιοι σέ ἀκοινωνησία
καί ὑποχρεωτική ἀποτείχιση, ἀφοῦ ἐθελούσια κοινωνοῦν μέ τήν αἵρεση καί τό
σχίσμα; Ἔδιωξαν ἐμᾶς ἀπό τούς ναούς καί τώρα διώκονται μόνοι τους, μηδενός
διώκοντος;
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς, λοιπόν, μετά τήν ἐκλογή του σέ ἀρχιεπίσκοπο
Θεσσαλονίκης τό 1347, δέν ἔγινε δεκτός στήν πόλη, διότι ἀντέδρασαν οἱ γνωστοί
Ζηλωτές μέ πολιτικά κριτήρια ἀπό τήν προηγηθεῖσα ἐμφύλια διαμάχη μεταξύ τῶν δύο
βασιλικῶν οἴκων τῶν Παλαιολόγων καί τῶν Καντακουζηνῶν. Φιλοξενήθηκε στό Ἅγιον Ὄρος
καί ἀπό ἐκεῖ τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1348 πῆγε στήν Κωνσταντινούπολη προτραπείς ἀπό τόν
Σέρβο ἡγεμόνα Στέφανο Δουσάν, γιά νά διεκπεραιώσει μεσολαβητική ἀποστολή. Καί ἐνῶ
ἐπρόκειτο στήν συνέχεια νά ἔλθει στήν Θεσσαλονίκη, ἐπειδή οἱ ἀντιδράσεις τῶν
Ζηλωτῶν δέν εἶχαν κοπάσει, ἀποστέλλεται προσωρινά στήν Λῆμνο, ἡ ὁποία ἐστερεῖτο
ποιμένος, μέ συνοδική ἀπόφαση. Στήν ἀρχή λοιπόν τοῦ καρποφόρου ἐκεῖ ποιμαντικοῦ
του ἔργου, πού ἐγέμισε μέ πνευματικά ἀγαθά τούς Λημνίους, σέ μία πολίχνη τοῦ
νησιοῦ ἐκδηλώθηκε λοιμική θανατηφόρα ἀσθένεια, ὄχι βέβαια σάν ἐκείνη τήν
γενικευμένη καί παγκόσμια πού εἶχε γίνει ἐνωρίτερα, ἀλλά τώρα μερική καί
περιορισμένη. Προσκάλεσαν λοιπόν οἱ πάσχοντες σέ βοήθεια τόν ποιμένα πού ζοῦσε
σέ ἄλλη πολίχνη τοῦ νησιοῦ, καί ἐκεῖνος πῆγε ἀμέσως χωρίς νά ἀναβάλει καθόλου οὔτε
νά ἀρνηθεῖ. Ἀπό τούς θεράποντες γιατρούς πολλοί δέν τόλμησαν νά τόν ἀκολουθήσουν
ἀπό τόν φόβο τῆς μεταδοτικῆς νόσου, ἄλλοι πῆγαν μαζί του, γιατί τόν ἐμπιστεύονταν,
καί προσεβλήθησαν λίγο ἀπό τόν μολυσμένο ἀέρα καί τήν λοίμωξη. Ἔφθασαν ἔξω ἀπό
τήν πολίχνη ἀργά τό ἀπόγευμα καί τήν ἑπομένη ὑγιεῖς ἔξω ἀπό τά τείχη
συγκεντρώθηκαν ὅλοι οἱ κάτοικοι καί ἀνέπεμψαν δέηση μαζί μέ τόν Ἅγιο Γρηγόριο. Ὁ
μεγάλος αὐτός Ἅγιος, ἐνῶ ἡ ἀρρώστια ἦταν τόσο φοβερή καί ἐπικίνδυνη τήν
σταμάτησε καί μέ τίς κοινές δεήσεις καί μέ τίς ἀτομικές του προσευχές. Δέν ἄφησε
νά προχωρήσει περισσότερο· διέλυσε τήν νόσο καί σταμάτησε τούς θανάτους. Ὁ Θεός
τόν ἐδόξασε καί μέ αὐτό, γιατί πάντοτε πράττει τό θέλημα αὐτῶν πού τόν φοβοῦνται,
ὅπως λέγει ὁ ψαλμωδός Δαβίδ, καί εἰσακούει τίς δεήσεις τους[6].
Ἡ περιγραφή τοῦ συμβάντος αὐτοῦ γίνεται ἀπό τόν Ἅγιο Φιλόθεο
Κόκκινο, πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, στό ἐκτενές βιογραφικό Ἐγκώμιο πού ἔγραψε γιά τόν Ἅγιο Γρηγόριο
Παλαμᾶ, καί τήν παραθέτουμε ἐπί λέξει στήν ὑποσημείωση[7]. Ἀξίζει
νά ἐπισημάνουμε ὅτι ὁ Ἅγιος Φιλόθεος θυμᾶται ὅτι ἐνωρίτερα εἶχε ἐκδηλωθῆ
χειρότερη παγκόσμια λοίμωξη, τήν ὁποία οἱ εἰδικοί τοποθετοῦν λίγα χρόνια ἐνωρίτερα
τό 1361: «Οὐκ ἐκείνην φημί τήν κοινήν καί
παγκόσμιον πρό βραχέος γεγενημένην». Δέν εἶναι ἡ πρώτη φορά τώρα πού κάποια
λοιμική νόσος ταλαιπωρεῖ τήν ἀνθρωπότητα κατά τό παιδαγωγικό φιλάνθρωπο σχέδιο
τοῦ Θεοῦ, γι᾽ αὐτό δέν ἔχουν δίκαιο ὅσοι ὑποστηρίζουν ὅτι δικαιολογεῖται ὁ
πανικός, γιατί ὁ κορονοϊός εἶναι κάτι πρωτόγνωρο. Εἶναι ἁπλῶς ἡ πρώτη φορά πού
οἱ τῆς Ἐκκλησίας καταλαμβάνονται ἀπό τόν φόβο τοῦ θανάτου, πού δείχνουν ἀπιστία
στήν παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ καί ἀντί νά ὁδηγήσουν τόν λαό κάτω ἀπό τήν σκέπη καί
τήν προστασία τοῦ Θεοῦ, πού μπορεῖ αὐτοστιγμεί
νά καταπαύσει τήν νόσο, τόν ὁδηγοῦν μακριά ἀπό τόν Θεό στήν Λογική καί στήν Ἐπιστήμη,
πού ἀπέδειξαν γιά μία ἀκόμη φορά τήν ἀδυναμία τους. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος
συνήθροισε τόν λαό τῆς ἄρρωστης πολίχνης, δέν τούς φόρεσε μάσκες οὔτε τούς ἔβαλε
σέ ἀπόσταση τόν ἕνα ἀπό τόν ἄλλον. Τόσο ἀδύναμος εἶναι ὁ Θεός μας, ὥστε δέν
μπορεῖ νά προστατεύσει τούς εὐσεβεῖς; Ἔτσι ἀπιστοῦσαν καί οἱ Γραμματεῖς καί οἱ
Φαρισαῖοι καί διέσπειραν τήν ἀπιστία τους στήν δύναμη τοῦ Χριστοῦ, ὅταν μετά τήν
Μεταμόρφωση οἱ μαθητές Του ὀλιγοπίστησαν καί δέν μπόρεσαν νά θεραπεύσουν τόν ἐπιληπτικό
νέο πού τόν ἔφερε ὁ πατέρας του γιά ἴαση. Στενοχωρήθηκε ὁ Κύριος, ὅπως
στενοχωρεῖται καί τώρα, καί ἐξέφρασε τήν λύπη του μέ τά φοβερά λόγια πού εἶπε,
τά ὁποῖα νομίζουμε ὅτι ἰσχύουν καί γιά ὅσους ἀπιστοῦν ἤ ὀλιγοπιστοῦν στήν
δύναμη τοῦ Θεοῦ στίς ἡμέρες μας, καί διαστρέφουν τήν πίστη: «Ὦ γενεά ἄπιστος καί διεστραμμένη! Ἕως πότε ἔσομαι
μεθ᾽ ὑμῶν; Ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν»[8].
Κατά τήν διάρκεια τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, πού τήν βουβαίνουν
καί τήν κουφαίνουν τώρα οἱ ἀρχιερεῖς γιά πρώτη φορά, ἀφοῦ δέν θά λέγονται οὔτε
θά ἀκούγονται οἱ ἱερές ἀκολουθίες, ἐμεῖς θά ψάλλουμε τό «Μεθ᾽ ἡμῶν Θεός» καί τό «Κύριε
τῶν δυνάμεων μεθ᾽ ἡμῶν γενοῦ» καί θά παρακαλοῦμε τόν παντοδύναμο καί
πανάγαθο Θεό νά τερματίσει κατά τήν σοφία του τήν οἰκουμενική αὐτή μάστιγα καί
νά ἁγιάσει μέ τήν δύναμη τοῦ Σταυροῦ, τήν προσκύνηση τοῦ ὁποίου κατήργησαν ἐφέτος,
τόν τετραπέρατο κόσμο.
Τελειώνοντας γιά τήν ἐρχόμενη Κυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως
παραθέτουμε δύο τροπάρια, ἕνα Ἀπολυτίκιο καί ἕνα Κοντάκιο, γιά νά ψαλοῦν ὅπου θά
τελεσθοῦν Θεῖες Λειτουργίες καί Δεήσεις, ἰδικῆς μας συνθέσεως
Ἀπολυτίκιον.
Ἦχος α´.
Σῶσον Κύριε τόν
λαόν σου καί εὐλόγησον τήν κληρονομίαν σου, νίκας τοῖς ἀσθενοῦσι κατά ἰοῦ
βροτοκτόνου δωρούμενος. Καί ὑγείαν παράσχου, διά τοῦ Σταυροῦ σου, τοῖς δούλοις
σου.
Κοντάκιον.
Ἦχος δ´. Ὁ ὑψωθείς
Ὁ ἰατρός ὁμοῦ ψυχῶν
καί σωμάτων, τοῖς ἐν κινδύνῳ μολυσμοῦ νῦν τελοῦσι τούς οἰκτιρμούς σου δώρησαι
Χριστέ ὁ Θεός. Λοίμωξιν ἐκδίωξον καί φυγάδευσον νόσον, ἴασιν δωρούμενος καί ὑγείαν
κατ᾽ ἄμφω· τόν δέ ἀπάνθρωπον ἰόν καί φοβερόν τῇ τοῦ Σταυροῦ σου δυνάμει ἀφάνισον.
[1].
Ἔξοδος 12, 12-13.
[2].
Αὐτόθι 12, 31.
[3].
Βλ. ἐνδεικτικὰ Μ. Βασιλειου, Ὅτι οὐκ ἔστιν αἴτιος τῶν κακῶν ὁ Θεὸς 3, PG 31, 333B καὶ ΕΠΕ 7,
92: «Θάνατοι ἐπάγονται, τῶν ὅρων τῆς ζωῆς πληρωθέντων, οὓς ἐξ ἀρχῆς περὶ
ἕκαστον ἔπηξεν ἡ δικαία τοῦ Θεοῦ κρίσις, πόρρωνθεν τὸ περὶ ἕκαστον ἡμῶν
συμφέρον προβλεπομένου». Περισσότερα βλ. εἰς Μοναχοῦ Σεραφειμ Ζηση, Ἔχει
προκαθορίσει ὁ Κύριος τὸν χρόνο καὶ τὸν τρόπο τοῦ θανάτου μας; εἰς
Katihisis [ΒΙΝΤΕΟ 2020] (26 Φεβρουαρίου 2020) https://www.youtube.com/watch?v=bUgaLodNtyU&ab_channel=katihisis
.
[4].
Ἑβρ. 11. 1.
[5]. Πράξ. 5, 29
[6].
Ψαλμὸς 144, 19: «Θέλημα τῶν
φοβουμένων αὐτὸν ποιήσει καὶ τῆς δεήσεως αὐτῶν εἰσακούσεται καὶ σώσει αὐτούς».
[7].
Ἁγίου Φιλοθεου Κοκκινου, Λόγος
ἐγκωμιαστικὸς εἰς τὸν ἐν ἁγίοις πατέρα ἡμῶν Γρηγόριον ἀρχιεπίσκοπον
Θεσσαλονίκης 85, εἰς Φιλοθεου Κωνσταντινουπολεωσ
Του Κοκκινου, Ἁγιολογικὰ Ἔργα. Α´
Θεσσαλονικεῖς Ἅγιοι, ἔκδ. Δ. Τσαμη, Κέντρον
Βυζαντινῶν Ἐρευνῶν, Θεσσαλονίκη 1985, σελ. 522: «Ἐνταῦθα διατρίβοντος τοῦ
μεγάλου λοιμώδης φθορὰ καὶ θάνατος ἐπιτίθεται τῶν πολιχνίων ἑνί· οὐκ ἐκείνην
φημὶ τὴν κοινὴν καὶ παγκόσμιον πρὸ βραχέος γεγενημένη, ἀλλὰ πολλοστὴν καὶ
μερικὴν μετ᾽ ἐκείνην. Προσκαλοῦνται τοιγαροῦν οἱ πάσχοντες εἰς ἐπίσκεψιν καὶ
βοήθειαν τὸν ποιμένα ἐν ἑτέρᾳ που διάγοντα πολίχνῃ τῆς νήσου καὶ ὃς αὐτίκα
παρῆν, μηδέν τι τὸ παράπαν ὑπερτιθέμενος μηδ᾽ ἀναδυείς· τῶν θεραπευτῶν τῶν μὲν
μηδ᾽ ἀκολουθῆσαι τεθαρρηκότων δέει τῆς νόσου, τῶν δ᾽ ἑπομένων πίστει τῇ πρὸς
τὸν μέγαν, βληθέντων μέν τι μικρὸν ὑπὸ τοῦ διεφθορότος ἀέρος ἐκείνου τε καὶ τῆς
λύμης καὶ πρὸ τοῦ ἄστεος ἐπιβῆναι δείλης ὀψίας, εἰς δὲ τὴν ἐπιοῦσαν ἐρρωμένων
τῷ μακαρίῳ καὶ σὺν ἐκείνῳ τὰς ἔξω τειχῶν ποιουμένων εὐχὰς καὶ δεήσεις σὺν παντὶ
γε τῷ πλήθει. Ἀλλ᾽ ὁ μέγας, καὶ τοιοῦτον ὃν τὸ δεινὸν καὶ τοσοῦτον, ταῖς πρὸς
Θεὸν εὐχαῖς καὶ δεήσεσι, ταῖς τε κοιναῖς καὶ ταῖς ἰδίᾳ καὶ καθ᾽ ἑαυτόν, ἵστησιν
ἐκεῖνο τῆς φορᾶς καὶ τοῦ πρόσω καὶ διαλύει τὴν νόσον καὶ τὸν θάνατον καταπαύει,
τοῦ Θεοῦ δοξάζοντος ἐκεῖνον κἂν τούτῳ, τοῦ τὸ θέλημα τῶν φοβουμένων αὐτὸν
ποιοῦντος, κατὰ τὸν θεῖον φάναι Δαβίδ, καὶ τῆς δεήσεως αὐτῶν εἰσακούοντος».