Παλιά, ἄν ἕνας ἦταν διεστραμμένος ἤ μέθυσος, ντρεπόταν νὰ βγῆ στὴν ἀγορά, γιατί θὰ τὸν περιφρονοῦσαν. Ἡ μία, ἄν ἦταν λιγάκι παραστρατημένη, δὲν τολμοῦσε νὰ βγῆ ἔξω. Καὶ ἦταν κατὰ κάποιο τρόπο αὐτὸ ἕνα φρένο. Σήμερα, ἄν εἶναι ἕνας
σωστός, μία κοπέλα λ.χ. ἄν ζῆ μὲ εὐλάβεια, λένε:
«Βρέ, ποῦ ζῆ αὐτή!». Ἀλλά καὶ γενικά, ἄν οἱ κοσμικοί ἔκαναν μία ἁμαρτία, οἱ καημένοι, αἰσθάνονταν τὴν ἁμαρτωλότητά τους, ἔσκυβαν καὶ λίγο τὸ κεφαλάκι τους καὶ δὲν εἰρωνεύονταν ἕναν ποὺ ζοῦσε πνευματικά, ἀντίθετα τὸν καμάρωναν. Τώρα οὔτε ἐνοχή αἰσθάνονται οὔτε σεβασμός ὑπάρχει. Τὰ ἰσοπέδωσαν ὅλα. Ἄν ἕνας δὲν ζῆ κοσμικά, τὸν κοροϊδεύουν.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Α’ «Μὲ Πόνο καὶ Ἀγάπη»