1. Στό προηγούμενο κήρυγμά μας, ἀδελφοί χριστιανοί, ὁ σοφός διδάσκαλός μας ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός μᾶς εἶπε ὅτι ὁ Θεός ἔχει Λόγο. Ὁ Λόγος ὅμως τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι σάν τόν ἀνθρώπινο λόγο καί τήν λογική, ἀλλά εἶναι Λόγος μέ ὑπόσταση, μέ Πρόσωπο. Καί ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ ὑπῆρχε πάντοτε, γιατί δέν μποροῦμε νά φαντασθοῦμε Θεό χωρίς Λόγο, ἄ-λογο δηλαδή Θεό. Καί ἀφοῦ ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι μία ἀφηρημένη ἰδέα, ἀλλά εἶναι πρόσωπο καί αἰώνιο πρόσωπο, ἄρα εἶναι Θεός.
Σήμερα ὁ ἅγιος, ὁ μεγάλος δογματολόγος τῆς Ἐκκλησίας μας Δαμασκηνός, μᾶς μιλάει γιά τό Ἅγιο Πνεῦμα καί μᾶς λέγει:
Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ πρέπει νά ἔχει Πνεῦμα. Ἄλλωστε καί ὁ δικός μας λόγος δέν εἶναι χωρίς πνεῦμα. Σέ μᾶς ὅμως τό πνεῦμα εἶναι ξένο πρός τήν οὐσία μας. Γιατί σέ μᾶς τό πνεῦμα εἶναι μιά ἕλξη καί φορά τοῦ ἀέρα, πού μπαίνει μέσα μας καί ξεχύνεται γιά τήν σύσταση τοῦ σώματός μας, ὅπως τό ξέρουν καλά οἱ εἰδικοί. Ἔτσι τό πνεῦμα αὐτό, τόν καιρό πού θέλουμε νά ἐκφωνήσουμε ἕνα λόγο, γίνεται ἡ φωνή τοῦ λόγου μας αὐτοῦ, φωνή, πού μέ τήν παρουσία της, φανερώνει τήν δύναμη τοῦ λόγου.
Ὅπως, λοιπόν, στόν ἄνθρωπο, μέ αὐτήν τήν γενική ἔννοια, ὑπάρχει πνεῦμα, πρέπει – μᾶς λέγει ὁ ἅγιος Δαμασκηνός – νά δεχθοῦμε μέ εὐλάβεια ὅτι καί στήν θεία φύση, τήν ἁπλῆ καί τήν ἀσύνθετη, ὑπάρχει καί σ᾽ αὐτήν βεβαίως Πνεῦμα Θεοῦ· γιατί διαφορετικά θά ἦταν κατώτερος ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ ἀπό τόν δικό μας, ἐπειδή θά τοῦ ἔλειπε τό Πνεῦμα. Ὅμως, ἀσφαλῶς, διαφέρει τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ ἀπό τό δικό μας πνεῦμα. Τό δικό μας πνεῦμα εἴπαμε ὅτι εἶναι ξένο πρός τήν οὐσία μας, γιατί εἶναι μία φορά τοῦ ἀέρα, πού εἰσέρχεται ἀπ᾽ ἔξω. Γιά τόν Θεό ὅμως εἶναι ἀσέβεια νά σκεπτόμαστε ὅτι τό Πνεῦμα του εἶναι κάτι ξένο καί εἰσέρχεται σ᾽ αὐτόν (τόν Θεό) ἀπ᾽ ἔξω, ὅπως συμβαίνει σέ μᾶς πού ἔχουμε σύνθετη φύση.
Στό προηγούμενο μάθημά μας εἴπαμε γιά τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ ὅτι δέν εἶναι χωρίς ὑπόσταση οὔτε προκύπτει ἀπό κάποια διανόηση, οὔτε εἶναι λόγος πού προφέρεται μέ φωνή, οὔτε ξεχύνεται στόν ἀέρα καί διαλύεται, ὅπως ὁ ἀνθρώπινος λόγος. Ἀλλά εἴπαμε ὅτι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ ἔχει ὑπόσταση καί εἶναι παντοδύναμος. Τό ἴδιο θά ποῦμε τώρα καί γιά τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, πού συνοδεύει τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ καί φανερώνει τήν ἐνέργειά του: Καί τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ δέν τό θεωροῦμε σάν ἀνυπόστατη πνοή, γιατί, ἄν τό ποῦμε αὐτό, ταπεινώνουμε τό μεγαλεῖο τῆς θείας φύσεως καί ἐξομοιώνουμε τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ μέ τό δικό μας πνεῦμα. Τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ τό πιστεύουμε ὡς «Δύναμη οὐσιώδη», δύναμη δηλαδή ὄχι ἀφηρημένη, ἀλλά Δύναμη μέ ὑπόσταση, πρόσωπο, πού προέρχεται ἀπό τόν Πατέρα καί ἀναπαύεται στόν Λόγο. Δύναμη οὐσιαστική (μέ θεία Οὐσία), πού δέν μπορεῖ νά χωριστεῖ ἀπό τόν Θεό, στόν ὁποῖο βρίσκεται, οὔτε πάλι μπορεῖ νά χωριστεῖ ἀπό τόν Λόγο, τόν ὁποῖο συνοδεύει. Τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ δέν ξεπέφτει ποτέ στήν ἀνυπαρξία, ἀλλά, ὅπως ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ἔτσι καί τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ ὑπάρχει πάντοτε ὡς ὑπόσταση ζῶσα μέ δύναμη καί βούληση, πού δέν ἔχει οὔτε ἀρχή οὔτε τέλος. Ποτέ δέν ἔλλειψε ἀπό τόν Πατέρα ὁ Λόγος οὔτε ἀπό τόν Λόγο τό Πνεῦμα.
2. Τέτοια πίστη ἔχοντες γιά τόν Λόγο καί τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ εἴμαστε ἐνάντιοι καί πρός τόν πολυθεϊσμό τῶν Ἑλλήνων καί πρός τήν ἐσφαλμένη ἑνοθεΐα τῶν Ἰουδαίων.
(α) Ἐμεῖς πιστεύουμε καί τόν Λόγο καί τό Πνεῦμα ὡς Θεό, ἀλλά δέν πιστεύουμε τρεῖς Θεούς, γιατί, ὅπως εἴπαμε, πιστεύουμε ὅτι καί τά τρία Πρόσωπα τῆς θεότητας ἔχουν τήν ἴδια θεία φύση, ἔχουν ἑνότητα κατά τήν φύση τους. Ἔτσι εἴμαστε ἐνάντιοι μέ τόν Ἑλληνισμό. Δέν εἴμαστε πολυθεϊστές.
(β) Ἀλλά ἀκόμη εἴμαστε ἐνάντιοι καί πρός τόν Ἰουδαϊσμό, πρός τήν ἑνοθεΐα τῶν Ἰουδαίων. Γιατί αὐτοί δέν εἶχαν καθαρή πίστη γιά τήν διάκριση τῶν προσώπων στήν θεότητα. Μέ τήν δική μας ὅμως σωστή πίστη γιά τά Πρόσωπα τῆς θεότητας «παραμένει τό χρήσιμον» (= ἡ ὠφέλεια) καί ἀπό τίς δύο πλευρές καί ἀπό τόν Ἰουδαϊσμό καί ἀπό τόν Ἑλληνισμό. Ἐνῶ, δηλαδή, ἡ πίστη μας περί τοῦ Λόγου καί τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ ἐξαφανίζει τήν πλάνη τοῦ πολυθεϊσμοῦ τῶν Ἑλλήνων καί ἀνατρέπει τό δόγμα τῶν Ἰουδαίων, ὅμως μέ τήν πίστη αὐτή τήν σωστή καί τήν ὀρθή «παραμένει ἀπό τήν κάθε μία αἵρεση (ἰουδαϊσμό καί ἑλληνισμό) ἡ ὠφέλεια: Ἀπό τήν ἰουδαϊκή πίστη παραμένει ἡ ἑνότητα τῆς φύσεως καί ἀπό τόν ἑλληνισμό (παραμένει) ἡ διάκριση κατά τίς ὑποστάσεις», λέγει ὁ μεγάλος δογματολόγος τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ἄν τώρα ὁ Ἰουδαῖος, γιά τήν παρεξηγημένη ἔννοια περί τῆς ἑνότητας τοῦ Θεοῦ πού ἔχει, ἀντιλέγει ὅτι ὁ Θεός ἔχει Λόγο καί ἔχει Πνεῦμα, ἄς μελετήσει καλά τήν θεία Γραφή, τήν Παλαιά Διαθήκη, καί «ἄς κλείσει τό στόμα του» («ἐπιστομιζέσθω»)! Γιά τόν Λόγο λέγει ὁ Δαβίδ: «Εἰς τόν αἰῶνα, Κύριε, ὁ λόγος σου διαμένει ἐν τῷ οὐρανῷ» (Ψαλμ. 118,89). Καί πάλι λέγει: «Ἀπέστειλε τόν λόγο αὐτοῦ καί ἰάσατο αὐτούς» (Ψαλμ. 106,20). Στά χωρία αὐτά ὁ Δαβίδ, ὅταν λέγει «λόγο», δέν ἐννοεῖ τόν προφορικό λόγο, γιατί ὁ λόγος τοῦ στόματος οὔτε στέλνεται οὔτε παραμένει στούς αἰῶνες.
Καί γιά τό Πνεῦμα ἐπίσης ὁ Δαβίδ λέγει: «Ἐξαποστελεῖς τό πνεῦμα σου καί κτισθήσονται» (Ψαλμ. 103,30). Καί πάλι ἀλλοῦ λέγει: «Τῷ λόγῳ Κυρίου οἱ οὐρανοί ἐστερεώθησαν καί τό πνεύματι τοῦ στόματος αὐτοῦ πᾶσα ἡ δύναμις αὐτῶν» (Ψαλμ. 32,6). Καί ὁ Ἰώβ λέγει: «Πνεῦμα θεῖον τό ποιῆσάν με, πνοή δέ παντοκράτορος ἡ συνέχουσά με» (Ἰώβ 33,4). «Ὅμως – λέγει ὁ Δαμασκηνός – πνεῦμα πού στέλνεται καί δημιουργεῖ καί στερεώνει καί συνέχει (ὅπως λέγουν τά παραπάνω χωρία) δέν εἶναι φύσημα πού χάνεται, ὅπως καί τό στόμα τοῦ Θεοῦ δέν μπορεῖ νά εἶναι σωματικό μέλος». Ἄρα, συμπεραίνει ὁ ἅγιος Δαμασκηνός, «καί τά δυό πρέπει νά νοηθοῦν κατά θεοπρεπῆ τρόπο».
Μέ πολλές εὐχές,
Δείτε και: