Τά κηρύγματα τῆς
σειρᾶς αὐτῆς, ἀδελφοί χριστιανοί, θά ἀναφέρονται στήν ὀρθόδοξη πίστη μας μέ
βάση τό ὡραῖο καί ἀξεπέραστο ἔργο τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ, «Ἔκδοσις ἀκριβής
τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως». Γι᾽ αὐτό παρακαλῶ νά τά προσέχετε μέ ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον
καί προσοχή.
1. Κατά πρῶτον ὁ ἅγιος
πατήρ ἀσχολεῖται μέ τό σπουδαῖο θέμα, ὅτι ὁ Θεός εἶναι «ἀκατάληπτος», ὅτι
δηλαδή δέν μπορεῖ νά κατανοηθεῖ μέ τήν λογική μας. Καί ἀκόμη μᾶς λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης
ὁ Δαμασκηνός νά μήν περιεργαζόμαστε σχετικά μέ τόν Θεό θέματα, γιά τά ὁποῖα δέν
μᾶς ἔχουν μιλήσει οἱ ἅγιοι προφῆτες, οἱ ἀπόστολοι καί οἱ εὐαγγελιστές.
Πραγματικά, ἀδελφοί
χριστιανοί, ὁ Θεός εἶναι ἀκατάληπτος. Εἶναι αὐτό πού λέγει ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης,
«Θεόν οὐδείς ἑώρακε πώποτε» (Ἰωάν. 1,18). Μόνο τά τρία Πρόσωπα τῆς Ἁγίας
Τριάδος, ὁ Πατήρ, ὁ Υἱός καί τό Ἅγιον Πνεῦμα, ἔχουν πλήρη γνώση μεταξύ τους: «Οὐδείς
ἐπιγινώσκει τόν Υἱόν, εἰ μή ὁ Πατήρ, οὐδέ τόν Πατέρα τις ἐπιγινώσκει εἰ μή ὁ Υἱός»
(Ματθ. 11,27). Ἐπίσης καί τό Ἅγιο Πνεῦμα γνωρίζει ὁτιδήποτε ἀφορᾶ τόν Θεό, ὅπως
ἀκριβῶς τό πνεῦμα τοῦ ἀνθρώπου γνωρίζει ὁ,τιδήποτε ἀφορᾶ τόν ἄνθρωπο (Α´ Κορ.
2,11).
2. Παρά ὅμως τό ὅτι
ὁ Θεός εἶναι ἀκατάληπτος, δέν μᾶς ἄφησε σέ πλήρη ἀγνωσία περί τοῦ Ἑαυτoῦ Του. Κατά
πρῶτον, κατά τήν δημιουργία του ὁ ἄνθρωπος ἔλαβε μία κλήση πρός τόν Θεό. «Ἡ γνῶσις
τοῦ εἶναι Θεόν ὑπ᾽ αὐτοῦ (τοῦ Θεοῦ) φυσικῶς ἐγκατέσπαρται» (στόν ἄνθρωπο), λέγει
ὁ Δαμασκηνός! Ἡ πρώτη, λοιπόν, γνώση τοῦ ἀνθρώπου περί τοῦ Θεοῦ ἔρχεται ἀπό τήν
φυσική κατασκευή του, ἀπό τήν δημιουργία του. Ἔπειτα καί ἡ γύρω κτίση, ἡ ὀμορφιά
της καί ἡ τάξη της, διακηρύττει τό μεγαλεῖο τοῦ Θεοῦ. Ἀκόμη δέ περισσότερο, αὐτά
πού μᾶς παρέδωκαν οἱ προφῆτες, οἱ εὐαγγελιστές καί οἱ ἀπόστολοι στήν Παλαιά καί
τήν Καινή Διαθήκη, τά δεχόμαστε ὁλόκαρδα καί «οὐδέν περαιτέρω τούτων ἐπιζητοῦμεν».
Μᾶς φτάνουν λοιπόν αὐτά γιά τήν γνώση μας περί τοῦ Θεοῦ. Δέν θέλουμε τίποτε
περισσότερο! Ὁ Θεός, σάν ἀγαθός πού εἶναι, ὅ,τι εἶναι γιά τό καλό μας καί τό
συμφέρον μας μᾶς τό φανέρωσε· ὅ,τι ὅμως δέν θά μπορούσαμε νά τό βαστάσουμε, μᾶς
τό ἀπέκρυψε. Ἄς ἀρκεστοῦμε, λοιπόν, καί ἄς μείνουμε σ᾽ αὐτά πού μᾶς παρέδωσε ὁ Θεός,
«μή μεταίροντες ὅρια αἰώνια, μηδέ ὑπερβαίνοντες τήν θείαν παράδοσιν» (Παροιμ.
22,28). Χωρίς, δηλαδή, νά μετακινοῦμε τά ὅρια, πού ἔθεσαν οἱ ἅγιοι Πατέρες, οὔτε
νά ξεπερνοῦμε τήν θεία παράδοση.
3. Πρέπει, λοιπόν,
νά γνωρίζουμε ὅτι τά σχετικά μέ τόν Θεό οὔτε ὅλα μᾶς εἶναι γνωστά, οὔτε ὅλα μᾶς
εἶναι ἄγνωστα. Ἐπίσης εἶναι μερικά ἄλλα, πού ἀναφέρονται στόν Θεό, καί τά ὁποῖα
νοοῦμε μέν ἀμυδρά, ἀλλά δέν μποροῦμε νά τά ἐκφράσουμε. Γι᾽ αὐτό καί ἀναγκαζόμαστε
νά χρησιμοποιοῦμε παραστάσεις ἀπό δικά μας πράγματα, γιά νά ἐκφράσουμε πράγματα,
πού εἶναι πάνω ἀπό ᾽μᾶς. Ὅπως, λόγου χάριν, ὅταν λέγουμε γιά τόν Θεό ὅτι ὀργίζεται,
ὅτι ἔχει χέρια κ.λπ.
Γιά τόν Θεό, ἀγαπητοί
χριστιανοί, ξέρουμε γενικά ὅτι εἶναι ἄναρχος, αἰώνιος, ἄκτιστος, ἀπερίγραπτος, ἄπειρος,
ἀκατάληπτος, δίκαιος, παντοδύναμος, προνοητής τῶν ὅλων καί τά ὁμολογοῦμε ὅλα αὐτά
στήν θεία λατρεία καί στήν ἰδιωτική μας προσευχή. Ἐπίσης γνωρίζουμε καί ὁμολογοῦμε
ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἕνας, γιατί ἔχει μία θεία οὐσία, ἀλλά εἶναι τρία πρόσωπα, τρεῖς
ὑποστάσεις, ὅπως λέγουμε τά πρόσωπα διαφορετικά. Εἶναι ὁ Πατέρας, ὁ Υἱός καί τό
Ἅγιο Πνεῦμα. Καί τά τρία αὐτά θεῖα πρόσωπα εἶναι ἕνα σέ ὅλα, ἐκτός μόνο ἀπό τό ὅτι
ὁ Πατέρας εἶναι ἀγέννητος, ὁ Υἱός εἶναι γεννητός ἀπό τόν Πατέρα καί τό Ἅγιο Πνεῦμα
εἶναι ἐκπορευτό ἀπό τόν Πατέρα πάλι. Τό «ἀγέννητο» γιά τόν Πατέρα, τό «γεννητό»
γιά τόν Υἱό καί τό «ἐκπορευτό» γιά τό Ἅγιο Πνεῦμα λέγονται «ἀκοινοποίητα» ἰδιώματα.
Ἰδιώματα, δηλαδή, πού δέν εἶναι κοινά καί γιά τά τρία πρόσωπα, ἀλλά ἀνήκουν ἀποκλειστικά
καί μόνο σέ ἕνα ἰδιαίτερο πρόσωπο.
Ἐπαναλαμβάνουμε: Στόν
Πατέρα «ἀκοινοποίητο» ἰδίωμα εἶναι τό ἀγέννητο, στόν Υἱό τό γεννητό καί στό Ἅγιο
Πνεῦμα τό ἐκπορευτό. Ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνός, «ἴδιον Πατρός ἡ
ἀγεννησία, Υἱοῦ δέ ἡ γέννησις, Πνεύματος δέ ἡ ἔκπεμψις» (Λόγος 25,16). Αὐτά δέ
τά τρία ἰδιώματα ἐκφράζουν τήν σχέση τῶν τριῶν προσώπων μεταξύ τους, δηλώνουν
τόν τρόπο τῆς ὕπαρξής τους καί δέν ἐκφράζουν καθόλου διαφορά τῆς οὐσίας τους. Ἡ
οὐσία εἶναι ἡ ἴδια καί ἡ αὐτή καί γιά τά τρία πρόσωπα. Ἄρα καί τά τρία πρόσωπα
τῆς Ἁγίας Τριάδος εἶναι ἰσότιμα: Θεός ὁ Πατέρας, Θεός ὁ Υἱός, Θεός καί τό Ἅγιο
Πνεῦμα. Ἀλλά σ᾽ αὐτό τό σπουδαῖο θέμα θά ἐπανέλθουμε καί σέ ἄλλο κήρυγμά μας.
(Συνεχίζεται)
Μέ πολλές εὐχές,