Η καρδιά, στην πορεία της προς τον Θεό, «αγαπά το καλό και αγαθό
θεληματικά κατευθύνεται προς την χάρη της θεώσεως, καθοδηγείται από την πρόνοια
(του Θεού), από τους λόγους της σοφίας» (άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής).
Συμβαίνει όμως, καθώς η καρδιά προοδευτικά ανοίγεται στον Θεό, να αρχίσει να
θεωρεί εαυτήν ανώτερη πνευματικά και τους άλλους κατώτερους. Αυτό το σημείο ας
το προσέξουμε. Όταν η καρδιά αρχίσει να υπερηφανεύεται για τα πνευματικά της
κατορθώματα, τότε χάνει την νήψη και την προσοχή, και πέφτει στα πάθη της
υπερηφανείας και της ματαιοδοξίας. Τότε ο Θεός επιτρέπει στην υπερήφανη αυτήν
καρδιά να έρθουν πειρασμοί και πνευματικές πτώσεις, ώστε να ταπεινωθεί και να
μην υψηλοφρονεί.
Αυτή η υπερήφανη καρδιά έχει χάσει την γαλήνη της,
κυριαρχείται από πνεύμα κατακρίσεως προς τους άλλους. Τότε, ο Θεός ενεργοποιεί
τον πνευματικό Του νόμο, ώστε και η ίδια να υποπέσει στο ίδιο αμάρτημα για το
οποίο κατέκρινε τους άλλους. Όταν συμβεί μία τέτοια πνευματική πτώση, η καρδιά
είναι ευάλωτη στους λογισμούς απελπισίας που της υποβάλλει ο διάβολος. Για να
ξαναβρεί την πνευματική της κατάσταση και να επανέλθουν οι καλοί και ειρηνικοί
λογισμοί στην καρδιά, αυτή οφείλει να φανεί σταθερή στην πίστη, να μάθει να
είναι πιο ταπεινή και να εμπιστεύεται στην Θεία παρηγορία και όχι στους δικούς
της λογισμούς.
panagiasozousa