Τρίτη 2 Απριλίου 2019

Μαρτυρία περί του Αγίου Φωτός

Προσωπική μαρτυρία για το Άγιο Φως 
του Λυκούργου Μαρκούδη,
 υπεύθυνου προγράμματος του ραδιοφωνικού σταθμού Πειραϊκή Εκκλησία.
  Άνθρωποι που θέλουν να αυτοαποκαλούνται "ορθολογιστές", ΧΩΡΙΣ να έχουν πάει ποτέ να παρατηρήσουν από κοντά το ίδιο το φαινόμενο του Αγίου Φωτός, φτιάχνουν χημικά και λαμπάδες, και σκαλίζουν αρχαίες (αστήρικτες) δηλώσεις άλλων, πεπεισμένοι για την υποτιθέμενη απάτη. Και θέλουν να "ξεχνούν" ότι κάποιοι άνθρωποι ΠΗΓΑΝ εκεί, και έδωσαν τη μαρτυρία τους!

Σοφία: Θέλω να μιλήσουμε γι’ αυτό το πολύ σημαντικό θέμα, που είναι το Άγιο Φως.
Άκουσες κάτι στην τηλεόραση; Μπορώ να σου πω ότι δεν άκουσα τίποτα εγώ.
Λυκούργος: Ούτε εγώ. Με πήραν τηλέφωνο χθες και μου είπαν τι γινότανε. Εν πάση περιπτώσει δεν το είδα. Αλλά είναι δεδομένο ότι τέτοιες εβδομάδες, μια εβδομάδα πριν το Πάσχα, όπως και πέρυσι και πρόπερσι, θα ασχοληθούν με το Άγιο Φως.
Εάν δεν θέλει κάποιος να το πιστέψει είναι δικαίωμά του. Μπράβο του, μη το πιστέψει! Δεν θα πάμε με το πιστόλι, να του το βάλουμε στο κεφάλι και να του πούμε ότι είναι αλήθεια. Όπως σε καμία περίπτωση δεν θα πάρουμε τους κυρίους επιστήμονες, συγγραφείς, ειδήμονες, κ.τ.λ. που ξαφνικά αρχίζουν να μας λένε ότι το Άγιο Φως ανάβει με το φωσφόρο, για να τους πούμε «Ελάτε εσείς, να πάμε στον Πανάγιο Τάφο να δώσετε τα δικά σας κεριά». Όχι, αγαπητέ! Δεν θα σας πάρουμε να πάτε στον Πανάγιο Τάφο, δεν σας θέλουμε στον Πανάγιο Τάφο. Είναι θέμα πίστης κι αν κάποιος δεν το πιστεύει είναι δικαίωμά του.
Σοφία: Πες μας τι έγινε για να μπούμε στο κλίμα.
Λυκούργος: Ξαφνικά έχουν αρχίσει πάλι να βγαίνουν και να λένε τις όποιες βλακείες και αηδίες για το Άγιο Φως, ότι το Άγιο Φως δεν είναι θαύμα, ότι είναι μια πλάνη που κάνουν κάτω, στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων και ότι κοροϊδεύουν τον κόσμο, γιατί βουτάνε τα κεριά του Πατριάρχη μέσα στα θειάφια, στους φωσφόρους – και δεν ξέρω εγώ πού – και κάποια στιγμή τα ανάβουν και ο κόσμος ενθουσιάζεται που βλέπει το Φως να βγαίνει.
Πήγε κανείς να δει πώς βγαίνει το Άγιο Φως;
Σοφία: Φαντάζομαι θα έχουν πάει οι ακροατές μας.
Λυκούργος: Όχι από αυτούς που το κρίνουνε, όχι. Γιατί αν είχαν πάει δεν θα μπορούσαν να συνεχίσουνε. Με έχει αξιώσει ο Θεός να βρεθώ στα Ιεροσόλυμα και θα δώσω λόγο για τις φορές που βρέθηκα εκεί και για το χάλι που εξακολουθεί να είναι η ψυχή μου. Πραγματικά θα δώσω λόγο γιατί κάποιοι λένε ότι είμαι τυχερός. Όχι, είμαι δυστυχισμένος! Είμαι πολύ δυστυχισμένος γιατί με έχει αξιώσει να πάω τόσες φορές και δεν ξέρω αν θα με αξιώσει πόσες άλλες – μπορεί και καμία. Και μολονότι έχω ζήσει πολλές μέρες της ζωής μου στα πανάγια προσκυνήματα, δίπλα στον Πανάγιο Τάφο, η ψυχή μου εξακολουθεί να είναι χάλια. Εγώ, λοιπόν, έχω να δώσω πολύ μεγάλο λόγο και δεν είμαι περήφανος, δυστυχώς. Είναι τιμή μου και καμάρι μου που με αξίωσε να βρεθώ εκεί. Δεν θα πάψω ποτέ να Τον ευχαριστώ που βρέθηκα από δεκαπέντε χρονών και από τότε βρίσκομαι συνέχεια στα Ιεροσόλυμα.
Σοφία: Θα ήθελα να μας περιγράψεις, Λυκούργο, αυτό που έζησες.
Λυκούργος: Το Άγιο Φως είναι θέμα πίστης. Όπως και οτιδήποτε άλλο συμβαίνει στην Εκκλησία μας είναι θέμα πίστης. Εγώ θα μιλήσω μόνο για μένα. Γιατί ο Θεός δεν έχει ανάγκη ούτε από συνήγορο ούτε από εισαγγελέα. Εγώ θα ήμουν ο τελευταίος των τελευταίων που θα μπορούσε να μιλήσει υπέρ του Θεού. Μακάρι ο Θεός να μιλήσει υπέρ εμού, όταν θα έρθει η ώρα εκείνη μπροστά στο φοβερό Του βήμα. Αλλά δεν το βλέπω μ’ αυτά που κάνω.
Σοφία: Έχει σημασία η μαρτυρία, όμως. Εσύ ήσουν μάρτυρας εκεί.
Λυκούργος: Εγώ, λοιπόν, θα πω μόνο αυτά που έζησα και θα σας πω τι γίνεται για να ξέρουν και οι ακροατές και να μη δειλιάζουν όταν ακούν τους διάφορους «ειδήμονες».
Το Άγιο Φως, εγώ, δεν το είδα. Και δεν το είδα γιατί έτσι θέλει ο Θεός. Ήμουν από τους ελάχιστους τυχερούς που ακουμπούσα τον Πανάγιο Τάφο. Κι όμως δεν το είδα. Βγήκε από μπροστά μου, ο μακαριστός Πατριάρχης Διόδωρος, κρατώντας τα αναμμένα κεριά. Και δεν ξέρω πως άναψαν.
Σοφία: Τα είδες αναμμένα;
Λυκούργος: Ναι, τα είδα αναμμένα. Δεν ήταν βουτηγμένα σε φωσφόρο και θειάφια και οτιδήποτε άλλο. Ας πούνε ό,τι θέλουνε δε μ’ ενδιαφέρει αυτό. Ξέρω όμως – και όσοι έχουν πάει στον Πανάγιο Τάφο το ξέρουν και τους το έχω πει –, όσες φορές βρισκόμαστε εκεί με Έλληνες, μεταφέρω μόνο δική μου εμπειρία και τίποτα άλλο, για να μη νομίσουν ότι θέλω να παρακινήσω τον κόσμο σε πλάνη. Μπροστά στον Πανάγιο Τάφο, πάνω απ’ την είσοδο υπάρχουν πάρα πολλά καντήλια, τα οποία για να τα ανάψεις πρέπει να τα κατεβάσεις με τις τροχαλίες, να κατέβουν χαμηλά, να πάρεις και μια σκαλίτσα να ανέβεις και χεράκι-χεράκι να τ’ ανάψεις. Έχω δει πάρα πολλές φορές τον αγαπητό μας πατέρα Παντελεήμονα να κάνει αυτή την εργασία – το καθήκον, το δικαίωμα. Κάθε μέρα. Κάποιες ώρες αλλάζουν το λαδάκι, τα φυτιλάκια και τα ανάβουν. Το Μεγάλο Σάββατο είναι το έθος να σβήνουν τα πάντα στον Πανάγιο Τάφο. Και τα καντήλια. Τα καντήλια, λοιπόν, τα έσβησαν – με τον τρόπο που σου είπα. Ακριβώς εκεί που κατεβαίνουν τα καντήλια (με τις τροχαλίες) στεκόμουνα εγώ.
Όταν βγήκε ο Πατριάρχης κρατούσε στα χέρια του τα αναμμένα κεριά απ’ το Άγιο Φως. Πριν μπει στον Πανάγιο Τάφο τα καντήλια ήταν σβηστά. Κι επειδή το μόνο που μπορούσα να κάνω ήταν να κοιτάω προς τα πάνω – πού αλλού μπορείς να κοιτάς εκείνη την ώρα; – κοίταγα τα καντήλια και τα είχα δει σβηστά. Όταν βγήκε ο Πατριάρχης, μπροστά μου, με τα κεριά αναμμένα και κοίταξα προς τα πάνω, τα καντήλια ήταν αναμμένα. Και δεν τα είχε κατεβάσει κανένας κάτω. Δεν είχε πάει κανείς με καμία σκάλα, δεν είχαν κουνηθεί καθόλου, ούτε τα «θειάφια-ξεθειάφια», ούτε «φωσφόρια» υπήρχαν, ούτε τίποτα γιατί απλούστατα κανένας, αγαπητοί επιστήμονες συγγραφείς εκ Θεσσαλονίκης – και δεν ξέρω εγώ από που αλλού ορμώμενοι –, δεν ξέρει κάθε χρόνο τι ώρα βγαίνει το Άγιο Φως. Πέρυσι βγήκε στις 14:05. Εκείνη τη χρονιά είχε βγει στις 12:15. Κάθε χρονιά, ανάλογα με τον συνωστισμό που υπάρχει, δυσκολεύεται το βήμα του Πατριάρχη.
Σοφία: Αυτό είναι κάτι καινούργιο, δεν το έχω ξανακούσει.
Λυκούργος: Πώς είναι δυνατόν να ξέρουν αυτό που λένε, αυτοί οι κατ’ εμέ «ευκολόπιστοι», οι επιστήμονες; Δεν ξέρω τι σημαίνει επιστήμη, τελικά... Ότι υπολογίζουν το χρόνο και στα 15’ αυτό που έχουν βουτήξει μέσα, ανάβει· όταν τον Πατριάρχη, τον δικό μας τον Ελληνορθόδοξο, που για να περπατήσει από το Ιερό του Ναού μέχρι τον Πανάγιο Τάφο, όταν δεν έχει κόσμο, του παίρνει 5’ και το Μεγάλο Σάββατο που – μόνο ο Ναός – έχει μέσα 15.000, εκεί συνωστισμένος μπροστά, μπορεί να του πάρει 40-45’ περπάτημα! Μια απόσταση που δεν ξεπερνάει τα 60 μέτρα. Πώς είναι δυνατόν να υπολογίσουν το χρόνο; Αυτή είναι η δική μου απορία! Το Άγιο Φως λοιπόν, εκείνη το φορά που ήμουν μπροστά, έτσι άναψε τα καντήλια πάνω από τον Πανάγιο Τάφο. Κι επειδή εγώ είμαι ο δυσκολόπιστος, είμαι αυτός που όταν μου λένε για θαύματα κοιτάω πίσω τις εικόνες, να δω μήπως έχουν κάνει κάτι, όταν μου λένε ότι κάτι ακούγεται πάω και κοιτάω να δω μήπως ακουμπάει η πέτρα με κάτι άλλο και μεταφέρει κάποιον ήχο, όταν μου λένε ότι η εικόνα δακρύζει ή ανοιγοκλείνει τα μάτια της θα πάω 5-6 φορές να την δω, να την φωτογραφήσω, για να’ χω αποδείξεις γιατί δεν τα πιστεύω... Δεν είμαι ευκολόπιστος, είμαι δύσπιστος πάρα πολύ.
Σοφία: Δεν είσαι ο μοναδικός που θα κάνει έτσι...
Λυκούργος: Θα πω ότι την ώρα που βγήκε το Άγιο Φως το ’ξερα, τι συμβαίνει. Το Άγιο Φως βγαίνει, δεν λέω ότι «δεν βγαίνει» – για να μην παρεξηγηθώ έτσι όπως το’ πα. Είτε το πιστεύει κάποιος είτε όχι, είτε το δει είτε όχι, ΒΓΑΙΝΕΙ. Προς δόξαν Θεού και όχι δική μας. Όταν βγήκε, λοιπόν, το Άγιο Φως, δίπλα μου στεκόντουσαν άνθρωποι που μου λέγανε αυτό που έβλεπαν· γιατί έτσι τους επέτρεπε ο Θεός, να δούνε. Εμένα δεν μου επέτρεπε, και καλά έκανε. Δεν χρειάζεται να τα δω κι όλα. Ένας κύριος με μακριά γενειάδα στεκόταν δίπλα μου κι όταν βγήκε το Άγιο Φως, που ανάβουμε όλοι μας τα 33 κεράκια που κρατάμε – που δεν είναι βουτηγμένα πουθενά –, για περίπου τρία λεπτά το Άγιο Φως δεν καίει, Σοφία. Και αν πιάσεις τα 33 κεριά και τα κάνεις μασούρι και ανάψεις φωτιά, η φλόγα δεν ξεπερνάει τα είκοσι εκατοστά σε ύψος.
Σοφία: Και δεν καίει;
Λυκούργος: Δεν καίει. Και το σβήσαμε με την παλάμη μας. Κι εγώ. Και δεν κάηκα. Και δεν μου άφησε και ίχνος. Δοκίμασε να σβήσεις ΔΥΟ κεριά, όχι 33! Να τα σβήσεις με το χέρι. Θα καείς, θα τσιρίξεις!
Σοφία: Και βέβαια...
Λυκούργος: Σβήσαμε 33 και δεν... τσιρίξαμε. Και δίπλα μου είναι αυτός ο κύριος, με τη μακριά γενειάδα· σηκώνει τη γενειάδα του και βάζει τα 33 κεριά με τη φλόγα από κάτω και... δεν κάηκε.
Σοφία: Είναι σημαντικό αυτό που μας λες γιατί είναι πολύ καλό να έχουμε μαρτυρία από ανθρώπους που τα είδαν με τα ίδια τους τα μάτια.
Λυκούργος: Το είπα σήμερα, αυτό είναι ιστορία· όχι γιατί ο Θεός έχει ανάγκη από υπερασπιστή και συνήγορο για να υπερασπιστεί, αλλά επειδή έχω ανάγκη εγώ να το πω γιατί νιώθω ντροπή και τύψεις που δεν μπορώ να πω κάτι γι’ Αυτόν που μάς έχει χαρίσει τόσα. Το Άγιο Φως είναι ένα μεγάλο θαύμα. Αγιοφωτομάχοι υπάρχουν πολλοί, όπως υπήρχαν και οι εικονομάχοι. Καλώς.
Να ξέρουν οι αιρετικοί επιστήμονες, που δεν το έψαξαν καθόλου, ποτέ οι Αρμένιοι δεν μπαίναν να πάρουν το Άγιο Φως. Ήταν πάντοτε δικαίωμα των Ελληνορθοδόξων. Μια χρονιά., τον 16ο αιώνα, πλήρωσαν το σουλτάνο και πήραν ειδικό φιρμάνι να μπουν. Κεκλεισμένων των θυρών πέταξαν έξω τους Ορθοδόξους. Και το Άγιο Φως, εκείνη τη χρονιά, δεν βγήκε στον Πανάγιο Τάφο που μπήκαν οι Αρμένιοι – που είναι μονοφυσιτικό δόγμα. Απ’ έξω από την πύλη του Ναού, που είχε κλείσει, σε εκείνες τις τρεις κολόνες που υπάρχουν μέχρι και σήμερα, ήταν γονατιστός ο Ελληνορθόδοξος Πατριάρχης. Και την προκαθορισμένη ώρα, δηλαδή το μεσημέρι του Μεγάλου Σαββάτου, κλαίγοντας εκεί, σχίστηκε η κολόνα, βγήκε το Άγιο Φως και άναψε στα χέρια του. Και αυτή η μαρτυρία είναι καταγεγραμμένη σε ιστορικές πηγές. Μόνο τότε είχαν μπει οι Αρμένιοι. Και από τότε υπάρχει φιρμάνι, επί Τουρκοκρατίας, που απαγόρευε σε οποιονδήποτε άλλον πλην των ορθοδόξων Ρωμαίων – γιατί Ρωμηούς μας λέγαν τότε – να μπουν στον Πανάγιο Τάφο το μεσημέρι του Μεγάλου Σαββάτου για να πάρουν το Άγιο Φως.
Και κάτι ακόμα: το πρωί του Μεγάλου Σαββάτου ο Πανάγιος Τάφος ελέγχεται. Και ελέγχεται από τέσσερεις, τους εκπροσώπους των χριστιανικών δογμάτων: αρμένιοι, κόπτες συριανοί, ο ελληνορθόδοξος φύλακας και – το συγκλονιστικό – απ’ τον γενικό αστυνομικό διευθυντή της παλαιάς πόλεως της Ιερουσαλήμ. Τι ψάχνουνε; Να δουν ότι είναι όλα τα καντήλια και τα κεριά σβηστά, ότι δεν υπάρχει φιτίλι, δεν υπάρχει μαντήλι, δεν υπάρχει ό,τι μπορείς να φανταστείς, σπίρτα, αναπτήρας... Τίποτα που να μπορείς να ανάψεις φωτιά. Είναι εκεί ο Ελληνορθόδοξος και οι αλλόδοξοι που κοιτάνε να δουν μήπως κάνει κανένα κόλπο ο Έλληνας και κρύψει τίποτα. Και είναι και ο αστυνομικός διευθυντής που δεν είναι καν χριστιανός!
Σοφία: Τι άλλο περιμένει κανείς...;
Λυκούργος: Το πιστοποιώ, λοιπόν, ότι είναι όλα σβηστά και βγαίνουν έξω και σφραγίζουν τον Πανάγιο Τάφο – σαν πρώτο έλεγχο. Στον δεύτερο έλεγχο, όταν φτάσει ο Πατριάρχης μπροστά, θα τού βγάλουν τα άμφια. Και θα πάει ο αστυνομικός διευθυντής να τον ψάξει με τα χέρια του για να δει ότι δεν έχει πάνω του σπίρτα, αναπτήρες. Τότε θα μπει μέσα στον Πανάγιο Τάφο. Και στο τρίτο έλεγχο, πίσω από τον Πατριάρχη, στον προθάλαμο του Παναγίου Τάφου, θα σταθεί ο Αρμένιος εκπρόσωπος. Όταν σταθεί εκεί θα κάθεται και θα βλέπει στιγμή-στιγμή, δευτερόλεπτο-δευτερόλεπτο τι κάνει ο Ελληνορθόδοξος Πατριάρχης μέσα στον Πανάγιο Τάφο. Θα κοιτάει να δει μήπως βγάλει κάτι, μήπως βουτήξει κάτι. Γιατί; Γιατί αν κάνει κάτι λάθος, θα βγει, θα του χώσει μια μπουνιά – που είναι πολύ εύκολο να το κάνει – και θα βγει να φωνάξει ότι κάνουν απάτη μέσα, οι ορθόδοξοι Έλληνες – είναι δικός μας ο Πανάγιος Τάφος.
Σοφία: Θα ήταν το πρώτο που θα γινόταν!
Λυκούργος: ΤΡΕΙΣ έλεγχοι, αγαπητοί επιστήμονες· είκοσι αιώνες. Κανένας δεν έχει βρει το παραμικρό. Και μη μου πουν ότι ο Πανάγιος Τάφος είναι κτίριο του 1810. Και ΠΡΙΝ το 1810 υπήρχε αντίστοιχο κτίριο εκεί, πριν καεί.
Σοφία: Λένε πολλοί, Λυκούργο, και θα ήθελα να απαντήσεις πάνω σ’ αυτό: ότι δεν υπάρχουν πηγές από κάποιον αιώνα και πριν που να μιλάνε για το Άγιο Φως.
Λυκούργος: Σωστά. Για πολλά πράγματα δεν υπάρχουν πηγές από κάποιον αιώνα και πριν.
Σοφία: Βασίζονται σ’ αυτό και λένε ότι εφόσον δεν υπάρχουν αναφορές για το Άγιο Φως πριν από τον 6ο αιώνα, άρα δεν υπήρχε.
Λυκούργος: Βεβαίως, δεν υπάρχουνε ιστορικές αναφορές ούτε για την Ελλάδα, για την αρχαία Αθήνα, για όλους τους αιώνες. Άρα κάποια στιγμή η αρχαία Αθήνα σταμάτησε να υπάρχει. Δεν υπάρχουν αναφορές ούτε για την Κωνσταντινούπολη, για όλους τους αιώνες, ούτε για το Βυζάντιο, όπως ακριβώς εξελίχθηκε. Άρα κι αυτό δεν υπήρξε. Και το σημαντικότερο: για 3,5 αιώνες πάνω στον Πανάγιο Τάφο και στο φρικτό Γολγοθά, υπήρχε ειδωλολατρικός ναός κτισμένος, αφιερωμένος στο Δία και στην Αθηνά. Τι λέτε ότι θα μπορούσε να γίνει εκεί; Για 3,5 αιώνες οι χριστιανοί ήταν υπό διωγμό μέχρι που ήρθε ο Μεγάλος Κωνσταντίνος και υπογράφει το περίφημο διάταγμα των Μεδιολάνων και δίνει την ανεξιθρησκεία. Και όταν πάει η Αγία Ελένη στα μέσα του 4ου αιώνα αρχίζουν σιγά-σιγά να φτιάχνονται για πρώτη φορά οι εκκλησίες και να δημιουργείται σιγά-σιγά η λατρεία, το τελετουργικό και το τυπικό, που μέχρι σήμερα φτάνει στις μέρες μας και εφαρμόζεται. Το 614 ο Ναός καταστράφηκε από πέτρα μέχρι πέτρα και δεν έμεινε τίποτα όρθιο. Και σφαγιάστηκαν όλοι. Και όχι μόνο τότε. Πέρασαν καταστροφές και σφαγές. Πάντοτε υπήρχε κάτι. Είναι σίγουρο ότι οι πηγές που υπήρχαν χάθηκαν και ιστορικά γεγονότα, άλλα καταγράφηκαν και άλλα όχι.
Μετράμε την πίστη με το καντάρι, με το γραμμάριο, με τι; Αν το θαύμα είναι 100 κιλά θαύμα, αν είναι 94; Τι ακριβώς είναι το θαύμα; Το θαύμα είτε το πιστεύουμε είτε δεν το πιστεύουμε. Όπως εγώ δεν θα προσπαθήσω ποτέ να πείσω κανέναν ότι είναι το Άγιο Φως έτσι. Ας μην προσπαθούν όλοι οι άλλοι να με πείσουν ότι δεν είναι. Ας κρατήσουν την άποψή τους. Κι ας μην περιμένουνε να τους μπάσουμε στον Πανάγιο Τάφο για να διαπιστώσουν ιδίοις όμασι πώς ανάβει το Άγιο Φως. Δεν μπορούμε να τους το κάνουμε αυτό. Και δεν παίρνω τον λόγο κανενός Πατριάρχου αυτή τη στιγμή και κανενός ορθοδόξου. Δεν μπορούμε γιατί το Άγιο Φως βγαίνει και για μένα και για σένα. Και για όλους τους ορθοδόξους χριστιανούς και για κάθε καλοπροαίρετο άνθρωπο.
Βγαίνει το αναστάσιμο αυτό Φως για να καταυγάσει τη ψυχή μας, να την κάνει να αγάλλεται και να νιώσει την χαρά που σε λίγες ώρες θα νιώσει ακούγοντας το «Χριστός Ανέστη». Αυτό είναι το Άγιο Φως και αυτό γίνεται το Μεγάλο Σάββατο μεσημέρι. Ενώ εδώ, σε όλες τις εκκλησίες, η ακολουθία του Αγίου Φωτός γίνεται το βράδυ της Ανάστασης, όταν δεν έρχεται το Άγιο Φως, εδώ και 17 χρόνια έρχεται το Άγιο Φως στην Ελλάδα με ειδική πτήση – καταργήστε την κι αυτήν σας παρακαλώ, έτσι; Δεν πρέπει ούτε τιμές αρχηγού κράτους να αποδίδουμε, δεν κάνει. Προς Θεού –. Πριν από αυτά τα χρόνια αλλά και σε πάρα πολλές εκκλησίες που δεν πάει το Άγιο Φως, οι ιερείς ευλογούν τη λαμπάδα και το καντήλι πάνω στην Αγία Τράπεζα, την σταυρώνουν και δίνουν απ’ αυτό το αγιασμένο φως – γιατί έτσι αγιάζεται το φως – στους πιστούς να το πάρουν σπίτι τους. Το Φως των Ιεροσολύμων – το Άγιο Φως – είναι άλλο, το φως που αγιάζουν πάνω στην Αγία Τράπεζα άλλο· αλλά εξίσου Άγιο. Γιατί, να μην θαρρούμε ότι και όταν γίνεται η Θεία Λειτουργία δεν γίνεται ένα μεγάλο θαύμα, όταν το Σώμα και το Αίμα του Χριστού μεταλαμβάνεται στους πιστούς! Μακάρι να είχαμε τη συναίσθηση αυτού του θαύματος κι ας μη βλέπαμε ποτέ το Άγιο Φως κι ας μη βλέπαμε ποτέ μεγάλα θαύματα, ούτε ιάσεις, ούτε τίποτα.
Σοφία: Δεν θα χρειαζόταν.
Λυκούργος: Άλλωστε, όταν έζησε ο Κύριός μας ανέστησε νεκρούς. Έκανε τυφλούς να δούνε. Παράλυτους να περπατήσουν, μπροστά στα μάτια του κόσμου, που ήταν γύρω Του. Και παρ’ όλα αυτά, αυτός ο κόσμος Τον καταδίκασε σε σταυρικό θάνατο. Πόσο μάλλον εμείς που δεν τον είδαμε ποτέ το Θεό μας. Απλά προσπαθούμε να Τον νιώσουμε και ευχόμαστε να Τον αντικρύσουμε στην μέλλουσα Βασιλεία.

Απομαγνητοφώνηση: Θ. Α.
πηγή