Το βιβλίο της Άμπυ Τζόνσον (Abby Johnson), με τίτλο: «Οι Τοίχοι μιλούν: Τέως υπάλληλοι κλινικών εκτρώσεων διηγούνται τις ιστορίες τους», συγκεντρώνει μαρτυρίες από «πρώτο χέρι», από υπαλλήλους που εργάζονταν σε κλινικές εκτρώσεων. Οι ιστορίες ποικίλλουν στη θεματολογία τους, αλλά κάθε μία από αυτές είναι μία ανάμνηση από υπαλλήλους των εκτρώσεων, που δεν μπόρεσε να τις αποχωριστεί ακόμα και όταν έφυγε.
Μία από αυτές τις ιστορίες, έχει τίτλο: «Τακτικοί Ταξιδιώτες» (σ.μ. λογοπαίγνιο από τις λέξεις Frequent Flyers, που εννοούν τους ταξιδιώτες που χρησιμοποιούν σε τακτική βάση αεροπλάνα για τις μετακινήσεις τους και επιβραβεύονται από τις αεροπορικές εταιρείες με διάφορα προνόμια) αναφέρεται σε μια νεαρή γυναίκα που είχε στο ιστορικό της εννέα (9) εκτρώσεις.
Ο αφηγητής παραμένει ανώνυμος, διευκρινίζει πως οι γυναίκες που κατέφθαναν στην κλινική περισσότερες από μία φορές, έχοντας στο ιστορικό τους πολλαπλές εκτρώσεις, είχαν λάβει από το προσωπικό το προσωνύμιο «Τακτικοί Ταξιδιώτες». Παρά το γεγονός ότι οι εργαζόμενοι σε εγκαταστάσεις που πραγματοποιούνταν εκτρώσεις, ήταν προσηλωμένοι στην προώθηση και την διάπραξη των εκτρώσεων, κάποιοι από αυτούς είχαν επικριτικά αισθήματα έναντι αυτών των «Τακτικών Ταξιδιωτών».
Η υπάλληλος της κλινικής εκτρώσεων, αναφέρει:
Όταν η Άντζι περπατούσε διαμέσου των χώρων της κλινικής για την ένατη επέμβαση (έκτρωση), ακόμη και όσοι υπάλληλοι λάμβαναν τον μισθό τους ακριβώς από αυτές τις εκτρώσεις, κουνούσαν το κεφάλι τους, με απορία και έλεγαν: «Αλήθεια; Σοβαρά;»...
Παρά το γεγονός ότι ήταν ενάντια στην προσωπική μου ιδεολογία, επιθυμούσα η Άντζι να επιδείξει έστω ένα δείγμα μεταμέλειας. Δεν περίμενα τέτοιου είδους συμπεριφορά από τις αναρίθμητες γυναίκες που είχαν να παρουσιάσουν δύο, τρεις ή ακόμη και τέσσερις εκτρώσεις. Αλλά εννέα; Αυτό θα δικαιολογούσε τουλάχιστον μια ελαφρά υποψία μετάνοιας ή έστω μια μικρή γεύση από παλαιομοδίτικη ντροπή...
Η Άντζι δεν έδειξε κανένα ίχνος ενοχής ή οποιουδήποτε είδους δυσαρέσκειας, όταν ήρθε στην κλινική εκτρώσεων. Γελούσε κατά τη διάρκεια της πρώτης έκτρωσής της, καθώς επίσης και κατά τη διάρκεια κάθε επόμενης έκτρωσης. Δεν διέφερε στο παραμικρό όταν έφθασε για την ένατη έκτρωση. Η δε υπάλληλος της εκτρωτικής κλινικής περιέγραψε τη συμπεριφορά της λεπτομερώς:
«Έμοιαζε να θεωρεί τις επισκέψεις της στην κλινική μας, ως μια ευκαιρία να παρουσιάσει ένα “απροετοίμαστο” θεατρικό έργο, μια κωμωδία. “Δεν μπορείτε απλώς να φωτοτυπήσετε την καρτέλα μου κι εγώ απλώς να προσθέσω τις ημερομηνίες;”, πρότεινε αστειευόμενη. Όταν επιτέλους ολοκληρώθηκε η σύνταξη των διαδικαστικών εγγράφων, η Άντζι δοκίμαζε να αστειευτεί με τα κορίτσια που υπήρχαν στο θάλαμο αναμονής. Τις διαβεβαίωνε ότι «δεν είναι τίποτε σπουδαίο. Το έχω ξανακάνει άλλες οκτώ φορές, και δεν έχω καθόλου μετανιώσει».
Αν και δεν μπορούσα να παρέμβω, η ελαφρότητα της Άντζι μου προκαλούσε μεγάλη αποστροφή. Δεν έδειξε καμία ενοχή ή μεταμέλεια οποιουδήποτε είδους.
Στη διάρκεια των ετών, είχα παρηγορήσει και είχα κρατήσει τα τρεμάμενα χέρια πολλών γυναικών που πλησίαζαν το χειρουργικό τραπέζι με φόβο. Κάποιες έκλαιγαν και γράπωναν το χέρι μου τόσο έντονα, έως του σημείου να πονάω. Άλλες κρατούσαν στο στέρνο τους τη Βίβλο και με το στόμα τους έλεγαν δυνατά προσευχές ζητώντας συγχώρεση, πριν ακόμη ο γυναικολόγος που θα έκανε την έκτρωση, αρχίσει το έργο του και ενώ τα μωρά τους ήταν ακόμη ασφαλή στη μήτρα τους. Πολλές φορές γυναίκες ανέβαιναν στο χειρουργικό τραπέζι, παραμένοντας ακίνητες, χωρίς καμία ανταπόκριση κατά τη διάρκεια της επέμβασης. Ψυχικά, ήταν εκατομμύρια χιλιόμετρα μακριά. Και από την άλλη πλευρά ήταν η Άντζι. H Άντζι ούτε καν προσπάθησε ποτέ να δώσει μια εξήγηση. Όταν προσπαθούσαμε να συζητήσουμε μαζί της ζητήματα ελέγχου των γεννήσεων (σ.μ. αντισύλληψης – οικογενειακού προγραμματισμού, πνευματικός απόγονος της «επιστήμης» της ευγονικής), με την απόπειρα να καθορίσουμε ένα ραντεβού για μια πιο συστηματική ανάπτυξη του ζητήματος, τότε απλώς θα χαμογελούσε και αρνιόταν ευγενικά με μια απλή κίνηση του χεριού της.
Η Άντζι χρησιμοποιούσε την έκτρωση, ως «αντισύλληψη», μη ενδιαφερόμενη να μάθει για κάποια άλλη μέθοδο. Ίσως θα κατέληγε να κάνει άλλες εννέα εκτρώσεις, αλλά τότε κάτι συνέβη.
Οπωσδήποτε η Άντζι είχε υπόψη της τη ρητορική υπέρ των εκτρώσεων. Με βεβαιότητα φαίνεται πως είχε ακούσει ότι η έκτρωση, απλώς αφαιρεί μια μικρή μπάλα από κύτταρα, ένα κομμάτι ιστού ή μια μη ολοκληρωμένη μάζα. Αλλά μετά την ένατη έκτρωση, ήταν περίεργη και επιθυμούσε να δει με τα ίδια της τα μάτια αυτό τον «ιστό». Ζήτησε από τον υπάλληλο που συμμετείχε στην έκτρωση να της δείξει τα υπόλοιπα, που είχαν προκύψει από την έκτρωση, και αυτός συμμορφώθηκε. Στις 13 εβδομάδες το μωρό της ήταν πλήρως διαμορφωμένο.
Προηγήθηκε μια συζήτηση για το πώς θα παρουσιάζαμε τα κομμάτια. Ήταν μήπως καλύτερο να τα αραδιάσουμε όλα μαζί σε έναν άμορφο σωρό, ούτως ώστε κανένα από αυτά να μην είναι αναγνωρίσιμο ή μήπως όφειλα να τα παραθέσω με σειρά και τάξη, όπως πράττουμε συνήθως, ώστε να βεβαιωθούμε ότι κανένα από τα κομμάτια του μωρού δεν λείπει (σ.μ. να καθίσταται σίγουρο ότι έχει καθαριστεί η μήτρα και να αποφευχθούν επιπλοκές και μολύνσεις). Δεν υπήρχε κανένα πρωτόκολλο σε ένα τέτοιο συμβάν, για το λόγο αυτό κατέληξα να «συναρμολογήσω» τα κομμάτια ένα – ένα μαζί.
Η αντίδραση της Άντζι δεν ήταν αυτή που ανέμενε ο υπάλληλος της κλινικής.
«Ευχαριστώ» είπε, με το χαμόγελο – σήμα κατατεθέν να εξακολουθεί να καλύπτει το πρόσωπό της. Όταν τα μάτια της ταξίδεψαν στο περιεχόμενο του τραπεζιού, αυτή αιφνιδιάστηκε απότομα και για πρώτη φορά από όταν είχε φθάσει στην κλινική, η Άντζι ήταν πλήρως σιωπηλή. Λίγες στιγμές αργότερα ολόκληρο το σώμα της άρχισε αν τρέμει και τα λεία καφετιά χέρια της ανατρίχιασαν.
Όταν άπλωσε το χέρι της για να ακουμπήσει το νεκρό σώμα, προσπάθησα να τραβήξω το δίσκο με τα υπολείμματα μακριά. Αλλά μου άρπαξε τον καρπό και με σταμάτησε. Είμαστε αμφότερες σιωπηλές για λίγες στιγμές, ενώ αυτή εξακολουθούσε να κοιτάζει με απορία το περιεχόμενο του δίσκου. Οπισθοχώρησα ένα βήμα και η Άντζι έπεσε μπροστά, στα γόνατά της, κρατώντας ακόμη με τα δάκτυλά της τον καρπό μου . Οι άλλες συνάδελφοι στο δωμάτιο της ανάνηψης άρχισαν να αντιλαμβάνονται τι σύμβαίνει, και ο βαθμός δυσφορίας μου άρχισε να ανεβαίνει εκθετικά.
Αντιλαμβανόμενη το λάθος της η υπάλληλος, προσπάθησε επανειλημμένως να απομακρύνει το δίσκο με τα ματωμένα ανθρώπινα μέλη. Αλλά η Άντζι κρατούσε σφιχτά τα υπολείμματα του παιδιού της, μη επιτρέποντας στην υπάλληλο της κλινικής να τα απομακρύνει από τα χέρια της.
Συμπληρώνει δε ο υπάλληλος:
Παρέμεινε ακίνητη, παγωμένη στο πάτωμα της κλινικής. «Αυτό είναι ένα μωρό», αναφώνησε, με τη φωνή της μόλις να διακρίνεται. «Αυτό ΗΤΑΝ το ΔΙΚΟ ΜΟΥ μωρό», πρόσθεσε. Η ένταση της φωνής της αυξανόταν σταθερά, όπως ένας χείμαρρος λέξεων που ξεχυνόταν από το στόμα της, λέξεις που έκαναν κάθε υπάλληλο να μην αισθάνεται καθόλου άνετα. «Τι έκανα; Τι έκανα;» επαναλάμβανε διαρκώς, ξανά και ξανά και αναλύθηκε σε κλάματα. Κάποια από τα κορίτσια στην αίθουσα ανάνηψης άρχισαν να κλαίνε μαζί της. Άλλες κάλυψαν το πρόσωπό τους με τα χέρια τους ή έκρυψαν τα κεφάλια τους πίσω από τα κρεββάτια.
Εν τέλει οι υπάλληλοι της κλινικής κατάφεραν να αποσπάσουν το δίσκο από την Άντζι. Τότε πραγματικά ξέσπασε με υστερία. Κάποιοι προσπάθησαν να την ηρεμήσουν. Ματαίως όμως.
Οι συνάδελφοί μου έσπευσαν στο πλευρό μου, προσπαθώντας να ηρεμήσουν την Άντζι. Έπειτα από μερικά λεπτά, ήταν πλέον προφανές ότι δεν επρόκειτο να ηρεμήσει. Ούτε καν μπορούσαμε να τη σηκώσουμε από το πάτωμα. Αφού το συζητήσαμε επί τόπου, αποφασίσαμε να τη σύρουμε μέχρι το μπάνιο, με την ελπίδα ότι τουλάχιστον η βαριά πόρτα θα περιόριζε τον θρήνο της, έως ότου αποφασίσουμε πώς έπρεπε να πράξουμε.
Η Άντζι κουνούσε σπασμωδικά τα χέρια και τα πόδια της και οι κραυγές της ήταν ασταμάτητες, καθώς την τραβούσαμε στο διάδρομο προς το χωλ. Χωρίς αμφιβολία υπήρξαμε ένα περίεργο θέαμα για τις υπόλοιπες κοπέλες που βρίσκονταν στο θάλαμο ανάνηψης. Τελικά καταφέραμε να περιορίσουμε την πανικόβλητη Άντζι στο μπάνιο και κλείσαμε την πόρτα. Πρότεινα να την συνεφέρουμε, ρίχνοντας κρύο νερό στο πρόσωπό της, μήπως και καταφέρει και ανασυγκροτήσει τη σκέψη της και τα συναισθήματά της. Ο θρήνος της, ήταν πλέον αισθητά πιο υποτονικός, εξακολουθούσε όμως να είναι εύκολα αντιληπτός, αφού δεν μπορούσε να κρυφθεί τελείως από την κλειστή πόρτα.
Τότε η Άντζι άρχισε να εκλιπαρεί τους υπαλλήλους να της επιτρέψουν να πάρει μαζί της, στο σπίτι της, το κομματιασμένο μωρό της. Δεν ήθελε να αποχωριστεί το παιδί της, παρά το γεγονός ότι ήταν πλέον νεκρό. Παρακαλούσε τους υπαλλήλους να ενδώσουν, αφήνοντάς την να πάρει μαζί της το μωρό. Αυτοί όμως αρνήθηκαν. Εξακολούθησε να θρηνεί με λυγμούς στο μπάνιο, αναστατώνοντας τη λειτουργία ολόκληρης της εγκατάστασης της κλινικής.
Οι υπάλληλοι που εργάζονταν στις εκτρώσεις, εντόπισαν στα έγγραφα του ιατρικού της φακέλου, ποιο ήταν το τηλέφωνο έκτακτης ανάγκης, στο οποίο έπρεπε να απευθυνθούν σε περίπτωση επιπλοκής της εγχείρησης που έθετε σε κίνδυνο τη ζωή της. Κάλεσαν τον τηλεφωνικό αριθμό, στον οποίο απάντησε ο τότε σύντροφός της, το αγόρι της. Ήρθε στην κλινική και χρειάστηκε 45 ολόκληρα λεπτά να πείσει την Άντζι να βγει από το μπάνιο. Αμφότεροι αναχώρησαν από την κλινικ, μέσα σε δάκρυα.
Η Άντζι δεν επέστρεψε στην κλινική ποτέ ξανά. Η μάρτυρας της ιστορίας αυτής δεν γνωρίζει τι απέγινε η κοπέλα. Ασφαλώς η πορεία που διαγραφόταν μπροστά της, μετά τη συνειδητοποίηση της ευθύνης για τον θάνατο 9 δικών της παιδιών, θα είναι γεμάτη αγωνία. Μπορούμε μόνο να ελπίσουμε ότι θα καταφέρει να θεραπευτεί από τα ψυχικά της τραύματα.
Στο εξής, η κλινική εκτρώσεων έθεσε κανονισμό που τηρείται απαρέγκλιτα, ποτέ να μην επιδεικνύονται τα εκτρωθέντα σώματα των εμβρύων στις γυναίκες. Στο κάτω-κάτω της γραφής, μία παρόμοια σκηνή όπως αυτή της Άντζι, θα περιόριζε τη δραστηριότητα της κλινικής και θα επηρέαζε αρνητικά τα κέρδη της. Περισσότερες γυναίκες θα αντιλαμβάνονταν την ανάπτυξη των εμβρύων, και θα επέρχετο πτώση στον αριθμό των εκτρώσεων. Με σκοπό να επιτύχουν την απρόσκοπτη λειτουργία, σε εντατικούς και επικερδείς ρυθμούς, η κλινική απαγόρευσε σε κάθε γυναίκα τη δυνατότητα να δει με τα μάτια της τα νεκρά σωματάκια, των εκτρωθέντων μωρών.
Λίγο καιρό αργότερα, η υπάλληλος που είχε παρουσιάσει στην Άντζι το νεκρό βρέφος της, εγκατέλειψε την επιχείρηση. Δεν εξήγησε τους λόγους που την οδήγησαν σε αυτή την απόφαση, αλλά είναι βέβαιο ότι η ιστορία της Άντζι και η συναισθηματικής της αγωνία την επηρέασαν σοβαρά.
Πόσες άραγε γυναίκες καταφεύγουν σε κλινικές εκτρώσεων, χωρίς να γνωρίζουν πόσο ανεπτυγμένα είναι τα παιδιά τους; Πόσοι αποφασίζουν να διαπράξουν περισσότερες από μία εκτρώσεις, χωρίς να έχουν καμία απολύτως ιδέα για το πώς θανατώνονται τα μωρά τους, κόβοντάς τα κομμάτι-κομμάτι και στη συνέχεια πετιούνται στα σκουπίδια ή πωλούνται σε ειδικές εταιρείες;
Άπαντες οι υπάλληλοι της συγκεκριμένης κλινικής αντιλήφθηκαν εκείνη την ημέρα ότι η Αλήθεια είναι ο μεγαλύτερος εχθρός των εκτρώσεων. Τους υπενθύμισαν ότι είναι ζωτικής σημασίας για την κλινική να αποκρύπτονται τα γεγονότα από της ευαίσθητες και εύθραυστες γυναίκες, εφόσον το κέρδος απαιτεί να πειστούν και να «αγοράσουν» τις υπηρεσίες της έκτρωσης.
Ήταν ο μόνος τρόπος για να συνεχίσουν να κερδίζουν χρήματα.
Πηγή: (Abby Johnson The Walls Are Talking: Former Abortion Clinic Workers Tell Their Stories (San Francisco, CA: Ignatius Press, 2016) 71-77), Live Action