Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΜΒ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2707
Τοῦ ἁγίου πρωτομάρτυρος Στεφάνου
Σάββατο 27 Δεκεμβρίου 2025
«Στέφανος πλήρης πίστεως καὶ δυνάμεως ἐποίει τέρατα καὶ σημεῖα μεγάλα ἐν τῷ λαῷ» (Πράξ. 6,8)
* * *
Τί ἦταν ὁ Στέφανος; Ἄνθρωπος μὲ σῶμα
ὑλικό, ἄνθρωπος ἁμαρτωλὸς ὅπως ἐμεῖς, ἀφοῦ καὶ μία μέρα νὰ ζήσῃ
κανεὶς ἐπὶ τῆς γῆς, θ᾽ ἁμαρτήσῃ. Ἕνας μόνο εἶνε ἀναμάρτητος, ὁ Κύριος
ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Ἁμαρτωλὸς λοιπὸν καὶ ὁ ἅγιος Στέφανος, ἁμαρτωλοὶ
κ᾽ ἐμεῖς· ἡ διαφορὰ ποιά εἶνε; Ὅτι ἐκεῖνος πίστεψε, ἀγάπησε τὸ
Χριστὸ φλογερά, ὑπηρέτησε τὸ θέλημά του, τήρησε τὶς ἐντολές του, κι
ἀπὸ ἁμαρτωλὸς ἔγινε ἅγιος· τὸ πρόσωπό του, ὅπως ἀκοῦμε σήμερα, ἔλαμψε
«ὡσεὶ πρόσωπον ἀγγέλου» (Πράξ. 6,15). Ἔτσι εἶνε· κοντὰ στὸ Χριστὸ ὁ
ἄνθρωπος γίνεται ἔνσαρκος ἄγγελος.
Οἱ ἀπόστολοι τότε δὲν ἔφταναν νὰ καλύψουν ὅλες τὶς ἀνάγκες, ὑλικὲς καὶ
πνευματικές. Γι᾽ αὐτὸ κάλεσαν τὸ λαὸ νὰ ἐκλέξῃ βοηθούς των στὸ ἔργο τῆς
Ἐκκλησίας. Ὁ Χριστιανικὸς λαὸς συνάχθηκε καὶ ἔγιναν ἐκλογές. Δὲν
ἐξέλεξαν οἱ ἀπόστολοι τοὺς πρώτους λειτουργοὺς τῆς Ἐκκλησίας· ἄφησαν
στὸ λαὸ τὸ δικαίωμα αὐτό. Καὶ ὁ πιστὸς λαός, ἀφοῦ ἔκαναν προσευχή,
ἐξέλεξαν τοὺς ἑπτὰ πρώτους διακόνους. Πρῶτος παμψηφεὶ ἐξελέγη ὁ
Στέφανος. Καὶ ὠνομάστηκε διάκονος.
Τί θὰ πῇ διάκονος; Τρεῖς εἶνε οἱ βαθμοὶ – τὰ σκαλιὰ τῆς ἱερωσύνης·
πρῶτον διάκονος, ἔπειτα ἱερεύς, κατόπιν ἐπίσκοπος. Διάκονος, ὅπως
σημαίνει ἡ λέξις, θὰ πῇ ὑπηρέτης. Διακονῶ = ὑπηρετῶ. Καὶ ὁ ἱερεὺς
βέβαια ὑπηρετεῖ, καὶ ὁ ἐπίσκοπος ἀκόμη περισσότερο ὑπηρετεῖ. Ἱερωσύνη =
ὑπηρεσία, ὑπηρεσία τοῦ λαοῦ· καὶ ὄχι ἁπλῶς ὑπηρεσία, ἀλλὰ θυσία. Δὲν
γίνεται κανεὶς κληρικὸς γιὰ νὰ ἐκμεταλλεύεται τὸ λαό. Μὴ δώσουμε
δικαίωμα στοὺς ὑλιστὰς νὰ λένε, ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας εἶνε μαγαζί.
Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶνε ἐπιχείρησις, ἐκμετάλλευσις, μαγαζί· εἶνε ὑπηρεσία
τοῦ λαοῦ μας. Καὶ διάκονος = ὑπηρεσία, θυσία ὑπὲρ τοῦ λαοῦ.
Πῶς ὑπηρέτησε τὸ λαὸ ὁ Στέφανος;
• Μὲ ἀγάπη. Γι᾽ αὐτὸ διέθεσε πρῶτον μὲν τὰ χέρια του στὴν κοινὴ τράπεζα ὅπου παρακάθονταν ἀδελφικὰ ὅλοι μαζὶ οἱ πιστοί.
Ἄχ αὐτὰ τὰ χέρια! Τί λόγο θὰ δώσουμε γι᾽ αὐτά; Δὲν μᾶς τά ᾽δωσε ὁ Θεὸς
οὔτε γιὰ νὰ παλαμίζουμε στὰ δικαστήρια τὸ Εὐαγγέλιο, οὔτε γιὰ νὰ
χτυπᾶμε τὴ μάνα καὶ τὸν πατέρα, οὔτε γιὰ νὰ κλέβουμε, οὔτε γιὰ νὰ
σκοτώνουμε· μᾶς τά ᾽δωσε γιὰ νὰ κάνουμε τὸ σταυρό μας καὶ νὰ λέμε
«Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 23,42), νὰ
σκάβουμε τὸ χῶμα καὶ νὰ ποτίζουμε μὲ ἱδρῶτα τὴ γῆ, νὰ βοηθοῦμε ὁ ἕνας
τὸν ἄλλο. Εὐλογημένα τὰ χέρια ποὺ μοιράζουν ψωμὶ καὶ ῥοῦχα στοὺς
δυστυχισμένους· καὶ ὁ Στέφανος, ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ ἔγινε διάκονος, ἔτρεχε
γιὰ νὰ ὑπηρετήσῃ τοὺς φτωχοὺς ἀνθρώπους.
• Ἐκτὸς ἀπὸ τὰ χέρια ὁ Στέφανος ὑπηρέτησε τὸ λαὸ καὶ μὲ τὴ γλῶσσα του.
Ὤ ἡ γλῶσσα! Δὲν σοῦ τὴν ἔδωσε ὁ Θεός, γιὰ νὰ φλυαρῇς, νὰ κουτσομπολεύῃς,
νὰ βρίζῃς, νὰ διαβάλλῃς, νὰ συκοφαντῇς· ὑπάρχουν γλῶσσες χειρότερες
κι ἀπὸ τῆς ὀχιᾶς, γλῶσσες ποὺ τολμοῦν ἀκόμα καὶ νὰ βλαστημοῦν τὸν
Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν. Μᾶς ἔδωσε τὴ γλῶσσα ὁ Θεός, γιὰ νὰ ὑμνοῦμε
καὶ νὰ δοξάζουμε τὸ ὄνομά του καὶ νὰ λέμε στὸν ἀδελφό μας τὸν καλὸ
λόγο.
Ἔτσι ἔκανε ὁ ἅγιος Στέφανος. Ποτέ ἀπὸ τὸ στόμα του δὲν βγῆκε λόγος
κακός. Ὅπου νὰ στεκόταν κήρυττε τὸ εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ, καλοῦσε τοὺς
ἀνθρώπους νὰ πιστέψουν στὸν Κύριο, προσέφερε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶνε
τροφή, τὸ πνευματικὸ ψωμὶ ποὺ χρειάζεται ὁ ἄνθρωπος γιὰ νὰ ζήσῃ.
Ὁ λόγος τοῦ Εὐαγγελίου εἶνε ἡ σωτηρία τοῦ κόσμου· φάνηκε αὐτὸ καθαρὰ στὴ
Νινευή· κινδύνευε ἡ πολιτεία αὐτὴ νὰ καταστραφῇ, πῆγε ὁ προφήτης
Ἰωνᾶς, κήρυξε «Ἔτι τρεῖς ἡμέραι καὶ Νινευὴ καταστραφήσεται» (Ἰων. 3,4),
οἱ Νινευΐτες τὸν ἄκουσαν καὶ σώθηκαν.
Ἔτσι καὶ ὁ Στέφανος κήρυττε σὰν τὸν Ἰωνᾶ τὸ «Μετανοεῖτε». Ἀλλὰ στὴ
Νινευὴ μὲν ἄκουσαν ὅλοι, μετανόησαν, νήστεψαν, κ᾽ ἔτσι ὁ Θεὸς τοὺς
λυπήθηκε καὶ τοὺς ἔσωσε. Ἐδῶ, στὰ Ἰεροσόλυμα, δὲν ἄκουσαν τὸν Στέφανο.
Οἱ ψυχὲς τῶν ἀρχιερέων ἦταν σκληρές. Ὅταν ἄκουσαν τὸ κήρυγμά του,
ἀγρίεψαν, προσπάθησαν νὰ τὸν ἀνατρέψουν. Ἀλλὰ ὁ Στέφανος εἶχε Πνεῦμα
ἅγιο καὶ τοὺς ἀποστόμωσε. Καὶ τότε κατέφυγαν στὴ βία, ποὺ ἔδειχνε τὴν
ἀδυναμία τους. Ἡ γλῶσσα τῆς ἀλήθειας ἔκαιγε σὰν φωτιὰ τὴν πλάνη καὶ τὴν
ἁμαρτία. Ἀποφάσισαν νὰ τὸν σκοτώσουν λοιπόν.
Τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν δίκασαν. Μὰ αὐτὸ δὲν ἦταν δικαστήριο, ἦταν φωλιὰ
λῃστῶν· προτοῦ ν᾽ ἀκούσουν τὴν ἀπολογία του εἶχαν βγάλει τὴν
καταδικαστικὴ ἀπόφασι. Ὁ Στέφανος ἔκανε μία ἱστορικὴ ἀναδρομή· μίλησε
ἐνώπιόν τους μὲ παρρησία, δὲν τοὺς κολάκευσε.
Ἐσεῖς, εἶπε, ἀπὸ τ᾽ ἀρχαῖα χρόνια μέχρι σήμερα, μονίμως ἀχάριστοι στὶς
εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ, ἀντιστρατεύεστε στὴν θεία βουλή. Ἐγκληματήσατε,
ἀτιμάσατε, φονεύσατε τοὺς ἀπεσταλμένους προφῆτες. Τέλος διαπράξατε τὸ
κορυφαῖο ἔγκλημα· σταυρώσατε τὸν Δίκαιο, τὸ Χριστό, γίνατε προδότες καὶ
φονιᾶδες του…
Ὅταν ἄκουσαν αὐτά, ἔγιναν σκυλιὰ λυσσασμένα. Τὸν ἅρπαξαν, τὸν ἔβγαλαν
ἔξω ἀπὸ τὴν πόλι, σήκωσαν ὅλοι πέτρες καὶ τὸν λιθοβολοῦσαν. Ὁ
Στέφανος, σὰν ἀρνάκι μέσα σ᾽ ἕνα κοπάδι λύκων, λίγο προτοῦ νὰ
ξεψυχήσῃ, γονάτισε καί, ὅπως ὁ Χριστὸς τὴ Μεγάλη Παρασκευή, φώναξε
δυνατά· «Κύριε», συχώρεσέ τους, «μὴν τοὺς λογαριάσῃς τούτη τὴν
ἁμαρτία» (Πράξ. 7, 60). Καὶ ἔτσι μὲ τὰ λόγια αὐτά, κάτω ἀπὸ τὰ λιθάρια
τῶν δολοφόνων, παρέδωσε τὴν ἁγία του ψυχή, γιὰ νὰ φτερουγίσῃ στὰ
οὐράνια ἀνάμεσα σὲ ἀγγέλους καὶ ἀρχαγγέλους.
* * *
� Αὐτή, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἡ σημερινὴ
ἑορτή. Πολλοί, ἅμα τοὺς πῇς ὅτι πρέπει νὰ κάνουν αὐτὰ ποὺ δίδαξε καὶ
ἔκανε ὁ Χριστός, ἔχουν πρόχειρη τὴ δικαιολογία· –Ὁ Χριστὸς ἦταν Θεός,
ἐγὼ εἶμαι ἄνθρωπος… Δὲν ἔχουν δίκιο· γιατὶ ὁ Χριστὸς ἦταν βέβαια Θεός,
εἶχε ὅμως καὶ ὅλα τὰ ἀνθρώπινα ἰδιώματα. Ἀλλ᾽ ἂς ποῦμε πὼς ἔχουν δίκιο,
ὅτι δὲν μποροῦμε νὰ κάνουμε αὐτὰ ποὺ ἔκανε ὁ Χριστός. Νά λοιπὸν ὁ
Στέφανος, ποὺ δὲν ἦταν Θεός, ἦταν ἄνθρωπος ἁμαρτωλὸς σὰν κ᾽ ἐμᾶς. Πῶς
κατώρθωσε νὰ φτάσῃ σὲ τέτοιο ὕψος ἁγιότητος; Ἀπάντησις· Εἶχε πίστι·
αὐτὸ εἶνε τὸ κουμπί. Ἂν πιστέψῃ ὁ ἄνθρωπος, «πάντα δυνατὰ τῷ
πιστεύοντι» (Μάρκ. 9,23). Ὁ Στέφανος μᾶς λέει, νὰ πιστεύουμε στὸ
Χριστὸ ὅπως ἐκεῖνος.
� Ἀκόμη ὁ Στέφανος ἔκανε τὸ καλό, διακονίες, ἐλεημοσύνες. Ἀλλοίμονο στὸ
Χριστιανὸ ποὺ περνάει τὴ ζωή του χωρὶς νὰ εὐεργετῇ. Ὁ Στέφανος μᾶς
λέει· Κάθε μέρα, κάθε μῆνα, κάθε χρόνο κάνε τὸ καλὸ στὸν πλησίον σου.
� Ὁ Στέφανος ἐπίσης κήρυττε τὸ Χριστό. Καὶ μᾶς προτρέπει· Μιλᾶτε καὶ
ὁμολογεῖτε τὸ Χριστό. –Μά, θὰ πῇς, ἐγὼ δὲν ξέρω γράμματα, δὲν εἶμαι οὔτε
κληρικὸς οὔτε θεολόγος… Δὲν πειράζει. Πιστεύεις; ἡ ψυχή σου τί νιώθει,
τί λέει; Βλέπεις τοὺς χιλιαστάς; κηρύττουν τὴν πλάνη τους καὶ ἀγρεύουν
ἀφελεῖς. Βλέπεις καὶ τὸν τεχνίτη ἀκόμη νὰ κηρύττῃ τὴν ἰδεολογία του, ἐνῷ
οἱ Χριστιανοί; μένουν μουγγοί. Ἀκοῦνε τὸν ἄλλο νὰ βλαστημάῃ τὰ θεῖα
καὶ δὲν διαμαρτύρονται. Κάθονται στὸ τραπέζι καὶ σταυρὸ δὲν κάνουν.
Στὴν Ἀκαρνανία (τὸ 1935 μὲ ᾽40) πῆγα σ᾽ ἕνα χωριὸ ποὺ πολλοὶ ἦταν
βλάστημοι. Καὶ ξαναπῆγα ἐκεῖ ὕστερα ἀπὸ δύο χρόνια καὶ δὲν βρῆκα οὔτε
ἕνα βλάστημο. Ποιός τοὺς ἄλλαξε; ἕνας ἁπλὸς ἀγράμματος ἄνθρωπος, ποὺ
πίστευε θερμὰ στὸ Θεὸ κι ὅταν ἄκουγε νὰ βλαστημᾶνε, πήγαινε τὸ βράδυ
καὶ ἔκλαιγε μπροστά τους· αὐτὸς τοὺς ἔφερε σὲ κατάνυξι, μαλάκωσαν οἱ
καρδιές τους. Καὶ οἱ ἀπόστολοι τί ἦταν· ψαρᾶδες. Πιστεύεις στὸ Χριστό;
Μὴν τὸν ἀφήσῃς νὰ ὑβρίζεται καὶ νὰ συκοφαντῆται. Βλέπετε σήμερα ποῦ
καταντήσαμε; νὰ ντρεπώμαστε νὰ κάνουμε τὸ σταυρό μας, ἐνῷ μπροστά μας οἱ
ἄλλοι τὴ μπουκιὰ ἔχουν στὸ στόμα καὶ τὸ Χριστὸ βλαστημᾶνε. Γι᾽ αὐτὸ
λέω, ὅτι σήμερον ὁ Στέφανος εἶνε ὁ ἔλεγχός μας.
� Τέλος, ἀγαπητοί μου, λέω καὶ τὸ ἑξῆς. Ὁ Στέφανος ὅ,τι εἶχε (χρήματα,
χέρια, πόδια, γλῶσσα;) ὅλα τά ᾽δωσε γιὰ τὸ Χριστό. Τέλος ἔδωσε καὶ τὸ
αἷμα του· καὶ εἶνε ὁ πρῶτος μάρτυρας ποὺ ἔχυσε τὸ αἷμα του γιὰ τὸ
Χριστό, καὶ γι᾽ αὐτὸ ὀνομάζεται πρωτομάρτυς. Εἶνε ὁ πρῶτος μάρτυρας.
Ὕστερα ἀπ᾽ αὐτὸν ἀκολούθησε ἕνα πλῆθος μαρτύρων ἀμέτρητο, ποὺ φτάνει
μέχρι καὶ σήμερα.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε
στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Ἀθανασίου Σιταριᾶς -Φλωρίνης τὴν Τετάρτη 27-12-1967, μὲ
νέο τώρα τίτλο. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 30-10-2025.
Τὴν ὁμιλία αὐτὴ μπορεῖτε νὰ τὴν ἀκούσετε χωρὶς συντομεύσεις στὸ cd 36Φ
τῆς σειρᾶς «ΣΚΟΠΟΝ ΔΕΔΩΚΑ ΣΕ» (πληροφορίες στὸ τηλέφωνο 23850-28868).