Κυριακή 2 Νοεμβρίου 2025

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΛΙΤ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ

Πῶς ὁ Οἰκουμενισμὸς διεμορφώθη εἰς τάς ΗΠΑ μέ τήν βοήθειαν τῆς οἰκονομικῆς ὀλιγαρχίας.

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΛΙΤ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ

Ὁ Οἰκουμενισμὸς θριαμβεύει, διότι πανίσχυροι οἰκονομικοὶ παράγοντες, μὲ τεραστίαν ἐπιρροὴν εἰς τὴν πολιτικήν, προσφέρουν ἀμέριστον ὑποστήριξιν καὶ πλουσίαν χρηματοδότησιν.

Γράφουν ὁ Γέρων Παΐσιος Καρεώτης

καὶ ὁ Μοναχὸς Ἐπιφάνιος Καψαλιώτης

  Μὲ μεγάλην ἐπιτυχίαν ἔγινε τὴν 24ην Ὀκτωβρίου εἰς τὴν Ρώμην, ἡ παρουσίασις τοῦ νέου βιβλίου τῶν ἐκδόσεων «Θέωσις», τῆς ἀδελφῆς Ὀλυμπίας Fronzoni, ἡ ὁποία πραγματοποιήθη μὲ τὴν συνεργασίαν τοῦ συνεργάτου τοῦ Ο.Τ. κ. Γεωργίου Καραλῆ, μὲ τίτλον «Ὀρθόδοξος Ἐκκλησιολογία καὶ Οὐκρανικὸ Σχίσμα». Εἰς τὴν ἐκδήλωσιν παρευρέθη πλῆθος κόσμου, Ὀρθόδοξοι Ἰταλοί, Ρῶσοι, Βούλγαροι καὶ Ρουμάνοι, οἱ ὁποῖοι διαβιοῦν εἰς τὴν Ἰταλίαν. Κατὰ τὴν ἐκδήλωσιν παρουσιάσθησαν πέντε εἰσηγήσεις, αἱ ὁποῖαι εἶχον ἀναφορὰν εἰς τὴν αἵρεσιν τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ τὸ Οὐκρανικὸν ζήτημα.

  Ἡ εἰσήγησις, τὴν ὁποίαν παρουσίασεν ἡ ἐφημερὶς Ὀρθόδοξος Τύπος, ἐδημοσιεύθη εἰς τὸ προηγούμενον φύλλον, μὲ τίτλον «Τὸ Φανάρι ὑπὸ τὴν πλήρη ἐποπτείαν τῆς ἀμερικανικῆς διπλωματίας». Εἰς τὸ παρὸν φύλλον δημοσιεύομεν τὴν εἰσήγησιν τοῦ Γέροντος Παϊσίου Καρεώτου καὶ τοῦ μοναχοῦ Ἐπιφανίου Καψαλιώτου, ἐνῶ εἰς τὰ ἑπόμενα φύλλα θὰ παρουσιασθοῦν αἱ εἰσηγήσεις τῶν κ. Γεωργίου Καραλῆ καὶ Βασιλείου Τουλουμτζῆ, καθὼς ἐπίσης καὶ ἡ εἰσήγησις τοῦ ἱερομονάχου Διονυσίου Σιλιόνοφ,  ἡ ὁποία ἔγινε διαδικτυακῶς.

  Νὰ ἀναφερθῆ ὅτι εἰς τὴν ἐκδήλωσιν ἦτο ἔντονον τὸ αἴσθημα τῆς ἀδελφικῆς ἀγάπης, τὸ ὁποῖον διακατεῖχεν ὅλους τοὺς παρευρισκομένους καὶ τῆς ἀγάπης καὶ τοῦ σεβασμοῦ πρὸς τοὺς εἰσηγητάς. Ἐπίσης, ἐπεβεβαιώθη διὰ μίαν ἀκόμη φορὰν ἡ ἐκτίμησις πρὸς τὴν ἐφημερίδα «Ὀρθόδοξος Τύπος», τὴν ὁποίαν ὅλοι ἐγνώριζον, ὡς ἕνα ἔντυπον Ὀρθόδοξον, Παραδοσιακὸν καὶ Ἀγωνιστικόν. Ἐκ τῆς θέσεως ταύτης νὰ εὐχαριστήσωμεν τοὺς διοργανωτὰς τῆς ἐκδηλώσεως διὰ τὴν εὐγενῆ καλωσύνην νὰ προσκαλέσουν τὸν Ο.Τ. νὰ παρουσιάση τὰς σκέψεις του. Νὰ εὐχηθῶμεν ὁ Κύριός μας νὰ προστατεύη καὶ νὰ χαριτώνη τοὺς συντελεστὰς τοῦ Ἐκδοτικοῦ Οἴκου «Θέωσις», εἰς τὸ δύσκολον ἔργον τους νὰ διαδώσουν τὴν Ὀρθοδοξίαν εἰς τὸ κέντρον τοῦ παπισμοῦ, τὴν Ἰταλίαν καὶ νὰ συνεχίσουν ἐπιτυχῶς τὰς ἐκδόσεις τους.

*  *  * 

  Τὸν Ὀρθόδοξο Κόσμο συγκλονίζει τὸ Οὐκρανικὸ ζήτημα: ἕνας -κατ’ οὐσίαν- ἀδελφοκτόνος ἐμφύλιος πόλεμος, ποὺ ἔλαβε τὴν τελικὴ μορφή του μετὰ τὴν ἐπικράτηση τῆς Νεοναζιστικῆς ἰδεολογίας στὴν Οὐκρανία, κάτι ποὺ ἔγινε κατορθωτὸ νὰ συμβεῖ, λόγῳ τῆς βαθειᾶς ἐμπλοκῆς τῆς Δύσης σ΄ αὐτήν.

  Εἶναι μία κρίση ὅμως -ποὺ ἀνάμεσα στὰ ἄλλα- εἶναι καὶ βαθειὰ ἐκκλησιαστική. Μία κρίση ποὺ φέρνει στὴν ἐπιφάνεια παθογένειες, ποὺ πλέον δὲν μποροῦν νὰ κρυφτοῦν, ὅπως συνέβαινε ἕως τώρα. Παθογένειες ποὺ σχετίζονται μὲ τὸ δίπολο Ἀνατολή–Δύση, ἕνα δίπολο ποὺ στὴν δική μας ὀπτική, δὲν περιγράφει ἁπλῶς εὐρύτερους γεωγραφικοὺς ἢ ἔστω γεωπολιτικοὺς ὁρισμούς, ἀλλά, ἀπολύτως διακριτὲς κοσμοεικόνες (worldviews). Ὑπ’ αὐτὴν τὴν ἔννοια, ἡ “Δύση” ἐμφανίζεται σὲ τμήματα τῆς (γεωγραφικὰ ὁριζόμενης) Ἀνατολῆς, ἐνῶ ἡ “Ἀνατολή”, διακρίνεται πιὰ σὲ τμήματα τῆς (γεωγραφικὰ ὁριζόμενης) Δύσης… Ἀναφερόμενοι στὴν γεωγραφικὰ ὁριζόμενη “Ἀνατολή”, ἐννοοῦμε βεβαίως τὸν Ὀρθόδοξο Κόσμο καὶ ὄχι τὴν Ἄπω Ἀνατολὴ (δηλαδὴ τὴν Ἀσία).

  Ἡ ἔρευνα ποὺ ἑπομένως πρέπει νὰ γίνει, ὀφείλει νὰ ψηλαφήσει (examine, scrutinize) τὸ πῶς δομήθηκε τὸ –σύγχρονο τουλάχιστον– πρόσωπο τῆς “Δύσης” (ἐννοούμενης ὡς συνεκτικῆς κοσμοεικόνας), καὶ διὰ ποίων τρόπων ἐπιβάλλεται ἡ ἀποδοχή του, ἀπὸ τὸ ἀπολύτως Ἕτερον, αὐτὸ τῆς “Ἀνατολῆς”. Πρέπει ἑπομένως, νὰ ὁριστεῖ ἡ Δυτικὴ κοσμοεικόνα, οἱ ἀπαρχές της, καὶ τὸ πῶς αὐτὲς συνδυάστηκαν μὲ μείζονες πολιτικὲς καὶ οἰκονομικὲς ἐπιδιώξεις, πλανητικῆς κλίμακας, ὡς μία ἑνιαία προβολὴ ἰσχύος. Ἡ κατανόηση τούτων τῶν ζητημάτων ἀποτελεῖ ἔργο ἀπολύτως κρίσιμο, διότι δύναται νὰ καταδείξει τὸ λόγο τῆς γενικότερης ἐνδο–’ὀρθόδοξης κρίσης…

  Ἤδη ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ 2000, στὸ πεδίο μελέτης τῶν Διεθνῶν Σχέσεων καὶ τῆς Διπλωματίας, στὴν Δύση πρόβαλλε ὡς πυλώνας ἰσχύος ἡ ἐργαλειοποίηση τῆς Θρησκείας, καθὼς εἶχε θεωρηθεῖ ὅτι ἀναπλήρωνε τὴν ἔκλειψη τῆς πολιτικῆς ἰδεολογίας, ποὺ συνέβη μετὰ τὸ πέρας τοῦ Ψυχροῦ Πολέμου. Τότε γεννήθηκε καὶ ὁ ὅρος “ἤπια δύναμη” (soft power), θέλοντας νὰ δηλώσει ἕνα πραγματικὸ πυλώνα ἐπιβολῆς ἰσχύος, πλήν, ὄχι στὸ πεδίο τῆς ὠμῆς δύναμης (βίας), ποὺ τὸ ἀπαρτίζουν οἱ στρατιωτικὲς δυνάμεις καὶ τὰ κάθε λογῆς πολιτικὰ μέτρα ἐπιβολῆς αὐτῆς τῆς ἰσχύος, ἀλλά, στὸ πεδίο τῆς πειθοῦς, ὁπότε καὶ σχετίζεται ἀμεσότερα μὲ τὴν “ἠπιότερη” προώθηση θέσεων, καθὼς καὶ τὴν προπαγάνδα, μὲ κύριο ἀντικειμενικὸ σκοπό, τὴν ἀναδιαμόρφωση τῆς κοινωνικῆς συνείδησης πρὸς τὴν ἐπιδιωκόμενη κατεύθυνση.

  Στὸ ἐρώτημα, ποιὸς ὁ (νέος) ρόλος ποὺ καλεῖται ἡ Ἐκκλησία καὶ ἡ θεολογία νὰ παίξει, ἐντὸς τοῦ πλέγματος ἐργαλειοποίησής της, ἡ ἀπάντηση εἶναι ἁπλή: ὡς (πολιτικὰ ἐκμεταλλεύσιμος) πυλώνας ἤπιας ἰσχύος ἡ Ἐκκλησία χρησιμοποιεῖται πρὸς σκοπὸν τοῦ δυτικότροπου μετασχηματισμοῦ τῆς “Ἀνατολικῆς” κοινωνίας, διὰ τῆς ἐπιβολῆς σ’ αὐτὴν τοῦ κυρίαρχου δυτικοῦ μοντέλου, ποὺ ἐπιβάλλει τὴν υἱοθέτηση τῶν “Δυτικῶν” ἀξιῶν τῆς διαφορετικότητας, τῆς σχετικοποιήσεως τῶν παραδόσεων, μέσῳ τοῦ λεγόμενου πολιτισμικοῦ διαλόγου, καὶ τὴν πλήρη ἀποβολὴ τῆς Ὀρθοδοξίας (ἐφ’ ὅσον μιλᾶμε εἰδικὰ γιὰ τὶς χῶρες ποὺ κυριαρχεῖ ἡ Ὀρθοδοξία), ἀπὸ τὴν “Δημόσια Σφαῖρα”, ἀφαιρώντας ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία τὸν λόγο γιὰ ὁ,τιδήποτε δὲν θεωρεῖται αὐστηρὰ “θεολογικό”.

  Ἂν ὅσα, ἕως ὥρας, φαίνονται ἀσαφῆ ἢ γενικόλογα, ἂς θέσουμε κάποια ἐρωτήματα ποὺ θὰ φωτίσουν τὸ τί θέλουμε νὰ ποῦμε καὶ τὸ γιατί προσεγγίζουμε τὰ ἐκκλησιαστικὰ προβλήματα, μὲ τὸ συγκεκριμένο τρόπο:

  Γιατί, γιὰ παράδειγμα, ὑφίσταται μία ἑνιαία νέα θεολογία στὶς μείζονες Χριστιανικὲς Ὁμολογίες, διαμορφώνοντας ἕνα θεολογικὸ μινιμαλισμό, μία θεμελιώδη συμφωνία μεταξύ τους;

  Πῶς, καὶ ποῦ δομήθηκε αὐτὴ ἡ νέα θεολογία; Ἀποτελεῖ ἄραγε μία γνήσια ἐνδο-χριστιανικὴ ἀπόπειρα ἐπίλυσης τοῦ προβλήματος τοῦ χωρισμοῦ τοῦ Χριστιανικοῦ Κόσμου, ἢ συνιστᾶ ἕνα ἐπιπλέον μέσο ἐπιβολῆς πολιτικῶν ἀποφάσεων ποὺ ὁμογενοποιοῦν Λαοὺς καὶ παραδόσεις;

  Τὰ κοινὰ σημεῖα τῆς νέας θεολογίας, σχετίζονται ἄραγε, μὲ τὸ ἀρχέγονο (original) περιεχόμενο τῆς Χριστιανικῆς Ἀποκάλυψης, ὅπως ἐκφράστηκε στὴν Γραφή, καὶ ἐξηγήθηκε αὐθεντικὰ στὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας;

  Τέλος, πῶς (ἐπανα)προσδιορίζεται ἡ ἔννοια τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Παράδοσης, στὰ πλαίσια τῆς Οἰκουμενικῆς θεολογίας, ποὺ οὐσιαστικὰ εἶναι ἡ νέα θεολογία;

  Ὀφείλουμε πρώτιστα νὰ ἐργαστοῦμε θεολογικά, ὄχι ὅμως παράγοντας μία “θεολογία ἐν κενῷ” (theology in a vacuum), ὡς ἡ θεολογικὴ συγγραφὴ νὰ εἶναι ἀποκομμένη ἀπὸ τὰ ἱστορικὰ γεγονότα καὶ τοὺς παράγοντες ποὺ τὰ δημιουργοῦν, ἀλλά, ὀφείλουμε νὰ συσχετίζουμε τὰ θεολογικὰ προβλήματα μὲ τὸ εὐρύτερο πλαίσιο ἐντὸς τοῦ ὁποίου γεννῶνται, καὶ ποὺ οὐσιαστικὰ τὰ καθοδηγοῦν…

  Ἑπομένως, ἡ ἔρευνα ἐπὶ τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἢ θεολογικῶν προβλημάτων, ὀφείλει νὰ πάει μακρύτερα, νὰ ψηλαφήσει τὶς θεμελιώδεις ἀπαρχὲς ποὺ συγκροτοῦν τὸ εὐρύτερο πλαίσιο ἀναφορᾶς, ἐντὸς τοῦ ὁποίου ἀναδύονται τὰ ἰδιαίτερα ἐκκλησιαστικὰ ζητήματα ποὺ μᾶς ἐνδιαφέρουν (πχ τὸ ζήτημα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ Πρωτείου, τὸ Οὐκρανικό, τὸ ζήτημα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τὸ ζήτημα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητας κλπ). Δὲν ἐννοοῦμε νὰ κάνουμε φιλοσοφικὲς ἔρευνες, ἀλλὰ μιλᾶμε πρώτιστα γιὰ τὴν κατανόηση τοῦ εὐρύτερου πλαισίου, ἐντὸς τοῦ ὁποίου, τὰ προβλήματα ποὺ μᾶς ἐνδιαφέρουν, γεννῶνται καὶ ἀναπτύσσονται. Μιλᾶμε δηλαδή, γιὰ τὴν μεγάλη εἰκόνα, ἐντὸς τῆς ὁποίας ἐμφανίζονται τὰ ἐπιμέρους.

  Καὶ ἡ μεγάλη εἰκόνα δυστυχῶς ΔΕΝ εἶναι θεολογική! Ἢ νὰ τὸ ποῦμε ἀλλιῶς, ἡ ἀφετηρία της δὲν εἶναι θεολογική… Αὐτὸ ἄλλωστε εἶναι καὶ τὸ θεμελιωδέστερο πρόβλημα τῆς ἐκκοσμίκευσης (secularization) τῆς θεολογίας, καὶ τῆς Ἐκκλησίας εὐρύτερα: τὸ ὅτι οἱ σύγχρονες θεολογικὲς καὶ ἐκκλησιαστικὲς ἀναζητήσεις (ὅπως π.χ. τὸ ζήτημα τῆς χριστιανικῆς ἑνότητας, τῶν διαιρέσεων κλπ), ἐκφράζουν βαθύτερους πολιτικοὺς καὶ οἰκονομικοὺς σχεδιασμοὺς ποὺ ὑλοποιοῦνται μὲ τὴν βοήθεια ἀνθρώπων καὶ μέσα ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία· ἀνθρώπων βαθειὰ συνδεδεμένων, ἕως ἐξαρτημένων ἀπὸ αὐτὰ τὰ συμφέροντα.

  Στὸ ἐρώτημα, τοῦ τί μπορεῖ νὰ ἐνδιαφέρει ἡ ἀναζήτηση τῶν πολιτικῶν καὶ οἰκονομικῶν συσχετίσεων στὰ ἐκκλησιαστικὰ ζητήματα, ἡ ἀπάντηση εἶναι ἁπλή: μᾶς ἐνδιαφέρει, διότι ἀποτελοῦν τοὺς κρίσιμους ἐκείνους παράγοντες ποὺ καθοδηγοῦν τὶς νέες τάσεις, τὶς ἐνδυναμώνουν, καὶ οὐσιαστικὰ καταστρέφουν τὴ θεολογία τῆς Ἐκκλησίας, τὴν ἀσκητική της, τὴν ὁδὸ τῆς σωτηρίας δηλαδή. Καταστρέφεται ἡ ἐκκλησιαστικὴ πίστις ποὺ συγκροτεῖ τὴν συνέχεια τῆς Παράδοσης, ποὺ εἶναι ἡ ταυτότητά μας, τὸ ποιοί, ἐν τέλει, εἴμαστε!

«Ἡ μεγάλη εἰκόνα»

  Ἂς μεταβοῦμε λοιπὸν στὴν ψηλάφηση τῆς “μεγάλης εἰκόνας”…

  Ἡ Δύση ἀντιλαμβάνεται τὴν Ὀρθοδοξία, κυρίως, ὡς πολιτισμικὴ καὶ ὄχι ἁπλῶς ὡς θρησκευτικὴ/ἐκκλησιαστικὴ ὀντότητα, καὶ τὴν διαχειρίζεται ἐννοιολογικά, ἀποκλειστικὰ μὲ ὅρους καθαρὰ πολιτικούς. Ἡ πικρὴ πεῖρα τοῦ πολέμου τῆς Γιουγκοσλαβίας, κατέδειξε στοὺς Ὀρθόδοξους λαοὺς τὸ τί ἔχουν νὰ ἀντιμετωπίσουν μετὰ τὸ -νικηφόρο γιὰ τὴν Δύση- τέλος τοῦ Ψυχροῦ Πολέμου. Ἡ διάλυση τῆς Σοβιετικῆς Ἕνωσης -ἀνάλογη μὲ αὐτὴν τῆς Γιουγκοσλαβίας, ἀλλὰ σὲ πολὺ μεγαλύτερη κλίμακα- ἐπιβεβαίωσε τοὺς φόβους: ἡ Δύση πολεμᾶ πιστὴ στὸ δόγμα τοῦ τόσο προβεβλημένου Samuel Huntington (Σάμιουελ Χάντιγκτον), πιὸ γνωστοῦ ἀπὸ τὸ ἔργο του “Ἡ σύγκρουση τῶν Πολιτισμῶν”, κεντρικὴ θέση τοῦ ὁποίου εἶναι ὅτι,

  Κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ Ψυχροῦ Πολέμου, ἡ σύγκρουση συνέβαινε μεταξὺ τῆς καπιταλιστικῆς Δύσης καὶ τοῦ κομμουνιστικοῦ Ἀνατολικοῦ Μπλόκ. Σήμερα ὅμως εἶναι πιθανότερο νὰ συμβεῖ ἀνάμεσα στὶς κύριες παγκόσμιες κουλτοῦρες: ἑπτὰ ὑπάρχουσες (i) δυτική, (ii) λατινοαμερικανική, (iii) ἰσλαμική, (iv) κινεζική, (v) ἰνδική, (vi) ὀρθόδοξη, (vii) ἰαπωνικὴ καὶ μία πιθανὴ ὄγδοη (viii) ἀφρικανική.

  Σὲ αὐτὴν τὴ βάση διατύπωσε τὸ πῶς ἀντιμετωπίζει ἡ Δύση τὸ μέγεθος τῆς Ὀρθοδοξίας: μὲ καθαρὰ γεωπολιτικοὺς ὅρους· “ἂν ἡ Ρωσία γίνει δυτική, ὁ Ὀρθόδοξος Πολιτισμὸς θὰ πάψει νὰ ὑπάρχει”, διαπιστώνει ὁ Huntington.

  Ἡ μέθοδος ποὺ προτείνει ἀπέναντι στὴν Δυτικὴ ταχεῖα πολιτικὴ φιλελευθεροποίηση (rapid political liberalization) τῶν μὴ-δυτικῶν πολιτισμῶν, εἶναι μέσῳ τῆς σταδιακῆς φιλελευθεροποίησης (gradual liberalization), δηλαδή, τῆς σταδιακῆς ἐνσωμάτωσης κρατῶν, κοινωνιῶν καὶ θρησκειῶν στὶς κυρίαρχες δυτικὲς ἀντιλήψεις: τοῦ φιλελευθερισμοῦ καὶ τῆς ἄνευ ὁρίων καὶ περιορισμῶν ἀγορᾶς, ἔχοντας ὡς πλαίσιο ἀναφορᾶς τὸν κοσμοπολίτικο διεθνισμὸ (cosmopolitan internationalism), ποὺ ἀντιτίθεται σθεναρὰ στὴν ἔννοια τῆς ἐθνικῆς κυριαρχίας καὶ ἀνεξαρτησίας.

  Στόχος ἑπομένως γίνεται ἡ “ψυχὴ” μίας κοινωνίας, ἐνῶ τὸ μέσο ποὺ χρησιμοποιεῖται, εἶναι ἡ σταδιακὴ ἐνσωμάτωση στὶς δυτικὲς ἀξίες μέσῳ τῆς πολιτισμικῆς ὤσμωσης σὲ αὐτές. Τὸ ἀποτέλεσμα τὸ ξέρουμε: εἶναι ἡ ἐκκοσμίκευση τῶν θεμελιωδῶν ὑποστηριγμάτων τῆς κοινωνίας, ἀνάμεσα στὶς ὁποῖες -ἴσως ἡ πιὸ σημαντική- τῆς θρησκευτικῆς της ταυτότητας, ποὺ σημαίνει τὴν ἀποκοπὴ ἀπὸ τὴν οἰκεία Παράδοση, τὴν υἱοθέτηση τῆς θεμελιώδους φιλελεύθερης ἰδέας τοῦ ἀτομισμοῦ, ποὺ εἶναι μὲ τὴν σειρά του ἀπαραίτητος, στὴν διαμόρφωση τῆς καταναλωτικῆς κουλτούρας, σημεῖο ἀναφορᾶς τοῦ Ἀμερικανικοῦ προτύπου, ποὺ ὀφείλει νὰ ἀντιγραφεῖ.

  Στὴν σημασία τῆς θρησκευτικῆς ταυτότητας ἀναφέρεται καὶ ὁ Huntington, ὅταν γιὰ τὴν Εὐρώπη διακρίνει τὸν Δυτικὸ ἀπὸ τὸν Ἀνατολικὸ Χριστιανισμό, συμφύροντας Παπισμὸ καὶ Προτεσταντισμὸ ἀπὸ τὴν μία, καὶ ἀφήνοντας τὴν Ὀρθοδοξία ἀπὸ τὴν ἄλλη. Ὅταν ὁ Huntington ἀναφέρεται στὸν “Δυτικὸ Χριστιανισμό”, ἔχει ὑπ’ ὄψιν του τὴν φιλελεύθερη διαμόρφωσή του, ποὺ στὴν Εὐρώπη ἐπιβλήθηκε ἀπὸ τὶς ΗΠΑ, μετὰ τὸν Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (Β΄ΠΠ).

  Μάλιστα ὁ Huntington προειδοποιεῖ ὅτι ἡ μὴ φιλελευθεροποίηση τῆς θρησκείας (στὴν περίπτωση ποὺ μᾶς ἐνδιαφέρει, τῆς Ὀρθοδοξίας), δὲν δύναται παρὰ νὰ ὑποσκάψει τὴν διαδικασία ἐκμοντερνισμοῦ τῆς χώρας-κοινωνίας στόχου, μὲ κίνδυνο νὰ ἀνατραπεῖ ὁ συνολικὸς σχεδιασμός.

  Πρόσφατη ἐπιχείρηση σταδιακῆς πολιτικῆς-οἰκονομικῆς-πολιτισμικῆς ἐνσωμάτωσης ποὺ προωθεῖ ἡ Δύση, εἶναι ἡ περίπτωση τῆς Οὐκρανίας, ὅπου καὶ ἐργαλειοποιήθηκε τὸ ζήτημα τῆς Ὀρθοδοξίας, μὲ ἀποκορύφωμα τὴν δημιουργία τῆς νέας Αὐτοκέφαλης Ἐκκλησίας ἐκεῖ. Ὅπως σημειώνει χαρακτηριστικὰ γνωστὸς θεολόγος ποὺ ἐκφράζει τὴν γραμμὴ τοῦ Φαναρίου (Ἰωάννης Λότσιος), “ἡ αὐτοκεφαλία ἀποτελεῖ ἕνα σημαντικὸ γεγονὸς καὶ συνάμα ἱστορικὸ ἀναφερόμενο στὴν εὐρωπαϊκὴ ἀνάπτυξη. Ἡ προσπάθεια τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου γιὰ τὴν ἀνάδειξη αὐτῆς τῆς αὐτοκέφαλης ἐκκλησίας, δίνει τὸ δικαίωμα σὲ ἕνα λαὸ νὰ πορευθεῖ ἑνωμένος καὶ δυνατός, ἐνῶ συμβάλλει στὴν ἀνάπτυξη μίας εὐρωπαϊκῆς ὀρθόδοξης κοινότητας στὸ πλαίσιο τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης. Αὐτὴ ἡ νέα αὐτοκέφαλη καὶ εὐρωπαϊκὴ Ἐκκλησία θὰ ἔχει πολλὰ νὰ προσφέρει…”

  Τὸ ζητούμενο εἶναι δηλαδὴ ἡ ἀπορρόφηση τῆς διακριτῆς Ὀρθόδοξης ταυτότητας σὲ μία ὑπερεθνική, διαπνεόμενη ἀπὸ τὶς δυτικὲς φιλελεύθερες ἀξίες, ὀντότητα (Εὐρωπαϊκὴ Ἕνωση). Μάλιστα, ἀπὸ τὸ “μακρινὸ” 2015 (ἕνα ἔτος μετὰ τὸ πραξικόπημα τοῦ Μαϊντὰν καὶ τὴν ἔναρξη τοῦ πολέμου στὴν Ἀνατολικὴ Οὐκρανία), Οὐκρανὸς Οὐνίτης θεολόγος (Mykhailo Cheremkov), κείμενο τοῦ ὁποίου ἀναδημοσιεύει(!) ὁ ἐν λόγω Ἕλληνας θεολόγος, περιέγραφε τὴν διαμάχη μὲ τὴν Ρωσία, μὲ ὅρους παρμένους ἀποκλειστικὰ ἀπὸ τὴν πολιτικὴ θεωρία τοῦ Huntington, ὁ ὁποῖος τόνιζε: “Κατὰ μία ἔννοια, δὲν εἶναι πλέον ἡ Ρωσία ὡς χώρα, ἀλλὰ ἡ Ρωσικὴ Ὀρθοδοξία ὡς μία ὑπερεθνικὴ κίνηση, ποὺ ἀποτελεῖ ἕνα γεωπολιτικὸ παράγοντα (ποὺ πρέπει νὰ καταπολεμηθεῖ).” Ἡ ὑπὲρ τῆς Οὐκρανικῆς αὐτοκεφαλίας θέση πάντως δὲν εἶναι ὑποκριτικὴ ὡς πρὸς τοὺς στόχους της· τὸ πλέον σημαντικὸ ἄρθρο τοῦ Ἕλληνα θεολόγου ποὺ συζητᾶμε, ποὺ κυκλοφόρησε πρὶν τὴν ἀπόδοση τῆς αὐτοκεφαλίας, εἶχε τὸν τίτλο: “Ἡ γεωπολιτικὴ στρατηγικὴ τῆς ἑνωτικῆς Συνόδου”!

  Ἡ πολιτικὴ-οἰκονομικὴ-πολιτισμικὴ ἐνσωμάτωση ποὺ προωθεῖ ἡ Δύση, εἶναι λοιπὸν τὸ ζητούμενο, καὶ ὀφείλουμε νὰ ἀναζητήσουμε τὸ πῶς, τὸν τρόπο δηλαδὴ διὰ τοῦ ὁποίου ἐπιχειρεῖται ἡ ἐπίτευξη τοῦ στόχου, ὅσον ἀφορᾶ τὸν ρόλο τῆς θρησκείας σὲ αὐτήν.

  Ἐδῶ, σχεδὸν αὐτονόητα, προκύπτει τὸ ζήτημα τοῦ διαχριστιανικοῦ Οἰκουμενισμοῦ (Cross-denominational Ecumenism), καθὼς καὶ τῶν ἀπαρχῶν του, ὥστε μέσῳ αὐτῶν νὰ κατανοήσουμε τὴν σημασία του στὴν ἀναμόρφωση τῆς Εὐρωπαϊκῆς ταυτότητας (μετὰ τὸ τέλος τοῦ Β΄ΠΠ), δηλαδή, μίας ἀναμόρφωσης, ποὺ ἔθεσε ὡς πρόταγμα τὴν υἱοθέτηση ἑνὸς νέου προτύπου, τὸ ὁποῖο ἐπέβαλαν οἱ ΗΠΑ, ὡς ἡ μόνη χώρα ποὺ βγῆκε ἀπὸ τὸν πόλεμο ἀλώβητη, οἰκονομικὰ πανίσχυρη καὶ μόνη ἱκανὴ νὰ βοηθήσει οἰκονομικὰ τὶς κατεστραμμένες χῶρες τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης.

Αἱ ΗΠΑ καὶ αἱ διεργασίαι διαμορφώσεως τοῦ φιλελευθέρου Οἰκουμενικοῦ πνεύματος

  Πρώτιστα, χρειάζεται μία διευκρίνηση ὡς πρὸς τὴν βιβλιογραφία περὶ Οἰκουμενικῆς Κίνησης: σὲ αὐτὴν λοιπόν, ἁπλῶς περιγράφονται σχεδὸν σὲ μορφὴ καταλόγου οἱ οἰκουμενικοὶ ὀργανισμοί, πρόσωπα καὶ χρονολογίες, ἄνευ τῆς παραμικρῆς συσχέτισης μὲ ἔξω-ἐκκλησιαστικὰ κέντρα, πρόσωπα καὶ τυχὸν στοχεύσεις. Παρουσιάζονται ὡς μία -δῆθεν- γνήσια ἐπίπνοια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὸ ὁποῖο καλεῖ τοὺς διασπασμένους Χριστιανούς, σὲ ἑνότητα. Ἀλλὰ τί ἑνότητα καὶ πῶς;

  Ἐδῶ, ὀφείλουμε νὰ ἐξετάσουμε τὶς ἐξελίξεις στὶς ἴδιες τὶς ΗΠΑ, πρὶν τὸν Β΄ΠΠ, καθὼς τὸ μέλλον τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὅπως εἶναι γνωστὸ σήμερα, διαμορφώθηκε ἐκεῖ. Εἰδικότερα τὴν περίοδο 1900-1930.

  Πράγματι, τὸ φιλελεύθερο πνεῦμα ποὺ διαπνέει τὸν Οἰκουμενισμό, ἀποκτᾶ τότε στὶς ΗΠΑ ἕνα πανίσχυρο προστάτη, ὅσο καὶ ἀνθρώπους σὲ καίριες θέσεις, ποὺ μαζὶ μπόρεσαν νὰ διαμορφώσουν τοὺς κατάλληλους συσχετισμοὺς δύναμης, ὥστε νὰ ἐπικρατήσουν στὸ ἐκκλησιαστικὸ τοπίο καὶ νὰ ἀπωθήσουν τὶς παραδοσιακὲς δυνάμεις. Οἱ ἄνθρωποι ὅμως πίσω ἀπὸ τὸ φιλελεύθερο Οἰκουμενικὸ πνεῦμα, εἶχαν στὰ χέρια τους ἕνα πανίσχυρο μηχανισμό: ἀναφερόμαστε συγκεκριμένα στὴν ὀργάνωση τοῦ YMCA (Χριστιανικὴ Ἕνωση Νέων) καὶ τὸν ἐξίσου πανίσχυρο ἡγέτη του, John Mott (Μότ, 1865-1955).

  Δύο λόγια γιὰ τὸν Mott. Ὁ Mott ποὺ εἶναι πιὸ γνωστὸς ὡς ὁ “πατέρας τῆς Οἰκουμενικῆς Κίνησης”, ἦταν Μεθοδιστής, καὶ ἤδη ἀπὸ τὸ 1915 ἕως τὸ 1928 ἦταν ὁ πανίσχυρος Γενικὸς Γραμματέας τῆς Διεθνοῦς Ἐπιτροπῆς τοῦ YMCA, ἐνῶ ἀπὸ τὸ 1926 ἕως τὸ 1937 διατέλεσε πρόεδρος τῆς Παγκόσμιας Ἐπιτροπῆς τοῦ YMCA. Ἦταν ὁ ἱδρυτὴς καὶ πρῶτος πρόεδρος τῆς Παγκόσμιας Ὁμοσπονδίας Φοιτητικῶν Χριστιανικῶν Ἑνώσεων (WSCF, 1895), ποὺ ἦταν οὐσιαστικὰ ὁ παν­επιστημιακὸς κλάδος τοῦ YMCA. Ἀκολούθως, προήδρευσε στὸ Συνέδριο τοῦ Ἐδιμβούργου τὸ 1910 (ποὺ ἀποτελεῖ τὴν ἐπίσημη ἀπαρχὴ τῆς Οἰκουμενικῆς Κίνησης), ποὺ ὁδήγησε στὴν ἵδρυση τοῦ Διεθνοῦς Ἱεραποστολικοῦ Συμβουλίου (International Missionary Council, IMC, 1921), τοῦ ὁποίου καὶ πάλι ἦταν πρόεδρος. Ἐπίσης ἀποτέλεσε μέλος τῆς ἡγεσίας τοῦ συνεδρίου «Ζωὴ καὶ Ἔργο» τῆς Ὀξφόρδης τὸ 1937 (ποὺ τὸ 1948 ἐνσωματώθηκε ὡς ἡ ἀντίστοιχη Ἐπιτροπὴ στὸ ΠΣΕ), καὶ ἔγινε τέλος ἀντιπρόεδρος τῆς προσωρινῆς ἐπιτροπῆς τοῦ ΠΣΕ.

  Εἰδικότερα, τὸ YMCA ποὺ ἔλεγχε ὁ Mott, ἐνσάρκωνε τὸ πλέον φιλελεύθερο πνεῦμα στὸν ἀμερικανικὸ Προτεσταντισμὸ καὶ ἔγινε τὸ διεθνὲς ὄχημα προώθησης τῶν δύο κεντρικῶν ἀξόνων τοῦ φιλελεύθερου Προτεσταντισμοῦ: τοῦ “Κοινωνικοῦ Εὐαγγελίου” (Social Gospel) καὶ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Στὶς Καταστατικὲς Ἀρχές του (Παρίσι 1855), καταγράφτηκε ἡ δογματική του πεποίθηση ὅτι οἱ χριστιανικὲς ἐκκλησίες εἶναι ἑνωμένες καὶ τὸ YMCA ἀποτελεῖ ἕνα τρόπο ἔκφρασης αὐτῆς τῆς ἑνότητας! Ὡς δὲ Κοινωνικὸ Εὐαγγέλιο, ἐννοοῦμε τὴν προτεσταντικὴ θεώρηση τῆς ἐφαρμογῆς εὐαγγελικῶν κανόνων στὴν ἐργασία (labor). Στὶς ΗΠΑ ἰδιαιτέρως οὐσιαστικὰ ἕως καὶ τὴν δεκαετία τοῦ 1930, οἱ ἀνάγκες ποὺ κάλυπτε τὸ Κοινωνικὸ Εὐαγγέλιο ἦσαν τεράστιες: εὐρεῖα χρήση παιδικῆς ἐργασίας, ἀνυπαρξία κρατικῆς πρόνοιας, ἀνυπαρξία ἐργατικῆς νομοθεσίας. Ἡ ἀκραία φτώχεια στὶς ἐργατικὲς παραγκουπόλεις (slums), λόγω τῶν πενιχρῶν ἡμερομισθίων, καὶ ὅ,τι αὐτὴ συνεπάγεται (διαφθορά, βία, ἀνάπτυξη ἐπαναστατικῶν τάσεων κλπ), διαμόρφωνε μία ὁλοένα καὶ πιὸ ἐκρηκτικὴ κοινωνικὴ κατάσταση ποὺ αὐξανόταν ἀπὸ τὶς συχνὲς οἰκονομικὲς κρίσεις ποὺ ἔφερνε ἡ διαδικασία σχηματισμοῦ τῶν τεράστιων μονοπωλιακῶν ὁμίλων, οἱ ὁποῖες σήμερα παρομοιάζονται ὡς “ἡ Ἄγρια Δύση τοῦ Ἀμερικανικοῦ Καπιταλισμοῦ”.

  Τὸ YMCA ἐργαζόταν ἔτσι ἄοκνα, ἀνάμεσα σὲ ἄλλες ἐκκλησιαστικοῦ χαρακτήρα ὀργανώσεις (π.χ. Στρατὸς Σωτηρίας), παρέχοντας ἀνακούφιση στὶς ἐργατικὲς μάζες, καὶ τὸ κυριότερο: ἐπιτυγχάνοντας τὴν πολυπόθητη κοινωνικὴ εἰρήνη ποὺ ἀπαιτοῦνταν ἀπὸ τὸ Κεφάλαιο (Capital) ποὺ χρηματοδοτοῦσε τὴν δράση τοῦ YMCA, ὥστε νὰ μὴ διακοπεῖ τὴν κρίσιμη ἐκείνη ἐποχὴ (1880-1920) ἡ διαδικασία μετασχηματισμοῦ τῶν μεγάλων ἑταιρειῶν σὲ μονοπωλιακοὺς ὁμίλους.

  Στὸ σημεῖο αὐτὸ ἀκριβῶς ἔγκειται ἡ διαπλοκὴ μεταξὺ τῶν Ὀλιγαρχῶν (Oligarchs) τοῦ πλούτου, τῶν ἐκκλησιαστικῶν ὀργανώσεων καὶ τῶν προσώπων ποὺ ἡγοῦνταν αὐτῶν. Γιὰ τὴν ἐποχὴ ποὺ συζητᾶμε (1900-1930), ἡ πλέον γνωστὴ σχέση, ἦταν αὐτὴ τοῦ Mott μὲ τὴν οἰκογένεια Rockefeller (Ροκφέλερ), ἰδιοκτήτριας τῆς μεγαλύτερης πετρελαϊκῆς ἑταιρείας τοῦ Κόσμου, τῆς Standard Oil (Στάνταρτ Ὄϊλ).

  Ὁ Mott, ἀπὸ τὴν θέση του ὡς ἡγέτης τοῦ YMCA, καθοδήγησε, συνεργαζόμενος στενὰ μὲ τοὺς Rockefeller (πατέρα καὶ υἱό), στὴν ἀπομόνωση ριζοσπαστικῶν στοιχείων ἐντὸς τοῦ Κινήματος τοῦ Κοινωνικοῦ Εὐαγγελίου (ποὺ ζητοῦσαν περισσότερα ἐργατικὰ δικαιώματα, ποὺ ἡ ἐργοδοσία δὲν ἤθελε νὰ παραχωρήσει), ὅπως ἐπίσης, ἐργάστηκε στὴν διαμόρφωση τῶν ὅρων μετατροπῆς τοῦ Προτεσταντισμοῦ στὶς ΗΠΑ, πρὸς τὴν φιλελεύθερη κατεύθυνση, ποὺ σήμαινε τὴν ἐκκοσμίκευσή του, καθιστώντας τον μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ἀνταγωνιστὴ στὶς σοσιαλιστικὲς ἰδέες ποὺ στὶς ἀρχὲς τοῦ 20οῦ Αἰώνα, ἦσαν πολὺ διαδεδομένες μεταξὺ τῶν Εὐρωπαίων φτωχῶν μεταναστῶν, καὶ ποὺ προκαλοῦσαν τρόμο στοὺς ἐργοδότες.

  Ἡ ἐκκοσμίκευση καθίστατο ἑπομένως ἡ σημαντικότερη διεργασία, ἡ ὁποία θὰ μετασχημάτιζε τὶς Προτεσταντικὲς ἐκκλησίες ἀπὸ “ἀπαρχαιωμένες” δογματικὲς ὁμολογίες, σὲ σύγχρονες ἀστικὲς κοινωνικὲς δυνάμεις ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ ἐγγυηθοῦν τὴν κοινωνικὴ εἰρήνη, καὶ ὄχι τὶς ἀδιέξοδες -δίχως τέλος- δογματικὲς ἀντιπαραθέσεις. Ἑπομένως, ἐπιπλέον στόχος ἦταν ἡ ἐξάλειψη τῶν δογματικῶν ἀντιπαραθέσεων μέσῳ τῆς ἐξάλειψης τῶν δογματικῶν ἀντιθέσεων μεταξὺ τῶν ἐκκλησιῶν. Σὲ αὐτὸ τὸ κεντρικὸ σημεῖο ἀκριβῶς διασταυρώθηκαν τὸ Κοινωνικὸ Εὐαγγέλιο καὶ ὁ Οἰκουμενισμός: στὴν μεταμόρφωση τῶν ἐκκλησιῶν σὲ νέου -ἐκσυγχρονισμένου- τύπου δομῶν, ποὺ θὰ διευκόλυναν τὴν ἐνσωμάτωσή τους στὸ νέο Ἀμερικανικὸ Πρότυπο ποὺ ὁραματιζόντουσαν οἱ Rockefeller, ποὺ ἀποτελοῦσαν τοὺς κύριους ἐκπροσώπους τοῦ μεγάλου βιομηχανικοῦ καὶ τραπεζικοῦ κεφαλαίου.

  Σὲ αὐτὴν τὴν προοπτικὴ ἐμφανίζεται ἡ τόσο ἄγνωστη θεολογικὴ διαμάχη, μεταξὺ Παραδοσιακῶν καὶ Φιλελεύθερων Νεωτεριστῶν Προτεσταντῶν, ἀρχικὰ ἐντὸς τῆς Μεθοδιστικῆς ἐκκλησίας (Methodist church), καὶ κατόπιν στὸ σύνολο τῶν κύριων προτεσταντικῶν ἐκκλησιῶν τῶν ΗΠΑ, κατὰ τὴν δεκαετία 1920-1930. Ἡ θεολογικὴ αὐτὴ διαμάχη, ἀποτέλεσε τὸ ἀποκορύφωμα τῆς διαπάλης μεταξὺ τῶν δύο ποὺ εἶχε ξεκινήσει στὴ εἰκοσαετία 1890-1910, ποὺ ἤθελε τὴν ἀπόρριψη τῶν δο-γματικῶν σημείων ποὺ διαφοροποιοῦσαν τοὺς Μεθοδιστὲς ἀπὸ τὶς λοιπὲς προτεσταντικὲς ὁμολογίες, καὶ οὐσιαστικὰ ἐπιζητοῦσαν ἕνα θεολογικὸ μινιμαλισμό, μὲ ἔμφαση τὴν προσαρμογὴ τῆς πίστης στὶς νέες ἐπιστημονικὲς ἀνακαλύψεις καὶ τὶς νέες ἠθικὲς πιέσεις τῆς ἐποχῆς. Ἐπιζητοῦσαν δηλαδὴ τὸν “ἐκσυγχρονισμὸ” τῆς ἐκκλησίας.

  Στόχος τῶν Νεωτεριστῶν, ἦταν ἡ ἐπανερμηνεία τοῦ Εὐαγγελίου ὑπὸ τὸ φῶς τῆς νεώτερης Ἐπιστήμης καὶ φιλοσοφίας, ὅσο καὶ ἡ ἐλευθερία τῆς ἀποδοχῆς ἢ μή, κεντρικῶν σημείων τοῦ δόγματος (πχ τὸ δόγμα τῆς ἐκ παρθένου γέννησης τοῦ Χριστοῦ). Ἡ δὲ κριτικὴ κατὰ τῶν Παραδοσιακῶν ἦταν ὅτι ὁ Φονταμενταλισμὸς (ὅπως χαρακτηρίστηκε ὁ χῶρος τῶν Παραδοσιακῶν) ἦταν ὀπισθοδρομικὸς καὶ μισαλλόδοξος (μή–ἀνεκτικὸς) ποὺ δὲν ἐπέτρεπε τὴν δογματικὴ ποικιλομορφία–διαφορετικότητα.

  Ὡς ἀποτέλεσμα, μέχρι τὸ τέλος τῆς δεκαετίας τοῦ 1930, οἱ ὑποστηρικτὲς τοῦ θεολογικοῦ φιλελευθερισμοῦ εἶχαν κερδίσει οὐσιαστικὰ τὴ μάχη, μὲ τοὺς Νεωτεριστὲς νὰ ἐλέγχουν ὅλες τὶς κύριες πανεπιστημιακὲς θεολογικὲς σχολές, τοὺς κύριους ἐκδοτικοὺς οἴκους, καθὼς καὶ τὶς ἱεραρχίες τῶν μεγαλυτέρων προτεσταντικῶν ἐκκλησιῶν τῶν ΗΠΑ. Οἱ Παραδοσιακοὶ (δηλαδὴ οἱ Φονταμενταλιστὲς) ἀποχώρησαν, ἱδρύοντας μικρότερους ἐκδοτικοὺς οἴκους, πανεπιστήμια καὶ θεολογικὲς σχολές.

  Ὁ ρόλος τοῦ υἱοῦ Rockefeller στὴν διαμάχη ἦταν τεράστιος. Πρώτιστα μέσῳ τῆς σταθερῆς χρηματοδότησης τοῦ YMCA, ποὺ ἀποτέλεσε κινητήριο μοχλὸ τῶν Νεωτεριστῶν στὴν διαμάχη, μέσῳ τοῦ ἐλέγχου ποὺ ἀσκοῦσε στὰ πανεπιστήμια, ὅπως ἐπίσης καὶ μέσῳ τῆς διαμόρφωσης -γιὰ πρώτη φορὰ στὶς ΗΠΑ- ἑνὸς ὑπὲρ-ὁμολογιακοῦ προτεσταντικοῦ ὀργανισμοῦ ποὺ συσπείρωνε τὶς νεωτεριστικὲς δυνάμεις: τὸ Δι-ἐκκλησιαστικὸ Παγκόσμιο Κίνημα (Interchurch World Movement, IWM). Δὲν ἀποτελεῖ ἔκπληξη ὅτι πρόεδρος τοῦ Κινήματος ἦταν καὶ πάλι… ὁ Mott!

  Ἡ σημασία ποὺ ὁ Ροκφέλερ ἔδινε στὸ Κίνημα, ἦταν τεράστια. Ἐπικοινωνώντας δέ, μὲ πλούσιους φίλους του, ζήτησε τὴν οἰκονομική τους ἀρωγὴ στὴν ἐνίσχυση τοῦ IWM, καὶ ὄχι τῶν διάφορων προτεσταντικῶν ἐκκλησιῶν ξεχωριστά, διότι, ὅπως ἔγραψε χαρακτηριστικὰ σὲ ἕνα πλούσιο φίλο του:

  Δὲν γνωρίζω κανένα καλύτερο ἀσφαλιστήριο συμβόλαιο γιὰ ἕναν ἐπιχειρηματία, γιὰ τὴν ἀσφάλεια τῶν ἐπενδύσεών του, τὴν εὐημερία τῆς χώρας καὶ τὴ μελλοντικὴ σταθερότητα τῆς κυβέρνησής μας, ἀπὸ αὐτὸ τὸ Κίνημα.

  Τὸ Κίνημα ἀποδείχθηκε ὅτι ἦταν ὁ κρίσιμος παράγοντας ποὺ ὑποστήριξε, διεύρυνε καὶ καθοδήγησε τὴν διασπορὰ τῆς διαμάχης τῶν Παραδοσιακῶν μὲ τοὺς Νεωτεριστὲς Φιλελεύθερους, πέραν τῶν ἀρχικῶν ὁρίων της, πέραν δηλαδὴ τῆς Πρεσβυτεριανῆς ἐκκλησίας, στὸ σύνολο τῶν μεγαλυτέρων Προτεσταντικῶν ἐκκλησιῶν τῶν ΗΠΑ. Τὰ χαρακτηριστικά τοῦ Κινήματος, οὐσιαστικὰ ἑνὸς προδρόμου τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν Ἐκκλησιῶν (ΠΣΕ), δὲν τὸ κατατάσσουν ὅμως ἁπλὰ ὡς πρόδρομο, ὅπως συνήθως χαρακτηρίζονται τέτοια ἐγχειρήματα, ἀλλὰ ὡς βαθμίδα ὀργάνωσης, πρὸς ἕνα τελικὸ στόχο.

  Στόχος τοῦ Κινήματος ἦταν ἐξ ἀρχῆς ἡ προετοιμασία τοῦ ἐδάφους γιὰ τὸ ἑπόμενο βῆμα. Οὐσιαστικὰ ἦταν ἕνας μεταβατικὸς μηχανισμὸς ποὺ διερεύνησε καὶ κατεύθυνε τὶς ὑπάρχουσες δυνατότητες γιὰ ἕνωση, μεταξὺ τῶν προτεσταντικῶν ἐκκλησιῶν, ἐνῶ συντόνισε δράσεις καὶ πρωτοβουλίες, ἔχοντας συγκεντρώσει σὲ ἕναν ἑνιαῖο φορέα, τοὺς προθύμους ἀπὸ τὶς ἐπὶ μέρους ἐκκλησίες, δηλαδὴ ὅσους ἐμφοροῦνταν ἀπὸ τὸ Οἰκουμενιστικὸ πνεῦμα καὶ τὴ τόσο χρήσιμη, γιὰ τὸν Ροκφέλερ καὶ τὰ μεγάλα οἰκονομικὰ συμφέροντα, νέα διδασκαλία τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ τοῦ “Κοινωνικοῦ Εὐαγγελίου”.

  Ἀναφορικὰ δὲ μὲ τὰ ἰδιαίτερα ἐκκλησιαστικὰ χαρακτηριστικὰ τοῦ Κινήματος, ὁ ἴδιος ὁ Ροκφέλερ, ἐξηγοῦσε τὸν ρόλο του, ὡς ἑξῆς:

  “Το Κίνημα δὲν στοχεύει στὴν ἵδρυση μίας ὑπὲρ–ἐκκλησίας, δὲν εἶναι τίποτα ἄλλο, παρὰ οἱ ἴδιες οἱ ἐκκλησίες ποὺ συνεργάζονται μέσῳ αὐτοῦ τοῦ ἁπλοῦ μηχανισμοῦ, τὸν ὁποῖο οἱ ἴδιοι ἔχουν δημιουργήσει καὶ ἐλέγχουν.”

  Ὁ χαρακτηρισμὸς τοῦ Κινήματος ὡς “μηχανισμοῦ”, εἶναι ἀποκαλυπτικός. Παραδόξως, ὁ ὁρισμὸς ποὺ δίνεται εἶναι ἀκριβῶς ὁ ἴδιος μὲ αὐτὸν ποὺ ἐπίσημα ἐξακολουθεῖ νὰ προβάλεται ἕως καὶ σήμερα ἀπὸ τὸ ΠΣΕ καὶ τοὺς θιασῶτες του, ὅτι τὸ ΠΣΕ δὲν εἶναι ὑπὲρ-ἐκκλησία…

  Ἡ ὑπὲρ–ὁμολογιακότητα τῶν ὀργανισμῶν ποὺ χρηματοδοτοῦσε ὁ Ροκφέλερ, δὲν ἦταν ἁπλὰ μία ἐπιλογή, ἦταν ἡ βαθειά του πεποίθηση τῆς ἀνάγκης νὰ ἀλλάξει ὁ Χριστιανισμὸς καὶ νὰ ὑπερβεῖ τὶς ὁμολογιακές, δογματικὲς διαφοροποιήσεις. Γιὰ παράδειγμα, σὲ ὁμιλία ποὺ ἔδωσε στοὺς φοιτητὲς μέλη τοῦ YMCA, τοῦ πανεπιστημίου Brown, ἤδη τὸ 1894, ξεκαθάριζε ὅτι:

  «Ἕνας Χριστιανὸς εἶναι Χριστιανὸς ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴν ἐκκλησία στὴν ὁποία ἀνήκει».

  Τὸ Κίνημα, λοιπόν, στελεχωνόταν ἀπὸ ἀνθρώπους μὲ τὸ νέο ἱεραποστολικὸ ὅραμα ποὺ ἔφερνε ὁ Οἰκουμενισμὸς μαζὶ μὲ τὸ Κοινωνικὸ Εὐαγγέλιο, εἶχε στὴν ἡγεσία του τὸν Mott, καὶ τὸ κυριότερο, εἶχε τεράστια ἄμεση χρηματοδότηση ἀπὸ τοὺς Rockefeller. Εἶναι οἱ ἴδιοι ἄνθρωποι -ὅσον ἀφορᾶ τὶς ΗΠΑ- ποὺ στελέχωσαν καὶ τὸ IMC, τὸ ὁποῖο εἶχε ἱδρύσει ὁ Mott τὸ 1921, ὑλοποιώντας τὶς ἀποφάσεις τοῦ Ἐδιμβούργου τὸ 1910, σὲ ἕναν ὀργανισμὸ ποὺ διεθνοποιοῦσε τὸ νέο ἱεραποστολικὸ πνεῦμα τοῦ φιλελεύθερου Προτεσταντισμοῦ καὶ μετέφερε τὸ νέο Ἀμερικανικὸ πνεῦμα, ἐκτὸς τῶν ΗΠΑ. Ἄλλωστε οἱ χρηματοδότες τοῦ νέου ἐγχειρήματος ἦταν καὶ πάλι οἱ ἴδιοι…

  Ἰδοὺ λοιπὸν γιατί ὁ Οἰκουμενισμὸς θριαμβεύει: διότι πανίσχυροι οἰκονομικοὶ παράγοντες, μὲ τεράστια ἐπιρροὴ καὶ στὴ πολιτική, προσφέρουν ἀμέριστη ὑποστήριξη καὶ πλούσια χρηματοδότηση στοὺς ὀργανισμοὺς ποὺ τὸν προβάλλουν καὶ στοὺς ἀνθρώπους ποὺ τὸν προπαγανδίζουν.

Ἵδρυσις τοῦ ΠΣΕ

  Ἤδη κατὰ τὰ προπολεμικὰ χρόνια, οἱ ΗΠΑ εἶχαν καθοριστικὴ παρουσία ἐντὸς τῶν τριῶν κύριων οἰκουμενικῶν ὀργανισμῶν: τοῦ Διεθνοῦς Ἱεραποστολικοῦ Συμβουλίου (IMC), τοῦ κινήματος “Πίστις καὶ Τάξις” (Faith and Order) καὶ τοῦ κινήματος “Ζωὴ καὶ Ἔργο” (Life and Work), ἔχοντας πρώτιστα ξεκαθαρίσει τὸ “ἐσωτερικὸ μέτωπο”: τὴν φιλελεύθερη μορφὴ τοῦ Προτεσταντισμοῦ στὶς ἴδιες τὶς ΗΠΑ. Ἀπὸ τὸ 1937, προετοιμάζονταν πιὰ γιὰ τὶς ἐπερχόμενες ἐξελίξεις: τὸ γραφεῖο τοῦ ΠΣΕ στὴ Νέα Ὑόρκη εἶχε ἤδη ἀναλάβει τὸ κύριο οἰκονομικὸ βάρος τοῦ ὑπὸ διαμόρφωση ὀργανισμοῦ. Ὁ Ροκφέλερ παρεῖχε ξανὰ ἄμεση καὶ γενναία οἰκονομικὴ στήριξη.

  Κάνοντας -ἀναγκαστικὰ λόγω ἔλλειψης χρόνου- ἕνα ἅλμα στὴν μετὰ τὸν Β΄ΠΠ κατάσταση, θὰ συναντήσουμε -ἀναμενόμενα- τοὺς ἴδιους παράγοντες νὰ ἐργάζονται γιὰ τὴν ἵδρυση τοῦ ΠΣΕ, ποὺ τελικὰ ἐπετεύχθη τὸ 1948, μὲ πρῶτο Γενικὸ Γραμματέα του τὸν Dr. Visser t’Hooft, ὁ ὁποῖος ἦταν παράλληλα γραμματέας τῆς Παγκόσμιας Ἐπιτροπῆς τοῦ YMCA (μὲ τὸν Mott πρόεδρο) καθὼς καὶ γενικὸς γραμματέας τοῦ WSCF (πάλι μὲ τὸν Mott πρόεδρο)… Ὁ δὲ Mott ἔπαιξε καὶ πάλι καθοριστικὸ ρόλο στὴ δημιουργία τοῦ ΠΣΕ, τὸ ὁποῖο γιὰ τὶς ἀνεκτίμητες ὑπηρεσίες του πρὸς τὸ Οἰκουμενικὸ Κίνημα καὶ τὸ ἴδιο τὸ ΠΣΕ, τὸν τίμησε μὲ τὸν τίτλο τοῦ ἰσόβιου προέδρου.

  Οἱ ΗΠΑ ἦσαν ἀναντίρρητα πλέον ἡ ἡγέτιδα δύναμη τῆς Δύσης, σὲ πορεία μάλιστα σύγκρουσης μὲ τὴν ἕως τότε σύμμαχο Σοβιετικὴ Ἕνωση. Τὸ δόγμα ποὺ καθόρισε τὸ πλαίσιο τῆς σύγκρουσης ἦταν τὸ πολὺ γνωστὸ “Δόγμα Τρούμαν” (Μάρτιος 1947, ἀπὸ τὸν Πρόεδρο τῶν ΗΠΑ Χάρυ Τρούμαν), καὶ μοχλὸς πίεσης πρὸς ἐμπέδωσή του (Reinforcement) στὶς Εὐρωπαϊκὲς χῶρες ἦταν τὸ “Σχέδιο Μάρσαλ”, δηλαδὴ ἡ οἰκονομικὴ βοήθεια τῶν ΗΠΑ πρὸς τὴν Εὐρώπη. Τὸ δόγμα Τρούμαν καὶ τὸ σχέδιο Μάρσαλ λειτούργησαν συμπληρωματικά· τὸ πρῶτο ἀποτέλεσε τὸ γεωπολιτικὸ πλαίσιο λειτουργίας τοῦ δευτέρου. Ἀνοικτά, κεκηρυγμένος (proclaimed) στόχος τοῦ Σχεδίου Μάρσαλ (ἔναρξη τὸ 1948) ἦταν ἡ μείωση τῶν διακρατικῶν φραγμῶν καὶ ἡ οἰκονομικὴ ἑνοποίηση τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης, διαμορφώνοντας τὶς συνθῆκες γιὰ τὴν μετέπειτα εὐρωπαϊκὴ πολιτικὴ ἑνοποίηση.

  Παράλληλα, στὸ ΠΣΕ, μέσῳ τῆς ἰσχυρῆς ἐκπροσώπησης καὶ τῆς τεράστιας χρηματοδότησης, οἱ φιλελεύθερες Ἀμερικανικὲς Προτεσταντικὲς ἐκκλησίες, ἀποτελοῦσαν πιὰ τὴν κυρίαρχη δύναμη. Ἔτσι, μετὰ τὸ 1948, ἡ Οἰκουμενικὴ Κίνηση ἔχοντας πιὰ ἕνα κεντρικὸ θεσμικὸ ὄργανο, τὸ ὁποῖο εἶχε ἀπορροφήσει τὶς ἐπιτροπὲς “Πίστις καὶ Τάξις” καὶ τὴν “Ζωὴ καὶ Ἔργο” (τὸ IMC “ὅλως τυχαίως” θὰ ἀπορροφηθεῖ τὸ 1961, ἀμέσως μετὰ τὴν εἴσοδο τῶν Ἀνατολικοευρωπαϊκῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν· ὁ νοῶν νοείτω), γρήγορα θὰ ἐργαλειοποιηθεῖ στοὺς μακρόπνοους σχεδιασμοὺς τῶν ΗΠΑ γιὰ τὸ μέλλον τῆς (Δυτικῆς) Εὐρώπης. Μίας Εὐρώπης ποὺ ὄφειλε νὰ προσαρμοστεῖ στὶς νέες συνθῆκες καὶ νὰ ἐπανεκπαιδευτεῖ στὶς φιλελεύθερες ἀξίες τῆς -ἀμερικανικῆς- ἐκδοχῆς τῆς δημοκρατίας.

  Ὄντως, ἡ προώθηση τῆς “ἀξίας” τῆς Δυτικῆς Δημοκρατίας ἀποτέλεσε ἕνα ἀπὸ τοὺς κύριους σκοποὺς τοῦ νεοπαγοῦς ΠΣΕ, καὶ ἔφθασε νὰ τὴν ταυτίσει, ὅπως καὶ τὸ οἰκονομικό της σύστημα, μὲ τὴν ἀνθρώπινη ἐλευθερία, τὴν ἀξιοπρέπεια καὶ τὸν Χριστιανισμό! Πράγματι, ὁ John Dulles (Τζὸν Ντάλες, μετέπειτα Ὑπουργὸς Ἐξωτερικῶν τῶν ΗΠΑ τὸ 1953, ἐπὶ Κυβερνήσεως Ἀϊζενχάουερ), ἦταν ὁ συγγραφέας ἑνὸς ἀπὸ τὰ κείμενα (τὸ ὁποῖο προετοιμαζόταν ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ 1946), τῆς Ἐπιτροπῆς Μελέτης τοῦ ΠΣΕ (Study Department Commission), καὶ παρουσιάστηκε στὸ ἱδρυτικὸ συνέδριο τοῦ ΠΣΕ στὸ Ἄμστερνταμ, ὑπὸ τὸν τίτλο: “Ἡ Ἐκκλησία καὶ ἡ Διεθνὴς Ἀναταραχὴ” (The Church and the International Disorder).

  Τὸ κείμενο ἦταν ἕνα πολιτικὸ μανιφέστο, πιστὸ στὸ Δόγμα Τρούμαν, τοῦ ὁποίου ἀναπαρήγαγε τὰ βασικὰ σημεῖα, καὶ δὲν δίστασε νὰ ἀποδώσει τὴν ἀπόρριψη τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἀπὸ τὶς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες (στὸ Συνέδριο τῆς Μόσχας) στὰ “Κομμουνιστικὰ κόμματα”, ποὺ ὅπως τόνισε ὁ ἴδιος, “κυβερνοῦσαν ἑπτὰ χῶρες ποὺ ἀντιπροσώπευαν περίπου τὸ ἕνα τέταρτο τοῦ παγκόσμιου πληθυσμοῦ. Αὐτὰ τὰ κόμματα μόνα καθιστοῦσαν ἀδύνατη τὴν ἄμεση δημιουργία μίας παγκόσμιας ὀργάνωσης γιὰ τὴν εἰρήνη”. Ἐπίσης, τόνιζε τὴν ἀνάγκη καλύτερης ὀργάνωσης τῶν ἐκκλησιῶν κατὰ τοῦ Κομμουνισμοῦ, ὑποστηρίζοντας οὐσιαστικὰ τὸ “χριστιανικὸ” ἀντὶ-κομμουνιστικὸ μέτωπο ποὺ πρότεινε ὁ Τρούμαν.

  Τὸ κείμενο στεκόταν σὲ δύο γεγονότα, ἕνα ἐκκλησιαστικὸ καὶ ἕνα πολιτικό. Τὸ πολιτικὸ ἦταν ἡ ἔναρξη τῆς ψυχροπολεμικῆς ρητορικῆς ἀπὸ πλευρᾶς τῶν ΗΠΑ καὶ ἡ “σταυροφορία” ποὺ ζητοῦσε ὁ Πρόεδρος Τρούμαν ἀπὸ τοὺς δυτικοευρωπαίους κατὰ τῆς Σοβιετικῆς Ἑνώσεως.

  Τὸ ἐκκλησιαστικὸ γεγονὸς ἦταν τὸ Συνέδριο τῆς Μόσχας τοῦ Ἰουλίου τοῦ 1948, ἕνα μόλις μήνα πρὶν τὸ ἱδρυτικὸ Συνέδριο τοῦ ΠΣΕ στὸ Ἄμστερνταμ! Τὸ Συνέδριο τῆς Μόσχας ἔγινε στὸ περιθώριο τῶν ἑορτασμῶν τῶν 500 ἐτῶν αὐτοκεφαλίας.

  Οὐσιαστικά, ἦταν μία πανορθόδοξη Σύνοδος, στὴν ὁποία συμμετεῖχαν μὲ ἀντιπροσώπους ἤ ἐπικεφαλῆς ἱεράρχες, ὅλες οἱ Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες πλὴν τῶν τριῶν ποὺ ἦταν σὲ ἄμεση ἐξάρτηση ἀπὸ τὸν Δυτικὸ παράγοντα: τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως καθοδηγούμενου ὑπὸ τοῦ ἀκραίου Οἰκουμενιστῆ Μητροπολίτη Θυατείρων Γερμανοῦ, μὲ τὸν Πατριάρχη Μάξιμο τὸν Ε΄ σὲ οὐσιαστικὴ ὁμηρία (ὁδηγήθηκε σὲ παραίτηση τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1948, ὑπὸ τὸ πρόσχημα τῆς… ψυχοπάθειας!), ἕως ὅτου ἀντικατασταθεῖ ἀπὸ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀμερικῆς Ἀθηναγόρα (ὁ ὁποῖος κατέφθασε στὴν Τουρκία μὲ τὸ προσωπικὸ ἀεροπλάνο τοῦ Προέδρου Τρούμαν, τὸν Ἰανουάριο τοῦ 1949), τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος (μὲ τὴν Ἑλλάδα νὰ ζεῖ τὶς τελευταῖες ἡμέρες τοῦ Ἐμφυλίου Πολέμου, καὶ οὐσιαστικὰ νὰ βρίσκεται ὑπὸ Ἀμερικανικὴ στρατιωτικὴ κατοχή), καὶ τὴν Ἐκκλησία τῆς Κύπρου (μὲ τὴν Κύπρο ἀκόμη ὑπὸ Βρετανικὴ κατοχή).

  Οἱ ἀποφάσεις τῆς Μόσχας ἀποτέλεσαν καίριο πλῆγμα στὸ ἐπερχόμενο ἀμερικανοκίνητο (U.S.-led) ἱδρυτικὸ συνέδριο τοῦ ΠΣΕ, καθὼς τορπίλισαν θεολογικὰ τὴν σημασία συμμετοχῆς τῶν τριῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν σὲ αὐτό. Οἱ ἀποφάσεις συμπεριλάμβαναν μία ἄνευ προηγουμένου καταδίκη τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ὡς ξένου πρὸς τὴν Ὀρθόδοξη αὐτοσυνειδησία ὅτι ἀποτελεῖ τὴν Μία Ἁγία Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, ποὺ σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴν καταδίκη τοῦ Παπισμοῦ καὶ τὴν ἄρνηση ἀναγνώρισης τοῦ κύρους τῶν Ἀγγλικανικῶν χειροτονιῶν (ποὺ εἶχαν ἀναγνωρίσει Κωνσταντινούπολη, Ρουμανία, Ἀλεξάνδρεια) -οὐσιαστικὰ στηριζόμενη στὴν θεολογία τῆς ἑβδόμης Οἰκουμενικῆς Συνόδου, σχετικὰ μὲ τὴν ἱερωσύνη τῶν αἱρετικῶν- ἀποτέλεσαν τὴν ὁριστικὴ θεολογικὴ ταφόπλακα τῆς συνδυασμένης ἐπίθεσης πρὸς τὴν Ὀρθοδοξία καὶ τοὺς Ὀρθόδοξους λαούς!

  Τὸ ΠΣΕ ἀπογυμνωμένο ἀπὸ οὐσιαστικὴ θεολογικὴ ἀναγνώριση ἀπὸ τὸν Ὀρθόδοξο Κόσμο, ἔμελλε νὰ πέσει ἀκόμη πιὸ χαμηλά: στὴν δεύτερη Γενικὴ Συνέλευσή του στὸ Ἔβανστον τῶν ΗΠΑ τὸ 1954, ὅπου στὸ ἀποκορύφωμα τοῦ Ψυχροῦ Πολέμου, τὶς ἐργασίες τῆς συν­έλευσης δὲν τὶς ἄνοιξε κανεὶς ἄλλος, παρὰ ὁ ἴδιος ὁ τότε Πρόεδρος τῶν ΗΠΑ Ἀϊζενχάουερ (D. Eisenhower). Στὴν καθοδηγητικὴ μελέτη (Ἵνα ὦμεν ὁμοῦ μάρτυρές Του καὶ κήρυκες), συνεχίστηκε ἡ γραμμὴ ποὺ εἶχε ἤδη χαραχθεῖ ὑπὸ τοῦ Dulles τὸ 1948: στὶς βασικὲς ἀνθρώπινες ἀνάγκες “ἐλευθερία, ἰσότητα, σταθερότητα καὶ παραγωγικότητα” ἀντιπαραβάλλει τὴν “πολιτικὴν τῆς ὁλοκληρωτικῆς κυβερνήσεως” τῶν κομμουνιστικῶν χωρῶν, ἐνῶ διακρίνει μεταξὺ τοῦ “Σοβιετικοῦ καὶ μὴ Σοβιετικοῦ κόσμου”, διαμορφώνοντας τὸ ὑποσυνείδητο ψυχροπολεμικὸ σύνθημα περὶ αὐταρχικοῦ καὶ ἐλεύθερου κόσμου… Ἡ πολιτικοποίηση τοῦ ΠΣΕ εἶχε φτάσει πιὰ στὸ ἀποκορύφωμά της…

  Παράλληλα, τὸ ΠΣΕ συγκρότησε τὴν Οἰκουμενικὴ Ἐπιτροπὴ γιὰ τὴν Εὐρωπαϊκὴ Συνεργασία (Ecumenical Commission on European Cooperation) τὸ 1950, γιὰ νὰ ἐπεξεργαστεῖ τὸν τρόπο ποὺ οἱ Εὐρωπαϊκὲς ἐκκλησίες ὀφείλουν νὰ συνεργαστοῦν στὸν σκοπὸ τῆς Εὐρωπαϊκῆς ἑνοποίησης, ὅπως τὴν ὁραματίστηκαν ὁ ἐπονομαζόμενος “Πατέρας τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης” Ζὰν Μονὲ (Jean Monnet) καὶ ὁ Ρομπὲρ Σουμὰν (Robert Schuman, Ὑπουργὸς Ἐξωτερικῶν τῆς Γαλλίας), καὶ ὑλοποιήθηκε ἀπὸ τὴν περίφημη Διακήρυξη Σουμὰν τοῦ 1950, ποὺ ὁδήγησε στὸ πρῶτο βῆμα τῆς διαδικασίας τῆς εὐρωπαϊκῆς ἑνοποίησης, τὴν ἵδρυση τῆς Εὐρωπαϊκῆς Κοινότητας Ἄνθρακα καὶ Χάλυβα (European Coal and Steel Community) τὸ 1951 (γνωστὴ ὡς Συνθήκη τοῦ Παρισιοῦ). Στόχος τῆς ἐπιτροπῆς ἦταν ἡ καλλιέργεια τοῦ κλίματος τῆς “χριστιανικῆς ὑπευθυνότητας, ποὺ ὀφείλει νὰ ὁδηγήσει στὴν ἐπανασυμφιλίωση τῶν εὐρωπαϊκῶν λαῶν, ποὺ ἀποτελεῖ τὴν μόνη ἀσφαλῆ ὁδὸ στὴν Εὐρωπαϊκὴ Συνεργασία”. Ἂς μὴ ξεχνᾶμε ὅτι ἡ Διακήρυξη Σουμὰν ἀνέφερε: “Ἡ σύγκλιση τῶν ἐθνῶν τῆς Εὐρώπης ἀπαιτεῖ τὴν ἐξάλειψη τῆς αἰώνιας ἀντίθεσης μεταξὺ Γαλλίας καὶ Γερμανίας.”

  Ἡ πρωταρχικὴ σημασία αὐτῆς τῆς ἐπιτροπῆς ἔγκειται ὄχι μόνο στὸν χρόνο συγκρότησής της, ἀλλὰ καὶ στὸ κῦρος τῶν μελῶν της. Συνέδεσε πολιτικοὺς ἀπὸ δυτικοευρωπαϊκὲς χῶρες ποὺ δὲν θὰ ἐντάσσονταν στὴν νέα Εὐρωπαϊκὴ Κοινότητα, παρὰ δεκαετίες ἀργότερα, ὅπως ἡ Βρετανία, οἱ σκανδιναβικὲς χῶρες, ἡ Ἑλλάδα καὶ ἡ Αὐστρία, ἐνῶ ὁρισμένα μέλη της θὰ κατεῖχαν ἀργότερα τὰ ἀνώτατα πολιτικὰ ἀξιώματα στὴν μεταπολεμικὴ Εὐρώπη.

Ἐπίλογος

  Τὰ θέματα ποὺ ἀφήσαμε ἐκτὸς κειμένου εἶναι πολλὰ καὶ σημαντικά. Ἐπὶ παραδείγματι:

  Ποιὰ ἡ δράση τοῦ YMCA στὴν προεπαναστατικὴ Ρωσία καὶ ἡ ἐπίδρασή του στὴν οἰκουμενιστικὴ στάση τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας;

  Ποιὰ ἡ καίρια δράση τοῦ YMCA στὴν ἵδρυση καὶ χρηματοδότηση τοῦ Ὀρθόδοξου Θεολογικοῦ Ἰνστιτούτου τοῦ Ἁγίου Σεργίου, κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ μεσοπολέμου, ποὺ ἀποδείχθηκε καταλυτικὴ στὴν κυριαρχία τῆς οἰκουμενικῆς θεολογίας στὸν Ὀρθόδοξο Κόσμο, μέσῳ τοῦ Ἰνστιτούτου, καθὼς καὶ τὴν σύμπλευση μὲ τοὺς Νέους φιλελεύθερους περσοναλιστὲς θεολόγους τοῦ Παπισμοῦ;

  Ποιὰ εἶναι ἡ σημασία τῆς συντονισμένης δράσης τοῦ IMC καὶ τοῦ YMCA στὸ ζήτημα τῆς “διάσωσης” τῶν Ρώσων Ὀρθοδόξων ἀντὶ-σοβιετικῶν “προσφύγων” (ποὺ εἶχαν ἀνοικτὰ συνεργαστεῖ μὲ τὴν Ναζιστικὴ Γερμανία κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ Β΄ΠΠ), μὲ τελικὸ προορισμὸ τὶς ΗΠΑ, καὶ τὴν ἀκόλουθη ἐργαλειοποίησή τους στὸ ἀντὶ-σοβιετικὸ μέτωπο πού συγκρότησαν οἱ ΗΠΑ;

  Ποιὲς ἦταν οἱ συνεννοήσεις τῶν ΗΠΑ μὲ τὸ Βατικανὸ πρὶν τὸ 1948, καθὼς καὶ ὁ μετασχηματισμὸς τοῦ ἴδιου τοῦ Βατικανοῦ, σὲ πλήρη στοίχιση πρὸς τὶς ἐπιδιώξεις τῶν ΗΠΑ πρὸς φιλελευθεροποίησή του, μὲ ἀποκορύφωμα τὴν Β΄ Βατικανὴ Σύνοδο (1963-1965); Καὶ πολλὰ ἄλλα ἀκόμα.

  Τὰ θέματα ποὺ δὲν παρουσιάστηκαν, ὁπωσδήποτε θὰ ἐνίσχυαν τὴν εἰκόνα ποὺ θελήσαμε ἐδῶ ἁδρὰ νὰ περιγράψουμε. Ὅτι ὁ Οἰκουμενισμὸς δηλαδή, εἶναι ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμή, ἕνα καθαρὰ Δυτικὸ ἐγχείρημα (project), ποὺ σκοπὸ ἔχει τὴν διάχυση τῆς Ἀμερικανικῆς κουλτούρας στὸν Χριστιανικὸ Κόσμο. Ἡ ἴδια ἡ Δυτικὴ Εὐρώπη, ὑπέκυψε στὴν διαδικασία ἀμερικανοποίησης ποὺ τὴν μετέτρεψε σὲ ἐξαρτημένο χῶρο, ἄνευ οἰκείας βούλησης, καὶ ὁ ρόλος τῆς θρησκείας, εἰδικὰ στὴν πρώτη εἰκοσαετία μετὰ τὸ τέλος τοῦ Β΄ΠΠ, ἦταν κρίσιμος σὲ αὐτή.

  Κλείνοντας, ἂς συμπληρώσουμε κάτι γιὰ τὸ κρίσιμης σημασίας γεγονὸς ποὺ δυστυχῶς ἐξακολουθεῖ ἕως καὶ σήμερα νὰ μὴ συζητεῖται: τὸ Συνέδριο τῆς Μόσχας καὶ οἱ ἀποφάσεις του. Ἡ θεολογικὴ ἐπιχειρηματολογία ποὺ ἀναπτύχθηκε -εὐτυχῶς ἔχει καταγραφτεῖ στὰ πρακτικά, γιὰ ὅποιον θέλει νὰ τὴν δεῖ- ὁδηγεῖ στὴ διαπίστωση, ὅτι ἡ ἀναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ τοῦ Παπισμοῦ ποὺ παρουσιάστηκε, θεμελιώνεται στὴ πάγια Ὀρθόδοξη ἀντιρρητικὴ θεολογία, στὴν πρόταξη τῆς Ὀρθόδοξης Πίστεως, καὶ ὄχι σὲ πολιτικοὺς ὑπολογισμοὺς ἢ στοχεύσεις.

  Ἀπόδειξη, ὅτι πλὴν τῶν τριῶν Ἑλληνικῶν Ἐκκλησιῶν, ποὺ εἶχαν ἤδη προσχωρήσει στὸν Οἰκουμενισμό, λόγω τῶν Ἀμερικανικῶν καὶ Βρετανικῶν πιέσεων, ὅλοι οἱ ὑπόλοιποι ὑπέγραψαν συμφωνώντας, καὶ βεβαίως ποιὸς μπορεῖ νὰ ἰσχυρισθεῖ ὅτι τὰ Πατριαρχεῖα Ἱεροσολύμων, Ἀντιοχείας καὶ Ἀλεξανδρείας ἦσαν… “κομμουνιστικά”;

  Αὐτὸ ποὺ πρέπει ἐπίσης νὰ προβληματίσει εἶναι τὸ γεγονὸς τῆς καταστροφικῆς εἰσόδου τῶν Ἀνατολικοευρωπαϊκῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν στὸ ΠΣΕ (τὸ 1961), ποὺ ἔφερε τὴν ἀνατροπὴ τῶν ὅσων θεολογικὰ ὀρθὰ εἶχε διατυπώσει τὸ Συνέδριο τοῦ 1948, προτάσσοντας -τὸ τονίζουμε ξανὰ- τὴν ὁμολογιακὴ Ὀρθοδοξία, ἔναντι μίας ἐκκοσμικευμένης φιλελεύθερης ἐκδοχῆς της. Τὶς συνέπειες τὶς ζοῦμε δυστυχῶς σήμερα, ἐν ὄψει μάλιστα τῆς ἀναγγελίας τῆς συμφωνίας γιὰ κοινὸ ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα μεταξὺ Ὀρθοδόξων καὶ Παπικῶν, ποὺ ἦταν ἐξ ἀρχῆς ἕνα πάγιο αἴτημα τῆς Οἰκουμενικῆς Κίνησης… Μίας συμφωνίας ποὺ θὰ ἀποτελέσει τὸ πρῶτο βῆμα -ὄχι πρὸς τὴν ἕνωση- ἀλλὰ αὐτῆς τῆς ἕνωσης!

https://orthodoxostypos.gr