Λέγει ἕνα τροπάριο τῆς λιτῆς τῶν Εἰσοδίων: «Σήμερον ὁ Θεοχώρητος Ναός, ἡ Θεοτόκος, ἐν ναῷ Κυρίου προσάγεται, καὶ Ζαχαρίας ταύτην ὑποδέχεται».
Γεννᾶται μία ἀπορία. Ἐνῷ ἀπαγορευόταν ἡ εἴσοδος στὰ Ἁγία τῶν Ἁγίων σὲ ὅλους καὶ μόνο στὸν Ἀρχιερέα ἐπιτρεπόταν μία φορὰ τὸν χρόνο καὶ μετὰ ἀπὸ προηγουμένη πρὸς τὸν Θεὸ ἐξιλαστήριο θυσία, ἐπιτράπηκε στὴ μικρὴ Μαριάμ; Ἀφοῦ ἡ εἴσοδος ἀπαγορευόταν σὲ ὅλους στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων, ἄρα οὔτε καὶ στὴν Μαριὰμ ἐπιτρεπόταν· ἀλλὰ ἡ Μαριὰμ ἦταν ἡ πρὸ τῶν αἰώνων προορισμένη καὶ ἀπὸ τῶν προφητῶν προαγγελθεῖσα νὰ γίνη μητέρα τοῦ ἐνανθρωπήσαντα Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ καὶ διὰ τοῦτο ὁ Θεὸς κατὰ θαυμαστὸ τρόπο ἐπέτρεψε σ’αὐτὴ νὰ εἰσέλθη στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων.
Τὴν εἴσοδο τῆς Μαριὰμ στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων ἀποκάλυψε ὁ Θεὸς στὸν Ἀρχιερέα Ζαχαρία, τὸν πατέρα τοῦ Ἰωάννη τοῦ Προδρόμου, διὰ τοῦ κρεμασμένου Λογείου ἢ Ἐφώδ (ποὺ σημαίνει λύτρωση) ἐπὶ τοῦ στήθους αὐτοῦ καὶ ἔτσι πείσθηκαν οἱ ἱερεῖς καὶ ὁ λαός, ὅτι ὁ Θεὸς ἐπιτρέπει τὴν εἴσοδο τῆς Μαριὰμ στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων.
Ἡ Παναγία λοιπὸν προσφέρεται στὸν Ναὸ σὰν τριετὴς κόρη, ποὺ θὰ κατοικήση στὰ ἄβατα τοῦ Ναοῦ, γιὰ νὰ προμηνύση καὶ προγράψη τὸ μέλλον, ὅτι μόνο αὐτὴ μὲ παράδοξο καὶ καινούργιο τρόπο θὰ γεννήση τὸ ἕνα πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδας καὶ ἀπὸ ὅλους τοὺς ἁγίους μόνο αὐτὴ θὰ γίνη μονὴ καὶ σεβάσμιο κατοικητήριο τῆς Ἁγίας Τριάδας, σημειώνει ὁ Ἰσίδωρος Θεσσαλονίκης. Τὸ ἐπίγειο κατοικητήριο τοῦ Παντάνακτος Θεοῦ γίνεται κατοικία τῆς πιὸ ἐκλεκτῆς καὶ πιὸ ἁγνῆς ὕπαρξης ποὺ προῆλθε ποτέ, ἀπὸ τὸ ἀνθρώπινο γένος. Ἡ Παναγία δὲν εἰσέρχεται στὸν Ναὸ μόνον, γιὰ νὰ προσφέρη μὲ τοὺς γονεῖς της τὸ δῶρο της καὶ νὰ ὑψώση τὴν εὐχαριστήρια προσευχή της. Εἰσέρχεται, γιὰ νὰ γίνη ἡ ἴδια «καὶ ἀνάθημα καὶ εὐῶδες θυμίαμα». Κατοικεῖ στὰ ἄδυτα τοῦ Ναοῦ, γιὰ νὰ γίνη «τοῦ Ἰησοῦ οἰκητήριον, τερπνὸν καὶ ὡραῖον». Ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας στὸν Ναὸ συμβολίζει τὴν εἴσοδο τῶν ἀνθρώπων στὴν καινούρια ζωὴ καὶ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.
Ἂν λοιπόν, ἡ μικρὴ Μαρία τριῶν χρόνων ἔφθασε στὰ Ἁγία τῶν Ἁγίων τοῦ Ναοῦ, ἕως τέλους θὰ ἔπρεπε νὰ φθάση στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων τοῦ παραδείσου, ἕως δηλαδὴ σ’αὐτὸν τὸν θρόνο τῆς τρισηλίου Θεότητας, ὅπερ καὶ ἔγινε. Καὶ ἐδῶ ἀληθινὰ τὴν προεῖδε ἀνεβασμένη ὁ προφητάναξ Δαβίδ. «Παρέστη ἡ Βασίλισσα ἐκ δεξιῶν σου, ἐν ἱματισμῷ διαχρύσῳ περιβεβλημένη, πεποικιλμένη» (Ψαλμ. 44, 10).
- Τί ἦταν ὁ ἄρτος ἀπὸ τὸν ὁποῖον τρεφόταν ἡ Παναγία;
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ἀναφερόμενος σὲ αὐτὸν τὸν εὐλογημένο ἄρτο ποὺ ἔτρεφε τὴν Παναγία, λέγει ὅτι ὁ Θεὸς ἔστελνε «τροφὴν ἄνωθεν ἀπόρρητον ἐκεῖ τῇ Παρθένῳ δι’ ἀγγέλου». Ὅμως δὲν ἦταν ἕνας συνηθισμένος ἄρτος, τὸν ὁποῖον ὁ ἄγγελος ἔπαιρνε ἀπὸ κάποιο σπίτι καὶ τὸν μετέφερε στὴν Παναγία, ἀλλὰ στὴν πρα-γματικότητα ἦταν ἡ ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ.
Εἶναι προφανὲς ὅτι δὲν ἦταν μιὰ κτιστὴ τροφή, ἕνας ὑλικὸς ἄρτος, ἀλλὰ μιὰ ἄλλη διαφορετική, ξένη τροφή, δηλαδὴ ἦταν ἡ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἐνδυνάμωνε τὸ σῶμα τῆς Παναγίας, γιὰ νὰ ἔχη νοερὰ προσευχὴ καὶ θεωρία Θεοῦ. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ Παναγία γιὰ δώδεκα χρόνια ἦταν μέσα στὸ Φῶς τοῦ Θεοῦ καὶ εἶχε κοινωνία μαζί Του, εἶχε φθάσει στὴν θέωση. Στὴν πραγματικότητα ζοῦσε, ὅπως ζοῦσαν ὁ Ἀδὰμ καὶ ἡ Εὔα στὸν Παράδεισο πρὶν τὴν πτώση, γι’ αὐτὸ καὶ ὅταν τὴν ἐπισκέφθηκε ὁ ἄγγελος κατὰ τὸν Εὐαγγελισμό, γιὰ νὰ τῆς ἀναγγείλη ὅτι θὰ γίνη Μητέρα τοῦ Χριστοῦ, τὴν ἀπεκάλεσε Κεχαριτωμένη.
Στὴν Κεχαριτωμένη Μάνα μας, τὴν Παναγία μας, λοιπόν, πρέπει νὰ καταφεύγουμε στὶς δύσκολες στιγμὲς ἀλλὰ καὶ στὶς εὔκολες;
- Πρὶν ἀπὸ μερικὰ χρόνια, κάποιοι ρώτησαν τὸν π. Παΐσιο:
«- Γέροντα σὲ αὐτὴ τὴν κοινωνία ποὺ ζοῦμε, τὸ κακό, σὰν τεράστια φωτιά, ἔρχεται πάνω μας καὶ μᾶς ἀπειλεῖ κι ἐμᾶς καὶ τὰ παιδιά μας. Τί πρέπει νὰ κάνουμε, γιὰ νὰ σωθοῦμε;
Τότε ὁ Γέροντας τοὺς διηγήθηκε τὸ ἑξῆς περιστατικό:
– Ἀκοῦστε, παιδιά μου, στὴν ἀρχὴ τοῦ αἰώνα μας, στὸ Ἅγιο Ὄρος φούντωσε μία τεράστια φωτιὰ καὶ ἀπείλησε τὸ Ρωσικὸ μοναστήρι. Τότε 2000 καλόγεροι καὶ 3000 ἐργάτες ποὺ δούλευαν ἐκεῖ, πῆραν ὅ,τι βρῆκαν μπροστά τους καὶ βγῆκαν νὰ ἀντιμετωπίσουν τὴ φωτιά. Ὅμως δὲν μπόρεσαν. Μετὰ ἡ φωτιὰ πετάχτηκε στὸ Βατοπαίδι. Ἑκατοντάδες μοναχοὶ καὶ ἐργάτες ποὺ βρέθηκαν κι ἐκεῖ δὲ μπόρεσαν νὰ τὴν σταματήσουν. Ἡ φωτιὰ κατέστρεψε τὰ πάντα.
Στὴ συνέχεια προχώρησε κι ἦλθε στὴ Φιλοθέου. Ἐκεῖ τότε ζοῦσαν μόνο 15 μοναχοὶ κι ἄλλοι τόσοι ἐργάτες. Ἔντρομοι πῆραν τὰ φτυάρια καὶ ἔτρεξαν ἔξω νὰ ἀντιμετωπίσουν τὴν πύρινη λαίλαπα ποὺ ἔτρωγε τὰ πάντα.
Ὅμως ἕνα σεβάσμιο γεροντάκι τοὺς σταμάτησε καὶ τοὺς εἶπε:
– Ποῦ πᾶτε ἀδελφοί;
Χιλιάδες ἄνθρωποι στὸ Βατοπαίδι καὶ στὸ Ρωσικὸ δὲν μπόρεσαν νὰ σβήσουν τὴ φωτιὰ κι ἐμεῖς, καμία τριανταριὰ ἄνθρωποι, θὰ σώσουμε τὸ μοναστήρι;
– Καὶ τί θὰ κάνουμε γέροντα;
Πῶς νὰ σωθοῦμε;
– Δὲν μποροῦμε μόνοι μας…!
Ἀγκαλιάστε τὴν Γλυκοφιλοῦσα…!
Μπροστὰ ἐκείνη καὶ πίσω ἐμεῖς…!
Ἔτσι ἔκαναν. Σὲ λίγη ὥρα, οἱ πύρινες φλόγες ἔφτασαν ἔξω ἀπὸ τὸ μοναστήρι, ἔκαψαν τὰ πάντα, δὲν προχώρησαν ὅμως οὔτε ἕνα χιλιοστὸ μέσα ἀπὸ τὰ σύνορα τῆς μονῆς.
– Τὸ ξέρω εἶπε ὁ Ἅγιος Παΐσιος, τὸ κακὸ σὰν ἀνεξέλεγκτη φωτιὰ ἀπειλεῖ καὶ ἐσᾶς καὶ τὰ παιδιά σας.
Ὅμως ἀγκαλιάστε τὴν Γλυκοφιλοῦσα καὶ μὴ φοβᾶστε!
Ἐκείνη ἔχει τὴ δύναμη νὰ σβήση τὴ φωτιὰ ποὺ ἀπειλεῖ τὸ σπίτι μας…!
Ἐκείνη ἔχει τὴ δύναμη νὰ σβήση τὴ φωτιὰ ποὺ ἀπειλεῖ τὰ παιδιά μας…!
Ἐκείνη ἔχει τὴ δύναμη νὰ σβήση τὴ φωτιὰ ποὺ ἀπειλεῖ τὴ ψυχή μας…!
Γιατί ἡ Παναγία εἶναι ἡ Μάνα τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ Μάνα ὅλου τοῦ κόσμου καὶ καμία φωτιὰ δὲν εἶναι πιὸ μεγάλη ἀπὸ τὴν ἀγάπη της…!
Τὰ χέρια της εἶναι φτεροῦγες καὶ καμία συμφορὰ δὲν εἶναι πιὸ ἰσχυρὴ ἀπὸ τὴν Προστασία της!!!».
- Διηγεῖται ὁ Μητροπολίτης Λεμεσοῦ Ἀθανάσιος:
«Μία φορά, ὅταν ἤμαστε στὴ Νέα Σκήτη, κόβαμε βάτα καὶ θάμνους μὲ τὸ τσεκούρι γιὰ τὸ φοῦρνο. Ἕνας νεαρός, τότε, μοναχὸς λίγο ἀπρόσεκτος, ἔκοβε μὲ τὸ τσεκούρι τοὺς μικροὺς θάμνους ποὺ εἴχαμε ἐκεῖ στὴν περιοχή, στὴ Σκήτη, ἀλλὰ δὲν εἶδε ὅτι ἐκεῖ ἦταν γκρεμὸς μεγάλος, περίπου πενῆντα μέτρα, κατακόρυφος. Ἔκοψε τὴ δάφνη, γλίστρησε κι ἔπεσε ἀπὸ τὸ γκρεμὸ κάτω. Λέω, θὰ ἔχη σκοτωθῆ αὐτός. Ἦταν βράχια, δὲν ἦταν χῶμα. Θὰ διαλυθῆ. Αὐτὸς πέφτοντας φώναξε: – «Παναγία μου!». Ἔπεσε κάτω καὶ λέμε, πάει, σκοτώθηκε. Θεόρατος γκρεμός! Φωνάζουμε:
– «Πάτεερρρ…». – «Ναί. Εἶμαι ἐδῶ». – «Εἶσαι καλά;». – «Εἶμαι καλά.» – «Πῶς βρέθηκες καλά;». Ἐμεῖς γιὰ νὰ κατέβουμε γίναμε λοκατζῆδες. Γιὰ νὰ τὸν βγάλουμε χρειαστήκαμε 3-4 ὧρες.
Καὶ λέει: – “Μόλις φώναξα Παναγία μου, αἰσθάνθηκα ἕνα πρᾶγμα, σὰν ἀλεξίπτωτο, καὶ σιγὰ-σιγὰ προσγειώθηκα καὶ δὲν ἔπαθα τίποτα, παρὰ μόνο μερικὲς γρατζουνιές”».