Τετάρτη 15 Οκτωβρίου 2025

Η αγιότητα των συνηθισμένων ανθρώπων

 

Ημέρα μνήμης του Αγίου Μάρτυρα Λογγίνου του Εκατόνταρχου

Μερικές φορές, όταν επικοινωνώ με τους ανθρώπους, ειδικά στην εξομολόγηση, ακούω τη φράση: «Δεν είμαστε άγιοι, είμαστε απλοί άνθρωποι...». Πράγματι, οι άγιοι μας κοιτάζουν από τις εικόνες, απευθυνόμαστε σε αυτούς με τις προσευχές μας, τους ζητάμε βοήθεια και μεσιτεία. Αλλά αν το καλοσκεφτούμε, τι είναι αυτό που τους κάνει τόσο ξεχωριστούς από εμάς; Μήπως ο Θεός τους επέλεξε εκ των προτέρων και τους έκανε αγίους — και εμάς όχι — και ως εκ τούτου δεν χρειάζεται να στεναχωριόμαστε; Ίσως, όμως, πρόκειται για κάτι άλλο. Τι γίνεται αν δεν είναι μόνο ο Θεός που κάνει την επιλογή Του;

Αν διαβάσει κανείς προσεκτικά το Ευαγγέλιο, μπορεί να καταλάβει ότι είναι ένα πολύ αληθινό βιβλίο. Μπορούμε να πούμε ότι είναι εκπληκτικά αληθινό. Δεν είναι μια φανταστική ιστορία για υπερήρωες.

Το Ευαγγέλιο μιλάει για ψαράδες που φοβόντουσαν, αμφέβαλλαν για πολύ καιρό και δεν πίστευαν, αλλά μετά ξαφνικά κήρυξαν το Ευαγγέλιο σε όλο τον κόσμο. Επίσης, το Ευαγγέλιο αφηγείται για τις γυναίκες που πήγαν νωρίς το πρωί της Κυριακής στον τάφο για να αλείψουν με αρώματα το σώμα του εκτελεσμένου Δασκάλου. Δεν ήξεραν ποιος θα τις βοηθούσε να μετακινήσουν από την είσοδο του τάφου τον τεράστιο βράχο. Και ξαφνικά αποδείχθηκε ότι ο λίθος δεν υπήρχε πια και τα αρώματα δεν ήταν πλέον απαραίτητα, επειδή ο Κύριος είχε αναστηθεί... Μπορούμε να συνεχίσουμε με πολλά παραδείγματα. Αλλά το πιο σημαντικό παράδειγμα είναι τούτο: το Ευαγγέλιο μιλάει για τον Θεό που έγινε Άνθρωπος. Και εκ πρώτης όψεως, αυτό μπορεί να φανεί κάπως παράξενο το ότι ο Θεός γεννήθηκε φτωχός και πάσχων, πεινούσε, διψούσε, κουραζόταν, ότι οι γύρω του δεν Τον καταλάβαιναν, Τον κορόιδευαν. Πόσο μοιάζει όλο αυτό με την συνήθη ζωή μας, με αυτό που ο καθένας από εμάς έχει αντιμετωπίσει τουλάχιστον μία φορά. Το Ευαγγέλιο μας δείχνει την πραγματικότητα της ζωής μας. Και εφόσον ο ίδιος ο Θεός δεν διέφερε στην επίγεια ζωή Του από έναν συνηθισμένο άνθρωπο, τι σημαίνει αυτό για τον καθένα από εμάς;

Η απάντηση είναι στην πραγματικότητα απλή: ο Θεός έγινε όπως εμείς, έτσι ώστε κάθε άνθρωπος να μπορεί να νικήσει την αμαρτωλότητά του και να γίνει όπως ο Θεός. Και οι βίοι των αγίων αφηγούνται ιστορίες ανθρώπων όπως εμείς, ανθρώπων που ανταποκρίθηκαν στο Θείο αυτό κάλεσμα. Το εκπληκτικό σε όλα αυτά είναι ότι συχνά άγιοι γίνονταν άνθρωποι που, σύμφωνα με τα ανθρώπινα κριτήρια, δεν έπρεπε να γίνουν.

Πριν από πολύ καιρό συνέβη η εξής ιστορία: στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ζούσε ένας στρατιώτης, ο οποίος είχε φτάσει στο βαθμό του διοικητή λόχου εκατό ανδρών. Αλλιώς, λεγόταν εκατόνταρχος. Ο λόχος αυτού του εκατόνταρχου στάλθηκε μαζί με άλλες διμοιρίες στην Παλαιστίνη, για να εξασφαλίσει την τάξη σε αυτή τη μικρή επαρχία. Η τάξη εκείνη την εποχή ήταν πολύ δύσκολη υπόθεση. Οι κάτοικοι της Παλαιστίνης δεν συμπαθούσαν τους Ρωμαίους, και είχαν κάθε λόγο. Οι Ρωμαίοι είχαν προκαλέσει πολύ κακό τόσο στη διάρκεια της εκστρατείας κατάκτησης, όσο και στη συνέχεια, με την επιβολή υπερβολικών φόρων.

Οι Ρωμαίοι στρατιώτες ήταν ο κατεξοχήν συμβολισμός αυτού του κακού. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι ο εκατόνταρχός μας, που περιφερόταν μαζί με τον λόχο του στους δρόμους της Ιερουσαλήμ, θα πρέπει να δεχόταν πολλές φορές περιφρονητικά βλέμματα και ίσως να άκουγε και κακόβουλα σχόλια. Αλλά και οι ίδιοι οι στρατιώτες δεν συμπαθούσαν τους ντόπιους. Η εξέγερση ενάντια στην αυτοκρατορική εξουσία μπορούσε να ξεσπάσει ανά πάσα στιγμή, όπως ακριβώς μια μικρή σπίθα που μπορεί να ανάψει το ξερό χορτάρι σε ζεστή καλοκαιρινή μέρα. Οτιδήποτε μπορούσε να σταθεί ως αφορμή. Αναπόφευκτα γινόσουν σκληρός, αλλιώς πώς θα μπορούσες να εκπληρώσεις τα καθήκοντα που σου είχε αναθέσει ο αυτοκράτορας; Μεταξύ των καθηκόντων αυτών ήταν και η εκτέλεση θανατικών ποινών... Δεν είναι γνωστό πόσες φορές συμμετείχε ο εκατόνταρχος σε εκτελέσεις. Αλλά είναι γνωστή σχεδόν σε όλες τις λεπτομέρειες μία εκτέλεση, που συγκλόνισε ολόκληρη την Ιερουσαλήμ.

Στην Παλαιστίνη εμφανίζονταν συχνά περιπλανώμενοι ιεροκήρυκες. Μερικοί από αυτούς δεν μιλούσαν μόνο για τον Θεό, αλλά και καλούσαν σε ένοπλη εξέγερση και αγώνα ενάντια στην μισητή αυτοκρατορική εξουσία. Γι’ αυτό το λόγο, η κυβέρνηση τους αντιμετώπιζε με επιφυλακτικότητα. Και να που έναν τέτοιο Ιεροκήρυκα Τον πρόδωσαν και Τον παρέδωσαν στις αρχές οι ίδιοι οι ντόπιοι. Ο Ρωμαίος έπαρχος, μετά από λίγες ανεπιτυχείς προσπάθειες να Τον δικαιώσει (επειδή, όπως έλεγαν, αυτός ο Ιεροκήρυκας είχε παραδοθεί από φθόνο), Τον καταδίκασε σε θάνατο. Και μόνο η Μητέρα του Ιεροκήρυκα, μερικές γυναίκες και μόνο ένας από τους μαθητές Του (οι υπόλοιποι είχαν διασκορπιστεί στη διάρκεια της σύλληψης) ακολούθησαν τον Καταδικασμένο στον τόπο της εκτέλεσης.

Ναι, η εκτέλεση ήταν κάτι απολύτως συνηθισμένο για τους Ρωμαίους στρατιώτες. Και αυτή η εκτέλεση δεν έπρεπε να διαφέρει από τις άλλες... Αλλά ξαφνικά άρχισαν να συμβαίνουν ανεξήγητα πράγματα. Ο Καταδικασμένος σε θάνατο δεν καταριόταν τους στρατιώτες που Τον σταύρωναν, αλλά προσευχόταν ώστε ο Ουράνιος Πατέρας να τους συγχωρήσει. Αρνήθηκε το μεθυστικό ποτό που Του πρόσφεραν, κάτι που θα ανακούφιζε, έστω και για λίγο, τα βάσανα Του. Αποφάσισε να πιει ολόκληρο το ποτήρι των παθημάτων μέχρι το τέλος. Πολύ γρήγορα ο παράξενος Σταυρωμένος πέθανε, φωνάζοντας δυνατά: «Τετέλεσται!». Και οι άνθρωποι, που μόλις πριν από λίγο Τον χλεύαζαν, άρχισαν να απομακρύνονται, σκύβοντας χαμηλά το κεφάλι και χτυπώντας το στήθος τους. Λες και ολόκληρος ο κόσμος, ο ουρανός και η γη, είχε παγώσει, είχε μείνει ακίνητος, είχε περιοριστεί στο σημείο της τρομερής αυτής και παράξενης εκτέλεσης. Πάγωσε και ο εκατόνταρχος. Κοιτάζοντας τον Σταυρό, αναφώνησε: «Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος!». Τι συνέβη, λοιπόν, με αυτόν τον Ρωμαίο στρατιώτη, για τον οποίο η σκληρότητα ήταν μέρος της ζωής του, καθώς λόγω καθήκοντος ταπείνωνε και σκότωνε ανθρώπους και συμμετείχε στις πιο βάναυσες εκτελέσεις;

Πιθανώς, η λόγχη με την οποία τρύπησε την καρδιά του Εσταυρωμένου, εκείνη τη στιγμή τρύπησε και τη δική του καρδιά: η σκληρότητα έφυγε και ήρθε η γαλήνη. Ο Λογγίνος – έτσι λεγόταν ο στρατιώτης, για τον οποίο γίνεται λόγος σε όλη την ιστορία μας – είδε ότι ο Εσταυρωμένος από τους στρατιώτες του Άνθρωπος, προδομένος από τους συμπατριώτες του και εγκαταλελειμμένος από τους μαθητές του, δεν ήταν απλώς ένας ακόμη εκτελεσμένος ταραχοποιός, αλλά ότι είναι ο Υιός του Θεού. Δεν είναι ένας από εκείνους τους «υιούς των θεών», για τους οποίους αφθονούσαν οι ρωμαϊκές και ελληνικές μυθολογίες, δεν ήταν ένας από εκείνους τους ήρωες που νικούσαν τέρατα, κατέστρεφαν αρχαίες πόλεις, και έπαιρναν για γυναίκες τους τις ομορφότερες γυναίκες. Όχι, αυτός είναι ένας εντελώς διαφορετικός Υιός του Θεού. Η νίκη του δεν επιτεύχθηκε με τη δύναμη των όπλων, αλλά με τον ίδιο τον θάνατο, ο οποίος είχε ήδη αλλάξει ολόκληρη τη ζωή του Λογγίνου.

Και αυτό ήταν μόνο η αρχή. Μόλις μια μέρα μετά, ο Λογγίνος είδε τον άδειο τάφο, στον οποίο προηγουμένως βρισκόταν το Σώμα του σταυρωμένου Ιησού Χριστού. Ο θάνατος δεν μπόρεσε να κρατήσει τον Υιό του Θεού. Τα παρακάλια, οι απειλές, η δωροδοκία δεν μπόρεσαν να αναχαιτίσουν τις μαρτυρίες για τον Αναστημένο Ιησού, του Οποίου κήρυκας έγινε ο διοικητής της ρωμαϊκής φρουράς Λογγίνος. Εδώ μας αποκαλύπτεται η ανεξιχνίαστη Πρόνοια του Θεού: οι μαθητές, που τόσο καιρό ήταν κοντά στον Χριστό, που είδαν θαύματα, που άκουγαν τα λόγια για τον μελλοντικό θάνατο και την Ανάσταση, δεν πιστεύουν, αλλά ο Ρωμαίος στρατιώτης αφήνει τα πάντα, όλα αυτά που ήταν η ζωή του και γίνεται κήρυκας του Σταυρωμένου και Αναστημένου Χριστού. Αργότερα πεθαίνει και ο ίδιος για Εκείνον, του οποίου την θανατική ποινή είχε εκτελέσει στο Γολγοθά.

Σήμερα, η ιστορία του αγίου μάρτυρα Λογγίνου του εκατόνταρχου είναι πολύ γνωστή. Αλλά ας προσπαθήσουμε να μεταφερθούμε στην αρχή της, ξεχνώντας για μια στιγμή όσα ήδη γνωρίζουμε. Ας δούμε τον Ρωμαίο εκατόνταρχο Λογγίνο και το λόχο του: να, ανεβαίνουν στο Γολγοθά, όλα είναι έτοιμα, αρχίζει η σκληρή εκτέλεση... Και τώρα ας θέσουμε το ερώτημα: εμείς θα πιστεύαμε εκείνη τη στιγμή ότι σε μόλις τρεις μέρες ο Λογγίνος θα γίνει από σταυρωτής σε μάρτυρας του Χριστού;

«Αλλά αυτούς που ο κόσμος τους θεωρεί μωρούς, εκείνους διάλεξε ο Θεός για να ντροπιάσει τελικά τους σοφούς· κι αυτούς που ο κόσμος τους θεωρεί ανίσχυρους, εκείνους διάλεξε ο Θεός για να ντροπιάσει τελικά τους κατά κόσμον ισχυρούς· κι αυτούς που ο κόσμος τους θεωρεί παρακατιανούς και περιφρονημένους, εκείνους διάλεξε ο Θεός, τα μηδενικά, για να καταργήσει όσους θαρρούν πως είναι κάτι» (Α΄ Κορ. 1, 27–28). Αυτά τα έγραψε ο άγιος απόστολος Παύλος, ο οποίος χρειάστηκε να καταβάλει πολλές προσπάθειες για να πείσει τους ανθρώπους γύρω του ότι δεν ήταν πλέον διώκτης των χριστιανών, αλλά ενθουσιώδης μαθητής, έτοιμος να πεθάνει για να μεταστραφούν οι άλλοι προς τον Χριστό και να σωθούν. Μπορούμε να αναφέρουμε πάρα πολλά τέτοια παραδείγματα. Οι άνθρωποι δεν γεννιούνται άγιοι. Και συχνά ζουν μια ζωή εντελώς αντίθετη προς οποιαδήποτε εκδοχή αγιότητας. Αλλά το αόρατο χέρι του Θεού αλλάζει τον άνθρωπο. Το ερώτημα είναι, έχουμε τη δύναμη να το αισθανθούμε; Ο άγιος μάρτυρας Λογγίνος ο εκατόνταρχος ένιωσε το άγγιγμα του Χριστού, όταν Τον τρύπησε με τη λόγχη του... Τότε δεν ήξερε τίποτα για Αυτόν, ίσως μόνο είχε ακούσει ή είχε δει τον Χριστό από μακριά, ανάμεσα στους ανθρώπους, και Τον είδε από κοντά μόνο στον τόπο της εκτέλεσης. Και δεν αμφέβαλε ότι μπροστά του δεν είχε έναν ακόμη καταδικασμένο ταραχοποιό, αλλά τον Υιό του Θεού. Γνωρίζουμε το Ευαγγέλιο, γνωρίζουμε την ιστορία του μάρτυρα Λογγίνου, του αποστόλου Παύλου και πολλών άλλων. Τι μας εμποδίζει να γίνουμε και εμείς μάρτυρες της δόξας του Θεού; Όσο αναγνωρίζουμε τους εαυτούς μας ως «συνηθισμένους ανθρώπους», δεν κάνουμε καμία ανακάλυψη. Τι μας διακρίνει από τους άλλους, εξίσου συνηθισμένους ανθρώπους; Στην ουσία, τίποτα.

Μέσα στην πολυπραγμοσύνη του κόσμου, τις χαρές και τις δυσκολίες της ζωής μας, τις απώλειες και τα κέρδη, υπάρχει πάντα Εκείνος, στον Οποίο ο καθένας μπορεί να απευθυνθεί. Κάποιος θα πει ότι στο Ευαγγέλιο όλα είναι τόσο περίπλοκα και ακατανόητα. Αλλά αν ήταν πραγματικά έτσι, τότε το Ευαγγέλιο, δηλαδή την Καλή Είδηση, δεν θα το είχε καταλάβει, για παράδειγμα, ο απλός ψαράς από τη Γαλιλαία, ο Σίμων, που στη συνέχεια έγινε ο απόστολος Πέτρος. Η ζωή του φωτίστηκε από το Θείο φως του Χριστού, αλλά ο Πέτρος παρέμεινε ο ίδιος με μας άνθρωπος. Ένας συνηθισμένος άνθρωπος, στη ζωή του οποίου υπήρχε ο Χριστός. Απλώς, δεν πρέπει να το ξεχνάμε αυτό. Και να μην ξεχνάμε ότι οι άγιοι, που μας κοιτάζουν από τις εικόνες των ναών, ήταν στην αρχή οι πιο συνηθισμένοι άνθρωποι.