Πατέρες καί αδελφοί,
Ἡ ἕνωσις καί κοινωνία μας μέ τόν Θεό σέ γενικώτερες γραμμές γίνεται μέ δύο τρόπους. Μέ τήν μυστική κοινωνία τού Σώματος καί τοῦ Αίματος τού Κυρίου καί μέ τήν πνευματική κοινωνία. Ό δεύτερος τρόπος διαιρείται έν συνεχεία σέ τρεις άλλους τρόπους. Γι' αύτό, στόν παρόντα λόγο θά σας ομιλήσω γι' αύτούς τούς τρόπους μέ τούς όποιους μπορούμε νά κοινωνήσουμε καί νά ἑνωθοῦμε μέ τόν Θεό, φέροντας μαρτυρίες άπό τήν Θεία Γραφή καί τίς διδασκαλίες τών Αγίων Πατέρων.
1. Ή πρώτη καί σπουδαιότερη κοινωνία μας μέ τόν Χριστό γίνεται μέ τήν κοινωνία τού Σώματος καί τοῦ Αίματος Του. "Ενας χριστιανός πού δέν πιστεύει ότι τό φαινόμενο ψωμί καί κρασί εἶναι αληθώς τό Σώμα καί τό Αίμα τοῦ Κυρίου μας, είναι ένας αιρετικός καί ξένος πρός τήν αληθινή πίστι τοῦ Χριστοῦ, ό Όποιος λέγει στό κατά Ίωάννην Εύαγγέλιο (6,55)· «Ή γάρ σάρξ μου άληθώς εστί βρώσις, καί τό αίμα μου άληθώς έστι πόσις». 'Ενώ ὁ Απόστολος Παῦλος μας λέγει τά ἐξῆς: «Τό ποτήριον της εύλογίας ό εύλογούμεν, ούχί κοινωνία τού αίματος τού Χριστού έστι; τόν άρτον όν κλώμεν, ούχί κοινωνία τοῦ σώματος τοῦ Χριστού έστιν;» (Α' Κορ. 10,16). "Οποιος λοιπόν κοινωνεί άναξίως, γίνεται ένοχος, όπως λέγει ό ίδιος ό Απόστολος· «Ος άν έσθίη τόν άρτον τούτον ἤ πίνη τό ποτήριον τοῦ Κυρίου άναξίως, ένοχος έσται τού σώματος καί τοῦ αίματος τού Κυρίου» (Α' Κορ. 11,27). Ό χριστιανός όμως πού κοινωνεί μέ φόβο, εύλάβεια καί προετοιμασία, άξιώνεται άναριθμήτων δωρεών, στίς όποιες οι σπουδαιότερες είναι οί έξής:
α) Ενώνεται μέ τόν Χριστό κατά χάριν, διότι όπως λέγει τό χωρίο: «Ό τρώγων μου τήν σάρκα καί πίνων μου τό αίμα έν έμοί μένει κάγώ έν αύτῷ» (Ίωάν. 6,56)
β) Συμμετέχει στήν αιώνιο ζωή, όπως λέγει τό χωρίο: «Ό τρώγων μου τήν σάρκα καί πίνων μου τό αίμα έχει ζωήν αίώνιον (Ίωάν. 6,54).
γ) Θά άναστηθή τήν ήμέρα τής κρίσεως, όπως λέγει τό χωρίο: «Καί έγώ άναστήσω αύτόν έν τή έσχάτη ήμέρα» ('Ένθ' άνωτ.).
δ) Δημιουργεί κατοικία ό Χριστός μέσα στήν καρδιά μας, όπως λέγουν τά χωρία: «κατοικήσαι τόν Χριστόν διά τής πίστεως έν ταῖς καρδίαις ύμών» (Έφεσ. 3,17) καί «έν έκείνη τή ήμέρα γνώσεσθε ὑμεῖς ότι έγώ έν τω πατρί μου καί ὑμεῖς έν έμοί κάγώ έν ὑμῖν» (Ίωάν. 14,20) καί άλλα.
ε) Οποιος κοινωνεί τόν Χριστό έχει Αύτόν ζώντα μέσα του «Ζώ δέ ούκέτι έγώ, ζή δέ έν έμοί Χριστός» (Γαλ. 2,20), καί «τεκνία μου, ους πάλιν ώδίνω, μέχρις ού μορφωθή Χριστός έν ὑμῖν!» ('Ένθ. άνωτ. 4,19).
στ) Προοδεύει καί αύξάνεται στά πνευματικά έργα, κατά τό χωρίο: «άληθεύοντες δέ έν άγάπη αύξήσωμεν εις αύτόν τά πάντα, ός έστιν ή κεφαλή, ό Χριστός» (Έφεσ. 4,15).
ζ) Καθαρίζει άπό άμαρτίες, άγιάζει, φωτίζει καί χαρίζει τήν αιώνια ζωή. (Άπό τήν εύχή τής Θ. Μεταλήψεως τοῦ άγίου Ιωάννου Δαμασκηνού).
η) Επιφέρει τόν άγιασμό σώματος καί ψυχής, έκδιώκει τίς φαντασίες καί καθαρίζει άπό τά πάθη, δίνει παρρησία πρός τόν Θεό, φωτισμό καί ένίσχυσι γιά τήν αὔξησι τών άρετών καί τήν τελειότητα (6η εύχή Θ.Μεταλήψεως τοῦ άγίου Βασιλείου).
θ) Επιφέρει πνευματική χαρά, υγεία σώματος καί ψυχής, κατά τόν άγιο Κύριλλο Αλεξανδρείας.
Αυτοί καί άλλοι πολλοί άκόμη είναι οι πνευματικοί καρποί τούς οποίους άποκτά ό πιστός πού προσέρχεται συχνά καί μέ καλή προετοιμασία στήν Θεία Εύχαριστία. Αύτός πού δέν προσέρχεται σ' αύτό τό Μυστήριο, ποτέ δέν θά μπορέση νά προοδεύση στήν έργασία τών άρετών, διότι δέν παραμένει μέσα στόν Χριστό καί Εκεῖνος μέσα του, καθώς λέγει καί ό Ἴδιος: «Χωρίς ἐμοῦ ού δύνασθε ποιεῖν ούδέν» (Ίωάν. 15,4).
2. Ό δεύτερος τρόπος κοινωνίας καί ενώσεως μέ τόν Χριστό γίνεται μέ τήν προσευχή τοῦ Ίησοῦ, κατά τήν όποία ό νοῦς βυθίζεται στήν καρδιά καί ἐκεῖ λέγει συνεχώς τό: «Κύριε Ίησοῦ Χριστέ, Υιέ τοῦ Θεοῦ, έλέησόν με τόν άμαρτωλό».
α) Ή προσευχή πού γίνεται μέ τόν νοῦ στήν καρδιά έχει μεγάλη σημασία, διότι ένώνεται ἡ ψυχή μας μέ τόν Ίησοῦ Χριστό καί δι' Αύτού μέ τόν Πατέρα, διότι ή μόνη όδός πού όδηγεῖ στήν ένωσι μέ τόν Πατέρα είναι ὁ Χριστός, όπως λέγει ό Ιδιος: «ούδείς έρχεται πρός τόν Πατέρα εἰ μή δι' ἐμοῦ» (Ίωάν. 14,6).
β) Ή καρδιακή προσευχή προσφέρει τήν δυνατότητα στό Ἅγιο Πνεῦμα νά κατοικήση καί ἐργασθῆ στήν καρδιά μας καί νά ενωθούμε ἐμεῖς μέ τό Πνεῦμα. Αὐτή ἡ ἕνωσις μέ τήν άκατάπαυστη προσευχή ομοιάζει μέ τήν νύμφη πού άγαπά πάρα πολύ τόν Νυμφίο Χριστό καί δέν θέλει ποτέ νά άποχωρισθή άπ' Αύτόν.
3. Ό τρίτος τρόπος κοινωνίας μέ τόν Δημιουργό Θεό μας γίνεται μέ τήν ἐφαρμογή τῶν ἐντολῶν Του καί τήν ἀπόκτησι τῶν ἀρετῶν.
α) Αύτή ἡ συγκατοίκησις μέ τόν Ίησοῦ φανερώνεται στήν Γραφή άπό τόν Ιδιο, όταν λέγη: «Έάν τίς άγαπά με τόν λόγον μου τηρήσει καί ό Πατήρ μου άγαπήσει αύτόν, καί πρός αύτόν έλευσόμεθα καί μονήν παρά αύτώ ποιήσωμεν» (Ίωάν. 14, 23), ενώ σέ άλλο κεφάλαιο λέγει: «έάν τάς έντολάς μου τηρήσητε μενεῖτε έν τη άγάπη μου, καθώς εγώ τάς έντολάς του πατρός μου τετήρηκα καί μένω αύτοῦ έν τη άγάπη» (Ίωάν; 15,10).
β) Ό άγιος Διονύσιος ό Αρεοπαγίτης λέγει ότι ἡ όμοιότης καί ένωσίς μας μέ τόν Θεό έπιτελειται μόνο μέ τήν έφαρμογή τών θείων έντολών (Λόγος περί σωτηριώδους γνώσεως).
γ) Ό άγιος Μάξιμος ό Όμολογητής, όσον άφορα τήν ένωσί μας μέ τόν Θεό, λέγει: «Ό λόγος τοῦ Θεοῦ καί Πατρός εύρίσκεται μυστικά σέ κάθε μία άπό τίς έντολές Του, οπότε αύτός πού δέχεται τόν λόγο του Θεού δέχεται τόν Θεό.
δ) Ό άγιος Γρηγόριος ό Παλαμάς ομιλώντας γιά τήν θέωσι τοῦ άνθρώπου μέ τήν έφαρμογή τών έντολών τοῦ Θεού, λέγει: «Οί έντολές τοῦ Θεού παρέχουν όχι μόνο τήν γνώσι, άλλά καί τήν θέωσι».
4. Ό τέταρτος τρόπος κοινωνίας μέ τόν Χριστό γίνεται μέ τήν άκρόασι τών λόγων τοῦ Θεοῦ.
α) Περί αύτοῦ μας όμιλει ἡ Καινή Διαθήκη: «πολλοί δέ τών άκουσάντων τόν λόγον έπίστευσαν, καί έγενήθη ό αριθμός τών άνδρών ώσεί χιλιάδες πέντε» (Πράξ. 4,4).
β) Ό Απόστολος Παύλος λέγει ότι: «ἡ πίστις έξ άκοής, ἡ δέ άκοή διά ρήματος Θεού» (Ρωμ. 10,17)
γ) Έάν τό Σώμα καί τό Αίμα τού Κυρίου είναι ἡ άληθινή βρώσις καί πόσις, τότε ό λόγος τοΰ Κυρίου γενόμενος δεκτός άπό τούς πιστούς γίνεται σ' αύτούς «πηγή ύδατος άλλομένου εις ζωήν αιώνιον (Ίωάν. 4,14) καί «άρτος ζωής ό έκ τοῦ ούρανοῦ καταβάς» (Ίωάν. 6,58), ένώ κατά τόν άγιο Δαμασκηνό λέγεται μάννα της αφθαρσίας καί μάννα τό μυστικό.
Ό Απόστολος Παύλος διά της άκοής δέχθηκε τόν λόγο τοῦ Θεού, όταν προσκλήθηκε μέ τό θειο φως στόν δρόμο πρός Δαμασκό καί φωνή άκουσε έξ ούρανού. Ἡ Σαμαρεῖτις διά τῆς ἀκοῆς λαμβάνει τόν λόγο του Θεοῦ, ένώ πάλι οί Σαμαρεῖται πιστεύουν καί βαπτίζονται άπό τό κήρυγμα τοῦ Αποστόλου Φιλίππου (Πράξ. 8,5 6,12) καί λαμβάνουν τό Ἅγιο Πνεῦμα (Πράξ. 8,14,18).
Πατέρες καί άδελφοί, σάς έφερα μερικές άπό τίς σπουδαιότερες μαρτυρίες τής Γραφής καί τών Αγίων Πατέρων, οί όποιες θά μάς βοηθούν στήν πορεία μας γιά μία άκατάπαυστη ένωσι μέ τόν Νυμφίο Χριστό. Ό ιδιαίτερος καί άγιώτερος τόπος, όπου επιτυγχάνεται αύτή ἡ πολύτροπος κοινωνία μας μέ τόν Χριστό είναι ἡ Εκκλησία μας. Ἐκεῖ όλοι οί πιστοί μας, έρχόμενοι μέ εύλάβεια καί πίστι στίς ιερές άκολουθίες, εύρίσκονται σέ μία άτμό σφαιρα μυστική καί κοινωνοϋν μέ τόν νοῦ, τήν καρδία, τήν προσευχή καί τήν συμμετοχή στήν Θεία Κοινωνία τών δωρεών τοϋ Άγίου Πνεύματος. Προπαντός ή λειτουργική Θυσία είναι ή τελεία έκφρασις τής ενώσεως μέ τόν Κύριό μας. Ή μνημόνευσις ονομάτων τών χριστιανών στήν Προσκομιδή, καί όταν αύτοί είναι μέν άμαρτω λοί άλλά μετανοημένοι, δίνει τήν εύλογία τής κοινωνίας άοράτως τών ψυχών μέ τόν Σαρκωθέντα καί Άναστάντα Κύριο, ό Όποιος παρέχει ένίοτε καί τήν σωματική των θεραπεία.
Είθε τό έλεος καί οί οίκτιρμοί τοῦ Κυρίου μας Ίησοῦ Χριστοῦ, ό Όποιος εΐναι ό Λόγος τοῦ Θεοῦ νά έλθη καί κατασκηνώση μέσα μας μέ τούς άνωτέρω τέσσαρας τρόπους πού συνοπτικά άναφέραμε.
Μετάφρασις ἀπό τά ρουμανικά π. Δαμασκηνός Γρηγοριάτης.
Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου