Παρασκευή 27 Ιουνίου 2025

Ἡ ταφόπλακα τῆς παιδείας μας

Γράφει ὁ κ. Λέων Μπράνγκ, θεολόγος

  «Ἀνήκουμε στὴ Δύση». Αὐτὸ τὸ “δόγμα”, σχετικὰ μὲ τὸ ποῦ ἀνήκουμε, σχεδὸν ἐξ ἀρχῆς οἰκειοποιήθηκε ἀπὸ τὴν πολιτικὴ ἡγεσία στὴ νεότερη ἱστορία μας. Εἶναι κυρίαρχο στὸν πολιτικό μας κόσμο ἀπὸ τὴ δολοφονία τοῦ μεγάλου ἡγέτη καὶ κυβερνήτη μας Ἰωάννη Καποδίστρια. Ἡ δυτικοσπουδασμένη ἐλὶτ ἐκείνης τῆς ἐποχῆς, θαμπωμένη ἀπὸ τὰ φῶτα τῆς Δύσεως, δὲν μποροῦσε παρὰ νὰ βιώσει αὐτὸν τὸν μεγάλο πολιτικὸ τῆς ἀναγέννησης τῆς Πατρίδας μας ὡς αὐταρχικό. Οἱ στόχοι τοῦ Καποδίστρια ἦταν ἀκριβῶς τὸ ποθούμενο τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης. Τὸ ὅραμά του γιὰ αὐτὴ τὴν χώρα γεννήθηκε ἀπὸ τὴν ὑπερχιλιετῆ αὐτοκρατορική της λάμψη. Ἦταν βαθύτατα πεπεισμένος γιὰ τὴν μεγάλη ἱστορία αὐτοῦ τοῦ τόπου ποὺ δὲν εἶχε τὴν κορυφαία του ἔκφραση στὴν Ἀκρόπολη τῶν Ἀθηνῶν, ἀλλὰ στὴν Ἁγία Σοφία καὶ τὸ Μέγα καὶ Ἱερὸ Παλάτιο τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Γνώριζε ὅτι ἡ ἀναγέννηση τοῦ λαοῦ μποροῦσε νὰ προκύψει πρωτίστως μὲ τὴν ὀργάνωση τῆς Ἐκκλησίας, μὲ μία ὄντως ὀρθόδοξη ἑλληνικὴ παιδεία καὶ φυσικὰ καὶ μὲ μία ἀποτελεσματικὴ διοίκηση.

  Τὸ «διὰ τοῦ Σταυροῦ πολίτευμα» τοῦ Ἁγίου καὶ Μεγάλου Κωνσταντίνου, ἡ διασύνδεση ψυχῆς καὶ σώματος, πνευματικῶν καὶ βιοτικῶν ἀναγκῶν  καὶ τῶν ἀντίστοιχων διακονιῶν αὐτῶν τῶν ἀναγκῶν μέσῳ τοῦ Σταυροῦ στὴν καινὴ πολιτεία τοῦ Χριστοῦ, ἡ συνεργασία τῶν δύο ἐξουσιῶν-διακονιῶν, τῆς Ἱερωσύνης (πνευματικὴ ἐξουσία-διακονία) καὶ τῆς Βασιλείας (κοσμικὴ ἐξουσία-διακονία) γιὰ τὸ καλὸ τοῦ λαοῦ ἀποτελοῦσαν γιὰ τὸν Κυβερνήτη τὸ θεμέλιο τῆς ἀναγέννησης τῆς πατρίδας. Δὲν τὶς ἔβλεπε ὡς δύο ξεχωριστὰ καὶ αὐτόνομα μεγέθη, ὅπως ἐκλαμβάνονται σήμερα ἡ Ἐκκλησία καὶ ἡ Πολιτεία. Τὶς ἀντιλαμβανόταν καὶ τὶς δύο μὲ πηγὴ τὸν Χριστό, ὅπως ἀκριβῶς τονίζει ὁ ἅγιος Ἰουστινιανὸς στὸ προοίμιο τῆς ΣΤ΄ Νεαρᾶς: «Δύο εἶναι τὰ μέγιστα δῶρα ποὺ ὁ Θεός, στὴν ἀγάπη Του γιὰ τὸν ἄνθρωπο, μᾶς δώρισε ἀπὸ ψηλά: ἡ ἱερωσύνη καὶ ἡ αὐτοκρατορικὴ ἀξιοπρέπεια. Τὸ πρῶτο ὑπηρετεῖ τὰ Θεῖα πράγματα, ἐνῶ τὸ δεύτερο διευθύνει καὶ διοικεῖ τὶς ἀνθρώπινες ὑποθέσεις. καὶ τὰ δύο, ὡστόσο, ἔχουν τὴν ἴδια προέλευση καὶ διακοσμοῦν τὴ ζωὴ τῆς ἀνθρωπότητος. Ὁπότε, τίποτα δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι τέτοια πηγὴ φροντίδας γιὰ τοὺς αὐτοκράτορες, ὅσο ἡ ἀξία τῶν ἱερέων, ἀφοῦ γιὰ τὴν αὐτοκρατορικὴ εὐημερία συνεχῶς παρακαλοῦν τὸν Θεό. Διότι ἐὰν ἡ ἱερωσύνη εἶναι μὲ κάθε τρόπο ἐλεύθερη ἀπὸ κατηγορία καὶ ἔχει πρόσβαση στὸν Θεὸ καὶ ἐὰν οἱ αὐτοκράτορες διοικοῦν μὲ ἐπιείκεια καὶ δικαιοσύνη τὸ Κράτος, ποὺ ἀνατέθηκε στὴν φροντίδα τους, γενικὴ ἁρμονία θὰ προκύψει καὶ κάθε τι ὠφέλιμο θὰ δοθεῖ στὴν ἀνθρωπότητα».

  Αὐτὴ ἀκριβῶς ἦταν ἡ πεποίθηση τοῦ Ἰωάννη Καποδίστρια. Πρῶτο του μέλημα ἦταν ἡ ὀργάνωση τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἡ μόρφωση τοῦ Κλήρου. Ἡ ἵδρυση τῆς πρώτης Ἱερατικῆς Σχολῆς στὸ Μοναστήρι τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς τὸ 1829 στὸν Πόρο, μία ἀπὸ τὶς πρῶτες του φροντίδες, ἀπέφερε, μὲ τοὺς νέους ποὺ ἀποφοίτησαν καὶ χειροτονήθηκαν κληρικοί, πλούσιους καρποὺς στὸ Ἔθνος καὶ στὴν Ἐκκλησία. Χαρακτηριστικὰ στὴ συνάφεια αὐτὴ εἶναι τὰ λόγιά του: «Τὸ σημεῖο ἑνὸς ξεκινήματος, ὡς ἐπίκεντρο τῆς ἠθικῆς διαπαιδαγώγησης, δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι παρὰ ἡ διδασκαλία τοῦ Κλήρου. Ὁ δικός μας, λόγῳ ἔλλειψης μέσων, δὲν ἔχει δεχθεῖ κανενὸς εἴδους διδασκαλία. Παρέχοντάς την σ’ αὐτόν, θὰ ἐπιτελέσουμε ἕνα σπουδαῖο ἔργο. Περιορίζουμε τὰ μέσα αὐτὰ στὰ παρακάτω: Στὸ νὰ προμηθεύσουμε στὶς κυριότερες ἐπισκοπὲς ὡς Ἐπισκόπους καὶ Μητροπολίτες τοὺς περισσότερο μορφωμένους καὶ περισσότερο παραδειγματικοὺς ἐξαιτίας τῆς ἁγνότητας τῶν ἠθῶν τους. Στὸ νὰ ὑποχρεώσουμε αὐτοὺς τοὺς Ἀρχιερεῖς ἔμμεσα νὰ εὐνοήσουν, στὰ πλαίσια τῆς δικαιοδοσίας τους, τὴν πρόοδο τῶν δημόσιων ἐκπαιδευτηρίων. Ὡς βοήθεια, θὰ μπορούσαμε νὰ τοὺς προμηθεύσουμε χρηματικοὺς πόρους. Ἡ ἀπέραντη ἐξουσία τῆς Ἐκκλησίας, ἰσχυροποιούμενη μ’ αὐτὸ τὸν τρόπο, θὰ ἀποβεῖ ἡ σωτηρία τοῦ Ἔθνους. Θὰ καταστεῖ μόνη αὐτή, πιθανῶς, τὸ λίκνο τοῦ μέλλοντός του. Θὰ μπορούσαμε νὰ θέσουμε πάνω σὲ σύγχρονες βάσεις τὴν ἀναγέννηση τοῦ Ἔθνους καὶ ἔτσι νὰ ἔχουμε, οὕτως εἰπεῖν, στὰ χέρια τὴν κλωστή, μὲ τὴν ὁποία δένεται τὸ σπουδαῖο αὐτὸ γεγονός.» Στὴν ὑπηρεσία αὐτοῦ τοῦ ὑψηλοῦ στόχου ἡ μοναστηριακὴ καὶ ἐκκλησιαστικὴ περιουσία ἀποτελοῦσε ἕνα σπουδαῖο κεφάλαιο κατὰ τὴν ἐκτίμηση τοῦ Κυβερνήτη. Δυστυχῶς λίγο ἀργότερα, ἐπὶ Βαυαροκρατίας, μετατράπηκε σὲ ἀντικείμενο ἁρπαγῆς. Πέρα ὅμως ἀπὸ τὴν ἵδρυση Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς ὁραματίστηκε καὶ τὴ δημιουργία Θεολογικῆς Ἀκαδημίας. Τὸ σχέδιο τῆς δημιουργίας της εἶχε ἀναθέσει ἀμέσως μετὰ τὴν ἐκλογή του ὡς Κυβερνήτης τῆς Ἑλλάδος στὸν κορυφαίας μόρφωσης κληρικὸ Κωνσταντῖνο Οἰκονόμο ἐξ Οἰκονόμων, ὁ ὁποῖος τότε διέμεινε στὴν Ἁγία Πετρούπολη. Δὲν πρόλαβε ὅμως νὰ τὸ πραγματοποιήσει λόγῳ τῆς δολοφονίας του. Ὁ Κων/νος Οἰκονόμου μετὰ τὴν ἐπιστροφή του στὴν Ἑλλάδα τὸ 1834, ὡς ἐπικεφαλῆς τῆς παραδοσιακῆς παράταξης τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος συνέβαλε στὴ δημιουργία τῆς Ριζαρείου Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς τὸ 1844 ὡς ἀντίβαρου τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν (1837) ποὺ ἐξαρχῆς εἶχε ἔντονο δυτικὸ προσανατολισμό.

  Ἐπίσης ὁ Κυβερνήτης φρόντισε γιὰ τὴν ἀποκατάσταση τῶν σχέσεων μὲ τὸ Πατριαρχεῖο Κων/πόλεως, γιὰ νὰ μή, ὅπως ἔλεγε, «πέση ἡ ὑπόθεσις εἰς τῶν Φράγκων τὰς χεῖρας καὶ τότε ἐχάθημεν». Τελικά, μετὰ τὴ δολοφονία τοῦ Κυβερνήτη αὐτὸ ἀκριβῶς ἔγινε μὲ τὸ πραξικοπηματικὸ αὐτοκέφαλο τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας ἐπὶ Μάουρερ καὶ Φαρμακίδη. Ἀκολούθησαν 17 ἔτη σχίσματος μέχρι τὴν ἔκδοση τοῦ Τόμου Αὐτοκεφαλίας τὸ 1850 ἐκ μέρους τοῦ Πατριαρχείου Κων/πόλεως μὲ ὅλες τὶς εὐνόητες ἐπιπτώσεις γιὰ τὴν πατρίδα μας.

  Ἐπιμείναμε λίγο στὰ σχέδια καὶ στὸ ὅραμα τοῦ σοφοῦ Ἰωάννη Καποδίστρια γιὰ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴ παιδεία, γιὰ νὰ δοῦμε στὴ συνέχεια τὶς ἐπιλογὲς τῆς σημερινῆς μας πολιτικῆς ἡγεσίας, ἡ ὁποία μπορεῖ τρόπον τινὰ νὰ θεωρηθεῖ στὸν γενικὸ προσανατολισμὸ ὡς συνέχεια τῶν ἀντιπάλων τοῦ Κυβερνήτη. Ἐκεῖνοι μὲ ἐπιφανεῖς ἡγέτες τοὺς Ἀλέξανδρο Μαυροκορδᾶτο, Σπυρίδωνα Τρικούπη, Ἀνδρέα Μιαούλη, Γεώργιο Κουντουριώτη, Θεόκλητο Φαρμακίδη κ.ἄ., ἐν ὀνόματι τῆς Δημοκρατίας καὶ τοῦ Συντάγματος προέβησαν σὲ ἀνοικτὴ ἀνταρσία ἐναντίον του. Μάλιστα στὴν τύφλωση τοῦ μίσους τους ἔφθασαν στὸ σημεῖο νὰ πυρπολήσουν τὰ δύο λαμπρότερα καὶ πολυτιμότερα πλοῖα τοῦ ἐθνικοῦ στόλου, τὴν κορβέττα «Ὕδρα» καὶ τὴ φρεγάτα «Ἑλλάς». Καμάρωναν αὐτὴ τὴν παράφρονη ἐνέργεια «ὡς ὁλοκαύτωμα τῆς προσωπικῆς καὶ ἐθνικῆς ἐλευθερίας». Ἐνῶ ἀρχικὰ ὅλοι τους εἶχαν πάρει θέσεις στὸν κρατικὸ μηχανισμό, μετὰ τὸν Ἰούλιο τοῦ 1829 συγκεντρώθηκαν στὴν Ὕδρα, γιὰ νὰ ἐκδηλώσουν τὴ ρίξη τους μὲ τὴν πολιτικὴ τοῦ Καποδίστρια. Μὲ τὴν ὑποδαύλιση τῆς Ἀγγλίας καὶ τῆς Γαλλίας οἱ ἐπαναστατικὲς κινήσεις τῶν Ἀντικαποδιστριακῶν ἐπεκτάθηκαν ὅλο καὶ περισσότερο, μέχρι νὰ καταλήξουν στὴ δολοφονία τοῦ Κυβερνήτη καὶ στὴν πλήρη ἀναρχία. Τὸ ἀποτέλεσμα: Ἡ ἔλευση τοῦ ἀπολυταρχικοῦ Ὄθωνα στὴν Ἑλλάδα, ἐκείνου τοῦ ξένου ἡγεμόνα, τὸν ὁποῖο εἶχαν ἐπιλέξει οἱ τρεῖς Προστάτιδες Δυνάμεις Ἀγγλία, Γαλλία καὶ Ρωσία χωρὶς ἡ ἑλληνικὴ πλευρὰ νὰ ἔχει ὁποιονδήποτε λόγο στὴν ἐπιλογὴ αὐτή, ἀφοῦ οἱ Ἕλληνες εἶχαν ἐμπλακεῖ σὲ σύγκρουση τῶν διαφόρων φατριῶν μεταξύ τους καὶ ἐπικρατοῦσε γενικὰ ἡ ἀναρχία. Ὅλοι οἱ παραπάνω ἡγέτες τῆς ἀνταρσίας ἐναντίον τοῦ Καποδίστρια, οἱ ὁποῖοι διαφήμισαν τοὺς ἑαυτούς τους ὡς δημοκράτες, ἀλλὰ καὶ πολλοὶ ἄλλοι ἀποδείχθηκαν πρόθυμα ὄργανα τῆς Βαυαροκρατίας στὴν πλήρη ὑποταγὴ τῆς Ἐκκλησίας στὸ Κράτος, στὴν ἐπιβολὴ σχίσματος ἐπὶ 17 χρόνια, μὲ τὴν βίαια ἀπόσπαση τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, στὴν ἀποεκκλησιαστικοποίηση τῆς παιδείας καὶ γενικὰ στὸν ἀδιάκριτο πλήρη ἐξευρωπαϊσμὸ τοῦ τρόπου ζωῆς τοῦ νέου κράτους.

  Ἡ σημερινή μας πολιτικὴ ἡγεσία μὲ τὸν ἀπόλυτο προσανατολισμό της στὴ δυτικοευρωπαϊκὴ κουλτούρα καὶ τὶς ἀξίες της μοιάζει πιστὸ ἀντίγραφο τῆς ἀντικαποδιστριακῆς παράταξης. Τὸ ἐπικυρώνει κάθε τόσο μὲ νόμους ποὺ παγιώνουν αὐτὴ τὴ στρατηγικὴ ἐπιλογή, ὅπως ὁ σχετικὰ πρόσφατος νόμος γιὰ τὸν Γάμο τῶν Ὁμόφυλων Ζευγαριῶν καὶ τὸ δικαίωμά τους στὴν υἱοθεσία τέκνων. Κυριολεκτικὰ τινάζει τὸ θεσμὸ τῆς οἰκογένειας στὸν ἀέρα. Καὶ μπορεῖ μὲν νὰ βρῆκε τὴν ἐκκλησιαστικὴ διοίκηση ἀντίθετη, ἀλλὰ τὸ ἴδιο τὸ δόγμα «Ἀνήκουμε στὴ Δύση» οὔτε ἀπὸ μεγάλη μερίδα τῶν ἐπισκόπων καὶ τοῦ κλήρου δὲν τίθεται κατ’ οὐσίαν ὑπὸ ἀμφισβήτηση.

Μία ἄλλη πρόσφατη ἀπόφαση τοῦ ὑπουργείου Παιδείας φαίνεται ὅτι  θὰ ἀποτελέσει τὴν ταφόπλακα τῆς παιδείας, τὴν ὁποία θεωροῦσε ὁ Ἰωάννης Καποδίστριας ὡς κοιτίδα τῆς ἀναγέννησης τοῦ Ἔθνους, ὄχι ὅμως ἑνὸς μικροῦ καὶ ἀσήμαντου Ἔθνους, ἑνὸς ἐξαρτήματος τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης, ἀλλὰ τοῦ Ἔθνους ἢ καλύτερα τοῦ Γένους ἐκείνου ποὺ διαμόρφωσε παραπάνω ἀπὸ 1000 χρόνια τὴν παγκόσμια ἱστορία. Ἐὰν μέχρι σήμερα ἔχει μείνει κάτι τὸ οὐσιαστικὸ ἀπὸ αὐτὴ τὴν παιδεία στὸ συντα­γματικό μας νόμο, τότε εἶναι τὸ ἄρθρο 16 παρ. 2 ποὺ ὁρίζει μεταξὺ ἄλλων ὡς σκοπὸ τῆς παιδείας «τὴν ἀνάπτυξη τῆς ἐθνικῆς καὶ θρησκευτικῆς συνείδησης καὶ τὴ διάπλασή τους (τῶν Ἑλλήνων) σὲ ἐλεύθερους καὶ ὑπεύθυνους πολίτες». Σὲ ἐλεύθερο καὶ πραγματικὰ ὑπεύθυνο ἄνθρωπο μετατρέπεται ὡς γνωστὸ μόνο ἐκεῖνος ὁ ἄνθρωπος ποὺ εἶναι ἀπαλλαγμένος ἀπὸ πάθη καὶ ἐξαρτήσεις κάθε εἴδους. Καὶ αὐτὸ κατορθώνεται ἀποκλειστικὰ μὲ τὴν ὁμοίωσή του μὲ τὸ κατ’ ἐξοχὴν πρότυπο τῆς ἀνθρωπότητας, τὸν Θεάνθρωπο Χριστό. Μεταξὺ τῶν ἄλλων οἱ πρόσφατες 1749 καὶ 1750/2019 ἀποφάσεις τῆς Ὁλομέλειας τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας ὁρίζουν ὅτι μὲ τὴ διατύπωση «ἀνάπτυξη τῆς… θρησκευτικῆς συνείδησης» ἐννοεῖται ἡ ὀρθόδοξη χριστιανικὴ συνείδηση. Καὶ πράγματι, μόνο μὲ τὴν ἀνάπτυξη αὐτῆς τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς συνείδησης, ὅπως ἀποδεικνύεται διαχρονικὰ μὲ τὴν παρουσία τῶν Ἁγίων στὴν ἱστορία μας, κατορθώνεται αὐτὴ ἡ ἐλευθερία καὶ ὑπευθυνότητα.

  Δυστυχῶς ἡ ἡγεσία τοῦ ὑπουργείου Παιδείας καὶ μέρος τῶν θεολόγων, ὅπως φαίνεται, μόνο μὲ πολὺ δυσκολία καὶ μὲ τὴν πίεση αὐτῶν τῶν ἀποφάσεων τοῦ ΣτΕ προχώρησε στὴν κατάρτιση τῶν νέων προγραμμάτων σπουδῶν στὸ Μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, ὅπως καὶ στὴ συγγραφὴ νέων βιβλίων. Σὰν νὰ μὴ ἀρκοῦσε ἡ περιπέτεια τοῦ Μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν τὰ τελευταῖα 15 χρόνια, τὸ Δεκέμβριο τοῦ 2024 ἡ ἡγεσία τοῦ ὑπουργείου προχώρησε καὶ σὲ ἄλλη ἀπόπειρα ἀκύρωσης τοῦ ἄρθρου 16 πάρ. 2. Αὐτὴ τὴν φορὰ δὲν περιορίζεται μόνο στὸ θέμα τῆς ἀνάπτυξης τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς συνείδησης, ἀλλὰ στοχεύει καὶ στὴν κατάργηση τῆς ἀνάπτυξης τῆς ἐθνικῆς συνείδησης. Προφανῶς μὲ τὴ διάθεση γιὰ διεθνοποίηση τῆς παιδείας μας, θέλει νὰ μᾶς φέρει, σὲ πρώτη φάση βέβαια σὲ πειραματικὴ ἐφαρμογή, τὸ Διεθνὲς Ἀπολυτήριο (ΙΒ) στὰ δημόσια σχολεῖα. Ὁ προηγούμενος ὑπουργὸς Παιδείας, Κυριάκος Πιερρακάκης, βρέθηκε γιὰ τὸ σκοπὸ αὐτὸ τὴ Δευτέρα στὶς 3 Δεκεμβρίου τοῦ 2024 στὴν ἕδρα τοῦ Ὀργανισμοῦ τοῦ Διεθνοῦς Ἀπολυτηρίου στὴ Γενεύη καὶ συνάντησε τὸν Γενικὸ Διευθυντή, Ὄλι-Πέκκα Χάινονεν (Olli-Pekka Heinonen). Χαρακτηριστικὴ ἦταν ἡ δήλωση τοῦ προηγούμενου ὑπουργοῦ: «Ἡ εἰσαγωγὴ τοῦ IB μόνο θετικὸ πρόσημο μπορεῖ νὰ ἔχει, ἐνῶ ἡ ἐμπιστοσύνη τοῦ Διεθνοῦς Ὀργανισμοῦ γιὰ τὴν εἰσαγωγὴ τοῦ Προγράμματος στὰ σχολεῖα μας, ἀποτελεῖ μία ἀκόμα ἐπιβεβαίωση ὅτι εἴμαστε στὸν σωστὸ δρόμο καὶ σὲ αὐτὴ τὴν κατεύθυνση θὰ συνεχίσουμε». Κάνει ἐντύπωση πόσο βαρύνουν στὶς ἐκτιμήσεις τοῦ κ. Ὑπουργοῦ ἡ ἀναγνώριση ἀπὸ Διεθνῆ Ὀργανισμὸ καὶ μὲ πόση περιφρόνηση ἀντιμετωπίζει τὸ Σύνταγμα. Ἁπλῶς δὲν τὸ ὑπολογίζει στὶς ἐπιλογές του.

 Ἡ ἀκύρωση τοῦ ἄρθρου 16 παρ. 2 εἶναι φανερὴ μὲ τὴν ἐφαρμογὴ τοῦ Διεθνοῦς Ἀπολυτηρίου. Ὑπάρχουν 6 θεματικὰ πεδία μαθημάτων, ἀπὸ τὰ ὁποῖα ὁ μαθητὴς ἐπιλέγει ἕνα ἀνὰ πεδίο, τὸ ὁποῖο διδάσκεται στὶς ἀντίστοιχες τάξεις τῆς Β΄ καὶ Γ΄Λυκείου. Στὸ τρίτο θεματικὸ πεδίο μὲ τίτλο «Ἄτομα καὶ Κοινωνίες», στὸ ὁποῖο περιέχονται τὰ μαθήματα ἀνθρωπιστικῆς παιδείας, μπορεῖ σύμφωνα μὲ τὸ πρόγραμμα νὰ ἐπιλέγεται τὸ μάθημα τῆς Ἱστορίας, ὅπως καὶ τῶν Θρησκειῶν τοῦ Κόσμου. Τὸ πρόγραμμα τοῦ μαθήματος τῆς Ἱστορίας δὲν περιέχει τίποτε ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ συμβάλει στὴν ἀνάπτυξη τῆς ἐθνικῆς συνείδησης. Ὑπάρχει βέβαια τὸ μάθημα τῆς μητρικῆς γλώσσας. Χωρὶς ὅμως νὰ δοθοῦν στοὺς μαθητὲς αὐτῶν τῶν τάξεων τὰ κλειδιὰ γιὰ τὴν κατανόηση τῆς ἱστορίας μας, πῶς μπορεῖ νὰ γίνει λόγος γιὰ οὐσιαστικὴ ἀνάπτυξη τῆς ἐθνικῆς συνείδησης; Τὸ πρόγραμμα ὡς πρὸς τὴν ἀνάπτυξη τῆς θρησκευτικῆς συν­είδησης δὲν περιέχει ἀπολύτως τίποτε. Ἡ θρησκειολογία, δηλ. ἡ διδασκαλία τῶν Θρησκειῶν τοῦ Κόσμου, δὲν περιλαμβάνεται κἄν στὸ ἑλληνικὸ πρόγραμμα. Ὅπως φαίνεται δὲν ἔχει ἐνταχθεῖ ἀπὸ τὸ Ὑπουργεῖο λόγῳ τῶν παραπάνω ἀποφάσεων 1749 καὶ 1750/2019 τοῦ ΣτΕ, οἱ ὁποῖες ἀπέρριψαν ἕνα παρόμοιο μάθημα παράλληλης διδασκαλίας παγκόσμιων θρησκειῶν μὲ βαρύτητα στὴ Ὀρθοδοξία. Ὁ Πανελλήνιος Θεολογικὸς Σύνδεσμος «ΚΑΙΡΟΣ» σὲ ἀνοικτή του ἐπιστολὴ πρὸς τὴν Ὑπουργὸ Παιδείας τῆς 2ας Ἰουνίου 2025 ἔχει διαμαρτυρηθεῖ γιὰ αὐτὴ τὴν ἔλλειψη τοῦ μαθήματος «Θρησκεῖες τοῦ Κόσμου» ἀπὸ τὸ ἑλληνικὸ πρόγραμμα τοῦ ΙΒ, χωρὶς ὅμως νὰ ἐπισημάνει τὴν ἀκύρωση τοῦ ἄρθρου 16 παρ. 2. Ἄλλωστε οἱ θεολόγοι αὐτοῦ τοῦ συνδέσμου, μὴ θέλοντας νὰ κατανοήσουν τὶς παραπάνω ἀποφάσεις τοῦ ΣτΕ, μέχρι σήμερα ὑπεραμύνονται τοῦ δικοῦ τους πολυθρησκειακοῦ μαθήματος, τὸ ὁποῖο ἀποπειράθηκαν ἐπὶ κυβερνήσεως ΣΥΡΙΖΑ νὰ εἰσάγουν γιὰ τοὺς ὀρθόδοξους μαθητὲς στὰ σχολεῖα καὶ ἀπορρίφθηκε ἀπὸ τὸ ΣτΕ.

  Ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ ὅτι ἡ δυνατότητα ἀπόκτησης ΙΒ στὴν Ἑλλάδα παρέχεται μέχρι σήμερα ἀποκλειστικὰ ἀπὸ ἰδιωτικὰ ἐκπαιδευτήρια. Γιὰ τὰ δημόσια Σχολεῖα ἡ εἰσαγωγή του προγραμματίζεται πειραματικὰ τὸ σχολικὸ ἔτος 2026-2027.

https://orthodoxostypos.gr