Ἂν οἱ Χριστιανοὶ δὲν ὁμολογήσουν, δὲν ἀντιδράσουν, αὐτοὶ θὰ κάνουν χειρότερα. Ἐνῶ, ἂν ἀντιδράσουν, θὰ τὸ σκεφθοῦν. Ἀλλὰ καὶ οἱ σημερινοὶ Χριστιανοὶ δὲν εἶναι γιὰ μάχες. Οἱ πρῶτοι Χριστιανοὶ ἦταν γερὰ καρύδια· ἄλλαξαν ὅλο τὸν κόσμο. Καὶ στὴν βυζαντινὴ ἐποχὴ μιὰ εἰκόνα ἔβγαζαν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ ἀντιδροῦσε ὁ κόσμος. Ἐδῶ ὁ Χριστὸς σταυρώθηκε, γιὰ νὰ ἀναστηθοῦμε ἐμεῖς, καὶ ἐμεῖς νὰ ἀδιαφοροῦμε!
Ἂν ἡ Ἐκκλησία δὲν μιλάη, γιὰ νὰ μὴν ἔρθη σὲ ρήξη μὲ τὸ κράτος, ἂν οἱ μητροπολίτες δὲν μιλοῦν, γιὰ νὰ τὰ ἔχουν καλὰ μὲ ὅλους, γιατὶ τοὺς βοηθᾶνε στὰ Ἱδρύματα κ.λπ., οἱ Ἁγιορεῖτες πάλι ἂν δὲν μιλοῦν, γιὰ νὰ μὴν τοὺς κόψουν τὰ ἐπιδόματα (4), τότε ποιός θὰ μιλήση; Εἶπα σὲ κάποιον ἡγούμενο: «Ἂν σᾶς ποῦν ὅτι θὰ σᾶς κόψουν τὰ ἐπιδόματα, νὰ πῆτε: ʺΘὰ κόψουμε καὶ ἐμεῖς τὴν φιλοξενίαʺ, γιὰ νὰ προβληματισθοῦν». Οἱ καθηγητὲς τῆς Θεολογίας κ.λπ. δὲν φωνάζουν, γιατὶ λένε: «Εἴμαστε ὑπάλληλοι· θὰ χάσουμε τὸν μισθό μας, καὶ μετὰ πῶς θὰ ζήσουμε;». Τὰ μοναστήρια ἐν τῷ μεταξὺ τὰ ἔπιασαν μὲ τὶς συντάξεις. Γιατί ἐγὼ δὲν θέλω νὰ πάρω οὔτε αὐτὴν τὴν ταπεινὴ σύνταξη τοῦ Ο.Γ.Α.; Ἀκόμη καὶ ἀσφαλισμένο σὲ μιὰ ἀσφάλεια τοῦ Ο.Γ.Α. νὰ τὸν ἔχουν τὸν μοναχό, καὶ αὐτὸ δὲν εἶναι τίμιο. Νὰ τὸν ἔχουν ἀσφαλισμένο ὡς ἄπορο, ναί· αὐτὸ τὸν τιμᾶ. Ἀλλὰ νὰ τὸν ἔχουν ἀσφαλισμένο στὸν Ο.Γ.Α., γιατί; Ὁ μοναχὸς ἄφησε μεγάλες συντάξεις, ἔφυγε ἀπὸ τὸν κόσμο καὶ ἦρθε στὸ μοναστήρι, καὶ νὰ πάρη πάλι σύνταξη! Καὶ νὰ φθάνουμε γιὰ τὴν σύνταξη νὰ προδώσουμε τὸν Χριστό!
– Δὲν ἐννοεῖτε, Γέροντα, ἂν λ.χ. μιὰ μοναχὴ δούλεψε ὡς δασκάλα μερικὰ χρόνια καὶ δικαιοῦται κάποια σύνταξη;
– Καλά, αὐτὴ τέλος πάντων. Τώρα ὅμως νὰ σοῦ πῶ, ἂν καὶ αὐτὴν τὴν σύνταξη τὴν διαθέση κάπου, θὰ πάρη μιὰ γερὴ σύνταξη ἀπὸ τὸν Χριστό.
----------------
(4) Ὁ Γέροντας ἐννοεῖ τὴν οἰκονομικὴ χορηγία (ἢ τὰ μετοχιακὰ μισθώματα), δηλαδὴ ἕνα ποσὸ χρημάτων τὸ ὁποῖο τὸ Ἑλληνικὸ κράτος ἀνέλαβε τὴν ὑποχρέωση ἀπὸ τὸ 1924 νὰ δίνη κάθε χρόνο στὶς Ἱερὲς Μονὲς τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἐπειδὴ οἱ Μονὲς ἔδωσαν στοὺς πρόσφυγες τὰ μετόχια τους, ἀπὸ τὰ ὁποῖα εἶχαν τὸ λάδι, τὸ σιτάρι, τὸ κρασὶ κ.λπ. τῆς χρονιᾶς.
Ὅσιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης
«Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου», Λόγοι Β', Πνευματική ἀφύπνιση, 1999, σσ. 37-38.