
Γράφει ὁ κ. Παν. Δ. Παπαδημητρίου, 31/3/2025[1]
2ον
Ἔτσι καὶ ἐδῶ, διὰ τῆς γνησίας θυγατέρας τοῦ Οἰκουμενισμοῦ,[2] τῆς Λειτουργικῆς Κινήσεως ἤ Ἀναγεννήσεως ἤ Ἀνανεώσεως κτλ. (ἐδῶ καὶ περίπου ἕνα αἰῶνα), Λειτουργικά βιβλία, Ἱερατικά, Λειτουργικές παραδόσεις, ἀλλάζουν νεωτεριστικῶς, ἀμφισβητῶντας καὶ καταπατῶντας τὴν παραδοθεῖσα ἐκκλησιαστικὴ καὶ λειτουργικὴ παράδοση τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας, ἐλευθέρως. Καὶ ἐνῷ στὸ Κολυμβάριον ὑπῆρξαν ὀρθόδοξες φωνὲς ἐνάντια στὶς διγλωσσίες, τοὺς διπλωματισμοὺς τῶν Οἰκουμενιστῶν, ἐδῶ, στὶς πολυχρόνιες μεθοδεύσεις τῆς Λειτουργικῆς Ἀναγεννήσεως, λόγῳ τῆς προωθουμένης ὑπ’ αὐτῆς γλυκιᾶς ἐπάρσεως καὶ ἐπιδείξεως (Κληρικαλισμοῦ),[41] ἐλάχιστοι κἂν ἀντιδροῦν.
Γιὰ αὐτὸ καὶ οἱ «Εἰδικές» καὶ μὴ Συνοδικές Ἐπιτροπές, θὰ ἔπρεπε κατὰ τὴν γνώμη μας, ἤδη ἀπὸ τὸν προηγούμενο αἰῶνα, νὰ ἔχουν/εἶχαν Πρόεδρο καί Μέλη μὲ περιορισμένη (π.χ. 4ετῆ) καὶ ὄχι ἰσόβια θητεία, ὥστε νὰ μὴ μονιμοποιοῦνται συγκεκριμένα ἰδεολογικά «ρεύματα» καὶ φατρίες στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία…
Καλύτερα βέβαια θὰ ἦταν καὶ θὰ εἶναι ὅλοι ἀνεξαιρέτως οἱ Ἱεράρχες τῆς Ἐκκλησίας μας (σύνολη ἡ Ἱεραρχία) νὰ ἀσχοληθοῦν προσωπικὰ μὲ τὴν διατήρηση τῆς ζώσας Ἱερᾶς Λειτουργικῆς μας Παραδόσεως, καὶ νὰ μὴ ἀφήνουν τὴν Λειτουργία μας καὶ τὰ Ἱερατικὰ στὶς διάφορες ἀριστίνδην ἐπιτροπές καί στὰ διάφορα συνέδρια.
Ἀρκετοὶ ἐναντιώνονται στὸν Οἰκουμενισμό, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν ἄλλη δέχονται τοὺς νεωτερισμοὺς τῆς θυγατέρας τοῦ Οἰκουμενισμοῦ: τὰ λατινογενῆ νεωτεριστικά (ἐκτὸς τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως) «γυμνά» Σύνθρονα,[42] τὴν ἐκτόπιση τοῦ Ἐσταυρωμένου[65] πίσω στόν τοῖχο στόν ἀέρα (ἄνωθεν τοῦ νεωτεριστικοῦ λατινογενοῦς Συνθρόνου), ἀπὸ τὴν φυσική του καὶ παλαιοχριστινική θέση στὴν Ἁγία Τράπεζα,[43] τὸν Νεο-βαρλααμισμό καὶ Λαϊκισμό,[6] τὴν διαρκῶς ἀνοικτὴ Ὡραία Πύλη, τοὺς Νεωτερισμοὺς τῶν ἐκφώνων Ἱερατικῶν Εὐχῶν, καὶ τῆς ἐσχάτης πλάνης τοῦ ἐκφώνου Καθαγιασμοῦ, καὶ τὴν «versus populum» τέλεση Λειτουργιῶν (δηλ. τέλεση τῆς Λειτουργίας καὶ ἐν γένει Ἀκολουθιῶν, Μνημοσύνων, Ἁγιασμοῦ, Ἀρτοκλασίας) πρός τόν Λαό, πρός τήν δύση,[41] κλπ..
Ἀπό τήν μία θρέφουν τό θηρίον τοῦ Οἰκουμενισμοῦ διὰ τῆς Λειτουργικῆς Κινήσεως (Ἀναγεννήσεως), υἱοθετῶντας καὶ προωθῶντας τοὺς ἐν ἀφθονίᾳ Λειτουργικοὺς Νεωτερισμούς, καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη μάχονται κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, μὴ ἐπιτυγχάνοντες ἐν τέλει τίποτε τὸ οὐσιαστικὸ στὸν ἀγῶνα τους.
Ἡ λειτουργική «ἀναγέννηση», [2],[6],[10], [33],[35] ἔχει ἐπιφέρει ἤδη – ὡς μή ὤφειλε – συντριπτική ἀλλοίωση, λατινογενεῖς νεωτερισμοὺς στὴν Λατρεία μας, καὶ στὴν Τάξιν τῆς Ἐκκλησίας μας μέ:[44]
1. τὴν προτεσταντίζουσα ἀντίληψη τῆς Θείας Λειτουργίας, καί ἐν γένει τῆς Θ. Λατρείας,[6],[33],[35].
2. τὴν λανθασμένη θεώρηση ὅτι ὁ Ἱερεύς/Ἐπίσκοπος πρέπει νὰ φαίνεται συνεχῶς στὴν Θεία Λειτουργία, ἐνῷ ὁ Ἱερεύς/Ἐπίσκοπος δὲν φαινόταν σχεδὸν καθόλου στὸν Λαό ἀπὸ τὴν Μεγάλη Εἴσοδο μέχρι τὴν Θεία Κοινωνία (Ἁγία Ἀναφορά), ἀφοῦ τὸ Καταπέτασμα καὶ τὰ Βημόθυρα ἦσαν (καὶ εἶναι) κλειστά, μαρτυρούμενα ἤδη ἀπὸ τὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸν Χρυσόστομο καὶ σύνολη τὴν Ὀρθόδοξο Λειτουργική Παράδοση μέχρι τίς ἡμέρες μας,[45]
3. τὴν λανθασμένη θεώρηση, ἀκόμη καὶ ἀπὸ Ἐπισκόπους,[46] τῆς Θείας Λειτουργίας καὶ τῶν τελουμένων ἐν αὐτῇ ὡς ἀπομίμησιν τοῦ θεάτρου, καὶ θεατρικῶν παραστάσεων,
4. τὶς περιφορὲς τῶν Εἰσόδων (μικρᾶς καὶ μεγάλης) ἀπὸ ἐντὸς ἢ περιμετρικὰ τοῦ Σολέα ποὺ γίνονταν παλαιά, σὲ περιμετρικὰ ὅλης τῆς Ἐκκλησίας μέχρι πίσω στὰ κεριά, καὶ οἱ πιστοὶ ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ ἦσαν πάντοτε στραμμένοι προσευχόμενοι πρὸς Ἀνατολάς, νὰ στρέφονται προτοῦ κἂν νὰ βγεῖ ὁ Ἱερεύς γιὰ τὴν Εἴσοδον, πρὸς Βορρᾶ καὶ Νότον καὶ Δύσιν, καὶ νὰ περιεργάζονται καὶ νὰ περισπῶνται πρὸς ἀλλήλους,
5. τὴν λανθασμένη θεώρηση ἀπὸ Κληρικούς, Ἐπισκόπους, ὅτι ὁ Λαός τάχα παρακολουθεῖ μέ συναισθηματικήν συμμετοχήν [!] σιωπηλῶς τά τελούμενα κατά τά ἱερά μυστήρια καί τάς ἀκολουθίας τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ νυχθημέρου, ὅμως ὁ προσευχόμενος Λαός μυστικῶς, μέσα του, προσεύχεται στὴν Ἐκκλησία,[26], [47] καὶ κληρικοὶ (ἐσχάτως) τὸν διακόπτουν συνέχεια βάζοντας ἔκφωνη ἀνάγνωση τῶν Προσευχῶν τους· ἂν ὅμως ὁ Λαὸς μιᾶς ἐνορίας ὄντως δὲν προσεύχεται στὴν Λειτουργία, αὐτὸ εἶναι ὄνειδος τῶν Κληρικῶν τοῦ Ναοῦ,[48]
Σημειώσεις:
[41] Ἀρχιμ. Νικοδήμου Μπαρούση, Ὁ Προσανατολισμός ἐν τῇ Λατρείᾳ, Ὀρθόδοξος Τύπος, τ. 1829, 1830, 30/4/2010, 7/5/2010. [42] Ποτέ ἡ Ἐκκλησία στὴν ἱστορία της δὲν εἶχε «γυμνό» Σύνθρονον, ὅπως γίνεται ἀντι-παραδοσιακῶς σήμερα σὲ μερικοὺς Ναούς (κατὰ μίμησιν τῶν αἱρετικῶν Λατίνων, καὶ τῆς Βʹ Βατικάνειας Συνόδου). Κατ’ ἀρχήν ἀκυρώθηκε ἐνωρίς τό Σύνθρονον ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν Ἐκκλησία καὶ τοὺς Ἁγίους Πατέρες (ἔβλεπε πρὸς τὴν Δύσιν). Κατὰ δεύτερον, μπροστά ἀπὸ τὸ Σύνθρονον ὑπῆρχε μεγάλη Σταύρωσις (Ἐσταυρωμένος), ὑπῆρχε τὸ ἱ. Κιβώριον μὲ τὰ Παραπετάσματά του (κουρτίνες), ὑπῆρχε καὶ τὸ Μέγα (ὑψηλόν) Καταπέτασμα, καὶ πολὺ ἐνωρίς τὸ ὑψηλό Φράγμα τοῦ Τέμπλου, ὑπῆρχε καὶ ὁ ὀγκώδης Ἄμβωνας μὲ τοὺς Χοροὺς τῶν Ψαλτῶν στὸ κέντρον. Χαμηλὸ φράγμα ἦταν, πάντοτε στὴν Ἐκκλησία μας, μόνον τὸ φράγμα τοῦ Σολέα (ἤτοι τοῦ δυτικοῦ Πρεσβυτερίου). Βλ. Ὁ Ζωοποιός Σταυρός τοῦ Χριστοῦ ἀνέκαθεν δέσποζε στό Ἱερόν Βῆμα, …, 4/11/2024, σσ. 2-11. [43] Ποιὸς θὰ δώσει στὸν Τάφο του ἐντολὴ τοποθέτησης τοῦ Σταυροῦ π.χ. 4 μέτρα μακρυά ἀπό τόν Τάφο του καὶ στὸν ἀέρα; Στὴν Ἁγία Τράπεζα ποὺ εἶναι Τάφος Μαρτύρων, γιατί δίνεται τέτοια ἐντολή κατὰ παράβασιν τῆς Ὀρθοδόξου Ἱερᾶς Παραδόσεως; Βλ. Ἡ Θεολογία τοῦ Σταυροῦ μέ τόν Ἐσταυρωμένο στήν Ἁγία Τράπεζα, [PDF], αʹ ἔκδοσις, 6/12/2024. [44] Στὰ παρακάτω σημεῖα φαίνεται μιὰ ἐπανάληψη ὁρισμένων θέσεων (νεωτερισμῶν), ὅμως δὲν εἶναι ἐπανάληψις θέσεων, ἀλλά ἀλλαγή τοῦ σημείου (νεωτερισμοῦ) ἑστίασης, ὥστε νὰ ἔχει ὁ κάθε νεωτερισμός τὴν παράγραφό του (καίτοι πολλοὶ νεωτερισμοὶ ἀλληλοεξαρτῶνται). [45] Τὸ ἀθέατον τῆς Ἁγίας Τράπεζας, στὴν Κωνσταντινούπολη, στὴν Ἑλλάδα, καὶ ἀπό Ἀνατολή σὲ Δύση, ὅ.π.. [46] Ἀκούσαμε μὲ τὰ ἴδια μας τὰ αὐτιὰ Μητροπολίτη τοῦ Πατριαρχείου Ἀφρικῆς ποὺ ὁ οἰκεῖος Μητροπολίτης τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος τὸν εἶχε ἀφήσει στὸ πόδι του, γιὰ νὰ πάει σὲ …Συλλείτουργο, νὰ μᾶς λέει μέσα στὴν Λειτουργία ὅτι «αὐτὰ [ποὺ κάνουμε στὴν Λειτουργία] τὰ πῆρε ἡ ἐκκλησία ἀπὸ τὸ θέατρο». Ἀκούσαμε ὅτι καὶ Μητροπολίτης τῆς Ἐκκλησίας μας εἶπε παρόμοια στοὺς Ἱερεῖς του (ὄχι σὲ ἐκκλησίασμα). Λυπᾶμαι. —Ἡ Ὀρθόδοξη Παραδοσιακή Λειτουργία δὲν εἶναι παράσταση, ἀλλά εἶναι Προσευχή πρὸς τὸν Θεόν (Ἱερεῖς καὶ Λαὸς προσευχόμενοι πρὸς Ἀνατολάς). Ὅμως ἡ προτεσταντίζουσα λειτουργία πρὸς τὸν Λαό, πρός τήν δύση, «versus populum», εἶναι ξένη τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως, μιμεῖται τὸ θέατρο καὶ χαρακτηρίζεται ἀπὸ ἐπίδειξη, ἰδιαίτερη ἔπαρση, καὶ ἀπουσία προσευχῆς (πῶς θὰ προσευχηθεῖς ὅταν ἐσένα σὲ κοιτάζουν, καὶ ἐσὺ περιεργάζεσαι, καὶ ἀφήνεις ἢ παραγγέλλεις νὰ σὲ βγάζουν φωτογραφίες κατασκανδαλίζοντας τόν Λαό;). [47] Προσευχή δὲν εἶναι μόνον τὸ μυστικὸν (ἔνδοθεν, ἐσωτερικά, ἄνευ ἐξωτερικῆς φωνῆς) Κύριε ἐλέησον (ὁ Ψάλτης ἐκφώνως) ἢ ἡ ἰδία μυστική προσευχή, ὡς ἀπόκρισιν στὶς διὰ Προσφωνήσεως Εὐχὲς ποὺ ἐκφωνεῖ ὁ Διάκονος (ἢ ἀπουσίᾳ αὐτοῦ ὁ Ἱερεύς). Προσευχὴ δὲν εἶναι μόνον ἡ προσοχὴ καὶ ἀκρόασις τῶν ψαλλομένων, ἢ ἡ μυστικὴ ἀπόκρισις (ὁ Ψάλτης ἐκφώνως) στὰ κελεύσματα τοῦ Διακόνου ἢ τοῦ Ἱερέως. Προσευχὴ δὲν εἶναι μόνον τὸ μυστικὸν Πάτερ ἡμῶν ἢ Πιστεύω (ὁ Ψάλτης ἐκφώνως). Προσευχὴ δὲν εἶναι μόνον ἡ μυστικὴ εὐχαριστία στὸν Θεόν. Προσευχὴ δὲν εἶναι μόνον τὰ ἑκάστου μυστικὰ αἰτήματα πρὸς τὸν Θεόν. Προσευχὴ δὲν εἶναι μόνον οἱ μυστικὲς Εὐχὲς πρὸς τὸν Θεόν γιὰ τὴν οἰκογένειά μας, τὸν πλησίον, τοὺς Κληρικούς, τοὺς Ψάλτες, τοὺς ἐκκλησιαζομένους, τοὺς ἀσθενεῖς, τοὺς φτωχούς, καὶ ὅσους ἐν ἀνάγκαις, τοὺς φίλους, τοὺς ἐχθρούς, τὴν πατρίδα μας, τὸν κόσμον ὅλον. Εἶναι ὅλα αὐτὰ καὶ ἄλλα πολλά, Χάριτι Θεοῦ. Ἡ προσευχὴ ὡς πρὸς τὴν ποιότητά της εἶναι «συνουσία καὶ ἕνωσις τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεόν» (Κλῖμαξ Ὁσίου Ἰωάννου Σιναΐτου, ΚΗʹ). [48] Δυστυχῶς, ἀπὸ τὸ ζενὶθ ποὺ εἴμασταν ὅπου εἴχαμε ἕναν πιστὸ Λαὸ κατὰ διάνοιαν προσευχόμενον στὴν ἐκκλησία, τοῦ ὁποίου ἡ προσευχὴ ἦταν ἀτομικὴ βόμβα (βλ. τὸν Ἅγιο Πορφύριο στό Ἱερατικόν Συλλείτουργον – σύγκρισις διατάξεων, Ἱερατικῶν, καὶ σχόλια, ὅ.π.), ὁδεύουμε πρὸς τὸ ναδίρ, ὅπου ὁ λαὸς δὲν προσεύχεται στὴν ἐκκλησία (οὔτε στὴν οἰκία του, οὔτε φυσικά ἀδιαλείπτως), ἀκούει Ἱερεῖς νὰ προσεύχονται βροντοφώνως (ἐνῷ ὁ λαὸς ἀκόμη μυστικῶς προσεύχεται), διαβάζει ἀπὸ Ἱερατικά βιβλιαράκια/apps (καὶ πράγματα ἄσχετα μὲ τὴν Λειτουργία), καὶ περισπᾶται δεξιὰ καὶ ἀριστερά, ἔνδοθεν καὶ ἔξωθεν, καὶ ἐγκλωβίζεται στὸ ἐγώ του καὶ στὰ νεωτεριστικά Ἱερατικὰ τῶν …πιστῶν, θέλοντας νὰ κατανοήσει τὰ πάντα στὴν Λειτουργία μὲ τὸν ἐγκέφαλό του καὶ τὰ πτυχία του, μὴ ἀφήνοντας καθόλου χῶρο στὸν Θεόν οὔτε μέσα στόν Ναόν.