
Πρὸς τὴν «Ἱερὰν Σύνοδον Καθολικῆς Ἱεραρχίας Ἑλλάδος» καὶ τὴν «Εὐαγγελικὴν Ἐκκλησίαν Ἑλλάδος»
Γράφει ὁ κ. Παῦλος Τρακάδας, θεολόγος
Ζ΄ Μέρος – Τελευταῖον
Εἶναι γνωστὸν ὅτι παπικοὶ καὶ προτεστάνται ἀποφεύγουν νὰ ἀπαντήσουν εἰς αἰτιάσεις Ὀρθοδόξων καὶ περιορίζουν τὰς συνομιλίας τους μόνον μὲ Οἰκουμενιστάς, διότι οἱ τελευταῖοι θυσιάζουν τὴν ἀλήθειαν χάριν ἀπολαύσεως τῶν ὠφελειῶν τῶν οἰκουμενιστικῶν διαλόγων (ταξίδια, τιμάς, δημοσίους σχέσεις κ.ἄ.). Αὐτὴν τὴν φορὰν ὅμως εἶναι ὑποχρεωμένοι νὰ ἀπαντήσουν, ἐπειδὴ ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος τοὺς ἐγκαλεῖ εἶναι Οἰκουμενιστὴς Μητροπολίτης, Πανεπιστημιακὸς Καθηγητής, Ὑποψήφιος Ἀκαδημαϊκὸς καὶ διατελέσας Μέλος τῶν Μεικτῶν Θεολογικῶν Ἐπιτροπῶν Διμερῶν Διαλόγων. Ἂς παραθέσωμεν αὐτούσια τὰ λόγια του, ὅπως ὁ ἴδιος τὰ ἀπετύπωσε γραπτῶς εἰς τὴν Ἐγκύκλιον Ἐπιστολὴν περίπου πρὸ ἔτους:
«Ὁ χῶρος πίσω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα δὲν εἶναι μαυσωλεῖο νεκροῦ Θεοῦ, ὅπως συμβαίνει μὲ τοὺς Ρωμαιοκαθολικοὺς» (σ. 15).
«Ἡ λανθασμένη αὐτὴ τοποθέτηση δίνει τὴν ἐντύπωση ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι μόνιμα νεκρὸς καὶ πεθαμένος, ὅπως προβάλλεται σὲ μόνιμη βάση ἀπὸ τὴν Δυτικὴ Χριστιανοσύνη» (σ. 17).
«…βρισκόμαστε στὴν συνέχεια μπροστὰ σὲ ἕνα Χριστὸ μόνιμα «Ἐσταυρωμένο» καὶ πεθαμένο…, καὶ μάλιστα πεθαμένο ἐκεῖ ὅλον τὸν χρόνο… Ἀπελπισία!… Σὰν αὐτὴν τὴν ἀπελπισία ποὺ διακρίνει τοὺς Δυτικοὺς Ἐσταυρωμενολάτρες χριστιανοὺς πού, ἐπικεντρωμένοι στὸν νεκρὸ «Ἐσταυρωμένο» καὶ ἔχοντας γι’ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸν λόγο ἀπολέσει τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, βρίσκονται μόνιμα σὲ ὑπαρξιακὰ ἀδιέξοδα ποὺ ἐμφανίζονται ὡς ψυχολογικὰ προβλήματα, καὶ καταφεύγουν στὶς λύσεις ποὺ προσφέρει ἡ Ψυχολογία…». (σ. 20)
«Ἡ ἐμμονικὴ προβολὴ τοῦ «Ἐσταυρωμένου τῆς Μ. Παρασκευῆς» αὐτονομημένα πίσω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα μὲ τάσεις ἀπολυτοποίησης καὶ αὐτονομημένης λατρείας συνιστᾶ τὴν αἵρεση τοῦ Ἀρειανισμοῦ… Αὐτὸ ἀκριβῶς ὑπέστη ἀλλοιωτικὰ καὶ ἀλλοτριωτικὰ ἡ Δυτικὴ Χριστιανοσύνη». (σ. 22)
«Ἐπίσης, ἂς βροῦν κάποιοι ἕνα ὕμνο, ἕνα τροπάριο, ποὺ νὰ ἀναφέρεται σὲ «Ἐσταυρωμένο» καὶ σὲ «λατρεία τοῦ Ἐσταυρωμένου», τέτοια λατρεία ὑπάρχει στοὺς Δυτικοὺς χριστιανούς». (σ. 23)
«Οἱ Ρωμαιοκαθολικοὶ καὶ οἱ Προτεστάντες ἔχουν ἕνα «Ἐσταυρωμένο», τὸν ἀποκαλοῦν ἔτσι παντοῦ καὶ πάντοτε καὶ τὸν τοποθετοῦν πάντοτε πίσω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα, ἐπειδὴ γιὰ αὐτοὺς ἐκεῖ ἀποκορυφώνεται ἡ ἀποστολὴ τοῦ Χριστοῦ ἐπὶ τῆς γῆς, καθὼς ἡ Ἀνάσταση εἶναι κάτι ἀπόμακρο, ὑποδεέστερο, καθόλου «χειροπιαστό», καὶ περιῆλθε σὲ δεύτερη μοῖρα μέχρι τὴν οὐσιαστικὴ ἐξαφάνισή Της… Ἐδῶ ἔγκειται καὶ ὁ πειρασμὸς τῆς ἀπιστίας: τὸ «ὁρατὸ» νὰ δίδει συναισθηματικὴ σιγουριὰ καὶ ἐξασφάλιση». (σ. 23)
«…οἱ Ρωμαιοκαθολικοὶ καὶ οἱ Προτεστάντες ἔχουν ἕνα μόνον Ἐσταυρωμένο, τὸν ὁποῖο τοποθετοῦν πίσω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα… καὶ ὑπάρχει κίνδυνος νὰ συμβεῖ καὶ σὲ ἐμᾶς τὸ ἴδιο μὲ αὐτὸ ποὺ συνέβη στὴν Δυτικὴ Χριστιανοσύνη: δηλ., ἐκτὸς ἀπὸ τὴν σύγχυση ποὺ δημιουργήθηκε καὶ δημιουργεῖται νὰ ἀπολεσθεῖ παντελῶς ἡ Ἀνάσταση, ἂν δὲν ἔχει ἀπολεσθεῖ ἤδη…, καὶ νὰ ἀπολεσθεῖ καὶ ἡ «προσδοκία τῆς Ἀνάστασης»… δίνουμε τὴν ἐντύπωση ὅτι τὸ τέρμα τῆς Ἱστορίας εἶναι ὁ θάνατος τοῦ Θεοῦ, αὐτὸ ποὺ ἀκριβῶς ἔπαθε καὶ ὑπέστη ἡ Δυτικὴ Χριστιανοσύνη, Ρωμαιοκαθολικὴ καὶ Προτεσταντική, στὸ σύνολό της, ἔχοντας ἀπολέσει παντελῶς τὴν αἴσθηση καὶ τὴν ἐμπειρία τῆς Ἀνάστασης τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν «προσδοκία τῆς Ἀνάστασης τῶν νεκρῶν», καὶ κάθεται καὶ πελαγοδρομεῖ μὲ ἀτέρμονο συναισθηματικὸ κλάμα γιὰ τὸν… «καημένο τὸν Χριστὸ» ποὺ πάσχει καὶ ὑποφέρει ἐπάνω στὸν Σταυρὸ μισοπεθαμένος καὶ στὴν συνέχεια μόνιμα πεθαμένος». (σ. 24)
Ἂς συνοψίσωμεν τάς κατηγορίας τάς ὁποίας ἀπευθύνει πρὸς παπικοὺς καὶ προτεστάντας:
1) «Ἐσταυρωμενολάτραι», 2) Ἀρειανίζοντες, 3) ὑποβιβασταὶ τῆς Ἀναστάσεως, 4) ἔχοντες πίστιν εἰς τὴν κυριαρχίαν τοῦ θανάτου τοῦ Θεοῦ, 5) ἐμπίπτοντες εἰς τὸν πειρασμὸν τῆς ἀπιστίας καὶ 6) ἔχουν καὶ δημιουργοῦν ψυχολογικὰ προβλήματα καὶ εὑρίσκουν λύσιν εἰς ψυχολογικὰ ὑποκατάστατα!
Προκύπτουν ἐξ αὐτῶν πλείονες ὅσαι ἀντιφάσεις: Πῶς παραμένει Οἰκουμενιστής; Πῶς τὸν ἀποδέχονται ὡς Οἰκουμενιστήν; Ἂν ὅσα λέγη εἶναι ἀλήθεια, τότε ὑποκρίνεται κατὰ τοὺς διμερεῖς διαλόγους; Ἂν ὅσα λέγη εἶναι ψευδῆ καὶ τὰ χρησιμοποιῆ ἐναντίον τῶν ἐπικριτῶν του πιστῶν Ὀρθοδόξων, δὲν εἶναι αἰτία νὰ προσαχθῆ εἰς Συνοδικὸν Δικαστήριον; Οἱ παπικοὶ καὶ προτεστάνται τὰ γνωρίζουν αὐτά; Ἂν ναί, τότε πῶς ἀκόμη συνομιλοῦν μαζί του; Ἂν ὄχι, τώρα ποὺ κατέστησαν γνωστὰ δὲν ὀφείλουν δημοσίως νὰ τοποθετηθοῦν, τόσον διὰ τὰ ὅσα ἰσχυρίζεται ὁ Μητροπολίτης, ὅσον καὶ διὰ τὴν στάσιν αὐτοῦ εἰς τοὺς διαλόγους;
Εἶναι γνωστὸν τὸ τί θὰ συμβῆ: ἐπειδὴ εἶναι Μητροπολίτης, τόσον οἱ πάπικοι, ὅσον καὶ οἱ προτεστάνται θὰ σιωπήσουν διὰ λόγους συμφέροντος… Ἤδη σιωποῦν ἐπὶ ἔτος, ὅπου ἐκυκλοφόρησαν αὐτὰ εἰς ἐπίσημον ἔκδοσιν τῆς Ἱ. Μ. Περιστερίου. Αὐτὸ ἀποδεικνύει ὅτι κανεὶς Οἰκουμενιστὴς δὲν ἐνδιαφέρεται διὰ τὴν ἀλήθειαν καὶ γνωρίζων πολὺ καλὰ ὁ Μητροπολίτης Περιστερίου ὅτι δὲν θὰ τοῦ ἀπαντήσουν, ἔγραψεν, ὅσα ἔγραψε. Μήπως τελικῶς νὰ ἔδιδεν ἀπάντησιν ὁ σύλλογος τῶν Ψυχολόγων;…
Τί μέλλει γενέσθαι μὲ τὸν Μητρ. Περιστερίου;
Ὅταν ἐνέσκηψε τὸ σκάνδαλον τῆς ἀποπομπῆς τοῦ «Ἐσταυρωμένου» ἀπὸ τὸ Ἱερὸν Βῆμα ἐθεωρήθη ἐπιπολαιότης τοῦ νέου Ἐπισκόπου. Ἔπειτα ἕως σήμερα διακινεῖται ἡ ἐσφαλμένη ἐντύπωσις ὅτι πρόκειται δι’ ἔλασσον λειτουργικὸν ζήτημα. Ὡστόσον, ὕστερα ἀπὸ ὅσα ἔχουν γραφθῆ καθὼς καὶ ἀπό τὴν παροῦσα συμβολὴ μας καταδεικνύεται ὅτι ὁ Σεβασμιώτατος ἔχει ἀλλοιώσει δόγματα τῆς Ἐκκλησίας καὶ αὐτὸ ἀποδεικνύεται πλέον ἀπὸ τὰ γραπτά του κείμενα. Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ περιπέση κανεὶς εἰς τόσα δογματικὰ λάθη, δὲν εἶναι ὑπερβολή; Τὴν ἀπάντησιν δίνουν οἱ ἴδιοι οἱ Ἅγιοι Πατέρες ὅταν κατὰ καιροὺς ὑποδεικνύουν ὅτι, ὅταν ὑποπέση κανεὶς εἰς ἕν μόνο δογματικὸν σφάλμα, τότε «μύρια ἕπονται».
Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος ὅμως δὲν καταλαβαίνει ἀπὸ δόγματα! Ἐννοοῦμεν ὅτι πρακτικὰ ἀκόμη καὶ νὰ καλέση τὸν Μητροπολίτην νὰ ὑποβάλη Λίβελλον Πίστεως, αὐτὸς βεβαίως, ὡς ἔπραξαν καὶ ἕτεροι κακοδοξοῦντες εἰς τὴν Ἐκκλησιαστικὴν Ἱστορίαν, θὰ συμφωνήση, ἀλλὰ ἕτερα ἀν-ορθόδοξα θὰ φρονῆ. Ἀπεναντίας, ὅμως, ἡ Ἱερὰ Σύνοδος ἔχει συγκεκριμένην ἀντίληψιν περὶ Συνοδικῶν Ἀποφάσεων. Ἀπαιτεῖ ὑποταγὴν εἰς αὐτάς! Διὰ τοῦτο νὰ καλέση τὸν Σεβασμιώτατον ὡς ἀθετοῦντα τὰς ἀποφάσεις τῶν Συνόδων 1156 καὶ 1157 μ.Χ. (PG 140,140 κ.ἑ.) Αἱ Σύνοδοι αὐταὶ ἠσχολήθησαν μὲ τὴν Θείαν Εὐχαριστίαν καὶ ἀποτελοῦν τὴν τρανωτέραν θεολογικὴν θεμελίωσιν διὰ τὴν τοποθέτησιν τοῦ «Ἐσταυρωμένου» ὄπισθεν τῆς Ἁγίας Τραπέζης. Εἶναι χαρακτηριστικὸν (διὰ νὰ μὴ προβῶμεν εἰς ἐκτεταμένην ἀνάλυσιν τῶν Συνόδων) ὅτι εἰς τὰ χωρία τῶν Ἁγίων Πατέρων, τὰ ὁποῖα ἐχρησιμοποίησαν οἱ τότε Συνοδικοὶ Ἀρχιερεῖς διὰ τὴν θεμελίωσιν τῶν Συνοδικῶν Ἀποφάσεων, παρατίθεται καὶ τὸ τοῦ ἱ. Χρυσοστόμου «Εἰς τὸ κατὰ Ἰωάννην»:
«Ἡνίκα προσέρχῃ τῷ θυσιαστηρίῳ, καὶ μεταλαμβάνῃ τὸ αἷμα Χριστοῦ ἐκ τοῦ ποτηρίου, οὕτω νόμιζε ὅτι τὸ στόμα σου τῇ πλευρᾷ Χριστοῦ προσέθηκας καὶ ἐκ τῆς πλευρᾶς αὐτοῦ πίνεις».
Ἔπειτα ἀπὸ αὐτό, τί ἕτερον ἀπαιτεῖται διὰ νὰ ἀντιληφθῆ οἱοσδήποτε ὅτι Ἁγία Τράπεζα καὶ «Ἐσταυρωμένος» εἶναι ταυτόσημα; Μόνον τυφλός τις ἀρνεῖται, νὰ ἰδῆ κατάματα τὴν ἀλήθειαν!
Αἱ ἀποφάσεις τῶν δύο αὐτῶν Συνόδων συμπεριελήφθησαν εἰς τὸ «Συνοδικόν τῆς Ὀρθοδοξίας», τὸ ὁποῖο ὁ Μητρ. Περιστερίου θὰ ἀναγνώση «κουτσουρεμένον» τὴν προσεχῆ Κυριακήν, ὥστε νὰ ἀποφύγη τὰ ὅσα ἀναφέρονται -καὶ ἀποτελοῦν κόλαφον διὰ τὸν ἴδιον-, τὰ ὁποῖα καὶ ἀκολούθως παραθέτομεν (μτφ. Ἠ. Γ. Πετροπούλου):
«Σ’ ὅλους αὐτοὺς πού… τολμοῦν καὶ λένε ὅτι ἡ καθημερινὰ τελούμενη ἀπὸ τοὺς λειτουργοὺς τῶν Θείων Μυστηρίων θυσία, ὅπως ὁ ἴδιος ὁ Σωτήρας μας καὶ τῶν ὅλων Δεσπότης μας τὴν παρέδωσε, καινοτομεῖ κατὰ τρόπο εἰκονικὸ καὶ φανταστικὸ τὴ θυσία ἐκείνη, ποὺ Ἐκεῖνος ἱερούργησε πάνω στὸν τίμιο Σταυρό, δίνοντας καὶ τὸ Σῶμα Του καὶ τὸ Αἷμα Του γιὰ λύτρο καὶ ἐξιλέωση τῆς κοινῆς ἀνθρώπινης φύσης μας. Κι ἀκόμη προχωροῦν παραπέρα καὶ ἰσχυρίζονται ὅτι ἄλλη εἶναι αὐτὴ καὶ ἄλλη ἡ ἀρχικὴ θυσία ποὺ ἐπιτελέσθηκε ἀπὸ τὸ Σωτήρα, εἶναι δὲ ἡ σημερινὴ ἁπλὰ μία φανταστικὴ καὶ εἰκονικὴ ἀναφορὰ σ’ ἐκείνη, ἐπειδὴ ἔτσι «ἀδειάζουν» τὸ Μυστήριο τῆς θείας καὶ φρικτῆς ἱερουργίας, μὲ τὸ ὁποῖο ἀρραβωνιαζόμαστε ἀπὸ τώρα τὴ μέλλουσα ζωή, καὶ αὐτὸ τὴ στιγμὴ ποὺ ὁ θεοφόρος Πατέρας μας Ἰωάννης, ὁ πάνσοφος καὶ Χρυσόστομος, ἐξηγώντας πολλὰ ἀπὸ τὰ χωρία τοῦ μεγάλου Παύλου, διατρανώνει τὸ μοναδικὸ κι ἀπαράλλακτο χαρακτήρα τῆς Θυσίας καὶ λέει ὅτι ἡ Θυσία τῆς Θείας Εὐχαριστίας εἶναι μία καὶ ἡ αὐτή, ἀνάθεμα».
Ὁ «Ἐσταυρωμένος» καὶ ἡ Θ. Ἱερουργία δὲν εἶναι ἡ ἰδία θυσία κατὰ τὸν Σεβασμιώτατον, διαλύων ὅλον τὸ μυστήριον τῆς Θ. Εὐχαριστίας, αὐτὸ τὸ ὁποῖον εἶναι ἡ καρδία τῆς Ἐκκλησίας! Δὲν εἶναι λοιπὸν «ἀνάθεμα» ὁ Μητροπολίτης Περιστερίου, ὁ ὁποῖος ὄχι μόνον διαχωρίζει τὸν «Ἐσταυρωμένον» ἀπὸ τὸν Σταυρόν, ὄχι μόνον ἀπομακρύνει τὸν «Ἐσταυρωμένον» ἀπὸ τὴν Ἁγίαν Τράπεζαν, ἀλλὰ ἐπιπλέον τὸν χαρακτηρίζει ἐμπόδιον διὰ τὸν ἐρχομὸν τῆς Βασιλείας;
Ὁ Ἀθηνῶν Γεώργιος, ὁ ὁποῖος συμμετεῖχεν εἰς τὰς Συνόδους 1156 καὶ 1157 μ.Χ. κατεδίκασε τὸν ἀντίστοιχον τότε Περιστερίου, δηλώσας μὲ παρρησίαν καὶ εὐθυκρισίαν:
«Ἐγὼ δὲ ὁ Ἀθηνῶν ὀψὲ φημὶ καὶ μόλις μεταμαθόντα αὐτὸν τὴν ἀσέβειαν, καὶ ταῦτα ὑποψήφιον ὄντα πατριάρχην, εἰς ἱερωσύνην οὐκ ἂν ποτε παραδέξωμαι, ἀλλὰ κἄν τινὲς παραδέξωνται, ἑαυτὸν ἐξ αὐτῶν ἀπορρήγνυμι».
Θὰ ἀκολουθήση ὁ νῦν Ἀθηνῶν τὸ παράδειγμα τοῦ προκατόχου του; Θὰ συνταχθῆ ἡ Ἱ. Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μὲ τὰς Ὀρθοδόξους Συνόδους τοῦ ΙΒ΄ αἰῶνος; Θὰ ὀρθοτομήσουν τὸν λόγον τῆς ἀληθείας, καταδικάζοντες τὰς ἀπόψεις τοῦ Μητρ. Περιστερίου; Θὰ συμφωνήσουν μὲ τὸ «Συνοδικόν τῆς Ὀρθοδοξίας» τὴν ἐρχομένην Κυριακήν; Θὰ διατρανώσουν, ὅπως ἐποίησαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες καὶ οἱ Σύνοδοι, τάς ὁποίας παρεθέσαμεν, ὅτι ἡ φυσικὴ θέσις τοῦ «Ἐσταυρωμένου» δὲν εἶναι ἄλλη ἀπὸ ἐκείνην ὄπισθεν τῆς Ἁγίας Τραπέζης;
Ὡς κατεδείχθη διὰ μακρῶν, δὲν πρόκειται ἁπλῶς διὰ λειτουργικάς καινοτομίας ἢ φοβεράς κακοδοξίας τοῦ Μητρ. Περιστερίου, ἀλλὰ διὰ ἀθέτησιν Συνοδικῶν Ἀποφάσεων καὶ πλήρη διάλυσιν τῆς Θείας Λειτουργίας!