Δευτέρα 3 Μαρτίου 2025

Περιορίζοντας τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στη 1 ώρα την ημέρα ενισχύεται σημαντικά η αυτοπεποίθηση στους νέους!

Από το «Μαμά, Μπαμπάς και Παιδιά»

Από ταινίες, μέχρι διαφημιστικές πινακίδες και εξώφυλλα περιοδικών — τα μέσα μαζικής ενημέρωσης προωθούν άπιαστα ιδανικά ομορφιάς εδώ και δεκαετίες. Αλλά η πρόσφατη άνοδος των μέσων κοινωνικής δικτύωσης εκτόξευσε την έκθεση σε απίθανα επίπεδα, ιδιαίτερα για τους νέους. Ο ανώριμος νεανικός εγκέφαλος δεν μπορεί να διακρίνει μέσα σε όσα βλέπει τη σκηνοθεσία, τα φίλτρα, το ψέμα, την επιτήδευση. Λόγω της απειρίας του, θεωρεί αυθεντικά όσα -ιδιοτελώς- προβάλλονται και επηρεάζεται αρνητικά η εικόνα που έχει για τον εαυτό του.

Σύμφωνα με τον Καναδό ερευνητή Gary S. Goldfield, PhD, από το Children’s Hospital of Eastern Ontario Research Institute στην Οτάβα του Καναδά, «Οι νέοι περνούν, κατά μέσο όρο, 6 έως 8 ώρες την ημέρα στις οθόνες, μεγάλο μέρος από αυτές στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης εκθέτουν τα παιδιά σε τόσο πλήθος επεξεργασμένων  φωτογραφιών – μοντέλων, διασημοτήτων και εκπαιδευτών φυσικής κατάστασης – που διαιωνίζουν ένα ανέφικτο πρότυπο ομορφιάς. Το ψεύτικο αυτό μοντέλο εσωτερικεύεται από τους εντυπωσιασμένους εφήβους και νεαρούς ενήλικες, που κατόπιν απογοητεύονται και δυσαρεστούνται για αυτό που είναι το σώμα τους.»

Η συχνή χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης έχει αποδειχθεί από πολλές έρευνες ότι σχετίζεται με προβλήματα εικόνας σώματος, ακόμη και διατροφικές διαταραχές. Ο Goldfield, προκειμένου να μελετήσει καλύτερα το φαινόμενο του άγχους και της θλίψης για τον σώμα στους νέους,  προχώρησε σε κάτι που κανένας ως τώρα δεν είχε σκεφτεί. Να θέσει και να απαντήσει τεκμηριωμένα σε ένα προφανές ερώτημα: «Μπορεί η περικοπή της χρήσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης να μειώσει τις πιθανές βλάβες;»

Έκανε με τους συνεργάτες του τη σχετική μελέτη* και κατέληξαν τελικά στην απάντηση: «Ναι, μπορεί. Ο περιορισμός της χρήσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης στη 1 ώρα την ημέρα, μετά από μόλις 3 εβδομάδες περιορισμού,  βοήθησε τους μεγαλύτερους εφήβους και τους νεαρούς ενήλικες να αισθάνονται πολύ καλύτερα για το βάρος και την εμφάνισή τους».

Η έρευνα του Καναδού ερευνητή και των συνεργατών που δημοσιεύθηκε στο Psychology of Popular Media, ένα περιοδικό της Αμερικανικής Ψυχολογικής Εταιρείας.

Πώς όμως κατέληξαν σε αυτά τα συμπεράσματα;

Ο Goldfield και οι συνεργάτες του χρησιμοποίησαν φοιτητές ψυχολογίας ηλικίας 17-25 ετών, οι οποίοι κατά μέσο όρο χρησιμοποιούσαν τουλάχιστον 2 ώρες την ημέρα τα social media στα smartphone  τους και είχαν ήδη συμπτώματα κατάθλιψης ή άγχους.

Οι συμμετέχοντες δεν γνώριζαν για τον σκοπό της μελέτης, ενώ η χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης παρακολουθούνταν από ένα πρόγραμμα παρακολούθησης χρόνου οθόνης. Στην αρχή και στο τέλος της μελέτης, οι φοιτητές κλήθηκαν να απαντήσουν σε ερωτήσεις όπως «Είμαι πολύ χαρούμενος για την εμφάνισή μου» και «Είμαι ικανοποιημένος με το βάρος μου», βαθμολογώντας επιπλέον την απάντησή τους.

Κατά τη διάρκεια της πρώτης εβδομάδας και οι 220 συμμετέχοντες (76% γυναίκες, 23% άνδρες και 1% άλλοι) χρησιμοποιούσαν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στα smartphone τους όπως συνήθως. Τις επόμενες 3 εβδομάδες, οι υπεύθυνοι είπαν σε 117 μαθητές να περιορίσουν τη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης στη 1 ώρα την ημέρα, ενώ οι υπόλοιποι έλαβαν οδηγίες να συνεχίσουν ως συνήθως. Και στις δύο ομάδες, πάνω από το 70% των συμμετεχόντων ήταν μεταξύ 17 και 19 ετών.

Η πρώτη ομάδα μείωσε τη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης κατά περίπου 50%, από ένα μέσο όρο περίπου 168 λεπτών την ημέρα την πρώτη εβδομάδα σε περίπου 78 λεπτά την ημέρα μέχρι το τέλος της τέταρτης εβδομάδας ενώ η ομάδα χωρίς περιορισμούς πήγε από περίπου 181 λεπτά την ημέρα σε 189.

Η περικοπή της χρήσης κατά περίπου το ήμισυ έδωσε γρήγορες και σημαντικές βελτιώσεις. Όσοι μαθητές περιόρισαν τη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης αύξησαν την αυτοπεποίθησή τους  και υποχώρησαν τα αισθήματα μειονεξίας  στην «εκτίμηση της εμφάνισης» τους  και στην «εκτίμηση βάρους» τους, ενώ όσοι χρησιμοποιούσαν ελεύθερα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν είδαν τέτοιες αλλαγές. Εντύπωση προκαλεί πως βρέθηκαν διαφορές φύλου μεταξύ των ομάδων.

Αυτά τα συμπεράσματα είναι πολύ σημαντικά. Ψυχολόγοι, παιδίατροι και νευροεπιστήμονες δήλωσαν πως οι υπεύθυνοι πρέπει να κινηθούν με βάση αυτά για να  βοηθήσουν τα παιδιά. Ήδη πλατφόρμες όπως το Instagram και το Tik Tok προσφέρουν δικλείδες χρονικής ασφαλείας, παραμένει όμως πρόβλημα πως τα παιδιά δεν τις ενεργοποιούν καθώς παρουσιάζουν μία φοβία, τον λεγόμενο  «FOMO».

Η Nancy Lee Zucker, PhD, καθηγήτρια ψυχολογίας και νευροεπιστήμης στο Πανεπιστήμιο Duke του Durham της Βόρειας Καρολίνας και διευθύντρια του Duke Center for Eating Disorders περιγράφει τί είναι αυτή η αίσθηση- το «FOMO», το οποίο θεωρεί κύριο λόγο για τη μαγνητική έλξη που ασκούν τα  κοινωνικά δίκτυα. «Το FOMO —« Fear Of Missing Out», είναι ο φόβος να χάσεις αυτό που κάνουν οι φίλοι σου— , και αυτό μπορεί να κάνει δύσκολη τη μείωση της χρήσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης».

Για να βοηθήσουν στην πρόληψη του FOMO, -προτείνει η Zucker, οι γονείς μπορούν να εξετάσουν το ενδεχόμενο να μιλήσουν στους γονείς των φίλων των παιδιών τους ώστε να υπάρχει μείωση της χρήσης ταυτόχρονα για όλα τα παιδιά, Και επιπλέον να μη διστάσουν να βάλουν σαφείς κανόνες χρήσης στα σπίτια τους και να δηλώσουν στα παιδιά τους τί περιμένουν από αυτά. Ωστόσο το κυριότερο μέτρο πρόληψης αποτελεί να καθυστερήσουν την πρόσβαση των παιδιών τους σε smartphone μέχρι τουλάχιστον την τελευταία τάξη του Γυμνασίου, ώστε να υπάρχει βαθμός ωριμότητας της προσωπικότητάς τους.


Παραπομπή:

https://www.healthychildren.org/English/fmp/Pages/MediaPlan.aspx?_ga=2.176409505.588547818.1677741394-1271144726.1677741392


Πηγές
:

1. https://www.medscape.com/viewarticle/989737#vp_1

2. https://www.healthychildren.org/English/fmp/Pages/MediaPlan.aspx?_ga=2.176409505.588547818.1677741394-1271144726.1677741392

mumdadandkids.gr

https://orthodoxostypos.gr